Αρχική Χωροθέτηση Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων (ΜΥΗΕ)Άρθρο 3 – Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών και λοιπών λεπτομερειώνΣχόλιο του χρήστη Μαρία Θ. Στουμούδη | 27 Αυγούστου 2010, 20:00
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αξιότιμη κ. Υπουργέ, Είμαι μέλος της ομάδας των επιστημόνων του Ινστιτούτου Εσωτερικών Υδάτων (ΙΕΥ) του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών και εργάζομαι ως ιχθυολόγος (μέσω ερευνητικών έργων που εκπονούνται από το ΙΕΥ) στα μικρά ποτάμια και ρέματα της χώρας μας (συμπεριλαμβανομένης της νησιωτικής) επί μία 15ετία. Οι ανθρωπογενείς πιέσεις/απειλές που καταγράφουμε στα συγκεκριμένα συστήματα και πλήττουν τα ψάρια είναι πολλές και σύνθετες, με κυρίαρχες την υπεράντληση των επιφανειακών και υπόγειων νερών (αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη στις περισσότερες περιπτώσεις), η οποία προκαλεί εκτεταμένη απώλεια των ενδιαιτημάτων/οικοτόπων (habitat loss) τους και τη ρύπανση (η τελευταία έχει εντοπιστεί ακόμη και σε φαινομενικά ‘υγιή’, ορεινά ρέματα, σε περιοχές όπου δεν υπάρχουν μόνιμοι οικισμοί και διαρκείς ανθρώπινες δραστηριότητες). Η κατασκευή των -πάσης φύσεως- φραγμάτων και τεχνικών έργων, η (ανεξέλεγκτη επίσης συνήθως) εισαγωγή ξενικών ειδών και η υπεραλίευση, αποτελούν επίσης, κατά τόπους, σοβαρές απειλές στους αυτόχθονες ιχθυοπληθυσμούς. Από την άλλη πλευρά, τα γλυκά νερά Ελλάδας φιλοξενούν μια ιδιαίτερα πλούσια ιχθυοποικιλότητα, με πληθώρα ενδημικών ειδών, πολλά από τα οποία απειλούνται με εξαφάνιση [1]. Γεγονός επίσης είναι ότι στην Ελλάδα, η ιχθυοπανίδα αυτή δεν έχει μελετηθεί συστηματικά και σε βάθος (π.χ., η ιστορία-ζωής των περισσοτέρων ειδών, οι οικολογικές τους απαιτήσεις, κλπ.) και αυτό γιατί η μελέτη της δεν αποτέλεσε ποτέ -έως σήμερα τουλάχιστον- προτεραιότητα της Πολιτείας. Τα τελευταία χρόνια, όμως, γίνεται μια σημαντική και συνεχής προσπάθεια από τη μικρή ερευνητική κοινότητα των ιχθυολόγων και γενετιστών προς την κατεύθυνση αυτή. Σχετικά πρόσφατα, έχει συνταχθεί κατάλογος με τα είδη ψαριών που απαντώνται στις λεκάνες απορροής της χώρας [2], τα απειλούμενα είδη έχουν καταχωρηθεί στη βάση του IUCN [1], το «Κόκκινο Βιβλίο Απειλουμένων Ζώων της Ελλάδας» έχει επικαιροποιηθεί [3], ενώ οι ταξινομικές και γενετικές έρευνες συνεχίζονται, αυξάνοντας τον αριθμό τόσο των ειδών, όσο και των ταξινομικών μονάδων που είναι σημαντικές εξελικτικά (evolutionary significant units) και, ως εκ τούτου, χρήζουν ειδικής προστασίας. Παράδειγμα για το τελευταίο αποτελεί το ότι έρευνες στα ορεινά τμήματα των ποταμών της Ελλάδας (αυτά για τα οποία κυρίως συζητούμε εδώ) δείχνουν ότι υπάρχουν τουλάχιστον έξι είδη πέστροφας, καθώς και αρκετές εξελικτικά σημαντικές ταξινομικές μονάδες [2, 3, 4, 5, 6 και Αποστολίδης κ.