Αρχική Δασικά ΟικοσυστήματαΆρθρο 1 – Γενικές διατάξειςΣχόλιο του χρήστη ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΚΑΤΟΣ ΗΛΙΑΣ ΜΠΟΥΣΗΣ | 26 Σεπτεμβρίου 2013, 09:31
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΣΧΟΛΙΑ* ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ: ΟΡΙΣΜΟΙ, ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ» * Το παρόν αποτελεί αποκλειστικά επιστημονική γνώμη των υπογραφόντων Δημήτρης Μαρκάτος, δικηγόρος, πολιτικός επιστήμονας Ηλίας Μπούσης, δασοπόνος Αθήνα, Σεπτέμβριος 2013 1. Αρθρο 1 παράγραφος 4 του νομοσχεδίου: Τροποποίηση άρθρου 3 ν. 998/79. 2. Δημόσιες γαίες: 3. Επιχειρείται να εισαχθεί νέα κατηγορία εδαφών, οι δημόσιες γαίες. Εννοούνται οι χορτολιβαδικές ή και απλώς χέρσες εκτάσεις χωρίς ή με αραιά (κάτω του 15%) δασική βλάστηση, που δεν μπορούν να θεωρηθούν δασικές. 4. Ο όρος «δημόσιες» είναι όρος, που δηλώνει καθαρά το ιδιοκτησιακό καθεστώς και είναι άσχετος με τον προσδιορισμό των φυσικών χαρακτηριστικών των εκτάσεων, που είναι και το αποκλειστικό αντικείμενο του νόμου (τίτλος: «προστασία δασικών οικοσυστημάτων» καί όχι χορτολιβαδικών καί χέρσων γαιών). 5. Το να ονομασθούν δημόσιες γαίες όλα τα χέρσα εδάφη, είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και ισοδυναμεί με δήμευση των ιδιωτικών εκτάσεων του είδους αυτού, που καλύπτουν μεγάλο μέρος της εκτός σχεδίου γης της χώρας και ανήκουν σε χιλιάδες πολίτες. 6. Διαφαίνεται πρόθεση επανόδου στον Οθωμανικό νόμο της 7 Ραμαζάν Μουσουλμανικού έτους Αιγείρας 1274, δηλ. καθ’ ημάς 1856, όπου τα εδάφη αποτελούσαν δημόσιες γαίες (μιριγέ), ανήκαν στο δημόσιο και επαραχωρούντο μόνο κατά χρήση στους πολίτες. Θεσμός ξένος προς την σύγχρονη δημοκρατία μας και σοβαρό αντικίνητρο ανάπτυξης. 7. Με δεδομένο, ότι η δασική γη πρέπει να προστατεύται, η αγροτική να χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων και η αστική για κατοικία, το μόνο, που απομένει για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα και ανάπτυξη, είναι τα χορτολιβαδικά ή χέρσα εδάφη, τα οποία, ορθώς, δεν προστατεύονται από το Σύνταγμα, (άρθρα 24 και 117) ως προς την χρήση τους, που επιτρέπεται να μεταβάλλεται και επιβάλλεται να παραμείνει ελεύθερη. 8. Αν ισχύσει τεκμήριο ιδιοκτησίας του δημοσίου και στα χορτολιβαδικά ή χέρσα εδάφη, τότε θα ανοιγούν αμέτρητοι δικαστικοί αγώνες μεταξύ δημοσίου και των ιδιοκτητών των εδαφών αυτών, που θα διαρκέσουν πολλές δεκαετίες, ώστε κυριολεκτικά θα παγώσει κάθε αναπτυξιακή δυνατότητα στην χώρα. 9. Αν το κράτος θέλει να δεσμεύσει τις δικές του (δημόσιες) χορτολιβαδικές ή χέρσες εκτάσεις είναι δικαίωμά του, δεν δικαιούται, όμως, να θίξει τις ιδιωτικές, ούτε υπάρχει συνταγματικό θεμέλιο για να το πράξει, για αυτό και παραμένουν ελεύθερες και από τις διατάξεις του ισχύοντος δασικού νόμου 998/79. 10. Διαφαίνεται, επίσης, διάθεση του κράτους, υπό το πρόσχημα της περιβαλλοντικής προστασίας, να θεωρήσει δημόσιες όλες τις χορτολιβαδικές και χέρσες εκτάσεις και να μπορεί να τις παραχωρεί το ίδιο σε ιδιώτες της επιλογής του. 11. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρεί το προτεινόμενο με το νομοσχέδιο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του τροποποιούμενου άρθρου 3 του ν.998/1979, όπου προτείνεται να μην υπάγονται στην κατηγορία αυτήν, (δημόσιες γαίες), τα δημόσια κτήματα, ως εάν τα δημόσια χορτολιβαδικά ή χέρσα κτήματα να μην χρειάζονταν προστασία, αν αυτή ήταν ο σκοπός. 12. Δηλαδή τα Δημόσια κτήματα ελεύθερα και τα ιδιωτικά κτήματα δεσμευμένα και δημόσια. 13. Είναι γνωστή πρακτική, να επιχειρείται αμιγώς ιδιοκτησιακής φύσεως ισχυροποίηση ή επέκταση των δικαιωμάτων του Δημοσίου εις βάρος των ιδιωτών με πρόσχημα την κήρυξη εδαφών ώς δήθεν φυσικώς προστατευτέων. 14. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι εκτάσεις Αιολικών Πάρκων χιλιάδων στρεμμάτων συμπεριλμβανομένων πολλών ιδιωτικών αγρών, που ονομάζονται δασικές και επομένως κατά τεκμήριο δημόσιες και παραχωρούνται από το Δημόσιο σε ιδιώτες επιχειρηματίες, ενώ οι αληθείς ιδιοκτήτες αγρότες μένουν, να τρέχουν για δεκαετίες στα δικαστήρια, για να αποδείξουν την κυριότητά τους και να ξαναπάρουν τα χωράφια τους. 15. Οι προθέσεις του Δημοσίου σε σχέση με τα χορτολιβαδικά και χέρσα εδάφη αποδεικνύονται καί από την πρόταση του νομοσχεδίου, να τροποποιηθεί και το άρθρο 10 του ν. 3208/2003: Προτείνεται στα χορτολιβαδικά καί χερσα, («δημόσιες γαίες» των παρ. 5α και 5β του άρθρου 3 του ν.998/1979), το Δημόσιο να διεκδικεί δικαιώματα, ακόμη και αν εμπίπτουν στις περιπτώσεις του εν λόγω άρθρου, όπου αποδεικνύται πλήρως, ότι πρόκειται για ιδωτικές εκτάσεις. 16. Δεν θα πρέπει να λησμονείται, ότι το Δημόσιο ενδιαφέρεται να σχηματίσει τράπεζα γής, προκειμένου, όπως ανακοινώνει τελευταία, να την παραχωρήσει στούς διαφόρους οικοδομικούς συνεταιρισμούς σε αντάλλαγμα των δασικών τους εκτάσεων στο πλαίσιο της πολιτικής του επίλυσης των προβλημάτων τους. Τα χορτολιβαδικά ή χέρσα εδάφη παρουσιάζονται ως λίαν ελκυστικά προς τούτο, ασχέτως αν ανήκουν ήδη σε άλλους ιδιώτες ιδιοκτήτες, απο τους οποίους θα αφαιρεθούν, βαπτιζόμενα «δημόσιες γαίες», κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαικής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που προστατεύουν την ιδιοκτησία. 