Αρχική Χαρακτηρισμός των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών των «GR2330005, «GR2330008 και «GR2550005…Άρθρο 07 – Γενικές ΔιατάξειςΣχόλιο του χρήστη ΑΡΧΕΛΩΝ, MEDASSET, WWF Ελλάς | 11 Μαρτίου 2016, 19:40
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Άρθρο 7, παράγραφος 3 – γενικές διατάξεις 1. Στην περίπτωση α προβλέπεται «η κίνηση τροχοφόρων σε όλους τους υφιστάμενους δρόμους». Δεδομένης της ύπαρξης παράνομων δρόμων στην προστατευτέα περιοχή, η συγκεκριμένη διάταξη θα πρέπει να αναθεωρηθεί και να λάβει υπόψη της τα εξής: 1) τις διατάξεις του άρθ. 14 παρ. 4 Ν. 3937/2011, 2) την Έκθεση Μικτού Κλιμακίου Ελέγχου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης με αντικείμενο την διενέργεια ελέγχου νομιμότητας πράξεων και ενεργειών που σχετίζονται με υπόθεση διάνοιξης δρόμων και οικοδόμησης σε Τόπο Κοινοτικής Σημασίας (Δεκέμβριος 2013), 3) τα πορίσματα των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, 4) την υπ’ αριθμ. 174 Σύσταση της Διεθνούς Σύμβασης της Βέρνης (Δεκέμβριος 2014), 5) Το υπ’ αριθμ. 32/2015 Πρακτικό Επεξεργασίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. σκέψη 16, σελ. 38, περίπτωση γ) και 6) τις από 18/02/2016 κατατεθειμένες στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προτάσεις της Γενικής Εισαγγελέως (σκέψεις 67 έως 84). Στο σημείο αυτό αξίζει να τονιστεί πως η έλλειψη ειδικού παραρτήματος στην ΕΠΜ με το οδικό δίκτυο της προστατευτέας περιοχής και η παράλειψη καθορισμού μέσω του σχεδίου Π.Δ. των σημείων που οι λουόμενοι θα έχουν πρόσβαση στην ακτή, ώστε να υπάρχει σαφήνεια και να δημιουργηθούν στα σημεία αυτά και οι κατάλληλες υποδομές υποδοχής των επισκεπτών, στο μέλλον θα οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υποβάθμισης του συνόλου της παράκτιας ζώνης. Η παράλειψη αυτή έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την παραδοχή ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία της θαλάσσιας χελώνας μεταξύ του Καλού Νερού και των εκβολών της Νέδας (δηλ. στην ζώνη ΠΠΦ-1β, βλ. σελ. 365 της ΕΠΜ). Τέτοιου είδους σοβαρά ζητήματα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω του Σχεδίου Διαχείρισης όταν στην πράξη χαρακτηρισμού (Π.Δ.) απουσιάζουν παντελώς οι σχετικοί όροι και προϋποθέσεις. Προτείνουμε να γίνει αναφορά από «υφιστάμενους» σε «νομίμως υφιστάμενους» δρόμους. Επίσης να γίνει ρητή αναφορά περί κατάργησης των παράνομων διόδων που υπάρχουν εντός της περιοχής και να διαταχθεί η πλήρης αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημίας που έχει σημειωθεί. 2. Στην περίπτωση δ προβλέπεται ότι επιτρέπεται η θήρα, πλην των περιοχών ΠΠΦ-1 και 2. Η δυνατότητα άσκησης θήρας στην περιφερειακή ζώνη της προστατευτέας περιοχής και δη στους προστατευόμενους φυσικούς σχηματισμούς (ΠΦΣ), έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ανάγκη για κλιμάκωση των όρων και περιορισμών για την καλύτερη διασφάλιση του προστατευτέου αντικειμένου που ορίζει το άρθ. 5. παρ. 6 του ν. 3937/2011 και την απαγόρευση άσκησης ενεργειών και δραστηριοτήτων που μπορούν να επιφέρουν αλλοίωση, φθορά ή καταστροφή των ΠΦΣ ή των επιμέρους στοιχείων τους, σύμφωνα με όσα ορίζει το το άρθ. 5, παρ. 6β του ν. 3937/2011. Ειδικότερα στην περίπτωση της λίμνης Καϊάφα και βέβαια των γύρω σε αυτή ΠΦΣ όπου εντοπίζονται πολλά προστατευόμενα είδη πτηνών (ΣτΕ Π.Ε. 32/2015 Σκ. 11) η θήρα θα πρέπει να απαγορευτεί. Προτείνουμε την απαγόρευση θήρας εντός των ΠΦΣ. 3. Στην περίπτωση στ προβλέπεται ότι αμμοληψία και χαλικοληψία από τις κοίτες και εκβολές των ποταμών επιτρέπεται μόνο για την αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών. Η εν λόγω απαγόρευση δεν συμβάλλει στην ουσιαστική προστασία του βιοτόπου και των ποταμών που με το παρόν σχέδιο Π.Δ. προτείνονται ως προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμού, καθώς συνοδεύεται από εξαίρεση γενικών εννοιών που επιδέχονται ευρεία ερμηνεία κατά το δοκούν και επομένως αφήνουν μεγάλο περιθώριο παραβιάσεων, δοθέντος μάλιστα ότι, όπως δέχεται και η ΕΠΜ, η αμμοληψία και χαλικοληψία αποτελούν δραστηριότητες που επιφέρουν έντονη υποβάθμιση στο προστατευτέο οικοσύστημα. Η συγκεκριμένη διάταξη θα πρέπει να αναθεωρηθεί και να λάβει υπόψη της το υπ’ αριθμ. 32/2015 Πρακτικό Επεξεργασίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. σκέψη 16, σελ. 38, περίπτωση δ). Προτείνουμε την τροποποίηση της διάταξης ώστε να προβλέπεται με σαφήνεια σε ποιες περιπτώσεις θα επιτρέπονται εξαιρέσεις. Άρθρο 7, παράγραφος 4 – γενικές διατάξεις Το «όπου απαιτείται» αποτελεί πλεονασμό. Άρθρο 7, παράγραφος 6 – γενικές διατάξεις Στην εν λόγω διάταξη προβλέπεται η κατά προτεραιότητα κατεδάφιση και απομάκρυνση των παράνομων κατασκευών και εγκαταστάσεων που υφίστανται εντός των περιοχών προστασίας της φύσης (ΠΠΦ) και της περιφερειακής ζώνης. Ωστόσο θεσπίζεται ειδική εξαίρεση από την κατεδάφιση των παράνομων κατασκευών που υφίστανται, λόγω υπαγωγής τους στο νόμο 4014/2011. Είναι τουλάχιστον παράδοξη η αναφορά στο άρθρο 24 ν. 4014/2011, το οποίο έχει κριθεί αντισυνταγματικό και συγκεκριμένα «η επί μακρόν διατήρηση αυθαίρετων κατασκευών και χρήσεων που παραβιάζουν τις εκάστοτε ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, ακόμα αν πρόκειται για κατασκευές μεταγενέστερες του ν. 1337/1983, με αποτέλεσμα να νοθεύεται, ο επιβαλλόμενος από το άρθρο 24 του Συντάγματος ορθολογικός πολεοδομικός σχεδιασμός» ΣτΕ 1118/2013). Η διάταξη αυτή προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη εντύπωση δεδομένου ότι προβλέπει, για τις αυθαίρετες κατασκευές, μία μεταχείριση πιο ευνοϊκή από αυτή για τις νόμιμες (άρθρο 7 παρ. 2). Η εύνοια αυτή είναι ιδιαίτερα προβληματική για όλες τις περιοχές της χώρας, και ιδιαίτερα για τις προστατευόμενες. Πόσο μάλλον που και η πρόβλεψη και για τις νόμιμες εγκαταστάσεις (άρθρο 7 παρ. 2) είναι ανεπαρκής: θα έπρεπε να υπάρχει πρόβλεψη και για την απομάκρυνση, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, όσων από αυτές δεν συνάδουν με τον σκοπό προστασίας, και όχι μόνο πρόβλεψη για την αναστολή λειτουργίας, αφού προκληθούν οχλήσεις. Η υπαγωγή στις διατάξεις περί αυθαιρέτων και η περιβαλλοντική αδειοδότηση είναι χωριστά θέματα, και δεν θα έπρεπε να συγχέονται: θα πρέπει να διακοπεί άμεσα η λειτουργία όσων εγκαταστάσεων δεν έχουν αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά, ή δεν έχουν υποβληθεί σε δέουσα εκτίμηση. Σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 9 ν. 4014/2011 δεν επιτρέπει την εκ των υστέρων περιβαλλοντική αδειοδότηση αυθαίρετων κατασκευών. Η συμφωνία των διατάξεων αυτών με την Οδηγία 92/43 είναι εξαιρετικά αμφίβολη. Η εν λόγω εξαίρεση, ορώμενη σε συνδυασμό με την επιλογή αναφοράς «υφιστάμενων» και όχι «νομίμως υφιστάμενων» δρόμων ή προσβάσεων και υποδομών στο άρθρο 3, παράγραφοι Α1, περίπτωση 3, Α2.1, περίπτωση 3, Α2.2 και άρθρο 7, παράγραφος 3, περίπτωση α καταδεικνύει την προσπάθεια παγίωσης της υφιστάμενης κατάστασης. Ειδικότερα, εντός του πυρήνα του βιοτόπου αναπαραγωγής της θαλάσσιας χελώνας θα συνεχίσουν να υφίστανται αυθαίρετες κατασκευές και παράνομα έργα «υποδομής», όπως π.χ. οι πέντε (5) οδοί της εταιρίας «Νέος Κότινος Α.Ε.» για τις οποίες ανοίγει ο δρόμος νομιμοποίησης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 του ν. 4014/2011. Ειδικά αυτό διαφαίνεται από την αναφορά στο συγκεκριμένο άρθρο που αφορά υφιστάμενα έργα χωρίς περιβαλλοντικούς όρους και δεν αφορά τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων, κάτι που ωστόσο αν αφορά ΕΖΔ δεν είναι σύμφωνο με το άρθρο 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΚ. Προτείνουμε να μην παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από την κατεδάφιση των παράνομων υποδομών. Άρθρο 7, παράγραφος 7 – γενικές διατάξεις Οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στο συγκεκριμένο άρθρο και αφορούν συγκεκριμένους όρους και χρήσεις δεν είναι κατανοητές, τόσο ως προς το γιατί εντάσσονται στις γενικές διατάξεις και όχι στο άρθρο 3 αλλά και γιατί όσον αφορά την περιοχή προστασίας της φύσης, οι επιτρεπόμενες δραστηριότητες ορίζονται σαφώς στο άρθρο 5. παρ. 2 του ν. 3937/2011. Σε κάθε περίπτωση είναι άξιο απορίας πώς μπορεί να επιτρέπονται έργα και δραστηριότητες της υποκατηγορίας Α2 στις δύο ζώνες της περιοχής. Η διάταξη θα είχε νόημα μόνο αν σε συνδυασμό με την παράγραφο 4 προβλεπόταν ότι για όλα τα έργα και τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στην περιοχή είναι απαραίτητη η εκπόνηση Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης. Αντίστοιχα είναι άξιο απορίας γιατί υπάρχει ειδική πρόβλεψη της παρ. γ για την καταπολέμηση ειδών που οι πληθυσμοί έχουν αυξηθεί υπέρμετρα. Εφόσον αφορά και τα προστατευόμενα είδη, τότε δεν είναι σύμφωνη την Οδηγία 92/43/ΕΚ (άρθρο 16) καθώς δεν υπάρχουν ξενικά είδη στα Παραρτήματα της Οδηγίας, και δεν είναι κατανοητό αν (και ποια) προστατευόμενα είδη έχουν αυξηθεί σε βάρος άλλων προστατευόμενων ειδών. Μία όποια τέτοια περίπτωση θα πρέπει κατ’ ελάχιστον να εμπεριέχεται στο Σχέδιο Διαχείρισης της περιοχής, και εφόσον υπάρχει η σχετική τεκμηρίωση και σύμφωνη γνώμη του σχήματος διαχείρισης της περιοχής να ακολουθούνται οι κείμενες διατάξεις και διαδικασίες. Προτείνουμε η συγκεκριμένη διάταξη να καταργηθεί. Τέλος, στις γενικές διατάξεις θα αναμέναμε να υπάρχει ειδική πρόβλεψη για την άμεση υποχρέωση πλήρους αποκατάστασης κάθε μορφής κακοποίησης ή βλάβης του φυσικού τοπίου και των προστατευόμενων από την Οδηγία 92/43 στοιχείων του, η οποία έχει συντελεσθεί μέχρι σήμερα εξαιτίας της παράνομης δράσης οιουδήποτε αλλά και λόγω των παράνομων πράξεων ή παραλείψεων οργάνων της Διοίκησης (διανοίξεις οδών, εκχερσώσεις, αυθαίρετες κατασκευές κ.λπ.).