Αρχική Όροι δόμησης, κατασκευής, επιτρεπόμενες χρήσεις γης για κέντρα δεδομένων, χωροταξικές και πολεοδομικές ρυθμίσεις, αξιοποίηση πόρων Πράσινου Ταμείου και λοιπές περιβαλλοντικές και ενεργειακές διατάξειςΆρθρο 46 Γνωμοδοτική αρμοδιότητα Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής για έργα και δραστηριότητες που δεν υπόκεινται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση – Τροποποίηση περ. ιστ) παρ. 5 άρθρου 27 ν. 4685/2020Σχόλιο του χρήστη WWF Ελλάς | 13 Νοεμβρίου 2023, 20:33
Η προωθούμενη διάταξη προβλέπει τη γνωμοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ στις περιπτώσεις έργων και δραστηριοτήτων τα οποία δεν υπάγονται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση και χωροθετούνται εντός προστατευόμενων περιοχών ευθύνης του. Διαφαίνεται ότι η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην κάλυψη ενός σημαντικού κενού της εθνικής νομοθεσίας σχετικά με την ενσωμάτωση του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ στην εθνική έννομη τάξη και ειδικότερα για τα έργα και δραστηριότητες που δεν υπάγονται στον ν. 4014/2011 και για τα οποία δεν εκπονείται η προβλεπόμενη στην οδηγία δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεών τους. Το ζήτημα αυτό έχει εγείρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη διαδικασία EU Pilot (EUP(2021)9806) που έχει εκκινήσει για μη ορθή ενσωμάτωση του άρθρου 6 παρ. 3 στην Ελλάδα, και έχει επίσης αποτελέσει αντικείμενο καταδίκης της χώρας μας από το Δικαστήριο της ΕΕ για μη εκπόνηση δέουσας εκτίμησης κατά τη χορήγηση οικοδομικών αδειών για κατοικίες στον Κυπαρισσιακό κόλπο (C-504/14). Ωστόσο, η προσέγγιση που προωθεί η υπό διαβούλευση διάταξη αποτελεί μια αποσπασματική και ανεπαρκή προσπάθεια επίλυσης του ως άνω ζητήματος για τους εξής λόγους: (α) Η υπό διαβούλευση διάταξη ορίζει 15νθήμερη προθεσμία για την άσκηση της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του ΟΦΥΠΕΚΑ σε θέματα δέουσας εκτίμησης όσον αφορά “έργα και δραστηριότητες” που “δεν υπόκεινται σε διαδικασία περιβαλλοντικής εκτίμησης”. Η διάταξη αυτή δεν προσδιορίζει με σαφήνεια την ομάδα των έργων αυτών. Η ασφυκτική 15νθήμερη προθεσμία καθιστά βέβαιο ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ο ΟΦΥΠΕΚΑ δεν θα ασκήσει την γνωμοδοτική του αρμοδιότητα, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρωθεί η απαιτούμενη από το ενωσιακό δίκαιο “δέουσα εκτίμηση” των έργων και δραστηριοτήτων αυτών, και η διαδικασία να συνεχιστεί χωρίς αυτή. Επίσης, καθιστά βέβαιο ότι δεν μπορεί να ασκηθεί η απαιτούμενη στις περιπτώσεις αυτές συμμετοχή του κοινού, η οποία, σε αντίθεση με το ενωσιακό δίκαιο (πρβλ. τις αποφάσεις ΔΕΕ C-323/17, παράγραφος 39 και C‑243/15, παράγραφος 49), δεν έχει ακόμα θεσμοθετηθεί. (β) Η προτεινόμενη διάταξη ορίζει ότι η γνωμοδότηση “γίνεται σύμφωνα με τις προβλέψεις των σχεδίων διαχείρισης… ή των αποφάσεων της παρ. 6 του άρθρου 21 ν. 1650/1986, αν αυτές έχουν εκδοθεί”. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, όμως, και για το ορατό μέλλον, αυτές δεν έχουν εκδοθεί, και η διάταξη δεν ορίζει τι θα συμβεί μέχρι τότε. Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικό αυτό ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποσπασματικά και μεμονωμένα μέσω των προβλέψεων των σχεδίων διαχείρισης ή των υπουργικών αποφάσεων, αλλά απαιτείται μια ολοκληρωμένη και συνεκτική προσέγγιση για να διασφαλιστεί ότι η χώρα μας θα συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της από την οδηγία 92/43/ΕΟΚ όπως έχει ερμηνευθεί από το ΔΕΕ. Είναι ασαφές αν η γνωμοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ θα παρέχεται στο πλαίσιο μιας διαδικασίας προελέγχου (screening), βάσει του πρώτου εδαφίου του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας, και αν ή με ποια διαδικασία θα απαιτείται η εκπόνηση δέουσας εκτίμησης, βάσει ποιων προδιαγραφών, και από ποιον (π.χ. τον φορέα του έργου;). (γ) Ελλείψει σαφούς πρόβλεψης στην κείμενη νομοθεσία για τη διαδικασία δέουσας εκτίμησης των επιπτώσεων έργων/δραστηριοτήτων που δεν υπάγονται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση, υπάρχει αβεβαιότητα πότε και πώς θα ενημερώσουν οι αρμόδιες αρχές τον ΟΦΥΠΕΚΑ για να διατυπώσει τη γνώμη του και ακόμα σημαντικότερο πώς θα λάβουν υπόψη τη γνώμη αυτή ειδικά σε ό,τι αφορά τη σαφή πρόβλεψη του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ ότι οι αρμόδιες αρχές εγκρίνουν το έργο μόνο όταν, βάσει των συμπερασμάτων της δέουσας εκτίμησης, βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου. (δ) Δεν γίνεται καμία αναφορά στα έργα ή δραστηριότητες τα οποία βρίσκονται εκτός των προστατευόμενων περιοχών αλλά δύνανται να επηρεάσουν σημαντικά τους τόπους αυτούς και τα προστατευτέα αντικείμενα. Η δέουσα εκτίμηση του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του ΔΕΕ, εφαρμόζεται σε έργα/σχέδια που είναι πιθανό να έχουν σημαντικές επιπτώσεις ανεξάρτητα από τη χωροθέτησή τους εντός ή εκτός των περιοχών του δικτύου Natura και στην περίπτωση των εκτός, ανεξάρτητα από την απόσταση από αυτές (βλ. C-98/03, σκέψη 51 και C418/04, σκ. 232-233) Η απουσία αναφοράς στα έργα αυτά στην υπό διαβούλευση διάταξη καθιστά την πρόβλεψη ελλιπή σε ό,τι αφορά τη συμμόρφωση της χώρας μας με το άρθρο 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τη δέουσα εκτίμηση. ____________ Τέλος, επ’ ευκαιρία θα πρέπει να σημειωθεί ότι το δεύτερο εδάφιο του στοιχείου ιστ΄ της παρ. 5 του άρθρου 27 του ν. 4685/2020 σχετικά με τη γνωμοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ προς τη Γενική Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ΥΠΕΝ (το οποίο σημειωτέον δεν τροποποιείται με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο) κρίνεται προβληματικό σε ό,τι αφορά τη δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων έργων και δραστηριοτήτων και προτείνουμε την τροποποίησή του. Ο ΟΦΥΠΕΚΑ και οι ΜΔΠΠ έχουν την κατάλληλη τεχνογνωσία για να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις των έργων και δραστηριοτήτων στις περιοχές του δικτύου Natura και την απαιτούμενη γνώση των τοπικών ιδιαιτεροτήτων και των προστατευτέων αντικειμένων. Η γνωμοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ θα πρέπει να απευθύνεται προς τις αδειοδοτούσες αρχές και να λαμβάνεται υπόψη από αυτές στο πλαίσιο της αδειοδοτικής διαδικασίας. Η “εσωτερική” γνωμοδότηση από τον ΟΦΥΠΕΚΑ προς το ΥΠΕΝ για τα έργα κατηγορίας Α εγείρει ανησυχίες τόσο σε ό,τι αφορά τη λήψη υπόψη όλων των απαιτούμενων στοιχείων από τις αδειοδοτούσες αρχές και την επαρκή και διαφανή αιτιολόγηση της απόφασής τους, όσο και σε ό,τι αφορά τη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης καθώς πολλές φορές η γνωμοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ δεν αναρτάται στο ΗΠΜ και συνεπώς οι πολίτες δεν έχουν στη διάθεσή τους τα στοιχεία αυτά προκειμένου να διαμορφώσουν την κρίση τους σχετικά με τις επιπτώσεις του εκάστοτε έργου για να μπορέσουν στη συνέχεια να συμμετάσχουν ουσιαστικά και έμπρακτα στη δημόσια διαβούλευση. Βάσει των ανωτέρω, το δεύτερο εδάφιο του στοιχείου ιστ΄ της παρ. 5 άρθρου 27 του ν. 4685/2020 θα πρέπει να τροποποιηθεί και να προβλεφθεί ρητά η αρμοδιότητα του ΟΦΥΠΕΚΑ να γνωμοδοτεί για τη δέουσα εκτίμηση έργων και δραστηριοτήτων κατηγορίας Α και Β προς τις αδειοδοτούσες αρχές (όπως ορίζονται στον ν. 4014/2011) ανεξάρτητα της σχετικής γνωμοδοτικής αρμοδιότητας της ΓΔΠΠ του ΥΠΕΝ. Αυτό θα συμβάλει τόσο στην ορθή εφαρμογή του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας λόγω της τεχνογνωσίας του ΟΦΥΠΕΚΑ όσο και στην ουσιαστική διαβούλευση βάσει των υποχρεώσεων της χώρας μας από τη Σύμβαση Άαρχους για την πρόσβαση των πολιτών στην περιβαλλοντική πληροφορία και τη συμμετοχή τους στη λήψη περιβαλλοντικών αποφάσεων.