17. Θα πρέπει, επομένως, να αποδειχθεί εμπράκτως από την Κυβέρνηση με τις κατάλληλες αλλαγές στο νομοσχέδιο, ότι αυτό αφορά πράγματι τα δασικά οικοσυστήματα καί δεν αποτελεί ψευδώνυμο δούρειο ίππο γιά την δέσμευση, δήμευση καί υφαρπαγή άλλου είδους εδαφών, ασχέτων με το αντικείμενό του. 18. ΠΡΟΤΑΣΗ: 19. Ο όρος «δημόσιες γαίες» πρέπει να απαλειφθεί οπωσδήποτε. Θα πρέπει να επιλεγεί ονομασία σχετική με την φυσική μορφή και μόνο, άσχετη με το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Προτείνεται η ονομασία “χορτολιβαδικές ή χέρσες εκτάσεις”. 20. Από αυτές οι ιδιωτικές θα πρέπει να παραμείνουν οπωσδήποτε ελεύθερες στην διάθεση των ιδιοκτητών τους για κάθε χρήση, που επιτρέπεται από τις κείμενες διατάξεις στις εκτός σχεδίου πόλεως περιοχές χωρίς κανένα δικαίωμα του κράτους για επέμβαση επ αυτών και χωρίς να ισχύει επί των χορτολιβαδικών ή χέρσων εκτάσεων το τεκμήριο κυριότητας υπέρ του δημοσίου, που ισχύει για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις. 21. Αν το κράτος επιθυμεί, να δεσμεύσει τις δικές του χορτολιβαδικές ή χέρσες εκτάσεις, ας προβλεφθεί στο νομοσχέδιο ο,τιδήποτε για τις δημόσιες εκτάσεις της κατηγορίας αυτής. 22. Επίσης: 23. Να παραμείνει ως έχει και να μή τροποιηθεί το πρώτο εδάφιο του άρθρο 10 του ν. 3208/2003 και να μή συμπεριληφθούν στην εν λόγω διάταξη οι χορτολιβαδικές ή χέρσες εκτάσεις. 24. Αρθρο 8 νομοσχεδίου: Τροποποίηση άρθρου 67 του ν. 998/79. 25. Αγροί που άλλαξαν μορφή. 26. Εξαιρετικά επιτυχής η επιλογή του νομοσχεδίου, να αποδίδονται στους ιδιοκτήτες τους ως αγροί οι εκτάσεις, που αποδεδειγμένα ήταν αγροί από παλαιά και απέκτησαν στη συνέχεια αυτοφυή βλάστηση, όχι όμως και εκείνοι, που απέκτησαν τόση βλάστηση, ώστε κατέστησαν δάση και όχι απλώς δασικές εκτάσεις. 27. Πρόκειται για ορθή στάθμιση μεταξύ της ανάγκης για διατήρηση και προστασία της πολύτιμης παραγωγικής αγροτικής γης και της ανάγκης για προστασία της φυσικής βλάστησης. 28. Το Σύνταγμα επιτρέπει την αλλαγή χρήσης των δασών και των δασικών εκτάσεων, αν προέχουν οι ανάγκες του δημοσίου συμφέροντος. Εν προκειμένω, αφού δεν πρόκειται για εξ αρχής δάση αλλά για αγρούς, που έτυχε και ανέπτυξαν βλάστηση, ορθώς αποδίδονται ελεύθεροι χάριν της διατήρησης και προστασίας της αγροτικής οικονομίας, σημαντικότατης για την ανταγωνιστικότητα αλλά και την επιβίωση της χώρας μας. Ορθώς επίσης κρίνεται, ότι η απελευθέρωση αυτή δεν πρέπει να φθάνει μέχρι το σημείο, να επιτρέπεται η καταστροφή πραγματικών δασών, που μπόρεσαν και αναπτύχθηκαν σε παλαιούς αγρούς. 29. ΟΜΩΣ: Εκείνο, που είναι απαράδεκτο, υποκριτικό, άδικο και, κυρίως, άσχετο με την προστασία των δασων, που σκοπεί το νομοσχέδιο, είναι να κατηγοριοποιείται η προστασία ή μη των εδαφών ανάλογα με τη μορφή των ιδιοκτησιακών τίτλων, που τυχαίνει, να υπάρχουν ή να μην υπάρχουν, να σώζονται ή να μην σώζονται για κάθε ακίνητο. 30. Η προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων είναι θέμα άσχετο με την ιδιοκτησιακή τους κατάσταση. 31. Επομένως, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα, ένας παλαιός αγρός, που ανέπτυξε αυτοφυή βλάστηση, να προστατεύεται περισσότερο ή λιγώτερο, ανάλογα με το αν έχει συμβόλαιο προ του 1945, προ του 1975 ή οποτεδήποτε άλλοτε. 32. Ολόκληρα υποθηκοφυλακεία έχουν καταστραφεί στην κατοχή, (Κάντανος, Κορωπί, Καλάβρυτα). Γιατί θα πρέπει οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, που ήδη υπέστησαν την συμφορά του φασιστικού ολοκαυτώματος, να στερηθούν τώρα και τους αγρούς τους, απλώς και μόνον επειδή χάθηκαν χωρίς υπαιτιότητά τους οι παλαιοί ιδιοκτησιακοί τίτλοι τους; 33. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει δυστυχώς ακόμα κτηματολόγιο και για αυτό δεν φταίνε ασφαλώς οι πολίτες. Η χρησικτησία αποτελεί για αιώνες και ακόμη σήμερα νόμιμο τρόπο απόκτησης κυριότητας, που θεσπίσθηκε και ευλογήθηκε από το ίδιο το κράτος. Εφαρμόσθηκε ευρύτατα από τον λαό και ιδίως από τα φτωχά κοινωνικά στρώματα, των οποίων, εν τούτοις, τα χωράφια δεν ήταν λιγώτερο αληθινά, από όσα είχαν συμβόλαιο, ούτε αμφισβητήθηκαν ποτέ από τις τοπικές κοινωνίες. 34. Το κράτος δεν έχει τίποτε, να φοβηθεί, διότι ως γνωστών η χρησικτησία ιδιωτών δεν ισχύει εναντίον του ήδη από το 1915. 35. Δεν υπάρχει, επομένως, κανένας λόγος να στερηθούν, χάριν δήθεν της προστασίας των δασών, τα χωράφια τους, όσοι τυχαίνει να μην έχουν παλαιό τίτλο, και να διατηρήσουν τα όμοια δικά τους, επι ζημία του περιβάλλοντος, όσοι, ιδίως οι ευπορώτεροι ή, έστω, οι τυχερώτεροι, τυχαίνει να έχουν παλαιούς τίτλους. 36. Ούτε, άλλωστε, υπάρχει λόγος όσοι έχουν νεώτερους τίτλους, να μην μπορούν να κτίσουν και να επιτρέπεται απλώς να καλλιεργούν, αφού και στις δύο περιπτώσεις αλλάζει ούτως ή άλλως η χρήση της έκτασης. 37. ΠΡΟΤΑΣΗ: 38. Η αντιμετώπιση των εκτάσεων, που αποδεδειγμένα ήταν παλαιότερα, (μέχρι το 1945 ή και το 1960), αγροί και άλλαξαν μορφή, αναπτύσσοντας δασική βλάστηση, θα πρέπει να απεμπλακεί τελείως από το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς και από το αν υπάρχουν για αυτούς οποιοιδήποτε τίτλοι ιδιοκτησίας, και: 39. (α)εφόσον έχουν γίνει απλά δασικές εκτάσεις και όχι δάση, να αποδίδονται ως ελεύθερες αγροτικές εκτάσεις στους ιδιοκτήτες τους και 40. (β)εφόσον έχουν δημιουργηθεί επάνω σε αυτούς πραγματικά δάση, να προστατεύονται ως δάση σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. 41. Αρθρο 3 νομοσχεδίου: Τροποποίηση άρθρου 14 του ν. 998/79. 42. (α)Πράξεις χαρακτηρισμού επί αναδασωτέων εκτάσεων, (παρ. 9 του προτεινόμενου άρθρου 14). 