• Σχόλιο του χρήστη 'Δρ Σταμάτης Λ. Σεκλιζιώτης' | 28 Οκτωβρίου 2009, 23:20

    Το νομοσχέδιο υπόσχεται και είναι μία καλή αρχή, αν και με ελλείψεις προφανώς, λόγω του επείγοντος. Με το δεδομένο ότι στη χώρα μας δεν υπήρξε ποτέ σοβαρή Πολιτική Γης, με πολλά να έχουν αρχίσει, τίποτε να μην έχει τελειώσει και όλα να είναι αφημένα στη μέση να κείτονται ακούνητα, παραπέμπω στη γνωστή περιπέτεια του Εθνικού κτηματολογίου, του αμπελολογίου του ΥΠΑΑΤ, των καταπληκτικών δασικών και εδαφολογικών χαρτών του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών με τη μορφή Ορθοφωτοχαρτών (που ποτέ δεν συνεχίστηκε ώστε να ενημερωθούν τα δεδομένα) και πολλών άλλων «ηρωικών» προσπαθειών δημιουργίας υποδομών πληροφορίας γης, που ποτέ δεν κατάφεραν να εκτιμηθούν και να χρησιμοποιηθούν επαρκώς από την πολιτεία. Η ανάθεση στον ΟΚΧΕ μιας δορυφορικής τηλεπισκοπικής παρακολούθησης απαιτεί πόρους, αυστηρή διαχείριση, υποδομές, επιστημονικό προσωπικό ικανό να γνωρίζει τη σύγχρονη τηλεπισκόπιση (Remote Sensing), ηλεκτρονική επεξεργασία εικόνας, γνώση φωτοερμηνείας του Αττικού τοπίου σε κάθετη απεικόνιση, συντονισμό για την τακτή διαθεσιμότητα δορυφορικής σάρωσης και cloud free κάλυψης από τον πάροχο (π.χ. European Space Agency –ESA) και κυρίως λεπτομερή προ-χαρτογράφηση με επακριβή οριοθέτηση των καμένων σε πινακίδες 1/50.000 ή και 1/20.000 κατά περιοχές. Επιλεκτικά θα μπορούσε η ΓΥΣ ή η Πολεμική Αεροπορία να προβαίνουν σε ειδικές αεροφωτογραφήσεις από ειδικά εξοπλισμένα αεροσκάφη, χρησιμοποιώντας όχι τα απλά και γνωστά ασπρόμαυρα φιλμ, αλλά ευαίσθητα στην κοντινή υπέρυθρη ζώνη του φάσματος φιλμ (Colour Infrared ή CIR) για παραγωγή ψευδοχρωματικών υπέρυθρων αεροφωτογραφιών με τις οποίες είναι πολύ ευκολότερος ο εντοπισμός αποψιλώσεων, οποιασδήποτε διατάραξης του εδάφους, δόμησης, διάνοιξη δρόμων, λατόμευσης, ρυμοτόμησης, παράνομης βόσκησης, απόθεσης απορριμμάτων, καταπάτησης και περίφραξης, και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας. Πέραν αυτού, η υπέρυθρη αεροφωτογράφηση των καμένων εκτάσεων αποτελεί βασικό εργαλείο παρακολούθησης (monitoring) της πορείας αναγέννησης του δάσους, της αναβλάστησης του εδάφους κατά σημεία, της επιτυχίας των αναδασώσεων, της διάβρωσης και απώλειας του εδάφους, της επικινδυνότητας για κατολισθήσεις και πλημμύρες, καλύτερη χωροθέτηση και διασπορά των επεμβάσεων προστασίας, κλπ. Η πολιτική γης, στη χώρα υπόσχεται ένα καλό ξεκίνημα μέσα από νομοσχέδια πρώτης ανάγκης όπως το παρόν, απαιτείται όμως ευρύτερη αναδιάρθρωση των υπηρεσιών, πλήρη χρησιμοποίηση του διαθέσιμου επιστημονικού δυναμικού του τόπου εντός και εκτός συνόρων και κατάργηση του πολυτεμαχισμού των αρμοδιοτήτων χαρτογράφησης και κτηματογράφησης της χώρας (π.