Αρχική Επιτάχυνση της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών ΕνέργειαςΣχέδιο Νόμου «Επιτάχυνση της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής»Σχόλιο του χρήστη ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ "Η ΑΛΚΥΩΝ" | 13 Ιανουαρίου 2010, 18:46
Α. Εισαγωγή Το εν λόγω Σχέδιο Νόμου (ΣΝ) εισηγείται αλλαγές επί του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΧ) για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) του 2008, όπως και επί δέκα τουλάχιστον ακόμη Νόμων και ΚΥΑ. Παρακάτω ακολουθούν σχόλια επί των προτεινόμενων αλλαγών ή εναλλακτικές προτάσεις. Οι θέσεις επί ενός συγκεκριμένου ΣΝ δεν αφορούν συνολικά τις ΑΠΕ. Ωστόσο γενικότερη πεποίθησή μας είναι ότι η προώθηση των ΑΠΕ ως μέτρο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής δεν δικαιώνει τις μεγάλες θυσίες σε άγρια φύση - τοπίο ούτε τις τεράστιες επενδύσεις που προϋποθέτει. Χωρίς περιορισμό της σπατάλης, εξοικονόμηση ενέργειας και θεμελιώδεις παρεμβάσεις στο μοντέλο ανάπτυξης, η προώθηση παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, ως μέτρο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αποτελεί «σταγόνα στον ωκεανό» και ακραία μονομερή δράση σε σχέση με άλλα έγκυρα μέτρα με τον ίδιο στόχο. Είναι αλήθεια ότι δεν μπορεί να υπάρξει απόλυτα αντικειμενική θέση για το σημερινό τρόπο προώθησης των ΑΠΕ, λόγω της εύλογης δυσπιστίας για τις προθέσεις πολλών υποστηρικτών του. Αυτό βασίζεται κυρίως στην επίσημη παραδοχή, μέχρι και από την ίδια την Υπουργό Περιβάλλοντος, ότι η ανάπτυξη των ΑΠΕ γίνεται όχι μόνο για αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αλλά και για διατήρηση των ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, δηλαδή παραγωγής και κατανάλωσης. Αυτό εξ ορισμού σημαίνει ότι η παραγόμενη από τις ΑΠΕ ενέργεια δεν θα αντικαταστήσει μέρος της θερμοηλεκτρικής ενέργειας και δεν θα περικόψει τις σημερινές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Τέλος, πιστεύουμε ότι αποτελεί αυταπόδεικτη πραγματικότητα το γεγονός ότι οι ΑΠΕ, τα δίκτυα μεταφοράς και συνοδευτικά τους έργα έχουν βαρύτατες περιβαλλοντικές επιπτώσεις κυρίως επειδή προϋποθέτουν μεγάλης κλίμακας τεχνικά έργα στις τελευταίες περιοχές που είχαν απομείνει χωρίς τέτοιες παρεμβάσεις (και ως εκ τούτου διατηρούσαν μεγάλη βιοποικιλότητα και εξαιρετικά τοπία). Τα περισσότερα προβλήματα δημιουργούνται κυρίως μέσω της καταστροφής οικοσυστημάτων, των εκβραχισμών και μπαζωμάτων σε κοιλάδες και πλαγιές, τη μαζική διάνοιξη δρόμων σε παρθένες περιοχές -που συνεπάγονται μια αλληλουχία απειλών για την άγρια φύση, τα φράγματα, τη τσιμεντοποίηση, το πυκνό δίκτυο καλωδίων και, τέλος, με τους θανάτους που προκαλούν σε σπάνια είδη ορνιθοπανίδας. Επίσης οι ΑΠΕ, επειδή προωθούνται σε περιοχές χωρίς προηγούμενες