Αρχική Κανονισμός Ενεργειακής Απόδοσης ΚτιρίωνΆρθρο 8 – Ελάχιστες προδιαγραφέςΣχόλιο του χρήστη ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗΣ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ - Α.Π.Θ. (Δ.Μπίκας, Αικ. Ευμορφοπούλου, Δ.Αραβαντινός, Κ.Αξαρλή, Αικ.Τσικαλουδάκη, Θ.Θεοδοσίου) | 31 Ιανουαρίου 2010, 11:13
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗΣ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ - Α.Π.Θ. (Δ.Μπίκας, Αικ.Ευμορφοπούλου, Δ.Αραβαντινός, Κ.Αξαρλή, Αικ.Τσικαλουδάκη, Θ.Θεοδοσίου) 1η παρατήρηση Στον πίνακα Γ.1. δίνονται οι μέγιστες επιτρεπόμενες τιμές του συντελεστή θερμοπερατότητας (και όχι οι μέγιστοι συντελεστές θερμοπερατότητας, όπως κακώς αναγράφει) δομικών στοιχείων για τις 4 κλιματικές ζώνες της Ελλάδας. Αυτές οι τιμές βαίνουν γενικώς μειούμενες από τη ζώνη Α' στη ζώνη Γ'. Ωστόσο, αν και στα περισσότερα δομικά στοιχεία υπάρχει μια κλιμάκωση στη μείωση από ζώνη σε ζώνη, σε ορισμένα παρουσιάζονται δυσανάλογα άλματα που δεν δικαιολογούνται από τις κλιματικές συνθήκες της κάθε ζώνης και δεν συνάδουν με το βήμα μείωσης των τιμών στα υπόλοιπα δομικά στοιχεία. Για παράδειγμα: α) Στις τιμές του συντελεστή θερμοπερατότητας kG για δάπεδα σε επαφή με έδαφος ή με μη θερμαινόμενους χώρους ορίζεται: – για τη ζώνη Α': kG = 1,50 W/(m²•K) – για τη ζώνη Β': kG = 1,00 W/(m²•K) Διαφορά μεταξύ Α' & Β': ΔkG = 1,50 - 1,00 = 0.50 W/(m²•K) – για τη ζώνη Γ': kG = 0,38 W/(m²•K) Διαφορά μεταξύ Β' & Γ': ΔkG = 1,00 - 0,38 = 0.62 W/( m²•K) – για τη ζώνη Δ': kG = 0,35 W/(m²•K) Διαφορά μεταξύ Γ' & Δ': ΔkG = 0,38 - 0,35 = 0.03 W/( m²•K) Εμφανής λόγος που να δικαιολογεί μια τέτοια απόκλιση τιμών δεν υπάρχει. β) Σε αντίθεση με τις τιμές του kG οι τιμές του kDL που ορίζουν τις απαιτήσεις σε δάπεδα επάνω από πιλοτή παρουσιάζουν απόκλιση μεταξύ των ζωνών Α' προς Β' και Γ' προς Δ': ΔkDL = 0,10 W/(m²•K), ενώ από τη ζώνη Β' στη ζώνη Γ' η τιμή παραμένει σταθερή ΔkDL = 0,00 W/(m²•K). γ) Η τιμή του kGF για τις γυάλινες προσόψεις κτιρίων, μη ανοιγόμενες και μερικώς ανοιγόμενες παρουσιάζεται σταθερή kGF = 1,80 W/(m²•K) για όλες ανεξαιρέτως τις ζώνες. δ) Τέλος, όσον αφορά στα δάπεδα που έρχονται σε επαφή με το έδαφος ή με κλειστούς μη θερμαινόμενους χώρους, οι μέγιστες τιμές που προβλέπονται στο σχέδιο του κανονισμού για τις ζώνες Γ' και Δ' δεν διαφέρουν καθόλου από αυτές που προβλέπονται για τις επιστεγάσεις. Επιπλέον, σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. δάπεδα και διαχωριστικούς τοίχους με χώρους χαμηλότερης θερμοκρασίας) οι μέγιστες τιμές είναι υπερβολικά αυστηρές: π.χ. στη ζώνη Α' το δάπεδο επί υπόστυλου χώρου ή επί εδάφους δρα ευεργετικά για τη διαμόρφωση του εσωκλίματος κατά τη θερινή περίοδο και επομένως θα μπορούσε ο μέγιστος επιτρεπόμενος συντελεστής να είναι υψηλότερος. Για τον ίδιο λόγο εκτιμάται ότι οι μέγιστες επιτρεπόμενες τιμές του συντελεστή θερμοπερατότητας των κουφωμάτων θα πρέπει να επανεξεταστούν, ιδιαίτερα για τη ζώνη Α'. Αυτές οι τιμές δεν δικαιολογούνται από τις κατά καιρούς μετρήσεις που έχουν γίνει στη χώρα μας και από τη σχετική βιβλιογραφία. 