Αρχική Χωροθέτηση Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων (ΜΥΗΕ)Άρθρο 3 – Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών και λοιπών λεπτομερειώνΣχόλιο του χρήστη ΥΔΡΟΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. | 19 Αυγούστου 2010, 15:44
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αξιότιμη κα Υπουργός ΠΕΚΑ, Σε συνέχεια των σχολίων μας επί του πρώτου και δεύτερου άρθρου επί της δημόσιας διαβούλευσης για τη «Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών και λοιπών λεπτομερειών των κριτηρίων χωροθέτησης Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων (ΜΥΗΕ) που προβλέπονται στο Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ) σύμφωνα με την παρ 5 του άρθρου 9 του Ν. 3851/2010» θα θέλαμε να επαναλάβουμε οτι η εταιρεία μας,συστήθηκε το έτος 1997 με σκοπό την παραγωγή ενέργειας από υδατοπτώσεις (υδροηλεκτρικοί σταθμοί).Στην πέραν της δεκαετίας πορεία της εταιρείας στο χώρο έχει να επιδείξει την ολοκλήρωση μετά από πλείστες δυσκολίες και αντιξοότητες την κατασκευή και λειτουργία τεσσάρων έργων μικρών υδροηλεκτρικών σταθμών συνολικής ισχύος 5,27 MW. Το παλαιότερο από αυτά ετέθη σε λειτουργία το έτος 2000 ενώ το πιο πρόσφατο το έτος 2008 ενώ τα τέσσερα αυτά έργα έχουν ονομαστική ισχύ 1,3 MW, 0,98 MW, 0,99 MW , 2,0 MW. Πέραν των ήδη λειτουργούντων έργων η εταιρεία μας προωθεί αδειοδοτικά άλλα δώδεκα ΜΥΗΕ συνολικής ισχύος 22,55 MW με επιμέρους ισχύς από 0,3MW έως 3,0 MW, ενώ βρίσκεται και σε στάδιο κατάρτισης έντεκα νέων προτάσεων ΜΥΗΕ συνολικής ισχύος 27,4 MW . Τα υπό αδειοδότηση έργα βρίσκονται σε διάφορες φάσεις της αδειοδοτικής διαδικασίας, με τα περισσότερα από αυτά να βρίσκονται στη φάση της έκδοσης Απόφασης ΠΠΕΑ ή ΜΠΕ, όλα στην αρμόδια υπηρεσία της ΕΥΠΕ ως έργα Α1 κατηγόριας .Από αυτά κατόπιν εφαρμογής των κριτηρίων του άρθρου 3 δυο από τα τέσσερα λειτουργούντα έργα δεν θα έπρεπε να λειτουργούν (ποσοστό 50%), τρία από τα τέσσερα που λειτουργούν δεν μπορούν να επεκταθούν ως προς την ισχύ τους με ελάχιστες ωστόσο περιβαλλοντικές επεμβάσεις και υφιστάμενες υποδομές (ποσοστό 75%),και εννέα από τα δώδεκα έργα που βρίσκονται στη φάση της περιβαλλοντική αδειοδότησης δεν μπορούν να προχωρήσουν και να λάβουν άδεια εγκατάστασης(ποσοστό 75%). Όσον αφορά τα υπό διερεύνηση έργα για τα οποία προετοιμάζουμε προτάσεις για έκδοση αδείας παραγωγής εννέα από τα έντεκα δεν πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 3 (ποσοστό 82%). Όπως είναι φανερό στη μεμονωμένη περίπτωση της εταιρείας μας το μέλλον διαγράφεται απαγορευτικό και μάλλον μετά από 13 χρόνια στο χώρο των ΜΥΗΕ θα πρέπει να αλλάξουμε αντικείμενο ενασχόλησης. Μάλλον το μέγεθος των 4.040 Μwh/Mw που παρουσίασαν τα έργα μας κατά το έτος 2009 δεν είναι άξιο λόγου και η προσφορά μας στο ενεργειακό ισοζύγιο θα πρέπει να θεωρηθεί μηδαμινή. Μηδαμινή θα πρέπει να λογίζεται από όλους εκείνους που δημιουργούν κλίμα απαγορευτικό για τα ΜΥΗΕ , η προσφορά μας στην τοπική κοινωνία και τους Δήμους που έχουν χωροθετηθεί τα εν λειτουργία έργα μας από την πώληση της ενέργειας. Μηδαμινή θα πρέπει να λογίζεται και η προσφορά μας στην τοπική κοινωνία μέσω ανταποδοτικών έργων άρδευσης που έχουν πραγματοποιηθεί στα τρία από τα τέσσερα εν λειτουργία έργα μας με αποδέκτες χιλιάδες αρδευόμενος καλλιεργητές , όπως και η προσφορά μας για τη συντήρηση επι μιας δεκαετίας ενός δημόσιου αρδευτικού έργου μήκους τεσσάρων χιλιομέτρων που έχει αφεθεί στην τύχη του από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Η υλοποίηση ενός ΜΥΗΕ οδηγεί στην αξιοποίηση και βελτίωση όλων των υποδομών που βρίσκονται πλησίον του. Βελτιώνεται το οδικό δίκτυο, βελτιώνεται κατά συνήθη τακτική το αρδευτικό δίκτυο της κάθε περιοχής , αυξάνεται ο αριθμός των αρδευόμενων καλλιεργητών, δημιουργείται σημαντική υποδομή για την πυρόσβεση δυσπρόσιτων περιοχών καθώς και μια σειρά άλλων υποδομών που σχετίζονται με την σταθεροποίηση του ηλεκτρικού δικτύου απομακρυσμένων περιοχών και οικισμών που εν έτη 2010 δεν μπορούν να απολαμβάνουν την ίδια ποιότητα ηλεκτρικού ρεύματος με αυτών των αστικών κέντρων. Και ερωτάται κανείς πως αυτά τα ωφέλη και πολλά άλλα μπορούν να ενσωματωθούν σε έναν μαθηματικό τύπο ούτως ώστε να διασφαλίζεται το περιβάλλον και να προωθούνται τα ΜΥΗΕ? Μη γελιόμαστε, τα κριτήρια του άρθρου 3 εξυπηρετούν έναν και μόνο σκοπό, το σφαγιασμό όλων των ΜΥΗΕ, την παύση εργασίας μιας πλειάδας επιστημόνων που σχετίζονται με τον κλάδο και την αποστροφή των υφιστάμενων καθώς και άλλων υποψήφιων επενδυτών σε άλλα αντικείμενα, πιο περιβαλλοντικά ή ακόμα και στο ίδιο αντικείμενο αλλά σε άλλες γειτονικές χώρες ! Τα στατιστικά αποτελέσματα της εφαρμογής των κριτηρίων του άρθρου 3 στα υποψήφια ΜΥΗΕ επιβεβαιώνουν το σκοπό αυτό . Αναφορικά λοιπόν με το επιστημονικό υπόβαθρο του μαθηματικού τύπου σε καμία χώρα του κόσμου, ακόμη και σε αυτές με ίδιες ή παρόμοιες υδρολογικές και γεωλογικές συνθήκες με την Ελλάδα, όπου ήδη έχει αξιοποιηθεί το μεγαλύτερο ποσοστό του διαθέσιμου μικροϋδροηλεκτρικού δυναμικού, δεν έχει γίνει καν προσπάθεια να συσχετιστεί το μήκος εκτροπής με την ισχύ του έργου. Σε όλη την Ευρώπη αλλά και στον κόσμο, η διατήρηση της διαβίωσης του οικοσυστήματος στο τμήμα της εκτροπής εξασφαλίζεται μέσω της λεγόμενης οικολογικής ή διατηρητέας παροχής. Ο καθορισμός της ποσότητας της οικολογικής παροχής γίνεται με βάση τα υδραυλικά, υδρολογικά και γεωλογικά χαρακτηριστικά του ρέματος καθώς και με βάση άλλα χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με την ιχθυολογική σημασία καθώς και οικολογικές παραμέτρους. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της οικολογικής παροχής είναι: 1.Μέθοδοι που βασίζονται σε υδρολογικές ή στατιστικές παραμέτρους (η οικολογική παροχή καθορίζεται ως ποσοστό της μέσης ετήσιας παροχής ή της ελάχιστης μέσης παροχής, ή με βάση συγκεκριμένες τιμές της Καμπύλής Διάρκειας Παροχής) 2.Μέθοδοι που βασίζονται σε γεωμετρικά ή γεωλογικά χαρακτηριστικά (ορίζεται με βάση συγκεκριμένη τιμή ειδικής απορροής με βάση το εμβαδό της λεκάνης) 3.Μέθοδοι που βασίζονται στην ταχύτητα και στο βάθος ροής 4.Πολυπαραμετρικοί μέθοδοι που λαμβάνουν υπόψη περιβαλλοντικές, οικονομικές και ποιοτικές παραμέτρους Συνήθως προτιμάται ο καθορισμός της οικολογικής παροχής με βάση την ελάχιστη μέση ετήσια παροχή ή την μεγαλύτερη από τις ελάχιστες μηνιαίες παροχές ενός μέσου έτους. Σε κάθε περίπτωση ο ενδιάμεσος εμπλουτισμός πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Τυχόν επιπλέον περιορισμοί θα πρέπει να είναι ξεκάθαροι, πλήρως αιτιολογημένοι και να εφαρμόζονται μόνο κατά περίπτωση. Ας δούμε λίγο τι ισχύει στην Ευρώπη για την οικολογική παροχή Γαλλία: 1/10 της μέσης ετήσιας παροχής και για παροχές μεγαλύτερες από 80 m3/sec το 1/20 μέχρι το 1987. Μετά το 1987 οι παραπάνω τιμές μειώνονται στο ¼. Ελλάδα: 30% της μέσης θερινής παροχής ή 50% της μέσης τιμής του Σεπτεμβρίου Ιταλία: υπάρχουν οδηγίες καθορισμού της οικολογικής παροχής από τις αρμόδιες υπηρεσίες μέσω πολυπαραμετρικών αναλυτικών σχέσεων που λαμβάνουν υπόψη διάφορες παραμέτρους. Προκύπτει τιμή της τάξεως 4-6 lt/km2 (ανάλογα με το εμβαδό της λεκάνης) Λιθουανία: ισχύουν δύο τιμές ανάλογα με την περιοχή. Για την 1η περιοχή είναι ίση με την τιμή που αντιστοιχεί στην τιμή των τελευταίων 30 ημερών της ΚΔΠ (ανάλυση 5 ετών) ενώ για την δεύτερη περιοχή είναι χαμηλότερη γιατί καθορίζεται με στοιχεία 20 ετών. Στην περίπτωση εκτροπής η τιμή καθορίζεται στο 10% της μέσης ετήσια παροχής. Νορβηγία: η τιμή καθορίζεται με βάση την τιμή που εμφανίζεται 350 μέρες το χρόνο στην ΚΔΠ Πορτογαλία: ίση με το 10% της μέσης ετήσιας παροχής Σκωτία: ίση με το 45% της μέσης ετήσιας παροχής Ισπανία: μέχρι το 2001 η τιμή ήταν ίση με το 10% της μέσης ετήσιας παροχής. Μετά το 2001 η τιμή της οικολογικής παροχής καθορίζεται μέσω των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (στην Ελλάδα που είναι) ξεχωριστά για κάθε λεκάνη. Η τιμή που προκύπτει κυμαίνεται μεταξύ των 2-4 lt/km2 Ηνωμένο Βασίλειο: Δεν υπάρχει σαφής