υποδομές, επιφέρουν καθοριστική και ανεπανόρθωτη αλλοίωση του τοπίου και γενικότερα του πολιτισμικού μας περιβάλλοντος το οποίο, ειδικά για τη μεσόγειο και τη χώρα μας, αποτελεί ζωτικής σημασίας εθνικό κεφάλαιο. Β. Γενικά για το Σχέδιο Νόμου Σε γενικές γραμμές, το εν λόγω ΣΝ: - Δεν αφορά μόνο στην επιτάχυνση διαδικασιών έγκρισης αλλά και στην επέκταση των ΑΠΕ σχεδόν παντού και στην με κάθε τρόπο αδειοδότησή τους ακόμη και όταν υπάρχει εμφανής κίνδυνος για τη βιοποικιλότητα, παραβιάζοντας τα τελευταία «οχυρά» της άγριας φύσης και τα ωραιότερα τοπία της χώρας. Βάσιμη είναι η υποψία ότι απλά αναζητούνται οι περιοχές εκείνες όπου οι αντιδράσεις είναι λιγότερες. - Επιλεκτικά καταλύει καίρια σημεία της ισχύουσας νομοθεσίας που αφορούν στην προστασία του περιβάλλοντος και στη λειτουργία των δημόσιων μηχανισμών ελέγχου. Αυτό γίνεται χωρίς αιτιολόγηση, παρά απλά βαφτίζοντας τις ΑΠΕ «ύψιστης σημασίας προτεραιότητα» και αγνοώντας τις θεμελιώδεις (γιατί όχι «ύψιστης προτεραιότητας»;) λειτουργίες της άγριας φύσης, δηλαδή τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα και τη λειτουργία του ελληνικού – μεσογειακού τοπίου ως βασικού εθνικού κεφαλαίου. - Έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με άλλες περιβαλλοντικές υποχρεώσεις της χώρας (π.χ. προστασία βιοποικιλότητας) χωρίς να καθορίζει πώς θα διευθετηθεί αυτή η κρίση. - Αν κατατεθεί ως έχει θα απαξιώσει ανεπανόρθωτα τις ΑΠΕ και θα πολλαπλασιάσει τις αντιδράσεις αφού εμφανώς θα οδηγήσει σε πολλές εξόφθαλμα λανθασμένες χωροθετήσεις. Αυτά τα ουσιαστικά κοινωνικά προβλήματα δεν λύνονται βαφτίζοντας τις ΑΠΕ «ύψιστης σημασίας» και «μη οχλούσες». - Αν κατατεθεί ως έχει θα προκαλέσει περισσότερες καθυστερήσεις αφού είναι βέβαιο ότι θα υποστεί μαζικές προσφυγές. Γ. Προτάσεις επί του σχεδίου Νόμου Άρθρο 1. Να παραγραφεί εντελώς το δεύτερο από τα δύο προτεινόμενα εδάφια. Ο χαρακτηρισμός της προώθησης των ΑΠΕ ως «ύψιστης σημασίας για τη χώρα», πρακτικά θα εφαρμοστεί για να αγνοηθούν σοβαρές τοπικές περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Ο χαρακτηρισμός αυτός θα έπρεπε να δοθεί στην επίτευξη του στόχου που περιγράφεται στην πρώτη παράγραφο, δηλαδή να προέρχονται από ΑΠΕ το 20% της κατανάλωσης ενέργειας και 40% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας το 2020. Αυτό θα διατηρούσε την κατάσταση του επειγόντως και ταυτόχρονα θα επέτρεπε και άλλες οδούς επίτευξής του, όπως περιορισμό σε σπατάλες. Συνολική πρόταση για τα περαιτέρω κεφάλαια: Όλες οι μονάδες Σ.Η.Θ.Υ.Α. (Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης) πρέπει να εξαιρεθούν από το παρόν Σ.Ν. όπως και από το Νόμο 3468/2006. Οι μονάδες Σ.Η.Θ.Υ.Α. σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν ανανεώσιμη πηγή ενέργειας και συχνά αποτελούν ρυπογόνες εγκαταστάσεις (θερμοηλεκτρικές, φυσικό αέριο κ.λπ.) που μπορεί να εγκαθίστανται μέσα σε ευαίσθητα οικοσυστήματα. Οι Σ.Η.Θ.Υ.Α. πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο χωριστού νομοσχεδίου. Άρθρο 2. Να παραμείνει ως έχει το κριτήριο θ. στην Παράγραφο 1 του Άρθρου 3 του Ν. 3468/2006. Δηλαδή ότι η Ρ.Α.Ε. δίνει άδεια παραγωγής συνυπολογίζοντας το κριτήριο: «Της προστασίας του περιβάλλοντος, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ» και όχι το προτεινόμενο «Της συμμόρφωσης με τα κριτήρια του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Α.Π.Ε. (ΚΥΑ 49828/2008 ΦΕΚ 2464B’) όπως αυτό ισχύει κατά περίπτωση, τα οποία ελέγχονται από τη Ρ.Α.Ε. σύμφωνα με το πλαίσιο αυτό, προκειμένου να εξασφαλίζεται κατ’ αρχήν η προστασία του περιβάλλοντος.». Η προτεινόμενη αλλαγή ουσιαστικά ισοπεδώνει την κείμενη περιβαλλοντική νομοθεσία μπροστά την «κυριαρχία» του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Να παραμείνει ως έχει το Άρθρο 4 του Ν. 3468/2006. Η συγκεκριμένη αναφορά «…εφόσον η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από εγκαταστάσεις Α.Π.Ε. που χαρακτηρίζονται από την κείμενη νομοθεσία ως μη οχλούσας ή χαμηλής όχλησης δραστηριότητες» δεν ισχύει. Επομένως οποιαδήποτε ενδεχομένως απαραίτητη αλλαγή θα πρέπει να προταθεί χωρίς αυτή την αναφορά. Άρθρο 3. Να μην προστεθεί το προτεινόμενο εδάφιο στο τέλος του στοιχείου στ’ της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του Ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160Α’), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 3010/2002 (ΦΕΚ 91Α’). Η προτεινόμενη αλλαγή καταργεί την Προκαταρκτική Περιβαλλοντική Εκτίμηση (ΠΠΕ) για έργα εγκαταστάσεων ΑΠΕ. Εκτός από τους προφανείς περιβαλλοντικούς κινδύνους, η αλλαγή αυτή θα δυσκολέψει περισσότερο τους ίδιους τους επενδυτές, διότι μια ορθή ΠΠΕ από καταρτισμένο εκτιμητή μπορεί έγκαιρα να προτείνει ουσιαστικές και εύστοχες αλλαγές (π.χ. εξαίρεση μερικών ανεμογεννητριών από συγκεκριμένα σημεία) και να προφυλάξει τον επενδυτή από περιττές δαπάνες και καθυστερήσεις. Να παραμείνει ως έχει το Άρθρο 8 του Ν. 3468/2006 ή να καταργηθούν οι παρακάτω τροποποιήσεις: 4α. Η προθεσμία για να ζητηθούν συμπληρωματικοί όροι επί του φακέλου Ε.Π.Ο. είναι πολύ μικρή (20 μέρες) και δεν επιτρέπει την ενδελεχή εξέταση της κάθε περίπτωσης από το περιορισμένο προσωπικό των φορέων αδειοδότησης - ειδικά με δεδομένο τον προβλεπόμενο αριθμό αιτήσεων. Το διάστημα πρέπει να γίνει διπλάσιο (40 μέρες). Επίσης πρέπει να απορριφθεί η πρόταση «Η αναζήτηση συμπληρωματικών στοιχείων από την αρμόδια αρχή είναι δυνατή μία μόνον φορά». Πρόκειται για έκφραση εξ ορισμού απαράδεκτη επειδή υποδηλώνει δυσπιστία προς τους υπαλλήλους ότι θα θελήσουν να «μπλοκάρουν» τη διαδικασία. Επιπλέον δεν διασφαλίζεται ο υπάλληλος σε περίπτωση που ο μελετητής δεν ανταποκριθεί ικανοποιητικά στην υποβολή συμπληρωματικών στοιχείων. Εναλλακτικά μπορεί να οριστούν περισσότερες φορές (τουλάχιστον δύο). 