• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ)' | 14 Σεπτεμβρίου 2024, 11:24

    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού για το υπό διαβούλευση Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα 1) Ανανεώσιμες Πηγές Σύμφωνα με το αναθεωρημένο σχέδιο, ο στόχος για τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στην Ελλάδα είναι στο 45% για το 2030 και στο 64% για το 2035 (από περίπου 25% σήμερα). Όσον αφορά τον ηλεκτρισμό, ο στόχος διείσδυσης των ΑΠΕ είναι στο 77% για το 2030 και στο 96% για το 2035 (από περίπου 55% σήμερα). Και οι δύο αυτοί στόχοι είναι φιλόδοξοι, ειδικά ο στόχος για τη συμμετοχή των ΑΠΕ στο γενικό μείγμα ενέργειας, που θα πρέπει σχεδόν να διπλασιαστεί μέσα στα επόμενα έξι χρόνια. Στον Πίνακα 30 (σελ. 436) του ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι το ποσοστό των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας το 2025 θα είναι 33%. Όμως δεν προκύπτει από πουθενά ένα τόσο υψηλό σημείο εκκίνησης, καθώς τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία που αφορούν το 2022 δείχνουν αυτό τον δείκτη να είναι στο 22,6% κι έχοντας παρουσιάσει μια αύξηση μόλις 0,7 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2021. Δεν είναι στη γνώση μας ποιες ριζικές αλλαγές συντελούνται στον γενικότερο ενεργειακό τομέα της Ελλάδας την τριετία 2023-2025, οι οποίες να είναι τέτοιες που να αυξήσουν κατά 50% (από 22% σε 33%) τη συμμετοχή των ΑΠΕ στο συνολικό ενεργειακό μείγμα. Ένα πιθανό σενάριο είναι να μην καταφέρουν να επιτύχουν, ούτε η Ελλάδα ούτε η ΕΕ στο σύνολό της (συμμετοχή ΑΠΕ στο 23% το 2022 και στόχος για 42,5% το 2030) το στόχο που έχει τεθεί για συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας το 2030. Αυτό σημαίνει ότι το τελικό αναθεωρημένο ΕΣΕΚ θα πρέπει να συμπεριλάβει και ένα εναλλακτικό και πιο ρεαλιστικό σενάριο και να καταγράψει ποια μέτρα ενεργειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής πρέπει να υλοποιηθούν έτσι ώστε να επιτευχθεί ο πιο ρεαλιστικός στόχος. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) προτείνει την ενσωμάτωση πιο ρεαλιστικών σεναρίων που να στοχεύουν στην ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας και στην εφαρμογή προγραμμάτων μείωσης κατανάλωσης ενέργειας, πριν τον ορισμό και την υλοποίηση φιλόδοξων στόχων ΑΠΕ. Μια προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η μείωση της ακαθάριστης κατανάλωσης ενέργειας μέσω επενδύσεων στην ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, στη διατήρηση και επανάχρηση ιστορικών κτιρίων, στην ενθάρρυνση της βιώσιμης κινητικότητας εντός και εκτός αστικών κέντρων, καθώς και στη μετάβαση σε τεχνολογίες αποδοτικότερης χρήσης ενέργειας. Μια δεύτερη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η ενθάρρυνση της συμμετοχής των πολιτών σε συλλογικά σχήματα αυτοπαραγωγής και εξοικονόμησης ενέργειας. Με απλοποιημένες διαδικασίες αδειοδότησης και ευνοϊκούς όρους, αυτά τα σχήματα μπορούν να γίνουν ιδιαίτερα ελκυστικά για ένα μεγάλο μέρος των πολιτών. Επιπλέον, ο συνδυασμός αυτών των έργων με ερευνητικά προγράμματα μπορεί να προσφέρει προστιθέμενη αξία και να καταστήσει τη χώρα πρωτοπόρα στην επίτευξη των εθνικών στόχων και στην επιστημονική έρευνα (τέτοια καλή πρακτική αποτελεί το έργο CRETE VALLEY ). Όσον αφορά τον ηλεκτρισμό, ο στόχος του 76% φαίνεται επιτεύξιμος υπό προϋποθέσεις. Βασικότερη εκ των οποίων είναι να λυθεί το πρόβλημα με την χωροθέτηση των νέων έργων ΑΠΕ, ειδικά τα μεγάλα φωτοβολταϊκά, τα αιολικά και τα θαλάσσια αιολικά (υπεράκτια). Η δεύτερη βασική προϋπόθεση για να αυξηθεί κατά είκοσι ποσοστιαίες μονάδες η συμμετοχή των ΑΠΕ στο μίγμα ηλεκτρισμού τα επόμενα έξι χρόνια, είναι να επιλυθεί το πρόβλημα με τα δίκτυα ηλεκτρισμού στη χώρα μας. Αναφορικά με θέμα της χωροθέτησης, η ΕΛΛΕΤ επισημαίνει: για τα μεγάλα φωτοβολταϊκά, η ΕΛΛΕΤ προτείνει η χωροθέτησή τους να γίνεται σε ήδη αλλοιωμένες ή υποβαθμισμένες περιοχές. Επίσης σε ημι-ερειπωμένες ή μη αγροτικές εκτάσεις χωρίς απότομες κλίσεις γης, ή ακόμα και σε επίπεδους χώρους κοντά σε υφιστάμενους δρόμους. Αναφορικά με τις χερσαίες ανεμογεννήτριες κρίνεται ότι θα πρέπει κατά προτεραιότητα να χωροθετούνται κοντά σε κέντρα ενεργειακής κατανάλωσης ή ήδη υπάρχοντες δρόμους. Άλλες χωροθετήσεις είναι συζητήσιμες, ενώ θα πρέπει να αποφεύγονται προστατευόμενες περιοχές η πολιτιστικά τοπία, όπου τα αιολικά πάρκα αξιολογούνται ως καταστροφικά για την βιοποικιλότητα, τη φύση και τον πολιτισμό. Όσον αφορά τα υπεράκτια αιολικά, η ΕΛΛΕΤ θεωρεί επιτακτική ανάγκη την ολοκλήρωση της κατάρτισης του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, ο οποίος αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την προώθηση τους. Οι Υπεράκτιες Αιολικές Ανεμογεννήτριες, εφόσον σχεδιάζονται και λειτουργούν σωστά, θα μπορούσαν να συμβάλουν καθοριστικά στην παραγωγή καθαρής ενέργειας και να αποτελέσουν μια εναλλακτική λύση στις μεγάλες πιέσεις που υφίστανται νησιωτικές και ορεινές περιοχές από τις προτεινόμενες βιομηχανικής έκτασης χερσαίες χωροθετήσεις αιολικών πάρκων. Σε κάθε περίπτωση, σημειώνεται ότι στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ η γεωθερμία έχει έναν εξαιρετικά περιορισμένο ρόλο, ειδικά στην παραγωγή ηλεκτρισμού. Αναφέρεται (σελ. 130) ότι ο στόχος είναι για 100 MW εγκατεστημένης ισχύος από σταθμούς παραγωγής ηλεκτρισμού με χρήση γεωθερμίας. Αυτό το νούμερο είναι εξαιρετικά χαμηλό σε σύγκριση με το πλούσιο γεωθερμικό δυναμικό της Ελλάδας και ουσιαστικά σημαίνει την πλήρη παραίτηση της Πολιτείας από την εκμετάλλευση αυτής της συνεχούς και ελεγχόμενης ανανεώσιμης πηγής ενέργειας. Η γεωθερμία χρειάζεται μικρές εκτάσεις για την εγκατάσταση ενός σταθμού, δεν προκαλεί κανενός είδους οπτική όχληση, έχει συνεχή παραγωγή όλο το 24ωρο και η ποσότητα της παραγόμενης ισχύος μπορεί να είναι ελεγχόμενη (κατανεμόμενη μονάδα). Φυσικά, θα πρέπει και οι τοπικές κοινωνίες να συμμετέχουν στα μεγάλα έργα γεωθερμίας μέσω Ενεργειακών Κοινοτήτων ή/και άλλων πρόσφορων μηχανισμών. Έτσι θα νιώσουν ότι έχουν άμεσο όφελος από την ανάπτυξη αυτής της τεχνολογίας και θα την στηρίξουν. Η ΕΛΛΕΤ τα τελευταία 25 χρόνια δίνει αγώνα για την προώθηση της γεωθερμίας ως της πιο κοινωνικά και περιβαλλοντικά φιλικής μορφής ΑΠΕ και αυτό θα συνεχίσει να κάνει με συστηματικό τρόπο έως ότου πειστεί η Πολιτεία να ξεπεράσει τις φοβίες και τις αναστολές της και να επενδύσει πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά στην ανάπτυξη των γεωθερμικών πεδίων υψηλής ενθαλπίας για παραγωγή ηλεκτρισμού στην Ελλάδα. 