2η παρατήρηση Κατά το δεύτερο έλεγχο θερμομονωτικής επάρκειας του κτιρίου, κατά το οποίο εξετάζεται ο μέσος συντελεστής θερμοπερατότητας km(W,F) των διαφανών και αδιαφανών εξωτερικών στοιχείων του κάθε ορόφου, η τιμή του k παραμένει σχεδόν ίδια με αυτήν του ισχύοντος σήμερα κανονισμού: – Κανονισμού Θερμομόνωσης Κτιρίων (1979): km(W,F) = 1,86 W/(m²•K). – Σχέδιο Κ.Εν.Α.Κ.: km(W,F) = 1,80 W/(m²•K). Με τον ισχύοντα σήμερα κανονισμό υπέρβαση αυτής της τιμής σχεδόν ποτέ δεν προέκυπτε, παρά μόνο σε ελάχιστες ειδικές περιπτώσεις (π.χ. καταστήματα με μεγάλες γυάλινες επιφάνειες στο ισόγειο). Δε υπάρχει λόγος διατήρησης της ίδιας υψηλής τιμής στην τιμή αυτή του συντελεστή k, όταν μάλιστα οι τιμές του k σε όλες τις άλλες περιπτώσεις έχουν μειωθεί δραστικά. 3η παρατήρηση Πολλές από τις «ελάχιστες προδιαγραφές» έτσι όπως διατυπώνονται στο άρθρο 8 δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν και κατά συνέπεια ούτε και να αξιολογηθούν. Επομένως, πώς θα τεκμηριώνονται; Για παράδειγμα, σε ένα πυκνό αστικό τοπίο με δεδομένο το πρόσωπο του οικοπέδου, θα πρέπει να ορίζονται οι ελάχιστες προδιαγραφές για την «κατάλληλη χωροθέτηση και τη μέγιστη αξιοποίηση των τοπικών κλιματικών συνθηκών». Επίσης αναφέρεται στην πρώτη ενότητα («Σχεδιασμός κτιρίου») ότι στο σχεδιασμό του κτιρίου θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ορισμένες παράμετροι και αναγράφονται παράμετροι βιοκλιματικού σχεδιασμού. Εφόσον δεν συνδέεται ο σχεδιασμός με μετρούμενα στοιχεία, δηλαδή βάσει του σχεδιασμού να υπολογίζεται κατανάλωση ενέργειας, δεν είναι δυνατό να αξιολογούνται αυτές οι παράμετροι σχεδιασμού. Στον ενεργειακό έλεγχο μια θεώρηση αυτού του επιπέδου θα μπορούσε να δημιουργήσει σειρά προβλημάτων κατά τη βαθμονόμηση του κτιρίου. Προτείνεται ο σαφής προσδιορισμός των προδιαγραφών με δυνατότητα ποσοτικοποίησης και αξιολόγησης. 4η παρατήρηση Δεδομένου ότι δεν υπάρχει απαίτηση για μελέτη φυσικού φωτισμού στα κτίρια με χρήση την κατοικία, δεν διευκρινίζεται πώς μπορεί να διασφαλιστεί και να αξιολογηθεί η οπτική άνεση, τη στιγμή μάλιστα που δεν προβλέπεται ούτε καν ο έλεγχος της επάρκειας του φυσικού φωτός. Ακόμη και αν η οπτική άνεση αποτελούσε παράμετρο για τον καθορισμό των ελάχιστων προδιαγραφών των κτιρίων, θα έπρεπε να περιγραφούν αναλυτικά τα μεγέθη που θα την εκφράζουν. 5η παρατήρηση Ενώ θεωρείται θετικό στοιχείο η υποχρέωση κάλυψης του ζεστού νερού με ηλιακούς συλλέκτες, θα πρέπει να εξετάζεται η μορφολογική ένταξή τους στο κτίριο (ειδικά για πολυώροφα κτίρια), προκειμένου να μην προσβάλλεται τόσο η αισθητική του κτιρίου όσο και του περιβάλλοντος.