4β. Να παραλειφθεί εντελώς η φράση «Οι κατά νόμο προβλεπόμενες γνωμοδοτήσεις, οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης των έργων Α.Π.Ε., περιορίζονται αποκλειστικά στα θέματα αρμοδιότητας κάθε γνωμοδοτoύντος φορέα….», η οποία, εφόσον στην ουσία της είναι αυτονόητη (ο καθένας γνωμοδοτεί στο πεδίο της αρμοδιότητάς του) ισοδυναμεί με συγκαλυμμένη αλλά ευθεία απειλή προς όποιον υπάλληλο εκφράσει «κάτι διαφορετικό». Περιπτώσεις πίεσης προς υπάλληλο με επίκληση αυτού του εδαφίου θα είναι αν αυτός επιχειρήσει να επικαλεσθεί Ευρωπαϊκή Νομοθεσία (π.χ. την Οδηγία Πλαίσιο για τα νερά) που για οποιοδήποτε λόγο δεν έχει ακόμη ενσωματωθεί στον τομέα του (και συνεπώς ο προϊστάμενος την αγνοεί) ή αν, ως γνώστης μιας περιοχής (π.χ. ένας ντόπιος δασικός), τυχαίνει να γνωρίζει σημαντικές λεπτομέρειες και για επιπλέον θέματα που ευθέως αφορούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του έργου αλλά όχι τα «θέματα αρμοδιότητάς του» του. 5α. Η γνωμοδότηση του Δασαρχείου πρέπει να ενσωματώνεται στην Ε.Π.Ο. Αυτό εξασφαλίζει την αντικειμενική εκτίμηση και αποτρέπει καθυστερήσεις από ασυμφωνία. Άρθρο 7. Δεν σχολιάζουμε καθόλου το Άρθρο 7 επειδή κρίνουμε ότι τα οποιαδήποτε οικονομικά κίνητρα δεν αποτελούν αντισταθμιστικά μέτρα για το περιβαλλοντικό κόστος. Τα αντισταθμιστικά πρέπει να αφορούν σε έργα προστασίας και σε έργα αποκατάστασης του χώρου μετά την απομάκρυνση των εγκαταστάσεων ΑΠΕ. Άρθρο 8. Να μην προστεθεί η Παράγραφος 1 στο Άρθρο 8 του Ν. 1650/1986. Αποτελεί άκομψη παρεμβολή στον κύριο Νόμο προστασίας της φύσης στην Ελλάδα βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τη βιοποικιλότητα. Εναλλακτικά, αν θεωρηθεί αναγκαίο, να συμπεριληφθεί μια σχετική παράγραφος, θα πρέπει να προστεθεί στο τέλος και οπωσδήποτε χωρίς τη φράση: «…κατά προτεραιότητα σε σχέση με τις τοπικές επιπτώσεις…». Να μην προστεθεί η νέα παράγραφος 6 στο Άρθρο 19 του Ν. 1650/1986. Οι περιοχές των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 18, στις οποίες επιτρέπεται η ανάπτυξη ΑΠΕ, δηλαδή Περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης (αν το προβλέπει η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη), Περιοχές προστασίας της φύσης, Εθνικά πάρκα, Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί, Προστατευόμενα τοπία και Στοιχεία του τοπίου και Περιοχές Οικοανάπτυξης, καθώς και τυχόν γειτονικές περιοχές στις οποίες μπορεί να χρειάζονται ορισμένα μέτρα προκειμένου να διατηρηθεί το προστατευτέο αντικείμενο εντός αυτών (παρ. 4), έχουν θεσπιστεί με συγκεκριμένο προστατευτέο αντικείμενο και κάθε έργο μέσα σε αυτές πρέπει να κρίνεται από τις επιπτώσεις που έχει πάνω στο προστατευτέο αντικείμενο και για κανέναν άλλο λόγο. Θεωρητικά, δηλαδή, πολλές δράσεις (ακόμη και οι ΑΠΕ φυσικά) επιτρέπονται μέσα σε αυτές αν δεν έχουν επιπτώσεις επί του προστατευτέου αντικειμένου, συνεπώς δεν χρειάζεται αυτή η προσθήκη – αντίθετα δημιουργεί υποψίες ότι γίνεται απλά και μόνο για να υποβαθμίσει ακόμη περισσότερο την αξία της βιοποικιλότητας. ή Εναλλακτικά, και ως υπέρτατη υποχώρηση από τις θέσεις μας, θα μπορούσε να γραφτεί ότι «…είναι δυνατή η εγκατάσταση σταθμών από ΑΠΕ στις περιοχές των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου18 , ως μέσο για την προστασία του κλίματος, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, εφόσον στην οικεία Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη έχει τεκμηριωθεί ανά τεχνολογία και μέγεθος σταθμών ΑΠΕ η μη αντιστρεπτή επίπτωσή τους στο προστατευτέο αντικείμενο. Όσες Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες δεν κάνουν μνεία για τη δυνατότητα εγκατάστασης ΑΠΕ, θα πρέπει το ταχύτερο να επικαιροποιηθούν σε αυτό το συγκεκριμένο σημείο». Τονίζεται, ότι όσον αφορά τις Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες (οι οποίες οδηγούν στις ΚΥΑ και στα Προεδρικά Διατάγματα) η πρόβλεψη της δυνατότητας ή μη εγκατάστασης ΑΠΕ μέσα σε μια προστατευόμενη περιοχή σχετίζεται με το αν ο μελετητής είχε ή όχι ανάλογες οδηγίες από την προκήρυξη της ΕΠΜ. Πρέπει, συνεπώς, σε κάθε νέα προκήρυξη ΕΠΜ να ζητείται και η διερεύνηση δυνατότητας εγκατάστασης ΑΠΕ ανά τεχνολογία και μέγεθος σταθμών, σε κάθε ζώνη. Ωστόσο, οι περισσότερες ΕΠΜ (από τις σχεδόν 100 που έχουν γίνει μέχρι σήμερα) έχουν ολοκληρωθεί εδώ και αρκετά χρόνια (οι πιο πολλές, και μάλιστα ιδίως εκείνες που αφορούν στις πιο σημαντικές περιοχές, ήδη από τη δεκαετία του ΄90), σε περιόδους όπου δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη για τα σημερινά δεδομένα της επέκτασης των ΑΠΕ. Ως εκ τούτου, δεν υπήρχε ειδική πρόβλεψη στην προκήρυξη ώστε να μελετηθεί αυτό το ενδεχόμενο. Συνεπώς, ο μόνος σωστός τρόπος να γνωρίζουμε αν μπορούν ή όχι να δημιουργούνται εγκαταστάσεις ΑΠΕ εντός των περιοχών για τις οποίες ήδη υπάρχει ΕΠΜ, είναι να προκηρυχθεί άμεσα ειδική συμπληρωματική μελέτη για τη διερεύνηση της δυνατότητας εγκατάστασης ΑΠΕ ανά τεχνολογία και μέγεθος σταθμών σε κάθε υπάρχουσα ζώνη. Η μελέτη αυτή θα μπορούσε να προκηρυχθεί ενιαία για όλες τις περιοχές με εγκεκριμένες ΕΠΜ ή ανά ομάδες (ανά γεωγραφική περιφέρεια, τύπο ενδιαιτημάτων, Αιολική προτεραιότητα κ.