Αρχική ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣΆρθρο 04 Απλοποίηση διαδικασίας τροποποίησης ΑΕΠΟΣχόλιο του χρήστη WWF Ελλάς και Greenpeace | 17 Μαρτίου 2020, 17:13
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Το άρθρο αφορά την τροποποίηση των ΑΕΠΟ. Βασικό πρόβλημα της προτεινόμενης διατύπωσης είναι ο περιορισμός των τυχόν πρόσθετων όρων μόνο στο “τροποποιούμενο φυσικό αντικείμενο”, η αδυναμία (;) τροποποίησης της ΑΕΠΟ για λόγους συμμόρφωσης σε νέο κανονιστικό πλαίσιο, και η ελλιπής ενσωμάτωση του ενωσιακού δικαίου για την τροποποίηση έργων και δραστηριοτήτων. (α) Κατά την προτεινόμενη ρύθμιση, “η απόφαση ... είτε εγκρίνει την τροποποίηση άνευ ετέρου είτε δύναται να προβλέπει τυχόν πρόσθετους όρους μόνο ως προς το τροποποιούμενο φυσικό αντικείμενο”. Ο περιορισμός ως προς το “τροποποιούμενο φυσικό αντικείμενο“ είναι ανεφάρμοστος και πρέπει να διαγραφεί. Το “τροποποιούμενο φυσικό αντικείμενο” είναι συνήθως δύσκολο να διαχωριστεί από το “μη τροποποιούμενο”, και σε κάθε περίπτωση έχει συνεργιστικές και σωρευτικές επιπτώσεις με αυτό. Παραγνωρίζεται ότι η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων εκτιμά τις επιπτώσεις από την κατασκευή και τη λειτουργία του “όλου έργου” [έτσι, αυτολεξεί, Παράρτημα IV, σημείο 1 β) οδηγίας 2011/92, όπως ισχύει]: η διάταξη, με την προτεινόμενη διατύπωση, ενθαρρύνει τη “σαλαμοποίηση” της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της αδειοδότησης, και φυσικά την αποφυγή (ή τον περιορισμό του εύρους) της δημόσιας διαβούλευσης για τις τροποποιήσεις. Άλλωστε, μία μικρή τροποποίηση στο “φυσικό αντικείμενο” μπορεί να δημιουργεί αναπότρεπτες επιπτώσεις, λόγω υπέρβασης της αναγεννητικής ικανότητα των φυσικών πόρων της περιοχής: αυτές είναι στοιχειώδεις πτυχές της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, και δεν θα έπρεπε να αγνοούνται από τη βασική νομοθετική ρύθμιση για το θέμα. (β) Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η αρμόδια αρχή μπορεί μεν ζητήσει την υποβολή φακέλου τροποποίησης (με την ευκαιρία αιτήματος ανανέωσης) “για τη συμμόρφωση σε νεότερο κανονιστικό πλαίσιο”, αλλά η ίδια η τροποποίηση επιβάλλεται μόνο αν υπάρχουν επουσιώδεις (“χωρίς άλλες διαδικαστικές προϋποθέσεις”) ή ουσιώδεις (με υποβολή ΜΠΕ) επιπτώσεις στο περιβάλλον από τη διαφοροποίηση. Με τη διατύπωση του νομοσχεδίου, δεν επιτάσσεται τροποποίηση μόνο για λόγους συμμόρφωσης με το νεότερο κανονιστικό πλαίσιο: αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι απαρχαιωμένες ΑΕΠΟ διάφορων έργων που χρειάζονται επειγόντως εκσυγχρονισμό και συμμόρφωση με νεότερες ρυθμίσεις (π.χ., λιγνιτικών σταθμών) δεν είναι απαραίτητο να “τροποποιούνται”, αλλά αρκεί η ανανέωσή τους. (γ) Η προτεινόμενη ρύθμιση αγνοεί το γεγονός ότι “κάθε μεταβολή ή επέκταση” έργων ή δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στην οδηγία 2011/92 είναι, αυτή καθαυτή, έργο που εμπίπτει στην οδηγία αυτή (πρβλ. Παράρτημα Ι, σημείο 24 και Παράρτημα ΙΙ, σημείο 13 (α) οδηγίας 2011/92, όπως ισχύει). Συνεπώς, η τροποποίηση των έργων αυτών μπορεί να γίνει μόνο με την τήρηση των όρων και περιορισμών που αναφέρονται εκεί, και όχι με βάση την προτεινόμενη διάταξη (έτσι, ρητά, άρθ. 4 παρ. 3 εδ. α’ της παραπάνω οδηγίας). Ειδικότερα, η υπουργική απόφαση με την οποία “δύναται να καθορίζονται γενικά ή ειδικότερα κριτήρια ανά είδος έργου ή δραστηριότητας, βάσει των οποίων κρίνεται ο ουσιώδης ή μη χαρακτήρας μίας μεταβολής περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη λειτουργία έργου ή δραστηριότητας” μπορεί να βασίζεται μόνο σε όλα τα κριτήρια που απαριθμούνται στην οδηγία (πρβλ. Παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 2011/92, όπως ισχύει). Επειδή η περίοδος ενσωμάτωσης της οδηγίας (και όλων των τροποποιήσεών της) έχει προ πολλού παρέλθει, είναι απορίας άξιο για ποιο λόγο αναθεωρούνται, και μάλιστα με ελλιπή τρόπο, οι σχετικές διατάξεις. (δ) Η τροποποίηση του φυσικού αντικειμένου έργων που εμπίπτουν στην οδηγία 92/43 απαιτεί σε κάθε περίπτωση δέουσα εκτίμηση (σύμφωνα με το άρθ. 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43), στα πλαίσια κοινής ή συντονισμένης διαδικασίας με τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης.