Αρχική Εθνικός Κλιματικός Νόμος – Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγήΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’ ΣΚΟΠΟΣ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Άρθρο 1 ΣκοπόςΣχόλιο του χρήστη ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ | 27 Ιανουαρίου 2022, 13:14
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ 27/1/2022 ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ & ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ - ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ, ΚΟΙΝΩΝΙΑ & ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΦΤΩΧΕΙΑ Η ειδική έκθεση του IPCC των Ηνωμένων Εθνών έχει σημάνει συναγερμό, τονίζοντας ότι η βιώσιμη ανάπτυξη αποκτά χαρακτηριστικά επείγουσας ανάγκης. Η μετάβαση προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, τις επόμενες δεκαετίες, αποτελεί πρόκληση για όλους. Ορισμένοι τομείς και κλάδοι, συμπεριλαμβανομένου και του κλάδου μας, θα επηρεαστούν περισσότερο . Πίσω από το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής υπάρχει ένα μοντέλο ανάπτυξης που οικοδομήθηκε και αναπτύχθηκε συνδυαστικά με την Βιομηχανική Επανάσταση και εντατικοποιήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό το παραγωγικό μοντέλο πρέπει να αλλάξει σε παγκόσμιο επίπεδο με τακτικό, αξιόπιστο και προσιτό τρόπο και να οικοδομηθεί σε νέα βάση, ταυτόχρονα με την ανόρθωση της παγκόσμιας οικονομίας, που πλήττεται τα τελευταία χρόνια από την πανδημία COVID-19. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλοντας να επιτευχθεί ο στόχος του 50% του ενεργειακού εφοδιασμού έως το έτος 2030, πρωτοστατεί στην ενεργειακή μετάβαση, έχοντας ως στόχο να καταστεί η πρώτη κλιματικά «ουδέτερη περιοχή» σε παγκόσμιο επίπεδο. θέλοντας να επιτύχει μηδενικές εκπομπές και πλήρη ανθρακοποίηση έως το έτος 2050, ανοίγει τον δρόμο για τον περιορισμό των υδρογονανθράκων . Η αύξηση χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η μείωση χρήσης φυσικού Αερίου για ευέλικτη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, οδηγεί σε αυξημένη αστάθεια των τιμών, καθώς η τεχνολογία «καθαρής ενέργειας» δεν έχει ακόμη κλιμακωθεί στο σημείο για να αντικαταστήσει τους υδρογονάνθρακες . Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επηρεάζονται οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο και οι τιμές των καυσίμων και του ηλεκτρικού ρεύματος σήμερα, να βρίσκονται στα ύψη . Η πορεία μετάβασης σε μια Ευρώπη και σε έναν πλανήτη απαλλαγμένο από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής δεν θα είναι εύκολη. Τα κράτη μέλη της ΕΕ –παρά την εκφρασμένη βούλησή τους – δεν ακολουθούν κοινό βηματισμό για την λήψη μέτρων αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζουν οι ανισότητες που υπάρχουν ανάμεσα στα κράτη μέλη, όσον αφορά την πρόσβαση και την επάρκεια της ενέργειας αλλά και την ενεργειακή φτώχεια . Η υλοποίηση δε της Συμφωνίας του Παρισιού, δεν είναι απαλλαγμένη από κινδύνους και πιέσεις , από ένα παγιωμένο παραγωγικό μοντέλο, που έχει ως προτεραιότητα τα οικονομικά συμφέροντα πάνω από τον άνθρωπο. Η Ευρωπαϊκή πολιτική για την επίτευξη πραγματικά βιώσιμης ανάπτυξης απαιτεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης, που θα περιλαμβάνει αλληλοενισχυόμενες μεταξύ τους οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές πτυχές με βασικούς στόχους την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, δίκαιες ανθεκτικές και ευημερούσες οικονομίες με περιφερειακή και παγκόσμια σταθερότητα . Το επενδυτικό σχέδιο της Ευρωπαϊκής «Πράσινης Συμφωνίας» πρέπει να κινητοποιήσει προς αυτή την κατεύθυνση σημαντικές δημόσιες επενδύσεις, με ταυτόχρονη διατήρηση αλλά και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, διασφάλιση βιώσιμων και υγιών συνθηκών λειτουργίας, τόσο για την Ευρωπαϊκή οικονομία, όσο και για το οικοσύστημα. Η προσέγγιση της ΕΕ για την υλοποίηση, από κοινού με τα κράτη μέλη της, της Ατζέντας 2030 των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη, είναι η κάλυψη των αναγκών των σημερινών γενεών αλλά και η δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες. Σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να αναπτυχθούν τα παρακάτω εργαλεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να στηριχθούν τα κράτη μέλη με δίκαιη και σωστή χρήση αλλά και με ταυτόχρονο έλεγχο τήρησης των όρων και προϋποθέσεων που θέτουν οι μηχανισμοί στήριξης . • Ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης (ΜΔΜ) ο οποίος αποτελεί ένα σύνολο δράσεων να στοχεύει στη σταδιακή και ΟΜΑΛΗ μετάβαση, ΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΟ ΤΡΟΠΟ ΚΑΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ, προς μια κλιματικά ουδέτερη ευρωπαϊκή οικονομία, • Το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (ΤΔΜ) το οποίο εντάσσεται σε ένα πλαίσιο δράσεων και δημόσιων πολιτικών που εστιάζουν στην προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, να εκτελεί ως βασικός πυλώνας το σχέδιο του Μηχανισμού ΜΙΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΗΣ & ΟΜΑΛΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ, ΚΛΕΙΝΟΝΤΑΣ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΤΗΝ ΨΑΛΙΔΑ ΔΥΟ ΤΑΧΥΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ. • Τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (ΕΔΕΤ) τα οποία διαχειρίζονται - από κοινού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη - περισσότερους από τους μισούς χρηματοδοτικούς πόρους της ΕΕ, να εστιάζουν την παρέμβασή τους στην έρευνα και καινοτομία, τις ψηφιακές τεχνολογίες, την στήριξη της οικονομίας χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, την βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων και τη στήριξη των μικρών επιχειρήσεων, ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΜΕ ΑΥΞΗΜΕΝΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ. • Το Ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης από την πανδημία COVID-19 (προσωρινό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων) ΝΑ ΔΙΝΕΤΑΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΝΤΑΣ ΟΤΙ ΟΙ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΘΑ ΤΗΡΟΥΝ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΤΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε το αρνητικό παράδειγμα για τον Κλάδο μας , που αφορά την Εταιρεία Energean Oil and Gas S.A. Η Εταιρεία Energean Oil and Gas S.A ενώ είναι αποδέκτης κρατικής Ενίσχυσης μέσω του Προσωρινού Πλαισίου της ΕΕ για την πανδημία COVID-19 , όχι μόνο δεν τήρησε – ως όφειλε – τους όρους και τις προϋποθέσεις περί διατήρησης των θέσεων εργασίας, αλλά μέσω προγράμματος αναδιάρθρωσης αφενός ανακοίνωσε μαζικές απολύσεις και αφετέρου τροποποίηση συμβάσεων του μόνιμου και εξειδικευμένου προσωπικού σε εργολαβικό . ΔΙΚΑΙΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ και ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ Κοινή Θέση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενέργειας με τα Ευρωπαϊκά και Ελληνικά συνδικάτα για τον κόσμο της εργασίας, είναι πως ένας ευρύς κοινωνικός διάλογος, είναι παραπάνω από απαραίτητος μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτών, στη βάση πως δεν μπορεί να υπάρξει δίκαιη ενεργειακή μετάβαση χωρίς την ταυτόχρονη μετάβαση του εργατικού δυναμικού. Σε αυτό το νέο πλαίσιο λειτουργίας των Οικονομιών, θα πρέπει να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι μηχανισμοί χρηματοδότησης για την υλοποίηση προγραμμάτων επανειδίκευσης, ώστε να εξασφαλιστεί η μελλοντική απασχόληση του σημερινού εργατικού δυναμικού, ειδίκευσης για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, και υλοποίησης εκπαιδευτικών συστημάτων προσαρμοσμένα στις νέες απαιτήσεις του κάθε κλάδου. Για την επιτυχή ολοκλήρωση του εγχειρήματος μιας δίκαιης μετάβασης, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να περιβάλλονται από ένα ασφαλές θεσμικό πλαίσιο απασχόλησης, το οποίο θα προβλέπει: • Σταθερή εργασία με ικανοποιητικούς μισθούς και εγγυημένα εργασιακά δικαιώματα. • Εκπαίδευση, κατάρτιση, εξειδίκευση και διά βίου μάθηση. • Αξιοπρεπείς συνταξιοδοτικές παροχές σ/ν του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Εθνικός Κλιματικός Νόμος - Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή» και η Ελληνική πραγματικότητα Η πραγματικότητα είναι ότι ο κλιματικός νόμος που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από την Κυβέρνηση, είναι εξωπραγματικά «φιλόδοξος» και δεν διασφαλίζει την δίκαιη και ομαλή μετάβαση. Λαμβάνοντας υπόψη αφενός, ότι η Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη υστερεί σε πόρους και υποδομές, ότι η Ενεργειακή φτώχεια της κοινωνίας αγγίζει το 34,4% (σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Κομισιόν, ποσοστό από τα υψηλότερα πανευρωπαϊκά), και αφετέρου, δεν εξασφαλίζει την ενεργειακή επάρκεια της χώρας, ούτε το χαμηλό κόστος ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, δεν διαθέτει τα κατάλληλα εργαλεία και το αντίβαρο (μέτρα στήριξης), και δεν προβλέπει ειδική μέριμνα για την ενεργειακή φτώχεια, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι όλες οι κοινωνικές ομάδες θα μπορούν να ακολουθήσουν τον οδικό χάρτη, η ενεργειακή μετάβαση της χώρας μας θα μετατραπεί σε μια άστατη και δαπανηρή διαδικασία. Την ίδια στιγμή που οι ΗΠΑ αποφάσισαν να μισθώνουν Ομοσπονδιακές εκτάσεις για εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου και η νέα Γερμανική Κυβέρνηση αποφάσισε παρασκηνιακά να αυξήσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό Αέριο κατά 50 % , η Ελληνική Κυβέρνηση αποφασίζει να τρέξει ζητήματα ανθρακοποίησης της οικονομίας γρηγορότερα από τον Ευρωπαϊκό σχεδιασμό, αγνοώντας ότι για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές πρέπει να εξασφαλίσει τον ενεργειακό εφοδιασμό ταυτόχρονα και με ισορροπημένο τρόπο μέχρι την πλήρη ανθρακοποίηση. Ο δε ισχυρισμός της ότι η απαλλαγή από τα ορυκτά καύσιμα δεν θα είναι δαπανηρή, ούτε θα επηρεάσει την επάρκεια της ενέργειας και την άνοδο των τιμών, είναι ψευδής και αυτό αποδεικνύεται στην πράξη σήμερα, με τις υπέρογκες χρεώσεις στους καταναλωτές, στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις . Τι θα συμβεί στην Ελλάδα αν η ενεργειακή μετάβαση αργοπορήσει και δεν φθάσει η παραγωγή ηλεκτρικής πράσινης Ενέργειας στο επιθυμητό επίπεδο ; Η Κυβέρνηση πρέπει να είναι ειλικρινής σχετικά με τις επιπτώσεις και το κόστος της ενεργειακής μετάβασης το οποίο μετακυλίεται ήδη στον Έλληνα καταναλωτή. Οι ενέργειές της Κυβέρνησης επιβεβαιώνουν την πρόθεσή της να αφεθεί ολοκληρωτικά στην ιδιωτική πρωτοβουλία, ο ενεργειακός σχεδιασμός, η διαχείριση, η επάρκεια, η διαμόρφωση του ενεργειακού μείγματος και των τιμών κατανάλωσης . Σημαντική έλλειψη στο σχέδιο του Κλιματικού Νόμου είναι μια ολοκληρωμένη πρόταση της κυβέρνησης για την κατασκευή καθώς και την ανακύκλωση του εξοπλισμού ( π.