ά., αδημοσίευτα αποτελέσματα]. Θα ήθελα εδώ να επισημάνω επίσης τα ακόλουθα: • Κατά τη διάρκεια κατασκευής των οιωνδήποτε φραγμάτων και της πλήρωσης των αντίστοιχων ταμιευτήρων δεν υπάρχει πρόβλεψη για τη διατήρηση της ιχθυοπανίδας, με καταστροφικά συνήθως αποτελέσματα για τους τοπικούς ιχθυοπληθυσμούς, (λόγω π.χ. λήψης υλικών κατασκευής από την κοίτη και την εγγύς περιοχή, μη τήρησης ελάχιστης/οικολογικής παροχής, κλπ.). • Η οικολογική παροχή κατά κανόνα δεν τηρείται στα φράγματα της Ελλάδας, μικρά ή μεγάλα, μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής τους (ποιος άλλωστε το ελέγχει αυτό, πότε και με ποιο τρόπο;). • Ιχθυοδιαβάσεις (διάδρομοι, σκάλες, κ.ά.) δεν υπάρχουν σε κανένα φράγμα στη χώρα (με μοναδική ίσως εξαίρεση 1-2 προσπάθειες που έγιναν σε φράγματα της ΔΕΗ Α.Ε.). Από όσο γνωρίζω δεν υπάρχει επίσης κάποια επιστημονική ομάδα που να ασχολείται συστηματικά με το αντικείμενο αυτό, σε επίπεδο έρευνας ή/και κατασκευής. • Οι μελετητές που επιφορτίζονται με το ‘βάρος’ εκπόνησης της όποιας ιχθυολογικής μελέτης αφενός συνήθως δεν βρίσκουν την απαραίτητη, έγκυρη πληροφορία στη βιβλιογραφία και αφετέρου δεν έχουν ούτε τους πόρους, ούτε τα μέσα και μάλλον ούτε και την εμπειρία για να διεξάγουν δειγματοληψίες στο πεδίο και να συλλέξουν τα απαραίτητα δεδομένα. Με βάση τα παραπάνω και σε σχέση με την παρούσα διαβούλευση: • Θα μπορούσε να ευνοείται θεσμικά η κατασκευή ΜΥΗΕ με πλευρική υδροληψία ή εκχειλιστή, καθώς επιβαρύνουν λιγότερο το περιβάλλον. • Όπως προτείνει και ο συνάδελφος Μ. Κουτράκης (ο οποίος παρεμπιπτόντως συμμετέχει και στην ομάδα εργασίας του EIFAC-FAO για τις βέλτιστες πρακτικές των ιχθυοδιαβάσεων [7]), θα πρέπει να περιλαμβάνεται στην ΠΠΕ και την ΜΠΕ κάθε έργου ανεξάρτητη μελέτη για την ιχθυοπανίδα από ερευνητική ομάδα ΑΕΙ ή/και ΕΚ, με αποδεδειγμένη εμπειρία στο σχετικό αντικείμενο, για να αποφευχθεί από εδώ και στο εξής το φαινόμενο της ‘μη διαπίστωσης ύπαρξης ιχθυοπανίδας’ ή της λανθασμένης περιγραφής της, με βάση παλαιά, ελλιπή ή/και αναξιόπιστα βιβλιογραφικά δεδομένα. • Το ΥΠΕΚΑ θα μπορούσε επιπλέον να ενθαρρύνει (με χρηματοδότηση ίσως μέσω ΕΤΕΡΠΣ) την έρευνα που αφορά τα ενδιαιτήματα, τις οικολογικές απαιτήσεις και την κινητικότητα διαφόρων ειδών ψαριών που απαντώνται κυρίως σε μικρά ποτάμια και ορεινά ρέματα, σε συνδυασμό με το σχεδιασμό, κατασκευή και δοκιμαστική λειτουργία αντίστοιχων ιχθοδιαβάσεων σε πιλοτικό επίπεδο [8], με στόχο τη μετέπειτα ευρύτερη εφαρμογή των τελευταίων. Σημειώνεται εδώ ότι η μελέτη των ενδιαιτημάτων και των οικολογικών απαιτήσεων είναι απαραίτητη, διότι διαφορετικά είδη ψαριών έχουν διαφορετικές απαιτήσεις σε ροή, διαλυμένο στο νερό οξυγόνο, θερμοκρασία νερού, τροφή, αναπαραγωγικό υπόστρωμα, κλπ. (π.χ. οι πέστροφες είναι ισχυρά ρεόφιλες, ψυχρόφιλες και με αυξημένη απαίτηση για οξυγόνο), χαρακτηριστικά που πρέπει να συνυπολογίζονται στον καθορισμό της οικολογικής παροχής και του βάθους ροής στα κατάντη της υδροληψίας. • Ως εκ του παραπάνω, η οικολογική παροχή και το βάθος ροής στα κατάντη της υδροληψίας θα πρέπει να μην καθορίζονται με μια γενική ρύθμιση, αλλά να υπολογίζονται κατά περίπτωση και σε σχέση με τις ελάχιστες οικολογικές απαιτήσεις των ψαριών που διαβιούν στην περιοχή, διασφαλίζοντας τη διατήρηση ικανού γενετικού αποθέματος για κάθε πληθυσμό. Εάν αυτό για διαφόρους λόγους δεν είναι εφικτό, θα πρέπει να καθοριστεί ελάχιστη στάθμη, είτε για κάθε ιχθυολογική ζώνη (ζώνη πέστροφας, μικτή ζώνη πέστροφας-μπριάνας, κ.ο.κ.) ξεχωριστά και μετά από έρευνα, είτε συνολικά (η μέγιστη δυνατή στην τελευταία περίπτωση, για να καλύπτει τους πληθυσμούς που διαβιούν σε όλες τις ιχθυολογικές ζώνες). • Τέλος, θα πρέπει να προβλεφθεί και κάποιου είδους παρακολούθηση (ανά 3 ή 5 έτη) της αφθονίας των ιχθυοπληθυσμών στις περιοχές των ΜΥΗΕ, με τις πρώτες δειγματοληψίες (υγρή και ξηρή περίοδος) να πραγματοποιούνται προ της έναρξης κατασκευής του έργου (δειγματοληψίες αναφοράς, οι οποίες πρέπει να περιλαμβάνονται στην ιχθυολογική μελέτη που προαναφέρθηκε) και κάποια ευελιξία στο θεσμικό πλαίσιο ως προς την επαναδιαμόρφωση της διαχειριστικής πρακτικής εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο. Με εκτίμηση, Δρ Μαρία Θ. Στουμπούδη Βιολόγος-Ιχθυολόγος, Διευθύντρια Ερευνών ΙΕΥ, ΕΛΚΕΘΕ President of the Board of the European Ichthyological Society Βιβλιογραφία [1] Smith, K.G. and Darwall, W.R.T. (compilers), 2006. The Status and Distribution of Freshwater Fish Endemic to the Mediterranean Basin. IUCN, Gland, Switzerland and Cambridge, UK. http://cmsdata.iucn.org/downloads/status_fw_endemic_fish_en.pdf [2] Economou A.N., Giakoumi S., Vardakas L., Barbieri R., Stoumboudi M. & Zogaris S., 2007. The freshwater ichthyofauna of Greece - an update based on a hydrographic basin survey. Mediterranean Marine Science, 8/1, 91-166. http://www.medit-mar-sc.net/files/200812/15-1813054.pdf [3] http://www.ypeka.gr/LinkClick.aspx?fileticket=lSDCuibQOx0%3d&tabid=518&language=el-GR [4] Apostolidis, A. P., D. Loukovitis & C. Tsiggenopoulos, 2008. Genetic characterization of brown trout (Salmo trutta) populations from the Southern Balkans using mtDNA sequencing and RFLP analysis. Hydrobiologia 600: 169-176. http://www.springerlink.com/content/31h2r10247r65743/ [5] Apostolidis, A. P., M. J. Madeira, M. M. Hansen & A. Machordom, 2008. Genetic structure and demographic history of brown trout (Salmo trutta L.) populations from the southern Balkans. Freshwater Biology 53: 1555-1566. http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/j.1365-2427.2008.01988.x/abstract [6] Kottelat, M. & J. Freyhof, 2007. Handbook of European freshwater fishes. Kottelat, Cornol, Switzerland and Freyhof, Berlin, Germany, Publications Kottelat. [7] ftp://ftp.fao.org/FI/DOCUMENT/eifac/WGfishmon/WPFishpassage_members.pdf [8] Larinier M. 2008. Fish passage experience at small-scale hydro-electric power plants in France. Hydrobiologia 609, 97-108. http://www.springerlink.com/content/m075r6502h35711n/