λπ.). Χωρίς κάτι τέτοιο κανείς δεν πρέπει αν δεχτεί ανάπτυξη ΑΠΕ μέσα σε προστατευόμενες περιοχές. Να μην προστεθεί το εδάφιο δ’ στην Παράγραφο 1 του Άρθρου 2 του Ν. 2742/1999. Είναι σε απόλυτη δυσαρμονία με τους υπόλοιπους τρεις γενικούς στόχους του Νόμου (προστασία περιβάλλοντος, ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη, κοινωνική-οικονομική συνοχή) οι οποίοι, άλλωστε, καλύπτουν και την «προστασία του κλίματος και την προώθηση της ενεργειακής αυτοδυναμίας της χώρας» (που αναφέρει το προτεινόμενο εδάφιο. Να μην προστεθεί το εδάφιο ιβ’ στην Παράγραφο 2 του Άρθρου 2 του Ν. 2742/1999. Άτοπη και ιδιαίτερα άκομψη προσθήκη που ουσιαστικά ακυρώνει τα προηγούμενα 11 εδάφια της συγκεκριμένης παραγράφου. Άρθρο 9. Να μείνει ως έχει το τέταρτο εδάφιο της Παραγράφου 1 στο Άρθρο 8 του Ν. 2742/1999. Όπως και στο προηγούμενο άρθρο, συνεχίζεται η προσπάθεια αποδυνάμωσης βασικών διατάξεων του Ν. 2742 όπως, στην προκειμένη περίπτωση, των Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Το εδάφιο α) της Παραγράφου 2 του Άρθρου 9 του ΣΝ να τροποποιηθεί ως εξής: «τις περιοχές των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 18 του Ν. 1650/1986 και στην οικεία Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη έχει τεκμηριωθεί ανά τεχνολογία και μέγεθος σταθμών ΑΠΕ η μη αντιστρεπτή επίπτωσή τους στο προστατευτέο αντικείμενο». Όπως αναπτύχθηκε και στο σχολιασμό για το προηγούμενο Άρθρο, αυτό προϋποθέτει την επικαιροποίηση όλων των υφιστάμενων ΕΠΜ για γνωμάτευση στο συγκεκριμένο ζήτημα. Αυτή είναι η μόνη έγκυρη θέση αν κανείς θέλει να βοηθήσει την ανάπτυξη των ΑΠΕ. ή (σε περίπτωση που δεν κριθεί δυνατή η επικαιροποίηση των ΕΠΜ), το εδάφιο μπορεί να γίνει: «τις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης και προστασίας της φύσης σύμφωνα με τα άρθρα 19 και 21 του Ν. 165/1986.». Δηλαδή, στις ζώνες αποκλεισμού προστίθενται ΚΑΙ οι Περιοχές Προστασίας της Φύσης, ανεξαρτήτως ΕΠΜ. Αντιθέτως, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, και θα μπορούσε να εξαιρεθεί, η αναφορά των υγροτόπων διεθνούς σημασίας. Πέραν του ότι σχεδόν κανείς δεν έχει ενδιαφέρον για εγκατάσταση ΑΠΕ, όλοι ανεξαιρέτως καλύπτονται από ζώνες σύμφωνα με το Ν. 1650/1986. Να μην προστεθεί η παράγραφος 3 στο άρθρο 9 του Ν. 2742/1999. Τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης και τα άλλα τοπικά ή περιφερειακά σχέδια (πολεοδομικά, ρυθμιστικά, χρήσεων γης κ.λπ.) αποτελούν, εξ’ ορισμού, τη βάση της περιφερειακής ανάπτυξης, προστασίας περιβάλλοντος και ποιότητας ζωής και – αν εφαρμοστούν σωστά – περιορίζουν δραστικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (π.χ. περιορισμοί στις μεταφορές, έλλειψη κυκλοφοριακού, περιορισμό στη χρήση Ι.Χ, χώροι πράσινου. κ.