χ. μπαταρίες) που είναι απαραίτητος για την παραγωγή πράσινης ενέργειας στην χώρα μας, φέρνοντας με αυτόν τον τρόπο επενδύσεις και το άνοιγμα θέσεων εργασίας. Καλούμε την Κυβέρνηση : • Να σταματήσει να απαξιώνει το Εθνικό πρόγραμμα έρευνας και εξόρυξης πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και να επισπεύσει τις έρευνες για παραγωγή φυσικού αερίου από εγχώρια κοιτάσματα. Η Ελλάδα πρέπει να εξασφαλίσει άφθονη και φθηνή ενέργεια, τόσο σε τοπική κατανάλωση, όσο και για εξαγωγές, ώστε να μην εισάγουμε μέχρι την πλήρη ανθρακοποίηση. • Nα ακυρώσει τα σχέδια της για συντόμευση της χρήσης λιγνίτη και υδρογονανθράκων, χωρίς προηγουμένως να έχει διασφαλίσει την επάρκεια φθηνής πράσινης ενέργειας και να βελτιώσει ταυτόχρονα την απόδοση ηλεκτροπαραγωγών μονάδων, εγκαθιστώντας συστήματα διακράτησης και διαχείρισης των εκπομπών (τεχνολογία CCUS), έτσι ώστε να καταστήσει ανταγωνιστικό το κόστος της εγχώριας παραγωγής από στερεά καύσιμα. Παρατηρήσεις για την έλλειψη σχεδιασμού του σ/ν Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) & Χρήση Υδρογόνου Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προειδοποιεί ότι οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνεχίζουν να είναι χαμηλές . Ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από 41% που ισχύει σήμερα είναι να φτάσει το 66% το έτος 2030. Λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη θεσμικού πλαισίου σχεδιασμού, ενεργειακών υποδομών, μηχανισμών και πρόβλεψης αποθήκευσης ενέργειας στη χώρα μας, ο στόχος της Κυβέρνησης ώστε η Ελλάδα να φτάσει το 66% της ηλεκτροπαραγωγής της από ΑΠΕ το έτος 2030, από 33% που είναι σήμερα, είναι ανέφικτος . Η Κυβέρνηση προκειμένου να επιταχύνει την ενεργειακή μετάβαση πέραν του Ευρωπαϊκού πλάνου, θα δημιουργήσει σοβαρότατο κόστος στον Έλληνα καταναλωτή και ανεπανόρθωτη ζημιά στην Ελληνική βιομηχανία διότι : Hδη χάνει έσοδα από την κατάργηση του λιγνίτη και ταυτόχρονα πληρώνει τις εισαγωγές ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού για την κατασκευή ανεμογεννητριών και φωτοβολταικών συστημάτων, ενώ ταυτόχρονα δεν λαμβάνει υπόψη το επιπρόσθετο κόστος μετάβασης της Ελληνικής βιομηχανίας που δεν απολαμβάνει τις οικονομίες κλίμακας, αλλά ούτε και τη σχετική γεωγραφική «προστασία» της υπόλοιπης Ευρώπης . Η δημιουργία αγοράς υδρογόνου στην Ελλάδα, Δυστυχώς οι αναφορές του κλιματικού νόμου στη δημιουργία οικονομίας υδρογόνου είναι ελλιπείς και εστιάζουν στο πράσινο υδρογόνο. Το δυναμικό της χώρας σε ΑΠΕ θα μπορούσε να καταστήσει την Ελλάδα έναν φυσικό ηγέτη στο πράσινο υδρογόνο, ωστόσο, δεδομένης της έλλειψης ουσιαστικής βιομηχανικής βάσης, η ανάπτυξη της αγοράς του πράσινου υδρογόνου μπορεί να βασίζεται μόνο σε ένα ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο και στην κρατική υποστήριξη για πιο προηγμένες εφαρμογές υδρογόνου (δηλ. δημόσιες οδικές μεταφορές, θαλάσσιες μεταφορές κλπ.) Επίσης, η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι υπέρμαχος της περιβαλλοντικής και οικονομικής αξίας του μπλε υδρογόνου (που παράγεται από διαδικασίες Carbon Capture and Storage ή CCS). Δεδομένου ότι το CCS είναι η πλέον ενδεδειγμένη στρατηγική απολιγνιτοποίησης των μεγαλύτερων βιομηχανιών της χώρας, η κυβέρνηση θα έπρεπε να παρέχει υποστήριξη σε αυτές τις τεχνολογίες αναγνωρίζοντας το μπλε υδρογόνο ως εφάμιλλο του πρασίνου. Άλλωστε σε μια χώρα χωρίς μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές πρασίνου υδρογόνου, ο μόνος τρόπος ανάπτυξης σημαντικών όγκων και συνεπώς υποδομών υδρογόνου σε χαμηλό κόστος είναι η υποστήριξη του μπλε υδρογόνου. Στο