• Σχόλιο του χρήστη 'Ιωάννης Δημητριάδης' | 16 Μαΐου 2011, 21:31

    Με αφορμή την διαβούλευση για το «Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης των Υδατοκαλλιεργειών», πολλές θέσεις παρουσιάζονται αναφορικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της ιχθυοκαλλιεργητικής δραστηριότητας. Από τη μία μεριά ιχθυολόγοι, μελετητές, καθηγητές πανεπιστημίου κ.α. εκφράζουν με «επιστημονικά» και άλλα επιχειρήματα την άποψη ότι τα ιχθυοτροφεία δεν υποβαθμίζουν το περιβάλλον, από την άλλη, κάτοικοι, ψαράδες, οικολόγοι κ.α. χαρακτηρίζουν ως καταστροφική για το περιβάλλον των περιοχών τους τη λειτουργία των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας. Για να τελειώνουν τα ψέματα σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της ιχθυοκαλλιεργητικής δραστηριότητας, επισημαίνω τα κάτωθι: Όλες οι μελέτες και όλες οι θέσεις που «αθωώνουν» την ιχθυοκαλλιεργητική δραστηριότητα θεμελιώνονται επιστημονικά στην παραδοχή/υπόθεση ότι οι μονάδες λειτουργούν σύμφωνα με τους οριζόμενους από τη νομοθεσία περιβαλλοντικούς όρους, οι οποίοι ορίζουν τη μέγιστη περιβαλλοντικά ανεκτή «ιχθυοσυγκέντρωση» -και άρα ετήσια παραγωγή- για κάθε περιοχή (φαντάζομαι ότι κανείς από τους υπερασπιστές του κλάδου δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει με αυτό). Είναι επομένως αυτονόητο ότι το μέγεθος της παραγωγικότητας αποτελεί το μέτρο των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ιχθυοκαλλιέργειας και ότι η υπέρβασή του νόμιμου ορίου της αποτελεί αυταπόδεικτη απόδειξη της υποβάθμισης του περιβάλλοντος (ούτε και με αυτό φαντάζομαι ότι θα μπορούσε να διαφωνήσει κανείς). Τι ισχύει λοιπόν στην πράξη; Ας δούμε τι λένε οι (υπερασπιστές του κλάδου) καθ΄ ύλην αρμόδιοι επιστήμονες: Όπως παρουσιάστηκε στο 14ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ιχθυολόγων τον Μάιο του 2010, η χρηματοοικονομική αξιολόγηση μιας «υποθετικής»(!) μονάδας ιχθυοκαλλιέργειας που παράγει τις επιτρεπόμενες από τη νομοθεσία ποσότητες αποδεικνύει ότι η επένδυση δεν είναι οικονομικά βιώσιμη. Για να καταστεί δε βιώσιμη, η ετήσια δυναμικότητά της θα πρέπει να υπερβεί το διπλάσιο της επιτρεπόμενης. Επομένως, είναι αυταπόδεικτο ότι οι μεγάλοι τζίροι των εταιριών ιχθυοκαλλιέργειας, οι εξαγωγές για τις οποίες όλοι δηλώνουν περήφανοι κτλ βασίζονται σε παραγωγές πολύ μεγαλύτερες του 200% της επιτρεπόμενης (για περισσότερα βλ. Επαμεινώνδας Σκούρας, Στεριανή Ματσιώρη, Παναγιώτα Παναγιωτάκη, «Έλεγχος βιωσιμότητας υποθετικής μονάδας εκτροφής τσιπούρας σύμφωνα με τις απαιτήσεις και προδιαγραφές της κείμενης νομοθεσίας», τμ. Γεωπονίας Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος, Σχολή Γεωπονικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας). Ακόμα και αν οι συντάκτες της παραπάνω μελέτης έκαναν λάθος υπολογισμούς (τους οποίους βέβαια κανείς από τους συναδέλφους τους, ποτέ δεν έχει