43. Με το νομοσχέδιο επιχειρείται, να απαγορεύεται στον Δασάρχη, να προβαίνει σε χαρακτηρισμό ως δασικών η μή εκτάσεων, που έχουν κηρυχθεί αναδασωτέες λόγω καταστροφής ή πυρκαιάς, με το σκεπτικό, ότι γιά να κηρυχθούν αναδασωτέες, έχει ήδη αποδειχθεί, ότι ήταν προηγουμένως δασικές, (αναδασωτέες κηρύσσονται μόνον οι κατεστραμμένες δασικές εκτάσεις ή δάση καί όχι βέβαια οι ΄μή δασικές εκτάσεις, όπως οι αγροί). 44. Πρόκειται γιά μία θέση, που έχει διατυπώσει το Συμβούλιο της Επικρατείας, (απόφαση 838/2002), που, όμως έχει επικριθεί τεκμηριωμένα ως νομικά εσφαλμένη και, κυρίως, επειδή δημιουργεί τρομακτικά αδιέξοδα και αδικίες στους πολίτες. 45. Μετά από κάθε πυρκαιά η δασική Υπηρεσία υποχρεούται κατά το Σύνταγμα και τον νόμο, να κηρύξει την καμμένη έκταση αναδασωτέα, εξαιρώντας βέβαια τα τμηματά της, που πρίν την φωτιά ήταν αγροί. 46. Επειδή με ευθύνη του κράτους δεν υπάρχει ακόμη στην χώρα μας Δασικό Κτηματολόγιο, και επειδή είναι αδύνατο στον Δασάρχη, να ελέγξει τα χιλιάδες καμμένα στρέμματα μέσα σε τρεις μήνες μετά από την πυρκαγιά, στην πράξη παρατηρείται το φαινόμενο, να κηρύσσονται αναδασωτέες και να δεσμεύονται για πάντα ολόκληρες οι τεράστιες καμμένες εκτάσεις, δηλαδή και όλοι οι αγροί που περιλαμβάνονται μέσα σε αυτές. 47. Για να μπορέσει ο αγρότης, να ξαναπάρει το χωράφι του, να ζητήσει, δηλαδή, μερική άρση της αναδάσωσης, πρέπει να αποδείξει, ότι πρίν από τη φωτιά αυτό δεν ήταν δάσος ή δασική έκταση. 48. Αυτό, όμως αποδεικνύεται μόνο με πράξη χαρακτηρισμού, που εκδίδει ο Δασάρχης, κατόπιν έρευνας, την οποία πράξη ο ενδιαφερόμενος μπορεί, αν την θεωρεί εσφαλμένη, να την προσβάλει με αντιρρήσεις στις αρμόδιες Επιτροπές Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων, που προβλέπει ο νόμος, όπου συμμετέχει και Δικαστής. 49. Εφόσον με το νομοσχέδιο απαγορεύεται στον Δασάρχη, να εκδώσει πράξη χαρακτηρισμού για αναδασωτέα έκταση, ο αγρότης δεν μπορεί ποτέ να αποδείξει, ότι η γή του ήταν χωράφι καί όχι δασική έκταση και ότι από λάθος κηρύχθηκε αναδασωτέα καί την χάνει γιά πάντα, παθαίνοντας περισσότερο κακό από την αναδάσωση, παρά από την φωτιά. 50. ΠΡΟΤΑΣΗ: 51. Ασφαλώς και επιβάλλεται οι καμμένες εκτάσεις να κηρύσσονται αμέσως μετά την καταστροφή τους αναδασωτέες. Θα πρέπει, όμως, να επιτρέπεται καί να υποχρεούται ο Δασάρχης στο πλαίσιο των καθηκόντων του, να εκδίδει πράξη χαρακτηρισμού γιά εδάφη περιλαμβανόμενα στην αναδασωτέα έκταση, χαρακτηρίζοντάς την δασική και προστατευόμενη μέν, λόγω της υπάρχουσας αναδάσωσης, αναφέροντας, όμως, επίσης και χαρακτηρισμό γιά την πραγματική μορφή της πριν από την πυρκαιά. 