μεθοδολογία καθορισμού. Συνήθως επιλέγεται η τιμή που αντιστοιχεί στο 95% της ΚΔΠ. Αυστρία: Η Αυστρία δεν έχει συγκεκριμένη μέθοδο υπολογισμού παρά μόνο κάποιες προσεγγίσεις της σωστής τιμής. Η τιμή της οικολογικής παροχής καθορίζεται από υπηρεσιακό παράγοντα, ειδικό στα θέματα αυτά και λαμβάνεται υπόψη και στην διαδικασία επιχορήγησης. Προκύπτουν διαφορετικά αποτελέσματα από διαφορετικά άτομα με διαφορετική εμπειρία. Οι πρώτες συζητήσεις για τον καθορισμό της τιμής ξεκινούν μεταξύ της μέσης ελάχιστης ετήσιας παροχής και της μέσης ελάχιστης μηνιαίας παροχής. Ελβετία: Η οικολογική παροχή κυμαίνεται γύρω από την τιμή που αντιστοιχεί στο 95% της ΚΔΠ. Γερμανία: Δεν υπάρχει μέθοδος για όλη τη χώρα. Κάθε περιοχή έχει τη δική της μέθοδο. Η πιο κοινή τιμή είναι αυτή που αντιστοιχεί στο 1/3 της μέσης ελάχιστης παροχής. Αναφορικά με την ενδιάμεση απόσταση μεταξύ έργων σύμφωνα με την ΥΑ, η ΥΑ πρέπει να «συμπληρώνει» και να «εξειδικεύει» το Ειδικό Χωροταξικό. Στην ουσία όμως καταργεί ορισμένες παραγράφους του. Συγκεκριμένα στην παράγραφο 3.γ του άρθρου 16 αναφέρεται: γ. Όταν προβλέπεται εκτροπή του νερού από τη φυσική κοίτη του υδατορεύματος και για μήκος μεγαλύτερο των 250m, το μήκος του τμήματος φυσικής κοίτης που θα αφήνεται μεταξύ δύο επάλληλων Μ.ΥΗ.Ε. (δηλαδή μεταξύ του σημείου επαναφοράς του νερού στη φυσική κοίτη για το ανάντη Μ.ΥΗ.Ε. και του σημείου υδροληψίας ή την αρχή της τεχνητής λίμνης του πλησιέστερου κατάντη Μ.ΥΗ.Ε. δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 1000 m. Με βάση την παραπάνω παράγραφο ορίζεται σαφώς ότι το ενδιάμεσο μήκος μπορεί να είναι ίσο με 1001 m και πάνω. Με την φράση που προστίθεται στη ΥΑ «ταυτόχρονα δεν πρέπει να υπολείπεται του 33% του συνολικού μήκους…..» στην ουσία καταργείται η παράγραφο του Ειδικού χωροταξικού αφού για έργα που η ενδιάμεση απόσταση είναι μικρότερη του 33% και ταυτόχρονα είναι μεγαλύτερη από 1000 m αποκλείονται. Αντίστοιχα στην παράγραφο δ2 του άρθρου 16 αναφέρεται: δ2) στην περίπτωση έργων πολλαπλής χρήσης νερού ή στην περίπτωση ενσωμάτωσης Μ.ΥΗ.Ε. σε υφιστάμενο αρδευτικό ή υδρευτικό δίκτυο, ακόμη και αν απαιτηθεί αντικατάσταση μέρους ή του συνόλου του δικτύου. Με την ΥΑ καταργείται η παραπάνω εξαίρεση με αυθαίρετο τρόπο, καταργώντας επίσης τα οποιαδήποτε οφέλη θα είχαμε από έργα πολλαπλού σκοπού, ενω θα πρέπει να εξεταστεί, εκτός από το επιστημονικό κομμάτι της ΥΑ, και το κατά πόσο είναι νόμιμη, αφού δεν συμπληρώνει και δεν εξειδικεύει το Ειδικό Χωροταξικό αλλά το καταργεί. Αναφορικά με την ελάχιστη στάθμη των 20 cm, η κατασκευή καθενός έργου ΑΠΕ ξεχωριστά αποτελεί μοναδική διεργασία η οποία πρέπει να σέβεται και να