2) Υδροηλεκτρικά - Νερά Στο υπό διαβούλευση σχέδιο (σελ. 127) αναφέρεται ότι θα κατασκευαστούν νέα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα στην Ελλάδα κατά την επόμενη 25ετία. Τα νέα έργα θα έχουν ισχύ περίπου 1.400 ΜW, αυξάνοντας έτσι τη συνολική ισχύ των μεγάλων υδροηλεκτρικών στην Ελλάδα από 3.100 MW σε 4.500 MW. H ΕΛΛΕΤ αναγνωρίζει την αναγκαιότητα να χρησιμοποιηθούν όλες οι διαθέσιμες ανανεώσιμες πηγές προκειμένου να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα. Επίσης, αναγνωρίζεται ησημασία των μεγάλων υδροηλεκτρικών και της ευελιξίας που αυτά προσφέρουν, ειδικά σε ένα μελλοντικό ηλεκτρικό σύστημα που θα κυριαρχείται από κυμαινόμενες πηγές ενέργειας όπως τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά. Ταυτόχρονα όμως και με δεδομένο ότι τα μεγάλα υδροηλεκτρικά απαιτούν μεγάλες επεμβάσεις στα ποτάμια συστήματα της Ελλάδας, η ΕΛΛΕΤ έχει την ευθύνη να υπογραμμίσει και να προτείνει την υιοθέτηση αυστηρότερων κριτηρίων χωροθέτησης για τα νέα υδροηλεκτρικά έργα, εξασφαλίζοντας ότι θα προστατευθούν οι φυσικοί πόροι και η βιοποικιλότητα των περιοχών που επηρεάζονται. Σε περιοχές όπου δεν μπορούν να μετριαστούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις, προτείνεται η μη κατασκευή μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων και η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων (πχ. να επιλέγεται άλλη πιο πρόσφορη περιβαλλοντικά τοποθεσία). Σε αυτό το σημείο τονίζεται ότι στον σχεδιασμό και στη λειτουργία των μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων δεν εμπλέκονται μόνο οι ενεργειακές εταιρείες αλλά και οι δημόσιοι οργανισμοί που έχουν την ευθύνη διαχείρισης των υδάτων σε κάθε περιοχή. Και αυτό γιατί πολλά υδροηλεκτρικά έργα είναι πολλαπλού σκοπού, χρησιμοποιούνται δηλαδή πέραν από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και στην άρδευση, την ύδρευση και την αντιμετώπιση πλημμυρικών κινδύνων. Αυτή η εμπλοκή καθιστά αναγκαίο τον εκσυγχρονισμό και τη θεμελιώδη αλλαγή αυτών των δημόσιων οργανισμών (ΤΟΕΒ, ΓΟΕΒ) έτσι ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις μεγάλες κλιματικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις των επόμενων δεκαετιών. 3) Δίκτυα ηλεκτρισμού Πολλές περιοχές στην Ελλάδα εμφανίζουν πρόβλημα κορεσμού στα δίκτυα μέσης και χαμηλής τάσης. Σημαντικοί περιορισμοί υπάρχουν επίσης στο σύστημα μεταφοράς της υψηλής τάσης. Αυτό εμποδίζει σε αρκετές περιπτώσεις τη σύνδεση νέων έργων ΑΠΕ στο δίκτυο. Επίσης η μη αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και η περιορισμένη μεταφορική ικανότητα των διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων της Ελλάδας οδηγούν σε μεγάλες περικοπές ενέργειας στην παραγωγή των ανανεώσιμων πηγών και ειδικά των αιολικών. Και αυτό γιατί για πολλές ώρες μέσα στον χρόνο δεν υπάρχει τρόπος απορρόφησης του πλεονάσματος πράσινης ενέργειας, ούτε σε αποθήκευση, ούτε σε εξαγωγή ούτε σε κάλυψη ζήτησης. Πρέπει επομένως να ενισχυθούν και να επεκταθούν τα δίκτυα ηλεκτρισμού. Κι εδώ όμως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο παράγοντας περιβάλλον στις διάφορες μορφές του. Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να επενδυθούν από τους διαχειριστές των δικτύων τα απαραίτητα ποσά ώστε να αναπτυχθούν συστήματα -με χρήση και τεχνητής νοημοσύνης- που θα αποτρέπουν ή/και θα εντοπίζουν έγκαιρα τυχόν πυρκαγιές που προκαλούνται σε δάση και δασικές εκτάσεις από τη λειτουργία των δικτύων ηλεκτρισμού. Ένα σημαντικό επίσης ζήτημα έχει να κάνει με τη διασύνδεση των νησιών με την ηπειρωτική χώρα. Οι διασυνδέσεις των Δωδεκανήσων και των νησιών του Βορείου Αιγαίου πρέπει να επιταχυνθούν έτσι ώστε να παύσει οριστικά η λειτουργία των ρυπογόνων πετρελαϊκών μονάδων σε αυτά τα νησιά. Δεν είναι θέμα μόνο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής αλλά και βελτίωσης της ποιότητας του αέρα στα νησιά, που επιβαρύνεται από τους αέριους ρύπους των πετρελαϊκών μονάδων. 4) Διαχείριση αποβλήτων Το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ), που αναθεωρήθηκε το 2023, μόνο μερικώς υλοποιείται με αποτέλεσμα η χώρα να βρίσκεται πολύ πίσω από τους στόχους για ανακύκλωση και μείωση της ποσότητας των αποβλήτων. Συγκεκριμένα, η ανακύκλωση αστικών αποβλήτων βρίσκεται στάσιμη στο 20% ενώ το ΕΣΔΑ θέτει τον (πολύ) φιλόδοξο στόχο του 60% για το 2030. Έως και σήμερα δεν παρατηρείται κάποια ριζική αλλαγή στο θέμα της ανακύκλωσης, καθιστώντας πιθανό το σενάριο να μην επιτευχθεί ο στόχος ανακύκλωσης που έχει τεθεί για το 2030. Ως εκ τούτου προτείνεται το ΕΣΕΚ να πρέπει να συμπεριλάβει στο βασικό σενάριό του αυξημένες (σε σχέση με όσα αποτυπώνονται στους Πίνακες 14 και 15, σελ. 228) εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τα απόβλητα για το 2030. Η ΕΛΛΕΤ επισημαίνει ότι η ορθή διαχείριση των αποβλήτων είναι καίριας σημασίας για την επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ και την προστασία του περιβάλλοντος. Η ανακύκλωση και η μείωση των αποβλήτων παραμένουν μεγάλες προκλήσεις για την Ελλάδα, και οι τρέχουσες επιδόσεις δεν επαρκούν για την επίτευξη των στόχων του 2030. Το ΕΣΕΚ πρέπει να θέσει πιο συγκεκριμένες δράσεις για την εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας, που ενσωματώνει τις αρχές της μείωσης, επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης υλικών. Πιο συγκεκριμένα, η κυκλική οικονομία μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ενώ συμβάλλει στην εξοικονόμηση πόρων και στην μείωση της περιβαλλοντικής ρύπανσης. Το ΕΣΕΚ πρέπει να ενσωματώσει συγκεκριμένα μέτρα που προωθούν την επαναχρησιμοποίηση προϊόντων και την παραγωγή ενέργειας από τα απόβλητα. Η υλοποίηση αυτών των δράσεων θα βοηθήσει στην αποτελεσματική διαχείριση των αστικών αποβλήτων, μειώνοντας τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και επιταχύνοντας τη μετάβαση σε μια πιο βιώσιμη οικονομία. Επιπλέον, η ΕΛΛΕΤ προτείνει την ενίσχυση της νομοθεσίας και των μηχανισμών παρακολούθησης ώστε να διασφαλιστεί η εφαρμογή του ΕΣΔΑ, με έμφαση στην προώθηση της ανακύκλωσης και στην ενίσχυση των τοπικών δομών διαχείρισης αποβλήτων. Η ενθάρρυνση της συμμετοχής των πολιτών και των επιχειρήσεων μέσω ενημερωτικών εκστρατειών και οικονομικών κινήτρων είναι απαραίτητη για να επιτευχθούν οι στόχοι ανακύκλωσης και μείωσης αποβλήτων.