Αρχική Εθνικός Σχεδιασμός για την Ενέργεια και το ΚλίμαΚείμενο 01Σχόλιο του χρήστη Παρατηρητήριο Πολιτών για την Αειφόρο Ανάπτυξη-CISD | 4 Δεκεμβρίου 2018, 17:36
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Στις 13/11/2018 δόθηκε σε διαβούλευση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ο νέος Εθνικός Σχεδιασμός για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) ο οποίος προδιαγράφει πολιτικές, κατευθύνσεις και μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας όχι μόνο για την κρίσιμη δεκαετία 2020-2030, αλλά και πέραν αυτής, καθώς οι όποιες επιλογές αυτής της δεκαετίας θα σημαδέψουν και θα καθορίσουν αυτές των επόμενων. Περίπου ένα μήνα πριν δημοσιεύτηκε από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ (IPCC) η ειδική έκθεσή της, απευθύνοντας μία τελευταία δραματική έκκληση προς την ανθρωπότητα να λάβει άμεσα δράση για συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5 βαθμό Κελσίου, δηλαδή για εκμηδενισμό των εκπομπών ως το 2050 με την σοβαρή υποσημείωση ότι οποιαδήποτε Μη συμμόρφωση θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε μη αναστρέψιμες, ανεξέλεγκτες κλιματικές αλλαγές, με ολέθριες συνέπειες προφανώς και για τη χώρα μας. Την ίδια στιγμή γνωρίζουμε καλά ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν συμφωνήσει να περιορίσουν την ενεργειακή κατανάλωση από ορυκτά καύσιμα (φυσικό αέριο, πετρέλαιο, κάρβουνο) ως το 2050 στο 20% με την επισήμανση ότι η σταδιακή μετάβαση στην «καθαρή ενέργεια» συνεπάγεται και τη ριζική στροφή στις ανανεώσιμες πηγές. Παρ’ όλ’ αυτά, το ΕΣΕΚ προβλέπει αδιανόητα υψηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αγνοώντας τις δραματικές εκκλήσεις των επιστημόνων αλλά και το γεγονός ότι οι επιλογές που θα έχουμε από το 2030 και μετά για την αναστροφή της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της, αλλά και για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών, θα είναι πολύ λιγότερες από αυτές που έχουμε σήμερα., ο κεντρικός στόχος της επόμενης δεκαετίας για την Ελλάδα φαίνεται να είναι η μετατροπή της χώρας σε χώρα παραγωγής υδρογονανθράκων. Παράλληλα, δεν προβλέπεται ουσιαστική απεξάρτηση από το πετρέλαιο, η χρήση του οποίου μειώνεται μόνο κατά 24% ώς το 2040 ενώ την ίδια στιγμή προτείνεται η αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 24% το 2040 και μαζί καθυστερεί αδικαιολόγητα και η προώθηση της αποθήκευσης ενέργειας για μετά το 2025. Και αν ανατρέξει κανείς στην ιστοσελίδα του ελληνικού ΥΠΕΞ στη λέξη-κλειδί «ενεργειακή διπλωματία» διαβάζει ότι για την Ελλάδα τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου και πετρελαίου αποτελούν προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Και όλα αυτά ενώ οι εκπομπές από τον τομέα μεταφορών μειώνονται μόλις κατά 17% ώς το 2040, ενώ από τον κτιριακό τομέα παραμένουν σε παρόμοια επίπεδα με τα σημερινά με αποτέλεσμα να παραμένει αμετάβλητος ο βαθμός εξάρτησης της οικονομίας μας από εισαγόμενα καύσιμα, στο 67% ως το 2040. Επιπλέον, δεν υπάρχει απολύτως καμία πρόβλεψη για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από άλλους τομείς της οικονομίας πλην του ενεργειακού, παρά το γεγονός ότι σήμερα αντιπροσωπεύουν το 27% των συνολικών εκπομπών της Ελλάδας. Ως αποτέλεσμα, οι συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της χώρας μειώνονται μόλις κατά 23% ώς το 2030 και μόλις κατά 33% ώς το 2040. Εκτιμούμε έτσι ότι το ΕΣΕΚ αποτυγχάνει να προστατέψει την Ελλάδα από τις κλιματικές αλλαγές, την ίδια στιγμή που κρατάει την ελληνική κοινωνία δεσμευμένη από τα ορυκτά καύσιμα επ’ αόριστον, φαίνεται να αδυνατεί να προχωρήσει σε αυτές τις ριζικές δομικές τομές που χρειάζεται η ελληνική οικονομία και τέλος οι στόχοι του εμπεριέχουν σενάρια αύξησης της θερμοκρασίας πάνω από τους 3 βαθμούς Κελσίου. Ως εκ τούτου, εκτιμάμε ότι το υπό διαβούλευση σχέδιο δεν είναι αξιόπιστο καθώς επιπλέον παρουσιάζει μια σειρά ενεργειακών δράσεων μέχρι το 2030 τις οποίες απλώς επεκτείνει μέχρι το 2040 χωρίς να υπάρχει καμία λειτουργική και οργανική συνοχή ούτε καν μια ιεράρχηση μεταξύ αυτών. Έτσι εκτός από το κενό που παραμένει δημιουργεί και ισχυρές αμφιβολίες ως προς την αποτελεσματικότητα των εν λόγω δράσεων οι οποίες ήδη έχουν προωθηθεί χωρίς ωστόσο να επιφέρουν μέχρι σήμερα τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Τέλος, το Εθνικό Σχέδιο εστιάζεται αποκλειστικά σε ένα και μόνο σενάριο δράσεων, χωρίς άλλα εναλλακτικά σενάρια, ενώ δεν παρουσιάζει αποτελέσματα από συγκεκριμένες παραμέτρους που επηρεάζουν σημαντικά το εθνικό ενεργειακό σύστημα. Αμφιβολίες τέλος δημιουργούνται και ως προς τη συμμόρφωση του εν λόγω Εθνικού Σχεδίου με τη Συμφωνία των Παρισίων για το κλίμα, που έχει τεθεί σε ισχύ τόσο από τη χώρα μας όσο και από την Ευρωπαϊκή Ενωση, γιατί είναι ιδιαίτερα χαμηλή η προβλεπόμενη εξοικονόμηση ενέργειας, η οποία σε συνδυασμό με την υψηλή συμμετοχή του πετρελαίου στη συνολική ενεργειακή κατανάλωση της χώρας για τα έτη 2030 και 2040, όπως προβλέπει το Εθνικό Σχέδιο, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα σενάρια ενεργειακών πολιτικών για τη συμμόρφωση με τη Συμφωνία των Παρισίων.