εξασφαλίζει τις ειδικές συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες του περιβάλλοντος χώρου και οικοτόπου. Πριν την κατασκευή ενός έργου πρέπει να τίθενται και να εξασφαλίζεται η τήρηση συγκεκριμένων όρών και προϋποθέσεων που να διασφαλίζουν αφενός την προστασία του περιβάλλοντος και αφετέρου την σωστή και άρτια κατασκευή των έργων. Ωστόσο και χωρίς να επικροτούμε την κατάσταση που παρατηρείται στα ποτάμια και ρέματα κυρίως της Βόρειας Πελοποννήσου, η όποια εναπομένουσα ροή υπάρχει σε ρέματα ή ποταμούς κατακρατείται στο σύνολο της για την άρδευση εκτάσεων με έργα που συχνά είναι αυθαίρετα και καταχρηστικά με αποτέλεσμα η κοίτη των εν λόγω ρεμάτων ή ποταμών να είναι εντελώς ξερή και για διάστημα δυο ή τριών μηνών. Η διαβίωση της ιχθυοπανίδας σε ένα ρέμα δεν επηρεάζεται από το εμβαδόν της ενεργούς υδάτινης διατομής αλλά από το μέγιστο ύψος νερού που πρέπει να κυλά και για συγκεκριμένο πλάτος διατομής στο δημιουργούμενο κάτω υδάτινο τόξο.Πιο συγκεκριμένα για τη διαβίωση των ειδών ιχθύων που διαβιούν σε ένα ρέμα απαιτείται η ύπαρξη των φυσικών ελαχίστων συνθηκών που παρουσιάζει το ρέμα κατά την ετήσια συμπεριφορά του. Στις περιπτώσεις των ορεινών ρεμάτων με ελάχιστη θερινή παροχή της τάξεως κάποιων δεκάδων λίτρων (η πλειοψηφία των ορεινών ρεμάτων της χώρας) αυτό σημαίνει ελάχιστο ύψος νερού της τάξεως των 5-10 cm σε ικανό πλάτος 35 cm. Οποιαδήποτε άλλη συζήτηση για αύξηση της ενεργού υδάτινης διατομής (είτε του ύψους, είτε του πλάτους, είτε και των δύο) αναιρεί ουσιαστικά την συμπεριφορά όλων των υδατορρεμάτων (όχι ποταμών) της χώρας, καθώς δεν υπάρχει υδατόρρεμα στην Ελλάδα που για τους 3 – 4 άνυδρους μήνες να έχει σταθερά και όχι διακοπτόμενα στην κοίτη του 20 cm ύψος νερού και σε ικανό πλάτος. Παρ’ όλα αυτά, ψάρια παρατηρούνται στα ανάντη σε όλα τα ρέματα που υπάρχει ιχθυοπανίδα. Δεν μπορεί λοιπόν, να ζητούνται μέσω της οικολογικής παροχής, συνθήκες που ούτε το ίδιο το ρέμα παρουσιάζει κατά την ετήσια συμπεριφορά του. Στις περισσότερες περιπτώσεις και για κλίσεις ίσες, μικρότερες ή μεγαλύτερες από την μέση κλίση (2% -7,5% ) ενός τυπικού ελληνικού ρέματος, για ελάχιστα πλάτη από 0,35 έως 0,7 m και για παροχή ίση με την φυσική ελάχιστη παροχή που συνήθως παρατηρείται σε ένα ρέμα, το βάθος ροής κυμαίνεται από 5 έως και 20 cm δηλαδή σε κάθε περίπτωση σε τιμές μικρότερες από τα ελάχιστα «20 cm». Επίσης σε οποιαδήποτε περίπτωση θεωρήσουμε μεγαλύτερα πλάτη ροής το βάθος ροής θα είναι ακόμη μικρότερο. Με βάση τα παραπάνω αποδεικνύεται οτι τα 5-10cm είναι η συνήθης ελάχιστη στάθμη ροής η οποία επιτρέπει την διατήρηση της ιχθυοπανίδας αφού αντιστοιχεί στις φυσικές δυσμενείς συνθήκες