χ. ΟΚΧΕ, Δασική Υπηρεσία, ΓΥΣ, Ινστιτούτα Δασικών και Εδαφολογικών Ερευνών του ΕΘΙΑΓΕ, κλπ). Το μείζον Πρόβλημα στη χώρα παραμένει να είναι η έλλειψη ολοκληρωμένης Τράπεζας Γης που θα αποτελεί προϊόν συντονισμένου προγράμματος εθνικών χαρτογραφήσεων. Οι τράπεζες αυτές προσφέρονται σαν τα μοναδικά εργαλεία πολιτικής με συχνά ενημερωμένη πληροφορία γης, κυρίως ποιοτική και όχι ποσοτική (π.χ. Δασικοί χάρτες με συγκεκριμένα δασοόρια κατά βοτανικό είδος κάλυψης, βαθμού επικινδυνότητας για πυρκαγιά βάσει ιστορικών στοιχείων, βαθμό αναγεννησιμότητας του δάσους, τοποθεσίες επικινδυνότητας λόγω πιέσεων αστικής επέκτασης, βαθμού επικινδυνότητας από χειμαρικά φαινόμενα, καταγραφές λοιπών εδαφοκαλύψεων όπως βοσκοτόπια, θαμνοτόπια και λειμώνες, οικοσυστήματα ιδιαίτερου φυσικού κάλους, δρυμούς, βιότοπους καταφύγια, κλπ). Τα καλύτερα και ποιοτικά πληρέστερα (και ακριβέστερα) χαρτογραφικά συστήματα πληροφοριών αποτελούν το βασικό υπόβαθρο άσκησης Χωροταξικής και Περιβαλλοντικής πολιτικής μιας χώρας. Δεν μπορούμε να μιλάμε για Πολιτική γης που θα αποδώσει σε βάθος χρόνου χωρίς ολοκληρωμένο κτηματολόγιο στο οποίο θα μπορεί να επικάθεται ένας χάρτης χρήσεων και καλύψεων γης (land Use & Cover Maps), ένα πλήρες δασολόγιο, το αγροτικό κτηματολόγιο, το αμπελολογιο, κλπ. Δεν χρειαζόμαστε έναν μόνο χάρτη, χρειαζόμαστε σίγουρα πολλούς ώστε να τους χρησιμοποιούμε συνδυαστικά. Η εκπόνηση μελετών αναδάσωσης και αποκατάστασης του τοπίου, η εναλλακτική μελέτη αποκατάστασης του τοπίου με νέα λιγότερο εύφλεκτα βοτανικά είδη, οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, το χωροταξικό της χώρας, η ανάπτυξη της υπαίθρου με κανόνες εναλλακτικής γεωργίας και η όποια φιλόδοξη νομοθεσία για ορθολογική προστασία του φυσικού μας χώρου, δεν μπορούν να έχουν τη αναμενόμενη πρακτική και αναπτυξιακή για τη χώρα αξία, χωρίς σοβαρά εργαλεία Πολιτικής γης όπως είναι οι ποιοτικές χαρτογραφήσεις, προϊόντα που θα προέρχονται μέσα από διεπιστημονική συνεργασία ειδικοτήτων και τεχνικής γνώσης. Οι χαρτογραφήσεις δεν είναι θέμα Τοπογράφου, χρειάζεται ο Δασολόγος, ο Γεωπόνος, ο Αρχαιολόγος, ο Οικολόγος, ο Φυσικός Γεωγράφος, ο Αρχιτέκτονας Τοπίου, ο Υδρολόγος και οποιοσδήποτε μπορεί να προσφέρει, αρκεί να εντοπιστεί από την Πολιτεία και να προσελκυστεί.