Αρχική Εθνικός Κλιματικός Νόμος – Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγήΆρθρο 18 Μείωση των εκπομπών στα μη διασυνδεδεμένα νησιάΣχόλιο του χρήστη ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ | 26 Ιανουαρίου 2022, 08:31
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ Ή ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΑΠΟ-ΑΝΘΡΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ; ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Στα προηγούμενα σχόλια είχαν συγκριθεί ποιοτικά και σε σχέση με τους στόχους της από-ανθρακοποίησης οι δυο διαφορετικές κατευθύνσεις για την ηλεκτροδότηση των νησιών: • Αφ’ ενός η επιτόπου παραγωγή από ένα μίγμα πηγών μηδενικού αποτυπώματος (κυρίως αιολικά, ηλιακά και ανανεώσιμα αέρια) και χαμηλού αποτυπώματος (σταθμοί φυσικού αερίου με αποτύπωμα 270 grCO2eq/KWh μέχρι το 2030 και 100 grCO2eq/kWh μετά το 2030) και • Αφ’ ετέρου η μεταφορά ενέργειας παραγόμενης στο ηπειρωτικό σύστημα μέσω διασυνδέσεων. Αποδείχθηκε ότι η πρώτη είναι η μόνη που μπορεί να δώσει την επιθυμητή συνολική μείωση εκπομπών κατά 80% μέχρι το 2030. Η διασύνδεση, μπορεί να θεωρηθεί ότι συμμετέχει στον στόχο μόνο αν η μεταφερόμενη ενέργεια θεωρηθεί μηδενικού αποτυπώματος (λογιστικός ακροβατισμός που θεωρεί ότι αν οι εκπομπές γίνονται σε άλλη περιοχή δεν συμμετέχουν στο αποτύπωμα). Αν η συμμετοχή της μεταφερόμενης ενέργειας λογιστεί στις πραγματικές της τιμές (σήμερα κατ’ εκτίμηση 400 grCO2eq/kWh, το 2030 ίσως να έχει μειωθεί στα 300, αν και οι πρόσφατες εξελίξεις στην αγορά ενέργειας ήδη θέτουν υπό αντικειμενική αμφισβήτηση το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης) Πέρα από το ότι η διασύνδεση δεν υπηρετεί τον πραγματικό στόχο της από-ανθρακοποίησης, αποδεικνύεται ότι και το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό της παραγωγής στον τόπο κατανάλωσης. Βέβαια, ένας τέτοιος υπολογισμός χρειάζεται αναλυτικά στοιχεία, τόσο για την σημερινή κατάσταση όσο και για την μελλοντική. Μια πολύ χοντρική (και όχι λιγότερο αξιόπιστη) εκτίμηση με τα σημερινά δεδομένα για τα Νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τα Δωδεκάνησα (Ανατολικά Νησιά) με βάση τις παραγωγές – καταναλώσεις – τιμές του 2020 (δημοσιευμένα στοιχεία ΔΕΔΔΗΕ - ΔΑΠΕΕΠ) βασίζεται στα εξής: • Συνολική παραγωγή από πετρελαϊκούς σταθμούς για όλα τα Ανατολικά νησιά το 2020: 1.445 GWhe • Συνολικό ετήσιο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας πλην ΑΠΕ: 282,5 Μ€. • Μέση μικτή τιμή ηλεκτρικής ενέργειας από θερμικούς σταθμούς: 196 €/MWhe • Μέση τιμή ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ΣΗΘΥΑ (στην ηπειρωτική Ελλάδα): 140 €/MWhe. Το κόστος αυτό είναι επιτεύξιμο και στα Νησιά, δεδομένου ότι, με τις σημερινές τάσεις στη διεθνή αγορά οι τιμές του δια θαλάσσης μεταφερόμενου LNG είναι περίπου ίσες (αν όχι χαμηλότερες) με αυτές που ισχύουν για το φυσικό αέριο μεταφερόμενο με αγωγούς. • Κόστος διασύνδεσης Ανατολικών Νησιών 2.400 Μ€ (Στοιχείο ΑΔΜΗΕ). • Κόστος συντήρησης και λειτουργίας διασυνδέσεων σε μια 10ετία (υποθετικό, 5% του CAPEX) 1.200 Μ€ • Συνολική κατανάλωση 10ετίας (προβολή ετήσιας του 2020) : 15Μ ΜWhe • Μέσο μικτό κόστος μεταφοράς στη 10ετία: 3.600Μ€/15M MWh = 240 €/ΜWhe • Αν, αντί της 10 ετίας (συνήθης περίοδος υπολογισμού του LCOE) το κόστος μεταφοράς αναχθεί στην 20ετία, το μέσο μικτό κόστος μεταφοράς στα Ανατολικά νησιά μειώνεται σε 200 €/MWhe • Μέση οριακή τιμή εθνικού συστήματος για το 2020: 45 €/ΜWhe (οι σημερινές τιμές θεωρούνται παροδικές, παρόλο που η τάση είναι αυξητική). • Άρα μέση τιμή μέσω διασυνδέσεων 245-285 €/MWhe. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι: • Με την γρήγορη σταδιακή αντικατάσταση των κεντρικών (ανά νησί) πετρελαϊκών σταθμών με διεσπαρμένες μονάδες των 1-3 MWe, συμπαραγωγικές ή εν μέρει τροφοδοτούμενες με βιομεθάνιο, μελλοντικά και με υδρογόνο, επιτυγχάνεται όχι μόνο μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος, αλλά και συνολική μείωση του κόστους ενέργειας, προς όφελος των χρεώσεων ΥΚΩ. • Η επέκταση της διασύνδεσης θα έχει μικρότερη συμβολή στη μείωση των εκπομπών ΑτΘ από την επιτόπου παραγωγή και θα αυξήσει το κόστος ενέργειας πάνω από το τρέχον. Η επιβάρυνση των καταναλωτών θα είναι μεγαλύτερη, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της (η μεταφορά) πιθανόν να μην εμφανίζεται στις ΥΚΩ, αλλά θα αποτυπωθεί σε νέες υψηλότερες χρεώσεις δικτύου μεταφοράς από τον ΑΔΜΗΕ, πάλι εις βάρος του καταναλωτή. • Αν οι πόροι που αναφέρονται στο άρθρο 18.1.α μετατοπιστούν από την διασύνδεση στην ενίσχυση των σταθμών χαμηλών εκπομπών και των υποδομών τροφοδοσίας τους (όταν εγκριθεί η ένταξη των τελευταίων στο νέο καθεστώς ταξονομίας) η τιμή LCOE για την πρώτη περίπτωση θα μειωθεί ακόμη περισσότερο. Σημειωτέον ότι κάθε εγκατεστημένο MWe συμπαραγωγής έχει κόστος 1-1,2 Μ€. Τα συμπεράσματα είναι αβίαστα, καθώς η συνολική εγκατεστημένη ισχύς για τα Ανατολικά νησιά πρέπει να είναι της τάξης των 500 MWe. Βεβαίως, τα εκτεθέντα παραπάνω δεν διεκδικούν το κύρος των μελετών που έχουν πραγματοποιηθεί για την τεκμηρίωση των προηγούμενων σχετικών μελετών, αλλά είναι ερέθισμα ώστε οι λαμβάνοντες τις τελικές αποφάσεις να επαναξιολογήσουν τις παλαιότερες μελέτες. Η ΡΑΕ, ως ανεξάρτητη αρχή, που είχε τον κεντρικό ρόλο στην αποδοχή της λύσης για την διασύνδεση, καλό είναι να επανεξετάσει τα νέα δεδομένα και στόχους και να φέρει προς εξέταση την άμεση αξιοποίηση του φυσικού αερίου για τα νησιά. Ένα πρόσθετο πλεονέκτημα της λύσης αυτής είναι ότι για τη μεταφορά του LNG απευθείας στην κατανάλωση δεν μεσολαβούν, όπως στην περίπτωση της ηλεκτρικής διασύνδεσης, δυο μονοπώλια μεταφοράς, αυτό του Φυσικού αερίου και αυτό του ηλεκτρισμού. Αντίθετα, οι σταθμοί μαζικής αποθήκευσης πληθαίνουν με ιδιωτικές πρωτοβουλίες (Αλεξανδρούπολη, Αγιοι Θεόδωροι, γιατί όχι ένας στην Ανατολική Κρήτη;) ενώ η αγορά των πλοίων μεταφοράς LNG αναπτύσσεται ραγδαία ως αντιστάθμισμα της έξαρσης του πολέμου των αγωγών που οδήγησε στις πρωτοφανείς (και ελπίζουμε παροδικές) τιμές του Φυσικού Αερίου.