52. Ετσι θα μπορεί ο πολίτης, να χρησιμοποιήσει την πράξη του Δασάρχη, (ή την επ’ αυτής σχετική απόφαση της αρμόδιας Επιτροπής, αν τυχόν προσφύγει σε αυτήν), γιά να αποδείξει, ότι επρόκειτο για αγρό, (αν αυτό έχει αποδειχθεί από την τελεσίδικη διαδικασία χαρακτηρισμού), και να ζητήσει την μερική άρση της αναδάσωσης, ώστε να ξαναπάρει το χωράφι του και να αποκατασταθεί, έστω καί έπειτα από πολύν καιρό, η αδικία. 53. β)Δικαίωμα του Δασάρχη να ανακαλεί την πράξη χαρακτηρισμού έκτασης ως μή δασικής εντός πενταετίας λόγω πλάνης περί τα πράγματα.(παρ. 7 και 8 του προτεινόμενου νέου άρθρου 14 του ν. 998/1979). 54. Οι γενικές διάτάξεις του Διοικητικού Δικαίου επιτρέπουν ούτως ή άλλως την ανάκληση μιάς Διοικητικής πράξης, όπως είναι η πράξη χαρακτηρισμού του Δασάρχη, αν διαπιστωθεί, ότι αποτελεί προιόν σφάλματος ή παράνομης πράξης, (απάτη, δωροδοκία κλπ). 55. Είναι άχρηστο και επικίνδυνο, το να αναφέρεται στον νόμο, όπως προτείνει το νομοσχέδιο, ότι ο Δασάρχης δύναται, να ανακαλέσει την πράξη εντός πενταετίας καί μάλιστα να μή μπορεί να εκδοθεί νέα πράξη γιά 15 έτη, διότι: 56. Αφενός είναι αδύνατον να πεισθεί οποιοσδήποτε, να επενδύσει σέ μία έκταση, όταν χρειάζεται όχι μόνον μακρά (έως και πολυετής) διαδικασία, γιά να χαρακτηρισθεί αυτή τελεσίδικα ως μή δασική, αλλά και να περιμένει ακόμη πέντε έτη, ώστε να είναι βέβαιος, (πού ούτως ή άλλως δεν είναι), ότι ο χαρακτηρισμός δεν θα ανακληθεί και 57. Αφετέρου, δίδεται κίνητρο στους δασικούς Υπαλλήλους ή τρίτους, να εκβιάζουν όσους έχουν κτίσει σε έκταση χαρακτηρισθείσα μή δασική, απειλώντας με ανάκληση της πράξης χαρακτηρισμού εντός της πενταετίας. 58. Αλλωστε, είναι απαράδεκτο, να προβλέπεται η ανάκληση μόνο της πράξης, που χαρακτηρίζει έκταση ως μή δασική καί όχι κάθε πράξης χαρακτηρισμού, αφού καί οι πράξεις, που χαρακτηρίζουν έκταση ως δασική, μπορεί κάλλιστα να εμπεριέχουν πλάνη περί τα πράγματα. 59. ΠΡΟΤΑΣΗ: 60. Να απαλειφθούν τελείως ως ανωφελείς και επικίνδυνες οι διατάξεις του νομοσχεδίου περί ανάκλησης της πράξης χαρακτηρισμού εντος πενταετίας λόγω πλάνης περί τα πράγματα καί απαγόρευσης έκδοσης νέας γιά 15 έτη. 61. (γ)Εξάμηνη «ανατρεπτική» προθεσμία για έκδοση απόφασης από τις Επιτροπές Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων. Τεκμηριο σιωπηρής απόρριψης αντιρρήσεων, (παρ. 3 του προτεινόμενου άρθρου 14). 62. Προφανώς επειδή οι Επιτροπές αργούν να αποφασίσουν, το νομοσχέδιο προτείνει, να τους τεθεί προθεσμία έξι μηνών και αν δεν δεν αποφασίζουν εντός αυτής, να τεκμαίρεται σιωπηρή εκ μέρους των απόρριψη των αντιρρήσεων. 63. Πρόκειται για διάταξη ολέθρια, που όχι απλώς δεν λύνει το πρόβλημα αλλά το πολλαπλασιάζει, διότι: 64. – Παρέχει κίνητρο στην Επιτροπή, να αδιαφορεί και να αδρανεί, απορρίπτοντας, υποτίθεται, συλλήβδην τις αντιρρήσεις, χωρίς φόβο ευθύνης των μελών της, (αφού δεν χρειάζεται να τεκμηριώσουν την υποτιθέμενη απορριπτική απόφασή τους με οποιοδήποτε γραπτό κείμενο). Κυριολεκτικά πρόκειται για διαβατήριο αρνησιδικίας. 