πλαίσιο για την γρήγορη ανάπτυξη των ΑΠΕ και συστημάτων υδρογόνου, θα πρέπει να δρομολογηθεί σχεδιασμός ούτως ώστε η ανθρακοποίηση να επιτευχθεί με ασφάλεια χωρίς κόστος και κραδασμούς. Ηλεκτροκίνηση Η Ευρώπη αν και πιο εξελιγμένη στο θέμα της Ηλεκτροκίνησης, (με βάση τα υπάρχοντα δίκτυα) έχει ως στόχο της την μετάβαση, με προσεκτικές κινήσεις, το έτος 2035 . Λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη δικτύων φόρτισης αυτοκινήτων και ότι η εγκατάσταση μονάδων γρήγορης φόρτισης συναντά σοβαρά δομικά ζητήματα στην Ελλάδα, ο στόχος της Κυβέρνησης για μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση το έτος 2030 είναι ουτοπικός. Εκτός από το κόστος που θα επιφέρει στον Έλληνα καταναλωτή, ενδέχεται να οδηγήσει σε μια νέα ενεργειακή κρίση αυτή τη φορά στα υγρά καύσιμα. Επίσης είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε ένα κύμα αγορών συμβατικών αυτοκινήτων πριν τη προθεσμία του νέου νόμου, αυξάνοντας έτσι το χρόνο και το τελικό κόστος της μετάβασης για όλη την οικονομία της χώρας . Μείωση αποτυπώματος αερίων του θερμοκηπίου από την βιομηχανία Με τον κλιματικό νόμο, η κυβέρνηση υποχρεώνει την βιομηχανική βάση της χώρας να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου 30% έως το έτος 2030 σε σχέση με το έτος 2022 (με βάση τη μονάδα έργου). Αυτός ο στόχος δεν έχει θεσμοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και πρακτικά καθιστά τις Ελληνικές επιχειρήσεις όχι μόνο μη ανταγωνιστικές απέναντι στους μη-Ευρωπαίους ανταγωνιστές τους, αλλά και με σημαντικό μειονέκτημα απέναντι σε άλλες Ευρωπαϊκές εταιρείες. Σε όλη την Ευρώπη, η βιομηχανία λαμβάνει Emission Allowances για ένα μέρος των εκπομπών της με στόχο την υποστήριξη της βιομηχανίας και της αποφυγής μετεγκατάστασης βιομηχανιών σε τρίτες χώρες. Τα περιβαλλοντικά κόστη της κάθε χώρας δεν πρέπει να υπερβαίνουν την πρόβλεψη της Ευρώπης και σε συνδυασμό με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να υπάρξει σχεδιασμός για αποφυγή μετεγκατάστασης επιχειρήσεων και απώλειας θέσεων εργασίας . Συγχρόνως, ο άμεσος ανταγωνισμός της ελληνικής βιομηχανίας βρίσκεται στα Ανατολικά και Νότια σύνορα της χώρας, δραστηριοποιείται με χαμηλότατο κόστος ενέργειας και χωρίς κανένα κόστος μετάβασης. Ο στόχος δεν είναι να μην κινηθούμε προς μια Net Zero κατεύθυνση αλλά να το κάνουμε ορθολογικά, σε συνδυασμό με τρίτες χώρες και την Ευρώπη, ώστε να μη χαθούν σημαντικές θέσεις εργασίας και πληγεί ανεπανόρθωτα η Ελληνική οικονομία. Καυστήρες πετρελαίου θέρμανσης Η κυβέρνηση σκοπεύει να απαγορεύσει τη χρήση καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης έως το έτος 2030 χωρίς να λαμβάνει υπόψη το απαγορευτικό κόστος για εγκατάσταση από πετρέλαιο σε φυσικό αέριο (και μελλοντικά υδρογόνο) σε συνδυασμό με τις υποδομές των δικτύων, οι οποίες δεν είναι ολοκληρωμένες. Τέλος ένα θέμα που στοιχίζει στην Ελληνική οικονομία και στο περιβάλλον είναι αυτό της διαχείρισης απορριμμάτων και ανακύκλωσης. Εάν η κυβέρνηση ήθελε να αναζητήσει ένα θέμα που και οικονομικά αλλά και από άποψη προστασίας του περιβάλλοντος έχει νόημα, θα επικεντρωνόταν στη γρήγορη διεκπεραίωση των διαδικασιών για τα έργα διαχείρισης απορριμμάτων, όπου η Ελλάδα κάνει ανεπανόρθωτες ζημιές στο περιβάλλον, πληρώνει σημαντικά πρόστιμα στην ΕΕ και κινδυνεύει να μη πετύχει την απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων. Η θερμική αξιοποίηση των απορριμμάτων θα ήταν μια διαδικασία που θα βοηθούσε τη χώρα να πιάσει τους στόχους ΑΠΕ, θα μείωνε σημαντικά τον όγκο σκουπιδιών που θάβονται και μολύνουν το περιβάλλον και θα έλυνε ένα χρόνιο πρόβλημα για τη χώρα.