λπ.). Με την προτεινόμενη παράγραφο ουσιαστικά ακυρώνονται «μέχρι να εναρμονιστούν» με το ΕΧ για τις ΑΠΕ. Θα έπρεπε να ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή το ΕΧ να εναρμονιστεί με όσα σχέδια, έστω και θεωρητικά, έχουν δημιουργηθεί μέσα από την άσκηση περιφερειακής πολιτικής. Να μην καταργηθούν τα παρακάτω εδάφια του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ: - το εδάφιο ια’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6 (Κεφάλαιο Β) - το εδάφιο η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 14 (Κεφάλαιο Γ) - το εδάφιο στ’ της παραγράφου 2 του Άρθρου 17 (Κεφάλαιο Ε) Τα παραπάνω εδάφια αφορούν στην «Εξαίρεση περιοχών ή ζωνών που υπάγονται σήμερα σε ειδικό καθεστώς χρήσεων γης, βάσει του οποίου δεν επιτρέπεται η χωροθέτηση … αιολικών πάρκων ή/και Μ.ΥΗ.Ε. ή/και εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας». Αφού έχει προβλεφθεί λόγος να εξαιρεθούν κάποιες περιοχές από εγκατάσταση ΑΠΕ – και μάλιστα σε «ανύποπτη» στιγμή- αυτός θα πρέπει να είναι σοβαρός. Άρθρο 11. Ορίζεται ότι δημιουργείται «Αυτοτελής Ειδική Υπηρεσία Εξυπηρέτησης Επενδυτών για έργα Α.Π.Ε.» που αντικαθιστά την Επιτροπή για Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. του Ν. 3468/2006. Αποστολή της είναι «η παροχή πληροφοριών και η διεκπεραίωση υποθέσεων επενδυτών, οι οποίοι ενδιαφέρονται να πραγματοποιήσουν επενδύσεις που αφορούν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε.». Ανάμεσα στις αρμοδιότητές της είναι και (εδάφιο στ, παρ. 2 του Άρθρου 20 του παραπάνω Νόμου: «Η αναζήτηση λύσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση οιωνδήποτε διοικητικών δυσχερειών ή προβλημάτων που προκύπτουν κατά την αδειοδοτική ή άλλη συναφή διαδικασία που αφορά σε έργα Α.Π.Ε. και η διατύπωση σχετικών προτάσεων» Η Επιτροπή αυτή μπορεί μεν να βοηθήσει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες, όμως αναπόφευκτα θα είναι μια ομάδα πίεσης υπέρ των ΑΙΟΠΑ και ένας κλειστός κύκλος μονομερών ειδικών «στα υπέρ» των εγκαταστάσεων Α.Π.Ε. Βασική είναι η υποψία μας ότι λόγω της ισχύος που θα έχει θα μπορεί να ασκεί ασφυκτική πίεση σε υπαλλήλους που γνωμοδοτούν. Προτείνουμε: Ή να ματαιωθεί η δημιουργία της Αυτοτελούς Ειδικής Υπηρεσίας Εξυπηρέτησης Επενδυτών για έργα Α.Π.Ε (και, άρα, να μην αλλάξει το Άρθρο 20 του Ν. 3468/2006) ή Να συσταθεί μια ιδίας βαρύτητας Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Γνωμοδότησης για Επενδυτές για έργα ΑΠΕ, της οποίας αποστολή θα είναι να συμβουλεύει τους επενδυτές για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των προτεινόμενων έργων και να τους διασφαλίζει από άστοχες επενδύσεις και χρονοβόρες αντιδικίες. Άρθρο 12. Να μείνει ως έχει η παράγραφος 4 του Άρθρου 17 του Ν. 3468/2006. Μέχρι σήμερα «ανανεώσιμη πηγή ενέργειας» θεωρούνται τα υδροηλεκτρικά μέχρι 15 MW (το όριο ήταν 10 MW και αυξήθηκε σε 15). Με την προτεινόμενη τροποποίηση, ακόμη και μονάδες μέχρι 100 MW, δηλαδή κανονικά φράγματα (με τις γνωστές πολλαπλές περιβαλλοντικές επιπτώσεις) περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του Νόμου 3468/2006 (Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας).