Αρχική Ανάπτυξη ΥδατοκαλλιεργειώνΑΡΘΡΟ ΠΡΩΤΟΣχόλιο του χρήστη Δρ Αλέξιος Ι. Κονίδης | 25 Μαΐου 2011, 04:50
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αξιότιμοι φίλοι διαβουλευόμενοι, επανέρχομαι για ένα σχόλιο που εκτιμώ ότι πρέπει να κάνω ώστε να συμβάλλω με κάποια στοιχεία στους προβληματισμούς σας με μόνο αιτιολογικό το γεγονός ότι επί σειρά ετών από το 1990 και εντεύθεν ασχολήθηκα με αρκετό πάθος για το αντικείμενο ακριβώς αυτό που μας απασχολεί στη διαβούλευση αυτή δηλαδή τη θέση της υδατοκαλλιέργειας στο ελληνικό παράκτιο περιβάλλον με τον τρόπο που αυτή διενεργείται στην Ελλάδα. Γιατί θα πρέπει να γνωρίζετε ότι μορφές υδατοκαλλιέργειας υπάρχουν πολλές όπως πολλά είναι και τα θεσμικά πλαίσια στα οποία λειτουργούν με βάση τις εθνικές νομοθεσίες. Κατ' αρχάς θα συμφωνήσω με τον Περιβαλλοντικό Σύλλογο Μαλεσίνας ότι οι υδατοκαλλιέργειες ανήκουν σε μια κατηγορία αυξημένου κινδύνου ως προς το περιβάλλον για την Ελληνική Πολιτεία με βάση τις σχετικές ΚΥΑ κατάταξης των έργων όπως αναφέρουν σε σχόλιο τους αλλά θα πρέπει να σταθούμε στην φράση "… είναι πιθανό να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον" που αναφέρεται στην ΚΥΑ. Μήπως είναι μόνο οι υδατοκαλλιέργειες μια ανθρώπινη δραστηριότητα η οποία μπορεί υπό ορισμένες συνθήκες να προκαλέσει περιβαλλοντικό πρόβλημα; Προφανώς όχι. Μήπως είναι η υδατοκαλλιέργεια ο μόνος κλάδος στον οποίο κάποιοι δεν εφαρμόζουν τους θεσμικούς όρους λειτουργίας τους; Προφανώς όχι. Το ζητούμενο είναι να ισορροπήσουμε την ανάπτυξη διατηρώντας την απόδοση των επιμέρους κλάδων στο άριστο – αν γίνεται – ελαχιστοποιώντας τις αρνητικές επιπτώσεις τους στο περιβάλλον – όσο γίνεται - αλλά και μεταξύ τους – υποχρεωτικά για να αποφύγουμε ζημίες - διατηρώντας την κοινωνική ειρήνη – ο τελικός στόχος. Δεν γνωρίζω αν το ΥΠΕΚΑ έχει ή δεν έχει γνωρίζοντες και δεν ενδιαφέρει κανένα επί του παρόντος. Εκείνο που αναμένεται ωστόσο από τους διαχειριστές είναι πρώτα, να αξιοποιούν τις υπάρχουσες πληροφορίες και τεχνογνωσία της χώρας – που κατά κανόνα δεν το κάνουν ούτε χρηματοδοτούν στοχευμένα προγράμματα ώστε να έχουν τη δεδομένη πληροφορία – μετά, να λαμβάνουν θεσμικά μέτρα που να είναι ελάχιστα αυστηρότερα από τα όρια που τίθενται από την κοινή επιστημονική λογική και τα αποδεκτά δεδομένα και τελευταία – και σημαντικότερο – να εφαρμόσει τους θεσμικούς κανόνες γιατί θεσμοθέτηση χωρίς έλεγχο και παρακολούθηση δεν ωφελεί κανένα - γιατί έτσι ούτε μπορεί κανείς να εκτιμήσει την αξία των αποτελεσμάτων της θεσμοθέτησης ούτε και μπορεί να αντιληφθεί ποια διορθωτικά μέτρα πρέπει να πάρει ώστε να προσαρμόσει τους θεσμούς στην πραγματικότητα. Αυτό είναι το προφίλ της Ελληνικής διοίκησης δυστυχώς, δηλαδή να παίρνει τα αυστηρότερα δυνατά μέτρα που ορίζει και η ΕΕ (παράδειγμα η ΚΥΑ) ώστε να μην χρειάζεται να παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα τους. Άλλωστε από το 1984 που καταγράφηκε η πρώτη παραγωγή υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισε με σοβαρότητα ο έλεγχος της εφαρμογής των όρων με αρκετές μονάδες να εγκαλούνται για παράβαση των σχετικών ΑΕΠΟ. Να γνωρίζετε ότι ο θεσμός των πάσης φύσεως επιθεωρητών είναι πραγματικότητα για χώρες της ΕΕ από πολλά χρόνια και εμείς το εφαρμόσαμε τελευταία αρχίζοντας βέβαια από το καυτό ζήτημα των οικονομικών με το ΣΔΟΕ. Ένα δεύτερο θέμα που με απασχόλησε από τη διαβούλευση και θα ήθελα να μοιραστούμε είναι τα σχόλια πολλών αναφορικά με την περιβαλλοντική επίπτωση των ιχθυοτροφείων στο περιβάλλον και μάλιστα την βεβαιότητα τους για το βαθμό επίπτωσης. Κατ' αρχάς δεν νομίζω ότι υπάρχει επαρκής διεθνής βιβλιογραφία που να έχει μελετήσει και εκτιμήσει με άμεσες μεθόδους (επιτόπου στο πεδίο και όχι στα χαρτιά με προβλέψεις) την ποσοστιαία συμμετοχή της υδατοκαλλιέργειας στην συνολική επίπτωση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων στο περιβάλλον δηλαδή τουρισμό, αλιεία, βιομηχανία, μεταφορές, οικιστική ανάπτυξη, υπηρεσίες και πρωτογενής τομέας (γεωργία, κτηνοτροφία). Αγαπητοί φίλοι δυστυχώς για όλους μας δεν υπάρχει τρόπος εύκολα να μοιράσουμε τις ευθύνες για την κατάσταση του παράκτιου περιβάλλοντος σε όλους αυτούς τους κλάδους της οικονομίας. Και αυτό γιατί οι διαθέσιμες πληροφορίες για κάθε κλάδο είναι ανεπαρκείς ή δεν είναι διαθέσιμες καθόλου αλλά και γιατί η χωρική πληροφορία μπορεί να καλύπτει τεράστιες εκτάσεις στη λεκάνη απορροής. Για παράδειγμα δεν είναι δυνατόν να εκτιμήσουμε την κατάσταση στην παράκτια ζώνη του δυτικού Θερμαϊκού τόσο απλοϊκά και να κατηγορήσουμε την υδατοκαλλιέργεια ή τις τουριστικές εγκαταστάσεις ή άλλο όταν έχουμε 4-5 ποτάμια που έρχονται από χιλιόμετρα μακριά και μάλιστα από ξένες χώρες. Για να δώσω ένα χοντρό παράδειγμα είναι σαν να λέμε ότι για τη ρύπανση του δέλτα του Δούναβη φταίνε 100% τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα της Τούλτσα όταν ο Δούναβης περνά από 10 χώρες και μεταφέρει τα πάντα (πρακτικά)! Οι ελάχιστες προσπάθειες που έχουν γίνει στην Ελληνική βιβλιογραφία όμως – και θα πρέπει να το πούμε – βάζουν την ιχθυοκαλλιέργεια 3η στην κατάταξη μετά από την γεωργία και την οικιστική ανάπτυξη. Και αυτό έχει γίνει τουλάχιστον εξ όσων γνωρίζω για 2 περιοχές της χώρας μια εκ των οποίων αποτελεί σημείο τριβής στην παρούσα διαβούλευση. Μάλιστα οφείλω να πω ότι ένας εκ των θερμότερων πολέμιων της ιχθυοκαλλιέργειας που έχει αναφερθεί στην παρούσα διαβούλευση, σε άρθρο του σε τοπική εφημερίδα επιβεβαιώνει αυτή την κατάταξη. Όλες σχεδόν οι περιοχές τριβής που αναφέρονται στην παρούσα διαβούλευση είναι περιοχές στις οποίες η ιχθυοκαλλιέργεια δεν είναι η μοναδική δραστηριότητα. Εντούτοις οι ερευνητικές περιβαλλοντικές μελέτες που έχουν γίνει είτε επίσημα είτε ανεπίσημα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η φυσικοχημική ποιότητα του νερού σε περιοχές ανάπτυξης της ιχθυοκαλλιέργειας είναι σε επιστημονικώς αποδεκτά επίπεδα. Αυτό – όπως έχω ξαναπεί - δεν σημαίνει ότι η ιχθυοκαλλιέργεια δεν έχει περιβαλλοντική επίπτωση. Σημαίνει ότι το περιβάλλον της ιχθυοκαλλιέργειας είναι ικανό να απορροφά αυτές τις επιπτώσεις χωρίς να αλλοιώνεται σε μη αποδεκτά επίπεδα τουλάχιστον αναφορικά με 2-3 βασικές παραμέτρους (πχ. το διαλυμένο οξυγόνο να πέσει κάτω από τα 2-3 mg/L κλπ.). Κρίνω ότι είναι απαραίτητο να δούμε τα παραπάνω στην πράξη συζητώντας τα γνωστά επιστημονικά ευρήματα για μια περιοχή τριβής της παρούσας διαβούλευσης. Προκαταβολικά σας λέω ότι δεν είναι σκοπός μου να μεταπείσω κανένα παρά μόνο να σας βάλω σε σκέψεις αναφορικά με το τι σημαίνει παράκτιο θαλάσσιο περιβάλλον και πως προσεγγίζεται η ανάπτυξη του συζητώντας τον Β. Ευβοϊκό κόλπο. Ειδικά στον Β. Ευβοϊκό κόλπο με την γεωμορφολογία του και τον τρόπο που κινούνται οι θαλάσσιες μάζες, αλλά και τις εντατικές ανθρώπινες δραστηριότητες με κύρια τη βιομηχανία, μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση η ιδιαίτερη σιγουριά για την ευθύνη μόνο της ιχθυοκαλλιέργειας. Υπάρχουν επαρκή στοιχεία από ερευνητικά προγράμματα που στόχευαν στην επίπτωση της απόρριψης σιδηρονικελιούχου σκωρίας από το εργοστάσιο της ΛΑΡΚΟ στον κεντρικό Β. Ευβοϊκό κόλπο από το 1954 που ξεκίνησε να λειτουργεί. Τις πρώτες δεκαετίες η σκωρία αποθηκευόταν στο ύπαιθρο στην ακτή του εργοστασίου με άγνωστες συνέπειες για το αναπνευστικό των κατοίκων μέχρι και σήμερα και αργότερα επιλέχθηκε η λύση της απόρριψης στον κέντρο του Β. Ευβοϊκού κόλπου με αποτέλεσμα να έχουμε ποικίλα ζητήματα αναφορικά με τη ρύπανση του θαλάσσιου πυθμένα τόσο μπροστά από τη Λάρυμνα όσο και βορειότερα σύμφωνα με τους χάρτες κατανομών του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Να μιλήσουμε για την κατακάθιση της σκόνης με τοξικά βαρέα μέταλλα στις γεωργικές καλλιέργειες της ευρύτερης περιοχής; Να μιλήσουμε αν το περιβάλλον αυτό είναι κατάλληλο για την ανάπτυξη οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας; Βγάλτε μόνοι σας τα συμπεράσματα σας για την κατάταξη των ρυπογόνων δραστηριοτήτων. Ήδη από το 1992 είχε αναφερθεί στη μελέτη του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών – κάλυπτε τον. Β. Ευβοϊκό, τον Μαλιακό, και το δίαυλο Ωρεών – είχε αναγνωρίσει μια σειρά ζητήματα της περιοχής που ήταν ο Σπερχειός ποταμός που μεταφέρει γεωργικά λύματα, το ναυάγιο εμπορικού πλοίου που μετέφερε λιπάσματα το 1991 και την απώλεια μέρους του φορτίου στη θάλασσα κατά την ανέλκυση του, τα μεταλλεία της Λάρυμνας, τις ιχθυοκαλλιέργειες και τους αγωγούς ομβρίων και λυμάτων των παράκτιων πόλεων. Σας παραθέτω αυτούσια "…διαπιστώθηκαν διάφορες παρεμβάσεις στην παράκτια ζώνη από την οικιστική ανάπτυξη, τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις, τις τεχνητές προσχώσεις παράκτιων περιοχών, τα λιμάνια-μώλοι, τις εγκαταστάσεις φόρτωσης υλικών, τις βυθοκορήσεις, τις κατασκευές δρόμων κατά μήκος των ακτών, τις τουριστικές εγκαταστάσεις και τις εγκαταστάσεις κλωβών υδατοκαλλιεργιεών." (σελ. 32). Και τίθεται ξανά το ερώτημα: ποιος είναι αυτός που μπορεί με τόση σιγουριά να βάλει τα παραπάνω σε μια σειρά κατά φθίνουσα επίπτωση στο περιβάλλον όπως με τόση ευκολία γίνεται στην παρούσα διαβούλευση; Μπορείτε να μελετήσετε την τεχνική έκθεση στη βιβλιοθήκη του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. όσοι θα θέλατε περισσότερες πληροφορίες. Ωστόσο αξίζει να δώσουμε μια περίληψη για να έχετε μια εικόνα – χωρίς μελοδραματισμούς ή τεχνητή απόκρυψη στοιχείων: …Στη Χαλκίδα κύριος λόγος ρύπανσης είναι τα αστικά λύματα, στην Αρτάκη/Πολιτικά/Καστέλλα είναι η άναρχη οικιστική ανάπτυξη, οι εγκαταστάσεις σχετιζόμενες με τουρισμό πχ. μώλοι και οι εγκαταστάσεις της ΛΑΡΚΟ (αποθήκες, αποβάθρα με ταινία μεταφοράς), στο όρος Κανδύλι/Λίμνη Ευβοίας η παράκτια ζώνη είναι ανέπαφη λόγω αδυναμίας προσέγγισης από την ξηρά και χώρος ανάπτυξης ιχθυοκαλλιέργειας μακριά από οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα, η περιοχή μεταξύ Λίμνης και Αιδηψού είναι ελάχιστα ανεπτυγμένη λόγω ανάγλυφου και στην περιοχή μεταξύ Αιδηψού και Γιάλτρων, η σημαντικότερη δραστηριότητα είναι η ιχθυοκαλλιέργεια για την οποία προτείνεται να είναι υπό περιβαλλοντική παρακολούθηση ώστε "να διαφυλαχθεί η ποιότητα του περιβάλλοντος που σήμερα κρίνεται ικανοποιητική" όπως λέει η μελέτη. Όσον αφορά τον Μαλιακό κόλπο, η βασική πηγή ρύπανσης είναι ο Σπερχειός (σύμφωνα με τη μελέτη πάντα) που μεταφέροντας γεωργικά λύματα δημιουργεί κατά τόπους υπερευτροφισμό ειδικά στο φυτοβένθος με "πράσινα ή καφέ νερά έλλειψη οξυγόνου, πράσινα φύκια που σαπίζουν κλπ.). Μήπως αυτό το τελευταίο που αναφέρεται στη μελέτη είναι και η περίληψη των παρατηρήσεων σας στη διαβούλευση αναφορικά με τους βούρκους, το χρώμα των νερών και τη γλίτσα που όλοι αποδίδετε στην ιχθυοκαλλιέργεια; Στη ζώνη έως τις Λιβανάτες υπάρχουν πολλά τουριστικά θέρετρα που "επιφορτίζουν το θαλάσσιο χώρο με αστικά λύματα". Μετά έως την Αταλάντη, σημαντικότερο θεωρείται η επίπτωση από τις γεωργικές καλλιέργειες και μετά τα ιχθυοτροφεία/μυδοτροφεία. Από την Αταλάντη έως τη Λάρυμνα, κορυφαίο ζήτημα είναι η ΛΑΡΚΟ. Από την Αταλάντη έως την Παραλίμνη, σημαντικό είναι – για εκείνη την εποχή – ο υπό ανάπτυξη οικισμός (Σκορπονέρια) που "αλλοιώνει τον παράκτιο χώρο" και " … απαιτείται έγκαιρος σχεδιασμός των λιμενικών και αποχετευτικών έργων της περιοχής ώστε να διαφυλαχθεί η οικολογική και αισθητική της αξία". Αν μάλιστα διαβάσετε με προσοχή την συζήτηση των αποτελεσμάτων θα δείτε ότι το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. τότε κατέληξε ότι δεν εντοπίστηκαν ιδιαίτερα διαταραγμένες βιοκοινωνίες, ότι η ευρύτερη περιοχή είναι ολιγοτροφική πλήν ορισμένων εξαιρέσεων με κύρια γεωγραφικά προβληματικά σημεία τα εξής: το λιμάνι της Χαλκίδας, τη ΛΑΡΚΟ και τον εσωτερικό Μαλιακό κόλπο (σελ. 204). Αν δούμε και για τα θρεπτικά (αζωτούχες και φωσφορικές ενώσεις), αναφέρεται ότι "οι θαλάσσιες μάζες βρέθηκαν καλά οξυγονωμένες" και "μέσες τιμές αμμωνιακών και φωσφορικών αλάτων κυμάνθηκαν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα' που σε "σύγκριση με άλλες τιμές από τις Ελληνικές θάλασσες, βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο χώρος… είναι από άποψη θρεπτικών πιο κοντά στο ανοικτό Αιγαίο Πέλαγος" (σελ. 207). Ή αλλού "…Από οικολογική άποψη ο Βόρειος Ευβοϊκός κόλπος είναι γενικά περιοχή αδιατάρακτη και ολιγοτροφική.". Δυστυχώς δεν αναφέρονται στοιχεία σχετικά με τις ιχθυοκαλλιέργειες και επομένως ουδέν σχόλιο επ΄αυτού. Και τίθεται ξανά το ερώτημα, ανεξάρτητα με τα συμπεράσματα της συγκεκριμένης μελέτης (ας μην τα λάβουμε υπόψη αν θέλετε λόγω παλαιότητας), πως είμαστε τόσο σίγουροι ότι στον Β. Ευβοϊκό κόλπο, πρώτη στη ρύπανση είναι η ιχθυοκαλλιέργεια; Μεταγενέστερες μελέτες αναφέρουν ότι ο Μαλιακός κόλπος είναι καλά οξυγονωμένος (1997, 1998). Στο διδακτορικό της κας Ακουμιανάκη το 2004 (Πανεπιστήμιο Κρήτης) αναφέρεται ότι σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ η παραγωγή οστρακοειδών (Μύδια) της περιοχής είναι από τις μεγαλύτερες στην Ελλάδα. Επειδή είναι γνωστή σε όλους η ανάγκη των οστράκων για συγκεκριμένη καλή ποιότητα νερών για να είναι κατάλληλα για κατανάλωση, πως αυτό το στοιχείο ταιριάζει με τα καταγγελλόμενα;. Σύμφωνα με εργασία του 2003 [Kormas et al. 2003. Med. Mar. Sci., 4(1)] το 1/3 του νερού του Μαλιακού κόλπου (500 10^6 m³) το προσφέρει ο Σπερχειός (177 10^6 m³). Η εργασία αυτή είναι ενδιαφέρουσα όχι μόνο γιατί είναι σχετικά σύγχρονη αλλά και γιατί δίνει εκτιμήσεις ποσοτήτων αζωτούχων και φωσφορικών ενώσεων που μπορείτε αν θέλετε να συγκρίνετε με τις εκτιμήσεις για τα ιχθυοτροφεία που αναφέρονται σε άλλο σημείο της διαβούλευσης για τα δικά σας συμπεράσματα. Είναι περιττό επίσης να αναφερθώ στις πάμπολλες εργασίες που αναφέρονται στα βαρέα μέταλλα στους ιστούς φυτο- και ζωοβένθους που είναι εξαιρετικά υψηλές. Μήπως να βάλουμε στη σκέψη μας και την περίπτωση υψηλής θνησιμότητας της χλωρίδας και πανίδας λόγω δηλητηρίασης από τοξικά (4246 τόννοι νικελίου κατ' έτος, 27280 τόννοι χρωμίου κατ' έτος σύμφωνα με τους Anagnostou et al. [2000, Conference "Protection and restoration of the Environment V"], και όχι λόγω των βιολογικών παραπροϊόντων των ιχθυοκαλλιεργειών; Σε εργασία των Ρουσελάκη Δασενάκη [2009. 9ο Παν. Συμπ. Ωκεανογραφίας και Αλιείας, ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.] αναφέρεται ότι η κύρια πηγή καδμίου, μολύβδου και μέρους του χαλκού είναι ο Σπερχειός ενώ οι Ψυλλίδου-Γκιουράνοβιτς και συν [1993, 4ο Παν. Συμπ. Ωκεανογραφίας και Αλιείας] αναφέρουν τον Σπερχειό ως κύρια πηγή νιτρικών για τη θάλασσα!!! Στη μελέτη χωροθέτησης μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος (2000) αναφέρεται ότι στη λεκάνη απορροής του Σπερχειού παράγονται 2.656.000 m³ φερτών υλικών εκ των