Αρχική Επιχειρήσεις Ενεργειακών ΥπηρεσιώνΆρθρο 1 Σκοπός – Πεδίο εφαρμογήςΣχόλιο του χρήστη Ιωαννης Ορφανος | 30 Μαρτίου 2011, 19:57
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αξιότιμη κυρία Υπουργέ, Στο πλαίσιο της δημόσιας ηλεκτρονικής διαβούλευσης, θα θέλαμε να συμβάλλουμε με το σχολιασμό μας ως μια συμβουλευτική εταιρεία που δραστηριοποιείται στη χώρα και διεθνώς στον τομέα της διαχείρισης επενδύσεων σε έργα ενεργειακής αναβάθμισης κτιριακών εγκαταστάσεων. Η εταιρεία μας διαθέτει επίσης γνώση και εμπειρία στη βιώσιμη διαχείριση ακίνητης περιουσίας, στις επενδύσεις κεφαλαίου στην πράσινη οικονομία και έχει έρθει σε άμεση επαφή με ιδιωτικά κεφάλαια, τα οποία έχουν ήδη δείξει προτίμηση σε επενδύσεις ανάλογου προσανατολισμού. Για το λόγο αυτό, τα σχόλιά μας, όπως παρατίθενται στο κείμενο που ακολούθει, επικεντρώνονται στα βασικά εμπόδια που συναντώνται στην κινητικότητα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και πιο συγκεκριμένα στη Χρηματοδότησης Από Τρίτους (ΧΑΤ). Με τιμή Για την Green Value Associates Ιωάννης Ορφανός Co-Founder Βασικά εμπόδια στην κινητικότητα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας Έχοντας επιδιώξει την έναρξη ενός έργου ενεργειακής αναβάθμισης υφιστάμενου κτιρίου μικτής χρήσης επιφάνειας 4.000μ², κι έπειτα από επαφές με ενδιαφερόμενους επενδυτές, έχουμε αναγνωρίσει δύο (2) βασικά εμπόδια στην αποτίμηση των μελλοντικών χρηματορροών αποπληρωμής του έργου. Να τονίσουμε έδω ότι οι χρηματορροές αποπληρώμης θα προκύψουν από τη διαχείριση πληρωμών των λογαριασμών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (ηλεκτρικό, φυσικό αέριο, νερό, πετρέλαιο) του χρήστη του κτιρίου μετά την επέμβαση ενεργειακής αναβαθμίσής του. Τα εμπόδια αυτά τα παραθέτουμε παρακάτω. I. Φορολογικό καθεστώς. Προκειμένου να καταστεί από μια Εταιρεία Παροχής Ενεργειακών Υπηρεσιών ένα έργο ενεργειακής αναβάθμισης ελκυστικό στην προσέλκυση ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων με βάση τον εσωτερικό βαθμό απόδοσης της επένδυσης (Internal Rate of Return - IRR), προϋποθέτει να αποδίδει ένα ποσοστό της τάξης του >10%. Αποδεικνύεται μέσω απλών μοντέλων επενδυτικής αποτίμησης ότι είναι αδύνατο να επιτευχθούν με βάση την τρέχουσα εγχώρια φορολογία μερισμάτων (ή εταιρική φορολόγηση των εγχώριων επενδυτικών εταιρειών) ανάλογα ποσοστά εσωτερικού βαθμού απόδοσης προς ένα τρίτο επενδυτή (3rd party investor). Αυτό ισχύει ακόμα και σε περιπτώσεις πράσινων επεμβάσεων σε παλαιών προδιαγραφών κτίρια [θεωρητικά μεγαλύτερα ποσοστά εξοικονόμησης ενέργειας (≈40%), οπότε και μεγαλύτερες αποδόσεις]. Προκειμένου να λειτουργήσει η έννοια της Χρηματοδότησης Από Τρίτους (XAT) σε έργα ενεργειακής αναβάθμισης μέσω επενδυτικών εταιρειών ειδικού σκοπού (Special Purpose Vehicles - SPV), θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρξει σχετική πρόβλεψη στο φορολογικό κώδικα, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί έπειτα από το Νόμο 3842/23.04.2010 και το νέο Νόμο σχετικό με την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ο οποίος ψηφίσθηκε (Μάρτιος 2011) και επικυρώθηκε πριν από λίγες μέρες από τη Βουλή. Για το λόγο αυτό, χρειάζεται να υπάρξουν οι ανάλογες φορολογικές ρυθμίσεις, ώστε η φορολόγηση των μερισμάτων από τα κέρδη των εταιρειών ειδικού σκοπού (SPVs) – που συστήνονται με αποκλειστικό σκοπό την χρηματοδότηση έργων ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων – να διευκολύνει και να δίνει τα απαραίτητα κίνητρα για ΧΑΤ. II. Τραπεζική χρηματοδότηση Οποιαδήποτε επένδυση σε ένα έργο ενεργειακής αναβάθμισης, το οποίο είναι επαρκές να εξασφαλίσει αξιόλογες χρηματορροές αποπληρωμής, αποφέρει αύξηση του εσωτερικού βαθμού απόδοσης, όταν εμπεριέχει μόχλευση μέσω δανεισμού. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα όμως, ανεξάρτητα από την υπάρχουσα δύσκολη οικονομική συγκυρία, αντιλαμβάνεται την έννοια της πράσινης ανάπτυξης σε ένα περιορισμένο πλαίσιο, το οποίο στην παρούσα φάση περιορίζεται στην χρηματοδότηση των προγραμμάτων «εξοικονομώ κατ’ οίκον» και «πράσινες στέγες» που απευθύνονται κυρίως σε ιδιώτες οικιστικής χρήσης ακινήτων. Και στα προγράμματα αυτά, τα οι προϋποθέσεις χρηματοδότησης δεν είναι και τόσο ελκυστικές. Κι αυτό γιατί ενώ μπορεί να δίνονται δάνεια με ελκυστικό επιτόκιο, προσημειώνεται ωστόσο το ακίνητο στο οποίο γίνεται η παρέμβαση. Το γεγονός αυτό αποτελεί από μόνο του ένα σημαντικό αντικίνητρο για κάποιον ιδιοκτήτη που θέλει να προχώρησει στη σχετική επένδυση. Σε ένα έργο πολλαπλάσιου κόστους από τις συνήθεις ενεργειακές αναβαθμίσεις στους χώρους οικιστικής χρήσης, που μπορεί να αφορά για παράδειγμα μεγάλα ακίνητα εμπορικής χρήσης, δεν ισχύουν τα ίδια επιτόκια, ακόμα και αν παρουσιάζεται ένα ολοκληρωμένο business plan το οποίο συνοδεύεται από το κατάλληλο ενεργειακό συμβόλαιο μεταξύ του χρήστη και της ΕΕΥ. Οι δε τραπεζικές εξασφαλίσεις δε σχετίζονται με τη λογική της χρηματοδότησης έργου (Project Finance) και παραμένουν μη ελκυστικές. Στην περίπτωση των έργων ενεργειάκης αναβάθμισης, οι δανειακές εγγυήσεις θα πρέπει να αφορούν τη ρευστότητα του επένδυτη-χρηματοδότη, τη φερεγγυότητα του χρήστη (ή/και ιδιοκτήτη) του ακίνητου και τη δυνατότητά του να συνεχίζει για μεσοπρόθεσμο χρονικό διάστημα να πληρώνει τους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας στα ίδια επίπεδα με την περίοδο πριν της ενεργειακής αναβάθμισης και φυσικά θα πρέπει να προσημείωνεται μόνο ο ηλεκτρομηχανολογικός εξοπλίσμος που εγκαθίσταται ως μέρος των εκετελούμενων έργων. Κατάλληλος δανεισμός δύναται προς το παρόν να υπάρξει μόνο μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕIB), η οποία ωστόσο, όπως ενημερωθήκαμε πρόσφατα από τους εκπροσώπους της, δεν χρηματοδοτεί έργα μικρότερα από €15.000.000. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το μέσο κόστος επένδυσης για την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίου ισούται με τα έξοδα λογαριασμών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας μιας διετίας ή τριετίας περίπου, συμπεραίνεται ότι η εξασφάλιση δανεισμού από την ΕΤΕ θα ήταν εφικτή μόνο σε ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο ακινήτων. Το γεγονός αυτό απομακρύνει την πιθανότητα ανάπτυξης ιδιωτικής δραστηριότητας σε μικρότερης κλίμακας έργα ενεργειακής αναβάθμισης. Συμπερασματικά, είναι αναγκαίο οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν τα έργα αυτά με τη λογική του project finance (δηλαδή με βάση την αποτίμηση της επένδυσης και των μελλοντικών χρηματορροών της) και όχι στο επίπεδο του ακινήτου, καθώς οποιαδήποτε προσημείωσή του ακινήτου θα οδηγήσει στην εύλογη αντίθεση του εκάστοτε ιδιοκτήτη να προσφέρει τις κτιριακές εγκαταστάσεις του για ενεργειακή αναβάθμιση.