Αρχική Βοσκήσιμες γαίες ΕλλαδαςΆρθρο 03: Διαχειριστικά σχέδια βόσκησηςΣχόλιο του χρήστη WWF Ελλάς | 10 Ιουνίου 2015, 11:12
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Το διαχειριστικό σχέδιο βόσκησης ρυθμίζει όρους χρήσης «των εν λόγω εκτάσεων για βόσκηση, σύμφωνα με τις υφιστάμενες και τις προκύπτουσες, συμβατές με τη βοσκή, παράλληλες χρήσεις καθώς και τη βοσκοϊκανότητα της κάθε περιοχής», και θα πρέπει να διασφαλίζει την «αειφόρο διαχείριση των βοσκήσιμων γαιών προς εξυπηρέτηση της σκοπούσας χρήσης, χωρίς να παρεμποδίζεται η χρήση της βοσκής» (άρθρο 3, παράγραφος 2). Εγείρονται ερωτήματα για τα σημεία που ακολουθούν. (α) Καθώς τα διαχειριστικά σχέδια θα πρέπει να διασφαλίζουν «τη …διαχείριση των βοσκήσιμων γαιών προς εξυπηρέτηση» της βοσκής, θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη η σύγκρουση με άλλα σχέδια διαχείρισης (είτε προϋφιστάμενα, είτε μελλοντικά) των ίδιων εδαφών (δασικής διαχείρισης, προστατευόμενων περιοχών, διαχείρισης λεκανών απορροής, νιτρορρύπανσης κοκ.). Στόχοι διατήρησης, είτε των δασών και δασικών εκτάσεων γενικά, είτε προστατευόμενων περιοχών, δεν έχουν ληφθεί υπόψη: έτσι, η διατύπωση αφήνει να εννοηθεί ότι η διαχείριση δασών ή άλλων οικότοπων πρέπει να γίνεται προς εξυπηρέτηση της βόσκησης, και όχι αντιστρόφως. (β) Σύμφωνα με την 1η παράγραφο, η «προστασία και διαχείριση» των εκτάσεων που προστατεύονται από την δασική νομοθεσία «διέπεται… από τις κείμενες διατάξεις». Η διάταξη δεν επιλύει τα προβλήματα. Παραγνωρίζεται δυστυχώς ότι το παρόν νομοσχέδιο, όταν υπερψηφιστεί, θα αποτελεί μέρος των «κείμενων» διατάξεων: μάλιστα, για να μην υπάρξει καμία αμφιβολία, το άρθρο 17 παρ. 3 ορίζει ότι «η προστασία και διαχείριση βοσκήσιμων γαιών…» (άρα και ορισμένων τουλάχιστον δασών και δασικών εκτάσεων) «γίνεται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και τις διατάξεις του παρόντος νόμου». Δυστυχώς, ο αποχαρακτηρισμός των δασών και δασικών εκτάσεων μπορεί να γίνεται ρητά (όπως στον παλαιότερο ν. 1734/1987) ή έμμεσα (όπως στο παρόν νομοσχέδιο): άλλωστε, η σχολιαζόμενη διάταξη είναι παρόμοια με την αντίστοιχη του ν. 1734/1987 (πρβλ. άρθρο 6 παρ. 1 ν. 1734/1987). Είναι χαρακτηριστικό ότι η «παρακολούθηση και εφαρμογή» των (οριστικών ή προσωρινών) διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης που θα καλύπτουν δάση και δασικές εκτάσεις ανατίθεται σε ένα ιδιότυπο όργανο (άρθρο 9), και όχι στις δασικές υπηρεσίες (πρβλ. άρθρο 5 παρ. 1 ν. 998/1979, για τις αρμοδιότητες των δασικών υπηρεσιών). (γ) Σύμφωνα με την διάταξη, τα διαχειριστικά σχέδια δεν εξετάζουν «μη συμβατές» (με τη βοσκή) παράλληλες χρήσεις. Φαίνεται, επίσης, ότι το νομοσχέδιο απαγορεύει επεμβάσεις που «παρεμποδίζουν» την βοσκή (πρβλ. άρθρο 8 παρ. 3, σύμφωνα με το οποίο «απαγορεύεται κάθε άλλη επέμβαση επ’ αυτών, εκτός των επεμβάσεων που προβλέπονται από τη δασική νομοθεσία και δεν παρεμποδίζουν τη χρήση της βόσκησης» σε δάση/δασικές εκτάσεις που είναι συγχρόνως βοσκήσιμες γαίες). Φυσικά, οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν άλλες νόμιμες, συμβατές ή μη, υφιστάμενες ή μη, παράλληλες χρήσεις ή επεμβάσεις: άλλωστε, δεν καταργούνται ή τροποποιούνται οι σχετικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας (π.χ., κεφάλαιο ΣΤ’ του ν. 998/1979 όπως προσφάτως τροποποιήθηκε, εντείνοντας τις επιτρεπτές επεμβάσεις). Έτσι, τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης θα επιβαρύνουν τα δασικά οικοσυστήματα, τα οποία θα πρέπει συνολικά να υποδεχθούν και την βοσκή, μαζί με όλες τις άλλες χρήσεις/επεμβάσεις. Εάν θεωρηθούν συνολικά οι πρόσφατες τροποποιήσεις της δασικής νομοθεσίας, είναι αμφίβολη η διατήρηση του ιδιαίτερου καθεστώτος προστασίας των δασών και δασικών εκτάσεων. Άλλωστε, η ίδια η σχολιαζόμενη διάταξη αναφέρεται σε «αειφόρο διαχείριση» των βοσκήσιμων γαιών, και όχι των δασών/δασικών εκτάσεων. Σε κάθε περίπτωση, η διάταξη έχει σοβαρά ερμηνευτικά προβλήματα (π.χ., ο καθορισμός των επεμβάσεων που παρεμποδίζουν την βόσκηση), που αναπόφευκτα θα πρέπει να επιλυθούν δικαστικά. (δ) Μολονότι η βοσκή ασκείται «επί τη βάσει» (προσωρινού ή οριστικού) διαχειριστικού σχεδίου, είναι σαφές ότι η παράλειψη κατάρτισης των προσωρινών (πρβλ. άρθρο 17 παρ. 1, εδ. α’) και των οριστικών (πρβλ. άρθρο 4 – και σχετική παρατήρηση στην αιτιολογική έκθεση) διαχειριστικών σχεδίων δεν έχει συνέπεια την απαγόρευσή της: αυτό δεν καθορίζεται ρητά ούτε στο νομοσχέδιο, ούτε σε άλλες διατάξεις. Με δεδομένη την κατάργηση των υφιστάμενων διατάξεων «από την έναρξη ισχύος» του νόμου (άρθρο 18 παρ. 1), η άμεση συνέπεια θα είναι η απελευθέρωση της βόσκησης (με την επιφύλαξη τα πρόσφατης κ.υ.α. για την κατανομή βοσκοτόπων ανά περιφερειακή ενότητα, βλ. αμέσως παρακάτω), ενώ τα διαχειριστικά σχέδια θα εκκρεμούν. Ταυτόχρονα, η διάταξη για τα ανεπιτήρητα ζώα δεν φαίνεται να έχει συνυπολογιστεί (άρθρο 17 ν. 4056/2012), ενώ παραχωρείται νέα παράταση για την «τακτοποίηση» των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων που δεν έχουν άδεια εγκατάστασης (άρθρο 12), και μάλιστα ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, ή το καθεστώς ή ευαισθησία της περιοχής που βρίσκονται. Όταν (και εφόσον) τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης θεσπιστούν, η αποτελεσματικότητά τους θα είναι στην πράξη αμφίβολη. (ε) Οι νομικές διαφορές ανάμεσα στα προσωρινά και οριστικά διαχειριστικά σχέδια βόσκησης είναι ελάχιστες (πρβλ. άρθρο 17 παρ. 1 εδ. γ’), ενώ προσώρας προδιαγραφές για τα οριστικά δεν υπάρχουν (για τα προσωρινά, πρβλ. ΦΕΚ Β’ 3557/2014). Είναι αμφίβολο αν μέσα σε 3 μήνες μπορεί να μελετηθεί σοβαρά η βοσκοϊκανότητα μας περιοχής. (στ) Οι παραπάνω παρατηρήσεις μπορούν να συνοψιστούν ως εξής: το νομοσχέδιο δεν βασίζεται σε καμία εκτίμηση των επιπτώσεων της βοσκής είτε στα δασικά οικοσυστήματα, είτε σε άλλα ευαίσθητα στοιχεία του περιβάλλοντος. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν καταργείται η διάταξη για το δικαίωμα βόσκησης σε ερημονησίδες (31 παρ. 7 ν. 4260/1962, που προσέθεσε την παρ. 7 του άρθρου 5 του π.δ. της 24.9/28.10.1955). Η εκτίμηση αυτή δεν έχει γίνει ούτε τοπικά, ούτε συνολικά ανά περιφερειακή ενότητα (για τις περιφερειακές ενότητες, και των καθορισμό της βοσκοϊκανότητας σε αυτές με συνολικό τρόπο, και χωρίς εκτίμηση επιπτώσεων, βλ. άρθρα 4 επ. της ήδη θεσπισμένης κοινής υπουργικής απόφασης 873/55993/2015, ΦΕΚ Β’ 942). Θα θέλαμε να τονίσουμε για ακόμα μία φορά, ότι η βόσκηση εντός δασών και δασικών εκτάσεων συμβάλει θετικά στην προστασία τους, αλλά και στη διατήρηση ειδών ή ενδιαιτημάτων, αρκεί να γίνεται με ορθολογικό τρόπο και οργανωμένα κατά χώρο και χρόνο.