οποίων τα 557.760 m³ καταλήγουν από τον ποταμό στη θάλασσα. Δηλαδή πραγματικά πιστεύετε ότι αυτό μπορεί να συγκριθεί με την ιχθυοκαλλιέργεια; Σε μια εργασία των Boula et al. [2000, Conference "Protection and restoration of the Environment V"] – για να μην αναφέρω τις δικές μου εργασίες αφού είναι κόκκινο πανί για κάποιους - όπου μελετήθηκε η επίπτωση μιας μονάδας ιχθυοκαλλιέργειας στο Β. Ευβοϊκό κόλπο αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι αυτή αναφορικά με τα θρεπτικά είναι σχετικά περιορισμένη γύρω από τη μονάδα, το νερό είναι καλά οξυγονωμένο και δεν υφίσταται ευτροφισμός αλλά θα πρέπει να παρακολουθείται η περιοχή καθώς οι τιμές είναι υψηλότερες από τις τιμές βάσης του Β. Ευβοϊκού κόλπου και επομένως έτσι θα αποφευχθεί ευτροφισμός στο μέλλον. Όσον αφορά το εύρος της επίπτωσης μονάδας ιχθυοκαλλιέργειας στο θαλάσσιο πυθμένα αυτή εκτίνεται σε μικρή απόσταση από τα κλουβιά. Προσωπικά δε την θεωρώ κάτω από 100 m για τις περισσότερες περιπτώσεις αλλά υπάρχουν και εργασίες που μιλάνε για 25-50 m [βλ. Σιγάλα και συν. 2009. 9ο Παν. Συμπ. Ωκεανογραφίας και Αλιείας, ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.]. Σας βεβαιώ ότι επίσης παρόμοια στοιχεία υπάρχουν και για τον κόλπο Αργοστολίου αλλά και αλλού όπου υπάρχουν σημεία τριβής για την παρούσα διαβούλευση για να μην φαίνεται ότι στοχοποιώ μια περιοχή μόνον. Εν κατακλείδι θέλω να σας θέσω υπόψη – και όχι να σας μεταπείσω καθώς δεν είναι η δουλειά μου αυτή – ότι υπάρχει μια γενικότερη συμφωνία στα επιστημονικά αποτελέσματα και από πολλές πλευρές ότι: (1) το περιβάλλον των ακτών μας είναι πολύ πιο πολύπλοκο από όσο νομίζουμε ώστε να μπορούμε αφοριστικά και στοχευμένα να κατηγορούμε κάποια συγκεκριμένη ανθρώπινη δραστηριότητα (2) είτε μας αρέσει είτε όχι – μάλλον όχι όπως βλέπω – η ιχθυοκαλλιέργεια έχει μια επίπτωση ανεκτή επί του παρόντος για το περιβάλλον που έχει μικρές διαστάσεις γύρω από τις μονάδες (3) εκείνο που πρέπει να γίνει είναι ο καταμερισμός της ευθύνης για την ποιότητα του περιβάλλοντος μεταξύ των δραστηριοτήτων και υποδομών μιας περιοχής αποδίδοντας όσοι το δυνατόν καλύτερα "τα του καίσαρος…". Καμία δραστηριότητα δεν είναι υπεράνω όλων και καμία δραστηριότητα δεν θα εξαιρείται από έλεγχο και κανόνες επειδή είναι "κοινή πρακτική" ή "επειδή μας το ζητάνε οι ξένοι" ή "επειδή η ακτοπλοΐα στην Ελλάδα σήμερα δεν πάει καλά άρα δεν θα πάνε πολλοί τουρίστες στα νησιά άρα ευκαιρία να βγάλουμε και μια αρπαχτή εμείς στην ενδοχώρα" και άλλα που υποκρύπτονται στην παρούσα διαβούλευση. Προφανώς είναι σεβαστή η άποψη του κάθε νοικοκύρη για το σπίτι του αλλά θα πρέπει να ισορροπήσουμε επιτέλους και το μέλλον της χώρας και το μέλλον καμίας χώρας δεν είναι μια και μόνη απασχόληση (ένας κλάδος, ένας τομέας) ώστε να υπάρχουν οφέλη για όλους. Με εκτίμηση Δρ Αλέξιος Ι. Κονίδης Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών Ινστιτούτο Θαλασσίων Βιολογικών Πόρων