αντικρούσει) η δειγματοληπτική επιστημονική μέθοδος επιβεβαιώνει με το παραπάνω τα συμπεράσματά τους. Η εξέταση της περίπτωσης των μονάδων που λειτουργούν στον Πόρο, οι οποία είναι ίσως η μόνη στην οποία η έρευνα του αρμόδιου Εισαγγελέα και των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος έχει οδηγήσει σε χειροπιαστά στοιχεία, δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης: Όπως αποδείχθηκε, για όλα(!) τα χρόνια ελέγχου, βρέθηκαν υπερβάσεις στην παραγωγή όλων(!) των μονάδων έως και 400%. (ενδεικτικά για το έτος 2007 σε τρεις μονάδες παρήχθησαν 1.870 τόνοι αντί για 600). Σύμφωνα μάλιστα με τις σχετικές επίσημες βεβαιώσεις, οι παραβάσεις αυτές «έχουν ως συνέπεια την αυξημένη επιβάρυνση του περιβάλλοντος και του βυθού στην περιοχή … που είναι πιθανό να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικολογική ισορροπία, στην ποιότητα ζωής και την υγεία των κατοίκων της περιοχής». Αποδεικνύεται λοιπόν πως η θέση ότι τα ιχθυοτροφεία δεν υποβαθμίζουν το περιβάλλον οφείλεται στην μεθοδολογικά απαράδεκτη, αλλά πολιτικά «έντεχνη», προσπάθεια υπεράσπισης της πραγματικής κατάστασης με χρήση απολύτως θεωρητικών επιχειρημάτων. Στην πραγματικότητα, και όχι στις σελίδες κάποιων θεωρητικών μελετών, το θαλάσσιο περιβάλλον κάθε περιοχής στην οποία λειτουργούν ιχθυοτροφεία επί δεκαετίες έχει υποστεί υπερδεκαετή βιασμό από την ανεξέλεγκτη λειτουργία των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας και σε κάθε περίπτωση είναι επιβεβλημένη η πολυετής ανάπαυσή του. Αυτό από μόνο του θα αρκούσε για να λήξει εδώ η συζήτηση σχετικά με τις χωροθετήσεις του κρινόμενου Σχεδίου. Ωστόσο πουθενά στις «μελέτες» τεκμηρίωσης δεν θα δει κανείς στοιχεία σχετικά με την πραγματική παραγωγή των μονάδων. Πουθενά δεν θα δει τα απογραφικά δελτία παραγωγής που οφείλουν να υποβάλουν οι μονάδες στις κατά τόπους Περιφέρειες (και Νομαρχίες μέχρι πρόσφατα). Για ποιες Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων μιλάμε λοιπόν και για ποια επιστημονική τεκμηρίωση; Τέλος θέτω ένα μοναδικό και απλούστατο ερώτημα: Πόση είναι η συνολική πραγματική ετήσια παραγωγή του κλάδου της ιχθυοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, σε πόσες μονάδες αντιστοιχεί και πόσο είναι το άθροισμα της επιτρεπόμενης παραγωγής των ίδιων μονάδων; Θα είχε ενδιαφέρον να μας δοθεί η ίδια απάντηση και ανά περιοχή και ανά εταιρία. Πώς είναι δυνατόν να χωροθετούνται ΠΟΑΥ χωρίς να έχουν απαντηθεί αυτές οι ερωτήσεις;! Ιωάννης Δημητριάδης. επικεφαλής της «Πρωτοβουλίας για την Προστασία του Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Πόρου» και επικεφαλής της παράταξης μείζονος μειοψηφίας του Δημοτικού Συμβουλίου Πόρου Υ.Γ. Μην περιμένει κανείς απάντηση επί της ουσίας στα ερωτήματά μου από τις εταιρίες ή από την Πολιτεία, γι΄ αυτό, αγαπητοί φίλοι από τις ομοιοπαθείς περιοχές, αρχίστε να ψάχνετε μόνοι σας.