που παρατηρούνται σε ένα ρέμα κατά τη διάρκεια των ελάχιστων παροχών, το οποίο αποτελεί γεγονός και αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα. Παράλληλα η διατήρηση ελάχιστου βάθους ροής ίσου με «20 cm» σε όλα τα σημεία της κοίτης αναλόγου κλίσεως υδατορευμάτων είναι ανέφικτη, δεν συνάδει με την φυσική συμπεριφορά των ρεμάτων και με την πραγματικότητα και αποτελεί απαίτηση η οποία δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί φυσικά και ούτε αποδεικνύεται με καμία επιστημονική μέθοδο. Ως εκ τούτου θεωρούμε ότι δε θα πρέπει να ισχύσει σε καμία περίπτωση ο μαθηματικός τύπος, το σχέδιο της Υπουργικής Απόφασης θα πρέπει να αποσυρθεί στο σύνολο του, ενώ απεναντίας μέλημα του Υπουργείου ΠΕΚΑ θα πρέπει να είναι η θέσπιση κριτηρίων που θα εξυπηρετούν το σκοπό της προστασίας του περιβαλλοντικού μεγέθους που εν προκειμένω είναι η παραμένουσα οικολογική παροχή και δε θα εξυπηρετούν το σκοπό της απόρριψης της αδειοδότησης πλειοψηφίας των μικρών υδροηλεκτρικών έργων καθώς και τη θέση σε κίνδυνο των όσων λειτουργούν. Θα πρέπει να επικεντρωθεί στη σύνταξη και ψήφιση των σχεδίων διαχείρισης υδατικών λεκανών που εκκρεμούν από το 1987 και έχουν ξεπεράσει χρονικά την όποια παράταση μας είχε δοθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (καταληκτική ημερομηνία έγκρισης η 22-12-2009) εκθέτοντας τόσο την χώρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η δημόσια διαβούλευση θα πρέπει ωστόσο να παραταθεί χρονικά λόγω της σημασίας του περιεχόμενου της και του σαθρού επιστημονικού της υπόβαθρου, δεδομένου ότι ο χρόνος όπου αυτή πραγματοποιείται είναι παραδοσιακά χρόνος διακοπών τόσο για τη μελετητική κοινότητα όσο για την ακαδημαϊκή κοινότητα. Είναι επίσης εύλογο το ερώτημα που προκύπτει για το ποια έγγραφα, μελέτες ή αναφορές έχουν υποβληθεί ή έχουν συνταχθεί από την ΕΥΠΕ για την τεκμηρίωση των εν λόγω κριτηρίων και του μαθηματικού τύπου , ποιες είναι οι εισηγήσεις των αρμοδίων και ποιο το επιστημονικό τους υπόβαθρο ούτως ώστε να προχωρήσει η ηγεσία του ΥΠΕΚΑ στην υπογραφή της σχετικής Υπουργικής Απόφασης . Τα έγγραφα αυτά οφείλουν να είναι δημόσια έγγραφα,έχουμε δικαίωμα να τα γνωρίζουμε και θα έπρεπε να συνοδεύουν για λόγους διαφάνειας τη δημόσια διαβούλευση. Πεποίθηση μας είναι ότι τα παραπάνω στοιχεία δεν υπάρχουν , εκθέτοντας ανεπανόρθωτα την ηγεσία του ΥΠΕΚΑ αλλά και την πολιτική ηγεσία της χωράς σε μια άνευ προηγούμενου υπογραφή Υπουργικής Απόφασης, η οποία εν γένει έρχεται σε αντίθεση με την ευρύτερη πρωτοβουλία για πράσινη ανάπτυξη. ΥΔΡΟΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. Λεωνίδας Βελεντζάς Ηλεκτρολόγος Μηχανικός – Πρόεδρος Δ.Σ.