65. – Μετά την υποτιθέμενη σιωπηρή απόρριψη των αντιρρήσεών του, δεν απομένει στον πολίτη, παρά να καταφύγει στα διοικητικά Δικαστήρια. Και αν, όμως, δικαιωθεί εκεί, έπειτα από τα πολλά χρόνια, που απαιτεί η διοικητική δίκη, και ακυρωθεί η σιωπηρή απόρριψη, το διοικητικό Δικαστήριο δεν δικαιούται, να δικάσει την υπόθεση στην ουσία της, αλλά υποχρεούται, να την αναπέμψει στην Επιτροπή, για να επαναποφασίσει ορθά. 66. Δηλαδή, θα έχουμε χάσει τουλάχιστον πέντε – έξι χρόνια, για να καταλήξουμε πάλι στην αρχή της διαδικασίας. Όπου, μάλιστα, η Επιτροπή δικαιούται και πάλι να σιωπήσει και ούτω καθ’ εξής! 67. Η επιτάχυνση και, κυρίως, ο σκοπός της διαδικασίας των Επιτροπών δεν επιτυγχάνεται ούτε με τον βιασμό, ούτε με την αδρανοποίηση των δικαζόντων. Είναι χίλιες φορές προτιμότερο, να αργήσει μια απόφαση και να είναι ορθή και υποχρεωτικά και εγγράφως τεκμηριωμένη, παρά να υπάρχει αρνησιδικία και διαρκώς διατηρούμενη και μηδέποτε επιλυόμενη εκκρεμότητα. 68. ΠΡΟΤΑΣΗ: 69. Θα πρέπει οπωσδήποτε να απαλειφθούν από το νομοσχέδιο η εξάμηνη προθεσμία έκδοσης απόφασης των Επιτροπών και το τεκμήριο σιωπηρής απόρριψης των αντιρρήσεων, ως επικίνδυνα και καταστροφικά και να προβλεφθεί ρητή υποχρέωση της Επιτροπής, να εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση, χωρίς αναφορά οποιασδήποτε προς τούτο προθεσμίας. 70. Αρθρο 2 παρ. 2 νομοσχεδίου: Τροποποίηση του άρθρου 10 του ν. 998/79. 71. Κατάργηση δευτεροβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων. 72. Κάθε ανθρώπινη κρίση εγγυμονεί κινδύνους σφάλματος. Για τον λόγο αυτόν και για την προστασία των πολιτών η νομοθεσία προβλέπει και δεύτερο βαθμό διαιοδοσίας με ανώτερους και εμπειρότερους δικάζοντες, (Εφετείο για τα Δικαστήρια, Δευτεροβάθμια Επιτροπή για την Επίλυση Δασικών Αμφισβητήσεων). 73. Η κατάργηση του δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας συνεπάγεται βέβαια συντόμευση της διαδικασίας αλλά και λιγώτερη δικαιοσύνη και μεγαλύτερο κίνδυνο λάθους λειτουργώντας ασφαλώς εις βάρος των αδικουμένων διαδίκων. 74. Αξίζει, να σκεφτεί κανείς τον διάδικο, (πολίτη ή και το Δημόσιο!), που βρίσκεται ενώπιον καταφανώς εσφαλμένης απόφασης της πρωτοβάθμιας Επιτροπής και δεν έχει, που αλλού να προσφύγει, (εκτός από την πολυετή και δαπανηρή διαδικασία των ήδη υπερφορτωμένων διοικητικών Δικαστηρίων, που, όπως προεκτέθηκε δεν κρίνουν την ουσία, αλλά, αν ακυρώσουν την απόφαση, αναπέμπουν στην Επιτροπή). 75. ΠΡΟΤΑΣΗ: 76. Θα πρέπει το άρθρο 10 του ν. 998/1979 να παραμείνει ως έχει και να μην καταργηθούν οι Δευτεροβάθμιες Επιτροπές Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων.