Κείμενο 01

Για να δείτε το κείμενο του Εθνικού Σχεδιασμού για την Ενέργεια και το Κλίμα, πατήστε εδώ

  • 4 Δεκεμβρίου 2018, 03:53 | Iουλία Καραλή

    «Ο Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός στην παρούσα μορφή του μας οδηγεί σε ανεξέλεγκτη κλιματική αλλαγή και έρχεται σε αντίθεση με τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα που έχει ήδη επικυρώσει η Ελλάδα. Η χώρα οφείλει να υιοθετήσει φιλόδοξους στόχους για την πλήρη απανθρακοποίηση της οικονομίας της έως το 2050:

    Σταδιακή, αλλά οριστική απεξάρτηση από τον λιγνίτη έως τις αρχές της δεκαετίας του 2030 με ουσιαστική υποστήριξη των λιγνιτικών περιοχών της χώρας
    Μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050
    100% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως τα τέλη της δεκαετίας του 2030
    Ακύρωση των σχεδίων για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.
    Αυτοί οι στόχοι είναι φιλόδοξοι, αλλά αναγκαίοι και πλήρως ρεαλιστικοί, όπως δείχνει το παράδειγμα άλλων χωρών, με πιο πρόσφατο τον Ενεργειακό Σχεδιασμό της Ισπανίας που ακυρώνει τις εξορύξεις υδρογονανθράκων, προχωρά στο κλείσιμο όλων των μονάδων άνθρακα έως το 2025 και δεσμεύεται για ένα ενεργειακό σύστημα μηδενικού άνθρακα με 100% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2050».

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 23:50 | Αθηνά

    Το προτεινόμενο Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα συνάδει με σενάρια αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας άνω των 3°C, παραβιάζει τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα που έχει ήδη επικυρώσει η χώρα, και αδυνατεί να μας προστατέψει από τις καταστροφικές κλιματικές αλλαγές.

    Η χώρα οφείλει να στραφεί άμεσα προς την καθαρή ενέργεια και να εναρμονιστεί με τα επιστημονικά δεδομένα με συγκεκριμένα βήματα:

    Σταδιακή αλλά οριστική απεξάρτηση από τον λιγνίτη έως τις αρχές της δεκαετίας του 2030 με ουσιαστική υποστήριξη των λιγνιτικών περιοχών της χώρας
    Μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050
    100% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως τα τέλη της δεκαετίας του 2030
    Ακύρωση όλων των σχεδίων για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.

    Αυτοί οι στόχοι είναι φιλόδοξοι, αλλά αναγκαίοι και πλήρως ρεαλιστικοί. Σε αυτή την επιλογή, η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη της, όπως δείχνει άλλωστε και το πρόσφατο παράδειγμα της Ισπανίας αλλά και άλλων χωρών.
    Σας ζητάμε να αναλάβετε την ευθύνη που σας αναλογεί και να θέσετε την ασφάλεια και τη μακροχρόνια ευημερία της χώρας μας πάνω από οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 22:00 | Ιωάννα Αποστολοπούλου

    Tο προτεινόμενο Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα συνάδει με σενάρια αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας άνω των 3°C, παραβιάζει τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα που έχει ήδη επικυρώσει η χώρα, και αδυνατεί να μας προστατέψει από τις καταστροφικές κλιματικές αλλαγές.

    Η χώρα οφείλει να στραφεί άμεσα προς την καθαρή ενέργεια και να εναρμονιστεί με τα επιστημονικά δεδομένα με συγκεκριμένα βήματα:

    Σταδιακή αλλά οριστική απεξάρτηση από τον λιγνίτη έως τις αρχές της δεκαετίας του 2030 με ουσιαστική υποστήριξη των λιγνιτικών περιοχών της χώρας
    Μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050
    100% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως τα τέλη της δεκαετίας του 2030
    Ακύρωση όλων των σχεδίων για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.
    Αυτοί οι στόχοι είναι φιλόδοξοι, αλλά αναγκαίοι και πλήρως ρεαλιστικοί. Σε αυτή την επιλογή, η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη της, όπως δείχνει άλλωστε και το πρόσφατο παράδειγμα της Ισπανίας αλλά και άλλων χωρών.
    Σας ζητάμε να αναλάβετε την ευθύνη που σας αναλογεί και να θέσετε την ασφάλεια και τη μακροχρόνια ευημερία της χώρας μας πάνω από οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 18:07 | Γιώργος

    Το προτεινόμενο Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα συνάδει με σενάρια αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας άνω των 3°C, παραβιάζει τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα που έχει ήδη επικυρώσει η χώρα, και αδυνατεί να μας προστατέψει από τις καταστροφικές κλιματικές αλλαγές.

    Η χώρα οφείλει να στραφεί άμεσα προς την καθαρή ενέργεια και να εναρμονιστεί με τα επιστημονικά δεδομένα με συγκεκριμένα βήματα:

    Σταδιακή αλλά οριστική απεξάρτηση από τον λιγνίτη έως τις αρχές της δεκαετίας του 2030 με ουσιαστική υποστήριξη των λιγνιτικών περιοχών της χώρας
    Μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050
    100% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως τα τέλη της δεκαετίας του 2030
    Αυτοί οι στόχοι είναι φιλόδοξοι, αλλά αναγκαίοι και πλήρως ρεαλιστικοί. Σε αυτή την επιλογή, η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη της, όπως δείχνει άλλωστε και το πρόσφατο παράδειγμα της Ισπανίας αλλά και άλλων χωρών.
    Σας ζητάμε να αναλάβετε την ευθύνη που σας αναλογεί και να θέσετε την ασφάλεια και τη μακροχρόνια ευημερία της χώρας μας πάνω από οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα.”

  • 1. Το ΕΣΕΚ κινείται στην σωστή κατεύθυνση ως προς την απανθρακοποίηση του ενεργειακού μίγματος και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Μέσω της αναμενόμενης θεσμοθέτησης του με κανονιστικές πράξεις εντός του 2019 πρόκειται να αποτελέσει μια εθνική βάση συνεννόησης, δέσμευσης και διαχρονικής αξιοπιστίας για την μετάβαση της χώρας μας στις ΑΠΕ και βεβαίως για τις επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου που απαιτούνται μέχρι το 2030 προς τον σκοπό αυτό, ήτοι 32,7 δις ευρώ συνολικά εκ των οποίων 8,5 δις στην ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ.

    2. Σε ότι αφορά τον ηλεκτρισμό ειδικότερα, στο σχέδιο πέραν των αναλύσεων και προσομοιώσεων της εθνικής κατανάλωσης και της διείσδυσης των ΑΠΕ σε όρους ενέργειας TWh, οφείλουν να προστεθούν οι αντίστοιχες ποσοτικές εκτιμήσεις και για το σκέλος ισχύος φορτίου GW (ζήτηση), αφού αυτό θα καθορίζει εν πολλοίς τα ποσοστά συμφόρησης που θα αντιμετωπίσουν οι ανανεώσιμοι παραγωγοί της ερχόμενης δεκαετίας. Οι επισταμένες αναφορές του ΕΣΕΚ στην αποθήκευση αν και προς την σωστή κατεύθυνση, δεν αίρουν την αβεβαιότητα, αφού απουσιάζουν και γι’ αυτήν οι ποσοτικές αναλύσεις.

    3. Η κεντρικοποιημένη αποθήκευση έχει τεθεί στο παρελθόν στον δημόσιο διάλογο, ενώ υπάρχουν διαφωτιστικές μελέτες προσομοίωσης της λειτουργίας της σε εθνικό επίπεδο για σενάρια αυξημένης διείσδυσης ΑΠΕ. Σε σχετική μελέτη του ΕΜΠ για λογαριασμό της ΡΑΕ από τον Ιούνιο του 2013, προσομοιώθηκε το έτος 2025 με εκτιμώμενη ζήτηση στο διασυνδεδεμένο σύστημα 68 TWh (~52 TWh σήμερα), ετήσια αιχμή ζήτησης 12,5 GW (~9,5 GW σήμερα), εγκατεστημένη θερμική ισχύ 10,1 GW (~8,8 GW σήμερα) και ΑΠΕ μαζί με τους μεγάλους ΥΗΣ στα 14,5 GW (~8,6 GW σήμερα).

    Ο λιγνίτης στην μελέτη ΕΜΠ προβλεπόταν στα 5 GW και το φυσικό αέριο επίσης στα 5 GW. Όσον αφορά τις ΑΠΕ προβλεπόταν σταθερότητα στα μεγάλα υδροηλεκτρικά (ΥΗΣ) με 3,1 GW, ανάπτυξη στα αιολικά στα 7 GW, στα Φ/Β στα 3,5 GW και στις λοιπές ΑΠΕ στα 0,85 GW συνολικά. Το μείγμα της ανωτέρω εγκατεστημένης ισχύος θα απέφερε συνολική διείσδυση ΑΠΕ στην ηλεκτρική ενέργεια περίπου στο 37%.

    Μελέτη ΕΜΠ για λογαριασμό της ΡΑΕ, Ιούνιος 2013

    Υπό συνθήκες λοιπόν έλλειψης αποθήκευσης για ένα τέτοιο ενεργειακό μίγμα και εκτιμώμενη ζήτηση, η μελέτη ΕΜΠ προέβλεπε στο σύστημα (ΥΤ) αναγκαστικές από τον διαχειριστή περικοπές αιολικής παραγωγής 20% ενώ με προσθήκη Αντλησιοταμίευσης (ΑΤΣ) δυναμικότητας ~1 GW και χωρητικότητας 1TWh, το ποσοστό των απορρίψεων θα κυμαινόταν στο 14% και η αποθηκευόμενη στους ταμιευτήρες ενέργεια από αιολικά στο 7,5%. Αναφορικά με το τι θα συνέβαινε στα Φ/Β, η μελέτη παρέπεμπε σε περαιτέρω ανάγκη διερεύνησης λόγω της διασύνδεσης των Φ/Β στο δίκτυο χαμηλής (ΧΤ) και μέσης τάσης (ΜΤ).

    4. Στο υπό διαβούλευση σχέδιο ΕΣΕΚ τα μεγέθη συνιστούν τεχνικά μια μάλλον πιο φιλόδοξη πρόκληση για το σύστημα, αφού η εθνική κατανάλωση για το 2030 προβλέπεται μόλις στα 54,1 TWh αντί 68 TWh της μελέτης ΕΜΠ, ένεκα και των παράλληλων επιθετικών στόχων εξοικονόμησης ενέργειας κατά 32% ως προς την πρόβλεψη του 2007 για το 2030. Οι θερμικές μονάδες περιορίζονται στα ~8 GW αντί 10 GW της μελέτης, τα Φ/Β αυξάνονται στα 6,9 GW αντί 3,5 GW της μελέτης, ενώ σε ότι αφορά τις μονάδες κεντρικοποιημένης αποθήκευσης συνολικά μαζί και με τις δύο υφιστάμενες της ΔΕΗ θα φθάσουν τα ~1,4 GW – 1,5 TWh, δηλαδή πλησίον των μεγεθών της μελέτης του ΕΜΠ. Το μίγμα αυτό φέρει την διείσδυση των ΑΠΕ στη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στο 56%, από 37% στην μελέτη ΕΜΠ και 24% σήμερα.

    5. Εν κατακλείδι, είναι κρίσιμο τα μεγέθη, οι ποσοτικές αναλύσεις και οι προσομοιώσεις στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ να συμπληρωθούν και να επικαιροποιούνται συστηματικά και αφετέρου οι επενδυτές που επιθυμούν να αναπτύσσουν νέα έργα ΑΠΕ περιλαμβανομένων των Ενεργειακών Κοινοτήτων και των συστημάτων net metering και virtual net metering, να λαμβάνουν υπόψη τους τις αναμενόμενες από κάποιο χρονικό σημείο και πέρα αναγκαστικές περικοπές της παραγωγής τους λόγω συμφόρησης του συστήματος. Ας διευκρινιστεί πως η συζητούμενη εδώ συμφόρηση δεν έχει να κάνει με τα δίκτυα αλλά καθαρά με το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας σε εθνικό επίπεδο διασυνδεδεμένου συστήματος.

    6. Η πτώση στο κόστος των τεχνολογιών ΑΠΕ παρέχει επί της αρχής την δυνατότητα στους νέους επενδυτές να διαχειριστούν την πρόκληση των αναγκαστικών περικοπών λόγω συμφόρησης μέχρι κάποιο βαθμό. Ωστόσο αυτό που δεν είναι βέβαιο, είναι το κατά πόσον στους υπολογισμούς τους ή στις τιμές που κάνουν bid στους διαγωνισμούς οι νέοι επενδυτές λαμβάνουν ήδη υπόψη την παράμετρο αυτή και σε ποιο βαθμό ή αν απλώς κινούνται με βάση μόνο το LCOE (levelized cost of energy) της τεχνολογίας για θεωρητικά πλήρη απορρόφηση της παραγωγής τους επί 20ετία, που ωστόσο δεν θα είναι δεδομένη ιδίως στα μεγάλα έργα που συνδέονται στην ΥΤ. Ρόλος αναλογεί και στην Πολιτεία, η οποία μέσω του εξοντωτικού κανόνα υπερκάλυψης 75% ή της συνεχούς μείωσης των τιμών εκκίνησης που εφαρμόζει στους μειοδοτικούς διαγωνισμούς ΡΑΕ, μάλλον και αυτή μονολιθικά εστιάζει στο θεωρητικό LCOE των τεχνολογιών. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αναμένεται turning point στις προσφερόμενες από τους επενδυτές τιμές ανά MWh ή και έξοδος από PPAs με πολύ χαμηλές τιμές, αν οι περικοπές δεν μπορούν να απορροφηθούν αλλά πρέπει να τιμολογηθούν.

    7. Το ΕΣΕΚ χαρακτηρίζει τις περικοπές εγχύσεων ΑΠΕ ως μορφή «ευελιξίας» για το σύστημα, οπότε δεν αποτελεί παράλογη απαίτηση το να αποζημιώνονται και αυτές όπως λ.χ. το demand response.

    8. Σε ότι αφορά το κόστος απόσβεσης και λειτουργίας της κεντρικοποιημένης αποθήκευσης, δεν νοείται να επιβαρύνει τους παραγωγούς ΑΠΕ, οι οποίοι όπως αναλύθηκε στο πλαίσιο των φιλόδοξων στόχων του ΕΣΕΚ προς το 2030 θα έχουν να επωμιστούν περικοπές στην παραγωγή τους λόγω συμφόρησης με δεδομένη και την γεωγραφική θέση της χώρας μας στο άκρο της Ευρώπης. Η κεντρικοποιημένη αποθήκευση και η όποια τυχόν ανάγκη λειτουργικής της ενίσχυσης αν το arbitrage τιμών δεν επαρκεί για την βιωσιμότητα της, πρέπει να αντιμετωπιστεί ως υποδομή του συστήματος και να καλύπτεται από σχετικές χρεώσεις στους λογαριασμούς όπως ακριβώς συμβαίνει για το δίκτυο. Η ενεργειακή μετάβαση και η κλιματική αλλαγή αφορά όλους τους πολίτες και όχι μόνο όσους εμπλέκονται στον ηλεκτρισμό.

    9. Σε ότι αφορά την αποκεντρωμένη αποθήκευση που θα μπορούσε έτι περαιτέρω να ελαχιστοποιήσει έως και να μηδενίσει τις περικοπές λόγω συμφόρησης, τα κόστη της για την επόμενη 5ετία αναμένονται απαγορευτικά για το διασυνδεδεμένο σύστημα χωρίς πάγια ή λειτουργική ενίσχυση. Απαιτείται συνεπώς σημαντική τεχνολογική ωρίμανση ακόμα αν μιλάμε για όρους αγοράς. Πάντως αναλόγως της πορείας του ΕΣΕΚ στην πράξη και της επίτευξης ή μη των στόχων του, ας αποφευχθούν προς το παρόν δογματικές αντιλήψεις περί ενίσχυσης της ή μη, με δεδομένο ότι ενδέχεται να μην υπάρχει άλλος τρόπος ευελιξίας για την επίτευξη των στόχων απανθρακοποίησης και μείωσης εκπομπών ρύπων του 2030.

    10. Το σχέδιο ΕΣΕΚ στο κεφάλαιο 2.6 περί εσωτερικής αγοράς ενέργειας και συγκεκριμένα στο διάγραμμα 23, ορθά αποτυπώνει το χαμηλό κόστος του ηλεκτρισμού στην χώρα μας, ήτοι την αρνητική απόκλιση του (έως και -40%) συγκριτικά με τον μέσο όρο της ΕΕ-28 για σχεδόν όλες τις κατηγορίες καταναλώσεων τόσο στον οικιακό όσο και τον μη οικιακό τομέα (επαγγελματίες, βιομηχανία, κ.λπ.). Έτσι η συζήτηση και οι όποιες διαπιστώσεις ακολουθήσουν τίθενται υποχρεωτικά στην σωστή ποσοτική τους βάση μακριά από τετριμμένες και εσφαλμένες γενικόλογες αντιλήψεις περί υψηλού ενεργειακού κόστους στην Ελλάδα, που καταφανώς υποκρύπτουν άλλες οικονομικές σκοπιμότητες.

    11. Ο ποσοτικός στόχος του ΕΣΕΚ για 500 MW συμμετοχικών ΑΠΕ έως το 2030 επί συνόλου 9 GW πρόσθετης ανανεώσιμης εγκατεστημένης ισχύος που καλείται μέχρι τότε να αναπτυχθεί, συνιστά μάλλον ήττα του μοντέλου των Ενεργειακών Κοινοτήτων. Κατά την άποψη μας η αιτία δεν είναι άλλη, από την δαιμονοποίηση του κερδοσκοπικού χαρακτήρα τους, όπως συντελέστηκε μέσα από το ίδιο το κείμενο του ν/σ που τέθηκε επί μακρόν σε δημόσια διαβούλευση και εν τέλη θεσμοθετήθηκε με τον ν. 4513/2018. Ο προσανατολισμός του μοντέλου στους ΟΤΑ, στην εντοπιότητα των συμμετοχών και εν γένει στον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα τους, απομόνωσε την πολυσυμμετοχική ανάπτυξη από την ιδιωτική πρωτοβουλία των μικρομεσαίων σε συνεταιριστικό επίπεδο, ενώ αντίθετα αυτή θα έπρεπε να ήταν στο πυρήνα του εγχειρήματος.

    12. Στο κεφάλαιο 4.5.2 περί ασφάλειας εφοδιασμού μας προκαλεί αλγεινή εντύπωση η ευκολία αποδοχής από την Πολιτεία πολιτικών δύο μέτρων και δύο σταθμών στις αγορές ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. Ενώ λοιπόν η διακοψιμότητα στο φυσικό αέριο αποπληρώνεται εν τέλει από τον Διαχειριστή, στον ηλεκτρισμό την πληρώνουν αναίτια οι παραγωγοί και δη οι ΑΠΕ που δεν δύνανται καν να μετακυλήσουν ούτε μέρος του κόστους της ένεκα των διοικητικά ορισμένων τιμών πώλησης της παραγωγής τους.

    13. Μας προκαλούν ικανοποίηση οι αναφορές του ΕΣΕΚ στην περαιτέρω ανάπτυξη μονάδων ΑΠΕ μικρής εγκατεστημένης ισχύος υπό καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης σταθερής τιμής που θα τους διασφαλίζει βιωσιμότητα, σύμφωνα με μηχανισμό που ήδη αναπτύσσεται από το Υπουργείο. Ο Σύνδεσμος μας από 3/9/18 έχει εισηγηθεί στο ΥΠΕΝ τέτοιο μηχανισμό για τα φωτοβολταϊκά εγκατεστημένης ισχύος έως 500 kW, ο οποίος μάλιστα παρακολουθεί την αγορά και την εξέλιξη των τιμών της. Σε κάθε περίπτωση τιθέμενου σε ισχύ ενός τέτοιου μηχανισμού από την Πολιτεία, οφείλει να δοθεί η δυνατότητα και σε όσα μικρά έργα έχουν ήδη υλοποιηθεί κατόπιν του ν. 4414/2016 να προσχωρήσουν σε αυτόν εφ’ όσον το επιθυμούν.

    14. Καταλυτικό ρόλο στην υγιή περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων προς την κατεύθυνση του ΕΣΕΚ έχει να διαδραματίσει και ο ΔΑΠΕΕΠ, που πλέον μοναδικό καθήκον του αποτελεί η διαχείριση των ΑΠΕ, των Εγγυήσεων Προέλευσης και φυσικά του Ειδικού Λογαριασμού (ΕΛΑΠΕ). Στο πλαίσιο αυτό οι τιμές των δικαιωμάτων ρύπων CO2 και οι σχετικές προβλέψεις του για την πορεία τους στα μηνιαία δελτία που εκδίδει, καθίστανται κρίσιμες για την οικονομική ευρωστία του συστήματος των ανανεώσιμων. Επειδή όμως οι τιμές ρύπων αποτελούν χρηματιστηριακό μέγεθος στα πλαίσια του ETS, τα εργαλεία, οι μεθοδολογίες και οι διαδικασίες παραγωγής προβλέψεων του ΔΑΠΕΕΠ για την εξέλιξη τους πρέπει να τυποποιηθούν.

    15. Στην παρούσα φάση όπως λ.χ. φαίνεται και στο επισυναπτόμενο διάγραμμα οι τιμές ρύπων έχουν διασπάσει καθοδικά την μεσοπρόθεσμη από τον Αυγ-17 ανοδική τάση τους (πράσινη γραμμή βάσης), ενώ τείνει να δημιουργηθεί μια οροφή καθοδικής τάσης (μωβ γραμμή), βραχυπρόθεσμου ωστόσο προς το παρόν χαρακτήρα. Το αν η πρόσφατη ανοδική διάσπαση της αποτελεί ψευδοσήμα λήξης της ή όχι, μένει να φανεί. Ωστόσο οι αγορές έχουν «μνήμη», οι τιμές spot παρουσιάζουν έντονη διακύμανση, δεν έχουν επανέλθει στην μακροπρόθεσμη τροχιά τους και καθοδικές διορθώσεις προς τα 15 ευρώ/τόνος οπωσδήποτε πρέπει να αναμένονται. Η ίδια η Κομισιόν άλλωστε έχει για στόχο της το 2020 την τιμή των 15 ευρώ/τόνο όπως πρόσφατα ανακοινώθηκε. Παρόμοια εικόνα προκύπτει και από την τομή των καμπυλών κινούμενων μέσων όρων 120, 180 ημερών κ.λπ. με αυτή των spot τιμών.

    Τιμές ρύπων CO2 σε ευρώ/τόνο, πηγή eex.com

    Σε κάθε περίπτωση ο ΔΑΠΕΕΠ πρέπει να εμβαθύνει στο αντικείμενο των προβλέψεων χρηματιστηριακών μεγεθών όπως είναι οι τιμές CO2, πάνω στις οποίες και θα στηρίζονται οικονομικά οι ΑΠΕ όλο και περισσότερο. Πρέπει να διαμορφώσει τυποποιημένες-αυστηρές διαδικασίες παραγωγής προβλέψεων που θα συνδυάζουν ανάλυση αφενός της θεμελιώδους εικόνας της αγοράς με βάση τις εκπορευόμενες πολιτικές της ΕΕ για τους ρύπους αλλά και του momentum της τεχνικής (δείκτες MACD, ταλαντωτές, επίπεδα Fibonacci κ.α.) και διαγραμματικής της εικόνας (γραμμές τάσεις, τρίγωνα, σχηματισμοί κορυφών κ.λπ.) εξοπλιζόμενος και με τα κατάλληλα software. Το προβλεπόμενο πλεόνασμα ή έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ σε κάθε μηνιαίο δελτίο που εκδίδει και πάνω στο οποίο λαμβάνονται κρίσιμες πολιτικές, ρυθμιστικές και επενδυτικές αποφάσεις, δεν είναι δυνατόν να ακολουθεί αφιλτράριστα τις ακραίες πολλές φορές διακυμάνσεις των spot τιμών ρύπων CO2.

    16. Ο ΔΑΠΕΕΠ τέλος πρέπει να εμπλουτίσει το μηνιαίο δελτίο ΕΛΑΠΕ και με την ταμειακή εικόνα του λογαριασμού. Οι παραγωγοί ΑΠΕ αυτήν εν τέλει βιώνουν και έχουν επανειλημμένα ταλαιπωρηθεί από την απόκλιση της από την λογιστική, πέραν μάλιστα του όποιου μεριδίου ευθύνης των ανείσπρακτων λογαριασμών των καταναλωτών. Είναι ιδιαίτερα θετικό το γεγονός πως ο ΕΣΕΚ αναγνωρίζει την κρισιμότητα του ταμειακού σκέλους του λογαριασμού, το οποίο και ζητεί να θωρακιστεί η αξιοπιστία του. Νομίζουμε λοιπόν πως ένα τέτοιο reporting από πλευράς ΔΑΠΕΕΠ συνάδει με τους στόχους του ΕΣΕΚ.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 15:09 | Δημήτρης Μαυροματίδης,Πρόεδρος Δ.Ε. Τεχνικου Επιμελητηριου Ελλάδας/Τμήματος Δυτικής Μακεδονίας (ΤΕΕ/ΤΔΜ)

    Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και αποτελεί θετικό βήμα η κατάθεση του μετά από σημαντικό χρόνο απουσίας σχετικού σχεδιασμού.

    Στο πλαίσιο του γενικού σχολιασμού στο κείμενο υπό διαβούλευση, με έμφαση στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, αναφέρονται τα ακόλουθα :

    • Αναφέρονται συνολικά οι βιβλιογραφικές πηγές, χωρίς ειδική αναφορά στα σχετικά τμήματα του κειμένου με αδυναμία ολοκληρωμένης τεκμηρίωσης των σχετικών εδαφίων. Επίσης η αναφορά των υφισταμένων μέτρων πολιτικής δίδεται μόνο αριθμητικά, γεγονός που δεν συνεισφέρει στην πληρότητα του κειμένου.

    • Το Σχέδιο περιλαμβάνει μόνο ένα κύριο σενάριο εξέλιξης, χωρίς να αντιμετωπίζει ένα εύρος ανάπτυξης έργων ανα τεχνολογία και πιθανές διαφοροποιήσεις του σεναρίου από αστοχίες–τροποποιήσεις του αρχικού σχεδιασμού λόγω επενδυτικού πλαισίου και χρηματοδοτήσεων, υλοποίηση έργων κλπ.

    • Στα αποτελέσματα του σχεδιασμού δεν δίδεται η εκτίμηση της εξέλιξης του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας και συγκριτική αξιολόγηση με σενάριο αναφοράς (Business as usual)

    • Το σχέδιο δεν αποτυπώνει με σαφή αναφορά τη σύνδεση της ανάπτυξης των Α.Π.Ε. με την αντίστοιχη ανάπτυξη εθνικής βιομηχανίας κατασκευής Α.Π.Ε. σε επίπεδο στόχευσης και στήριξης.

    Ειδικότερα δε, σε περιφερειακό επίπεδο Δυτικής Μακεδονίας σημειώνονται τα ακόλουθα :

    Στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, γίνεται αναφορά της εξέλιξης της συνολικής ισχύος θερμικών μονάδων στο πλαίσιο της μη δεσμευτικής λειτουργίας της αγοράς χωρίς να αναφέρονται οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που θα αποσυρθούν και πότε, ούτε επίσης η ένταξη/αναβάθμιση μονάδων σύμφωνα με τις υφιστάμενες/μελλοντικές απαιτήσεις σύμφωνα με το σενάριο που εξετάσθηκε. Η αναφορά αυτή κρίνεται απαραίτητη καθώς έχει σημαντική επίδραση σε τοπικό επίπεδο ανάπτυξης και οικονομικής δραστηριότητας. Αντίστοιχη αναφορά αναμένεται και στο ΠΠ1 των πολιτικών κατευθύνσεων περιόδου 2020-30 με αναφορά σε αναμενόμενες πρωτοβουλίες σταδιακής απόσυρσης ρυπογόνων θερμικών μονάδων (σελ. 144).

    Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η Δυτική Μακεδονία αποτελεί μια από τις 4 πρώτες Περιφέρεις σε μετάβαση σε σύνολο 41 ευρωπαϊκών ανθρακοφόρων περιφερειών, μετέχοντας στην πρωτοβουλία της Ε.Ε. «Coal Regions in Transition Platform» και προτείνεται η ενσωμάτωση των σχετικών δράσεων ως αναπόσπαστο τμήμα του εθνικού σχεδιασμού. Παρά την γενική αναφορά σε αναπτυξιακά σχέδια για τις περιοχές που θα επηρεασθούν περισσότερο από την σταδιακή μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα (σελ. 53-54), δεν υπάρχει πρόταση που να αφορά στις διαδικασίες καθορισμού της στρατηγικής ούτε και στα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη της μετάβασης. Η διαδικασία της μετάβασης και η ανάπτυξη των περιοχών σε μετάβαση, επηρεάζεται από την αποκατάσταση και επαναχρησιμοποίηση των εδαφών των εξαντλημένων ορυχείων, γεγονός που θα πρέπει να αναφέρεται στον σχεδιασμό σε επίπεδο τελικών χρήσεων γης, χρονικού σχεδιασμού, ιδιοκτησιακού καθεστώτος και υποχρεώσεων υλοποίησης των έργων. Η ανάπτυξη νέου περιφερειακού παραγωγικού μοντέλου μετάβασης κρίνεται αναγκαίο να αποτυπώνεται και στα βασικά χαρακτηριστικά της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027 (σελ 194-196), με σχετικά ως προς τον ενεργειακό τομέα μέτρα αξιοποίησης του υφιστάμενου ανθρώπινου δυναμικού και τεχνογνωσίας και αντίστοιχη πρόνοια χρηματοδότησής του.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 15:57 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

    Ένα γενικό σχόλιο που αφορά τόσο το περιεχόμενο όσο και τη διαδικασία σύνταξης του ΕΣΕΚ: Πρόκειται για Εθνικό σχέδιο που βεβαίως έχει υποβληθεί προς έγκριση στην ΕΕ και κατόπιν αυτής της έγκρισης χαρακτηρίζεται ως final.
    Τα ερωτήματα που τίθενται είναι:
    1. Σε ποιό βαθμό έχουν ενημερωθεί τα όργανα της ΕΕ για τις ιδιαιτερότητες της Ελλάδας (π.χ. εκπομπές μεθανίου από τους ΧΥΤΑ);
    2. Ο έλεγχος που πραγματοποιήθηκε ήταν ουσιαστικός ή αφορούσε μόνο την συμφωνία προς τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και πρακτικές;
    3. Υπήρξαν πρόσθετες προτάσεις από την ΕΕ (π.χ. για τη χρήση του Βιοεθανίου στις μεταφορές, όπου υπάρχει σαφής κατεύθυνση στην υπό διαμόρφωση RED II για την χρήση το βιομεθανίου στις μεταφορές σε ποσοστό 3,6% μέχρι το 2030); Αν ναι, ελήφθησαν υπόψη;
    4. Θα υπάρξει νέα υποβολή αναθεωρημένου σχεδίου προς την την ΕΕ προς έγκριση;
    5. Αν όχι προς τι η Διαβούλευση;

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 15:58 | Μανώλης Καραμπίνης

    Γενικά, το προσχέδιο του ΕΣΕΚ φαίνεται να υποβαθμίζει το ρόλο της εγχώριας παραγωγής βιομάζας στην επίτευξη των ενεργειακών και περιβαλλοντικών στόχων της χώρας.

    Συγκεκριμένα,

    1) Στον Πίνακα Π.4 παρατηρείται αύξηση των καθαρών εισαγωγών βιοενέργειας από 135 σε 432 ktoe (2016 προς 2030), χωρίς να γίνεται σαφές αν αυτό αφορά βιομάζα για θέρμανση, για ηλεκτροπαραγωγή ή για άλλο σκοπό.

    2) Στον οικιακό τομέα,τα απόλυτα μεγέθη χρήσης βιοενέργειας εμφανίζονται σταθερά ή με μικρή μείωση. Αυτό φαίνεται να αγνοεί το τεράστιο εγχώριο δυναμικό βιομάζας από αγροτικά υπολείμματα, το οποίο μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην απανθρακοποίηση του τομέα θέρμανσης, ιδίως σε αγροτικές περιοχές απ’όπου δε διέρχεται το δίκτυο φυσικού αερίου. Το σημαντικό δυναμικό στην Ελλάδα καθώς και νέες τεχνολογίες αξιοποίησής της στον οικιακό τομέα έχουν τεκμηριωθεί από πλήθος Ευρωπαϊκών ερευνητικών έργων (π.χ. Biomasud Plus, uP_running, FlexiFuel-CHX, κτλ).

    Θεωρώ ότι το ΕΣΕΚ θα πρέπει να συγκεκριμενοποιήσει και να αυξήσει τους στόχους για την αξιοποίηση του εγχώριου δυναμικού βιομάζας, θέτοντας συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους που να αφορούν τόσο το δυναμικό που διακινείται όσο και τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά (π.χ. βαθμούς απόδοσης) των τεχνολογιών μετατροπής της.

    Καραμπίνης Μανώλης, Επιστημονικός Συνεργάτης ΕΚΕΤΑ (Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης)

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 15:27 | Σούλα Κατσίγιαννη

    Ανατρέχοντας και προσπαθώντας να διαβάσω το κείμενο για τον ΕΣΕΚ στον ελάχιστο χρόνο που δόθηκε από το υπουργείο για να το διαβάσουν και να εκφράσουν την άποψή τους οι πολίτες, παρατηρώ ότι :
    Μεταξύ καλών πρακτικών όπως η αύξηση της ενεργειακής αυτονομίας της χώρας, η βελτίωση των υποδομών, η κατασκευή και ανακαίνιση κτιρίων με περιβαλλοντικά φιλικό τρόπο και η στροφή προς την προώθηση της κυκλικής οικονομίας, παρατηρώ ότι σύμφωνα με το κείμενο, αυτό που κυρίως συμβαίνει είναι ότι προωθείται η ιδέα της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου, η αύξηση των εξαγωγών και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Συλλογιζόμενη ότι πρωταρχικός σκοπός τόσο θεωρητικά όσο και όπως αυτό ορίζεται και στο κείμενο, είναι η αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου της χώρας μας για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, εξασθένισης μακροπρόθεσμα των συνταρακτικών συνεπειών της αύξησης της θερμοκρασίας και στροφής προς έναν οικολογικότερο τρόπο ζωής, μετά λύπης μου παρατηρώ ότι στο κείμενο δεν αναγράφεται πουθενά απολύτως, ούτε στις υποπαραγράφους με τίτλο «Προκλήσεις», ότι δεν υπάρχει καμία απολύτως στρατηγική ώστε τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν να σέβονται ταυτόχρονα και σε χρόνο παροντικό, το περιβάλλον και την βιοποικιλότητα. Τον τελευταίο καιρό γινόμαστε μάρτυρες της κατακρεούργησης των βουνών μας από την τοποθέτηση και κατασκευή μεγάλων αιολικών «πάρκων» (και μάλιστα απ’ ό,τι πληροφορούμαστε τοποθετούνται ανεμογεννήτριες προηγούμενης τεχνολογίας από αυτές που θα μπορούσαν να μπουν με τη σημερινή τεχνολογία-μικρότερες, φιλικότερες προς το περιβάλλον) χωρίς καμία έγνοια για τις σοβαρές τους επιπτώσεις στην τοπική βιοποικιλότητα καθώς και στους ντόπιους πληθυσμούς καθώς η καταστροφή βουνών και θαλασσών οδηγεί στη μείωση της αξίας της περιοχής αισθητικά άρα και τουριστικά! Σε μια χώρα που ο τουρισμός έχει εξελιχθεί σε βιομηχανία και πρωταρχικό οικονομικό εισόδημα εθνικά, πώς γίνεται να αδειοδοτούνται τόσο απλά, εύκολα και γρήγορα τοποθατήσεις ΑΠΕ και εξορύξεις υδρογονανθράκων χωρίς κανένα σεβασμό στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις;;; Έχουμε ήδη παραβεί πόσους κανονισμούς προστασίας της φύσης από την ΕΕ. Γιατί συνεχίζουμε;; Πρέπει να καταστρέψουμε τον πλούτο της ελληνικής φύσης, που είναι μοναδική παγκοσμίως, και να δούμε τις συνέπειες εμπράκτως για να καταλάβουμε ότι πρέπει να τη διασφαλίσουμε και διαφυλάξουμε για τις επόμενες γενιές;;;! Ως πότε δεν θα υπάρχει σοβαρός χωεοταξικός σχεδιασμός σε αυτή τη χώρα; Γιατί δεν παίρνουμε παράδειγμα από χώρες οι οποίες φωνάζουν (γιατί είναι παθούσες) και οι επιστήμονες προειδοποιούν;! Το κείμενο αυτό μας πείθει μόνο ότι σαν χώρα είμαστε έρμαια πολιτικών που προστατεύουν τα συμφέροντα πολυεθνικών εταιρειών, ενώ ο ντόπιος δεν προστατεύεται καθόλου.

  • Προτάσεις του Επιμελητηρίου Κυκλάδων για την ενεργειακή αναβάθμιση των Νησιών των Κυκλάδων (Πράσινα Νησιά)
    Το Επιμελητήριο Κυκλάδων, έχοντας διαγνώσει πολύ νωρίς το μεγάλο έλλειμμα που σημειώνει η χώρα στην αξιοποίηση των φυσικών / ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, έχει αναλάβει από το 2011 ενεργή δράση και πρωτοβουλίες με σκοπό να συμβάλει στη μείωση των ενεργειακών προβλημάτων των νησιών και κυρίως των μη διασυνδεδεμένων. Η σημαντική καθυστέρηση της χώρας στον τομέα της Ενέργειας και στην ανάπτυξη και εφαρμογή νέων ενεργειακών προτύπων, σε συνδυασμό με την ιδιαιτερότητα – όχι μόνο γεωγραφική – του Νομού μας δεν επιτρέπουν περαιτέρω αναβολές. Έχουμε ένα τεράστιο κενό ζωτικής σημασίας για τα νησιά μας, που οι περιστάσεις μας καλούν να καλύψουμε, το συντομότερο δυνατόν.
    Με δεδομένο ότι βασικό ζητούμενο στα έργα που επεξεργαζόμαστε και υλοποιούμε στον τομέα της Ενέργειας, είναι ο βέλτιστος συνδυασμός της αξιοποίησης των Ανανεώσιμων Πηγών, με την προστασία του ευαίσθητου νησιωτικού περιβάλλοντος και την ευρεία συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, πραγματοποιήσαμε κύκλο επαφών μαζί τους, όπως και με τους φορείς των νησιών.
    Α) Υβριδικοί Σταθμοί στα ΜΔΝ

    Όπως γνωρίζουμε όλοι, τα περισσότερα μη διασυνδεδεμένα νησιά (ΜΔΝ) των Κυκλάδων αντιμετωπίζουν προβλήματα με την ηλεκτροδότηση τους. Τα τοπικά εργοστάσια, όπου λειτουργούν, χρησιμοποιούν πετρέλαιο, με αποτέλεσμα την μόλυνση, το υψηλό κόστος και την περιβαλλοντολογική υποβάθμιση του χώρου που λειτουργούν. Αυτό το ξεπερασμένο ενεργειακό πρότυπο, δημιουργεί και άλλα προβλήματα, όπως συχνές διακοπές ρεύματος με αποτέλεσμα οικονομικές ζημίες και υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των νησιών.

    Το Επιμελητήριο, με βάση και τον θεσμικό του ρόλο, επιθυμεί να αναλάβει ενεργή δράση και να συμβάλει στην οριστική και άμεση λύση των ενεργειακών προβλημάτων των μη διασυνδεδεμένων νήσων με γνώμονα:

    • την οικονομική ανάπτυξη των Κυκλάδων μέσω της ενεργής και ισότιμης συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών (τα κέρδη από τις επενδύσεις και την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών επιστρέφουν στις τοπικές κοινωνίες)
    • την εξυπηρέτηση του γενικότερου συμφέροντος και
    • τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων τους

    Για την επίτευξη των παραπάνω, το Επιμελητήριο Κυκλάδων διερεύνησε την παγκόσμια αγορά και έχει εξασφαλίσει υλοποιήσιμη πρόταση προσαρμοσμένη στις ιδιαιτερότητες των ΜΔΝ.

    Τα πλεονεκτήματα από την εφαρμογή της εν λόγω πρότασης είναι προφανή. Ενδεικτικά αναφέρονται:

    • Απεξάρτηση του κόστους παραγωγής από την τιμή του πετρελαίου με παράλληλη μείωση του
    • Χρήση της πλεονάζουσας ενέργειας για άλλες κοινωφελείς δράσεις όπως φόρτιση ηλεκτροκίνητων οχημάτων, αφαλατώσεις, παραγωγή μεθανίου για χρήση σε συστήματα ψύξης-θέρμανσης δημοσίων κτιρίων κ.α.
    • Οικονομικά οφέλη από την επένδυση
    • Δημιουργία θέσεων εργασίας
    • Τουριστική προβολή των νησιών σε διεθνές επίπεδο ως «Πράσινων» και δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης, εφόσον ακολουθήσουν και άλλες παράλληλες ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση.

    Σημειώστε ότι έχει ληφθεί υπόψη η απόλυτη προστασία του.

    Το όραμα του κάθε έργου είναι να δημιουργήσει στα ΜΔΝ ένα σύστημα παροχής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ το οποίο θα αντικαταστήσει αποδοτικά την ηλεκτροπαραγωγή με καύση πετρελαίου ντίζελ.

    Το υφιστάμενο Νομοθετικό / Ρυθμιστικό Πλαίσιο, με τους περιορισμούς που εισάγει, είναι επαχθές για την αποδοτικότητα και βιωσιμότητα των σύγχρονων Υβριδικών Σταθμών.

    Για παράδειγμα αναφέρονται οι περιορισμοί της ισχύος των μονάδων ΑΠΕ στο 120% της ισχύος των μονάδων αποθήκευσης, η υποχρεωτική λειτουργία των ντηζελογεννητριών (must run), ο υποχρεωτικός ημερήσιος οκτάωρος προγραμματισμός κ.α.

    Προκειμένου να αρθούν αυτά τα εμπόδια, προτείνεται να εισαχθεί μια ανανεωμένη θεώρηση των «κλασσικών» Υβριδικών Σταθμών, δηλαδή να θεσμοθετηθούν οι Υβριδικοί Σταθμοί Διαμόρφωσης Δικτύου (ΥΣΔΔ) [Grid- Forming Hybrid Stations (GFHS)] και τα αλληλένδετά τους Έξυπνα Συστήματα Ενεργειακής Διαχείρισης (ΕΣΕΔ) [Smart Energy Management Systems (SEMS)].

    Οι σχετικές προτάσεις μας σας έχουν κοινοποιηθεί με πλήρη τεκμηρίωση.

    Β) Δυνατότητα εξασφάλισης της απαιτούμενης χρηματοδότησης των έργων από τις Ενεργειακές Κοινότητες

    Για τη θεμελίωση της δυνατότητας χρηματοδότησης των έργων ΑΠΕ που αναλαμβάνονται από Ενεργειακές Κοινότητες στις οποίες συμμετέχουν μαζικοί φορείς όπως είναι το Επιμελητήριο Κυκλάδων προτείνεται:

    Να γίνεται αποδεκτή η χρηματοδότηση των εν λόγω έργων με διαδικασίες συμμετοχικών επενδύσεων (equity crowdfunding). ). Αν και η χρηματοδότηση από το πλήθος αποτελεί μια πολύ πρόσφατη μορφή εναλλακτικής χρηματοδότησης, κερδίζει διαρκώς έδαφος μέσα στην κρίση. Οι συμμετοχικές επενδύσεις (equity crowdfunding) εμφανίστηκαν ουσιαστικά μόλις το 2012. Το 2018 έχουν αντληθεί παγκοσμίως κεφάλαια άνω των οκτώ δισ. ευρώ –κυρίως στις ΗΠΑ, δευτερευόντως στην Αγγλία– ενώ πρόσφατα γνωρίζουν μεγάλη ανάπτυξη σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Σύμφωνα δε με τις διεθνείς εκτιμήσεις, το 2022 οι μορφές crowdfunding εκτιμάται ότι θα δύνανται να αντλήσουν άνω των 23 δισ. ευρώ.

    Έτσι θα προσκαλούνται να επενδύσουν αρχικά οι κάτοικοι και οι καταγόμενοι από το νησί, κατόπιν και εφ’ όσον δεν συγκεντρωθούν τα αναγκαία κεφάλαια, τα μέλη του Επιμελητηρίου, οι υπόλοιποι Κυκλαδίτες κ.ο.κ. Θα προηγούνται βέβαια στην Ελλάδα αλλά και στην ομογένεια καμπάνιες προβολής (road shows) των επενδύσεων και της εθνικής και κοινωνικής τους σημασίας.

    Γ) Διασυνδέσεις ΜΔΝ

    Πολύ σημαντικές για την απρόσκοπτη ηλεκτροδότηση των Νησιών με παράλληλη μείωση των ρύπων. Όμως πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στο να μην γίνουν οι διασυνδέσεις ο «δούρειος ίππος» για την αλόγιστη εγκατάσταση μεγάλων ΒΑΠΕ που θα αλλοιώσει το τοπίο των Νησιών σε βάρος της τουριστικής τους ανάπτυξης που είναι η κύρια πηγή εσόδων των κατοίκων τους.

    Δ) Μικρές Ανεμογεννήτριες

    Σημαντικές για την εκμετάλλευση του υψηλού αιολικού δυναμικού των νησιών χωρίς να αλλοιώνουν σημαντικά το τοπίο. Να επιταχυνθεί η έκδοση της αναμενόμενης ΚΥΑ ώστε να είναι πλέον δυνατή η εγκατάστασή τους.

    Ε) Εικονικός Ενεργειακός Συμψηφισμός

    Να επιτρέπεται και για μεμονωμένες ενεργοβόρες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:58 | Παναγιώτης Γιαννόπουλος

    Όσο ως προτεραιότητα δεν τίθεται η προοπτική της μείωσης των ενεργειακών δαπανών-αναγκών και όσο η ενέργεια αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα, η συζήτηση αυτή θα γίνεται σε στρεβλή βάση.
    Σήμερα, στο όνομα της μείωσης των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα και της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, συντελείται μια πρωτοφανούς κλίμακας καταστροφή στα βουνά της Ελλάδας (η οποία μάλιστα αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια). Δεκάδες αιολικά «πάρκα» (!!!) βιομηχανικού τύπου κατασκευάζονται ή σχεδιάζονται να κατασκευαστούν σε μέρη με τεράστια οικολογική, αισθητική και ιστορική σημασία όπως είναι η Μάνη, τα Άγραφα, η Καρυστία, ο Καβομαλιάς, η Σαμοθράκη, η Ικαρία (η λίστα είναι πολύ μεγάλη, δυστυχώς).
    Την ίδια στιγμή που δηλώνουμε υπέρμαχοι των Α.Π.Ε., βρίσκονται σε εξέλιξη έρευνες για την έρευνα υδρογονανθράκων στη δυτική Ελλάδα (σύντομα και νότια της Κρήτης) και αποδεχόμαστε ότι η «βαριά βιομηχανία» της χώρας είναι ο τουρισμός (ποιος τώρα θα πάει να περπατήσει σε κατακρεουργημένα βουνά ή να κάνει μπάνιο σε παραλίες με θέα τις πλατφόρμες άντλησης πετρελαίου, είναι άλλο ζήτημα). Οι αντιφάσεις είναι τραγικές, δυστυχώς.
    • Προσδιορισμός των πραγματικών ενεργειακών αναγκών σε τοπικό και σε εθνικό εθνικό επίπεδο.Έμφαση σε στρατηγικές μείωσης των ενεργειακών αναγκών-δαπανών.
    • Κανένα έργο χωρίς σοβαρή περιβαλλοντική μελέτη, χωρίς μελέτη του συνολικού «οικολογικού του αποτυπώματος» και χωρίς τη συναίνεση της τοπικής κοινωνίας.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:41 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

    ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΒΙΟΑΕΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ
    5.3.2. Εξέλιξη της ηλεκτροπαραγωγής
    Στη σελίδα 123 γίνεται μια σωστή επισήμανση:
    «Αξίζει να γίνει και ειδική αναφορά στη νέα ισχύ ΑΠΕ που αναμένεται να εγκατασταθεί από μονάδες με χαρακτηριστικά πλήρως κατανεμόμενης ηλεκτροπαραγωγής (δηλαδή σταθμοί με εκμετάλλευση γεωθερμικών
    πεδίων, βιομάζας και βιοαερίου) όπου και προβλέπεται μέχρι το έτος 2030 να έχουν σχεδόν πενταπλασιάσει τη σημερινή εγκατεστημένη ισχύ τους. Οι σταθμοί αυτοί είναι απαραίτητοι για την εύρυθμη λειτουργία του εγχώριου ηλεκτρικού συστήματος, λαμβάνοντας υπόψη και τα αναμενόμενα μεγάλα μεγέθη ηλεκτροπαραγωγής από μεταβλητές ΑΠΕ, ώστε να μπορούν λειτουργούν και ως εξισορροπητικά φορτία σε χρονικές στιγμές που αυτό θα απαιτείται. Η ανάπτυξη αυτής της κατηγορίας σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ, αποτελεί μια επιπρόσθετη πρόκληση αναφορικά με την ανάπτυξη του ενεργειακού συστήματος γιατί απαιτεί σε τοπικό επίπεδο βέλτιστο συντονισμό τόσο στη φάση της αδειοδότησης και κατασκευής όσο και στη φάση της λειτουργίας των σταθμών αυτών, ενώ πρέπει να επισημανθεί και ότι αφορά σταθμούς ΑΠΕ με τη μεγαλύτερη εγχώρια προστιθέμενη αξία μεταξύ των τεχνολογιών ΑΠΕ στο πλαίσιο της χρονικής περιόδου λειτουργίας τους»
    Στο παράρτημα 3 (σελ. 214) γίνεται η αισιόδοξη πρόβλεψη ότι η συμβολή της βιοενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή θα είναι το 2030 300 MW.
    Είναι απορίας άξιο από που αντλείται αυτή η εκτίμηση, όταν:
    • Μεταξύ 2010 και 2018 η αύξηση ήταν από 45 MW σε 65,5 ΜW (με στόχο για το 2020 350 MW).
    • Στην σχετικά πρόσφατη νομοθεσία (2016) μόνον αντικίνητρα υπήρξαν σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση (μείωση τιμών αναφοράς, αποκλεισμός από ενίσχυση από τον αναπτυξιακό, εφαρμογή διαφορικής προσαύξησης, ένταξη σε καθεστώς δημοπρασιών που χαρακτηρίζει ώριμες και ανταγωνιστικές ΑΠΕ κλπ.).
    • Το καθεστώς και οι πρακτικές για την παροχή δυνατοτήτων σύνδεσης στο δίκτυο εξακολουθεί να είναι εχθρικό και να μην αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες των μονάδων ελεγχόμενης παραγωγής (βλ. παραπάνω παρ. 2). Αποτέλεσμα αυτού είναι στη μισή Ελλάδα (Ήπειρος, Δ. Στερεά, Πελοπόννησος, Νησιά πλην Κρήτης), η Βιοενέργεια να είναι ουσιαστικά αποκλεισμένη από πρόσβαση στο δίκτυο.
    • Η αβεβαιότητα για τους επενδυτές στους τομείς αυτούς έχει επιταθεί με την ρήτρα δυνατότητας αλλαγής των ΤΑ (Τιμές Αναφοράς, άλλως Ταρίφες) με απλή υπουργική απόφαση (άρθρο 4, παρ. 5 του Ν. 4414). Οι αποφάσεις αυτές είναι εφαρμοστέες 2 έτη μετά την λήψη τους, τη στιγμή που ο μέσος χρόνος ωρίμανσης (από την αίτηση στον ΔΕΔΔΗΕ μέχρι την ενεργοποίηση της) κάθε μονάδας βιοαερίου – βιομάζας είναι 3,7 έτη (στοιχείο από τον πίνακα αιτήσεων του ΔΕΔΔΗΕ).
    • Σε όλο το κείμενο του «Εθνικού σχεδίου» δεν υπάρχει ουδεμία αναφορά σε προοπτικές ή μέτρα βελτίωσης της κατάστασης. Αντίθετα, υπάρχει χαρακτηριστική έλλειψη αναφοράς στο βιοαέριο και τη βιομάζα σε διάφορα επιμέρους σημεία του σχεδίου.

    Μία πρώτη δέσμη μέτρων ενίσχυσης έχει προταθεί από τους φορείς εκπροσώπησης της Βιομάζας και του Βιοαερίου (ΕΛΕΑΒΙΟΜ και ΕΣΠΑΒ) με υπόμνημά τους προς το ΥΠΕΝ (www.hellabiom.gr)
    Είναι σημαντικό οι συντάκτες του Εθνικού σχεδίου να λάβουν υπόψη τους τις απόψεις των φορέων των παραγωγών στην τελική διατύπωση του σχεδίου.
    Προτείνεται, πέραν της δημόσιας διαβούλευσης (η οποία μερικώς απαξιώθηκε λόγω της μαζικής αποστολή του γνωστού καταγγελτικού κειμένου), η επιτροπή να κάνει έναν κύκλο διαβούλευσης με τους φορείς εκπροσώπησης των παραγόντων της αγοράς που θα κληθούν τις επόμενες δεκαετίες να συμβάλουν στην υλοποίηση του τόσο σημαντικού σχεδίου.

  • 1. Η μεγάλη πλειοψηφία των αναφερόμενων ως «επενδύσεις» στο ΕΣΕΚ είναι στην πραγματικότητα μη ανταποδοτικοί φόροι υπέρ α) Γερμανών (κυρίως) εξαγωγέων, β) 2-3 μεγάλων Ευρωπαίων ηλεκτροπαραγωγών με γ) ποσοστά σε δικούς μας «επιχειρηματίες» που ζουν παραδοσιακά από επιδοτήσεις (και τώρα από ποσοστά αυτών των επιδοτήσεων). Ως «μη ανταποδοτικοί» (ή «κεφαλικοί»)είναι απλά αναδιανομή υπέρ τρίτων και μόνιμα βλαπτική στην Εθνική Οικονομία. «Επενδύουμε», υποχρεωτικά, σε βασικά ενεργειακά άχρηστες εισαγωγές

    2. Ενεργειακή πολιτική που βασίζεται σε μεταβλητές και στοχαστικές πηγές ενέργειας είναι αποδεδειγμένα ταυτόσημη με μόνιμα ανεπαρκή και μόνιμα ακριβή ενέργεια. Οι δήθεν «επενδύσεις» σε ΑΠΕ είναι φόρος, ή καπέλο, σε αναγκαίες επενδύσεις σε αέριο και διασυνδέσεις. Το αέριο και οι εισαγωγές ρεύματος έχουν υποκαταστήσει λιγνίτη στην χώρα μας. Όχι οι ΑΠΕ. Ο Υπουργός γνωρίζει τι είναι πορτοκαλί συναγερμός και τι συμβαίνει ότι καθυστερεί ένα καράβι αέριο, ή όταν δεν έχει νερά για τα Υ/Η της ΔΕΗ

    3. Η Ελλάδα έβαλε 5.000 αιολικά και φ/β ΜΒ μεταξύ 2004 και 2016 και από στοιχεία του ΔΕΣΜΗΕ, του ΔΕΔΔΗΕ και του λΑΓΗΕ, δεν μείωσε κανέναν ρύπο από αυτά — η ανάλυση δείχνει ότι τους αύξησε. Η Ρόδος και η Κρήτη, από επίσημα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ, αύξησε την κατανάλωση καυσίμων (και ρύπων) — αυτό δε, συμβατό και με αντίστοιχη Γερμανική εμπειρία όπου οι ρύποι μειώθηκαν με την αντικατάσταση παλιών λιγνιτικών μονάδων με μονάδες αερίου, αλλά αυτές κατέστησαν μη αποδοτικές και επομένως ρυπογόνες, με την ενσωμάτωση διαλειπουσών πηγών ενέργειας. Φυσικά, τα 5.000 αιολικά συν φ/β απλά μας κοστίζουν 2-3 δις τον χρόνο για ΕΤΜΕΑΡ και άλλες επιδοτήσεις. Για τα οποία 2-3 δις, η Ελλάδα δεν παίρνει τίποτα, πλην αμοιβές των εργαζομένων σε ΑΠΕ.

    4. Διεθνείς έγκριτες και αδιαμφισβήτητες μελέτες καταλήγουν ωμά: 2012: «Οι ΑΠΕ προστίθενται στο ενεργειακό μείγμα χωρίς να υποκαθιστούν συμβατικά καύσιμα». 2018: «Ειδικά τα αιολικά, αυξάνουν κατά τι την χρήση καυσίμων (και τους ρύπους). Τα φ/β πετυχαίνουν μερική υποκατάσταση». Αυτά συνάδουν με την πρόχειρη δημοσίων στοιχείων ΔΕΔΔΗΕ κλπ. Εάν το Υπουργείο επιθυμεί διασταύρωση, είμαστε στην διάθεσή του (και υπάρχουν τα σχετικά στο παραπάνω blog).

    5. Τόσο η ΡΑΕ, όσο και ο ΑΔΜΗΕ, όσο και Γερμανικές και πλείστες άλλες μελέτες καταλήγουν: Οι μεταβλητές ΑΠΕ δεν υποκαθιστούν συμβατικές μονάδες. Δεν συμβάλλουν στην επάρκεια και ασφάλεια της ηλεκτροδότησης. Η εξασφαλισμένη ισχύς από πχ αιολικά στην Γερμανία και Αγγλία έχει επισήμως δημοσιευθεί σαν 1% και 2%. Θα μάθουμε να ζούμε χωρίς ρεύμα; Ή με ρεύμα εκ περιτροπής. Μόνο περί αυτού πρόκειται, αλλά τότε, γιατί να πληρώνουμε τον «φόρο»?

    6. Πρόσφατη (2018) μελέτη Γερμανικού οργανισμού κατέληξε ότι δεν συμφέρει και δεν είναι επιθυμητό, από αυτούς, η μεταφορά τυχαίου ρεύματος από πχ Ελλάδα. Οι απώλειες και το κόστος και η ασημαντότητα είναι ο βασικός λόγος. Στην διάθεσή σας η μελέτη, αν την θέλετε. Ούτε υπάρχουν οι διασυνδέσεις για τόσες «εξαγωγές». Ενεργειακά είμαστε σαν νησί.

    7. Μήπως είναι η «αποθήκευση» λύση; Τόσο το ΕΜΠ, όσο και Γερμανοί μελετητές έχουν καταλήξει «όχι». Δεν συμφέρει, και ποτέ δεν επαρκεί. Η ίδια η Energiewende έχει αναφέρει ότι η ενσωμάτωση διαλειπουσών ΑΠΕ με τρόπο άλλο από μεταβλητή λειτουργία συμβατικών μονάδων είναι ενεργειακά ασύμφορη: Το EROIE, που ευνοεί της διαλείπουσες ΑΠΕ, γίνεται κάτω του οριακού όταν ενσωματωθούν με αποθήκευση. Το πείραμα του El Hierro έδειξε ότι μπορούν να ενσωματωθούν αιολικά με απόρριψη σε δυναμική αντίσταση που, πρακτικά, είναι η αντλησιοταμίευση, αλλά το εξοικονομούμενο πετρέλαιο κοστίζει πάνω από τρεις φορές όσο η λιανική του τιμή. Και το El Hierro δεν έχει βιομηχανία ή ηλεκτροδοτούμενες μεταφορές. Η αποθήκευση είναι επιδοτούμενα χωματουργικά. Δεν έχει τόσο χώρο η Ελλάδα για τρύπες — και αφήνω το κόστος ή τον αντίκτυπο στον τουρισμό απ’ έξω.

    8. Έχουμε καταλήξει να επιβάλλουν ενεργειακή πολιτική έμμισθοι ακτιβιστές με μόνο προσόν ότι φοράνε όλοι τα ίδια μπλουζάκια και παριστάνουν τους οικολόγους. Τα βλακώδη επιχειρήματα είναι ατέλειωτα: «Να σωθούμε από καρκίνους της Πτολεμαΐδας» λες και οι ΑΠΕ υποκαθιστούν την πιο μικρή μονάδα εκεί, ή θεραπεύουν ή προλαμβάνουν τον καρκίνο. Με τα 2-3 που πετάμε κάθε χρόνο θα είχαμε τις πιο καθαρές και σύγχρονες λιγνιτικές μονάδες και θα περίσσευαν λεφτά για παιδεία, υγεία κλπ. Ή «να πάμε σε 100% ΑΠΕ». Μα είμαστε 100% ΑΠΕ πριν το 1800. Με την διαφορά ότι όσοι το προωθούν αυτό, είτε είναι στο Υπουργείο, είτε σε «οικολογική» ΜΚΟ, δεν έχουν ιδέα ούτε τι σημαίνει 100% ούτε τι ήταν η προ 1800 «αειφορία».

    9. Κατανοώ και αποδέχομαι πλήρως τις διεθνείς επιταγές για «χρήση λιγότερης και αποδοτικότερης ενέργειας». Δέχομαι επίσης την απαραίτητη αύξηση του κόστους. Αλλά δεν δέχομαι τον εμπαιγμό. Και δεν δέχομαι την αρπαχτή. Εάν πρέπει να πληρώνουμε φόρους στους Γερμανούς, ή στην EDF, ή στην ENEL, ή στην ENGIE, με ποσοστά στους Έλληνες εκπροσώπους τους, ας βάλουμε φόρους και ας το αποσυνδέσουμε από την ενέργεια. Θα μάς κοστίσει λιγότερο, δεν θα αποπροσανατολιζόμαστε με ανοησίες και θα περισώσουμε ένα κομμάτι της χώρας μας

    10. Δεν ευελπιστώ ότι όλα έχουν οποιαδήποτε πιθανότητα να εισακουστούν, διατελώ,
    Δημήτρης Ε Παυλάκης
    ΑΒ Physics and Engineering
    ME Two phase heat mass momentum transfer
    MBA Finance and Capital Markets
    Εργάζομαι από το 1977 σαν χημικός μηχανικός, επενδυτικός τραπεζίτης και σε διοίκηση επιχειρήσεων. Έχω διατελέσει σύμβουλος ξένων Κυβερνήσεων και μεταξύ 1989-2001 και Ελληνικών.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:33 | Λευτέρης Ιωαννίδης Δήμαρχος Κοζάνης

    Ο Εθνικός Σχεδιασμός για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό εργαλείο για τη χάραξη ολοκληρωμένης στρατηγικής για την ενέργεια. Είναι σαφές ότι η πρόκληση της Κλιματικής Αλλαγής και η προσαρμογή του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου στις απαιτήσεις αυτής, απαιτούν πλέον βαθιές και ριζοσπαστικές τομές, στις οποίες καλείται να προχωρήσει η ελληνική πολιτεία και κοινωνία. Δυστυχώς, στη χώρα μας -και παρά το γεγονός ότι ήταν εμφανής η επανάσταση που επρόκειτο να γίνει στην ενεργειακή δομή των σύγχρονων κοινωνιών σε παγκόσμιο επίπεδο-, δεν έγιναν έγκαιρα και αποτελεσματικά οι αναγκαίες αλλαγές, ώστε η προσαρμογή αυτή να γίνει ομαλά.
    Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια μετάβαση. Η έγκαιρη προσαρμογή μας σε αυτή την αλλαγή αποτελεί αδήριτη ανάγκη. Για να μπορέσει ένα σχέδιο να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα στοχευμένη. Δυστυχώς κάτι τέτοιο απουσιάζει από το προσχέδιο του ΕΣΕΚ που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση.
    Στο σχεδιασμό προβλέπεται ότι ο λιγνίτης θα περιοριστεί αρκετά σε σχέση με τη σημερινή παραγωγή. Λαμβάνοντας υπόψη όμως τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή και διεθνή κλιματική πολιτική, τη νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία που επιβάλλει αυστηρά όρια εκπομπών και την εκτόξευση των τιμών διοξειδίου του άνθρακα, ενδέχεται η μείωση της λιγνιτικής παραγωγής να είναι πολύ δραστικότερη από αυτή που παρουσιάζει ο ΕΣΕΚ Επομένως είναι απολύτως αναγκαίο να διαμορφωθούν και να μελετηθούν εναλλακτικά σενάρια, ώστε να γίνει η απαραίτητη προετοιμασία και πρόβλεψη, προκειμένου να αποφευχθεί η εκτίναξη της ανεργίας και η γενικότερη ασφυξία της τοπικής μας οικονομίας.
    Πολύ σημαντικό πρόβλημα του ΕΣΕΚ είναι το γεγονός ότι δεν καταγράφεται ποιες λιγνιτικές μονάδες θα κλείσουν και πότε, ούτε ποια ορυχεία θα επαναποδοθούν προς αξιοποίηση τα επόμενα χρόνια. Με βάση τα παραπάνω, ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην μπορέσει να διαμορφωθεί ένα συγκεκριμένο σχέδιο μετάβασης για τις λιγνιτικές περιοχές.
    Θεωρώ κρίσιμο να υπάρξει πλέον σαφής εξειδίκευση του σχεδιασμού και ρεαλιστική αποτύπωση των τάσεων της αγοράς, ειδάλλως ο σχεδιασμός θα μετατραπεί σε ένα κείμενο με ευσεβείς πόθους. Αυτές ήταν, άλλωστε, και οι λογικές του παρελθόντος, που οδήγησαν τα πράγματα σε αδιέξοδο.
    Το σημαντικότερο έλλειμμα του σχεδίου αφορά στην απουσία ουσιαστικής αναφοράς στις λιγνιτικές περιοχές. Είναι, επίσης, αναγκαία η ενσωμάτωση συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων στο σχέδιο, με έμφαση στην πρόβλεψη για στήριξη των λιγνιτικών περιοχών (Κοζάνη – Πτολεμαΐδα – Αμύνταιο – Φλώρινα – Μεγαλόπολη).
    Στο σχέδιο υπάρχει μια πολύ γενική καταγραφή της θετικής πρωτοβουλίας του Υπουργείου ΠΕΝ για το Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης. Αυτό, όμως, δεν αρκεί. Είναι απαραίτητο να υπάρξει ρητή αναφορά στην επέκταση της εφαρμογής του Εθνικού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης για την περίοδο μετά το 2020 και μέχρι το 2030, καθώς και στην υποχρέωση ουσιαστικής στήριξης των παραπάνω περιοχών με εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους!
    Ζητάμε από την κυβέρνηση και τη ΔΕΗ:
    • Ένα ρεαλιστικό σχέδιο χρηματοδοτικής ενίσχυσης της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης για τη μετάβαση στην μεταλιγνιτική περίοδο. Έγκαιρος προγραμματισμός για το επόμενο ΕΣΠΑ 2021 – 2027, ώστε να υπάρξει διακριτή γραμμή υποστήριξης της δίκαιης και ομαλής μετάβασης των ανθρακικών περιοχών.
    • Σαφή εξειδίκευση του ΕΣΕΚ, ως προς τα επιμέρους χρονοδιαγράμματα τόσο για την λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων όσο και για την επαναπόδοση των εδαφών στους Δήμους και την Περιφέρεια Δυτ. Μακεδονίας.
    Με βάση τα παραπάνω, αλλά και την πολύ σημαντική δουλειά που ήδη έχε γίνει (συμμετοχή στο COAL PLATFORM, συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για Τεχνική Στήριξη της Περιφέρειας μας, κ.λ.π.), θα πρέπει, να περιλαμβάνεται στον ΕΣΕΚ, -με τον συντονισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας- η εκπόνηση και η υλοποίηση ενός σχεδίου για τη μετάβαση των ανθρακικών περιοχών, με στοχευμένη χρονοδιαγράμματα και με συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:09 | ΣΟΝΙΑ ΠΕΡΕΖ

    Πάνω από 400 φορείς και πολίτες απ’ όλη τη χώρα έχουμε προσυπογράψει το 2018 μία Διακήρυξη κατά των Αιολικών και άλλων λεγόμενων ΑΠΕ (https://drive.google.com/file/d/1Na2RADfWs3vqxylIMTzy2_qp1XOdoQs8/view?usp=sharing). Δεν θα ακολουθήσουμε την παρωδία της δήθεν διαβούλευσης με αντιγραφή κειμένου προωθημένου από την WWF και την Greenpeace…. Ομαδικά, σε ένα σχόλιο, όσοι έχουμε προσυπογράψει την Διακήρυξη παρουσιάζουμε την άποψή μας όσο πιο συνοπτικά γίνεται. Είναι τραγική η παραπλάνηση και ο εμπαιγμός που προωθείται με εντελώς ανεύθυνο τρόπο για ανέφικτους ενεργειακούς στόχους, με τραγικές συνέπειες για τη χώρα! Στην Ημερίδα που διοργανώσαμε με πολύ μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα την 1η Δεκεμβρίου, με τίτλο «Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας: Μύθοι και Αλήθειες» στο ξενοδοχείο Radisson Blu Park, παρουσιάστηκαν από έγκριτους επιστήμονες και επαγγελματίες τεκμηριωμένα επιχειρήματα σχετικά με: 1) το κατά πόσο και σε ποιο βαθμό ο ανθρωπογενής παράγοντας επηρεάζει το κλίμα του πλανήτη, αν το ανθρωπογενές διοξείδιο του άνθρακα που προέρχεται από την χρήση ορυκτών καυσίμων συμβάλλει στην όποια υπερθέρμανση ή μη του πλανήτη. 2) Τεκμηριωμένα δεδομένα του ΔΕΔΔΗΕ και του ΛΑΓΗΕ για το ατελέσφορο των μεταβλητών ΑΠΕ (κυρίως των εντελώς στοχαστικών αιολικών) να μειώσουν την χρήση ορυκτών καυσίμων (λιγνίτη, φυσικό αέριο, πετρέλαιο) και συνεπώς των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή (όχι την μείωση αερίων ρύπων λόγω υποκατάστασης του λιγνίτη από φυσικό αέριο και εισαγωγές ρεύματος) και το κατά πόσο τα προτεινόμενα στο ΕΣΕΚ μπορούν να εφαρμοστούν για αδιάλειπτη ηλεκτροδότηση με τον περιορισμό (μέχρι αποκλεισμό) του λιγνίτη από το ενεργειακό μίγμα, τεχνικά και οικονομικά δυνατά και βιώσιμα . 3) Την διεθνή εμπειρία για την αποτυχία των αιολικών κυρίως να μειώσουν διοξείδιο του άνθρακα, αυξάνοντας υπέρογκα την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, αφαιρώντας πόρους από την πραγματική οικονομία των φτωχότερων χωρών χωρίς ΚΑΝΕΝΑ αντίκρισμα, παρά μόνο την περιβαλλοντική και οικονομική καταστροφή, σε όφελος μόνο μερικών χωρών και επιχειρηματιών. 4) το ότι η πολιτεία γνωρίζει όλα αυτά και γι αυτό συνεχώς προσπαθεί να θωρακίσει νομικά όσο μπορεί την συνέχιση των άμεσων ή έμμεσων επιδοτήσεων των επιχειρηματιών ΑΠΕ, σε βάρος της χώρας.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:04 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

    ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΑΠΕ ΜΕΣΩ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΝΟΜΟΥ.
    4.3.2.1. Μέτρα πολιτικής προώθησης ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

    Στην σελίδα 65 αναφέρεται:
    «Επίσης, έχουν εφαρμοστεί επιπρόσθετα προγράμματα χρηματοδότησης και επιδότησης μονάδων ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας όπως είναι ο Αναπτυξιακός Νόμος, ο οποίος προβλέπει τη θέσπιση πλαισίου για τη σύσταση καθεστώτων ενίσχυσης ιδιωτικών επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας, και τα διάφορα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ των περιόδων 2007-2013 και 2014-2020. Παράλληλα, τα προγράμματα αυτά βοήθησαν να κινητοποιήσουν σε ικανοποιητικό βαθμό το χρηματοπιστωτικό τομέα για την χρηματοδότηση έργων ΑΠΕ».

    Πρέπει να σημειωθεί ότι από το καλοκαίρι του 2016, όχι μόνο έχει αρθεί κάθε μορφής επιδότηση αλλά έχουν επιβληθεί εξοντωτικές κυρώσεις (ΣΕΚ) σε όσους είχαν προγραμματίσει τις επενδύσεις τους βασιζόμενοι σε νομοθεσία – εντάξεις που στηριζόταν στο προ του 2016 καθεστώς.
    Παραδόξως, παρά το ότι οι οδηγίες για την άρση των επιχορηγήσεων στις ΑΠΕ to 2016 προήλθαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δόθηκε εξαίρεση της επιβολής του ΣΑΚ στους σταθμούς οποίοι έχουν λάβει Επενδυτική Ενίσχυση στο πλαίσιο Ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων (Ν. 4414, Αρθρο3, παρ. 7).

    Στο νέο νόμο καταργήθηκε η διάκριση μεταξύ επενδύσεων ΜΕ (με ενίσχυση) και ΧΕ (χωρίς ενίσχυση). Η μειωμένη τιμή για μονάδες ΜΕ είχε θεσπιστεί με προηγούμενο νόμο για να αποθαρρύνεται η ένταξη σε προγράμματα επιχορήγησης μέσω του αναπτυξιακού νόμου (άμεσες επιχορηγήσεις κεφαλαίου ή φορολογικής ελάφρυνσης) ή ειδικών χαμηλότοκων δανείων που, σύμφωνα με το σκεπτικό των εισηγητών, συνιστούν διπλή ενίσχυση.
    Η ρήτρα αποφυγής της διπλής ενίσχυσης (επιδότηση + επιχορήγηση) διατηρήθηκε με άλλη μορφή στο νέο νόμο με τον καθορισμό του Συντελεστή Απομείωσης Κεφαλαίου (Σ.Α.Κ.) που αντικαθιστά τη μειωμένη ΤΑ που ίσχυε παλιότερα για επενδύσεις ΜΕ. Ο νέος τρόπος υπολογισμού της «επιστροφής» της Επενδυτικής Ενίσχυσης μέσω της απομείωσης της Λειτουργικής Ενίσχυσης είναι μεν ορθολογικότερος του προηγουμένου καθεστώτος (συνδέεται με το συνολικό ποσό της ενίσχυσης), αλλά πολύ επαχθέστερος διότι επιβάλλεται επιστροφή όλου του ποσού της ενίσχυσης και μάλιστα με υψηλό επιτόκιο (10% για τις μονάδες 3 MW).

    Μια σοβαρή παρενέργεια που είχε αυτή η αλλαγή ήταν ότι όσοι είχαν σχεδιάσει και υλοποιήσει την επένδυσή τους με βάση κάποιας μορφής ενίσχυση, προσβλέποντας στην έμμεση επιστροφή που ίσχυε με το καθεστώς της μειωμένης ΤΑ (205 έναντι 230 €/kWhe) , είδαν πλήρη ανατροπή του σχεδίου τους και έσπευσαν είτε να ακυρώσουν την ενίσχυση είτε να την επιστρέψουν. Όσοι είχαν ήδη λάβει την εκταμίευση της επιχορήγησης, διαπίστωσαν ότι αυτό δεν είναι δυνατόν με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Δεν τους δίδεται καν η επιλογή της συντομότερης εξόφλησης ώστε να μετριαστούν οι επιπτώσεις του τοκογλυφικού επιτοκίου αναγωγής που προβλέπει ο νόμος.

    Το μέτρο αυτό είχε στόχους αποτρεπτικούς για τις νέες επενδύσεις, και όντως από τη θέση του σε ισχύ δεν υπήρξαν νέες εντάξεις επενδύσεων ΑΠΕ σε προγράμματα κεφαλαιακής ενίσχυσης. Άλλωστε, ο αναπτυξιακός 4399/2016 που είχε ψηφιστεί μερικούς μήνες νωρίτερα, δεν περιελάμβανε στις ενισχυόμενες επενδύσεις αυτές της ενέργειας. Όμως, υπήρχαν επενδύσεις που είχαν ήδη ενταχθεί σε τέτοια προγράμματα (με κυριότερο αυτό του αναπτυξιακού 3908/2011) και είχαν προσαρμόσει το χρηματοδοτικό τους σχήμα στον αναπτυξιακό νόμο. Σε αυτές τις επενδύσεις θα έπρεπε να είχε δοθεί η επιλογή παραμονής στο προηγούμενο καθεστώς απομείωσης βάσει της Τιμής Αναφοράς ΜΕ.
    Θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι ενισχύσεις του αναπτυξιακού νόμου υπηρετούν σκοπούς διαφορετικούς από αυτούς του Ν. 4414 (ενίσχυση ΑΠΕ). Ο νόμος αυτός ενθαρρύνει τις επενδύσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη (σχετ. Ν. 4399/2016, Άρθρο 1). Για την υπηρέτηση των σκοπών αυτών, η οποία αποδεικνύεται και ελέγχεται κατά περίπτωση κατά την διαδικασία αξιολόγησης της κάθε πρότασης πριν από την ένταξή της, προβλέπεται κεφαλαιακή ή άλλη ενίσχυση ως αποζημίωση για την τήρηση των κριτηρίων ένταξης (που δημιουργούν πρόσθετες επιβαρύνσεις σχετικές με τη χωροθέτηση, την λειτουργία, την περιβαλλοντική θωράκιση κλπ. της επένδυσης). Οι ενισχύσεις αυτές προέρχονται από πόρους που σχετίζονται με τις δημόσιες επενδύσεις και είναι τουλάχιστον παράδοξο να επιστρέφουν σε λογαριασμούς που δεν έχουν σχέση με τους σκοπούς του αναπτυξιακού (ενίσχυση των ΑΠΕ).
    Ανεξαρτήτως αυτού, η επιβολή του ΣΑΚ σε επενδύσεις που εντάσσονται στον αναπτυξιακό νόμο 4399/16 ακυρώνει επί της ουσίας τα άρθρα 7 παρ 4 εδ, αα, ββ και γγ όπου ορθώς ενισχύονται κατ’ εξαίρεση οι μονάδες μικρών ΥΗΣ, συμπαραγωγής από ΑΠΕ και υβριδικών σταθμών στο ΜΔΣ. Στις κατηγορίες ββ και γγ μπορούν να ενταχθούν σταθμοί με πρωτογενή παραγωγή από Βιοαέριο.
    Άλλες επενδύσεις ΑΠΕ ούτως ή άλλως δεν πληρούν τα κριτήρια ένταξης στον αναπτυξιακό, οπότε η πρόβλεψη του ΣΑΚ σε ό,τι αφορά στον αναπτυξιακό είναι περιττή.

  • Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μεταξύ άλλων ως στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά τουλάχιστον 20% έως το 2020 και 40% έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990. Επίσης έχει θέσει επιμέρους στόχους για την αύξηση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης κατά 32% και 32.5% αντιστοίχως, όπως εγκρίθηκαν πρόσφατα (13/11/2018) οι αναθεωρημένοι στόχοι από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο ιδιαίτερα σημαντικός ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην επίτευξη των στόχων αυτών αναδεικνύεται μέσα από πλήθος πολιτικών και κατευθυντήριων Οδηγιών της Ε.Ε. που κάνουν σαφή αναφορά στην ανάγκη για ενεργοποίηση των τοπικών αρχών για την επίτευξη των στόχων για αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και της χρήσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
    Αναγνωρίζοντας ότι ποσοστό μεγαλύτερο από το ήμισυ των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου δημιουργείται μέσα από τις πόλεις και ότι οι φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης είναι ο πλησιέστερος φορέας διοίκησης των πολιτών και οφείλουν να αποτελούν πρότυπο για τους πολίτες κάνοντας ορθολογική χρήση ενέργειας και υιοθετώντας αειφόρα πρότυπα κατανάλωσης, οι Δήμαρχοι της Ευρώπης συμφώνησαν να υπερβούν τους στόχους που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Για το σκοπό αυτό ξεκίνησαν την πρωτοβουλία του Συμφώνου των Δημάρχων όπου οι υπογράφοντες δεσμεύονται εθελοντικά για τη λήψη δράσεων προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την υιοθέτηση μιας κοινής προσέγγισης αναφορικά με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν. Στο πλαίσιο αυτό εκπονούν Σχέδιο Δράσης για την Αειφόρο Ενέργεια και το Κλίμα. Μέχρι σήμερα, 156 Ελληνικοί δήμοι έχουν προσχωρήσει στο Σύμφωνο, ήτοι περίπου οι μισοί δήμοι της Ελλάδας, ενώ 121 δήμοι έχουν εκπονήσει Σχέδιο Δράσης.
    Παράλληλα, ο Νόμος 4342/2015 (ΦΕΚ Α 143/9-11-2015) θεσπίζει την εκπόνηση σχεδίου ενεργειακής απόδοσης, με ευθύνη των Περιφερειαρχών και των Δημάρχων, για τα κτίρια αρμοδιότητάς τους και περιέχει συγκεκριμένους στόχους και δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας και βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης. Επίσης, καθιερώνεται σύστημα ενεργειακής διαχείρισης, το οποίο περιλαμβάνει ενεργειακούς ελέγχους, στο πλαίσιο του σχεδίου ενεργειακής απόδοσης.
    Σε επίπεδο περιφέρειας, ο Νόμος 4414/2016 θεσπίζει την εκπόνηση περιφερειακών σχεδίων για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες και την τρωτότητα κάθε περιοχής.
    Λαμβάνοντας υπόψη ότι:
    • Η δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της χώρας μας για τη μείωση των εκπομπών θα μπορέσει να υλοποιηθεί μόνο με τη συνδρομή των περιφερειακών και τοπικών φορέων, καθώς και των πολιτών.
    • Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές μοιράζονται την ευθύνη με τις εθνικές κυβερνήσεις για την καταπολέμηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη και οφείλουν να αναλάβουν τη δέσμευση αυτή ανεξαρτήτως των δεσμεύσεων άλλων ενδιαφερομένων φορέων.
    • Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές οφείλουν να πρωτοστατήσουν στην ανάληψη δράσης και να δώσουν το καλό παράδειγμα, δεδομένου ότι αποτελούν το επίπεδο διακυβέρνησης που βρίσκεται πλησιέστερα στους πολίτες.
    • Η υφιστάμενη νομοθεσία στην Ελλάδα δεν απαιτεί οι Περιφέρειες και οι Δήμοι της Ελλάδας να αναπτύσσουν ολοκληρωμένο σχεδιασμό δράσεων για την ενέργεια και το κλίμα, παρά μόνο σχέδιο ενεργειακής απόδοσης για τα δημόσια κτίρια και σχέδιο για το Κλίμα σε επίπεδο περιφέρειας.
    • Αρκετοί δήμοι της Ελλάδας αναγνωρίζουν τον κομβικό ρόλο των τοπικών αρχών στην επίτευξη των Ευρωπαϊκών και εθνικών στόχων, καθώς και τα οφέλη του ενεργειακού σχεδιασμού σε επίπεδο δήμου, οπότε προσχωρούν εθελοντικά στο Σύμφωνο των Δημάρχων και εκπονούν Σχέδιο Δράσης για την Αειφόρο Ενέργεια και το Κλίμα.
    • Έχοντας ως εργαλείο ένα Σχέδιο Δράσης για την Ενέργεια και το Κλίμα, επιδιώκεται συστηματικά η χρηματοδότηση δράσεων προτεραιότητας και υψηλής προστιθέμενης αξίας, υλοποιούνται αποτελεσματικότερα οι σχετικές δράσεις, ενώ διασφαλίζεται ότι αυτές δεν είναι αποσπασματικές ή ανταγωνιστικές, αλλά συμπληρωματικές, καθώς αποτελούν μέρος ενός ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης.
    • Βελτιώνοντας την συμβατότητα των σχεδίων δράσης στα διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης, γίνεται καλύτερος και πιο ολοκληρωμένος ο σχεδιασμός και συνεπώς μειώνεται η γραφειοκρατία και επιτυγχάνονται συνέργειες κλίμακας στην υλοποίηση σχετικών δράσεων.
    • Υπάρχουν χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπου ο ενεργειακός σχεδιασμός είναι υποχρεωτικός σε εθνικό, περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο, όπως η Γαλλία και η Λετονία, ενώ παράλληλα υπάρχουν άλλες χώρες όπου η πρόσβαση δήμων σε συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι εφικτή μόνο αν υπάρχει ενεργειακός σχεδιασμός, π.χ. η Γερμανία συγχρηματοδοτεί την εκπόνηση ενός σχεδίου δράσης, το οποίο είναι προαπαιτούμενο για να μπορέσει ένας δήμος να έχει πρόσβαση σε συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία.

    Προτείνεται, η εναρμόνιση του θεσμικού πλαισίου που αφορά τον σχεδιασμό δράσεων για την ενέργεια και το κλίμα στα διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης και συνεπώς ο ολοκληρωμένος στρατηγικός σχεδιασμός για την ενέργεια και το κλίμα να είναι υποχρεωτικός σε επίπεδο περιφέρειας και δήμου.
    Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται ο Εθνικός Σχεδιασμός για την Ενέργεια και το Κλίμα να περιλαμβάνει τις παρακάτω δράσεις:
    1. Υποχρεωτική συμμετοχή των περιφερειακών αρχών στη διαβούλευση για το σχεδιασμό σε εθνικό επίπεδο
    – Οι εθνικές αρχές διαμορφώνουν προτεραιότητες πολιτικής μετά από διαβούλευση με τις περιφερειακές αρχές.
    – Στην συνέχεια, σε συνεργασία με τις περιφερειακές αρχές, καθορίζεται η συνεισφορά κάθε περιφερειακής αρχής στην επίτευξη των εθνικών στόχων, με ποσοτικούς στόχους εξοικονόμησης ενέργειας και παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειες.
    2. Υποχρεωτικός ο περιφερειακός σχεδιασμός για την ενέργεια και το κλίμα
    – Ο καθορισμός προτεραιοτήτων σε περιφερειακό επίπεδο πραγματοποιείται κατόπιν αξιολόγησης του εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού.
    – Στην συνέχεια αναπτύσσεται ο περιφερειακός σχεδιασμός με τη συμμετοχή διαφορετικών εμπλεκόμενων φορέων και τοπικών αρχών μέσα από συναντήσεις εργασίας και διαδικασίες διαβούλευσης.
    – Οι απαιτήσεις όσον αφορά στο περιεχόμενο του σχεδίου δράσης πρέπει να εναρμονιστούν με την υφιστάμενη νομοθεσία, και πιο συγκεκριμένα να ενσωματώνουν τις απαιτήσεις ενός σχεδίου ενεργειακής απόδοσης για περιφερειακά κτίρια, και τις απαιτήσεις για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
    – Για να ολοκληρωθεί το σχέδιο δράσης για την ενέργεια και το κλίμα απαιτείται διαβούλευση και έγκριση από το περιφερειακό συμβούλιο.
    – Το σχέδιο αναπτύσσεται με βάση προκαθορισμένη δομή και οδηγίες που έχουν διαμορφωθεί από το Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας, έτσι ώστε να συμβαδίζει με όλες τις απαιτήσεις σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας.
    3.Υποχρεωτικός ο τοπικός σχεδιασμός για την ενέργεια και το κλίμα
    – Ο καθορισμός προτεραιοτήτων σε επίπεδο δήμου πραγματοποιείται κατόπιν αξιολόγησης του περιφερειακού σχεδίου δράσης. Στην συνέχεια αναπτύσσεται ο τοπικός σχεδιασμός με τη συμμετοχή διαφορετικών εμπλεκόμενων φορέων.
    – Το τοπικό σχέδιο δράσης για την ενέργεια και το κλίμα πρέπει να είναι συμβατό με το περιφερειακό. Οι απαιτήσεις όσον αφορά στο περιεχόμενο του πρέπει να εναρμονιστούν με την υφιστάμενη νομοθεσία (π.χ. σχέδιο ενεργειακής απόδοσης για δημοτικά κτίρια) και με σχετικές Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες (ειδικότερα το Σύμφωνο των Δημάρχων).
    – Για να ολοκληρωθεί το σχέδιο απαιτείται διαβούλευση και έγκριση από το δημοτικό συμβούλιο.
    – Το σχέδιο αναπτύσσεται με βάση προκαθορισμένη δομή και οδηγίες που έχουν διαμορφωθεί από το Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας, έτσι ώστε να συμβαδίζει με όλες τις απαιτήσεις σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας.
    4. Υποχρεωτική η ύπαρξη σχεδιασμού για την ενέργεια και το κλίμα σε επίπεδο περιφέρειας και δήμου για συμμετοχή σε ανοιχτές προσκλήσεις χρηματοδότησης για την υλοποίηση έργων.

    Παράλληλα προτείνεται να προωθηθούν και οι παρακάτω δράσεις για να διευκολυνθεί ο ενεργειακός σχεδιασμός σε επίπεδο δήμου:
    • Οι περιφερειακές αρχές να ηγούνται εθελοντικού σχήματος για την υποστήριξη του τοπικού ενεργειακού σχεδιασμού (π.χ. ως συντονιστής/υποστηρικτής του Σύμφωνου των Δημάρχων). Εναλλακτικά, το ενεργειακό γραφείο της περιφέρειας, ή η τοπική αναπτυξιακή, θα μπορούσαν να αναλαμβάνουν την τεχνική υποστήριξη των δήμων της περιφέρειας για τον ενεργειακό σχεδιασμό.
    • Η κατανομή των κονδυλίων του ΕΣΠΑ σε θέματα ενέργειας και περιβάλλοντος στις περιφέρειες να πραγματοποιείται λαμβάνοντας υπόψη και τους επιμέρους στόχους που έχουν αναλάβει.
    • Δημιουργία και ενεργοποίηση υφιστάμενων απαραίτητων δομών (π.χ. ενεργειακός υπεύθυνος του δήμου) για τον στρατηγικό σχεδιασμό στους δήμους.
    • Διάθεση κονδυλίων από τις περιφέρειες στους δήμους για την εκπόνηση και υλοποίηση του ενεργειακού σχεδιασμού.

    Στόχος του έργου C-Track 50 είναι να κινητοποιήσει και να καθοδηγήσει τις δημόσιες αρχές στον καθορισμό μακροπρόθεσμων προτεραιοτήτων ενεργειακής πολιτικής. Παράλληλα θα προωθήσει την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και θα υποστηρίξει περιφερειακές και τοπικές αρχές για την ανάπτυξη, χρηματοδότηση και εφαρμογή φιλόδοξων ολοκληρωμένων σχεδίων δράσης για την αειφόρο ενέργεια και το κλίμα, προκειμένου να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τις επιπτώσεις από την κλιματική και να επιτευχθεί μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα έως το 2050. Το C-Track 50 έχει δύο εκπροσωπήσεις στην Ελλάδα: τον Συντονιστή του έργου ΕΜΠ/Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών και τον εξειδικευμένο τεχνικό εταίρο την ΕΠΤΑ A.E. Σύμβουλοι-Μελετητές Περιβαλλοντικών Έργων.

    Η Ομάδα εργασίας του C-Track 50.

  • Παρέμβαση ΠΟΔΗΛΑΤ-ισσ-ΩΝ και Φίλων του Ποδηλάτου για το ΕΣΕΚ
    Προοίμιο
    Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) σχεδιάζει και θέτει στόχους τόσο σε επίπεδο μεγάλης κλίμακας όσο και σε επίπεδο ατομικής. Ενώ όμως αναφέρεται στη βιώσιμη κινητικότητα δεν συγκεκριμενοποιεί τις προϋποθέσεις χρήσης του ποδηλάτου, δεν ποσοτικοποιεί τα οφέλη από αυτή, ούτε θέτει στόχους. Η χρήση του ποδηλάτου έχει πολλαπλές ωφέλειες, ενεργειακές, περιβαλλοντικές, οικονομικές και υγείας. Με τις συγκεκριμένες προτάσεις ανά εδάφιο προσπαθούμε να υπάρξει ένα δεσμευτικό και όχι γενικόλογο σχέδιο.

    3.3.3 Στόχοι αλλαγής προτύπου κατανάλωσης και χρήσης καυσίμου στους τελικούς τομείς κατανάλωσης

    Σελ. 52:
    Προώθηση εξηλεκτρισμού και σύζευξη τομέων τελικής κατανάλωσης:
    Δεν πρέπει να αγνοηθεί η κοινωνική οικονομική πλευρά των ηλεκτρικών επιβατικών οχημάτων εφόσον το κόστος αγοράς του είναι υψηλό.

    Θα πρέπει να εξεταστεί επίσης η προώθηση στις μεγάλες πόλεις υποδομών ποδηλάτου (ποδηλατόδρομοι) και η βελτίωση των συνθηκών πεζοκίνησης, με παράλληλα αποθαρρυντικά μέτρα χρήσης του αυτοκινήτου, ώστε να αυξηθούν αυτοί οι δύο τρόποι μετακίνησης επιτυγχάνοντας οικονομίες κλίμακας τόσο στην κατανάλωση ενέργειας όσο και καυσίμων. Ειδικότερα, στην πρωτεύουσα πρέπει άμεσα να υλοποιηθεί πλήρως το Δίκτυο Ποδηλατικών Διαδρομών που προβλέπει το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας (ΡΣΑ – ΦΕΚ Α 156/1.8.2014 ο Νόμος 4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας − Αττικής και άλλες διατάξεις»)

    Σελ. 60:
    4.2.1.6 Εφαρμογή μέτρων στις οδικές μεταφορές
    της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από την οδική κυκλοφορία οχημάτων στα αστικά κέντρα και την αποθάρρυνση κίνησης αυτών, την ραγδαία ενίσχυση της κίνησης με ποδήλατα και πεζή έως τη θέσπιση φορολογικών μέτρων.

    Σελ. 63:
    4.2.2 Προκλήσεις
    Η έλλειψη των απαραίτητων υποδομών αποτελεί σημαντική πρόκληση για την εφαρμογή μέτρων και πολιτικών σε πολλά επίπεδα, παράδειγμα αποτελεί η προώθηση του φυσικού αερίου στον τομέα των μεταφορών ή η έλλειψη ολοκληρωμένων δικτύων ποδηλατοδρόμων στις μεγάλες πόλεις.

    4.4.2.3 Μέτρα πολιτικής βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης στις μεταφορές

    Σελ. 74:
    Το μέτρο ξεκίνησε την εφαρμογή του κυρίως σε μεγάλους δήμους όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, ενώ συγκεκριμένες δράσεις υλοποιήθηκαν και στο πλαίσιο του προγράμματος «Εξοικονομώ» αλλά και με ειδικό χρηματοδοτικό εργαλείο από το Πράσινο Ταμείο. Όμως στην Αθήνα το Δίκτυο Ποδηλατικών Διαδρομών που προβλέπει το ΡΣΑ (δεν έχει υλοποιηθεί με αποτέλεσμα) επιβάλλεται άμεσα να υλοποιηθεί, προκειμένου να μπορεί να μεγιστοποιηθεί η χρήση του ποδηλάτου ώστε να μειώνονται ανάλογα οι εκπομπές CO2, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις.
    Ως συμπληρωματικά μέτρα πολιτικής μπορούν να θεωρηθούν η προώθηση της οικονομικής, οικολογικής και ασφαλούς οδήγησης, η αποθάρρυνση χρήσης του ιδιωτικού αυτοκινήτου στην πόλη, …

    5.3.3.2 Τομέας Μεταφορών
    Σελ. 136
    όπου σε συνδυασμό με τις δράσεις αστικής κινητικότητας, αποφασιστικής ενίσχυσης της ποδηλασίας και πεζοκίνησης και

    Σελ. 145
    ΠΠ5: Μείωση εκπομπών στον τομέα των μεταφορών
    … η κατάρτιση σχεδίων βιώσιμης αστικής κινητικότητας, τα οποία θα περιλαμβάνουν την σημαντική συμμετοχή της ποδηλασίας και πεζοκίνησης και…

    Σελ. 168
    ΠΠ6: Βελτίωση ενεργειακής απόδοσης μεταφορών
    συμπεριλαμβανομένων των συγκοινωνιών και των ενεργών τρόπων μετακίνησης, όπως το βάδισμα και η ποδηλασία για τα οποία όμως απαιτούνται δραστικές παρεμβάσεις τόσο σε υποδομές όσο και σε ενημέρωση των πολιτών για τα οφέλη.

    7.2 Βασικά χαρακτηριστικά της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027

    Σελ. 195:
    vii. ενίσχυση της βιοποικιλότητας, των πράσινων υποδομών στο αστικό περιβάλλον και τη μείωση της ρύπανσης με την υλοποίηση μεταξύ των άλλων ποδηλατικών δικτύων και πεζοδρόμων στα μεγάλα αστικά κέντρα.

    Με τιμή,

    ΠΟΔΗΛΑΤ-ισσ-ΕΣ
    Φίλοι του Ποδηλάτου

    Επικοινωνία:
    ΠΟΔΗΛΑΤ-ισσ-ΕΣ, Ρ. Θανόπουλος 6075401107
    Φίλοι του Ποδηλάτου, Ε. Ψαρουδάκη 6975753841

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:23 | ΕΣΗΑΠΕ

    ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΠΟ Α.Π.Ε.
    Λεωφ. Μεσογείων 85, 115 26 Αθήνα, τηλ.: 210 69 68 418, Fax: 210 69 68 031

    ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ, ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΣΗΑΠΕ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ
    ΓΙΑ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΙΜΑ (ΕΣΕΚ) 2021-2030

    Οι παρατηρήσεις και προτάσεις του Συνδέσμου μας στοχεύουν στη βελτίωση του ΕΣΕΚ, έτσι ώστε να μπορέσει πραγματικά να λειτουργήσει ως οδικός χάρτης και μοχλός για τη βιώσιμη ανάπτυξη στη χώρα μας, με επίκεντρο τις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα, τόσο στην επόμενη δεκαετία όσο και στη συνέχεια, στο δρόμο προς πλήρη απανθρακοποίηση το 2050. Έχουν δε ως εξής:
    1) Ολόκληρο το οικοδόμημα του ΕΣΕΚ στηρίζεται βασικά στην εξοικονόμηση ενέργειας και τους ποσοτικούς στόχους που υιοθετούνται γι’ αυτήν στο χρονικό ορίζοντα του 2030. Οι στόχοι αυτοί κρίνονται ως ιδιαίτερα φιλόδοξοι και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μη ρεαλιστικοί.
    Συγκεκριμένα, στοχοθετείται η μεν ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση το 2030 να είναι μικρότερη αυτής του 2020 (από 23,2 Mtoe to 2020 σε 22,8 Mtoe το 2030, σελ. 210 του ΕΣΕΚ), η δε τελική κατανάλωση ενέργειας το 2030 να είναι περίπου στα επίπεδα του 2020 (από 17,3 Mtoe το 2020 σε 18,2 Mtoe το 2030, σελ. 212).
    Κάτι τέτοιο προϋποθέτει μια πραγματική «επανάσταση» στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας στη χώρα μας, σε σχέση με τη σημερινή στάσιμη κατάσταση, αφενός με ταχύρρυθμη και γενικευμένη εισαγωγή νέων καινοτόμων τεχνολογιών, αφετέρου με τη χορήγηση σημαντικών οικονομικών κινήτρων σε βάθος δεκαετίας, και, επιπλέον, υποθέτοντας χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τόσο της εθνικής οικονομίας (< 2%), όσο και ανάκαμψης της ζήτησης ενέργειας, ιδιαίτερα της ηλεκτρικής, μέχρι και το 2030.
    Για τα παραπάνω δεν γίνεται σαφής αναφορά, ούτε δίνεται επαρκής τεκμηρίωση στο ΕΣΕΚ, του οποίου όμως οι κεντρικοί στόχοι και τα αποτελέσματα στηρίζονται ακριβώς πάνω στην υπέρμετρη, για τα σημερινά δεδομένα, εξοικονόμηση ενέργειας.
    2) Μη ρεαλιστικός φαίνεται ο επιμέρους στόχος του ΕΣΕΚ για ενεργειακή αναβάθμιση του 10% όλων των κατοικιών μέχρι το 2030, δηλαδή αναβάθμιση 40.000 κατοικιών το χρόνο, κάτω από συνθήκες χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης – που υιοθετεί το ίδιο το ΕΣΕΚ – και μεγάλης στενότητας διαθέσιμων πόρων.
    Το ίδιο ισχύει και για τη στοχοθεσία του ΕΣΕΚ για ένταξη περίπου 650.000 ηλεκτρικών επιβατικών αυτοκίνητων μέχρι το 2030 (10% του στόλου του 2030, σελ.136), όταν σήμερα κυκλοφορούν λιγότερα από 800 τέτοια οχήματα, και ενώ η ΡΑΕ αναζητεί ακόμα, μέσω τρέχουσας νέας διαβούλευσης, προτάσεις για την κατάρτιση πλαισίου ανάπτυξης υποδομών επαναφόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων.
    3) Είναι επομένως απαραίτητο να δημοσιοποιηθεί και η ανάλυση ευαισθησίας – που πρέπει να έχει γίνει – ώστε να αξιολογηθούν και σενάρια αύξησης της κατανάλωσης ενέργειας, και όχι μόνο μείωσής της.
    Γενικότερα, το ενεργειακό ισοζύγιο και οι επιμέρους προβλέψεις του ΕΣΕΚ θα πρέπει να προσαρμοστούν / αναθεωρηθούν, έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι στόχοι απανθρακοποίησης της χώρας κατ’ αντιστοιχία με το “EU Energy Roadmap 2050” και επίσης για περιπτώσεις διαφορετικής δημογραφικής εξέλιξης και ενεργειακής ζήτησης, καθώς και καθυστερήσεων στην πορεία υλοποίησης των αναγκαίων διασυνοριακών διασυνδέσεων.
    4) Η προαναφερόμενη, υπερβολικά αισιόδοξη στοχοθεσία του ΕΣΕΚ για την εξοικονόμηση ενέργειας στηρίζει αποφασιστικά (με «ελάφρυνση» του παρονομαστή, δηλαδή της ακαθάριστης εγχώριας κατανάλωσης το 2030) και το στόχο για διείσδυση 30%-32% ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση, για την επίτευξη του οποίου απαιτούνται "μόνο" 9.000 νέα ΜW έργων ΑΠΕ (στη συντριπτική τους πλειοψηφία Α/Π και Φ/Β).
    Με αυτή την -εν πολλοίς λογιστική- προσέγγιση, το ΕΣΕΚ προβλέπει ότι η εγκατεστημένη ηλεκτροπαραγωγική ισχύς αιολικών και φωτοβολταϊκών έργων, από 5.000 MW το 2016 θα φθάσει τα 6.700 MW το 2020 και τα 13.300 MW το 2030 (σελ.214). Δηλαδή, για μια 12ετία, η ισχύς αυτή (Α/Π + Φ/Β) θα αυξάνει με μέσον όρο 650 MW το χρόνο (σελ.121 του ΕΣΕΚ).
    Σημειωτέον ότι στο μοναδικό σενάριο που παρουσιάζεται, διατηρείται υψηλό το επίπεδο της πετρελαϊκής ισχύος (καμία σχέση με τα σενάρια για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υιοθετεί το EU Energy Roadmap 2050) και, επίσης, διατηρείται χαμηλή η ζήτηση. Με τον τρόπο αυτό, η εξέλιξη των ΑΠΕ προκύπτει «συντηρητική», και δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη εξέλιξη στον προηγούμενο Εθνικό Ενεργειακό Σχεδιασμό (2011-2020). Επίσης, έχει υποεκτιμηθεί η συνεισφορά μεγάλων αντλησιοταμιευτικών σταθμών στο ενεργειακό ισοζύγιο.
    4) Η προαναφερόμενη πρόβλεψη του ΕΣΕΚ για τη νέα ισχύ ΑΠΕ προϋποθέτει τον υπερδιπλασιασμό του ρυθμού εγκατάστασης και λειτουργίας νέων έργων, καθώς τα τελευταία χρόνια η ένταξη νέων ΑΠΕ, γίνεται με ρυθμούς της τάξης των 200-250 MW, και πρακτικά μόνο με Α/Π.
    Όμως, η μεγάλη αυτή αύξηση δεν στηρίζεται σε κάποια ρεαλιστική βάση, καθώς κρίσιμες θεσμοθετημένες πρόνοιες στήριξης των ΑΠΕ σήμερα υποβαθμίζονται ή ανατρέπονται με γοργούς ρυθμούς, δυσχεραίνοντας αντί να διευκολύνουν και, σε πολλές περιπτώσεις, ακυρώνοντας την ανάπτυξη, εγκατάσταση και λειτουργία νέων έργων. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρεται ότι:
    Οι σχετικοί διαγωνισμοί για νέα ισχύ ΑΠΕ καθυστερούν σημαντικά και τα πρώτα αποτελέσματά τους ως προς τη συμμετοχή έργων και τη διάθεση νέας ισχύος είναι πενιχρά, τόσο στα αιολικά όσο και στα φωτοβολταϊκά.
    Επιπλέον, με την εξαγγελθείσα και επικείμενη από 1/1/2019 πρόωρη κατάργηση της Χρέωσης Προμηθευτών, χωρίς μάλιστα να έχει θεσπιστεί εναλλακτικός μηχανισμός διασφάλισης της – βραχυπρόθεσμης και μεσοπρόθεσμης – βιωσιμότητας του ΔΑΠΕΕΠ, όπως έχει συμφωνηθεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δημιουργούνται νέες αβεβαιότητες, επιτείνοντας την καθημερινή «αγωνία» των πληρωμών του ΕΛΑΠΕ.
    Επίσης, με την καταιγιστική – τους τελευταίους μήνες – έγκριση νέων Περιφερειακών Χωροταξικών Πλαισίων (ΠΧΠ), γενικεύεται η απαγόρευση εγκατάστασης των ΑΠΕ -και ιδιαίτερα των Α/Π- σχεδόν από παντού, μετατρέποντας έτσι σιγά-σιγά όλη τη χώρα σε απαγορευμένη ζώνη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Όταν, σε όλο τον κόσμο, και πρωτίστως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ΑΠΕ θεωρούνται το υπ' αριθμόν 1 εργαλείο για τη αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την καταπολέμηση της ρύπανσης του περιβάλλοντος.
    Στο ΕΣΕΚ, η αντιμετώπιση των παραπάνω, μείζονος σημασίας προβλημάτων, αλλά και άλλων, εξίσου σημαντικών, που συνεχίζουν να ταλανίζουν τις ΑΠΕ, όπως είναι ο λαβύρινθος των αδειοδοτήσεων, οι καθυστερήσεις των ηλεκτρικών διασυνδέσεων, οι αβεβαιότητες της ενεργού συμμετοχής των ΑΠΕ στην αγορά, κ.α., παραπέμπεται στο αόριστο μέλλον, χωρίς κάποια σαφήνεια και επαρκή εξειδίκευση μέτρων πολιτικής.
    Για να έχει κάποιο νόημα να μιλάμε για ανάπτυξη νέων ΑΠΕ σε ευρεία κλίμακα στην Ελλάδα, θα πρέπει οπωσδήποτε τα μέτρα αυτά – αλλά και άλλα απολύτως απαραίτητα, που παρουσιάζονται παρακάτω – να προσδιοριστούν στο ΕΣΕΚ με πολύ μεγαλύτερη σαφήνεια, να ιεραρχηθούν ως προς τη σημασία και την αλληλουχία τους και να καθοριστεί ο χρονικός ορίζοντας υλοποίησής τους.
    5) Πρέπει να επισημανθεί επίσης το γεγονός ότι σημαντικό παράγοντα επιτυχίας μιας σύγχρονης ενεργειακής πολιτικής αποτελεί η αποδοχή της κοινής γνώμης και η αποφυγή αντιδράσεων από τοπικούς φορείς που δεν εδράζονται σε ουσιαστική επιχειρηματολογία. Στο ΕΣΕΚ θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να προσδιοριστούν και να εξειδικευθούν μέτρα και δράσεις της Πολιτείας προς την κατεύθυνση αυτή, και ιδιαίτερα ως προς τις ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας.
    Αντίστοιχα, στο ΕΣΕΚ πρέπει να καθοριστούν συγκεκριμένοι μηχανισμοί παρακολούθησης και ελέγχου της προόδου επίτευξης των στόχων του 2030. Ιδιαίτερα ως προς τις ΑΠΕ, να προσδιοριστούν οι τρεις ενδεικτικοί ενδιάμεσοι στόχοι και οι διορθωτικοί μηχανισμοί για την επίτευξή τους σε περίπτωση απόκλισης, όπως προδιαγράφεται στη νέα Ευρωπαϊκή Οδηγία για την Ενεργειακή Διακυβέρνηση.
    Με δεδομένη τη σχετική εμπειρία από παρόμοιες αδυναμίες και παραλείψεις των προηγούμενων πλαισίων Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού (άδικη δυσφήμιση των ΑΠΕ, «μπλοκάρισμα» αδειοδοτικών διαδικασιών έργων, μη ελεγχόμενη ανάπτυξη Φ/Β, αδυναμία προσέγγισης των στόχων ΑΠΕ για το 2020, ουσιαστική αποτυχία ενεργειακής αναβάθμισης κτιριακών υποδομών, κλπ.) για την περίοδο 2010 – 2020, επιβάλλεται η προσθήκη στο υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ σχετικών εύστοχων και αποτελεσματικών μέτρων και δράσεων.
    6) Γενικότερα, σε όλο το κείμενο του ΕΣΕΚ, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν επαρκώς τα μέτρα και οι πολιτικές, με συγκεκριμένη τοποθέτηση των χρονικών ορίων/ορόσημων.
    Για παράδειγμα, σε έναν ενεργειακό σχεδιασμό όπου αναφέρεται επανειλημμένα ότι τα επόμενα χρόνια οι σταθμοί ΑΠΕ δεν θα χρειάζονται λειτουργική ενίσχυση, θα πρέπει να υπάρχει και η σχετική τεκμηρίωση για κάτι τέτοιο, και η υπόθεση αυτή να μπορεί να τοποθετηθεί συγκεκριμένα στο χρόνο, πράγμα που, ειρήσθω εν παρόδω, δεν έχει συμβεί σε καμία άλλη χώρα με κόστος δανεισμού ανάλογο της Ελλάδας. Σημειώνεται, μάλιστα, ότι στην εγκεκριμένη νέα Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ΑΠΕ επιβεβαιώνεται σαφώς η δυνατότητα των Κρατών – Μελών να συνεχίσουν να ενισχύουν οικονομικά τις ΑΠΕ, εφόσον το επιλέξουν, με βάση τις ισχύουσες κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις.
    Σε ένα απολύτως σχετικό θέμα, σημειώνεται ότι το Διάγραμμα 11 της σελίδας 18 του ΕΣΕΚ παρουσιάζει την αξία της ενέργειας ΑΠΕ και το διαφορικό κόστος ενίσχυσης. Είναι πολύ σημαντικό εδώ να αποτυπωθεί το αποφευγόμενο κόστος από την εκτόπιση συμβατικής ακριβότερης παραγωγής (merit order effect), το οποίο έχει ήδη αναγνωριστεί στα πλαίσια του υπολογισμού της Χρέωσης Προμηθευτών, μετά από μακρές συζητήσεις, επιχειρήματα και τεκμηριωμένες μελέτες. Σε ένα Ενεργειακό Σχέδιο μακροχρόνιων κατευθύνσεων και ανάπτυξης όπως το ΕΣΕΚ, βασικός παράγοντας αξιοπιστίας του πρέπει να είναι ο προσδιορισμός, με δίκαιο και ακριβή τρόπο, του κόστους των ενεργειακών επιλογών που υιοθετούνται.
    7) Παρατηρούμε ότι στο ΕΣΕΚ διατηρούνται οι περισσότεροι πετρελαϊκοί σταθμοί στα νησιά, μέχρι τουλάχιστον το 2040 (που είναι ο μέγιστος χρονικός ορίζοντας του Σχεδίου), παρά τους ρητούς περιορισμούς και αποφάσεις της ΕΕ, και παρά το γεγονός ότι πρόκειται, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, για απαρχαιωμένες, εξαιρετικά ρυπογόνες και ενεργειακά σπάταλες μονάδες: Κατά το ΕΣΕΚ (σελ.214), από 2.500 MW πετρελαϊκών μονάδων το 2016, θα παραμείνουν 1.800 MW το 2020, 1.400 MW το 2030 και 1.300 ΜW το 2040.
    8) Το ίδιο ακριβώς γίνεται και με το λιγνίτη: ενώ, σύμφωνα με τις ήδη εγκεκριμένες και δρομολογημένες πολιτικές της ΕΕ, πρέπει να ενταθεί η προσπάθεια απανθρακοποίησης του ενεργειακού μίγματος της χώρας μας στην ηλεκτροπαραγωγή, τουλάχιστον στο χρονικό ορίζοντα μέχρι το 2030, το ΕΣΕΚ προβλέπει τη λειτουργία 3.400 λιγνιτικών ΜW το 2020 και 2.700 ΜW το 2030, δηλαδή μείωση μέσα σε μια 10ετία μόνο 20% στην εγκατεστημένη λιγνιτική ισχύ (σελ. 214 ταυ ΕΣΕΚ).
    9) Αλλά και γι αυτά τα 2.700 ΜW λιγνιτικών μονάδων που θα συνεχίσουν, κατά το ΕΣΕΚ, να λειτουργούν το 2030 (και μετά), πρέπει να γίνει η εξής σημαντική παρατήρηση: με δεδομένο ότι ο ΑΗΣ «Πτολεμαΐδα V», καθαρής ισχύος 600 MW, θα λειτουργεί ως σταθμός βάσης, αφού θα είναι ο πιο οικονομικός (η πιο σύγχρονη και “καθαρή” μονάδα), οι υπόλοιπες λιγνιτικές μονάδες, συνολικής καθαρής ισχύος περίπου 2.100 ΜW, θα καλύπτουν τις GWh που απομένουν.
    Εάν, λοιπόν, η Πτολεμαΐδα V λειτουργεί περί τις 7.700 ώρες/έτος (88% διαθεσιμότητα), θα παράγει περίπου 4.620 GWh/έτος και όλες οι υπόλοιπες μονάδες θα παράγουν 4.697 GWh/έτος, για να συμπληρωθεί η συνολική παραγωγή για το 2030 που προβλέπει το ΕΣΕΚ, δηλ. οι 9.317 GWh/έτος (σελ. 215).
    Συνεπώς, οι υπόλοιπες, πλην Πτολεμαΐδας, λιγνιτικές μονάδες ή θα λειτουργούν για περίπου 2300 ώρες το χρόνο (πράγμα τεχνικά προβληματικό, λόγω των πολλαπλών εκκινήσεων και παύσεων), ή με σημαντικά μειωμένη ισχύ (<40%), πράγμα αντιοικονομικό, και μάλιστα σε ένα ήδη επιβαρυμένο κοστολογικά περιβάλλον, ιδιαίτερα για τις παλιές αυτές μονάδες, με βάση και τις προβλέψεις για την εξέλιξη των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών CO2.
    Αντίστοιχα, και η μείωση της παραγωγής των μονάδων φυσικού αερίου, από 13.218 GWh το 2016 σε 9.456 GWh το 2030, δεν φαίνεται ρεαλιστική και οικονομικά βιώσιμη, αφού βασική πρόβλεψη του ΕΣΕΚ είναι η επαύξηση της εγκατεστημένης ισχύος τους κατά 1.500 ΜW, και μάλιστα άμεσα (1.300 νέα ΜW μέχρι το 2020).
    10) Ο βραδύς ρυθμός απανθρακοποίησης του ενεργειακού μίγματος στην ηλεκτροπαραγωγή αντικατοπτρίζεται και στα πενιχρά αποτελέσματα μείωσης των εθνικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, βασικότατου ποσοτικού στόχου της ΕΕ για το 2030.
    Στην Ελλάδα, από σύνολο εκπομπών 91,6 εκατ. μετρικών τόνων ισοδύναμου CO2 το 2016 και 84,2 εκατ. τόνων το 2020, φθάνουμε το 2030 στους 70,3 εκατ. τόνους, δηλαδή μείωση μόνο 16% σε μια 10ετία (σελ. 213 του ΕΣΕΚ). Είναι αξιοσημείωτο ότι σε όλα τα σενάρια απανθρακοποίησης που έχουν εξεταστεί στα πλαίσια του “EU Energy Roadmap 2050”, η αντίστοιχη μείωση είναι πολύ μεγαλύτερη.
    Στο χρονικό αυτό διάστημα, η παραμένουσα ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα θα επιβαρύνεται, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΕΣΕΚ (σ. 208), με 15 – 33,5 €/ εκπεμπόμενο τόνο CO2 , αυξάνοντας με βεβαιότητα -και πιθανόν σημαντικά- το μέσο κόστος παραγωγής του ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας.
    11) Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, σημαντικές και απολύτως απαραίτητες διασυνδέσεις του νησιωτικού χώρου με την ηπειρωτική Ελλάδα, όπως αυτές των Δωδεκανήσων και των νησιών του Βορείου Αιγαίου, μεταφέρονται χρονικά στο τέλος της δεκαετίας του 2020 και ακόμα μεταγενέστερα, και συγκεκριμένα για μεν τα Δωδεκάνησα το 2029, για δε τα νησιά του Βορείου Αιγαίου το 2031 (σελ.209 του ΕΣΕΚ). Στον Πίνακα της σελ. 209 (Παραρτήματα) διαπιστώνει κανείς πως η Δ’ φάση της διασύνδεσης των Κυκλάδων προγραμματίζεται για το 2025, συνεπώς μένει ένα κενό 4 ετών για την επόμενη διασύνδεση των Δωδεκανήσων και, μετέπειτα, του Βορείου Αιγαίου.
    12) Εφόσον η διασύνδεση των νησιών αποτελεί πρώτη προτεραιότητα για τον Εθνικό Ενεργειακό Σχεδιασμό, πρέπει να αναθεωρηθεί το σχετικό χρονοδιάγραμμα. Μόνο από την καθυστέρηση της διασύνδεσης των Δωδεκανήσων με την Κρήτη (ή απευθείας με την Αττική), η οποία θα μπορούσε να υλοποιηθεί παράλληλα με τη μεγάλη διασύνδεση της Κρήτης και να είναι και αυτή έτοιμη το 2023, και όχι το 2029, θα σπαταλούνται κάθε χρόνο, από τους περιορισμένους πόρους της εθνικής οικονομίας, 130 εκατ. Ευρώ για τα ΥΚΩ των Δωδεκανήσων, και συνολικά 6 x 130 = 780 εκατ. Ευρώ για την 6ετή καθυστέρηση στην υλοποίηση αυτής της διασύνδεσης.
    13) Οι φιλόδοξοι εθνικοί στόχοι για τις ΑΠΕ το 2030 (δηλ. 32% διείσδυση των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας και 56% ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρισμού) – και η προκύπτουσα ένταξη μεγάλης νέας ισχύος ΑΠΕ – απαιτούν την πλήρη αλλαγή της δομής και του τρόπου λειτουργίας των ηλεκτρικών δικτύων της χώρας, και για να επιτευχθούν πρέπει να έχουν προηγηθεί :
    α) Οι μελέτες και αναθέσεις έργων αναβάθμισης του δικτύου μεταφοράς στην ηπειρωτική χώρα, ειδικά όταν τα χρονοδιαγράμματα αδειοδότησης και υλοποίησης των έργων αυτών (π.χ. Γ.Μ. 400kV Πελοποννήσου) διαφέρουν, και συχνά έχουν σημαντικές καθυστερήσεις, λόγω και περισσότερων τοπικών αντιδράσεων, σε σχέση με τα αντίστοιχα χρονοδιαγράμματα των υποβρύχιων διασυνδέσεων.
    β) Οι μελέτες και η οριοθέτηση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την αποθήκευση (την οποία -και σωστά- αναφέρει / συσχετίζει το ΕΣΕΚ με την ευελιξία του Συστήματος), έτσι ώστε να δρομολογηθεί άμεσα η υλοποίηση σχετικών έργων χαρακτηρισμένων και ως PCI.
    γ) Η ενίσχυση των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας, πέραν της κατασκευής της 2ης Γ.Μ. 400kV που έχει προγραμματιστεί με τη Βουλγαρία, με ταχύρρυθμη προώθηση και ολοκλήρωση των σχετικών συζητήσεων για νέες Γ.Μ. 400kV με Αλβανία, ΠΓΔΜ και Ιταλία πιθανότατα.
    Συνεπώς, πρέπει να διαμορφωθούν άμεσα οι κατάλληλες εκείνες συνθήκες, από άποψη δικτύου τουλάχιστον, που θα επιτρέψουν την ένταξη των 9.000 MW νέων έργων ΑΠΕ που προβλέπει το ΕΣΕΚ μέχρι το 2030, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ότι η πλειοψηφία τους θα προέλθει από την κεντρική και νότια ηπειρωτική χώρα και από το νότιο Αιγαίο (Κρήτη και θαλάσσια πάρκα).
    14) Οι ως άνω συνθήκες απαιτούν την κατά προτεραιότητα δρομολόγηση δύο (2) απολύτως απαραίτητων και χρονικά επειγουσών δράσεων:
    α) τη γενικευμένη αναβάθμιση / επέκταση των διασυνδετικών υποδομών, ιδιαίτερα στο πλούσιο σε δυναμικό ΑΠΕ χώρο του Αιγαίου (βλ. προηγούμενες παραγράφους 11-13), και
    β) την εγκατάσταση ικανού αριθμού νέων μονάδων αποθήκευσης μεγάλης κλίμακας, δηλαδή: i) αντλησιοταμιευτικών -καθώς είναι μακράν η πλέον ώριμη και διαδεδομένη τεχνολογία αποθήκευσης παγκοσμίως- στην ηπειρωτική χώρα και στα μεγάλα διασυνδεδεμένα / υπό διασύνδεση νησιά, καθώς και ii) υβριδικών συστημάτων (Φ/Β-αιολικά-μπαταρίες) στα μικρότερα.
    Δυστυχώς, το ΕΣΕΚ υιοθετεί (σελ. 121), χωρίς την αναγκαία τεκμηρίωση και ανάλυση επάρκειας/ευστάθειας του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας, την υπόθεση ότι μέχρι το 2030, πέραν των ήδη κατασκευασμένων αντλησιοταμιευτικών της Σφηκιάς και του Θησαυρού, θα υλοποιηθούν μόνο κάποιες, απροσδιόριστου χαρακτήρα, επενδύσεις αποθήκευσης ενέργειας, συνολικού ύψους περί τα 500 εκατ. € (δηλ. μόνο 500-600 MW, αν πρόκειται για αντλησιοταμίευση). Ενώ, λοιπόν, σε όλη την Ευρώπη γίνεται επανάσταση στον τομέα αυτό, η κάλυψη της αποθήκευσης στο ΕΣΕΚ είναι τελείως περιορισμένη και ασαφής.
    15) Υπενθυμίζεται ότι η αποθήκευση μεγάλης κλίμακας (αντλησιοταμίευση) έχει τεθεί στο παρελθόν στο δημόσιο διάλογο, ενώ υπάρχουν διαφωτιστικές μελέτες προσομοίωσης της λειτουργίας της σε εθνικό επίπεδο για σενάρια αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ.
    Σε σχετική μελέτη του ΕΜΠ για λογαριασμό της ΡΑΕ (Ιούνιος 2013), προσομοιώθηκε το έτος 2025 με εκτιμώμενη ζήτηση στο διασυνδεδεμένο σύστημα 68 TWh (~52 TWh σήμερα), ετήσια αιχμή ζήτησης 12,5 GW (~9,5 GW σήμερα), εγκατεστημένη θερμική ισχύ 10,1 GW (~8,8 GW σήμερα) και ΑΠΕ μαζί με τους μεγάλους ΥΗΣ στα 14,5 GW (~8,6 GW σήμερα). Ο λιγνίτης στη μελέτη του ΕΜΠ προβλεπόταν στα 5 GW και το φυσικό αέριο επίσης στα 5 GW. Όσον αφορά τις ΑΠΕ προβλεπόταν σταθερότητα στα μεγάλα υδροηλεκτρικά (ΥΗΣ) με 3,1 GW, ανάπτυξη στα αιολικά στα 7 GW, στα Φ/Β στα 3,5 GW και στις λοιπές ΑΠΕ στα 0,85 GW συνολικά.
    Το μίγμα της ανωτέρω εγκατεστημένης ισχύος θα απέφερε συνολική διείσδυση ΑΠΕ στην ηλεκτρική ενέργεια περίπου 37% (το 2025). Υπό συνθήκες, λοιπόν, έλλειψης αποθήκευσης για ένα τέτοιο ενεργειακό μίγμα και εκτιμώμενη ζήτηση, η μελέτη του ΕΜΠ προέβλεπε στο Σύστημα αναγκαστικές από το Διαχειριστή περικοπές αιολικής παραγωγής 20%, ενώ με προσθήκη αντλησιοταμίευσης δυναμικότητας ~1 GW και χωρητικότητας 1TWh, το ποσοστό των απορρίψεων θα κυμαινόταν στο 14%, και η αποθηκευόμενη στους ταμιευτήρες ενέργεια από αιολικά στο 7,5%.
    Είναι προφανές ότι τα παραπάνω αποτελέσματα υπέρ της αποθήκευσης καθίστανται πολύ πιο εντυπωσιακά, και η ανάγκη για τέτοιες μονάδες πολύ πιο επείγουσα, υπό τους διακηρυγμένους στόχους του ΕΣΕΚ για διείσδυση των ΑΠΕ στην ηλεκτρική ενέργεια κατά 43% το 2025 και 56% το 2030 (σελ. 213).
    16) Η αποθήκευση και η τυχόν ανάγκη λειτουργικής ενίσχυσης της βιωσιμότητάς της (ως προς το εύλογο κόστος απόσβεσης και λειτουργίας), πρέπει να αντιμετωπιστεί ως υποδομή του Συστήματος και, συνεπώς, να καλυφθεί μέσω του σχετικού εσόδου του Διαχειριστή. Και τούτο διότι το ηλεκτρικό Σύστημα της χώρας είναι ο αποδέκτης και χρήστης των πολλαπλών υποστηρικτικών υπηρεσιών που προσφέρει η αποθήκευση: χρονική μετατόπιση ηλεκτρικής ενέργειας/αιχμών της ζήτησης (arbitrage), εξισορρόπηση φορτίου, ευελιξία, ρύθμιση τάσης και συχνότητας, στρεφόμενη εφεδρεία, αποτροπή περικοπών παραγωγής ΑΠΕ, κ.α.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:56 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

    ΜΗ ΔΙΑΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΑ ΝΗΣΙΑ
    3.3. Στόχοι εξέλιξης και ανάπτυξης ενεργειακού συστήματος (σελ. 46).
    Στις σελίδες 46 και 49 ορθώς δίνεται η κατεύθυνση της διασύνδεσης ως η τελική λύση για το πρόβλημα της ηλεκτροδότησης των ΜΔΝ και στο Παράρτημα Π3 (σελ. 209) δίνεται το σχετικό προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα.
    Υπάρχουν 3 κατηγορίες:
    1. Οι Κυκλάδες, όπου η διασύνδεση έχει τοποθετηθεί με ορίζοντα το 2025.
    2. Τα Δωδεκάνησα και το Β. Αιγαίο με ορίζοντα το 2030.
    3. Τα υπόλοιπα μικρά και απομακρυσμένα νησιά που θα παραμείνουν μη διασυνδεδεμένα..
    Η διείσδυση του Βιοαερίου και Βιομάζας στα (πλην Κρήτης) ΜΔΝ είναι σήμερα μηδενική, παρόλο που στο Ν. 4414 εκφράστηκε η διάθεση για ενίσχυση και για αντιμετώπιση των θεμάτων που προκύπτουν από την μελλοντική διασύνδεση κάποιων από αυτά(άρθρα 8 έως 11). Με την απόφαση δε 616/2016 της ΡΑΕ καθορίστηκαν νέα περιθώρια που για 15 νησιά ή συμπλέγματα (πλην Κρήτης) αντιπροσώπευαν συνολική εγκατεστημένη ισχύ 18,5 MW. Η ανταπόκριση των επενδυτών μετά το 2016 ήταν υποτυπώδης, με μόνο 4 νέες αιτήσεις συνολικής ονομαστικής ισχύος 2,5 MW, εκ των οποίων μόνο μια έχει προχωρήσει σε σύμβαση σύνδεσης.
    Η βασική αιτία για την έλλειψη εκδήλωσης ενδιαφέροντος είναι ότι για τα ΜΔΝ δεν υπάρχει πρόβλεψη για διαφοροποίηση της ΤΑ του Άρθρου 4 για τη συγκεκριμένη κατηγορία. Ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το CAPEX δεν διαφοροποιείται στα ΜΔΝ σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, είναι προφανές ότι τα OPEX και ΣΧ (συντελεστής χρησιμοποίησης) είναι σαφώς δυσμενέστερα, κυρίως λόγω κόστους και εποχικότητας των πρώτων υλών και δυσκολιών διάθεσης του χωνεμένου υπολείμματος.
    Ιδιαίτερη μνεία στις προτάσεις του σχεδίου γίνεται για τους υβριδικούς σταθμούς, όπου με το όρο αυτό νοούνται τα συστήματα ΑΠΕ με δυνατότητα αποθήκευσης μέσω αντλησιοταμίευσης ή συσσωρευτών. Όμως, υβριδικοί σταθμοί με ισοδύναμη δυνατότητα συνεισφοράς στο δίκτυο (ελεγχόμενη παραγωγή. προγραμματιζόμενη από τον παραγωγό ή τον διαχειριστή δικτύου) μπορούν να υπάρξουν με συνδυασμό του Βιοαερίου με άλλες μορφές ΑΠΕ. Η συμβολή των άλλων ΑΠΕ σε μια τέτοια μονάδα μπορεί να είναι ανάλογη με τον συντελεστή χρησιμοποίησής τους και να κυμαίνεται από 20% (για τα Φ/Β) έως 50% (για τη Βιομάζα).
    Οι σταθμοί Βιομάζας / Βιοαερίου, αλλά και οι υβριδικοί (σελ 123)
    « είναι απαραίτητοι για την εύρυθμη λειτουργία του εγχώριου ηλεκτρικού συστήματος, λαμβάνοντας υπόψη και τα αναμενόμενα μεγάλα μεγέθη ηλεκτροπαραγωγής από μεταβλητές ΑΠΕ, ώστε να μπορούν λειτουργούν και ως εξισορροπητικά φορτία σε χρονικές στιγμές που αυτό θα απαιτείται»
    Αυτή η ιδιότητα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στα ΜΔΝ, όπου, πέραν της δικής τους πρόσθετης ισχύος παραγωγής, μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος με πρόσθετους σταθμούς μη ελεγχόμενης παραγωγής (αιολικά, ηλιακά, στο εξής ΑΗ).
    Βεβαίως, οι προαναφερόμενοι σταθμοί βιοενέργειας και υβριδικοί (στο εξής ΒΒΥ) σε συνδυασμό με τις άλλες ΑΠΕ δεν επαρκούν για την κάλυψη των φορτίων, ειδικά τις περιόδους αιχμής του τουρισμού. Όμως, σε αρκετές περιπτώσεις και με κατάλληλη συνολική στήριξη, θα μπορούσαν οι σταθμοί ΒΒΥ και ΑΗ να γίνουν ο πυρήνας για την ανάδειξη ενεργειακά αυτόνομων νησιών με μικρή έως καθόλου συμμετοχή των ορυκτών καυσίμων. Να ερευνηθούν οι εξής προτάσεις:
    1. Για τις Κυκλάδες, όπου η διασύνδεση έχει τοποθετηθεί με ορίζοντα το 2025, οι σταθμοί ΒΒΥ μπορούν να πάρουν ένα μέρος από το ρόλο των πετρελαϊκών σταθμών τόσο στην περίοδο μέχρι την διασύνδεση εκάστου (βασική τροφοδοσία, εξισορρόπηση ΑΗ) όσο και στην μετέπειτα περίοδο (εφεδρεία στη διασύνδεση).
    Σοβαρό ρόλο στην αύξηση της δυναμικότητας παραγωγής βιοαερίου θα παίξει η δυνατότητα χρήσης του οργανικού κλάσματος των απορριμμάτων (με κύρια τα υπολείμματα της μαζικής και ιδιωτικής εστίασης) και της ιλύος των βιολογικών καθαρισμών, που ταυτόχρονα θα δώσει διέξοδο στη διάθεση αυτών των αποβλήτων που αποτελεί καίριο πρόβλημα, ειδικά κατά την τουριστική περίοδο.
    Οι μονάδες Βιοαερίου, μετά την διασύνδεση, μπορούν να μετατραπούν σε μονάδες συμπιεσμένου Βιομεθανίου για τις μεταφορές.
    2. Τα Δωδεκάνησα και το Β. Αιγαίο με ορίζοντα το 2030, πλην της παραπάνω λύσης, θα μπορούσε να εξεταστεί η μεγιστοποίηση της παραγωγής των ΒΒΥ με την αξιοποίηση όλης της οργανικής ύλης του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα (υπολείμματα αγροτικής παραγωγής και μεταποίησης), των αστικών αποβλήτων, αλλά και πρόσθετων δραστηριοτήτων που μπορούν να αναπτυχθούν ή να αναζωπυρωθούν, όπως ενεργειακές καλλιέργειες, θερμοκήπια, πτηνοτροφία, κτηνοτροφία κλπ. Αυτή η κατεύθυνση απαιτεί την συνεργασία με τις υπηρεσίες Αγροτικής ανάπτυξης
    3. Τα υπόλοιπα μικρά και απομακρυσμένα νησιά που θα παραμείνουν μη διασυνδεδεμένα. Εδώ ενδείκνυται η περαιτέρω ανάπτυξη του μοντέλου των Έξυπνων Νησιών, που μπορούν να γίνουν εξυπνότερα επεκτείνοντας δημιουργικά τις τεχνολογίες ΒΒΥ. Βεβαίως, εδώ θα χρειαστεί επιπλέον υποστήριξη με υψηλότερες ΤΑ (άλλωστε οι τωρινές τιμές κόστους των πετρελαϊκών στα περισσότερα υπερβαίνουν τις τρέχουσες ΤΑ), μεγαλύτερη διάρκεια συμβάσεων εγγυημένης τιμής (25 – 30 έτη), πρόσβαση σε αναπτυξιακά προγράμματα για επιχορήγηση κεφαλαίου κλπ. Αυτές οι ενισχύσεις θα δώσουν τη δυνατότητα ανάπτυξης επιτόπιας παραγωγής πρώτων υλών ή / και προσφυγή σε πρώτες ύλες που μεταφέρονται από άλλα μέρη της Ελλάδας.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:35 | Αναστάσιος Κονταράτος

    Στο άρθρο 4.5.2.1 του υπό διαβούλευση Ε.Σ.Ε.Κ. γίνεται αναφορά στη συνεισφορά των Υβριδικών Σταθμών σε Συστήματα ή Δίκτυα με αυξημένα επίπεδα διείσδυσης ΑΠΕ. Ιδιαιτέρως για τα αυτόνομα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (ΜΔΝ) η τεχνολογία των Υβριδικών Σταθμών θα πρέπει να αναδειχθεί ως βασικός άξονας της ενεργειακής τους μετάβασης καθώς:
    • ειδικά για τη Νήσο Κρήτη, οι Υβριδικοί Σταθμοί μπορούν να συμβάλουν στην επίλυση του ενεργειακού της προβλήματος τόσο κατά την φάση υλοποίησης των διασυνδέσεων (Μικρή και Μεγάλη διασύνδεση), όσο και μετά την ενσωμάτωσή της στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα.
    • τόσο κατά την φάση που τα ΜΔΝ δεν είναι διασυνδεδεμένα όσο και στην επόμενη πιθανή κατάσταση ένταξης τους στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα, δεν επιβαρύνουν τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω καθορισμού μιας ενιαίας τιμής αποζημίωσης των ΥΒΣ στην βάση του σταθμισμένου κόστους της παραγόμενης ενέργειας (LCOE), βάσει της υπ’ αριθμ. 7/2018 Γνωμοδότησης της ΡΑΕ.
    • συνεισφέρουν στη γενικότερη στρατηγική επίλυσης του ενεργειακού προβλήματος των Μη Διασυνδεμένων Νησιών με πράσινη εγγυημένη ενέργεια, σε συνδυασμό με την εναρμόνιση των υφιστάμενων μονάδων της ΔΕΗ με τις απαιτήσεις των Οδηγιών 2010/75 περί Βιομηχανικών Εκπομπών (IED) και 2015/2193 για τον περιορισμό των εκπομπών ορισμένων ρύπων στην ατμόσφαιρα από Μεσαίου Μεγέθους Μονάδες Καύσηs (MCPD) της Ευρωπαϊκής Ένωσης
    • συμβάλλουν στη Στρατηγική των Διασυνδέσεων των Νησιών με το Σύστημα της ηπειρωτικής Ελλάδας.
    • επιτρέπουν την αύξηση του επιπέδου διείσδυσης ΑΠΕ στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά συμβάλλοντας έτσι στους συνολικούς στόχους του Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού
    • ενισχύουν την ευστάθεια και αξιοπιστία λειτουργίας των Δικτύων των ΜΔΝ
    Ως εκ τούτου, θεωρείται επιβεβλημένο να υιοθετηθεί ένα ειδικό πλαίσιο στήριξης για την άμεση προώθηση της εν λόγω τεχνολογίας.

  • To σχέδιο του νέου εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού αποτελεί μία συγκροτημένη προσπάθεια προσέγγισης στον προσδιορισμό των μεγεθών και τελικά της επίτευξης των στόχων της χώρας, με ορίζοντα κυρίως το 2030 και με βάση την Συμφωνία των Παρισίων για το κλίμα τον Οκτώβριο του 2016 η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4426/2016 αλλά και με τους νέους φιλόδοξους κοινοτικούς στόχους (μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 45% έως το 2030, κυρίως ως προς το μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής και τη διείσδυση των ΑΠΕ σε αυτό, την εξοικονόμηση ενέργειας και την μείωση των ρύπων σε όλο το φάσμα των ανθρωπογενών δράσεων.

    Ιδιαίτερο προβληματισμό αποτελούν οι στόχοι διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα έως το 2030, όπως αυτοί αναλύονται στο σχέδιο, σε επίπεδο ενεργειακής απόδοσης ως προς τα κατά προσέγγιση μεγέθη ισχύος που προσδιορίζονται στην έκθεση και στα παραρτήματα του σχεδίου.

    Ειδικότερα προβληματίζει η αόριστη αναφορά σε μίγμα αιολικής ισχύος 6,4 GW και φωτοβολταϊκής ισχύος 6,9 GW , καθαρής ηλεκτροπαραγωγής 14,933 GWh και 10,514 GWh αντίστοιχα. Η σύνθεση αυτή, η οποία αποτελεί το βασικό μίγμα ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ για την επίτευξη των στόχων συμμετοχής των ΑΠΕ κατά 32% στην ΑΚΤΕ και κατά 56% στην Ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρισμού έως το 2030, φαίνεται ανέφικτη, τόσο σε επίπεδο ενεργειακής εκτίμησης όσο και σε επίπεδο ρεαλιστικής επενδυτικής υλοποίησης με βάση την κρατούσα αδειοδοτική και επενδυτική πραγματικότητα των στατιστικών στοιχείων. Ειδικότερα:
    • Τα στατιστικά στοιχεία υποδεικνύουν δραστηριότητα ανάπτυξης 2491 MW αιολικής ισχύος από το 2000 έως το 2017 δηλαδή 146 MW κατά μέσο όρο ετησίως, όταν οι επενδύσεις ήταν σαφέστατα ελκυστικότερες λόγω μεγάλων εκτάσεων και θέσεων ισχυρότατου αιολικού δυναμικού, κατοχυρωμένης σταθερής ταρίφας αποζημίωσης ενέργειας (FiT) και κυρίως απλούστερης και σύντομης αδειοδοτικής διαδικασίας και κοινωνικής αποδοχής. Σήμερα και στο μέλλον οι επενδύσεις αιολικής ισχύος συναντούν πολλά εμπόδια αδειοδότησης και ευρύτερης κοινωνικής αποδοχής για την εξάπλωσή τους ενώ το αδειοδοτικό καθεστώς (π.χ. Ειδικό Χωροταξικό των ΑΠΕ) αναμένονται αυστηρότερο. Με βάση τον στόχο επίτευξης των 6,4 GW αιολικής ισχύος για το 2030, απαιτείται ανάπτυξη 300 MW ετησίως έως το 2030 που θεωρείται αδύνατη η επίτευξή του με βάση τους προαναφερθέντες αρνητικούς παράγοντες.
    • Παρόμοια για την φωτοβολταϊκή ισχύ, τα στατιστικά στοιχεία υποδεικνύουν την ανάπτυξη 2611 MW ισχύος από το 2000 έως το 2017 δηλαδή 153 MW ετησίως, όταν οι επενδύσεις φωτοβολταϊκών ήταν σαφέστατα ελκυστικότερες λόγω μεγάλων εκτάσεων εφαρμογής χωρίς περιορισμούς χρήσης γης, υψηλής κατοχυρωμένης ταρίφας (FiT) και απλούστερης αδειοδοτικής διαδικασίας. Με βάση τον στόχο επίτευξης των 6,9 GW φωτοβολταϊκής ισχύος έως το 2030, απαιτείται η ανάπτυξη 300 MW ετησίως έως το 2030 που θεωρείται αδύνατη με βάση τους προαναφερθέντες αρνητικούς παράγοντες. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι παρά το στοκ έργων αδειοδοτημένων φωτοβολταϊκών έργων από προηγούμενα έτη και τις προκηρύξεις ενδιαφέροντος για τους πρώτους διαγωνισμούς της ΡΑΕ με βάση το νέο καθεστώς, δεν θα υπάρξει τελικά απονομή φωτοβολταϊκής ισχύος, κατά το 2018, μεγαλύτερη συνολικά των 260 MW.
    • Ο κύριος προβληματισμός αφορά την ενεργειακή εκτίμηση των 14.933 GWh της προσδιοριζόμενης απαιτούμενης αιολικής ισχύος των 6,4 GW για το έτος 2030, η οποία αποτελεί βέβαια την κύρια συνεισφορά των ΑΠΕ στο μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής. Η θεωρητικά προσδιοριζόμενη ενέργεια αντιστοιχεί σε καθαρό, κατά μέσο όρο, συντελεστή απόδοσης 26,63% όταν τα στατιστικά μεγέθη ενεργειακής απόδοσης της αιολικής ισχύος σε πλήρη μεγέθη κατά τα έτη 2012-2017, υποδεικνύουν καθαρό, κατά μέσο όρο, συντελεστή απόδοσης 20,2% (μέγιστος 21,8%) παρά το γεγονός ότι τα έργα αυτά υλοποιήθηκαν κυρίως σε υψηλότατου αιολικού δυναμικού περιοχές (Εύβοια, Θράκη, Νότια Πελοπόννησος κτλ) ενώ η σημερινή και μελλοντική τάση σαφώς κατευθύνεται σε συνεχώς χαμηλότερου αιολικού δυναμικού περιοχές όταν μάλιστα δεν έχει προσδιοριστεί για το μέλλον η πλήρης απορρόφηση της αιολικής ενέργειας με την συνεχή αύξηση και πλήρη διείσδυση στο σύστημα και με βάση τους νέους κανονισμούς της ΕΕ.
    Οι ανωτέρω προβληματισμοί σαφώς υποδεικνύουν την υποχρεωτική πλέον και εξειδικευμένη στοχοθέτηση αιολικής ισχύος μέσω θαλασσίων αιολικών πάρκων επί της συνολικής προσδιοριζόμενης αιολικής ισχύος για την επίτευξη του στόχου καθαρής ηλεκτροπαραγωγής 14.933 GWh αιολικής ενέργειας έως το 2030. Η προσδιοριζόμενη δυνατότητα τουλάχιστον 2 GW από θαλάσσια αιολικά πάρκα σε κατάλληλες περιοχές του Αιγαίου με ισχυρότατο αιολικό δυναμικό καθαρού συντελεστή απόδοσης τουλάχιστον 45% μπορεί να αποδώσει ακριβώς περί τις 7,8 TWh που θα συναθροιστούν με την ανάπτυξη και λειτουργία των υπολοίπων συνολικών 4,4 GW χερσαίων αιολικών με κατά μέσο όρο καθαρό συντελεστή απόδοσης 20% που θα ήταν μάλιστα ιδανικό να είναι η συνολικά κατά μέσο όρο λειτουργική πραγματικότητα της απαιτούμενης συνολικά προς εύρεση, αδειοδότηση και υλοποίηση αιολικής ισχύος.
    Εις επίρρωση μάλιστα των ανωτέρω τονίζονται τα ακόλουθα πλεονεκτήματα υλοποίησης θαλάσσιων αιολικών πάρκων που ενδεικτικά αναφέρεται ότι είναι απολύτως υπαρκτά προς υλοποίηση και δεν έχουν μέχρι σήμερα προσδιοριστεί σε προηγούμενα σχέδια στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
    1. Εκμετάλλευση του εξαιρετικού αιολικού δυναμικού του θαλάσσιου χώρου του Αιγαίου με περιοχές μέσης ταχύτητας ανέμου υψηλότερης μέσης ταχύτητας των 9 m/s με σταθερό προφίλ ανέμου χωρίς τύρβη που επιφέρει το complex terrain των χερσαίων αιολικών. Ο θαλάσσιος χώρος του Αιγαίου έχει ήδη εκτιμηθεί από την ΕΕ μαζί με τη Βόρεια Θάλασσα, ως ανεκτίμητος ενεργειακός πόρος της χώρας (και της ΕΕ) για τη μεγάλη διείσδυση της αιολικής ενέργειας με δυνατότητες μάλιστα εξαγωγής ενέργειας ΑΠΕ προς το εξωτερικό.
    2. Η αδυναμία υλοποίησης σημαντικού μεγέθους ΧΕΡΣΑΙΩΝ αιολικών πάρκων λόγω της αδυναμίας στήριξης κοινωνικής αποδοχής μεγάλων σχεδίων και της προσκόμισης αυστηρών περιορισμών από το παρόν και μελλοντικό αδειοδοτικό καθεστώς.
    3. Η εκμετάλλευση των προγραμματιζόμενων ηλεκτρικών διασυνδέσεων της χώρας στα μη διασυνδεδεμένα νησιά του Αιγαίου, ακριβώς δηλαδή στις πλησιέστερες «πύλες» διασύνδεσης ΥΤ των σχεδιαζόμενων θαλάσσιων αιολικών πάρκων. Σημειώνεται η αδυναμία σύνδεσης μεγάλων χερσαίων αιολικών πάρκων στα νησιά του Αιγαίου λόγω σημαντικών περιορισμών του αδειοδοτικού καθεστώτος και διατάξεων καθώς και η αποδοχή των από το κοινωνικό σύνολο λόγω του τουριστικού τους χαρακτήρα για τη χώρα (ενδεικτικά αναφέρεται ότι ακόμα και το παρόν ΕΙΔΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ των ΑΠΕ, που μάλιστα τελεί υπό αυστηρότερη αναθεώρηση, σχεδόν απαγορεύει και θέτει μεγάλες ζώνες απαγόρευσης για τη κατασκευή χερσαίων αιολικών πάρκων σχεδόν σε όλα τα νησιά του Αιγαίου . Ταυτόχρονα υπογραμμίζεται η δυνατότητα συνεισφοράς των θαλάσσιων αιολικών πάρκων (που θα αδειοδοτηθούν) στα σχέδια χρηματοδότησης διασύνδεσης των νησιών είτε μέσω της εξαρχής συνεισφοράς τους στο κόστος των έργων (όπως συνέβη στο έργο διασύνδεσης των χερσαίων αιολικών της Εύβοιας με τη γραμμή ΥΤ Πολυποτάμου-Νέας Μάκρης) είτε έμμεσα μέσω μεταγενέστερου τέλους χρήσης των γραμμών διασύνδεσης της ΥΤ των νησιών ως άλλωστε και στη Δυτική Ευρώπη εφαρμόζεται.
    4. Τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, αποτελούν επενδύσεις με σαφέστατα μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία (60%) έναντι των αντίστοιχων χερσαίων αιολικών (25% ) καθώς απαιτούν σημαντικό κόστος και χρήση εγχώριας κατασκευής, τεχνικών μέσων και προσωπικού στο στάδιο της εγκατάστασης και κυρίως στο στάδιο λειτουργίας.
    5. Παράλληλα, εισέρχεται ως παράλληλος στόχος η χρήση της νέας τεχνολογίας πλωτών ανεμογεννητριών που έχει ήδη εισαχθεί και ταχέως αναπτύσσεται με ραγδαία μείωση κόστους σε ανταγωνιστικά επίπεδα εντός δεκαετίας έναντι των άλλων ανταγωνιστικών μορφών θαλάσσιων αιολικών πάρκων, ειδικά για το Αιγαίο όπου αναμένεται να προσθέσει ακόμα μεγαλύτερη δυνατότητα ανάπτυξης θαλάσσιας αιολικής ισχύος σε περιοχές όπου το αιολικό δυναμικό είναι ισχυρότατο σε μικρές αποστάσεις μάλιστα από το διασυνδεδεμένο σύστημα αλλά σε μεγάλα βάθη για τη «συμβατική» θεμελίωση θαλάσσιων αιολικών πάρκων (έως 60μ βάθος πυθμένα θάλασσας).
    6. Την ιδιαίτερη σημασία εκμετάλλευσης εθνικών ενεργειακών πόρων στα πλαίσια της εθνικής κυριαρχίας στις νησιωτικές περιοχές του Αιγαίου Πελάγους προς όφελος της εθνικής και εν τέλει της ευρωπαϊκής οικονομίας.
    Για την υλοποίηση της στρατηγικής προγραμματισμού και υλοποίησης των θαλάσσιων αιολικών πάρκων, που αποτελούν πλέον στην Ευρώπη τον κανόνα βαθιάς διείσδυσης της αιολικής ενέργειας, είναι απαραίτητα:
     Η άμεση χωροθέτηση των ζωνών ανάπτυξης των έργων αυτών με δυνατότητα άμεσης αδειοδότησης σε ισχυρούς ομίλους με εμπειρία σε μεγάλου μεγέθους έργα τέτοιας μορφής και της εν συνεχεία εξαίρεσης μέσω κατάλληλα προσδιοριζόμενης τιμής κόστους LCOE ή και προκήρυξης διαγωνισμών κατοχύρωσης των έργων αυτών βάσει χαμηλότερης τιμής ώστε να είναι δυνατή η εν συνεχεία τάχιστη αδειοδότηση των έργων με τις απαιτούμενες μελέτες περιβαλλοντικών εκτιμήσεων υψηλού κόστους.
     Ο τάχιστος προγραμματισμός και υλοποίηση των διασυνδέσεων των νησιών του Αιγαίου έως το 2025 για την κατασκευή και παράλληλη διασύνδεση θαλάσσιων αιολικών πάρκων (όπου αυτό συστήνεται χωρίς απευθείας διασύνδεση με το κυρίως διασυνδεδεμένο σύστημα) με άμεση ή έμμεση χρηματοδότηση των έργων διασύνδεσης από τους εν δυνάμει επενδυτές θαλάσσιων αιολικών πάρκων (συμμετοχή στο αρχικό κόστος ή τέλος χρήσης δικτύου)
    Είναι σαφές ότι για την επίτευξη των στόχων επίτευξης διείσδυσης ισχύος ΑΠΕ απαιτούνται χωρίς εξαίρεση ανά τεχνολογία έργου:
     Αποσαφήνιση και απαρέγκλιτη τήρηση θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης έργων ΑΠΕ με ενίσχυση των προς τον σκοπό αυτόν κρατικών και περιφερειακών υπηρεσιών χωρίς αναδρομικές μεταβολές όρων αδειοδότησης, κατασκευής και λειτουργίας των έργων.
     Τήρηση και απλούστευση σε νέα μορφή του ΕΙΔΙΚΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ των ΑΠΕ που τελεί και υπό αναθεώρηση.
     Επιτάχυνση χερσαίων και θαλασσίων, εθνικών και διεθνών, ηλεκτρικών διασυνδέσεων και δικτύων με δυνατότητα μεταφοράς και εξαγωγής «πράσινης» ισχύος προς την Ευρώπη.
     Περαιτέρω ανάπτυξη της αποκεντρωμένης παραγωγής ΑΠΕ σε μικρούς παραγωγούς, αυτοπαραγωγούς, βιοτεχνικές μονάδες και δημόσια-ιδιωτικά κτίρια, μέσω κανόνων και κινήτρων συνδυασμένων συστημάτων ΑΠΕ-αποθήκευσης και εξοικονόμησης ενέργειας, όπως αποτελεί στόχο της ευρωπαϊκής πολιτικής για την εκτενή προώθηση των ΑΠΕ με ταυτόχρονη εξοικονόμηση ενέργειας και ενεργειακής ασφάλειας σε ευρύ πλήθος και σημεία εφαρμογής μικρής κλίμακας.

  • Ο στόχος διείσδυσης των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας για το έτος 2020 στη θέρμανση και ψύξη έχει ορισθεί 20%. (σελ 44) και για το 2030 σε 30%.
    Όμως σύμφωνα με την αναθεωρημένη Οδηγία για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (REDII), που ψηφίζεται από το Συμβούλιο 3 & 4 Δεκεμβρίου, στο άρθρο 23, προβλέπεται ετήσια αύξηση 1,3%. Άρα ο στόχος έπρεπε να είναι 33% με ανάλογη προσαρμογή των μέτρων για την επίτευξη του στόχου. Ο στόχος δεν είναι μεν δεσμευτικός αλλά τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να υιοθετήσουν μέτρα ώστε να το πετύχουν.
    Ένα τέτοιο μέτρο είναι η υποχρεωτική κάλυψη αναγκών για θέρμανση χώρου των νέων κτιρίων τουλάχιστον κατά 30% με ηλιοθερμικά συστήματα ή ελάχιστη τοποθέτηση 10 kWth θερμικών ηλιακών συλλεκτών.
    Σημαντική θα είναι και η προώθηση ηλιοθερμικών στη βιομηχανία για τη κάλυψη των αναγκών σε θερμότητα χαμηλών και μέσων θερμοκρασιών.
    Με δεδομένη τη πολλαπλάσια απόδοση των θερμικών ηλιακών σε σχέση με φωτοβολταϊκά ανά μονάδα επιφάνειας, πρέπει να προβλέπεται η προτεραιότητα εγκατάστασης ηλιοθερμικών στα κτίρια, εφόσον υπάρχουν ανάγκες σε θερμότητα και υπάρχει περιορισμός στη διαθέσιμη επιφάνεια.
    Στα συμπληρωματικά μέτρα για την αντιμετώπιση ενεργειακής ένδειας και προστασίας του καταναλωτή, προβλέπεται η κατάρτιση του Σχεδίου Δράσης Αντιμετώπισης της Ενεργειακής Πενίας. Σε αυτό πρέπει να περιλαμβάνεται η αντικατάσταση ηλεκτρικών θερμοσιφώνων με ηλιακούς θερμοσίφωνες ώστε να μειωθεί η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.
    Οι ηλιακοί θερμοσίφωνες αποτελούν ιδανικό μέτρο για τη διαχείριση της ενέργειας από τη πλευρά της ζήτησης (DSM). Στα ‘έξυπνα νησιά’ και στα νησιά του μη διασυνδεδεμένου δικτύου να προβλέπεται η αντικατάσταση όλων των ηλεκτρικών θερμοσιφώνων με ηλιοθερμικά, ώστε να μειωθεί το κόστος εγκατάστασης συστημάτων ΑΠΕ για ηλεκτροπαραγωγή.
    Στα πλαίσια της λογικής χρήσης για τη προώθηση φυσικού αερίου πρέπει να εξασφαλίζεται ότι δε θα υποκαθίσταται ηλιακή ενέργεια από καύση αερίου, με τη προεγκατάσταση ηλιακού συστήματος.
    Παράλληλα, τόσο στην οικονομική όσο και στην περιβαλλοντική του διάσταση είναι παράλογο να μπορεί να υποκαθίσταται η παραγωγή ζεστού νερού χρήσης από ηλιοθερμία σε ένα κτίριο από αντίστοιχη παραγωγή μέσω αντλιών θερμότητας, δεδομένου ότι η ηλιοθερμία μπορεί να εξασφαλίσει δωρεάν ζεστό νερό για διάστημα τουλάχιστον 10 μηνών ετησίως και ιδιαίτερα κατά την περίοδο που δε χρειάζεται ένα κτίριο να θερμαίνεται με τις αντλίες, καταναλώνοντας ηλεκτρική ενέργεια.
    Ένα ιδιαίτερα αποδοτικό μέτρο για την περεταίρω διάδοση της χρήσης ηλιοθερμικών συστημάτων θα ήταν να καταστεί υποχρεωτική η ύπαρξη του σε οικίες που επιδοτούνται άμεσα (π.χ. μέσω του προγράμματος εξοικονόμησης κατ’ οίκον) ή έμμεσα (π.χ. μέσω net metering) για εγκατάσταση λεβήτων, αντλιών θερμότητας ή φωτοβολταϊκών.
    Η χώρα μας έχει μια ισχυρή βιομηχανία θερμικών ηλιακών με έντονη εξωστρέφεια. Στα πλαίσια της προώθησης καινοτόμων τεχνολογιών απεξάρτησης από τον άνθρακα για την Έρευνα καινοτομία και ανταγωνιστικότητα να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στα θερμικά ηλιακά και να προβλεφθούν αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις με τη κατάρτιση εξειδικευμένων προγραμμάτων έρευνας και καινοτομίας.

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛ.Ε.Α.ΒΙΟΜ.), το μακροβιότερο ελληνικό σωματείο στον χώρο των ΑΠΕ, συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση για τον ΕΣΕΚ καταθέτοντας μία δέσμη 10 θέσεων-προτάσεων για την διεύρυνση του ρόλου της βιοενέργειας ως ΑΠΕ βάσης στο ενεργειακό μίγμα της χώρας κατά την περίοδο 2021-2030 και τις επόμενες δεκαετίες.

    6) Αειφόρος διαχείριση δασών – ορθολογική υλοτόμηση

    Εισαγωγή: Όλες οι δασικές εκτάσεις αποτελούνται από φυτά διαφορετικών ηλικιών ανάπτυξης, συνεπώς όταν η διαχείριση των δασών γίνεται με αειφόρο τρόπο αξιοποιούνται διαφορετικά φυτά κάθε χρόνο. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση που η ετήσια ποσότητα της βιομάζας που ξυλεύεται ισούται με εκείνη που αναπτύσσεται, τότε το απόθεμα άνθρακα του δάσους διατηρείται σταθερό. Σε περίπτωση που οι ετήσιες κοπές είναι λιγότερες από την ποσότητα της ετήσιας δασικής ανάπτυξης, τότε το δάσος λειτουργεί ως δεξαμενή απορρόφησης άνθρακα.

    Πρόταση: Επικαιροποίηση των διαχειριστικών μελετών δασών στα κατά τόπους Δασαρχεία της χώρας και προγραμματισμός αειφόρου κύκλου περιοδικών υλοτομιών με συγκεκριμένες απαιτήσεις και προϋποθέσεις. Ενίσχυση του ρόλου των ενεργειακών κοινοτήτων και συνεταιρισμών με κατεύθυνση το καθάρισμα των δασών προς προστασία έναντι πυρκαγιών, σύμφωνα με συγκεκριμένες τεχνικές προδιαγραφές και αξιοποίηση της αφαιρούμενης ξυλώδους βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς.

    7) Ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα μέσω της πρόωθησης ενεργειακών καλλιεργειών ξυλώδους βιομάζας και πολυετών αγρωστωδών φυτειών

    Εισαγωγή: Η ενεργειακή αξιοποίηση των αγροκτηνοτροφικών αποβλήτων και υπολλειμμάτων είναι μείζονος προτεραιότητας και δεν μπορεί να γίνει καμία θεσμική έκπτωση επί τούτου. Επιπροσθέτως, όμως, ο πρωτογενής τομέας θα μπορούσε να συνεισφέρει και στην παραγωγή υψηλής ποιότητας ξυλώδους βιομάζας μικρού περίτροπου χρόνου (short rotation coppice) και φυτειών πολυετών αγρωστωδών, όπως π.χ. ο μίσχανθος και το καλάμι. Οι ενεργειακές αυτές καλλιέργειες θα προσφέρουν συμπληρωματικές θέσεις εργασίας στην Περιφέρεια αλλά και θα αυξήσουν τη διαθεσιμότητα αυτών των ειδών βιοκαυσίμων, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι ανάγκες σε εισαγόμενη βιομάζα.

    Πρόταση: Ενίσχυση τέτοιων επενδύσεων μέσω ειδικής αναφοράς σε χρηματοδοτικά προγράμματα ΕΣΠΑ, Αγροτικής Ανάπτυξης κ.λ.π. Απλοποίηση της διαδικασίας υλοποίησης τέτοιων καλλιεργειών είτε από φυσικά είτε από νομικά πρόσωπα. Πρόταση-ανάδειξη συγκεκριμένων δημοσίων ή ιδιωτικών εκτάσεων ανά Περιφέρεια όπου θα παρέχεται η δυνατότητα ανάπτυξης τέτοιων καλλιεργειών (ώστε η ανάπτυξή τους να μην γίνει σε βάρος άλλων καλλιεργειών και προκληθούν θέματα διαμάχης τύπου Food vs. Fuel).

    8) Δημιουργία και ενίσχυση εγχώριας αγοράς βιοαιθανόλης

    Εισαγωγή: Η εισαγωγή της βιοαιθανόλης στο ενεργειακό μίγμα της χώρας αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο στην προσπάθεια της χώρας να ενισχύσει τον πρωτογενή της τομέα, να ενθαρρύνει την ανάπτυξη σε αγροτικές περιοχές, να μειώσει την εξάρτησή της από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και να βελτιώσει το αποτύπωμα του άνθρακα στον Τομέα των Μεταφορών. Εκτός της ορθής ενίσχυσης της συμβατικής βιοαιθανόλης (δηλ. εκείνης που προέρχεται από την επεξεργασία ενεργειακών καλλιεργειών όπως το καλαμπόκι ή το τεύτλο), θα πρέπει να υπάρχει εξ αρχής πρόβλεψη για την υποστήριξη του νέου καυσίμου, το οποίο βρίσκεται στην αιχμή του παγκοσμίου ενδιαφέροντος στον τομέα των βιοκαυσίμων: την κυτταρινική βιοαιθανόλη (cellulosic ethanol).
    Η νέας γενιάς βιοαιθανόλη, η κυτταρινική αιθανόλη (cellulosic ethanol), συνδυάζει όλα τα πλεονεκτήματα χρήσης της συμβατικής βιοαιθανόλης με τη δυνατότητα χρήσης υπολλειμματικής και απόβλητης βιομάζας. Αυτό συνεπάγεται το εντυπωσιακά καλύτερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα της τεχνολογίας, καθώς πλέον η παραγωγή βιοκαυσίμων και ενέργειας συνδυάζεται αρμονικά με τη διαχείριση αποβλήτων – waste management.

    Πρόταση: Εκτός των ελάχιστων στόχων ανάμιξης της βιοαιθανόλης με τη συμβατική βενζίνη για τη τριετία 2018-2020 (1,6% το 2018, 2,3% το 2019 και 3,3% το 2020) είναι απαραίτητο να υπάρχει σχετική πρόβλεψη για την υποστήριξη της κυτταρινικής αιθανόλης με συγκεκριμένα – έστω και πολύ μικρά ποσοστά ανάμιξής της.
    Επιπλέον, για να μην περιοριστεί η χώρα μόνο στις εισαγωγές βιοαιθανόλης, θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθεί και να απλοποιηθεί η αδειοδοτική διαδικασία, ώστε να είναι εφικτή η όσο το δυνατόν ταχύτερα υλοποίηση έργων παραγωγής βιοαιθανόλης στη χώρα, με στόχο μεσοπρόθεσμα να είναι εφικτή η αξιοποίηση της εγχώριας βιομάζας για την παραγωγή βιοαιθανόλης.

    9) Ανάπτυξη αγοράς βιοαμεθανίου

    Εισαγωγή: Η ανάπτυξη του βιομεθανίου και η ένταξή του στο ενεργειακό μίγμα της χώρας αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο στην προσπάθεια της χώρας να ενισχύσει τον πρωτογενή της τομέα, να ενθαρρύνει την ανάπτυξη σε αγροτικές περιοχές, να μειώσει την εξάρτησή της από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και να βελτιώσει το αποτύπωμα του άνθρακα στον τομέα της θέρμανσης και των μεταφορών.

    Πρόταση: Για να μην περιοριστεί η χώρα μόνο στις εισαγωγές φυσικού αερίου, θα πρέπει άμεσα να θεσμοθετηθεί συγκεκριμένη αδειοδοτική διαδικασία, ώστε να είναι εφικτή η ταχύτερη δυνατή υλοποίηση έργων παραγωγής βιομεθανίου στη χώρα, με στόχο μεσοπρόθεσμα να είναι εφικτή η όσο το δυνατό μεγαλύτερη υποκατάσταση του φυσικού αερίου από μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα – ενεργειακά ισοδύναμου ανανεώσιμου καυσίμου βιομεθανίου.

    10) Τιμές αναφοράς για μικρούς σταθμούς βιομάζας

    Εισαγωγή: Στο Νόμο 4414/16 για τις νέες τιμές αναφοράς των ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ εφαρμόστηκε για πρώτη φορά μια μεθοδολογία όπου βασικό κριτήριο για τον καθορισμό των τιμών αναφοράς ήταν η ανταποδοτικότητα της επένδυσης (IRR) με βάση την κεφαλαιακή επένδυση (CAPEX) το κόστος λειτουργίας (OPEX) και τον συντελεστή χρησιμοποίησης.Οι συντελεστές CAPEX και OPEX λαμβάνονται σταθεροί, ανεξάρτητα από το μέγεθος για μια μεγάλη περιοχή ισχύος. Στην πραγματικότητα, η κλιμάκωση είναι έντονη κάτω από τα 500 kWe. Είναι χαρακτηριστικό ότι ελάχιστες επενδύσεις βιομάζας και βιοαερίου κάτω των 500 kWe λειτουργούν σήμερα, παρά το μεγάλο αρχικό ενδιαφέρον που είχε εκφραστεί με εκατοντάδες αιτήσεις σύνδεσης, τόσο στο Διασυνδεδεμένο δίκτυο όσο και στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά.

    Πρόταση: Είναι φανερή η ανάγκη αναθεώρησης των ΤΑ, ιδιαίτερα για τις μονάδες κάτω από 500 kWe. Προτείνεται η σχετική κλιμάκωση της Τιμής Αναφοράς για σταθμούς κάτω των 500 kWe.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 14:55 | Ελληνικός Σύνδεσμος Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΑΗ)

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει ως βασικό της στόχο, όσον αφορά την ενεργειακή και κλιματική πολιτική, τη μείωση των εκπομπών Αερίων Φαινομένου του Θερμοκηπίου (ΑΦΘ) κατά τουλάχιστον 80% το 2050 σε σχέση με το 1990. Την προτεραιότητα της μείωσης των εκπομπών ΑΦΘ αναγνωρίζει σαφώς και το υπό διαβούλευση Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) ήδη στον πρόλογο του κειμένου (σελ. 5). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε τον Οκτώβριο 2014 να τεθεί ως ενδιάμεσος στόχος της ΕΕ για το 2030 η μείωση των εκπομπών ΑΦΘ κατά τουλάχιστον 40%. Τον Ιούνιο 2018 το Συμβούλιο Υπουργών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμφώνησαν ότι το 2030 η συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών στην τελική κατανάλωση ενέργειας το 2030 θα είναι τουλάχιστον 32% και η κατανάλωση ενέργειας στην ΕΕ το 2030 θα είναι τουλάχιστον 32,5% χαμηλότερη (σε σχέση με την πρόβλεψη του 2007 για την κατανάλωση το 2030). Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχουν θέσει στόχο για το 2030 η μεταφορική ικανότητα -για εισαγωγές- των ηλεκτρικών διασυνδέσεων κάθε κράτους μέλους να ισούται τουλάχιστον με το 15% της συνολικής εγκατεστημένης ηλεκτρικής ισχύος σε κάθε κράτος-μέλος. Πέρα από αυτούς τους τέσσερις ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους της ΕΕ για το 2030, η διεθνής κοινότητα έχει δεσμευθεί το 2015 -με τη συμφωνία του Παρισιού- ότι η άνοδος της μέσης θερμοκρασίας της Γης θα πρέπει να είναι πολύ λιγότερη από 2° C. To 2015 επίσης ο ΟΗΕ υιοθέτησε την ατζέντα Βιώσιμης Ανάπτυξης και τους 17 Στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη με ορίζοντα το 2030 –κάθε ένας από αυτούς εξειδικεύεται σε μια σειρά πολύ συγκεκριμένων και πρακτικών επιμέρους στόχων. Ο Στόχος 7 απαιτεί να έχουν όλοι το 2030 πρόσβαση σε προσιτή, αξιόπιστη, βιώσιμη και σύγχρονη ενέργεια. Ο Στόχος 13 απαιτεί να ληφθούν επείγουσες δράσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεων της. Με βάση αυτό το ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) στην ετήσια έκθεση της το Νοέμβριο 2018 αναπτύσσει το Σενάριο Βιώσιμης Ανάπτυξης -για την επίτευξη αυτών των στόχων- το οποίο προβλέπει ότι το 2040 οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) θα καλύπτουν το 67% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρισμού. Σε αυτό το ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο καλείται η χώρα μας να αναπτύξει το δικό της μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό αλλά και να υποβάλλει εντός του 2019 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το οριστικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα με ορίζοντα το 2030, σύμφωνα με τις προβλέψεις του συμφωνημένου κειμένου του Κανονισμού για τη Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης.

    Ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΑΗ) πιστεύει ότι το ΕΣΕΚ με ορίζοντα το 2030 θα πρέπει να έχει ένα διττό κύριο στόχο: Από τη μία να οδηγήσει στην επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων για τη μείωση των εκπομπών ΑΦΘ, την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό μίγμα κατοχυρώνοντας παράλληλα την επαρκή τροφοδοσία της χώρας σε ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο και από την άλλη να μετατρέψει τον ενεργειακό και περιβαλλοντικό τομέα της εθνικής οικονομίας σε βασικό τροφοδότη των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης που όλοι αναγνωρίζουμε ότι πρέπει να επιτευχθούν τα επόμενα χρόνια.

    Με βασικό οδηγό αυτό το διπλό στόχο, ο ΕΣΑΗ πιστεύει ότι ο τομέας ηλεκτρισμού στην Ελλάδα θα πρέπει να ακολουθήσει τη δέσμευση που έχει αναλάβει η ευρωπαϊκή βιομηχανία ηλεκτρισμού –μέσω της Eurelectric- για παραγωγή και προμήθεια ηλεκτρισμού με μηδενικές συνολικές εκπομπές ΑΦΘ (net-zero GHG emissions) στην ΕΕ μέχρι το 2045. Αυτός άλλωστε ο στόχος της Eurelectric βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τη στρατηγική που δημοσίευσε το Νοέμβριο 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για μια οικονομία μηδενικών συνολικών εκπομπών ΑΦΘ το 2050. Σε όλα τα σενάρια που αποτυπώνονται σε αυτή τη στρατηγική ο ενεργειακός τομέας της ΕΕ οδεύει στο σύνολό του προς μηδενικές συνολικές εκπομπές ΑΦΘ το 2050. Πολύ σημαντική συμβολή σε αυτή την προσπάθεια έχει ο τομέας του ηλεκτρισμού και ο εξηλεκτρισμός της τελικής χρήσης ενέργειας σε αρκετούς τομείς (π.χ. μεταφορές, θέρμανση). Πράγματι, όλα τα σενάρια που περιλαμβάνονται στη μακροχρόνια στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2050 προβλέπουν αύξηση στην παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια στην ΕΕ από 35% έως 150% (δηλ. μέση ετήσια αύξηση περίπου 1% έως 2,9% ανάλογα με το σενάριο) το 2050 σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Αντίστοιχα, τα αποτελέσματα της πρόσφατης (Νοέμβριος 2018) έκθεσης “Decarbonization Pathways” της Eurelectric προβλέπουν μέση ετήσια αύξηση της ζήτησης ηλεκτρισμού στην ΕΕ από 1,4%-2,1% για την περίοδο μέχρι το 2050 (για μείωση των εκπομπών ΑΦΘ της ΕΕ κατά 80% έως 95% αντίστοιχα, σε σχέση με το 1990).

    Για τη χώρα μας αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από λιγνίτη θα πρέπει να μειώνεται σταδιακά τα επόμενα χρόνια (καθώς, βάσει των προσπαθειών για επίτευξη των κλιματικών στόχων, θα επιδεινώνονται τα οικονομικά αυτής της δραστηριότητας), όπως άλλωστε ήδη συμβαίνει, με το μερίδιο των ΑΠΕ να αυξάνεται και το φυσικό αέριο (στις διάφορες μορφές του) να λειτουργεί ως το στρατηγικό καύσιμο-γέφυρα κατά τη μεταβατική περίοδο ως το 2050 καθώς:

    • παρέχει την απαραίτητη ευελιξία και αξιοπιστία για την κάλυψη της μεταβαλλόμενης ή/και στοχαστικής παραγωγής των ανανεώσιμων πηγών
    • αξιοποιεί τη γεωστρατηγική θέση της χώρας, η οποία αναμένεται να καταστεί ένας ισχυρός περιφερειακός κόμβος (hub) με τη κατασκευή των νέων αγωγών φυσικού αερίου
    • προσφέρει τη δυνατότητα επενδύσεων σε πιο αποδοτικές τεχνολογίες αιχμής για τη σταδιακή και προγραμματισμένη υποκατάσταση της λιγνιτικής παραγωγής

    Ειδικά το ζήτημα της ευελιξίας βρίσκεται στο επίκεντρο του σχεδιασμού των αγορών ηλεκτρισμού σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Ακριβώς αυτή την ευελιξία στη λειτουργία των αγορών και των συστημάτων ηλεκτρισμού στοχεύουν να διασφαλίσουν οι Κανονισμοί της ΕΕ 2015/1222 για την ενδοημερήσια αγορά και 2017/2195 για την αγορά εξισορρόπησης. Ο Ευρωπαϊκός Διαχειριστής ENTSO-E από την πλευρά του έχει αναμορφώσει την παραδοσιακή προσέγγιση στο ζήτημα της ασφάλειας εφοδιασμού στον ηλεκτρισμό εντάσσοντας και το στόχο της διασφάλισης επαρκούς ποσότητας ευέλικτης ισχύος –από κάθε διαθέσιμη πηγή όπως π.χ. οι ευέλικτες κατανεμόμενες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, η απόκριση ζήτησης, η αποθήκευση και το διασυνοριακό εμπόριο- στην ετήσια πανευρωπαϊκή μελέτη επάρκειας πηγών ισχύος που καταρτίζει. Η αυξημένη ανάγκη των ηλεκτρικών συστημάτων στην ΕΕ για ευέλικτες πηγές ισχύος αποτυπώνεται με σαφή τρόπο σε πρόσφατη (Οκτώβριος 2018) μελέτη της Accenture που προβλέπει ότι σε έξι κράτη-μέλη της ΕΕ (Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Ολλανδία, Ιρλανδία και Μεγάλη Βρετανία) θα απαιτηθούν μέχρι το 2030 περίπου 55-90 GW πρόσθετης ευέλικτης ισχύος. Προφανώς ανάλογες απαιτήσεις θα υπάρχουν και σε άλλες χώρες της ΕΕ με πολύ μεγάλη διείσδυση κυμαινόμενων ΑΠΕ.

    Με βάση τα ως άνω δεδομένα θα ήταν αναμενόμενο το υπό διαβούλευση Σχέδιο να αποτυπώνει –όσον αφορά τον ηλεκτρισμό- μια ξεκάθαρη εικόνα μετάβασης από τη σημερινή κατάσταση –με το λιγνίτη, το φυσικό αέριο και τις ΑΠΕ να έχουν περίπου από 1/3 μερίδιο στην κάλυψη της ζήτησης στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα- στη νέα όπου η ηλεκτρική ενέργεια θα παράγεται κυρίως από ΑΠΕ με το φυσικό αέριο να λειτουργεί μεταβατικά ως το κύριο καύσιμο για τις υπολειπόμενες κατανεμόμενες μονάδες. Μια εικόνα δηλαδή που αυτή τη στιγμή φαίνεται να διαμορφώνεται σε όλες σχεδόν τις χώρες της ΕΕ με ορίζοντα το 2030. Το παρόν Σχέδιο αντιθέτως δίνει μια ασαφή εικόνα –όπως αυτή αποτυπώνεται στο κεφάλαιο 5 και στα Παραρτήματα με τα αποτελέσματα των ενεργειακών μοντέλων- και θεωρούμε ότι αυτό κυρίως οφείλεται στις παραδοχές που έχουν χρησιμοποιηθεί και οι οποίες –όπως αναλυτικά εξηγούμε παρακάτω- θα πρέπει οπωσδήποτε να επικαιροποιηθούν στο πλαίσιο του οριστικού ΕΣΕΚ που θα υποβάλλει η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή πριν το τέλος του 2019. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι εύλογο μετά από μια δωδεκαετία εφαρμογής εκτεταμένων δράσεων και πολιτικών με στόχο την απανθρακοποίηση του ενεργειακού μίγματος, η αναλογία του λιγνίτη προς το φυσικό αέριο στην ηλεκτροπαραγωγή να παραμένει αμετάβλητη το 2030 –δηλ. στο 1:1- σε σχέση με το 2017.

    Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη το γενικό ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο καθώς και τη βασική παρατήρηση επί του θεμελιώδους ζητήματος των παραδοχών που χρησιμοποιούνται, ο ΕΣΑΗ επιθυμεί να καταθέσει τις εξής παρατηρήσεις στα επιμέρους κεφάλαια του υπό διαβούλευση Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα:

    1) Κεφάλαιο 2, σελ. 8: Ο Πίνακας 1 επιγράφεται ως «Εγκατεστημένη Ισχύς» φαίνεται όμως ότι αποτυπώνει την καθαρή κι όχι την εγκατεστημένη ισχύ των λιγνιτικών μονάδων καθώς και των μονάδων φυσικού αερίου. Παρόμοια αποσαφήνιση απαιτείται και σε άλλα σημεία του κειμένου του ΕΣΕΚ.

    2) Κεφάλαιο 2, σελ. 31 & 87-88: Όσον αφορά την περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού είναι απαραίτητο να τονίσει το παρόν Σχέδιο ότι παραμένει ατελής ο σχεδιασμός της αγοράς καθώς οργανωμένη αγορά λειτουργεί μόνο σε προημερήσιο επίπεδο και απουσιάζει το σκέλος της προθεσμιακής, της ενδοημερήσιας και της αγοράς εξισορρόπησης. Αυτός ακριβώς ο μη ολοκληρωμένος σχεδιασμός της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού οδηγεί (σε συνδυασμό και με την παραμένουσα δομή των συμμετεχόντων στην αγορά) στην αδυναμία αποκάλυψης της πραγματικής αξίας του αγαθού του ηλεκτρισμού σε κάθε χρονική στιγμή. Συνέπεια αυτού είναι η δυσκολία του ελληνικού ηλεκτρικού Συστήματος να εξασφαλίσει τις απαραίτητες εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας σε περιόδους σπανιότητας στην ελληνική αγορά (για παράδειγμα κατά την πρόσφατη ενεργειακή κρίση στο διάστημα Δεκέμβριος 2016-Φεβρουάριος 2017). Πρέπει επίσης να αποτυπωθεί στο ΕΣΕΚ η απουσία σύζευξης της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού με τις γειτονικές αγορές κρατών-μελών της ΕΕ (δηλ. Ιταλία και Βουλγαρία).

    3) Κεφάλαιο 3, σελ. 39: Το κείμενο του ΕΣΕΚ αναφέρει ότι κύριος στόχος του Σχεδίου είναι ο σχεδιασμός και ο προγραμματισμός των πολιτικών και των μέτρων που θα συντελέσουν στην επίτευξη των ενεργειακών και κλιματικών στόχων. Το ίδιο όμως το κείμενο του ΕΣΕΚ μόνο συνοπτικά ή/και επιγραμματικά αναφέρεται -στο Κεφάλαιο 6- στις πολιτικές και στα μέτρα αυτά. Όσον αφορά δε τον προγραμματισμό των μέτρων απουσιάζει κάθε χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους. Αντίθετα, φαίνεται ότι το κύριο βάρος (πέρα από την αναλυτική πράγματι αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης) κατά την κατάρτιση του ΕΣΕΚ δόθηκε στη στοχοθεσία και την υλοποίηση του βασικού σεναρίου μέσω της εφαρμογής των ενεργειακών και οικονομικών μοντέλων που χρησιμοποιήθηκαν.

    4) Κεφάλαιο 3, σελ. 41-42: Παρατηρούμε ότι και στους τρεις τομείς (εκπομπές ΑΦΘ, συμμετοχή ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα και ενεργειακή απόδοση) οι τιμές που επιτυγχάνει η εφαρμογή του βασικού (και μοναδικού) σεναρίου του ΕΣΕΚ είναι υψηλότερες των εθνικών στόχων (όπως αυτοί αναφέρονται στο ΕΣΕΚ). Θεωρούμε ότι αυτή η θετική απόκλιση πρέπει να αιτιολογηθεί με βάση π.χ. την αύξηση του ΑΕΠ ή/και την αύξηση της απασχόλησης που επιτυγχάνεται με αυτές τις υψηλότερες τιμές στους τρεις αυτούς στόχους. Επιπλέον θεωρούμε ιδιαίτερα θετικό τη συμπερίληψη στο ΕΣΕΚ του Πίνακα 2 με τους ποσοτικούς στόχους για τη μείωση ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων και θεωρούμε ότι το οριστικό Σχέδιο που θα κατατεθεί εντός του 2019 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να περιλαμβάνει και έναν πίνακα ή/και αναφορά ότι η υλοποίηση του βασικού σεναρίου του ΕΣΕΚ και τα αποτελέσματα που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα ευθυγραμμίζονται με την τήρηση των ορίων που αποτυπώνονται στον Πίνακα 2 του παρόντος Σχεδίου.

    5) Κεφάλαιο 3, σελ. 46: Ο ΕΣΑΗ πιστεύει ότι το ΕΣΕΚ πρέπει να είναι πιο σαφές και συγκεκριμένο όσον αφορά τη διασύνδεση των νησιών του Αιγαίου με το ηπειρωτικό Σύστημα. Ειδικότερα, ενώ στην ενότητα 3.3.1. αναφέρεται ότι στόχος είναι η διασύνδεση σχεδόν όλων των νησιών μέχρι το 2029/30 στη σελίδα 177 του κειμένου αναφέρεται ότι η σκοπιμότητα διασύνδεσης των νησιών του ΒΑ Αιγαίου είναι υπό διερεύνηση ενώ κατόπιν στον Πίνακα της σελίδας 209 αναφέρεται ότι η διασύνδεση των νησιών του Β. Αιγαίου θα λειτουργεί το 2031. Αυτή η ασάφεια δεν θα πρέπει να υπάρχει στο οριστικό Σχέδιο. Ο ΕΣΑΗ πιστεύει ότι η διασύνδεση όλων των νησιών του Αιγαίου (με την εξαίρεση ίσως κάποιων πολύ μικρών Συστημάτων) είναι όχι μόνο αδήριτη ανάγκη –προκειμένου τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις της χώρας να πάψουν να επιβαρύνονται με το υπέρογκο κόστος των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) και προκειμένου να αξιοποιηθεί το πλούσιο δυναμικό ΑΠΕ των νησιών- αλλά και μια μεγάλη ευκαιρία να πραγματοποιηθεί με μειωμένο κόστος για τους καταναλωτές στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα όπως σωστά αναφέρει το υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ υπάρχει η δυνατότητα οικονομικής ενίσχυσης της κατασκευής των ηλεκτρικών διασυνδέσεων των νησιών με έσοδα από τη δημοπράτηση έως 25 εκ. EUA από το ευρωπαϊκό απόθεμα του EU ETS. Επιπλέον όμως –και αυτό δεν αναφέρεται στο ΕΣΕΚ και ειδικότερα στις σελίδες 176-177- η διασύνδεση Αττική-Κρήτη μπορεί να πραγματοποιηθεί ως Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος (Project of Common Interest, PCI) της ΕΕ και να τύχει οικονομικής ενίσχυσης από το ταμείο CEF (Connecting Europe Facility) της ΕΕ. Για όλους αυτούς τους λόγους θα πρέπει το ΕΣΕΚ να περιλαμβάνει προγραμματισμό κατασκευής και λειτουργίας των διασυνδέσεων των νησιών –πέραν της Κρήτης που τοποθετείται στο 2022- πολύ πριν το 2030.

    6) Κεφάλαιο 3, σελ. 50: Είναι αδιαμφισβήτητο τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο ότι η λειτουργία ανοικτών και ανταγωνιστικών αγορών οδηγεί σε μείωση του κόστους για τους καταναλωτές. Τα στοιχεία τόσο της Eurostat όσο και της Eurelectric δείχνουν ότι η συνιστώσα για την παραγωγή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας είναι η μόνη –λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού στις συζευγμένες ευρωπαϊκές αγορές- με πτωτικές τάσεις τα τελευταία χρόνια στο σύνολο της ΕΕ ενώ αντίθετα ο λογαριασμός επιβαρύνεται από τις συνιστώσες που αφορούν φόρους/τέλη και τα δίκτυα. Όμως και στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού στη χώρα μας οι καταναλωτές τα τελευταία χρόνια μπορούν να έχουν πρόσβαση σε φθηνότερα τιμολόγια (για το ανταγωνιστικό σκέλος της ενέργειας) χάριν του ισχυρού –έστω και περιορισμένου ακόμα σε όγκο- ανταγωνισμού που έχει επιτευχθεί μέσω των πολλών διαφορετικών προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας. Παράλληλα, η ύπαρξη καλά σχεδιασμένων και καλά λειτουργουσών αγορών ηλεκτρισμού είναι εκ των ων ουκ άνευ για την επίτευξη της μεγάλης διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα αφού αυτές θα προσφέρουν το περιβάλλον για να αναπτυχθούν τα επόμενα χρόνια έργα ΑΠΕ χωρίς την ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης ενώ ταυτόχρονα θα επιτρέψουν –ιδίως μέσω των αγορών εξισορρόπησης- την κάλυψη της διακύμανσης πολύ μεγάλων ποσοτήτων ισχύος κι ενέργειας από κυμαινόμενες ΑΠΕ (αιολικά, φ/β).

    7) Κεφάλαιο 4, σελ. 78: Το κείμενο του ΕΣΕΚ αναφέρει ότι η εποχική αποθήκευση Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) για την εκπλήρωση του όρου της άδειας παραγωγής ορισμένων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής κρίθηκε ως τεχνικά μη εφικτή. Το ορθό και πλήρες όμως είναι –όπως άλλωστε αναφέρει τόσο το Σχέδιο Προληπτικής Δράσης όσο και το Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης για το φυσικό αέριο- ότι θα γίνεται αξιοποίηση ορισμένης δυναμικότητας των εγκαταστάσεων της Ρεβυθούσας για την εποχική αποθήκευση (Δεκ-Φεβ) ΥΦΑ για ηλεκτροπαραγωγή που θα αναλογεί σε πλήρη φόρτιση των συγκεκριμένων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής για 16 ώρες ανά ημέρα και για 5 ημέρες (είναι η δράση Δ5 του Σχεδίου Προληπτικής Δράσης).

    8) Κεφάλαιο 4, σελ. 90-93 & 189: Όσον αφορά στη λειτουργία της υφιστάμενης αγοράς–αλλά θεωρούμε και των νέων αγορών ηλεκτρισμού- είναι ιδιαίτερα σημαντική η παραδοχή της Πολιτείας – όπως αποτυπώνεται στο κείμενο του ΕΣΕΚ- ότι τόσο η μεθοδολογία για τη συσχέτιση του κατωφλίου της τιμής προσφοράς των υδροηλεκτρικών με την σπανιότητα του νερού στους ταμιευτήρες όσο και η εφαρμογή του κανόνα του ελάχιστου μεταβλητού κόστους οδήγησαν σε ενίσχυση του ανταγωνισμού στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη ότι ουδείς σχεδιασμός υπάρχει για αλλαγή της δομής αγοράς όσον αφορά στα μεγάλα υδροηλεκτρικά, ο ΕΣΑΗ πιστεύει ότι η μεθοδολογία ορισμού του κυμαινόμενου κατωφλίου τιμής προσφοράς των υδροηλεκτρικών πρέπει να παραμείνει και στη λειτουργία των νέων αγορών ηλεκτρισμού και να συμπεριληφθεί στον Κανονισμό του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας καθώς και τον Κανονισμό της Αγοράς Εξισορρόπησης. Επιπλέον ο Σύνδεσμός μας πιστεύει ότι μεγάλη προσοχή πρέπει να δοθεί κατά την επιλογή των παραμέτρων εκείνων που αφορούν στη λειτουργία των νέων αγορών ηλεκτρισμού, ιδιαίτερα κατά την πρώτη φάση λειτουργίας τους. Συγκεκριμένα θα πρέπει εξαρχής να ληφθεί μέριμνα ώστε αφενός η προημερήσια αγορά να διατηρήσει ικανή ρευστότητα προκειμένου οι τιμές της να αντανακλούν πράγματι το βραχυχρόνιο κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού και αφετέρου να μη δημιουργηθούν καταστάσεις όπου συγκεκριμένες μονάδες, αν και ενδεχομένως ακριβότερες, θα λειτουργούν κατά προτεραιότητα μέσω της εκ των προτέρων κατανομής τους από το δεσπόζοντα παίκτη για την εξυπηρέτηση προθεσμιακών και διμερών συμβολαίων. Επιπρόσθετα –και αυτό το θέμα αφορά και την ασφάλεια εφοδιασμού- ο καθορισμός από τον Διαχειριστή του Συστήματος των αναγκαίων – για τη λειτουργία του Ηλεκτρικού Συστήματος- ποσοτήτων εφεδρείας στην Αγορά Εξισορρόπησης θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τα όσα επιτάσσει ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 2017/1485.
    Όσον αφορά τον υφιστάμενο μηχανισμό δημοπρασιών προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρισμού ΝΟΜΕ θεωρούμε ότι στο κείμενο του ΕΣΕΚ δεν θα πρέπει να υπάρχει απλή αναφορά στην αντικατάστασή του, αλλά και συγκεκριμένος προγραμματισμός για το πότε και πώς (εργαλεία αγοράς ή/και δομικές μεταρρυθμίσεις) αυτή θα γίνει.

    9) Κεφάλαιο 5, σελ. 103 & Κεφάλαιο 6: Το υπό διαβούλευση Σχέδιο περιλαμβάνει μόνο ένα σενάριο εξέλιξης της οικονομίας και του ενεργειακού συστήματος της χώρας. Η πρακτική αυτή δεν είναι συνήθης για μακροχρόνιες μελέτες εξέλιξης οποιουδήποτε ενεργειακού συστήματος. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι η μακροχρόνια ενεργειακή και κλιματική στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Νοέμβριος 2018) με ορίζοντα το 2050 περιλαμβάνει οκτώ σενάρια. Θεωρούμε λοιπόν ότι και το οριστικό ΕΣΕΚ της Ελλάδας θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον δυο σενάρια όπου το πρώτο θα περιέχει υφιστάμενες και ήδη προγραμματισμένες πολιτικές και το δεύτερο σενάριο θα προσθέτει τις νέες απαραίτητες πολιτικές έτσι ώστε να επιτευχθούν (ή και να υπερκερασθούν) οι εθνικοί στόχοι για το 2030. Στην παρούσα μορφή του το ΕΣΕΚ δεν καθιστά σαφές μέχρι ποιου σημείου θα μας έφταναν οι υφιστάμενες και προγραμματισμένες πολιτικές και ποια απόσταση καλούνται να καλύψουν από εκεί και πέρα νέες πολιτικές και μέτρα, όπως αυτά που περιγράφονται στο Κεφάλαιο 6.

    10) Κεφάλαιο 5, σελ. 105 & σελ. 207-208: Το ζήτημα των παραδοχών που χρησιμοποιούνται για την κατάστρωση του βασικού σεναρίου είναι κορυφαίας σπουδαιότητας. Ο συμφωνηθείς Κανονισμός για τη Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης απαιτεί τα εθνικά σχέδια των κρατών-μελών να βασίζονται σε στιβαρές και συνεκτικές –μεταξύ των- παραδοχές καθώς και να κάνουν δημόσια προσβάσιμη ουσιώδη πληροφόρηση επί των παραδοχών που χρησιμοποιούνται. Θεωρούμε ότι και οι δυο αυτές προϋποθέσεις απουσιάζουν από το υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ και θεωρούμε απαραίτητο να πληρούνται στο οριστικό Σχέδιο που θα καταθέσει η χώρα εντός του 2019.
    Συγκεκριμένα, όσον αφορά το ζήτημα της πληροφόρησης δεν παρέχεται καμία επεξήγηση για τις πηγές που χρησιμοποιούνται ή/και αιτιολόγηση για την επιλογή των συγκεκριμένων πηγών. Πιστεύουμε ότι το οριστικό ΕΣΕΚ θα πρέπει να έχει την αναλυτική λίστα όλων των πηγών που χρησιμοποιούνται, την αιτιολόγηση καθώς και πληροφόρηση σχετικά με το αν οι παραδοχές που χρησιμοποιεί το ελληνικό Σχέδιο προέρχονται από κάποιο κοινό σετ παραδοχών που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση Σχεδίων και άλλων κρατών-μελών της ΕΕ. Θα ήταν επίσης θετικό να υπήρχε στη διάθεση όλων των ενδιαφερομένων το σύνολο των παραδοχών που κάθε φορά χρησιμοποιεί το ΕΣΕΚ σε επεξεργάσιμη μορφή (π.χ. αρχείο Excel).
    Όσον αφορά τις ίδιες τις παραδοχές που χρησιμοποιεί το παρόν Σχέδιο, παρατηρούμε ότι η εξέλιξη του ΑΕΠ την περίοδο 2016-2030 συνεπάγεται ένα μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης περίπου 1,9%. Το ίδιο το σχέδιο όμως στη σελ. 2 αναφέρεται σε ρυθμούς αύξησης άνω του 2%. Όσον αφορά τις παραδοχές για τις τιμές καυσίμων και δικαιωμάτων εκπομπής EUA, γίνεται κατανοητό ότι αυτές προέρχονται από το Σενάριο Αναφοράς 2016 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (EU Reference Scenario 2016). Καθώς όμως βρισκόμαστε ήδη στο τέλος του 2018 και οι παραδοχές αυτού του σεναρίου ανάγονται στην περίοδο του 2015 προκύπτει αδήριτη ανάγκη για επικαιροποίηση αυτών των παραδοχών, δεδομένου ότι η σημερινές μακροχρόνιες προβλέψεις για το σύνολο των παραμέτρων του βασικού σεναρίου (τιμές CO2, τιμές καυσίμων) διαφοροποιούνται αισθητά από τις χρησιμοποιηθείσες. Άλλωστε και η ίδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υιοθετήσει στο εν τω μεταξύ τη μακροχρόνια στρατηγική για το 2050 η οποία προφανώς και στηρίζεται σε διαφορετικό σετ παραδοχών (εκτός του baseline scenario). Η ανάγκη επικαιροποίησης είναι χαρακτηριστική στην περίπτωση του κόστους του φυσικού αερίου όπου το παρόν Σχέδιο προβλέπει τιμές περίπου 38 Ευρώ/MWh το 2030 όταν η προθεσμιακή τιμή στο TTF για το 2019 κινείται στα 22 Ευρώ/MWh, για το 2023 στα 17,5 Ευρώ/MWh –σαφής πτωτική τάση- και όταν μια πλειάδα νέων έργων υγροποίησης φυσικού αερίου αναμένονται να λειτουργήσουν τα επόμενα χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνοντας κατά πολύ τη συνολική προσφορά σε φυσικό αέριο. Θα πρέπει επίσης να υπογραμμισθεί ότι η ετήσια έκθεση της ΙΕΑ (WEO 2018), που δημοσιεύθηκε την ίδια χρονική περίοδο με το υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ, έχει τιμές φυσικού αερίου στην Ευρώπη το 2030 περίπου 23-24 Ευρώ/MWh.

    11) Κεφάλαιο 5, σελ. 109-117, 210, & 214-215: Όσον αφορά τα αποτελέσματα του ΕΣΕΚ και ειδικότερα των τομέα του ηλεκτρισμού πρέπει πρώτα από όλα να παρατηρήσουμε τη μηδενική μεταβολή στη ζήτηση ηλεκτρισμού το 2030 σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Συγκεκριμένα από τους πίνακες στις σελίδες 210 και 215 συνάγεται ότι η ζήτηση ηλεκτρισμού το 2030 στο τότε Διασυνδεδεμένο Σύστημα θα βρίσκεται στα επίπεδα των 58 TWh (δεν περιλαμβάνεται η κατανάλωση από την αυτοπαραγωγή των διυλιστηρίων), δηλαδή περίπου όση η συνολική ζήτηση ηλεκτρισμού στην Ελλάδα το 2017 όπως αυτή αποτυπώνεται στα μηνιαία δελτία του ΑΔΜΗΕ για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και του ΔΕΔΔΗΕ για τα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (ΜΔΝ). Μας προκαλεί λοιπόν ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι ενώ το Σχέδιο προβλέπει συνολική αύξηση του ΑΕΠ περίπου 30% από το 2016 στο 2030 και αύξηση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στο ίδιο διάστημα κατά περίπου 7%, εντούτοις η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια παραμένει αμετάβλητη, ενώ ταυτόχρονα θεωρείται ότι το 2030 η διείσδυση ηλεκτρικών επιβατικών οχημάτων θα ανέρχεται στο 10% του συνολικού στόλου. Η πρόβλεψη αυτή ουσιαστικά αναδεικνύει την Ελλάδα ως μια ιδιαίτερη περίπτωση εντός της ΕΕ καθώς η μακροχρόνια στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει αύξηση της παραγωγής ηλεκτρισμού το 2050 (σε σχέση με σήμερα) κατά 35%-150% (ανάλογα με το σενάριο) ενώ η ετήσια έκθεση της ΙΕΑ (WEO 2108) αναφέρει ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού στην Ευρώπη το 2030 θα είναι αυξημένη κατά περίπου 5%-11% (ανάλογα με το σενάριο).
    Όσον αφορά στα αποτελέσματα του ΕΣΕΚ για την εγκατεστημένη ισχύ ανά τεχνολογία η πρώτη παρατήρηση είναι ότι αυτή δίνεται συνολικά και δεν αναφέρονται οι συγκεκριμένες μονάδες που θα λειτουργούν. Θεωρούμε ότι καθώς το Σχέδιο αφορά μόνο το ελληνικό Ηλεκτρικό Σύστημα, η αποτύπωση της ισχύος σε επίπεδο μονάδας είναι και εφικτή κι επιθυμητή. Σε αυτή την περίπτωση θα ήταν δυνατή και η αξιολόγηση της βιωσιμότητας των λιγνιτικών μονάδων το 2030 που εμφανίζονται να έχουν συνολική εγκατεστημένη ισχύ 2.700 MW. Λαμβάνοντας υπόψη ότι σε αυτή την ισχύ περιλαμβάνεται και η νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαϊδα 5 (με αυξημένη παραγωγή έναντι των υπόλοιπων λιγντικών) συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι λοιπές λιγνιτικές μονάδες θα λειτουργούν το 2030 με λιγότερες από 3.000 ισοδύναμες ώρες ανά έτος. Με τόσο περιορισμένη λειτουργία για μονάδες βάσης –οι οποίες εκ των πραγμάτων θα έχουν και μειωμένη συμμετοχή στην ενδοημερήσια και την αγορά εξισορρόπησης- αποτελεί ερωτηματικό η βιωσιμότητα τόσων λιγνιτικών μονάδων το 2030. Το ερώτημα αυτό ενισχύεται εάν ληφθεί υπόψη ότι μονάδες με εκπομπές άνω των 550 kg CO2/MWh θα είναι μάλλον απίθανο να συμμετέχουν το 2030 σε αγορές διαθέσιμης ισχύος –σύμφωνα με τις θέσεις που έχουν διαμορφωθεί στον εν εξελίξει τριμερή διάλογο των θεσμών της ΕΕ για το νέο Κανονισμό των Αγορών Ηλεκτρισμού. Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρούμε απαραίτητο το οριστικό Σχέδιο να συνοδεύεται και από μελέτη προσδιορισμού έλλειψης επαρκών εσόδων (missing money problem) όσον αφορά τουλάχιστον τις κατανεμόμενες μονάδες, έτσι ώστε να διαπιστώνεται η προοπτική βιωσιμότητας αυτών. Η ανάγκη αυτής της οικονομικής ανάλυσης εντείνεται κι από το γεγονός ότι τα πρόσφατα οικονομικά αποτελέσματα των τριών λιγνιτικών μονάδων που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα αποεπένδυσης της ΔΕΗ είναι σημαντικά ζημιογόνα –και μάλιστα σε μια περίοδο που το κόστος των δικαιωμάτων EUA είναι κατά πολύ χαμηλότερο των 33,5 Ευρώ/τόνο που το ΕΣΕΚ έχει ως παραδοχή για το 2030. Ειδικά για τις λιγνιτικές μονάδες το οριστικό Σχέδιο θα πρέπει να λάβει υπόψη ότι αυτές θα πρέπει το 2030 να συμμορφώνονται και με τις νέες βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές που υιοθέτησε η ΕΕ το 2017. Άλλωστε το ίδιο το υπό διαβούλευση Σχέδιο σημειώνει στη σελίδα 58 ότι τα νέα όρια που εισάγουν οι πρόσφατες βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές «δημιουργούν σημαντικές δυσκολίες συμμόρφωσης των υφιστάμενων μονάδων με εύλογο κόστος και αποτελούν σημαντική πρόσθετη περιοριστική παράμετρο».
    Αναφορικά με τις μονάδες φυσικού αερίου εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι για την επόμενη δωδεκαετία δεν προβλέπεται καμία μεταβολή στην εγκατεστημένη ισχύ τους και αυτό παρά το γεγονός της πολύ αυξημένης ανάγκης για ευέλικτη ισχύ –λόγω της μεγάλης διείσδυσης των κυμαινόμενων ΑΠΕ- και παρά το γεγονός ότι ήδη έχει ανακοινωθεί τουλάχιστον μια νέα επένδυση σε μονάδα φυσικού αερίου. Όσον αφορά την παραγωγή των μονάδων φυσικού αερίου και τη σημαντική μείωσή της το 2030 σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, αυτό προφανώς είναι το αποτέλεσμα του εξαιρετικά υψηλού κόστους φυσικού αερίου που λαμβάνει ως παραδοχή το υπό διαβούλευση Σχέδιο. Πιστεύουμε ότι το οριστικό Σχέδιο –με την επικαιροποίηση των παραδοχών που εισάγονται στα ενεργειακά μοντέλα- θα αποτυπώσει μια αισθητά διαφορετική κατάσταση.
    Σχετικά με τη διείσδυση των ΑΠΕ ως το 2030 (περίπου 8 GW επιπλέον της σημερινής τους ισχύς) το βασικό ζήτημα που αναμένουμε να διευκρινίσει το οριστικό Σχέδιο είναι όχι τόσο το μέγεθος της επιπλέον ισχύος (αυτό μάλλον προκύπτει ως αυτόματο αποτέλεσμα από τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός στόχος τέθηκε στο 32% για το 2030) αλλά το πώς θα γίνει εφικτή η κατασκευή και λειτουργία στο ηλεκτρικό Σύστημα και την αγορά ηλεκτρισμού αυτών των νέων μονάδων ΑΠΕ. Συγκεκριμένα θα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα του χωροταξικού σχεδιασμού και των διαθέσιμων εκτάσεων για τα νέα έργα ΑΠΕ καθώς βέβαια και το ποιες νέες επενδύσεις απαιτούνται –και πότε- τόσο στο Σύστημα Μεταφοράς όσο και στο Δίκτυο Διανομής έτσι ώστε να είναι εφικτή η ενσωμάτωση των νέων έργων ΑΠΕ. Κι επειδή η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ το 2030 –κι ιδιαίτερα στην κατοπινή περίοδο προς το 2050- θα είναι πολλαπλάσια της ημερήσιας αιχμής γίνεται σαφές ότι θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά η διαθέσιμη μεταφορική ισχύς για εξαγωγές στις διεθνείς ηλεκτρικές διασυνδέσεις της χώρας ή/και να κατασκευαστούν νέες διασυνδέσεις τόσο για την εξαγωγή της ενέργειας των ΑΠΕ όσο και για την καλύτερη ενσωμάτωση της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας.
    Σχετικά με την αποθήκευση ενέργειας το παρόν Σχέδιο δεν αναφέρει τί είδους έργα προβλέπεται να λειτουργούν το 2030. Θα πρέπει να είναι σαφές ποιο ποσοστό αφορά σε αντλησιοταμίευση και ποιο –ενδεχομένως- σε άλλα μέσα αποθήκευσης (π.χ. μπαταρίες, power to gas, κλπ).
    Τέλος, ειδικά για το χρονικό διάστημα 2025-2030 όπου η εγκατεστημένη ισχύς των μονάδων ΑΠΕ καθίσταται καθοριστική για τη λειτουργία του Συστήματος, θεωρούμε σημαντικό να δοθούν αναλυτικά στοιχεία αναφορικά με την ικανότητα του Συστήματος να διαχειρίζεται την στοχαστική παραγωγή ΑΠΕ, τουλάχιστον, σε ωριαίο επίπεδο. Είναι σημαντικό ο Ενεργειακός Σχεδιασμός να μπορεί να εγγυηθεί ότι το συγκεκριμένο μείγμα ισχύος που προτείνεται σε συνδυασμό με τη διαθέσιμη αποθήκευση και τις διεθνείς διασυνδέσεις είναι σε θέση να απορροφήσουν πλήρως και ασφαλώς την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από μονάδες ΑΠΕ. Σε αντίθετη περίπτωση πλήττεται η ανταγωνιστικότητα των ΑΠΕ αλλά και η δυνατότητα εκπλήρωσης των εθνικών στόχων.

    12) Κεφάλαιο 5, σελ. 136-137 & Κεφ. 6 σελ. 156: Το υπό διαβούλευση Σχέδιο αναφέρει ότι τα αποτελέσματα από τη χρήση των μοντέλων δείχνουν ότι τα ηλεκτρικά οχήματα θα αντιστοιχούν το 2030 στο 10% του στόλου των επιβατικών οχημάτων. Μάλιστα σχεδόν το 60% αυτής της διείσδυσης επιτυγχάνεται την τριετία 2028-2030 και το 30% μέσα σε ένα έτος- το 2030. Γίνεται βέβαια κατανοητό το πόσο μεγάλη αβεβαιότητα εμπεριέχεται σε αυτά τα αποτελέσματα όταν το 1/3 του στόχου της δωδεκαετούς περιόδου εξαρτάται από το τελευταίο έτος της περιόδου. Η αβεβαιότητα αυτή αυξάνεται εάν λάβουμε υπόψη –όπως αναφέρεται στο έκτο κεφάλαιο όπου καταγράφονται οι πολιτικές και τα μέτρα- ότι το κανονιστικό πλαίσιο δεν έχει ολοκληρωθεί, πλαίσιο οικονομικής υποστήριξης για την ηλεκτροκίνηση δεν υπάρχει και ούτε προγραμματισμός ανάπτυξης των απαραίτητων υποδομών φόρτισης. Ειδικά στο τελευταίο σημείο, η θέση του ΕΣΑΗ είναι ότι η εκτεταμένη ανάπτυξη των σημείων φόρτισης και οι ταχείς χρόνοι που απαιτούνται για την υλοποίηση αυτών –εάν θέλουμε να υπάρχουν πιθανότητες επίτευξης του στόχου για 10% ηλεκτροκίνηση το 2030- οδηγούν στην επιλογή του ανταγωνιστικού μοντέλου για την ανάπτυξη των σημείων φόρτισης.

    13) Κεφάλαιο 6, σελ. 164. Όσον αφορά τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μέσω μηχανισμών της αγοράς είναι γνωστό ότι τα καθεστώτα επιβολής συγκεκριμένων στόχων ενεργειακής απόδοσης στους προμηθευτές και διανομείς ενέργειας οδηγούν σε επιπλέον κόστη, τα οποία έρχονται να προστεθούν σε μια ήδη υψηλή φορολογία επί των ενεργειακών προϊόντων. Ως γενική αρχή, θεωρούμε ότι η ενέργεια θα πρέπει να διακινείται ελεύθερα σε ανοικτές και ανταγωνιστικές αγορές και να είναι διαθέσιμη χωρίς επιπρόσθετα βάρη και στρεβλώσεις που είναι δυνατόν να προκαλέσουν αυτά. Ο βασικός στόχος των ανοιχτών και ανταγωνιστικών αγορών είναι η ανεμπόδιστη παραγωγή, διακίνηση και προμήθεια ενέργειας με σκοπό την ενίσχυση τόσο του παραγωγικού ιστού όσο και την αναζωογόνηση του βιοτικού επιπέδου των νοικοκυριών της χώρας. Καθώς όμως η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες στήριξης της πολιτικής για την Ενεργειακή Ένωση, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΑΗ) θεωρεί ότι οι συμμετέχοντες στη διακίνηση και προμήθεια ενεργειακών προϊόντων –και συγκεκριμένα οι εταιρείες προμήθειας ηλεκτρισμού- μπορούν να συμβάλουν, στο μέτρο του δυνατού και κατ’ αναλογία των όσων ισχύουν στην τρέχουσα περίοδο 2014-2020, στην επίτευξη ενός μέρους του συνολικού στόχου. Στο πλαίσιο αυτό είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να διατηρηθεί και για την επόμενη περίοδο, 2021-2030, η εξαίρεση από τον καθορισμό του εθνικού στόχου των κατ’ όγκων πωλήσεων ενέργειας που χρησιμοποιούνται στις μεταφορές. Θεωρούμε επίσης ότι η αποτίμηση των δράσεων εξοικονόμησης ενέργειας των υπόχρεων μερών θα πρέπει να γίνεται και στο πλαίσιο μιας αγοράς ενεργειακής αποδοτικότητας –ανάλογης των αγορών που έχουν δημιουργηθεί για τις εκπομπές αερίων φαινομένου του θερμοκηπίου καθώς και εγγυήσεων προέλευσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές- ώστε να μειωθεί το κόστος και να βελτιστοποιηθεί το όφελος από αυτές τις δράσεις.
    Για την καλύτερη λειτουργία των καθεστώτων επιβολής στην περίοδο 2021-2030 ο ΕΣΑΗ προτείνει τη δυνατότητα ανταλλαγής Μονάδων Εξοικονόμησης Ενέργειας, την ελεύθερη επιλογή αναλογίας συμπεριφορικών και τεχνικών δράσεων, τη συμμετοχή των Διαχειριστών δικτύων στις δράσεις εξοικονόμησης με τεχνικά μέτρα και τη διαμόρφωση μεθοδολογίας για το κόστος συμμόρφωσης που θα είναι εκ των προτέρων γνωστή και θα λαμβάνει υπόψη το πλεόνασμα ή έλλειμα της αγοράς πιστοποιητικών ενεργειακής αποδοτικότητας ώστε να αντανακλά τις πραγματικές συνθήκες αυτής.

    14) Κεφάλαιο 5, σελ. 105: Είναι φανερό από το διάγραμμα 28 ότι για τις εκπομπές ΑΦΘ στους τομείς εκτός ΣΕΔΕ (Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας, EU ETS) δεν προβλέπεται καμία ουσιαστική μείωση για την περίοδο μέχρι το 2030. Καθώς όμως η μείωση σε αυτούς τους τομείς προήλθες κατά κύριο λόγο από την μείωση της κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων λόγω της οικονομικής κρίσης, τίθεται το ερώτημα εάν η κατά 30% αύξηση του ΑΕΠ την περίοδο 2016-2030 θέσει υπό αμφισβήτηση τα σημερινά επίπεδα εκπομπών ΑΦΘ στους τομείς εκτός ΣΕΔΕ και πώς (μέτρα και προγραμματισμός μέτρων) θα αποφευχθεί μια τέτοια εξέλιξη.

    15) Παραρτήματα, σελ. 209: Στον πίνακα με τις παραδοχές αναφέρεται μόνο η νέα προγραμματιζόμενη διασύνδεση με τη Βουλγαρία. Ο πίνακας δεν περιλαμβάνει για παράδειγμα τη διασύνδεση με την Κύπρο, παρότι στη σελ. 174 του υπό διαβούλευση Σχεδίου γίνεται αναφορά σε αυτήν. Θεωρούμε ότι το οριστικό ΕΣΕΚ θα πρέπει να είναι σε συμφωνία με το πλάνο σχεδιασμού και ανάπτυξης του Συστήματος και των διασυνδέσεών του (όπως αυτό αποτυπώνεται στο Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του Διαχειριστή του Συστήματος και στο TYNDP -Ten Year Network Development Plan- του ENTSO-E.) Επίσης το ΕΣΕΚ θα πρέπει να εξετάζει εάν επιτυγχάνεται ο στόχος του 15% για τις διασυνδέσεις ή/και ποια μέτρα απαιτούνται για την επίτευξή του.

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛ.Ε.Α.ΒΙΟΜ.), το μακροβιότερο ελληνικό σωματείο στον χώρο των ΑΠΕ, συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση για τον ΕΣΕΚ καταθέτοντας μία δέσμη 10 θέσεων-προτάσεων για την διεύρυνση του ρόλου της βιοενέργειας ως ΑΠΕ βάσης στο ενεργειακό μίγμα της χώρας κατά την περίοδο 2021-2030 και τις επόμενες δεκαετίες.

    5) Μείωση συντελεστή ΦΠΑ στα τυποποιημένα στερεά βιοκαύσιμα

    Εισαγωγή: Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το ποσοστό ΦΠΑ για τα τυποποιημένα στερεά καύσιμα συγκεκριμένων τεχνικών προδιαγραφών ποιότητας (πελλέτες και μπρικέτες) κυμαίνεται σε χαμηλότερους συντελεστές προς ενίσχυση της χρήσης τους έναντι εισαγόμενων ορυκτών καυσίμων, αλλά και έναντι των ακατέργαστων καυσόξυλων τα οποία διαθέτουν κατά πολύ υψηλότερη υγρασία από τα ως άνω τυποποιημένα καύσιμα, με αποτέλεσμα την ατελή καύση τους και την έκλυση ρύπων.

    Πρόταση: Επίσημη θεσμοθέτηση και κατοχύρωση ποσοστού ΦΠΑ όλων των βιομηχανικά παραγόμενων προϊόντων τυποποιημένων στερεών καυσίμων βιομάζας (αρχής γενομένης από τις πελλέτες και μπρικέτες ξύλου) στο επίπεδο του 13% από 24% που ισχύει σήμερα, σύμφωνα και με τα δεδομένα των χωρών της Ε.Ε. και σε εναρμόνιση με το αντίστοιχο ποσοστό ΦΠΑ που ισχύει για το εισαγόμενο φυσικό αέριο.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:27 | ΜΑΣΤΟΡΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΕΝ. ΓΡΑΜ. ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ

    Οι θέσεις του ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ για την διαβούλευση δεν θα μπορούσαν να διαφέρουν από αυτές που κατατέθησαν εκ μέρους της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ.
    Θετικό το γεγονός ότι η Κυβέρνηση κατέθεσε σε δημόσια διαβούλευση την πρότασή της για τη χάραξη ενός μακροχρόνιου Ενεργειακού Σχεδιασμού για τη χώρα μας.Ωστόσο, μπαίνοντας στη διαβούλευση για τον Εθνικό Ενεργειακό Σχεδιασμό δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις τη μεγάλη κινητοποίηση της Greenpeace, τα μέλη της οποίας σχεδόν έχουν κατακλύσει την εφαρμογή κοινοποιώντας όχι συγκεκριμένες διακριτές θέσεις αλλά με τη μαζική αποστολή ενός συγκεκριμένου (πανομοιότυπου) μηνύματος. Τέλεια! Η Greenpeace ανακάλυψε την απόλυτη συνταγή ώστε να απαξιώσει τη δημόσια διαβούλευση για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα!Μπορεί κάλλιστα το περιεχόμενο και ο σκοπός μιας δημόσιας διαδικασίας να μετατραπεί σε μια διαδικτυακή ψηφοφορία με ελεγχόμενο και προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα. Προφανώς, «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»!Άλλωστε, η ίδια η Greenpeace κάλεσε δημόσια τους φίλους της να συμμετάσχουν στη δημόσια διαβούλευση με ένα τυποποιημένο μήνυμα που προφανώς ούτε στη δημόσια διαβούλευση συμβάλλει ούτε – προφανώς- περιποιεί τιμή στους εμπνευστές του!Μάλιστα, είναι αποκαλυπτικός ο τίτλος σε φιλικό ιστότοπο : «Έπεσε» το opengov για τον ενεργειακό σχεδιασμό!»Σε κάθε περίπτωση, η Greenpeace μάλλον επιδιώκει τον ευτελισμό της διαδικασίας αλλά και του ίδιου του Εθνικού Σχεδίου. Σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε να καταθέσει στο δημόσιο διάλογο συγκεκριμένες θέσεις αντί να ζητήσει και να επιδιώξει το τρολάρισμα !Οι εργαζόμενοι στον Όμιλο ΔΕΗ είμαστε υπέρ των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και μάλιστα μπορούμε να καυχηθούμε ότι ως οργανωμένο κίνημα είχαμε υποστηρίξει τις πρωτοποριακές προσπάθειες της ΔΕΗ στον τομέα των ΑΠΕ ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980.Παρ΄όλα αυτά πιστεύουμε ότι η χώρα μας μπορεί και πρέπει να αξιοποιήσει τα εγχώρια καύσιμα έναντι των εισαγομένων , όπως το φυσικό αέριο, τα οποία προκαλούν «συναλλαγματική αιμορραγία» ενώ ταυτόχρονα θέτουν σε κίνδυνο την ενεργειακή επάρκεια και την ασφάλεια εφοδιασμού.Επίσης για να μπορεί κανείς να σχεδιάσει με σύνεση δεν μπορεί να κινείται από τη δαιμονοποίηση του λιγνίτη στη θεοποίηση του φυσικού αερίου. Στο Εθνικό Σχέδιο υπάρχει μια σαφής ενίσχυση του φυσικού αερίου στο μείγμα καυσίμου αλλά αυτή η μεταβολή δεν είναι αθώα: Αφενός γιατί το φυσικό αέριο κοστίζει και αφετέρου γιατί ρυπαίνει!Στη διαδρομή μέχρι την πλήρη ανάπτυξη των ΑΠΕ , είναι σκόπιμο να εξαντληθούν τα ανοιχτά κοιτάσματα λιγνίτη στη χώρα μας για προφανείς οικονομικούς λόγους. Αναφορικά με τη συμμετοχή των υδροηλεκτρικών θα ήταν σκόπιμο να εξηγηθεί καταρχήν γιατί , ενώ η χώρα διαθέτει και λειτουργούν 3.400 ΜW καθαρής υδροηλεκτρικής ενέργειας αυτά δεν υπολογίζονται ως ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ) και (ειδικά τα αντλησιοταμιευτικά συγκροτήματα) που είναι η πλέον προσιτή ,καθαρή και φθηνή μορφή ΑΠΕ!Η αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων λιγνίτη μπορεί να έχει διάρκεια και μπορεί να συνεχίσει να συμβάλλει στην εθνική οικονομία με την πλήρη αξιοποίηση των πλέον σύγχρονων τεχνολογιών. Παράλληλα, η εκμετάλλευση του λιγνίτη για την τηλεθέρμανση μεγάλων πόλεων όπως η Κοζάνη, η Μεγαλόπολη, η Πτολεμαΐδα, το Αμύνταιο και η Φλώρινα συμβάλει δραστικά στη μείωση των αερίων ρύπων (που θα προκαλούσε η αλόγιστη χρήση πετρελαίου), γεγονός που θέλουν να «ξεχνούν» ορισμένοι!Πάντως, αναφορικά με το μείγμα καυσίμου στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2040 ,όπως αποτυπώνεται στο κείμενο των 226 σελίδων του ΕΣΕΚ, θα ήταν σκόπιμο να υπογραμμιστεί ότι απαιτείται η υιοθέτηση ενός ρεαλιστικού ενεργειακού μοντέλου που θα ανταποκρίνεται στις δυνατότητες της Εθνικής Οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό είναι απαραίτητη η αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων λιγνίτη και μάλιστα με δεδομένο ότι ο λιγνίτης υπολείπεται δραματικά του Φ.Α. παρά το γεγονός ότι κατ’ επανάληψη έχει καταδειχθεί ανταγωνιστικότερος από το Φ.Α ακόμη και για τιμές δικαιωμάτων εκπομπής CO2 που ξεπερνούν τα 25€/τόνο.Επειδή εκτός από οραματιστές είναι χρήσιμο να είμαστε και ρεαλιστές θα μπορούσαν οι πολέμιοι του λιγνίτη να προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις για την αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων όπως η ενεργειακή κρίση που έζησε η Ευρώπη το χειμώνα του 2016 και η οποία αναμένεται να ενσκήψει πάλι και φέτος λόγω των ειδικών συνθηκών σε Βέλγιο και Γαλλία;Και επειδή αρκετοί εμφανίζονται να είναι πολύ …large (ή καλύτερα γαλαντόμοι) με τον εξοστρακισμό του λιγνίτη, αξίζει να θυμηθούν μια γνωστή παροιμία που λέει «Όταν διψάει η αυλή σου, μη χύνεις έξω το νερό» .Τέλος, δεν πρέπει να διαφεύγει κανενός ότι η ανάπτυξη των ΑΠΕ δεν είναι μια απλή μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο αλλά είναι ταυτόχρονα και μια διαδικασία που κοστίζει και μάλιστα ακριβά στους καταναλωτές! Ειδικά στη χώρα μας η ανάπτυξη των ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε γενναίες επιχορηγήσεις μέσω κρατικών ενισχύσεων. Στη χώρα μας μάλιστα με διπλή επιδότηση και κατά την εγκατάσταση και κατά τη λειτουργία (βλέπε ΕΤΜΕΑΡ).
    Εν κατακλείδι, το ποσοστό 17% για συμμετοχή του λιγνίτη στο μείγμα καυσίμου της χώρας για το 2030 θεωρούμε πως πρέπει να επαναεξεταστεί με αυξανόμενο πρόσημο και να προσδιοριστεί περί το 28%-30%.
    ΜΑΣΤΟΡΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
    ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ

  • Κοινά σχόλια WWF και Greenpeace για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα

    Σχόλια επί της αρχής

    Η πρόσφατη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), η οποία είχε τον τίτλο “Special Report on Global Warming of 1.5°C”, τοποθετεί τον πήχη ψηλά για κάθε εθνικό σχέδιο δράσης για την ενέργεια και το κλίμα: η πλήρης απεξάρτηση των οικονομιών του πλανήτη από τα ορυκτά καύσιμα και ο μηδενισμός των παγκόσμιων ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα πρέπει να έχει επιτευχθεί το αργότερο μέχρι το 2050.
    Απώτερος στόχος κάθε εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ), συνεπώς και του υπό διαβούλευση ελληνικού, οφείλει να είναι η αποανθρακοποίηση της οικονομίας μέχρι το 2050. Για να επιτευχθεί αυτός ο ζωτικά απαραίτητος στόχος, το ΕΣΕΚ οφείλει να διέπεται από φιλόδοξους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους οι οποίοι προστατεύουν την Ελλάδα από τις ανεξέλεγκτες κλιματικές αλλαγές. Στόχους οι οποίοι θα επιταχύνουν – και δεν θα περιορίζουν – την πορεία της χώρας προς τη γρήγορη και οριστική απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, εντός ενός συμβατού με τις επιταγές της κλιματικής επιστήμης χρονοδιαγράμματος και ιδιαίτερα με την προσπάθεια επίτευξης του στόχου για περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας στον 1,5°C.
    Τη δεδομένη χρονική στιγμή αυτό απαιτεί ραγδαία μέτρα και τολμηρές αποφάσεις.
    Με βάση τα παραπάνω, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, το ΕΣΕΚ αποτυγχάνει πλήρως να σταθεί στο ύψος της πρόκλησης. Πρόκειται απλώς για ένα σχετικά φιλόδοξο business as usual σενάριο. Χρήσιμο αν αυτή η συζήτηση γινόταν πριν 10 χρόνια, απελπιστικά ανεπαρκές για το 2018. Με τη σημερινή του μορφή, το υπό διαβούλευση σχέδιο στηρίζει σενάρια υπερθέρμανσης του πλανήτη άνω των 3°C.
    Εν συντομία, τα δύο βασικότερα δομικά προβλήματα του ΕΣΕΚ, τα οποία ουσιαστικά το καθιστούν άλλο ένα business as usual σενάριο, είναι:
    ● Η αδυναμία (και αυτής) της κυβέρνησης να αποφασίσει το οριστικό τέλος των ορυκτών καυσίμων για τη χώρα και να θέσει συγκεκριμένο και φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα.
    ● Κατά συνέπεια, να προβεί στις απαραίτητες δομικές αλλαγές οι οποίες θα επιφέρουν την αναγκαία ανακατανομή των υφιστάμενων πόρων της ελληνικής οικονομίας: από τη στήριξη του σημερινού οικονομικού μοντέλου (με βάση τα ορυκτά καύσιμα) σε στήριξη πραγματικών, βιώσιμων και αναγκαίων λύσεων.
    Επίσης, ο ορίζοντας του ΕΣΕΚ φθάνει μέχρι το έτος 2040, ενώ σύμφωνα με τη σχετική καθοδήγηση που έχει εκδώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2015), τα εθνικά σχέδια θα πρέπει να έχουν προοπτική μέχρι το 2050. O σχεδιασμός για το 2050 θα πρέπει να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το αργότερο μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 2019.

    Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την αποτυχία του ΕΣΕΚ να θέσει τη χώρα σε μονοπάτι γρήγορης απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και εκμηδενισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
    Ο χρόνος για δράση τελειώνει επικίνδυνα. Η ελληνική κοινωνία μένει όλο και πιο εκτεθειμένη στις συνέπειες της μη-αναστρέψιμης πορείας της κλιματικής αλλαγής. Είναι σαφές ότι το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αδυνατεί να πάρει τις τολμηρές αποφάσεις που απαιτούνται.
    Καθώς παραμένει ασαφές το πλήρες θεσμικό ένδυμα του ΕΣΕΚ, είναι απαραίτητο οι στόχοι να καταστούν δεσμευτικοί και να αποτελέσουν πεδίο διακομματικής συναίνεσης.
    Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι ο αναλυτικός σχολιασμός του προτεινόμενου ΕΣΕΚ είναι ήσσονος σημασίας. Παρ’ όλα αυτά, με σκοπό τη συμβολή στη δημιουργία ενός αποτελεσματικού ΕΣΕΚ, το WWF Ελλάς και η Greenpeace καταθέτουν τα παρακάτω σύντομα σχόλια σε βασικά σημεία του υπό διαβούλευση κειμένου.

    Βασικά σημεία

    Ελλιπή δεδομένα και ανεπαρκής χρόνος διαβούλευσης
    Η επιστημονική βάση του ΕΣΕΚ υποσκάπτεται από ένα σοβαρό έλλειμμα τεκμηρίωσης. Η αναφορά στο μοντέλο TIMES που χρησιμοποιήθηκε δεν παρέχει περισσότερα στοιχεία ή κατάλογο των δεδομένων στα οποία βασίστηκε. Έλλειμμα υπάρχει και στην τεκμηρίωση πολλών από τις παραδοχές, αλλά και για την εξέλιξη του κόστους των ΑΠΕ και της αποθήκευσης.
    Ο σύντομος χρόνος διαβούλευσης δεν συνάδει με τη σημασία του ΕΣΕΚ. Το πρωτοφανώς μικρό διάστημα διαβούλευσης του ΕΣΕΚ των μόλις τριών εβδομάδων, σε συνδυασμό με την απουσία δημοσιοποίησης των σχετικών δεδομένων ή υποστηρικτικών μελετών (πέραν των αναφερόμενων βιβλιογραφικών αναφορών στο παράρτημα 5 του ΕΣΕΚ), πόρρω απέχει από την πάγια ανάγκη κάθε πολιτικής και νομοθετικής διαδικασίας για διασφάλιση ικανής εισροής υλικού και ιδεών για βέλτιστες δράσεις και για την αποτελεσματική και έγκαιρη ενημέρωση, προετοιμασία και συμμετοχή του κοινού.
    Για τους παραπάνω λόγους, το WWF Ελλάς και η Greenpeace απέστειλαν επιστολή στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας με την οποία αναλύουν τους λόγους και ζητούν παράταση του χρόνου δημόσιας διαβούλευσης για εύλογο χρονικό διάστημα αλλά και δημοσιοποίηση των σχετικών εγγράφων, μελετών, παραδοχών και εκτιμήσεων που παρήχθησαν ή/και χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο της κατάρτισης του ΕΣΕΚ.

    Ανεπαρκείς στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ)

    Το υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ αποτυγχάνει πλήρως να θέσει τη χώρα σε ένα μονοπάτι προς μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα ως το 2050. Με έτος βάσης το 1990, το ΕΣΕΚ προβλέπει μείωση των εκπομπών ΑτΘ μόλις κατά 32,4% το 2030 και 40,8% το 2040 αντί για 47,4% και 54% που θέτει ως στόχους με έτος βάσης το 2005 .
    Η προτεινόμενη μείωση ισούται με κατά κεφαλήν εκπομπές των περίπου 7 τόνων εκπομπών CO2eq το 2030. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία του ΟΗΕ, αν όλες οι χώρες του κόσμου ακολουθούσαν το παράδειγμα της Ελλάδας, εκπέμποντας 7 τόνους CO2eq το 2030, θα οδηγούμασταν σε ένα καταστροφικό σενάριο αύξησης της θερμοκρασίας κατά 3,1οC με 3,7οC.
    Ακόμα και αυτή η αρχική σημαντική – και ελπιδοφόρα – πορεία μείωσης των εκπομπών ΑτΘ, η οποία προκύπτει κυρίως από την απόσυρση αρκετών λιγνιτικών μονάδων και την αντικατάστασή τους με ΑΠΕ, μοιάζει να σταματάει το 2030.
    Χωρίς να δίνεται επαρκής εξήγηση, η απεξάρτηση δεν ολοκληρώνεται και ο λιγνίτης παραμένει στο ενεργειακό μίγμα τουλάχιστον ως το 2040 και πιθανότατα ως το 2050. Σε σχέση με σήμερα (2016) η κατανάλωση πετρελαίου μειώνεται μόλις κατά 18% ως το 2030 και 24% ως το 2040, ενώ αντίθετα η κατανάλωση φυσικού αερίου αυξάνεται (!) κατά 8% ως το 2030 και κατά 24% ως το 2040. Επιπλέον, η μείωση στους τομείς εκτός ETS παραμένει ανεμική (1,5% ως το 2030 και 7% ως το 2040).
    Το γεγονός και μόνο ότι η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας παραμένει αμετάβλητη ως το 2040 περίπου στο 67-68% αποτελεί σκανδαλώδη παραδοχή αποτυχίας.
    Ανακατανομή υφιστάμενων πόρων
    Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, περισσότερα από 6 δισεκ. € θα διατεθούν τη δεκαετία 2020-2030 για νέες επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα. Αυτό το νούμερο δεν περιλαμβάνει τις επενδύσεις σε εξορύξεις υδρογονανθράκων, ούτε τις επιδοτήσεις (άμεσες ή έμμεσες) οι οποίες κατευθύνονται προς τα ορυκτά καύσιμα – σήμερα αγγίζουν ακόμα και το 1 δισεκ. ευρώ ετησίως – και σχεδιάζονται σε μεγάλο βαθμό να συνεχιστούν για αδιευκρίνιστο διάστημα.
    Εξίσου σημαντικές είναι και οι πολλές κρυφές επιδοτήσεις προς τα ορυκτά καύσιμα οι οποίες προκαλούν σημαντικό πρόβλημα στην εφαρμογή κλιματικών πολιτικών και στην αντιμετώπιση δομικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας.
    Για παράδειγμα, η κοινωνική πολιτική για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας (επίδομα θέρμανσης, κοινωνικό οικιακό τιμολόγιο) αποτελεί μία κρυφή επιδότηση των ορυκτών καυσίμων. Στηρίζει το υπάρχον ενεργειακό σύστημα κρατώντας παράλληλα τα ευάλωτα νοικοκυριά σε καθεστώς μόνιμης εξάρτησης από τη βοήθεια. Σε μία χώρα με ουσιαστική κλιματική πολιτική, αυτά τα κονδύλια θα πρέπει να κατευθυνθούν προς τη στήριξη ευάλωτων νοικοκυριών μέσα από επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας και ηλιακής κοινωνικής πολιτικής, αντί για επιδοτήσεις κατανάλωσης.
    Με βάση το ΕΣΕΚ, πολλά δισεκατομμύρια ευρώ αναμένεται να κατευθυνθούν προς τα ορυκτά καύσιμα τις επόμενες δεκαετίες, διαιωνίζοντας το σημερινό καταστροφικό για τον πλανήτη μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας. Αυτό αποτελεί ευθεία ακύρωση κάθε προσπάθειας προστασίας της χώρας από την κλιματική αλλαγή. Επιπλέον, στερούνται πόροι από αναγκαίες παρεμβάσεις, όπως λ.χ. στον τομέα μεταφορών και στον κτιριακό τομέα. Ειδικότερα για τον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας προβλέπονται μόλις 9 δισεκ ευρώ παρά το μεγάλο όφελος για την εθνική οικονομία και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

    Λιγνίτης
    Το κείμενο όχι μόνο δεν παρέχει χρονοδιάγραμμα πλήρους απεξάρτησης από τον λιγνίτη, αλλά αδυνατεί να δώσει επαρκείς εξηγήσεις για τον λόγο για τον οποίο η χώρα θα πρέπει να παραμείνει εγκλωβισμένη σε μία ακριβή, εξαιρετικά ρυπογόνα, παρωχημένη και εντελώς αχρείαστη για τις ενεργειακές ανάγκες τεχνολογία. Μία πολιτική επιλογή σε πλήρη αντίθεση με την τάση για απανθρακοποίηση τόσο των μεγάλων ενεργειακών εταιρειών της Ευρώπης όσο και των περισσότερων προοδευτικών ευρωπαϊκών κρατών.
    Από το ΕΣΕΚ προκύπτει ότι εν έτη 2030 στην Ελλάδα θα εξακολουθούν να λειτουργούν υφιστάμενες λιγνιτικές μονάδες και τουλάχιστον μία νέα (Πτολεμαΐδα V, πιθανότατα και Μελίτη ΙΙ). Επίσης, προβλέπεται εμμέσως η συνέχιση της λειτουργίας του ΑΗΣ Αμυνταίου παρά την εξάντληση των ωρών λειτουργίας του κατά παράβαση του Κοινοτικού κεκτημένου για την προστασία του περιβάλλοντος. Πρόκειται για μία ανεύθυνη πολιτική επιλογή η οποία, συν τοις άλλοις, οδηγεί σε αδικαιολόγητη επιβάρυνση των καταναλωτών.
    Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πορεία των τιμών CO2 τη δεκαετία 2021-2030 αυτές θα σταθεροποιηθούν στα 22,5 ευρώ ανά τόνο, πράγμα που σημαίνει ότι οι ελληνικές λιγνιτικές μονάδες θα χρειάζονται να καταβάλλουν έως και 500 εκατ. ευρώ το χρόνο για αγορά δικαιωμάτων, ποσό το οποίο σωρευτικά για όλη τη δεκαετία με έναν απλό υπολογισμό θα φτάσει έως και τα 5 δισεκ. ευρώ. Κόστος το οποίο θα μπορούσε εύκολα να αποφευχθεί με ορθολογικότερη χρήση της ενέργειας καθώς και με ΑΠΕ και αποθήκευση. Συνολικά, το ΕΣΕΚ προβλέπει 1,9 δισεκ. ευρώ για τις λιγνιτικές μονάδες, το οποίο σημαίνει χρηματοδότηση κατασκευής της Πτολεμαΐδας V παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις για τη μέση τιμή των τιμών CO2. .
    Ωστόσο, αποτελεί την απόλυτη πρόκληση η υπονόμευση της κλιματικής πολιτικής της χώρας προς όφελος συγκεκριμένων συμφερόντων. Ο λιγνίτης είναι μακράν το πλέον ρυπογόνο ορυκτό καύσιμο και ο τομέας ηλεκτροπαραγωγής είναι η πρώτη προτεραιότητα για άμεση κλιματική δράση.
    Ο μύθος του “φθηνού λιγνίτη” πρέπει να τελειώσει. Στο συνολικό κόστος, το οποίο καταλήγει να επιβαρύνει τους καταναλωτές, δεν συνυπολογίζονται οι τοπικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, η διατάραξη κοινωνικών ισορροπιών όπως μετεγκαταστάσεις πληθυσμών και η ευνοϊκή τιμολογιακή μεταχείριση επιλεγμένων ομάδων καταναλωτών. Το ΕΣΕΚ περιέχει μια γενικόλογη αναφορά στη δίκαιη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών ενώ θα έπρεπε να έχει μια κοστολογημένη πρόταση με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.
    Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις WWF Ελλάς και Greenpeace ζητούν:
    ● Ακύρωση των σχεδίων κατασκευής νέων λιγνιτικών μονάδων.
    ● Ριζική αναβάθμιση των παλιών λιγνιτικών μονάδων και καθορισμό δεσμευτικού χρονοδιαγράμματος απόσυρσής τους ως το 2030.
    ● Στήριξη των τοπικών κοινωνιών για να ολοκληρωθεί με κοινωνικά δίκαιο τρόπο η μετάβασή τους στη μεταλιγνιτική εποχή.
    ● Καμία νέα μονάδα φυσικού αερίου, καθώς αυτή δεν είναι απαραίτητη για την επίτευξη υψηλών διεισδύσεων ΑΠΕ.

    Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

    Το ΕΣΕΚ προβλέπει μία καλοδεχούμενη αύξηση των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή ως το 2030. Στα θετικά συγκαταλέγεται επίσης η έμφαση που δίνεται στην «ιδιαίτερη πρόνοια» για προώθηση μικρών αποκεντρωμένων συστημάτων ΑΠΕ, τα οποία είναι αναγκαία για την ενεργειακή δημοκρατία, την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας και την κοινωνικά δίκαιη ενεργειακή μετάβαση.
    Ωστόσο, είναι προφανές ότι χρειάζονται να γίνουν πολλά περισσότερα και να αξιοποιηθούν και άλλες τεχνολογίες ΑΠΕ (π.χ. γεωθερμία) προκειμένου ο τομέας ηλεκτροπαραγωγής να αποανθρακοποιηθεί πλήρως τη δεκαετία του 2030.
    Σημαντικό ρόλο για την υιοθέτηση πιο φιλόδοξων στόχων ΑΠΕ θα διαδραματίσουν σημαντικές παράλληλες αποφάσεις, όπως η ακύρωση νέων επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα, η γρήγορη προώθηση της αποθήκευσης, η έγκαιρη διασύνδεση ΟΛΩΝ των νησιών, η αναβάθμιση των δικτύων, η προώθηση της αποκεντρωμένης παραγωγής, η ουσιαστική ενίσχυση των ενεργειακών κοινοτήτων καθώς και η άρση των συχνά αδικαιολόγητων περιορισμών στην εγκατάσταση και λειτουργία σταθμών ΑΠΕ.
    Ειδικά για το τελευταίο, η Greenpeace και το WWF τονίζουν ότι την ίδια ώρα που εντείνεται η συζήτηση για την ενεργειακή και κλιματική πολιτική της χώρας, οι ΑΠΕ εξακολουθούν και αντιμετωπίζονται εχθρικά, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις τίθενται σε ισχύ αναίτιοι περιορισμοί, με αποτέλεσμα να τίθεται εν αμφιβόλω η επίτευξη ακόμα και των στόχων ΑΠΕ του ΕΣΕΚ, πόσο μάλλον οι πιο φιλόδοξοι στόχοι που απαιτούνται.
    Να σημειωθεί ότι την ώρα που οι ήπιες μορφές ενέργειας έχουν αποκλειστεί με οριζόντιο τρόπο από ένα τεράστιο κομμάτι της χώρας, το ΥΠΕΝ φαίνεται ότι δεν έχει απολύτως κανένα πρόβλημα να παρακάμψει τις προβλεπόμενες διαδικασίες και να διαθέσει χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα (μέσα σε περιοχές Natura ή πλησίον τους) για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.

    Αποθήκευση

    Το ΕΣΕΚ καθυστερεί αδικαιολόγητα την είσοδο της αποθήκευσης στο ενεργειακό μίγμα για μετά το 2025, ενώ η ανάπτυξή της παραμένει στάσιμη (!) μετά το 2030. Πρόκειται για αδικαιολόγητες επιλογές οι οποίες δεν συνάδουν με τις διεθνείς εξελίξεις και καθιστούν τη χώρα μας ουραγό στην αξιοποίηση τεχνολογιών αιχμής στην οικονομία.
    Η πιθανότερη εξήγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι η καθυστερημένη και περιορισμένη είσοδος της αποθήκευσης ουσιαστικά «δικαιολογεί» την παρουσία λιγνιτικών και πετρελαϊκών μονάδων στο ενεργειακό μίγμα για δεκαετίες, με προφανή ‘θύματα’ την κλιματική πολιτική, τη δημόσια υγεία αλλά και τις τσέπες των καταναλωτών. Ήδη από το 2015, μελέτη του WWF Ελλάς κατέδειξε ότι ο συνδυασμός ΑΠΕ και αντλησιοταμίευσης αποτελούν οικονομικότερη επιλογή από την κατασκευή της Πτολεμαΐδας V.
    Οι πρόσφατες ραγδαίες εξελίξεις στην τεχνολογία της αποθήκευσης και η δραματική μείωση του κόστους των συσσωρευτών καθιστούν στρατηγικό λάθος τη μη αξιοποίηση της αποθήκευσης για την προώθηση των ΑΠΕ. Σύμφωνα με ανάλυση δεδομένων από την Greenpeace και το WWF, το 2022, πιθανό έτος έναρξης λειτουργίας της Πτολεμαΐδας 5, ο συνδυασμός αυτοπαραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας από μεγάλους καταναλωτές θα είναι οικονομικά πιο συμφέρουσα επιλογή από την αγορά ενέργειας από την Πτολεμαΐδα 5.
    Κτιριακός τομέας
    Η ανεπάρκεια του ΕΣΕΚ στον κτιριακό τομέα αποτυπώνεται από τη γενικότερη χαμηλή φιλοδοξία και τη μη συμμόρφωση στις μακροχρόνιες ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της Ελλάδας.
    Ο Κανονισμός Διακυβέρνησης ζητάει ρητά από τους ευρωπαϊκούς ΕΣΕΚ να λάβουν υπόψη το άρθρο 2α της 2031/10/ΕΚ. Το επικαιροποιημένο 2α (τροπολογία 2018 ) απαιτεί από τα κράτη: «a long-term renovation strategy to support the renovation of the national stock of residential and non-residential buildings, both public and private, into a highly energy efficient and decarbonised building stock by 2050, facilitating the cost-effective transformation of existing buildings into nearly zero-energy buildings».
    Το ΕΣΕΚ αντίθετα όχι μόνο απέχει έτη φωτός από το να οδηγήσει τον κτιριακό τομέα σε μονοπάτι πλήρους απανθρακοποίησης, αλλά προωθεί το φυσικό αέριο ως μακροπρόθεσμη «λύση» στη θέρμανση (αύξηση 86% ως το 2040). Ως αποτέλεσμα οι εκπομπές ΑτΘ από την ψύξη και τη θέρμανση του κτιριακού τομέα παραμένουν ουσιαστικά αμετάβλητες ως το 2040.
    Αν η Greenpeace και το WWF συμφωνούν σε κάτι με το ΕΣΕΚ, αυτό είναι ο αναμενόμενος χαμηλός ρυθμός αύξησης της χρήσης αντλιών θερμότητας στα κτίρια ως το 2030 (από 3,7% σε 16,7% στην τελική κατανάλωση). Κάτι απολύτως λογικό όταν το κόστος εγκατάστασης αντλιών θερμότητας παραμένει ακόμα και σήμερα πολύ υψηλότερο σε σύγκριση με το επιδοτούμενο φυσικό αέριο. Θα έπρεπε να ήταν αυτονόητο ότι αυτό αποτελει μια εντελώς λανθασμένη σημερινή επιλογή η οποία διαιωνίζεται στο ΕΣΕΚ. Η κινητροδότηση θα πρέπει να είναι προς την κατεύθυνση της λύσης (πχ αντλίες θερμότητας) και όχι προς τη διαιώνιση του προβλήματος (επιδότηση φυσικού αερίου)
    Ο ετήσιος ρυθμός αναβάθμισης των κατοικιών (40.000) – ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι οι αναβαθμίσεις είναι «ριζικές» και τα μετατρέπουν σε κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης (NZEB), κάτι που δεν προκύπτει από πουθενά στο κείμενο του ΕΣΕΚ – αποτελεί λιγότερο από το 1% του συνόλου των κανονικών κατοικιών του κτιριακού αποθέματος. Μία φιλόδοξη πολιτική ριζικής αναβάθμισης των κτιρίων στοχεύει σε ετήσια ποσοστά άνω του 2,5%.
    Αποτελεί χρέος της πολιτείας να ανακοινώσει κατάλληλα μέτρα και κίνητρα τα οποία θα μοχλεύσουν τα απαραίτητα κεφάλαια. Προφανώς αυτά δεν θα προκύψουν από τα… ΕΣΠΑ, αλλά κυρίως από την προαναφερόμενη ριζική ανακατανομή εσωτερικών πόρων της χώρας.
    Η Greenpeace και το WWF απαιτούν πραγματική φιλοδοξία στον κτιριακό τομέα, τόσο από τον ΕΣΕΚ όσο και από τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό και το Renovation Strategy.
    Στόχος είναι η μετατροπή του κτιριακού αποθέματος σε NZEB πριν το 2050, τίποτα λιγότερο.

    Τομέας Μεταφορών
    Ομοίως και στον τομέα μεταφορών, τα προτεινόμενα μέτρα και οι στόχοι αποτυγχάνουν να οδηγήσουν στην αποανθρακοποίησή του. Οι εκπομπές ΑτΘ μειώνονται μόλις κατά 7% ως το 2030 και κατά 17% ως το 2040, η χώρα παραμένει δέσμια των εισαγωγών πετρελαίου για αδιευκρίνιστο διάστημα, ενώ η δημόσια υγεία θα συνεχίσει να πληρώνει το βαρύ τίμημα της έκθεσης στη ρύπανση.
    Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, η ρύπανση από μικροσωματίδια στη χώρα μας (η συντριπτική πλειοψηφία από τον τομέα μεταφορών) το 2016 αντιστοιχεί σε 12.000 πρόωρους θανάτους.
    Η Ελλάδα θα πρέπει να συνταχθεί με τις χώρες οι οποίες θέτουν προοδευτικά χρονοδιαγράμματα για την απαγόρευση πώλησης κινητήρων εσωτερικής καύσης ως το 2030. Ένας ολοκληρωμένος κεντρικός σχεδιασμός, η δημιουργία κατάλληλων υποδομών, η ουσιαστική ενίσχυση των ΜΜΜ σε όλη τη χώρα και η παροχή κατάλληλων κινήτρων μπορούν να οδηγήσουν στην πλήρη απανθρακοποίηση του τομέα των μεταφορών πριν το 2050.
    Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη αντιστοίχιση μέτρων και στόχων. Ακόμα και ο – ανεπαρκής – στόχος της αντικατάστασης του στόλου των ΙΧ σε ένα μεγάλο μέρος από ηλεκτροκίνητα σε ποσοστό της τάξης του 10%, είναι μη ρεαλιστικός με βάση τα προτεινόμενα μέτρα προώθησης της ηλεκτροκίνησης, καθώς αντιστοιχεί σε 600.000 περίπου οχήματα μέχρι το 2030. Αντιθέτως, το ΕΣΕΚ θα πρέπει να περιλαμβάνει φιλόδοξους στόχους με συγκεκριμένα οικονομικά κίνητρα για την αγορά ηλεκτροκίνητων αλλά και την ανάπτυξη υποδομών ηλεκτροφόρτισης. Επίσης, δεν υπάρχει πρόβλεψη για την αντικατάσταση των δημόσιας χρήσης οχημάτων με ηλεκτροκίνητα ιδιαίτερα στον τομέα της δημόσιας συγκοινωνίας.
    Υδρογονάνθρακες
    Η πολιτική επιλογή για την προώθηση της εξόρυξης και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων δεν μπορεί να ληφθεί σοβαρά υπόψη όταν το ζητούμενο είναι η γρήγορη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα επιχειρήματα περί ασφάλειας εφοδιασμού.
    Η Ειδική Έκθεση για τον 1,5°C αναφέρει ενδεικτικό στόχο μείωσης κατανάλωσης πετρελαίου κατά 34,3% ως το 2030 και μείωση των συνολικών εκπομπών ΑτΘ κατά 45%. Αν μάλιστα εξαιρεθούν τα σενάρια της IPCC τα οποία υπολογίζουν εξωπραγματικά μεγάλο αριθμό αρνητικών εκπομπών ως το 2100, τότε η κατανάλωση πετρελαίου και φυσικού αερίου και οι συνολικές εκπομπές Ατθ θα πρέπει να μειωθούν ακόμα περισσότερο ως το 2030.
    Την ίδια ώρα, οι πολιτικές διεθνώς για τη μείωση των εκπομπών και την ενεργειακή μετάβαση σε φθηνότερες και καθαρές μορφές ηλεκτροπαραγωγής, θα καταστήσουν ζημιογόνο ένα μεγάλο ποσοστό των σημερινών και μελλοντικών κεφαλαιακών επενδύσεων σε εκμετάλλευση ορυκτών καυσίμων. Σε ένα σενάριο συγκράτησης της ανόδου της θερμοκρασίας μεταξύ 1,5°C – 2°C, η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα αναμένεται να κορυφωθεί τη δεκαετία του 2020 και στη συνέχεια να μειωθεί ραγδαία, κάνοντας ασύμφορες τις όποιες επενδύσεις, κυρίως για υδρογονάνθρακες. Τα έργα αυτά θα εγκαταλειφθούν (stranded assets) αφήνοντας επενδυτές και φορολογουμένους εκτεθειμένους σε υψηλό ρίσκο και ζημίες και επιβαρύνοντας τελικά σημαντικά τους φορολογούμενους πολίτες και την εθνική οικονομία.
    Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση δεν έχει απολύτως κανένα πρόβλημα να θέσει σε κίνδυνο το φυσικό περιβάλλον της χώρας και το μέλλον των τοπικών κοινωνιών προκειμένου να προωθηθούν επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, τα οποία έτσι κι αλλιώς βρίσκονται σε τροχιά φθίνουσας χρήσης.
    Σε κάθε περίπτωση, η έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων αποτελούν υψηλού ρίσκου και χαμηλής απόδοσης επένδυση και υπονομεύουν ευθέως την ενεργειακή μετάβαση της χώρας σε μία οικονομία μηδενικού άνθρακα και 100% ΑΠΕ.
    Το WWF και η Greenpeace απαιτούν την οριστική εγκατάλειψη του προγράμματος έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων στην Ελλάδα για λόγους προστασίας του κλίματος, του φυσικού περιβάλλοντος, των τοπικών κοινοτήτων και της εθνικής οικονομίας.

    Άλλα θέματα

    Το κείμενο δεν φαίνεται να έχει δεσμευτικό χαρακτήρα. Οι ισχύουσες διατάξεις μάλλον συνηγορούν υπέρ ενός δεσμευτικού ενεργειακού σχεδιασμού. Στις διατάξεις αυτές περιλαμβάνονται και αυτές που διέπουν παρεμφερή σχέδια – όπως το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις ΑΠΕ (National Renewable Energy Action Plan, NREAP), το οποίο θα πρέπει να θεωρηθεί ουσιώδες τμήμα του κειμένου σε διαβούλευση. Αυτό μοιάζει να είναι μία συνειδητή επιλογή, προκειμένου να αποφευχθεί η υπαγωγή του σε στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, και γενικότερα να αποφευχθούν οι οποιεσδήποτε νομικά δεσμευτικές ρυθμίσεις.
    Επιπροσθέτως, για να καταστεί το σχέδιο λειτουργικό, είναι απαραίτητη η αντιστοίχιση των προτεινόμενων μέτρων και η ευθύνη εποπτείας και εφαρμογής τους με συγκεκριμένα υπουργεία και υπηρεσίες, αλλά και να προβλέπεται συγκεκριμένος μηχανισμός ελέγχου της πορείας υλοποίησης του σχεδίου και ανάδρασης.
    Τέλος, το κείμενο σιωπά για την επιβολή φόρων στη ρύπανση, η οποία θα μπορούσε να επιτρέψει άλλες φορολογικές ελαφρύνσεις, με θετικές κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές συνέπειες (π.χ., στην εργασία). Αντιθέτως, η προοπτική αυτή φαίνεται να περιορίζεται σημαντικά από άλλα στοιχεία του κειμένου – όπως το υπομέτρο 3.1 «απαλοιφή τελών και φόρων που βαρύνουν ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας (λιγνιτική παραγωγή, φυσικού αερίου κ.α.)» του μέτρου 3 (σχετικά με τις «αγορές ενέργειας»).
    Το κείμενο υπό διαβούλευση υποτιμά τον κρίσιμο τομέα της έρευνας και καινοτομίας. Ενδεικτικά, το σύνολο εκτιμώμενων πόρων για έρευνα και καινοτομία για τον ενεργειακό τομέα (2020-2030) είναι 300 εκατομμύρια ευρώ, σε σύνολο επενδύσεων 32.7 δισεκ. ευρώ – λιγότερο από 1% (πίνακας 13, σελ. 199).

    ________________________________________
    [1] https://www.wwf.gr/images/pdfs/Ptolemaida_V_Alternatives_GR_web.pdf

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛ.Ε.Α.ΒΙΟΜ.), το μακροβιότερο ελληνικό σωματείο στον χώρο των ΑΠΕ, συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση για τον ΕΣΕΚ καταθέτοντας μία δέσμη 10 θέσεων-προτάσεων για την διεύρυνση του ρόλου της βιοενέργειας ως ΑΠΕ βάσης στο ενεργειακό μίγμα της χώρας κατά την περίοδο 2021-2030 και τις επόμενες δεκαετίες.

    4) Πιστοποίηση στερεών καυσίμων

    Εισαγωγή: Τα εξευγενισμένα στερεά βιοκαύσιμα που κυκλοφορούν αυτήν την στιγμή στην ελληνική αγορά (πελλέτες και μπρικέτες ξύλου) οφείλουν να φέρουν σχετική πιστοποίηση τόσο σχετικά με την προέλευσή των πρώτων υλών τους, όσο και για τις φυσικοχημικές, μηχανικές και άλλες ποιοτικές ιδιότητες των τελικών προϊόντων. Παράλληλα, η Ελλάδα, όπως και κάποιες άλλες μεσογειακές χώρες, οφείλει να συνεχίσει να ερευνά και να αξιολογεί, μέσω επιστημονικών και κλαδικών φορέων, κατά πόσο συμπληρωματικά συστήματα πιστοποίησης μπορούν να εφαρμοστούν προς αξιολόγηση των λεγόμενων «μεσογειακών στερεών βιοκαυσίμων», π.χ. πυρηνόξυλο, άχυρο, υπολείμματα βαμβακιάς, ξηρών καρπών, ροδάκινου.

    Πρόταση: Απαιτείται εντατικοποίηση των ελέγχων ώστε να διαπιστωθεί ότι τα καύσιμα βιομάζας που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά όντως πληρούν τις προδιαγραφές τις οποίες ο ίδιος ο παραγωγός δηλώνει. Επίσης, η πολιτεία μπορεί να θεσπίσει κανόνες, π.χ. σε λέβητες βιομάζας που λειτουργούν δημόσιοι φορείς να γίνεται αποκλειστικά χρήση πιστοποιημένων βιοκαυσίμων. Τέλος, μπορεί να χρηματοδοτήσει προγράμματα για την αναπτυξη νέων συστημάτων πιστοποίησης που να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τα ελληνικά δεδομένα (π.χ. για καυσόξυλα ή wood chips).

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:57 | Dr. Όλγα Παρίση, Parissis group,

    ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΣΕΚ

    Α.Γενικά σχόλια

    1. Είναι θετικό στοιχείο ότι η εκπόνηση του ΕΣΕΚ είναι ενταγμένη σε ένα ευρύτερο και συνεχές πλαίσιο διαβούλευσης με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, καθώς και την κοινωνία των πολιτών με στόχο να αξιολογεί και να ενσωματώνει ανά θεματική διάσταση και πολιτική προτεραιότητα σε επίπεδο στόχων, μέτρων και πολιτικών τις αντίστοιχες προτάσεις.

    2. Ο Εθνικός σχεδιασμός για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή είναι γενικόλογος και αόριστος σε πολλά σημεία και ταυτόχρονα δεν είναι σαφής ο τρόπος υπολογισμού βασικών μεγεθών, καθώς και οι παραδοχές και τα στοιχεία στα οποία στηρίχτηκαν τα αποτελέσματα.

    Δεν διευκρινίζεται π.χ. στην ενότητα 4.6 ‘Αγορά ενέργειας- προκλήσεις’, ποιοι είναι οι εξωγενείς παράγοντες που δημιουργούν καθυστερήσεις, ούτε πως θα εξασφαλισθεί η χρηματοδότηση του ΔΕΔΔΗΕ. Αναφέρεται , επίσης «….. η στόχευση ευάλωτων νοικοκυριών…», χωρίς κριτήρια προσδιορισμού τους και ποσόστωση.

    Ευχολόγια του τύπου «…..πρόκληση συνιστά η ανάπτυξη αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου και παρακολούθησης….» ή

    «…..απαιτείται η πρόβλεψη για μηχανισμούς χρηματοδότησης με σκοπό την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων κατοικίας ενεργειακά ευάλωτων νοικοκυριών και για την παροχή κινήτρων στο πλαίσιο τόσο των Καθεστώτων Επιβολής, όσο και των Ενεργειακών Κοινοτήτων….» θα πρέπει να αντικατασταθούν με προτάσεις μέτρων.

    3. Τα στατιστικά στοιχεία που περιέχει το κείμενο θα έπρεπε να είναι τα πλέον πρόσφατα και όχι του 2016 και θα πρέπει να βρίσκονται επικαιροποιημένα και προσβάσιμα σε κάποια ιστοσελίδα του ΥΠΕΝ και σε μορφή που να μπορεί κάποιος να τα κατεβάσει και να τα επεξεργαστεί ηλεκτρονικά.

    4. Παραμένει ελλιπής και αποσπασματική η επίσημη ενημέρωση από την Πολιτεία της κοινωνίας και των τοπικών αρχόντων, φορέων, συλλόγων κλπ. για τα οφέλη και την αναγκαιότητα των Α.Π.Ε. στις περιοχές όπου έχουν κριθεί χωροταξικά και περιβαλλοντικά κατάλληλες, ώστε να επιτυγχάνεται η συναίνεση των τοπικών κοινωνιών και να αποφεύγονται οι δικαστικές διαμάχες που εμποδίζουν την ανάπτυξη των έργων και πολλές φορές αποθαρρύνουν τους επενδυτές. Οι δικαστικές διαδικασίες είναι εξαιρετικά χρονοβόρες και τούτο, σε συνδυασμό με την τάση να εξετάζονται αιτήσεις ακύρωσης επενδύσεων που υποβάλλονται πολλούς μήνες ή και έτη μετά την αδειοδότησή τους, θέτει τις επενδύσεις σε καθεστώς ομηρείας και καθιστά πολύ δύσκολη τη χρηματοδότηση των έργων ΑΠΕ.

    5.Θα ήταν χρήσιμο να αναφερθεί στον ΕΣΕΚ η βούληση του ΥΠΕΝ να ξεκινήσει ενημερωτικά προγράμματα και δράσεις σχετικά με «την ανάπτυξη με σεβασμό στο περιβάλλον και τον άνθρωπο» και αντίστοιχα προγράμματα να καθιερωθούν και στα σχολεία.

    6.θα πρέπει να δοθεί έμφαση στο θέμα της αποξήλωσης και αντικατάστασης εξοπλισμού (repowering) καθώς και στο θέμα του retrofit – life extension των έργων ΑΠΕ, κυρίως αιολικών σταθμών που βρίσκονται σήμερα σε λειτουργία και οι άδειες τους λήγουν σύντομα.

    Β. Σχόλια επί συγκεκριμένων ενοτήτων και παραγράφων

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. «ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ»

    Ενότητα 4.2.1.2 ‘Βελτίωση ενεργειακής απόδοσης μονάδων παραγωγής ενέργειας’

    Πιστεύουμε ότι δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση η αναφορά στα υφιστάμενα μέτρα πολιτικής μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, εφόσον περιλαμβάνει την «…κατασκευή και λειτουργία νέων θερμικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας» (σελ. 58), έστω και σε συμμόρφωση με την περιβαλλοντική νομοθεσία. Η αναφορά αυτή ουσιαστικά παραπέμπει στις νέες λιγνιτικές μονάδες και στην περιβαλλοντική αναβάθμιση κάποιων υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων. Ωστόσο, οι παρεμβάσεις αυτές είναι αντίθετες με την πολιτική σταδιακής κατάργησης της χρήσης άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή, ενώ επιπλέον ο σχεδιασμός των μονάδων αυτών δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να καλύψει τα όρια εκπομπών του νέου BREF για τις Μεγάλες Εγκαταστάσεις Καύσης.

    Ενότητα 4.3.2 ‘Μέτρα πολιτικής προώθησης των ΑΠΕ’

    Όπως αναφέρεται στον ΕΣΕΚ «..Συγκεκριμένη δέσμη μέτρων έχει ήδη υλοποιηθεί με σκοπό την προώθηση μονάδων ΑΠΕ στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (ΜΔΝ), όπως ενδεικτικά είναι η εκτίμηση των περιθωρίων εγκατάστασης σταθμών ΑΠΕ, η εισαγωγή του Κώδικα Διαχείρισης, το κανονιστικό πλαίσιο ένταξης και διαχείρισης των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ο καθορισμός ομάδας εργασίας για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων διασύνδεσης των ΜΔΝ με το ηπειρωτικό σύστημα και ο σχεδιασμός τριών πιλοτικών έργων σε ισάριθμα νησιά με σκοπό την υψηλή διείσδυση μονάδων ΑΠΕ».Στην ενότητα 3.3.1. ‘Διείσδυση ΑΠΕ…..στα αυτόνομα νησιά’ αναφέρεται επίσης, ότι « …Για τα νησιά που προβλέπεται να παραμείνουν μη διασυνδεδεμένα, τουλάχιστον για αρκετό διάστημα, προωθείται επίσης μεγάλη μείωση της χρήσης του πετρελαίου για ηλεκτροπαραγωγή με την εγκατάσταση σύγχρονων μονάδων ΑΠΕ σε συνδυασμό με τεχνολογίες αποθήκευσης….».Θεωρούμε ότι δεν αρκεί η μείωση χρήσης πετρελαίου αλλά η πλήρης ενεργειακή αυτονομία των νησιών με χρήση ΑΠΕ και έξυπνων δικτύων.

    Επίσης, στην ίδια ενότητα, η αναφορά του ΕΣΕΚ στον Αναπτυξιακό Νόμο ως υφιστάμενο εργαλείο προώθησης των ΑΠΕ (σελ. 65) είναι ανεπιτυχής. Ο Αναπτυξιακός Νόμος εδώ και χρόνια σημειώνει μεγάλες καθυστερήσεις στη εφαρμογή του λόγω γραφειοκρατίας και έλλειψης πόρων. Επιπλέον, η ελκυστικότητά του στην ενίσχυση επενδύσεων βαίνει μειούμενη, αρχικά με την κατάργηση των γρήγορων αποσβέσεων και τη φορολόγηση, και στη συνέχεια (στην υφιστάμενη μορφή του) με την απαίτηση για 100% χρηματοδότησης της επένδυσης από τις τράπεζες, με αποτέλεσμα η συμβολή του στην ανάπτυξη των ΑΠΕ να είναι πολύ μικρή.

    Ενότητα 4.3.3 ‘Προκλήσεις’

    Ο ΕΣΕΚ αναφέρει (σελ. 69) αναφορικά με τους υφιστάμενους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, «…προτεραιότητα είναι …η επιλογή των οικονομικά πιο βέλτιστων εφαρμογών..». Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινιστεί με ποιο οικονομικό μέγεθος μετριέται κάτι τέτοιο, και πώς συγχρόνως εξασφαλίζεται η χρηματοδότηση εκείνων των δράσεων που έχουν υψηλό περιβαλλοντικό όφελος

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2020-2030

    Ενότητα 6.2. ‘Προώθηση των ΑΠΕ’

    Στην ΠΠ2. Όπως αναφέρει ο ΕΣΕΚ, “….η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου πλαισίου αναφορικά με τη χωροθέτηση εγκαταστάσεων ΑΠΕ με εφαρμογή στο σύνολο της επικράτειας με ξεκάθαρους κανόνες, κριτήρια και περιορισμούς είναι κρίσιμη για την υψηλότερη διείσδυση ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ταυτόχρονα, η συνολική αναμόρφωση του αδειοδοτικού πλαισίου λαμβάνοντας υπόψη το νέο καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης και τις απαιτήσεις της νέας οδηγίας είναι επιτακτική, ενώ πληθώρα διατάξεων δύνανται να προσαρμοστούν στο αναμορφωμένο αδειοδοτικό πλαίσιο..”.

    Για πρώτη φορά γίνεται σαφής αποδοχή των θεμάτων που η αγορά έχει θέσει επιτακτικά και αφορούν στην επικαιροποίηση και απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών και στην επίλυση θεμάτων χωροθέτησης.

    Στον ΕΣΕΚ δε γίνεται βέβαια καμία σαφής αναφορά σε συγκεκριμένα μέτρα σχετικά με το χωροταξικό πλαίσιο και δε φαίνεται να δίνεται καμία προτεραιότητα και βαρύτητα στο να καταστεί το πλαίσιο αυτό συμβατό με μια διείσδυση σε μεγάλη κλίμακα των ΑΠΕ και ιδιαίτερα των αιολικών και φωτοβολταϊκών που προσδοκά το ΕΣΕΚ, ούτε και γίνεται κάποια σχετική προς την κατεύθυνση αυτή σύνδεση με τα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια για την ανάπτυξη έργων ΑΠΕ που βρίσκονται σε φάση εκπόνησης.

    Στην ΠΠ3. Σχετικά με την ενδυνάμωση του ρόλου των τοπικών κοινωνιών-καταναλωτών, αναφέρεται στον ΕΣΕΚ ότι «..στο πλαίσιο της αναμόρφωσης του κανονιστικού πλαισίου της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειεας, θα δρομολογηθούν και οι απαραίτητες προσαρμογές, ώστε να είναι εφικτή η συμμετοχή αποκεντρωμένων ενεργειακών σχημάτων από ενεργειακές κοινότητες». Καθώς οι κοινότητες προβλέπεται να ενισχύονται οικονομικά μέσω ειδικών χρηματοδοτικών εργαλείων, δεν είναι σαφές με ποιόν τρόπο η συμμετοχή τους στην αγορά ενέργειας θα είναι συμβατή με τους όρους του ελεύθερου ανταγωνισμού.

    Στην ΠΠ4. Για την ένταξη των ΑΠΕ στα ενεργειακά δίκτυα (σελ. 151), αναφέρεται ότι «…θα δρομολογηθεί η ανάπτυξη νέων χρηματοδοτικών μοντέλων για την ταχεία ανάπτυξη των συγκεκριμένων υποδομών» χωρίς να διευκρινίζεται ποια εργαλεία θα είναι αυτά. Επίσης, για τις διασυνδέσεις μεταξύ ηπειρωτικού και αυτόνομων νησιωτικών ηλεκτρικών συστημάτων το ΕΣΕΚ αναφέρταιι ότι «…θα βελτιστοποιηθεί και η αξιοποίηση του υφιστάμενου τοπικού δυναμικού ΑΠΕ λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη τεχνικές, οικονομικές, όσο και κοινωνικές παραμέτρους», χωρίς να διευκρινίζεται ποιες θα είναι αυτές οι «κοινωνικές παράμετροι» που ενδεχομένως θα περιορίσουν την περαιτέρω ανάπτυξη.

    Στην ΠΠ6. Για την ενίσχυση της διείσδυσης των ΑΠΕ στη θέρμανση και ψύξη (, σελ. 154), ο ΕΣΕΚ αναφέρει ότι θα δοθούν «…ειδικά φοροκίνητρα για την εγκατάσταση συστημάτων ΑΠΕ για θέρμανση και ψύξη στον οικιακό και τριτογενή τομέα». Δεδομένων των ιδιαίτερα αυστηρών υφιστάμενων μνημονιακών υποχρεώσεων που έχουν συμφωνηθεί και εφαρμόζονται, η εξαγγελία αυτή (που είναι ιδιαίτερα θετική) είναι αμφίβολο αν θα υλοποιηθεί.

    Στην ΠΠ9. Στο θέμα της προώθησης της ηλεκτροκίνησης ο ΕΣΕΚ δεν αναφέρει καθόλου πως πρόκειται να αναπτυχθούν οι αναγκαίες υποδομές για την επαναφόρτιση των ηλεκτρικών οχημάτων σε τέτοια κλίμακα, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν τον στόχο του 10% ηλεκτροκίνητων επιβατικών οχημάτων στο σύνολο των επιβατικών οχημάτων το 2030.

    Ενότητα 6.6. ‘Έρευνα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα’

    Στην ΠΠ5. Συμφωνούμε ότι η αποθήκευση ενέργειας αποτελεί ένα επίσης σημαντικό πεδίο έρευνας και καινοτομίας. Στον ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «…..οι καινοτόμες εφαρμογές αποθήκευσης τοπικής ή μικρής κλίμακας θα αφορούν την αποθήκευση είτε ηλεκτρικής είτε θερμικής ενέργειας…. θα ενισχυθεί η ανάπτυξη νέων ή βελτιωμένων τεχνολογιών αποθήκευσης με υψηλότερη απόδοση, διαθεσιμότητα, αντοχή, ασφάλεια και με το δυνατόν χαμηλότερο κόστος…….. Μίας μορφής αποθήκευση που εξετάζεται διεθνώς, είναι η μετατροπή ηλεκτρικής ενέργειας σε αέριο (υδρογόνο, κ.α.), καθώς και οι δυνατότητες σύζευξης των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου.».

    Δεν αναφέρονται στον ΕΣΕΚ συγκεκριμένα ερευνητικά προγράμματα ή μελέτες ή τεχνολογίες, ώστε να διαφαίνεται ο χρονικός ορίζοντας που θα μπορούσε να υλοποιηθεί η αποθήκευση ενέργειας. Αναφέρεται μόνο, ως ευχολόγιο, ότι «… Θα υποστηριχθούν ηλεκτροχημικές τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας, οι οποίες θα αφορούν κυρίως εφαρμογές με ΑΠΕ για αξιοποίηση σε μη διασυνδεδεμένο ηλεκτρικό δίκτυο ή σε απομακρυσμένα σημεία του ηλεκτρικού δικτύου. Παράλληλα, η προώθηση των ερευνητικών δράσεων στις επιστημονικές περιοχές που αφορούν στα έξυπνα δίκτυα και την ηλεκτροκίνηση (ηλεκτρικά οχήματα) θα συμβάλλει θετικά όχι μόνο στον τομέα μεταφορών, αλλά και στον τομέα αποθήκευσης».

    Πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης, ήδη πριν το 2020, επιβάλλεται για τη βιωσιμότητα των ΑΠΕ. Με την έναρξη λειτουργίας των αγορών όπως προβλέπει το Target Model, οι μονάδες ΑΠΕ θα πρέπει να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις τις συμβατικές μονάδες στην χονδρεμπορική αγορά. Η αποθήκευση βοηθά να διευρυνθεί το χρονικό φάσμα εντός του οποίου οι μονάδες ΑΠΕ θα μπορούν να υποβάλουν προσφορές, μειώνοντας το ρίσκο συμμετοχής τους στην αγορά.

    Αναφορικά με τις μικρές μονάδες αποθήκευσης (“πίσω από τον μετρητή”), πέραν της ευελιξίας και ασφάλειας που παρέχουν στον καταναλωτή-αυτοπαραγωγό, βοηθούν και στη διείσδυση των ευφυών κτιρίων και στην ανάπτυξη ευφυών δικτύων, κάτι που αποτελεί τόσο εθνικό όσο και κοινοτικό στόχο. Θα πρέπει , λοιπόν να υπάρξει επίσπευση από μεριάς ΕΣΕΚ και στον τομέα αυτό.

    Στην κατεύθυνση αυτή θεωρούμε προτεραιότητα την επιτάχυνση των διαδικασιών που αναφέρει και ο ΕΣΕΚ, ότι δηλαδή “για τις μονάδες αποθήκευσης, τόσο κεντρικού όσο και αποκεντρωμένου τύπου, απαιτείται η ανάπτυξη ολοκληρωμένου κανονιστικού και ρυθμιστικού πλαισίου αναφορικά με τη λειτουργία τους στις αγορές ενέργειας και την ένταξή τους στα ηλεκτρικά δίκτυα”.

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛ.Ε.Α.ΒΙΟΜ.), το μακροβιότερο ελληνικό σωματείο στον χώρο των ΑΠΕ, συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση για τον ΕΣΕΚ καταθέτοντας μία δέσμη 10 θέσεων-προτάσεων για την διεύρυνση του ρόλου της βιοενέργειας ως ΑΠΕ βάσης στο ενεργειακό μίγμα της χώρας κατά την περίοδο 2021-2030 και τις επόμενες δεκαετίες.

    3) Ενίσχυση της εγχώριας αγοράς των πιστοποιημένων συσκευών καύσης βιομάζας και των στερεών βιοκαυσίμων

    Εισαγωγή: Η χώρα μας διαθέτει επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον παραγωγικό τομέα στερεών βιοκαυσίμων είτε μέσω της κατασκευής, εντός της Ελλάδας, λεβήτων (οικιακών και βιομηχανικών) βιομάζας ή μέσω της παραγωγής των ίδιων των εξευγενισμένων στερεών βιοκαυσίμων (υπό την μορφή πελλετών, μπρικετών). Πολλές από τις μονάδες αυτές διαθέτουν στην αγορά πιστοποιημένες συσκευές και προϊόντα εφάμιλλα των αντίστοιχων ευρωπαϊκών, σύμφωνα με τα ισχύοντα πρότυπα και προδιαγραφές.

    Πρόταση: Προγράμματα ενθάρρυνσης της αντικατάστασης παλαιών λεβήτων πετρελαίου από νέας τεχνολογίας, πιστοποιημένους για καύση πελλέτας, όπως τα προγράμματα «Εξοικονομώ κατ’οίκον» κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση και θα πρέπει να έχουν μακροπρόθεσμη-μόνιμη διάρκεια. Ακόμη, για όλες τις περιοχές που δεν έχουν αυτή τη στιγμή ή δεν προβλέπεται μέσα στην επόμενη δεκαετία να αποκτήσουν συνδεσιμότητα με το δίκτυο του εισαγόμενου φυσικού αερίου ή με δίκτυα τηλεθέρμανσης, θα μπορούσαν να δρομολογηθούν επιπλέον μέτρα πριμοδότησης (π.χ. μέσω φοροαπαλλαγής) για την αντικατάσταση λεβήτων/καυστήρων πετρελαίου παλιάς τεχνολογίας (αποδεδειγμένα 15 ετών και πίσω) από πιστοποιημένους λέβητες/καυστήρες βιομάζας εγχώριας προέλευσης, αλλά και εισαγωγής, τόσο σε εφαρμογές κτηρίων τριτογενούς τομέα, όσο και σε οικιακές εφαρμογές

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:48 | Γεώργιος Παπαρσένος

    Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα – Ανάγκη αναθεώρησης

    Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα καλύπτει την περίοδο μέχρι το 2030 και αποτελεί υποχρέωση της χώρας μας με βάση την κοινοτική νομοθεσία.
    Ένα τέτοιο σχέδιο που αφορά στον ενεργειακό τομέα πρέπει να στοχεύει αφ’ ενός στην κάλυψη των αναγκών του τομέα και αφ΄ετέρου, μέσω αυτής, στην γενικότερη ανάπτυξη και ευημερία της χώρας. Με αυτή την διπλή στόχευση, το κριτήριο επιλογής και ιεράρχησης των εναλλακτικών επιμέρους ενεργειακών δράσεων και κατά συνέπεια της εθνικής ενεργειακής στρατηγικής δεν μπορεί να είναι η ελαχιστοποίηση του κόστους για την χώρα, όπως το προς διαβούλευση σχέδιο προτείνει με την υιοθέτηση του ενεργειακού μοντέλου TIMES-GR, αλλά η μεγιστοποίηση του μακροχρόνιου καθαρού οφέλους (όφελος μείον κόστος) για την χώρα ή προτιμότερο, επειδή οι πόροι (χρηματικοί, ανθρώπινοι, και άλλοι) που πρέπει να διατεθούν για την εφαρμογή του σχεδίου είναι εξαιρετικά περιορισμένοι, η μεγιστοποίηση της μακροχρόνιας σχέσης (λόγου) του καθαρού οφέλους προς το κόστος της χώρας, που απεικονίζει την απόδοση στην χρήση των επί μέρους πόρων. Αναμφισβήτητα ο υπολογισμός του καθαρού οφέλους απαιτεί περισσότερη προσπάθεια για τον σχεδιασμό αλλά σε συσχέτιση με το κόστος οδηγεί σε ασφαλέστερες και ορθολογικότερες αποφάσεις. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής η επισήμανση της Διεθνούς Οργάνωσης Ενέργειας στην επισκόπηση του ενεργειακού τομέα της Ελλάδος (Οκτώβριος 2017) για ένα κάποιο έλλειμμα μελετών κόστους – οφέλους προκειμένου να υποστηριχθούν αποφάσεις στον ενεργειακό τομέα. Η επέκταση του κριτηρίου της μεγιστοποίησης του μακροχρόνιου λόγου του «καθαρού οφέλους προς το κόστος» της χώρας στο σύνολο των τομέων της χώρας, πέραν του ενεργειακού, θα βοηθούσε στην ορθολογικότερη εν γένει κατανομή των προς διάθεση πόρων της χώρας.
    Η προσπάθεια της διεθνούς κοινότητας για αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η συνακόλουθη με αυτή προσαρμογή του ενεργειακού συστήματος έχει χρονικό ορίζοντα μέχρι το τέλος του αιώνα. Είναι επίσης αποδεκτό ότι πρέπει μέχρι το 2050 να έχουμε πετύχει το σημαντικότερο μέρος της προσαρμογής, προσδιορισμένο στη βάση συγκεκριμένων στόχων. Ήδη είναι σε εξέλιξη ένας τέτοιος διάλογος εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την αυστηρότητα των στόχων για το 2050 λαμβάνοντας υπόψιν τις απαιτήσεις της Συμφωνίας των Παρισίων για το Κλίμα για αποτροπή αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη ευλόγως κάτω των 2 o C. Συνεπώς ο στρατηγικός σχεδιασμός στον ενεργειακό τομέα πρέπει να εκτείνεται τουλάχιστον μέχρι το 2050 και σε συμβατότητα με αυτόν πρέπει να διατυπωθεί σχεδιασμός λεπτομερέστερος σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα μέχρι το 2030 που αποτελεί την υποχρέωση στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα. Αντίθετα, το υπό διαβούλευση σχέδιο παρουσιάζει μια σειρά ενεργειακών δράσεων μέχρι το 2030 και απλώς επεκτείνει την επίδραση των δράσεων αυτών μέχρι το 2040. Επιπρόσθετα, παρά τις γενικόλογες αναφορές στο κείμενο, δεν παρουσιάζει συστηματικά κάποια οργανική συνοχή και ιεράρχηση μεταξύ των δράσεων αυτών αλλά ούτε τους απαιτούμενους πόρους και τη δομική οργάνωση και διαχείρισή τους για την επιτυχή υλοποίηση του συνολικού κύκλου κάθε δράσης, όπως και τα ενεργειακά και κλιματικά αποτελέσματα κάθε δράσης σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της για την χώρα, άμεσες και έμμεσες. Ακόμα και μια προκαταρκτική ιεράρχηση, που προκύπτει από την συσσωρευθείσα εμπειρία ανάλυσης και εφαρμογής ενεργειακών στρατηγικών και πολιτικών διεθνώς, ανεξάρτητα αν αναφερόμαστε σε μέτρα, έργα, πολιτικές ή στρατηγικές λείπει (π.χ. πρώτα εξοικονόμηση ενέργειας και διαχείριση ενέργειας, μετά ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και αποκεντρωμένη / κατανεμημένη παραγωγή και στο τέλος καθαρότερα συμβατικά καύσιμα και νέες υποδομές σε αυτά, για να αποφευχθούν περιθωριοποιημένα πάγια στο μέλλον. Για τους ανανεώσιμους πόρους, σε συνέχεια βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, πρώτα άμεση χρήση τους σε μορφή ενέργειας που προσιδιάζει με την κάλυψη της ανάγκης (θερμική άνεση, οπτική άνεση, επικοινωνία, μετακίνηση, διεργασία παραγωγής, κλπ), με αποφυγή ενδιάμεσων μετατροπών ενέργειας και μετά αποδοτική χρήση του ηλεκτρισμού που παράγεται από ανανεώσιμο πόρο στους τομείς της παραγωγής / χρήσης θερμότητας, των μεταφορών και της βιομηχανίας. Για τα καθαρότερα συμβατικά καύσιμα μια προκαταρκτική ιεράρχηση, όπως για τους ανανεώσιμους πόρους, ανωτέρω).
    Το έλλειμμα αυτό δημιουργεί ισχυρές αμφιβολίες για την αξιοπιστία του σχεδίου, ειδικά όταν κάποιες υφιστάμενες δράσεις, που προτείνεται να επαναληφθούν, δεν έχουν επιφέρει μέχρι σήμερα τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αναμφίβολα, στο σχέδιο διατυπώνονται ορισμένες κατευθύνσεις πολιτικής από τις οποίες προσδοκάται βελτίωση ορισμένων δράσεων. Η παρουσίαση ενός και μόνο βασικού σεναρίου δράσεων χωρίς εναλλακτικά σενάρια, όπως και η μη παρουσίαση αποτελεσμάτων από αναλύσεις ευαισθησίας στην διακύμανση κάποιων βασικών παραμέτρων που επηρεάζουν το εθνικό ενεργειακό σύστημα, δημιουργούν εύλογες απορίες και αμφιβολίες.
    Στο σχέδιο παρέχονται στοιχεία ότι οι προτεινόμενες δράσεις θα καλύψουν τους ενεργειακούς στόχους της χώρας για το 2030, που απαιτούνται από την νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ορισμένοι όμως από τους στόχους προσδιορισμένοι με τις συνθήκες του 2005 ή του 2007, λόγω της κρίσης της χώρας και την συνακόλουθη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσής της, έχουν καταστεί εξαιρετικά χαλαροί και επί της ουσίας ακατάλληλοι, ανεξάρτητα από την ανάγκη τυπικής αναφοράς τους. Από τα αναλυτικά στοιχεία που παρατίθενται στο σχέδιο δημιουργούνται ισχυρές επιφυλάξεις για την συμμόρφωσή του με την συμφωνία των Παρισίων για το κλίμα, που έχει τεθεί σε ισχύ τόσο από την χώρα μας όσο και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η χαμηλή εξοικονόμηση ενέργειας σε συνδυασμό με την υψηλή συμμετοχή του πετρελαίου στην συνολική ενεργειακή κατανάλωση της χώρας για τα έτη 2030 και 2040, σύμφωνα με το σχέδιο, δεν συνάδουν με σενάρια ενεργειακών πολιτικών για την συμμόρφωση με την συμφωνία των Παρισίων, που δημοσιεύονται από διεθνείς οργανισμούς, όπως η Διεθνής Οργάνωση Ενέργειας. Για παράδειγμα το σχέδιο εκτιμά εξοικονόμηση της συνολικής ακαθάριστης εγχώριας ενεργειακής κατανάλωσης κατά 5,6 % και 2,6 %, το 2030 και το 2040, αντίστοιχα, έναντι εκείνης για το 2016, ενώ σενάρια πολιτικών συμμόρφωσης με την συμφωνία των Παρισίων εκτιμούν, αντίστοιχα, εξοικονόμηση άνω του 10 % και περί το 20 %. Ομοίως το σχέδιο εκτιμά συμμετοχή του πετρελαίου στην συνολική ακαθάριστη εγχώρια ενεργειακή κατανάλωση για τα έτη 2030 και 2040, αντίστοιχα, στα επίπεδα του 40 %, ενώ σενάρια ενεργειακών πολιτικών για την συμμόρφωση με την συμφωνία των Παρισίων εκτιμούν την επιθυμητή συμμετοχή στο ήμισυ ή χαμηλότερα. Οι αποκλίσεις είναι πολύ μεγάλες και πρέπει να τεκμηριωθούν. Εμπλουτισμός του σχεδίου με πειστικά υποστηρικτικά στοιχεία θα περιορίσει την όποια αμφιβολία για την αξιοπιστία του.
    Στην βάση των ανωτέρω, η παρουσιαζόμενη σημαντική αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τα έτη μέχρι το 2030 και 2040 ενδεχομένως να υπολείπεται σημαντικά της ενδεδειγμένης τελικά αύξησης (που μπορεί να φθάσει και σε διπλασιασμό ακόμα των αναφερομένων τιμών εγκατεστημένης ισχύος το 2030). Το αναφερόμενο μέγεθος της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ορθολογική ένταξη των διακοπτόμενων ανανεώσιμων πηγών (ηλιακή φωτοβολταϊκή, αιολική), φαίνεται να υπολείπεται σημαντικά από το απαιτούμενο μέγεθος που προκύπτει από σχετικές διεθνείς μελέτες και πρέπει να τύχει επανεξέτασης, όπως και περαιτέρω ανάλυσης ως προς το μίγμα και τα τεχνικά χαρακτηριστικά (ειδικά της ηλεκτρικής ισχύος εκφόρτισης) των τεχνολογιών που θα αξιοποιηθούν (αντλιοταμίευση, στατές και κινητές μπαταρίες, άλλες τεχνολογίες). Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, επιπρόσθετα της εξοικονόμησης ενέργειας και της μείωσης του πετρελαίου έναντι συμβατικών αυτοκινήτων, μπορούν να συνεισφέρουν με τις κινητές μπαταρίες τους στην απαιτούμενη αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτός είναι ισχυρός λόγος για να επανεξετασθεί και μελετηθεί επαρκώς το μέγεθος της διείσδυσης ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην χώρα μας που φαίνεται να υπολείπεται του ενδεδειγμένου μεγέθους στο υπό διαβούλευση σχέδιο.
    Ενώ για το 2030, το άθροισμα των αναφερόμενων στο σχέδιο τιμών ηλεκτρικής ισχύος (ευέλικτης) βάσης φαίνεται να επαρκεί για την κάλυψη των αναμενόμενων αιχμών ηλεκτρικού φορτίου, δεν συμβαίνει το ίδιο για το 2040. Η εξάντληση του υδροηλεκτρικού δυναμικού και του δυναμικού της αντλιοταμίευσης της χώρας, που μπορούν να συνεισφέρουν σημαντική ισχύ(ευέλικτης) βάσης, πρέπει να τύχει χρονικής και όχι μόνο προτεραιότητας στο εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό.
    Συμπερασματικά, το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα πρέπει να αναλυθεί περαιτέρω, συζητηθεί σε βάθος, αναθεωρηθεί δεόντως και παρουσιασθεί με πειστικότερη τεκμηρίωση.

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛ.Ε.Α.ΒΙΟΜ.), το μακροβιότερο ελληνικό σωματείο στον χώρο των ΑΠΕ, συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση για τον ΕΣΕΚ καταθέτοντας μία δέσμη 10 θέσεων-προτάσεων για την διεύρυνση του ρόλου της βιοενέργειας ως ΑΠΕ βάσης στο ενεργειακό μίγμα της χώρας κατά την περίοδο 2021-2030 και τις επόμενες δεκαετίες.

    2) Ενίσχυση της συμπαραγωγής ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας

    Εισαγωγή: Τόσο η Ευρωπαϊκή νομοθεσία όσο – κυρίως – οι ίδιοι οι κανόνες της τέχνης και της επιστήμης έχουν ορίσει την Συμπαραγωγή Ηλεκτρικής και Θερμικής Ενέργειας Υψηλής Αποδοτικότητας ως την βέλτιστη λύση παραγωγής ενέργειας. Η στερεή βιομάζα και τα αέρια βιοκαύσιμα αποτελούν εξαιρετικές πρώτες ύλες για την συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας.

    Πρόταση: Στις τιμές αναφοράς των κατηγοριών 6 & 7 του Πίνακα 1 της περίπτωσης β του αρ. 4 του Ν.4014/16 πρέπει να προβλέπεται προσαύξηση κατά κάποιο ποσοστό (της τάξεως του 20%) για την ηλεκτρική ενέργεια που συμπαράγεται ταυτόχρονα με θερμότητα. Με αυτή τη ρύθμιση, υπάρχει ισχυρό κίνητρο για αξιοποίηση της συμπαραγόμενης θερμότητας στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφαρμογή αντίστοιχης πρακτικής πριμοδότητησης της συμπαραγωγής στο εξωτερικό συνδυάστηκε με νέες επενδύσεις και στην αγροτική οικονομία που θα αξιοποιούν την συμπαραγόμενη θερμική ενέργεια (π.χ. θερμοκήπια, ξηραντήρια αγροτικών προϊόντων, κ.λπ.) αλλά και σε άλλες εφαρμογές (π.χ. τηλεθέρμανση μικρών οικισμών, Κέντρα Υγείας, Δημοτικά Κτίρια, κ.λπ.)

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:01 | Bυτανου Κρουλ Σιουσι

    «Μονο οταν κοπεί και το τελευταίο δέντρο,
    μόνο όταν δηλητηριαστεί και ο τελευταίος ποταμός,
    μόνο όταν πιαστεί και το τελευταίο ψάρι,
    μόνο τότε θα ανακαλύψεις
    ότι τα χρήματα δεν τρώγονται..»
    Προφητεία των Ινδιάνων Κρι
    Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε αποκλειστική χρήση είναι ένα πρώτο πολύ σημαντικό βήμα που έχουμε πλέον όλα τα μέσα και τη γνώση να πραγματοποιήσουμε, σε μια οικουμενική προσπάθεια για έναν υγιή πλανήτη που ζει σε αρμονία με τη φύση. Αφήστε επιτέλους το συμφέρον στην άκρη και αναλογιστείτε τις συνέπειες τέτοιων αποφάσεων και πόσο μπορούμε να συμβάλλουμε θετικά στην ανθρώπινη εξέλιξη αφήνοντας πισω μας πεπερασμένες πρακτικές και αντιλήψεις και αγκαλιάζοντας το καινούργιο.

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛ.Ε.Α.ΒΙΟΜ.), το μακροβιότερο ελληνικό σωματείο στον χώρο των Α.Π.Ε. διαθέτοντας δίκτυο μελών από επιχειρήσεις, επιστήμονες και επαγγελματίες οι οποίοι δραστηριοποιούνται στον κλάδο της αξιοποίησης βιομάζας και βιοενέργειας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο και συμμετέχοντας ως Εθνικός Σύνδεσμος – πλήρες μέλος στον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Σύνδεσμο Βιοενέργειας “Bioenergy Europe”, έχει κύρια επιδίωξη τη βιώσιμη ενεργειακή αξιοποίηση βιομάζας σε εθνικό επίπεδο και την υποστήριξη της επιστημονικής έρευνας για την ανάπτυξη και επιτυχημένη εφαρμογή στην ελληνική αγορά κατάλληλων τεχνολογιών βιοενέργειας και παραγωγής βιο-προϊόντων.

    Η ΕΛΕΑΒΙΟΜ συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση για τον ΕΣΕΚ καταθέτοντας μία δέσμη 10 θέσεων-προτάσεων για την διεύρυνση του ρόλου της βιοενέργειας ως ΑΠΕ βάσης στο ενεργειακό μίγμα της χώρας κατά την περίοδο 2021-2030 και τις επόμενες δεκαετίες.

    1) Χωροθέτηση Θέσεων για την Προσωρινή Αποθήκευση της Αγροτικής/Δασικής Υπολλειμματικής Βιομάζας

    Εισαγωγή: Η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου παράγονται πολύ μεγάλες ποσότητες αγροτικής και δασικής υπολλειμματικής βιομάζας. Η έλλειψη ανάλογου αριθμού επενδύσεων σε έργα παραγωγής ενέργειας από βιομάζα, πέραν των όποιων θεσμικών εμποδίων παρουσιάζονται και προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό και στην μη ύπαρξη μοντέλου διαχείρισης της αγροτικής ή/και δασικής βιομάζας. Και αν για τα δάση υπάρχει κάποιες φορές η δικαιολογία της απομακρυσμένης πρόσβασης ή της ύπαρξης περιβαλλοντικά ευαίσθητων περιοχών, για την μη αξιοποίηση της υπολλειμματικής αγροτικής, κτηνοτροφικής και αγροβιομηχανικής βιομάζας η μόνη δικαιολογία είναι η ανυπαρξία κάποιου αξιόπιστου μοντέλου συλλογής και προσωρινής αποθήκευσής της, πριν την περαιτέρω επεξεργασία.

    Πρόταση: Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και τους κλαδικούς και επιστημονικούς φορείς που γνωμοδοτούν και συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ορθολογικής ενεργειακής αξιοποίησης βιομάζας, πρέπει να μελετήσουν και να προτείνουν ένα μοντέλο διαχειριστικής αλυσίδας ανά Περιφέρεια της χώρας και με βάση το κατά τόπους διαθέσιμο δυναμικό. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναπτυχθούν υποδομές προσωρινής εναπόθεσης, προεπεξεργασίας και αποθήκευσης της υπολειμματικής βιομάζας εντός ιδιωτικών χώρων/οικοπέδων ή/και κεντρικών σημείων συλλογής (διαχειριστικά κέντρα βιομάζας), η ύπαρξη των οποίων θα καταπολεμά την κακή πρακτική ανοικτών εστιών καύσης που παρατηρούνται στην ύπαιθρο. Τα διαχειριστικά κέντρα μπορεί να είναι είτε ιδιωτικά ή να ανήκουν σε δημόσιους φορείς (π.χ. δήμο ή περιφέρεια) και η ύπαρξή τους θα καθιστά γενικά ευκολότερη την πρόσβαση σε βιομάζα και την αξιοποίησή της μέσω των δραστηριοτήτων της κυκλικής οικονομίας.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:02 | Αγγελική Σοφού (ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΖΥΘΟΠΟΙΙΑ Α.Ε.)

    Η Αθηναϊκή Ζυθοποιία ΑΕ είναι έτοιμη να επενδύσει σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας στο εργοστάσιο της στην Πάτρα, ωστόσο το δίκτυο υψηλής τάσης είναι κορεσμένο και απαιτείται να επισπευσθεί η παροχή δικτύου υψηλότερης τάσης από την τρέχουσα οπότε και να ολοκληρωθεί η νέα γραμμή που είναι στον σχεδιασμό για να μπορέσει να προχωρήσει η επένδυση. Επίσης θα πρέπει το VNM (Virtual Net Metering) και τα PPAs / TPAs να εναρμονιστούν με τα Ευρωπαϊκά πρότυπα προσφέροντας ευελιξία εφαρμογής και χρήσης συνδυάζοντας τη δραστηριότητα βιομηχανιών των οποίων η κύρια δραστηριότητα δεν είναι η παραγωγή αλλά η χρήση ενέργειας, με βιομηχανίες και επενδυτές που εξειδικεύονται στον χώρο. Αυτό θα δώσει το έναυσμα για επιτάχυνση του σχεδίου ανάπτυξης των ΑΠΕ στην χώρα μας.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:42 | Γιώργος Οικονόμου

    Η ευρωπαϊκή επιτροπή έστειλε 2 προειδοποιητικές επιστολές για τη συμμόρφωση και εναρμόνιση του ενεργειακού χωροταξικού των ΑΠΕ με τους ευρωπαϊκούς περιβαλλοντικούς κανόνες, και κυρίως όσον αφορά στις προστατευόμενες περιοχές Natura. Πως γίνεται στο νέο χωροταξικό να εξαιρούνται εκτός ορισμένων περιπτώσεων από την τοποθέτηση ΒΑΠΕ οι περιοχές Νatura, και να μην ακυρώνονται οι άδειες που έχουν εγκριθεί για περιοχές Νatura μέχρι τώρα, όπως στα Άγραφα και στη Σαμοθράκη, και μάλιστα με ανακριβείς μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων όπως αποκαλύπτονται από την προσφυγή στο Σ.Τ.Ε κατά των αιολικών στα Άγραφα!!!
    Πως επιτρέψατε να καταστραφεί περιβαλλοντικά η Νότια Εύβοια, η Μάνη, και μεγάλο μέρος της Κρήτης. Ποια θα είναι η οικολογική και ακολούθως τουριστική αξία αυτών των περιοχών στο παρόν και πολύ περισσότερο όταν οι ανεμογεννήτριες σε 20 χρόνια τεθούν εκτός λειτουργίας και απομείνουν σιδερένια φαντάσματα στις κορυφές των βουνών μας? Νομίζετε ότι υπάρχει τρόπος μετά από 20 χρόνια να απαιτήσετε από τις εταιρίες το κόστος απεγκατάστασης που είναι τεράστιο. Που θα απορριφτούν όλα αυτά τα υλικά. Η Γερμανία θα τα πετάξει στη Αφρική εμείς τι δυνατότητες έχουμε? Πόσα αμόλυντα ποτάμια υπάρχουν πλέον στην Ελλάδα και εγκρίνετε την κατασκευή εκατοντάδων υδροηλεκτρικών σε όλα τα βουνά μας. Πως θωρακίζετε την ελληνική φύση όταν όλα τα νομοθετήματα και οι διατάξεις μέχρι τώρα διευκολύνουν τις εταιρίες να συνεχίζουν το κερδοσκοπικό τους παιχνίδι.
    Κυρίες και Κύριοι και φροντίστε το δημόσιο συμφέρον και διορθώστε τα κακώς κείμενα γιατί απλώς νομίζω συνεχίζετε το έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων και τελικά θα μείνετε στην ιστορία σαν οι καταστροφείς των προστατευόμενων περιοχών. Ακόμα και αν πραγματικά πιστεύετε ότι καταστρέφοντας την Ελλάδα θα σώσετε τον πλανήτη εμείς θα σταθούμε απέναντι σας ενημερώνοντας τους πολίτες για το ποιοι έστησαν και επωφελούνται από την κακή εφαρμογή της «πράσινης ανάπτυξης»

  • O Σύνδεσμος Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (Σ.Ε.Ε.Π.Ε.) προτείνει την απεμπλοκή των Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (Ε.Ε.Π.) από τα Καθεστώτα Επιβολής ενεργειακής απόδοσης, για λόγους που έχουν ήδη τεκμηριωθεί προς το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Οι Ε.Ε.Π. αφενός δεν έχουν την απευθείας σχέση με τους καταναλωτές ώστε να μπορούν να τους επηρεάσουν άμεσα και αποτελεσματικά. Αφετέρου, το κόστος συμμόρφωσης που θα προκύψει από την συμμετοχή των Ε.Ε.Π. στα Καθεστώτα Επιβολής απειλεί τη βιωσιμότητά τους, εφόσον το κόστος συμμόρφωσης ύψους 0,5 εκ €/ktoe είναι ιδιαίτερα αυστηρό και υπέρμετρο. Εξάλλου, τα περισσότερα από τα προαναφερόμενα μέτρα πλήττουν άμεσα και δραστικά τη ζήτηση υγρών καυσίμων. Η νέα Οδηγία της Ε.Ε. για την Ενεργειακή Απόδοση προβλέπει τη δυνατότητα των Κρατών-Μελών να εξαιρέσουν τις Ε.Ε.Π. από τα Καθεστώτα Επιβολής της υποχρέωσης και να θεσπίσουν εναλλακτικά μέτρα για την επίτευξη των στόχων. Άλλωστε, τα προβλεπόμενα στο παρόν σχέδιο του ΕΣΕΚ – μέτρα πολιτικής για τη βελτίωση ενεργειακής απόδοσης μεταφορών (σελ. 173 του σχεδίου του ΕΣΕΚ) – κρίνονται ικανά για την επίτευξη των στόχων.

    Ειδικότερα επί του ΕΣΕΚ:
    1. Δεν είναι σαφής η χρήση των φορολογικών κινήτρων για την προώθηση εναλλακτικών καυσίμων στις μεταφορές (βιοκαύσιμα, υβριδικά, ηλεκτρικά, φυσικό αέριο, υγραέριο), όπως αναφέρονται στη σελ. 173 του σχεδίου του ΕΣΕΚ (Μ6.6).
    2. Δεν είναι ολοκληρωμένο το θεσμικό πλαίσιο ανάπτυξης υποδομών για την προώθηση των εναλλακτικών καυσίμων στις μεταφορές, όσον αφορά στους σταθμούς φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων και φυσικού αερίου και την κοστολόγηση των εναλλακτικών καυσίμων (σελ. 173 Μ6.6).
    3. Δεν είναι σαφές τι περιλαμβάνει η ενίσχυση των πρατηρίων, όπως αναφέρεται στη σελ. 184 του σχεδίου του ΕΣΕΚ: «για να ενισχυθεί η διείσδυση των εναλλακτικών καυσίμων και η ηλεκτροκίνηση σχεδιάζεται η ενίσχυση των πρατηρίων ώστε να εκσυγχρονιστούν και να προμηθεύουν στους καταναλωτές το σύνολο των εναλλακτικών καυσίμων».
    4. Θα πρέπει να θεσμοθετηθούν κίνητρα για το υγραέριο (LPG) αντίστοιχα με αυτά του φυσικού αερίου, μιας και πρόκειται επίσης για εναλλακτικό και ενεργειακά αποδοτικό καύσιμο.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:04 | Renia T

    Σχετικα με το κειμενο προς διαβουλευση, επισημαινονται τα παρακατω:  1) Αν και ο πρωταρχικος στοχος που αναγραφεται στον προλογο, αναφερεται ρητα στην προστασια του περιβαλλοντος (σελ31) ουδεμια αναλυση και ουσιαστικη αναφορα γινεται για τις συνεπειες των βιομηχανικων εργων ΑΠΕ στο περιβαλλον. 2) Αντιστοιχα και για τη «βιωσιμη εκβιομηχανιση» που αναφερεται, οπου δεν αναλυεται πως σκεπευεται να επιτευχθει. 3) Οι «νεες θεσεις εργασιας» που αναφερονται στο κειμενο σε διαφορα σημεια (σελ 3, σελ 148, κα) ειναι παραπλανητικο επιχειρημα, καθως δεν τεκμηριωνεται επιπεδο ειδικο τητων και κυριως δεν διευκρινιζεται οτι αφορα μονο προσωρινες θεσεις εργασιας και οχι μονιμες θεσεις (πχ στις Αιολικες Εγκαταστασεις δημιουργειται ουσιαστικα μονο 1 μονιμη θεση εργασιας ανα εγκατασταση, για τη φυλαξη ) 4) Αν και διατυπωνεται ρητα (σελ 15-16, 103-104, κ.α) οτι οι στοχοι εχουν επιτευχθει εξακολουθειται να γινεται προσπαθεια να ξεπεραστουν με οτι αυτο σημαινει σε «μοιρασμα  επιδοτησεων» και περιβαλλοντικες συνεπειες απο τις Βιομηχανικες Εγκαταστασεις των ΑΠΕ. 5) Κανενας ουσιαστικος σχεδιασμος δεν αναγραφεται για τη διακυμανση της ενεργειας που μεταβαλλεται λογω καιρικων συνθηκων, συνεπως και δεν υπαρχει εναλλακτικο σχεδιο ωστε να διασφαλιζεται η συνεχη παροχη ενεργειας  6) Δε γινεται καμια αποτιμηση των περιβαλλοντικων επιπτωσεων των εργων ΑΠΕ που εχουν δημιουργηθει μεχρι σημερα, ωστε να αιτιολο γουνται οι σχεδιαζομενες ενεργειες. 7) Καμια ρητρα η/και κανενα σημαντικο μετρο βελτιωσης και κινητρο για την εξοικονομιση ενεργειας σε μεταφορες, βιομηχανια και οικιακη καταναλωση, δεν αναγραφεται. 8) Ειναι σαφες το βαρος που δινεται στην αναπτυξη των ΑΠΕ στο αμεσο μελλον. Δεδομενου οτι αναφερομαστε ωστοσο σε ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΕΣ εγκαταστασεις ταιραστιας κλιμακας, θα επρεπε να εχει προηγηθει ρεαλιστικη αποτυπωση των επιπτωσεων τους στο περιβαλλον προκειμενου να αξιολογειται η επενδυση η να αποδεικνυεται το αμφιβολο οφελος, παρολα αυτα, απο αυτη. 9) Κρινεται οτι θα πρεπει να υπαρχει σαφης αποτυπωση των αιολικων εγκαταστασεων, των υδροηλεκτρικων εργων κ.α εστω…σε παραρτημα…προκειμενου να αντιλαμβανεται ο πολιτης το μεγεθος της μεχρι τωρα επενδυσης σε χρημα, δεσμευμενα χωροταξικα μεγεθη, μεγεθη καταναλωσης και εκλυσης ενεργειας, κλπ

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:53 | Γιώργος Οικονόμου

    Η ευρωπαϊκή επιτροπή έστειλε 2 προειδοποιητικές επιστολές για τη συμμόρφωση και εναρμόνιση του ενεργειακού χωροταξικού των ΑΠΕ με τους ευρωπαϊκούς περιβαλλοντικούς κανόνες, και κυρίως όσον αφορά στις προστατευόμενες περιοχές Natura. Πως γίνεται στο νέο χωροταξικό να εξαιρούνται εκτός ορισμένων περιπτώσεων από την τοποθέτηση ΒΑΠΕ οι περιοχές Νatura, και να μην ακυρώνονται οι άδειες που έχουν εγκριθεί για περιοχές Νatura μέχρι τώρα, όπως στα Άγραφα και στη Σαμοθράκη, και μάλιστα με ανακριβείς μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων όπως αποκαλύπτονται από την προσφυγή στο Σ.Τ.Ε κατά των αιολικών στα Άγραφα!!! Πως επιτρέψατε να καταστραφεί περιβαλλοντικά η Νότια Εύβοια, η Μάνη, και μεγάλο μέρος της Κρήτης. Ποια θα είναι η οικολογική και ακολούθως τουριστική αξία αυτών των περιοχών στο παρόν και πολύ περισσότερο όταν οι ανεμογεννήτριες σε 20 χρόνια τεθούν εκτός λειτουργίας και απομείνουν σιδερένια φαντάσματα στις κορυφές των βουνών μας? Νομίζετε ότι υπάρχει τρόπος μετά από 20 χρόνια να απαιτήσετε από τις εταιρίες το κόστος απεγκατάστασης που είναι τεράστιο. Που θα απορριφτούν όλα αυτά τα υλικά. Η Γερμανία θα τα πετάξει στη Αφρική εμείς τι δυνατότητες έχουμε? Πόσα αμόλυντα ποτάμια υπάρχουν πλέον στην Ελλάδα και εγκρίνετε την κατασκευή εκατοντάδων υδροηλεκτρικών σε όλα τα βουνά μας. Πως θωρακίζετε την ελληνική φύση όταν όλα τα νομοθετήματα και οι διατάξεις μέχρι τώρα διευκολύνουν τις εταιρίες να συνεχίζουν το κερδοσκοπικό τους παιχνίδι.
    Κυρίες και Κύριοι και φροντίστε το δημόσιο συμφέρον και διορθώστε τα κακώς κείμενα γιατί απλώς νομίζω συνεχίζετε το έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων και τελικά θα μείνετε στην ιστορία σαν οι καταστροφείς των προστατευόμενων περιοχών. Ακόμα και αν πραγματικά πιστεύετε ότι καταστρέφοντας την Ελλάδα θα σώσετε τον πλανήτη εμείς θα σταθούμε απέναντι σας ενημερώνοντας τους πολίτες για το ποιοι έστησαν και επωφελούνται από την κακή εφαρμογή του αφηγηματος «πράσινη ανάπτυξη».

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:48 | Maria Presvelou

    “Το προτεινόμενο Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα συνάδει με σενάρια αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας άνω των 3°C, παραβιάζει τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα που έχει ήδη επικυρώσει η χώρα, και αδυνατεί να μας προστατέψει από τις καταστροφικές κλιματικές αλλαγές.

    Η χώρα οφείλει να στραφεί άμεσα προς την καθαρή ενέργεια και να εναρμονιστεί με τα επιστημονικά δεδομένα με συγκεκριμένα βήματα:

    Σταδιακή αλλά οριστική απεξάρτηση από τον λιγνίτη έως τις αρχές της δεκαετίας του 2030 με ουσιαστική υποστήριξη των λιγνιτικών περιοχών της χώρας
    Μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050
    100% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως τα τέλη της δεκαετίας του 2030
    Ακύρωση όλων των σχεδίων για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.
    Αυτοί οι στόχοι είναι φιλόδοξοι, αλλά αναγκαίοι και πλήρως ρεαλιστικοί. Σε αυτή την επιλογή, η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη της, όπως δείχνει άλλωστε και το πρόσφατο παράδειγμα της Ισπανίας αλλά και άλλων χωρών.
    Σας ζητάμε να αναλάβετε την ευθύνη που σας αναλογεί και να θέσετε την ασφάλεια και τη μακροχρόνια ευημερία της χώρας μας πάνω από οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα.”

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 13:41 | Γεώργιος Αμανατίδης, Μαρία Αμανατίδου, Χρήστος Ζερεφός

    – Η μελέτη βασίζεται σε αποτελέσματα του ενεργειακού μοντέλου TIMES. Το μοντέλο TIMES για την Ελλάδα (TIMES-GR) έχει σχεδιαστεί από το ΚΑΠΕ. Τα αποτελέσματα του μοντέλου βασίζονται σε αισιόδοξες υποθέσεις που δεν υποστηρίζονται από συγκεκριμένες δράσεις σε εθνικό επίπεδο για να τις κάνουν αξιόπιστες. Η μελέτη αναφέρει επίσης προκλήσεις για την επίτευξη των στόχων για το 2030 που επίσης δεν υποστηρίζονται από συγκεκριμένες δράσεις με επακριβή χρονοδιαγράματα. Οι όποιες συγκεκριμένες δράσεις αναφέρονται/περιορίζονται στην εξόρυξη υδρογονανθράκων! Einai mia ependysh high financial and environmental cost enw oi nees ependyseis tha eprepe na strafoun stis RES pou h Ellada diathetεi afthones oxi mono gia thn paragwgh electricity, alla for heating and cooling and for mobility electrification.

    – Εθνικοί ενεργειακοί και περιβαλλοντικοί στόχοι για τις ΑΠΕ δεν είναι φιλόδοξοι:

    Η μελέτη αναφέρει (p14) ότι η συνεισφορά των ΑΠΕ στην κατανάλωση ενέργειας στην ελληνική επικράτεια το έτος 2016 ως μερίδιο στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας ανέρχεται στο 15,2% (έναντι στόχου 18% για το 2020). Το μερίδιο συμμετοχής των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας για την περίοδο 2021-2030 (p43) να ανέλθει τουλάχιστον στο 30%. Pws tha ftasoume se auto to 30% den anaferetai katholou. Kanena plano gia megala ethnika aiolika i photovoltaika i gewthermika parka. To pososto auto einai gia thn Ellada xamhlo dedomenou oti to meso Eurwpaiko tha einai 32% kai h Ellada mporei na petyxei poly ypshlotero me to kostos twn RES na exei exei pesei toso poly.

    – H δυνατότητα έγχυσης ή υδρογόνου ή μεθανίου που παράγεται από ΑΠΕ στο δίκτυο φυσικού αερίου. Auto tha yparxei mono kai otan yparxei yperparagwgh electricity apo RES me apotelesma h paragwgh H2 apo hlektrolysh na exei oikonomiko nohma.

    – Η μελέτη καταδεικνύει την μεγάλη και δυσανάλογη εξάρτηση της χώρας από εισαγωγές ενέργειας (p26). Ο δείκτης ενεργειακής εξάρτησης κινείται κοντά στο 70%. Με 73,6% για το έτος 2016, η χώρα βρίσκεται υψηλότερα από τον αντίστοιχο δείκτη σε επίπεδο Ε.Ε. (54%).

    H meiwsh the energeiakhs exarthshs einai epithymhth, alla den epitygxanetai me apla nees diasyndeseis!

    – Στόχοι εξέλιξης και λειτουργίας ενεργειακού συστήματος (p46):

    The grid connection twn nisiwn den einai h optimum lysh, alla h dhmiourgeia of small and smart distributed systems sta nisia me dynatothtes energeiakhs apothikeushs.

    – Αντιμετώπιση ενεργειακής ένδειας: poia einai ta metra an ontws yparxei enegeikh endeia? H paroxh fthnou petrelaiou thermanshs den einai lysh….

    – Προώθηση σχημάτων ενεργειακών κοινοτήτων: to metro einai kalo se syndyasmo omws me metra gia increasing buiding efficiency and building refurbishment.

    – Διεύρυνση της χρήσης φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση: einai metro pou synexizei thn ergeiakh exartish, alla kai tis ekpompes CO2. To fysiko aerio mporei na exei kalyterh kaush apo to petreleio alla den pauei na einai hydrocarbon…

    – Μείωση του ενεργειακού κόστους den einai stoxos me vash opws legetai: διαμορφούμενη αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και των ειδικών ομάδων αυτών, καθώς και τις όποιες ιδιαιτερότητες που σχετίζονται με τοπικά χαρακτηριστικά, antitheta h meiwsh tou energeiakou kostous prepi na epitheyxthei gia olous. Diafiretika einai subjective measure.

    – 4.3.2.1 Μέτρα πολιτικής προώθησης ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (p64):

    Από τις αρχές του έτους 2016 το νέο πλαίσιο στήριξης των μονάδων ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ στη βάση Λειτουργικής Ενίσχυσης με τη μορφή είτε Διαφορικής Προσαύξησης είτε Σταθερής Τιμής βρίσκεται σε λειτουργία. Το συγκεκριμένο καθεστώς στήριξης αναμένεται να είναι το βασικότερο μέτρο πολιτικής για την ενίσχυση μονάδων ΑΠΕ μέχρι το έτος 2030… To metro auto an synexistei tha einai antiokonomiko kai tha exei san apotelema thn auxiwi tou kostous tou hlektrismou gia ton katanalwth. Gia meshs kai megalhs emveleias erga h ανταγωνιστική διαδικασία για την περίπτωση αιολικών και φωτοβολταϊκών μονάδων einai mia poly kalyterh lysh.

    – 4.3.2.3 Μέτρα πολιτικής προώθησης ΑΠΕ στις μεταφορές (p67):

    Dinetai lathos emfsh sto biodiesel pou en telei den mporei para na anamigxei se ena megisto pososto (7%) kai den antikathista to diesel, oute meiwnei tis ekpompes CO2. H hlektrokinhsh kai h dhmiourgia diktyou elektrofortishs tha htan mia pio forward looking politikh.

    – 4.4.2.2 Μέτρα πολιτικής βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης στα κτίρια (p72):

    Tha prepi na syndyastoun me metra gia egkatasth RES sta ktiria kai th dhmiourgia energiakvn koinothtwn. Apo mona ths h βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στα κτίρια einai idiaitera akrivh ependysh.

    – 4.4.2.4 Μέτρα πολιτικής βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης στη βιομηχανία (p75):

    Einai enas tomeas poly shmantikos alla katholou developed sto paron dcoument. Tomeis energovoroi opws h tsimentoviomhxania xrizoun eidikhs prosoxhs kai metrxn . To idio isxyei gia thn gewrgia pou tha mporouse na provlefthei px. egkatastash PV se thermokipia.

    – 4.2.1.8 Μείωση εκπομπών φθοριούχων αερίων (p61):

    Οι έλεγχοι συμμόρφωσης σύμφωνα με τους παρόντες Κανονισμούς της ΕΕ διεξάγονται από τις αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους. Σε περιπτώσεις παράβασης του νόμου επιβάλλονται κυρώσεις από τις αρμόδιες αρχές. Anti na sugkekrimenopoieitai pws, pou kai pote tha ginontai oi eleghoi stin Ellada, grafontai autes oi genikotites…

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 12:53 | Φραντζέσκος Καλλιβρουσης

    ΕΘΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΙΜΑ – Προτάσεις απο Φραντζεσκο Καλλ. / Αρχιτέκτονα Μηχ. Ε.Μ.Π. & μέλους των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ ΠΡΑΣΙΝΩΝ :

    Εθνικός Σχεδιασμός για την Ενέργεια και το Κλίμα = Πρώτιστα Εθνικός , δηλαδή με επίγνωση των ιδιαιτεροτήτων του Ελληνικού Χώρου και Κλίματος ,
    = Εξίσου Κύρια , με Σύμπνοια στις Παγκόσμιες Συμφωνίες για την Διάσωση του πλανήτη και της Κλιματικής Ισορροπίας και μια Ανώτερη και Διατηρήσιμε ποιότητα Ζωής για τις παρούσες και επόμενες γενηές ,
    ΒΗΜΑ 1ο : Εξοικονόμηση – περιορισμός καταναλισκόμενης Ενέργειας σε όλα τα επίπεδα και με θέσπιση κάθε δυνατού μέτρου και εκμετάλλευση χρηματοδοτικών εργαλείων,

    ΒΗΜΑ 2ο : Καθιέρωση των Α.Π.Ε. ως κύριου εναλλακτικού Πάροχου σε κάθε νεώτερη κατασκευή – αναβαθμιζόμενη εγκατάσταση – Αστική Ανάπλαση ή άλλη Οικονομική δραστηριότητα που χρήζει οποιασδήποτε μορφής εγκαταστάσεις (κτιριακές και βοηθητικές), προνομιακή Πολιτική Προώθησης των Ενεργειακών Κοινοτήτων (του Ν.4513/2018),

    ΒΗΜΑ 3ο : Παράλληλη Ερευνητική εξάντληση και Εκτεταμμένη θέση σε εφαρμογή των πλέον αδιερεύνητων ακόμη Εναλλακτικών Ενεργειακών Πόρων (Ε.Ε.Π.) όπως : Γεωθερμία – Μικρά Υδροηλεκτρικά – Κυματική Ενέργεια – Κυψέλες & Τεχνολογίες Υδρογόνου – Υβριδικά Ηλεκτρικά Συστήματα (Υ.Η.Σ.) – Θαλάσσιες Αιολικες και Κυματικές νησίδες ,

    ΒΗΜΑ 4ο : Γενικευμένη εξάπλωση μετατροπής οικιστικού και βιομηχανικού κτιριακού κεφαλαίου σε Ενεργειακής Εξοικονόμησης – Αυτοπαραγωγής και Διαμοιραζόμενης Ενέργειας με καθολική συγχρηματοδότηση και απο-φορολόγηση κατά το λοιπό απαιτούμενο κόστος ,

    ΒΗΜΑ 5ο : ΑΠΑΝΘΡΑΚΟΠΟΙΗΣΗ – Αποδέσμευση της Κρατικής Ενεργειακής βάσης απο Ορυκτά και Υγρά καύσιμα , με Αντικατάσταση ΟΛΩΝ των Μονάδων Παραγωγής σε Ελάχιστης-έως-Μηδενικής Απόρριψης Αερίων και λοιπών Ρύπων έως το 2030 με Μ.Ε.Π.. (Μονάδες Ενεργειακής Παραγωγής) απο Φυσικό Αέριο , Α.Π.Ε. και Υβριδικές και Παύση λειτουργίας κάθε ‘άλλης Τεχνολογίας Σταθμών έως το 2040 ,

    ΒΗΜΑ 6ο : Δραστική Μείωση της εξάρτησης από τα υγρά καύσιμα (βενζίνη – ντήζελ – υγραέριο) και αντικατάσταση με Ηλεκτρικά Συστήματα κίνησης , Κυψέλες Υδρογόνου και Βιοκαύσιμα (παραγόμενα απο υπολείμματα κάθε μορφής κατά τις αρχές της Κυκλικής Οικονομμίας). Ταυτόχρονα ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ των Ερευνών και Εξορρύξεων σε Ολόκληρο τον Ελληνικό Χώρο στις Ελάχιστες Αναγκαίες ώστε να προκύπτει Ενεργειακή Ασφάλεια για την Χώρα μέχρι της οριστικής Αποσύνδεσης απο τα Υγρά καύσιμα και πάντως σε χρονικό ορίζοντα Όχι πέραν της 30ετίας – 2050 . Οι όποιες συνεχιζόμενες τέτοιες δραστηριότητες ΟΦΕΙΛΟΥΝ να παράγουν Διαθέσιμα Ενεργειακά Προϊόντα τουλάχιστον 67% επι του συνόλου των Ευρεθέντων και πάντως Όχι λιγότερο απο 10% τηε Ετήσιας Κατανάλωσης Υγρών καυσίμων στην Ελλάδα γαι καθένα απο τα επόμενα 10 χρόνια. Επίσης να ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΙ παντελώς η μέθοδος Εμπλουτισμου Υπεδάφους – Υδραυλική Ρηγμάτωση (ως εξαιρετικά επικίνδυνη για τον ιδιαίτερα σεισμογενή Ελλαδικό χώρο) και το παραγόμενο από αυτή Σχιστολιθικό Αέριο (“Shale Gas”).

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 12:35 | ΕΛΕΤΑΕΝ

    ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ
    ΓΙΑ ΤΟΝ
    ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΙΜΑ (ΕΣΕΚ)

    3 Δεκεμβρίου 2018

    ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    Το σχέδιο που τέθηκε σε διαβούλευση αποτελεί τη βάση για την προετοιμασία του αναλυτικού κειμένου που θα πρέπει να υποβληθεί έως το τέλος του 2018 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στην πρόταση της τελευταίας για τη Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης (Governance of the Energy Union). Με βάση τα αντίστοιχα κείμενα όλων των κρατών μελών και τις αξιολογήσεις τους από την ΕΕ, θα καταρτισθούν εντός του επόμενου έτους τα τελικά κείμενα για τους ΕΣΕΚ.

    Α] Στη χώρα μας, παράλληλα με την ως άνω μακρά διαδικασία για την οριστικοποίηση του ΕΣΕΚ και για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητάς του, πρέπει να αφιερωθεί χρόνος να γίνει – για πρώτη επιτέλους φορά – αξιολόγηση της εφαρμογής των κειμένων ενεργειακού σχεδιασμού που έχουν υπάρξει από δημόσιους φορείς κατά το παρελθόν, ασχέτως του τρόπου θέσπισής τους ή μη. Ειδικότερα έχουν υπάρξει τουλάχιστον τα ακόλουθα σχέδια:
    • τον Ιανουάριου 2003, ο Μακροχρόνιος Ενεργειακός Σχεδιασμός 2000-2010 από τη ΡΑΕ
    • τον Αύγουστο 2007, η Έκθεση για τον Μακροχρόνιο Ενεργειακό Σχεδιασμό 2008-2020 από το ΣΕΕΣ
    • το 2010, το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το 2020 από το ΥΠΕΚΑ
    • τον Μάρτιο 2012, ο Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός για το 2050 από το ΥΠΕΚΑ
    Η αξιολόγηση της πορείας εκπόνησης και κυρίως της εφαρμογής και των αποτελεσμάτων των σχεδιασμών αυτών, πιθανόν και με την εμπλοκή των εμπειρογνωμόνων που είχαν εργαστεί για αυτούς, θα προσφέρει πολύτιμα συμπεράσματα για τα λάθη που πρέπει να αποφευχθούν ή για τα καλά παραδείγματα που θα πρέπει να εξελιχθούν.
    Περαιτέρω η αξιολόγηση αυτή θα βοηθήσει να εισαχθεί το στοιχείο της «τυποποίησης» π.χ. με την εισαγωγή επιμέρους δεικτών και παραμέτρων που θα επιτρέψουν την ποσοτικοποίηση της κατάστασης στο έτος αναφοράς (ακόμη και η επιλογή αυτών των δεικτών πρέπει να γίνει με αιτιολογημένο και τυποποιημένο τρόπο) και θα θέτουν τους επιμέρους στόχους στα έτη (milestonesΠ αλλά και σε ενδιάμεσα χρονικά διαστήματα για τον καθορισμό και τον έλεγχο της επιθυμητής πορείας (pathways). Το στοιχείο αυτό απουσιάζει μέχρι τώρα αλλά είναι ιδιαίτερα απαραίτητο τόσο για την οριστικοποίηση όσο και μετέπειτα την παρακολούθηση εφαρμογής αλλά και την συστηματική επικαιροποίηση του παρόντος ΕΣΕΚ.

    Β] Η διαβούλευση επί του σχεδίου ΕΣΕΚ έχει συμπέσει με την ανακοίνωση δύο σημαντικών νέων εκθέσεων που δημοσιεύθηκαν στο πλαίσιο του ετήσιου συνεδρίου του IPCC που θα διεξαχθεί στο Κατεβίτσε της Πολωνίας στις 2-14 Δεκεμβρίου 2018 (COP24):
    1. Την 27.11.2018 ο Οργανισμός Περιβάλλοντος του ΟΗΕ, UNEP, εξέδωσε την έκθεση του Emissions Gap Report 2018 .
    Από την έκθεση επιβεβαιώνεται δυστυχώς ότι οι εκπομπές ΑΦΘ δεν έχουν «πιάσει» ακόμη κορυφή, αφού μετά από μια πρόσκαιρη σταθεροποίηση το διάστημα 2014-2016, το 2017 αυξήθηκαν και το ίδιο προβλέπεται για το 2018.
    Το μήνυμα είναι ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα σε σχέση με τις δεσμεύσεις στο Παρίσι το 2015: “The gap in 2030 between emission levels under full implementation of conditional National Determined Contributions (NDCs) and those consistent with least-cost pathways to the 2°C target is 13 GtCO2e ” (p. XVIII) “Gaps in both coverage and stringency remain in, for example, fossil fuel subsidy reduction, material efficiency measures in industry, oil and gas methane, support schemes for renewables in heating and cooling, emission standards for heavy duty vehicles, and e-mobility programmes” (p. 28).
    2. Την 28.11.2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιοποίησε τη μακροχρόνια ενεργειακή και κλιματική πολιτική για το 2050 (2050 Long-Term Strategy).
    Όπως σημειώνει η ΕΕ πρόκειται για ένα στρατηγικό όραμα για κλιματικά ουδέτερη οικονομία έως το 2050, όπου το μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή θα είναι μεγαλύτερο από 80%. Η στρατηγική δείχνει πώς η Ευρώπη μπορεί να δείξει τον δρόμο για την κλιματική ουδετερότητα, επενδύοντας σε ρεαλιστικές τεχνολογικές λύσεις, στην ισχυροποίηση των πολιτών και ευθυγραμμίζοντας τη δράση της σε βασικούς τομείς, όπως η πολιτική στη βιομηχανία, η χρηματοδότηση ή η έρευνα —ενώ παράλληλα θα εξασφαλίζεται η κοινωνική δικαιοσύνη για μια δίκαιη μετάβαση.
    Τα κείμενα αυτά, ασχέτως της επιμέρους κριτικής που μπορεί να ασκηθεί, καταδεικνύουν την κατεύθυνση την οποία οφείλει να ακολουθήσει η πολιτική. Υπενθυμίζεται ότι κατά το σενάριο της Συμφωνίας του Παρισιού (σενάριο ατμοσφαιρικών συγκεντρώσεων CO2eq 430-480 ppm ) το παγκόσμιο μερίδιο των πηγών μηδενικού και χαμηλού άνθρακα στο σύνολο της πρωτογενούς ενέργειας πρέπει να ξεπεράσει το 25% το 2030, να φθάσει το 60% το 2050 και να ξεπεράσει το 90% το 2100. Αυτό σημαίνει μαζική ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εξοικονόμηση Ενέργειας.
    Η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει δυναμικά αυτή την πορεία σε πείσμα των φωνών που προσπαθούν να ισχυριστούν είτε ότι δεν υπάρχει ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή είτε ότι η Ελλάδα πρέπει να απέχει ως έχουσα μικρή συνεισφορά σε αυτή. Η Ελλάδα έχει να ωφεληθεί πολλά και σε ποικίλα επίπεδα από μια κλιματική πολιτική που θα είναι συμβατή με τη Συμφωνία του Παρισιού. Πέραν από την ισχύ που προσδίδει η εικόνα της ισότιμης συμμετοχής στην παγκόσμια μάχη ενάντια στην κλιματική αλλαγή, η Ελλάδα έχει να κερδίσει πολλαπλά από:
     τον εκσυγχρονισμό του ενεργειακού της συστήματος,
     τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και την ενίσχυση της ασφάλειας του εφοδιασμού,
     τη διαφοροποίηση του αναπτυξιακού της μοντέλου συμπεριλαμβανομένης της αύξησης της εγχώριας προστιθέμενής αξίας και
     την πτώση του κόστους ενέργειας
    προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών.
    Ο ΕΣΕΚ λοιπόν οφείλει να είναι συμβατός με τη Συμφωνία του Παρισιού. Από το σενάριο που παρουσιάζει το υπό διαβούλευση κείμενο είναι φανερό ότι απαιτούνται πολλά περισσότερα μέτρα πολιτικής και περισσότερη προσπάθεια ώστε η πορεία, ειδικά μετά το 2030, να είναι η δέουσα.

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    Επί του περιεχομένου και της πολιτικής του νέου κειμένου που τέθηκε σε διαβούλευση, καταθέτουμε τις ακόλουθες παρατηρήσεις, οι οποίες εύλογα περιορίζονται στον επιστημονικό – επαγγελματικό κλάδο που παιδεύει η Ένωσή μας και δεν επεκτείνονται σε όλο το εύρος του σχεδιασμού, παρά μόνο εάν αυτό κρίνεται απαραίτητο για την τεκμηρίωση ή την επεξήγηση του σχολίου μας.
    Η έκταση και το βάθος των παρατηρήσεων περιορίζεται από το γεγονός ότι δεν έχουν έχουμε λάβει γνώση των εγγράφων, μελετών, εκτιμήσεων και των αναλυτικών σεναρίων που παρήχθησαν ή/και χρησιμοποιήθηκαν για την κατάρτιση του υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των θεωρήσεων για το κόστος των τεχνολογιών. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να δημοσιοποιηθούν και να οργανωθεί τεχνική συνάντηση επ’ αυτών. Ακολούθως επιφυλασσόμαστε να επανέλθουμε με περισσότερες παρατηρήσεις.

    Κατόπιν των ανωτέρω, σημειώνουμε τα ακόλουθα:

    1. Είναι θετικό που ως βασικός στρατηγικός στόχος του ΕΣΕΚ τίθεται ο περιορισμός των εκπομπών ΑΦΘ και η συμμετοχή της χώρας στην προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Στο πνεύμα αυτό, οι παρατηρήσεις που ακολουθούν αποσκοπούν -μαζί με άλλα- να ενισχύσουν αυτή την κλιματική διάταση του ΕΣΕΚ.

    2. Ο στόχος 55% Α.Π.Ε. στην ακαθάριστη τελική ηλεκτρική κατανάλωση για το 2030 είναι κατ’ αρχάς εύλογος. Όμως, με δεδομένο το αμέσως επόμενο σχόλιό μας και την υποχρέωση για εξαιρετικά αυξημένη δράση, προτείνεται τα σενάρια πολιτικής να οδηγούν στις ακόλουθες επιδόσεις:
    2030 2050
    Α.Π.Ε. στην Ακαθάριστη Τελική Κατανάλωση Ενέργειας 35%
    (από 32% στο ΕΣΕΚ) 50%
    Α.Π.Ε. στην Ακαθάριστη Τελική Κατανάλωση Ηλεκτρικής Ενέργειας 60%
    (από 56% στο ΕΣΕΚ) >90%
    Περαιτέρω, πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξουν σαφείς ενδιάμεσοι στόχοι, τουλάχιστον ανά διετία.

    3. Η πορεία για το 2040 πρέπει να είναι πολύ περισσότερο φιλόδοξη και να προετοιμάζει το δρόμο για διείσδυση Α.Π.Ε. στην ακαθάριστη τελική ηλεκτρική κατανάλωση της τάξης του 90% ή και περισσότερο το 2050. Στο σενάριο που παρουσίασε το ΥΠΕΝ, το 2040 η διείσδυση φθάνει το 62%. Δηλαδή από 24% το 2016, προβλέπεται 56% το 2030 (υπερδιπλασιασμός) και μετά μόλις 62% το 2040. Πρακτικά, πρόκειται για επιβράδυνση μετά το 2030.
    Η χρησιμότητα του σεναρίου για το 2040 έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι αποκαλύπτει ότι το δεδομένο μίγμα πολιτικών δεν είναι επαρκές για μετά το 2030.
    Αυτό σημαίνει ότι ο ΕΣΕΚ πρέπει ήδη από σήμερα να περιλάβει πρόσθετα μέτρα και πολιτικές που θα αναπτυχθούν και θα εφαρμοσθούν καθ’ όλη τη διάρκεια των επόμενων 12 ετών ώστε η χώρα να βρεθεί σε ένα μονοπάτι καθαρού ενεργειακού μετασχηματισμού στον ορίζοντα του 2040 και 2050 που θα είναι συμβατό με τη Συμφωνία του Παρισιού. Υπό την έννοια αυτή, το προτεινόμενο σχέδιο δεν εκπέμπει το αναγκαίο ισχυρό μήνυμα εγρήγορσης και σκληρής δουλειάς. Είναι επίσης προφανές ότι η συμπερίληψη τέτοιων πρόσθετων μέτρων θα οδηγήσει σε ακόμα πιο φιλόδοξη πορεία για το 2030, με όλα τα συνακόλουθα οφέλη.

    4. Είναι γνωστό ότι ένα στρατηγικό κείμενο όπως ο ΕΣΕΚ έχει συγκεκριμένα όρια. Προφανώς κανείς δεν αναμένει ο ΕΣΕΚ να προσδιορίσει το ακριβές μίγμα τεχνολογιών αφού αυτό θα καθορισθεί σε μέγιστο βαθμό από την εξέλιξη της τεχνολογίας και την αγορά. Ωστόσο εκτιμούμε ότι στο σχέδιο ΕΣΕΚ υφίσταται υποεκτίμηση των αναγκαίων νέων εγκαταστάσεων Α.Π.Ε., γεγονός το οποίο μπορεί να έχει πολιτικές συνέπειες όπως εξηγείται σε επόμενο σημείο κατωτέρω.
    Προφανώς κατά την προετοιμασία ενός υπολογιστικού σεναρίου υφίστανται περιορισμοί που δεσμεύουν τους μελετητές ως προς τα δεδομένα της άσκησης που επιλύουν. Αυτοί αφορούν κυρίως τα ανακοινωμένα από άλλους φορείς σενάρια δεδομένων (μακροοικονομικά, δημογραφικά κλπ.) όπως και τους διάφορους περιορισμούς πολιτικής (π.χ. διατήρηση λιγνιτικής παραγωγής). Δεν έχουμε λοιπόν κατ’ αρχάς αμφιβολία ότι οι μαθηματικές πράξεις είναι ορθές, αν και δεν μπορούμε να τις αξιολογήσουμε αφού δεν έχει διατεθεί η σχετική πληροφορία. Επειδή όμως ένα κείμενο ΕΣΕΚ είναι πρωτίστως πολιτικό, αγνοώντας προς στιγμή τους ανωτέρω περιορισμούς παρατηρούμε τα εξής:
    • Το σενάριο οικονομικής ανάπτυξης είναι χαμηλό και σίγουρα κατώτερο των γενικών προσδοκιών που καλλιεργούνται ή εξαγγέλλονται. Πρόκειται για κάτω από 2% ετήσια ανάπτυξη (1,93% την πενταετία 2020-2025 και 1,87% την πενταετία 2025-2030). Με δεδομένη τη μακρά ύφεση που έχει διέλθει η χώρα, η γενική πολιτική πρέπει να στοχεύσει σε πολύ υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης που θα επαναφέρουν την οικονομία και την κοινωνία στην κανονικότητα και σε πορεία επανασύγκλισης με την Ευρώπη.
    • Το σενάριο εξέλιξης του πληθυσμού είναι δυσμενές. Ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται κατά 800.000 έως το 2030 και κατά 1,3 εκατ. έως το 2040. Με δεδομένο ότι το δημογραφικό είναι μέγιστο πρόβλημα θα πρέπει η γενική πολιτική να επικεντρωθεί στην έγκαιρη αντιμετώπισή του. Το γεγονός ότι οι τρέχουσες δημογραφικές μελέτες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, δεν σημαίνει ότι πρέπει να σχεδιάζουμε με την παραδοχή ότι η Ελλάδα φθίνει ραγδαία και ότι δεν θα πρέπει να αντιστραφεί αυτό το, εθνικών διαστάσεων, πρόβλημα μέσω εφαρμογής μέτρων γενικής πολιτικής.
    • Ταυτόχρονα σχεδόν με τη θέση σε διαβούλευση του ΕΣΕΚ, τέθηκε σε διαβούλευση από τη ΡΑΕ το Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης (ΔΠΑ) του ΕΣΜΗΕ, για τα έτη 2019-2028. Οι εκτιμήσεις της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των δύο σημαντικών αυτών κειμένων είναι πάρα πολύ διαφορετικές. Η εκτίμηση του ΑΔΜΗΕ για την καθαρή τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας το 2028 είναι 62,9 TWh αυξημένη κατά 22,8% σε σχέση με το 2016, έναντι πρόβλεψης 54,1 TWh για το 2030 στον ΕΣΕΚ (απόκλιση δηλ. άνω του 16%). Συναφώς, η πρόβλεψη της ακαθάριστης τελικής κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας το 2030 στον ΕΣΕΚ φαίνεται ότι είναι 61,5 TWh, μειωμένη σε σχέση με το 2016 (62,8 TWh). Δεν χρειάζεται να σημειώσουμε ότι τέτοιες αποκλίσεις μεταξύ ΕΣΕΚ και ΔΠΑ δεν είναι εύλογες.
    Περαιτέρω, δεν είναι βέβαιο κατά πόσο η εκτίμηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στον ΕΣΕΚ είναι συμβατή με τον σημαντικό στόχο για την καταπολέμηση της ενεργειακής ένδειας σε συνδυασμό με τον αναγκαίο εξηλεκτρισμό των τομέων της οικονομίας.
    • Πέραν των ανωτέρω, ένα συναφές -πιο τεχνικό σχόλιο- σχετίζεται με τους εκτιμώμενους συντελεστές χρησιμοποίησης (CF%) των τεχνολογιών. Φαίνεται ότι ο ΕΣΕΚ υποθέτει σημαντική βελτίωση του συντελεστή αυτού για να νέα αιολικά πάρκα αφού ο μέσος CF% του συνόλου (υφιστάμενων και νέων) αιολικών πάρκων αυξάνεται από 24,5% το 2016 σε 26,6% το 2030 και 27,8% το 2040. Αντιθέτως, για τα φωτοβολταϊκά υποτίθεται μείωση από 17,3% το 2016 σε 16,8% το 2040.
    Η υπόθεση για τα αιολικά πάρκα δεν είναι εύλογη. Ναι μεν οι νέες ανεμογεννήτριες είναι πιο παραγωγικές, αλλά αυτό θα επιτρέψει την οικονομική αξιοποίηση θέσεων με χαμηλό αιολικό δυναμικό ενώ δεν οδηγεί σε σημαντική αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας στις θέσεις υψηλού αιολικού δυναμικού οι οποίες άλλωστε είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Μια τέτοια βελτίωση των αιολικών CF% θα μπορούσε να συμβεί με μέγιστη ανάπτυξη των θαλάσσιων αιολικών πάρκων (floating) που θα αξιοποιούσαν το πράγματι πλούσιο αιολικό δυναμικό του Αιγαίου.

    5. Ως ανταπάντηση στα ανωτέρω για την ανάγκη πιο φιλόδοξων στόχων για νέες εγκαταστάσεις Α.Π.Ε., εγείρεται ορισμένες φορές το αντεπιχείρημα ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να επιτύχει μεγαλύτερους ρυθμούς υλοποίησης επενδύσεων και ότι θα πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι αν πετύχουμε αυτό το σενάριο. Αυτό είναι λάθος προσέγγιση. Ο σχεδιασμός και η στοχοθεσία δεν μπορεί να δεσμεύονται από τις παθογένειες του παρελθόντος. Εν πάση περιπτώσει, η φιλοδοξία που πρέπει να υιοθετηθεί είναι ρεαλιστική και μπορεί να επιτευχθεί αν αντιμετωπιστούν πολύ συγκεκριμένα προβλήματα. Για αυτό, όπως προαναφέρθηκε, θα είναι διδακτικό και χρήσιμο η αξιολόγηση των παλαιότερων ενεργειακών σχεδιασμών.
    Το γιατί μια πιο φιλόδοξη πορεία είναι ρεαλιστική προκύπτει και από το γεγονός ότι εν μέσω της κρίσης την περίοδο 2008 – 2018 υλοποιήθηκαν ή υλοποιούνται επενδύσεις Α.Π.Ε. άνω των 8,5 δισ ευρώ. Το ίδιο περίπου μέγεθος προβλέπεται στον ΕΣΕΚ για την περίοδο 2020-2030.

    6. Ο σχεδιασμός πρέπει να στέλνει σε όλες τις κατευθύνσεις το μήνυμα για το μέγεθος της προσπάθειας που απαιτείται. Αυτή είναι το βασικό πολιτικό αποτέλεσμα που παράγει. Και παραλήπτες αυτού του μηνύματος είναι οι διαχειριστές των δικτύων, ο χωροταξικός σχεδιασμός, οι αδειοδοτούσες υπηρεσίες, η δικαστική εξουσία, οι τράπεζες, οι επενδυτές και η κοινωνία. Ενώ λοιπόν ο στόχος του 55% είναι εύλογος, φοβόμαστε ότι το μήνυμα που κατά τα λοιπά εκπέμπεται προς όλους τους εμπλεκόμενους είναι μήνυμα εφησυχασμού και όχι μήνυμα εγρήγορσης και έντασης της προσπάθειας.

    7. Κυρίως το μήνυμα που πρέπει να εκπέμπεται είναι ότι η Ελλάδα στοχεύει στην εξωστρέφεια. Η Ελλάδα μπορεί να γίνει εξαγωγός πράσινης ενέργειας, αλλά πρώτα πρέπει να γίνει παραγωγός. Αυτό φυσικά απαιτεί σχεδιασμό που από σήμερα θα κοιτάει το πάνω από 90% το 2050. Δεν βλέπουμε στο σχεδιασμό συγκεκριμένες αναφορές σε πολύ μεγάλες επενδύσεις σε χερσαία αιολικά, βλέπουμε μερικές θετικές αλλά όχι ισχυρές αναφορές σε θαλάσσια αιολικά και βλέπουμε μερικές συντηρητικές αναφορές στην αποθήκευση. Εύλογα όλα αυτά για ένα στόχο 62% το 2040. Αλλά δεν μπορεί να είναι αυτός ο στόχος. Ο στόχος είναι η Ελλάδα να εδραιώσει τη γεωπολιτική της θέση ως σημαντικός παίκτης για την ενεργειακή ανεξαρτησία της Ευρώπης με πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού της σε Α.Π.Ε. και πολλές και μεγάλες διεθνείς διασυνδέσεις. Άρα το μήνυμα που πρέπει να εκπεμφθεί και προς την Ευρώπη πρέπει να είναι μήνυμα δυναμικό, μήνυμα παρέμβασης στα διεθνή ενεργειακά πράγματα.

    8. Πέραν της ως άνω μεγάλης εικόνας, είναι θετικό που ο ΕΣΕΣΚ δίνει την κατεύθυνση ενίσχυσης των μικρών εγκαταστάσεων (σελ. 148) και των ενεργειακών κοινοτήτων για τις οποίες μάλιστα θέτει ποσοτικό στόχο (σελ. 51).

    9. Είναι θετικό ότι ο ΕΣΕΚ αναγνωρίζει ως επιτακτική την ανάγκη για συνολική αναμόρφωση του αδειοδοτικού πλαισίου λαμβάνοντας υπόψη το νέο καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης και τις απαιτήσεις της νέας οδηγίας (σελ. 68).

    10. Είναι σημαντικό ότι ο ΕΣΕΚ θέτει ως στόχος την προώθηση του εξηλεκτρισμού τομέων τελικής κατανάλωσης (σελ. 52). H κατεύθυνση αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική για τη μεγάλη διείσδυση Α.Π.Ε. χάρη στην μεγαλύτερη πρόοδο της τεχνολογίας Α.Π.Ε. στον ηλεκτρικό τομέα. Σύμφωνα με μελέτη της ευρωπαϊκής ένωσης αιολικής ενέργειας WindEurope είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτή η αύξηση του μεριδίου ηλεκτρισμού στο ενεργειακό ισοζύγιο της Ευρώπης από 24% σήμερα σε 62% το 2050 .
    Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό το ΕΣΕΚ να τεκμηριώσει την ρεαλιστικότητα των στόχων που θέτει για τον εξηλεκτρισμό των θερμικών χρήσεων του οικιακού και τριτογενή τομέα καθώς και των μεταφορών και να συμπεριλάβει μεγαλύτερη ανάλυση, εξειδίκευση και εμπλουτισμό των μέτρων πολιτικής για την προώθηση του εξηλεκτρισμού της οικονομίας.
    Επίσης οφείλει να δώσει σαφή προτεραιότητα, τόσο σε επίπεδο πολιτικής, όσο και σε επίπεδο συγκεκριμένων μέτρων, στον εξηλεκτρισμό των θερμικών χρήσεων έναντι της αύξησης της διείσδυσης του φυσικού αερίου, την οποία επίσης προωθεί.


    ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    1. Ο σχεδιασμός για τις εγχώριες διασυνδέσεις πρέπει να είναι πιο φιλόδοξος.
    α) Ειδικά η διασύνδεση του ΒΑ Αιγαίου και της Δωδεκανήσου θα πρέπει να προγραμματισθούν για πολύ νωρίτερα από ό,τι υποθέτει το σχέδιο (σελ. 209) αναλόγως και της οικονομικότητάς τους. Η διασύνδεση της Κρήτης (Φάση ΙΙ) θα πρέπει να εξασφαλίζει μεταφορική ικανότητα σαφώς μεγαλύτερη (έως και διπλάσια) από αυτή που εξετάζεται στα προκαταρκτικά σχέδια του ΔΠΑ και δεν πρέπει να περιορίζεται αποκλειστικά στην κάλυψη του φορτίου του νησιού.
    Χρειάζεται επίσης να συνεκτιμηθεί η δυνατότητα συνεισφοράς των Υβριδικών Σταθμών (ΥΒΣ), που συνδυάζουν παραγωγή από Α.Π.Ε. με συστήματα αποθήκευσης, στη γενικότερη στρατηγική επίλυσης του ενεργειακού προβλήματος των Μη Διασυνδεμένων Νησιών και να οριστικοποιηθεί άμεσα το σχετικό θεσμικό πλαίσιο εγκατάστασης και λειτουργίας τους. Καθώς το κόστος των ΥΒΣ και ιδιαίτερα των συστημάτων αποθήκευσης μειώνεται ταχύτατα, μπορούν να συμβάλουν όλο και πιο αποτελεσματικά στην αύξηση της διείσδυσης των Α.Π.Ε. και στην ευστάθεια των ηλεκτρικών συστημάτων τόσο στα νησιά που θα παραμείνουν αυτόνομα, όσο και σε εκείνα που θα διασυνδεθούν βελτιστοποιώντας οικονομικά και περιβαλλοντικά την επίλυση του προβλήματος. Μια τέτοια ιδιαίτερα σημαντική περίπτωση είναι αυτή της Κρήτης κατά τη διάρκεια υλοποίησης των διασυνδέσεων (Φάσεις Ι & ΙΙ).
    Οι παραπάνω αναθεωρήσεις θα επιτρέψουν την ταχύτερη και ασφαλέστερη απεξάρτηση από το πετρέλαιο, που στον ΕΣΕΚ διατηρείται σε σχετικά υψηλά επίπεδα (από 5,4GWh το 2016 σε 1,5GWh τo 2030 και ίδιο (!) μέγεθος το 2040).
    β) Στη σελ 49 υπάρχει η αναφορά «Συνολικά για τις διασυνδέσεις θα απαιτηθούν επενδύσεις ύψους πάνω από 3 δις ευρώ οι οποίες θα καλυφθούν πρωτίστως από τα ευρωπαϊκά ταμεία και τις ιδιωτικές επενδύσεις και δευτερευόντως από τα τέλη χρήσης συστήματος (καταναλωτές), οι οποίοι σε κάθε περίπτωση θα καρπώνονται άμεσα τα καθαρά οικονομικά οφέλη λόγω της μείωσης των χρεώσεων ΥΚΩ». Αυτή η αναφορά χρειάζεται αποσαφήνιση σχετικά με το τι εννοεί με ιδιωτικές επενδύσεις που δεν θα σχετίζονται με τέλη χρήσης συστήματος. Εάν πρόκειται για περιπτώσεις π.χ. έργων Α.Π.Ε. με διασυνδέσεις, αυτό είναι θετικό αλλά θα πρέπει τέτοια έργα να υποστηρίζονται από τον γενικότερο σχεδιασμό (χωροταξικό κλπ.) ενώ επίσης θα πρέπει να προβλέπεται ειδικό καθεστώς αποζημίωσης όπως αναλύεται παρακάτω.
    γ) Στη σελ. 127 γίνεται η αόριστη αναφορά: «Στο βασικό σενάριο έχει θεωρηθεί ότι έχουν ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα ώστε να αποφευχθεί ο κορεσμός των δικτύων, ο οποίος ενδέχεται να προκύψει λόγω της ένταξης των νέων και αυξανόμενων σταθμών μεταβλητών ΑΠΕ». Η αναφορά αυτή είναι θετική μεν αλλά από πουθενά δεν προκύπτει τι και ποια μέτρα είναι αυτά. Υπενθυμίζεται το εξαιρετικά κακό προηγούμενο του κορεσμού της Πελοποννήσου όπου ακόμα και σήμερα, παρά τα έργα τα οποία έχουν δρομολογηθεί και επιτέλους ολοκληρώνονται, ο αρμόδιος Διαχειριστής δεν αξιοποιεί το νέο ηλεκτρικό χώρο που θα δημιουργηθεί ή αυτόν που έχει ήδη δημιουργηθεί από την ακύρωση Οριστικών και Δεσμευτικών Προσφορών Σύνδεσης που είχαν χορηγηθεί και ακυρώθηκαν λόγω μη υποβολής της προβλεπόμενης εγγυητικής επιστολής του Ν.4152/2013.
    δ) Στις σελ. 64-65 γίνεται αναφορά σε «Συγκεκριμένη δέσμη μέτρων έχει ήδη υλοποιηθεί με σκοπό την προώθηση μονάδων ΑΠΕ στα ΜΔΝ, όπως ενδεικτικά είναι ..καθορισμός ομάδας εργασίας για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων διασύνδεσης των ΜΔΝ με το ηπειρωτικό σύστημα». Αντίστοιχη αναφορά υφίσταται και στη σελ. 80 όπου αναφέρονται και πορίσματα της επιτροπής. Πρόκειται για μια εξαιρετικά θετική πρωτοβουλία για την οποία όμως δεν έχουμε καμία ενημέρωση και ιδιαίτερα για το αν μεταξύ των επιλογών που εξετάστηκαν συμπεριλαμβάνονται οι Υβριδικοί Σταθμοί Α.Π.Ε.

    2. Για τις διεθνείς διασυνδέσεις ο ΕΣΕΚ λαμβάνει υπόψη μόνο τη δεύτερη διασύνδεση με τη Βουλγαρία (600MW) για το 2023 (σελ. 209). Το σημείο αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου ο ΕΣΕΚ πρέπει να μη δεσμεύεται από το ΔΠΑ και να κινείται με ορίζοντα πέρα το 2030. Ο ΕΣΕΚ πρέπει:
     να περιγράψει το όραμα να εξέλθει η χώρα από τη σχετική ηλεκτρική της απομόνωση
     να ενσωματώσει ένα γενικό σχεδιασμό για τους βασικούς δρόμους διασύνδεσης και έργων που θα επιτρέψουν να καταστεί η χώρα εξαγωγός πράσινης ενέργειας
     να καθορίσει ένα σχέδιο δράσης που θα εμπεριέχει τη διαρκή διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαϊκούς θεσμικούς φορείς για την εξυπηρέτηση αυτού του σχεδίου.

    3. Οδικός Χάρτης για μεγάλες επενδύσεις Α.Π.Ε.
    Ο ΕΣΕΚ πρέπει να εμπλουτισθεί με ένα σαφές οδικό χάρτη για το πώς θα υλοποιηθούν μεγάλες επενδύσεις Α.Π.Ε. οι οποίες είναι απαραίτητες και για την ταχεία οικονομική ανάπτυξη και για την επίτευξη των στόχων. Αυτές είναι:

    3.1. Μεγάλα συγκροτήματα χερσαίων αιολικών πάρκων (σε νησιά, βραχονησίδες και ηπειρωτική χώρα) που μπορεί να προσφέρουν σχετικά ευκολότερα ικανή και φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, εκμεταλλευόμενα τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η κλίμακα ήτοι συμπίεση κόστους, περιορισμός των επιπτώσεων λόγω συγκέντρωσης σε ένα μέρος, κοινές υποδομές κλπ.

    3.2. Αποθήκευση, την οποία ο ΕΣΕΚ σπρώχνει αρκετά στο μέλλον, μετά το 2025 και τη διατηρεί σταθερή μετά το 2030 (σελ 214).
    Στο σημείο αυτό ίσως αναφύεται ένας από τους πολιτικούς περιορισμούς του ΕΣΕΚ που αναγκάζεται σε αυτή την επιλογή για χάρη της λιγνιτικής παραγωγής.
    Συναφές είναι το ζήτημα του τρόπου αποζημίωσης της εγγυημένης ισχύος και της ευελιξίας των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής. Ενώ ο ΕΣΕΚ επισημαίνει ότι στον υπό διαμόρφωση μακροχρόνιο μηχανισμό επάρκειας ισχύος έχει ληφθεί μέριμνα (και καλώς) για την απόκριση ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας (σελ. 175, 178), δεν δηλώνεται εάν έχει ληφθεί όμοια μέριμνα για την αποθήκευση ή γενικώς για τις Α.Π.Ε. που είτε αυτοτελώς (π.χ. βιομάζα, γεωθερμία) είτε ως σύνολο (δια του capacity credit) συνεισφέρουν στη διαθεσιμότητα ισχύος.
    Προφανώς όλα τα ανωτέρω ισχύουν και για τα μικρότερα αποκεντρωμένα συστήματα αποθήκευσης.
    Ο ΕΣΕΚ πρέπει να ενσωματώσει την αποθήκευση πολύ νωρίτερα, ιδιαίτερα καθώς το κόστος ηλεκτροπαραγωγής από συστήματα Α.Π.Ε. με αντλησιοταμίευση θα γίνει μικρότερο από αυτό των συμβατικών σταθμών πολύ νωρίτερα από το 2030, ενώ αντίστοιχη εξέλιξη εκτιμάται ότι θα έχει και η αποθήκευση με μπαταρίες.

    3.3. Θαλάσσια αιολικά πάρκα (floating). Είναι θετική η ρητή ένταξη στον ΕΣΕΚ των θαλάσσιων αιολικών πάρκων (σελ. 123, 150, 157, 188). Η ραγδαία πτώση του κόστους της τεχνολογίας αυτής και η ταχεία μετάβαση σε παγκόσμιο επίπεδο σε μεγάλες εμπορικές εφαρμογές, δημιουργούν μια τεράστια ευκαιρία να αναπτύξει έγκαιρα η Ελλάδα την αναγκαία εφοδιαστική αλυσίδα που εμπλέκει τα λιμάνια, τα ναυπηγεία, τη βιομηχανία καλωδίων και τη βιομηχανία τσιμέντου και να μεγιστοποιήσει έτσι τα οφέλη της από την επικείμενη ανάπτυξη σε όλη την περιοχή.
    Για το σκοπό αυτό ο ΕΣΕΚ πρέπει στον ανωτέρω οδικό χάρτη των μεγάλων επενδύσεων να περιλάβει την έγκαιρη ανάπτυξη στην αρχή της δεκαετίας του 2020 τουλάχιστον ενός ή δύο πιλοτικών μεγάλων εμπορικών θαλάσσιων αιολικών πάρκων (floating), επιπλέον των μεγεθών ισχύος που έχουν ήδη συμπεριληφθεί.
    Ειδικά σημειώνεται ότι οι ανωτέρω επενδύσεις (αποθήκευση και ΘΑΠ) έχουν υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία και είναι απόλυτα συμβατές με το στόχο «Αύξηση εγχώριας προστιθέμενης αξίας του ενεργειακού τομέα» (σελ. 54). Η αναφορά που περιέχεται στο κείμενο για τον τομέα των υδρογονανθράκων δεν είναι η μόνη περίπτωση που προσφέρει δυνατότητα αυξημένης εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Για παράδειγμα στην περίπτωση των ΘΑΠ και μάλιστα των πλωτών ανεμογεννητριών, το κόστος της ανεμογεννήτριας αντιπροσωπεύει κόστος μικρότερο από το 1/3 του συνολικού CAPEX ενώ το υπόλοιπο μπορεί να προσφερθεί στο μεγαλύτερο ποσοστό από την εγχώρια οικονομία.

    Ο οδικός χάρτης για τις μεγάλες επενδύσεις Α.Π.Ε. πρέπει να περιέχει και τις βασικές αρχές όπως και χρονοδιάγραμμα για τη συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου όπου απαιτείται με έμφαση στον τρόπο ενσωμάτωσης στην αγορά και αποζημίωσής τους. Η χώρα πρέπει να καθορίσει ένα διακριτό εθνικό πλαίσιο για τον καθορισμό της τιμής αναφοράς των έργων αυτών ή να αξιοποιήσει την δυνατότητα που προσφέρει η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις ατομικές κοινοποιήσεις στην ΓΔ Ανταγωνισμού.

    4. Πρόγραμμα διαγωνισμών
    Η προβλεψιμότητα είναι πολύ σημαντική για την προσπάθεια ανάπτυξης επενδύσεων. Ο ΕΣΕΚ πρέπει να ενσωματώσει ένα σαφές και αναλυτικό χρονοδιάγραμμα διαγωνισμών που θα γίνουν για νέα ισχύ Α.Π.Ε. ώστε να στείλει ένα σαφές μήνυμα στην αγορά. Προφανώς αν δεν επιτυγχάνονται οι σκοπούμενες νέες επενδύσεις στους αναγκαίους ρυθμούς, θα πρέπει να προσδιορίζονται διορθωτικά μέτρα.

    5. Χωροταξικός σχεδιασμός
    Στο μέτρα πολιτικής για την προώθηση των Α.Π.Ε., το σχέδιο κάνει ειδική αναφορά στο χωροταξικό πλαίσιο (σελ. 150). Η αναφορά είναι εξόχως προβληματική για δύο λόγους:
    α) δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Το σημερινό χωροταξικό πλαίσιο σε συνδυασμό με όλο το πλέγμα της περιβαλλοντικής νομοθεσίας είναι εξαιρετικά αυστηρό και συμβατό με την ευρωπαϊκή και την εθνική νομοθεσία όπως άλλωστε έχει κρίνει πολλές φορές το ΣτΕ. Ανάμεσα στα άλλα (ι) περιέχει συγκεκριμένα κριτήρια και διαδικασίες κατά τις οποίες καθορίζονται οι περιοχές από όπου αποκλείονται (εν όλω ή εν μέρει) ή είναι κατάλληλες για την εγκατάσταση έργων Α.Π.Ε. και (ιι) οι προϋποθέσεις εγκατάστασης λαμβάνουν αποτελεσματικά υπόψη τη φυσιογνωμία, τη περιβαλλοντική προστασία, τη φέρουσα ικανότητα και τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες κάθε περιοχής εγκατάστασης.
    Η διατύπωση που υπάρχει στον ΕΣΕΚ μπορεί να παρερμηνευθεί ότι όλα αυτά δεν γίνονται σήμερα, κάτι που εκτός από ανακριβές είναι και επικίνδυνο.
    β) το σχέδιο δεν φαίνεται να δίνεται καμία προτεραιότητα και βαρύτητα στο να διασφαλιστεί ότι το χωροταξικό πλαίσιο θα είναι πάντα συμβατό με μια διείσδυση σε μεγάλη κλίμακα των Α.Π.Ε. και ιδιαίτερα των αιολικών και φωτοβολταϊκών που προσδοκά το ΕΣΕΚ, ούτε και γίνεται κάποια σχετική προς την κατεύθυνση αυτή σύνδεση με τα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια για την ανάπτυξη έργων Α.Π.Ε. που βρίσκονται σε φάση εκπόνησης.
    Κατά συνέπεια η σχετική διατύπωση πρέπει να αλλάξει, να εμπλουτισθεί και να αναλυθεί κατά τα ανωτέρω.

    6. Σχέδιο Δράσης και Μηχανισμός Ελέγχου & Ανάδρασης
    Τα δύο αυτά στοιχεία λείπουν από τον ΕΣΕΚ, όπως δυστυχώς έλειπαν και από όλους τους προηγούμενους ενεργειακούς σχεδιασμούς. Το Σχέδιο Δράσης πρέπει:
     να ενσωματώσει τον Οδικό Χάρτη για τις μεγάλες επενδύσεις
     να περιέχει αναλυτικό χρονοδιάγραμμα των υποστηρικτικών δράσεων, μέτρων και πολιτικών που περιλαμβάνει ο ΕΣΕΚ και ειδικά αυτών που σχετίζονται με την απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας
     να καθορίζει τον τρόπο αντιμετώπισης των προκλήσεων που ορθώς καταγράφονται στη σελ. 68
     να περιλάβει ενδιάμεσους στόχους και δείκτες τήρησης και απόδοσης των μέτρων. Ακόμη και η αποτελεσματικότητα της διοίκησης θα έπρεπε να τελεί υπό έλεγχο με τους κατάλληλος δείκτες π.χ. ο χρόνος έκδοσης αδειών και γνωμοδοτήσεων ανά υπηρεσία και γεωγραφική περιφέρεια σε σχέση με τους προβλεπόμενους.
     να κάνει σαφή κατανομή αρμοδιοτήτων και ρόλων για την εκτέλεση των δράσεων αυτών
     να περιγράφει τη δομή διοίκησης για την εποπτεία της εκτέλεσης και τον επανασχεδιασμό όπου απαιτείται
    Τα τρία τελευταία σημεία είναι εξαιρετικής σημασίας διότι αποσκοπούν στα να διασφαλιστεί ότι η υλοποίηση του ΕΣΕΚ θα παρακολουθείται με θεσμικό και επίσημο τρόπο και όταν εμφανίζεται υστέρηση από τους ενδιάμεσους στόχους θα προβλέπεται η ανάληψη συγκεκριμένων διορθωτικών κινήσεων.
    Αντιλαμβανόμαστε ότι η προετοιμασία του Σχεδίου Δράσης και του Μηχανισμού Ελέγχου & Ανάδρασης είναι εξαιρετικά επίπονη διαδικασία και για αυτό επαναλαμβάνουμε ότι είμαστε ως Ένωση, διαθέσιμοι να υποστηρίξουμε το ΥΠΕΝ και να συνεργαστούμε στην κατάρτισή του ώστε να ολοκληρωθεί εντός του 2019

    7. Παλαιές αιολικές εγκαταστάσεις
    Ιδιαίτερη έμφαση επιθυμούμε να δώσουμε στην ανάγκη να υπάρξει ενσωμάτωση μέτρων και πολιτικών που λείπουν τελείως για τον τρόπο και τη διαδικασία για την αντικατάσταση των παλαιών αιολικών εγκαταστάσεων (repowering), λόγω της σημασίας της για τη βέλτιστη αξιοποίηση θέσεων με υψηλό αιολικό δυναμικό. Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι στο κείμενο που θα σταλεί στην Ε.Ε. απαιτείται διάκριση της νέας ισχύος και της ισχύος από repowering (2.2.2.iv).

    8. Έρευνα και Καινοτομία
    Η ΕΛΕΤΑΕΝ υποστηρίζει την ύπαρξη μιας ισχυρής διάστασης για την Έρευνα και Καινοτομία στον ΕΣΕΚ (σελ. 98). Η διάσταση αυτή περιλαμβάνει:
     πρόγραμμα ανάπτυξης πλωτών ανεμογεννητριών με έμφαση στο σχεδιασμό και την κατασκευή των πλωτήρων και των αγκυρώσεων
     ανάπτυξη τεχνικών παρακολούθησης λειτουργίας, διαγνωστικών εργαλείων και μη καταστροφικών ελέγχων σε ανεμογεννήτριες
     πρόγραμμα ανάπτυξης μικρών ανεμογεννητριών
     ανάπτυξη υπηρεσιών επέκτασης διάρκειας ζωής ανεμογεννητριών (life time extension)
     βραχυπρόθεσμη πρόβλεψη παραγωγής αιολικών πάρκων
     υβριδικά συστήματα με ανεμογεννήτριες και αποθήκευση ενέργειας
    Τα αναγκαία μέτρα πολιτικής περιλαμβάνουν:
     συμπράξεις επιχειρήσεων με ερευνητικούς φορείς σε αντικείμενα εφαρμοσμένης έρευνας
     έμφαση στην καινοτομία και την ανάπτυξη συγκεκριμένων και «μετρήσιμων» προϊόντων και υπηρεσιών
     απλοποίηση διαδικασιών αδειοδότησης και ίδρυσης επιχειρήσεων
     Ισχυρά φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην έρευνα και καινοτομία
     Χρηματοδότηση στοχευμένων δράσεων

    ΑΛΛΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    1. Στη σελίδα 18 το διάγραμμα με το διαφορικό κόστος είναι εντελώς παραπλανητικό.

    Αν δεχθούμε την ορολογία και τη προσέγγιση που ακολουθεί το συγκεκριμένο διάγραμμα, τότε αυτό πρέπει να διορθωθεί ώστε να συμπεριλάβει στην Αξία των Α.Π.Ε. και τη Χρέωση Προμηθευτών, η οποία για το 2017 αποτελεί μια καλή (αν και υποτιμημένη) εκτίμηση του οικονομικού οφέλους που προσφέρουν οι Α.Π.Ε. στους προμηθευτές και οπωσδήποτε αποτελεί μέρος του αποφευγόμενου κόστους:
    Με βάση τα δημοσιευμένα στοιχεία του 2017 στον Ειδικό Δελτίο του ΕΛΑΠΕ η αξία των Α.Π.Ε. ήταν 1.058,02 εκατ. ευρώ ή 102 ευρώ/MWh. Αυτό σημαίνει ότι το διαφορικό κόστος των Α.Π.Ε. ήταν 767 εκατ ευρώ ή 74 ευρώ/MWh.
    Το ενδιαφέρον είναι ότι τα αιολικά πάρκα και τα μικρά υδροηλεκτρικά επιδότησαν το σύστημα ενώ όλη η επιδότηση (από τα αιολικά, τα ΜΥΗ και τον καταναλωτή) κατευθύνθηκε υπέρ των φωτοβολταϊκών και λίγο υπέρ της βιομάζας.

    Έσοδα ΕΛΑΠΕ 2017 εκατ. € Αξία Α.Π.Ε.
    ΗΕΠ 485,61 485,61
    Αποκλίσεις 10,6 10,6
    ΜΜΚ 21,96 21,96
    ΜΔΝ 123,82 123,82
    ΕΤΜΕΑΡ 888,92
    Χρέωση Προμηθευτών 411,46 411,46
    Λιγνιτικό τέλος 32,77
    CO2 151,85
    ΦΒ Στεγών ΜΔΝ 4,57 4,57
    Σύνολο (εκατ. €) 2131,56 1058,02
    Αξία Α.Π.Ε. €/ΜWh 101,99

    Κύκλος Εργασιών Α.Π.Ε. (εκατ. €) 1825,40
    Διαφορικό κόστος (εκατ. €) 767,38
    €/ΜWh 73,97

    Ενέργεια από Α.Π.Ε. Κόστος Διαφορικό κόστος Διαφορικό κόστος σε εκατ. €
    GWh €/ΜWh
    Αιολικά 5515,4 92,3 -9,7 -53,45
    ΦΒ 3480 292,5 190,5 662,97
    ΦΒ Στέγες 511,5 409,8 307,8 157,44
    ΜΗΥ 586,5 88 -14,0 -8,21
    ΒΙΟ 280,3 132,3 30,3 8,50
    Σύνολο 10373,7 767,38

    Επαναλαμβάνεται ότι η ανωτέρω διόρθωση καταλείπει αναλλοίωτη τη προσέγγιση που επέλεξε να ακολουθήσει το διάγραμμα της σελ. 18.
    Στην πραγματικότητα η Αξία των Α.Π.Ε. περιέχει και αρκετές άλλες παραμέτρους που εδώ δεν λαμβάνονται υπόψη με αποτέλεσμα η παραποίηση της πραγματικότητας να είναι ακόμα μεγαλύτερη. Τέτοιες είναι:
     η απεξάρτηση από εισαγόμενους ενεργειακούς πόρους με υψηλή μεταβλητότητα κόστους και διαθεσιμότητας, και
     η μείωση των εξωτερικών επιπτώσεων (externalities) στο περιβάλλον, τη δημόσια υγεία, τα ασφαλιστικά ταμεία κλπ.

    2. Στη σελ. 53 προβλέπονται: «Αναπτυξιακά σχέδια για τις περιοχές που θα επηρεαστούν περισσότερο από τη σταδιακή μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλού άνθρακα».
    Η προσέγγιση είναι ορθή. Αντίστοιχα όμως υπάρχει ανάγκη να υπάρξουν δράσεις, κυρίως ενημέρωσης, και για τις περιοχές οι οποίες θα φιλοξενήσουν τα έργα Α.Π.Ε. ώστε η μεγάλη διείσδυση σε αυτές να γίνει με κατάλληλες συναινέσεις.

    3. Σελ. 65: Δεν είναι δυνατόν να συμπεριλαμβάνεται στα μέτρα πολιτικής προώθησης των Α.Π.Ε. όλο το πλέγμα των αντιαναπτυξιακών τελών (σελ. 65) που σταδιακά έχουν επιβληθεί τα τελευταία χρόνια και πρέπει να καταργηθούν! Τέτοια είναι για παράδειγμα το εκεί μεταβατικό τέλος ασφάλειας εφοδιασμού και το ετήσιο τέλος διατήρησης δικαιώματος κατοχής Άδειας Παραγωγής που αναφέρονται!

    4. Στη σελ. 121 γίνεται αναφορά στις περικοπές της παραγωγής των μεταβλητών Α.Π.Ε.
    Το θέμα αυτό συνδέεται ασφαλώς με την ανάπτυξη της αποθήκευσης. Θα επιθυμούσαμε να παρασχεθεί πληροφόρηση για πόσες περικοπές παραγωγής έχει υπολογίσει το μαθηματικό σενάριο και πώς αυτές μεταβάλλονται με γρηγορότερη εγκατάσταση αποθήκευσης. Θα βοηθούσε επίσης να γινόταν συγκεκριμένη ποσοτικοποιημένη αναφορά (έστω και σαν στόχος) ώστε να δοθεί το σωστό μήνυμα στην αγορά.

    ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ: Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

    Η Κλιματική Αλλαγή είναι μακράν το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Η ίδια η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει επιταχύνει δραματικά αυτό το πρόβλημα.
    «Είμαστε η πρώτη γενιά πού γνωρίζουμε καθαρά την αξία της φύσης και ότι την επηρεάζουμε αρνητικά. Και ίσως είμαστε η τελευταία γενιά που μπορεί να κάνει κάτι για να αντιστρέψει την αρνητική αυτή τάση» .
    Πέραν από την ηθική σημασία που έχει η συμμετοχή στη μάχη για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, αναφερθήκαμε στα οφέλη που θα έχει η Ελλάδα από τη συμμετοχή στη μάχη αυτή:
     αποφυγή απομόνωσης και αύξηση ισχύος
     εκσυγχρονισμός του ενεργειακού της συστήματος,
     μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και ενίσχυση της ασφάλειας του εφοδιασμού,
     διαφοροποίηση του αναπτυξιακού της μοντέλου συμπεριλαμβανομένης της αύξησης της εγχώριας προστιθέμενής αξίας και
     πτώση του κόστους ενέργειας
    προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών.

    Στο πλαίσιο αυτό προτείνουμε στην Κυβέρνηση και τα κόμματα να υιοθετήσουν μια κίνηση ισχυρού συμβολισμού που είναι ταυτόχρονα πολιτικά και νομικά αποτελεσματική:

    Στο πλαίσιο της διαδικασίας για την Αναθεώρηση του Συντάγματος να ενταχθεί στο άρθρο 24 (ή σε άλλο κατάλληλο σημείο) η υποχρέωση του Κράτους να μεριμνά κατά προτεραιότητα για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής με την ενεργό συμμετοχή της χώρας στις διεθνείς πρωτοβουλίες, την υλοποίηση κατάλληλων σχεδίων και δράσεων για την ενέργεια και το κλίμα και την αποχή από δράσεις που έχουν αντίθετα αποτελέσματα.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 12:30 | Dr Όλγα Παρίση – Parissis Group

    ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΣΕΚ

    Α.Γενικά σχόλια
    1. Είναι θετικό στοιχείο ότι η εκπόνηση του ΕΣΕΚ είναι ενταγμένη σε ένα ευρύτερο και συνεχές πλαίσιο διαβούλευσης με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, καθώς και την κοινωνία των πολιτών με στόχο να αξιολογεί και να ενσωματώνει ανά θεματική διάσταση και πολιτική προτεραιότητα σε επίπεδο στόχων, μέτρων και πολιτικών τις αντίστοιχες προτάσεις.
    2. Ο Εθνικός σχεδιασμός για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή είναι γενικόλογος και αόριστος σε πολλά σημεία και ταυτόχρονα δεν είναι σαφής ο τρόπος υπολογισμού βασικών μεγεθών, καθώς και οι παραδοχές και τα στοιχεία στα οποία στηρίχτηκαν τα αποτελέσματα.
    Δεν διευκρινίζεται π.χ. στην ενότητα 4.6 ‘Αγορά ενέργειας- προκλήσεις’, ποιοι είναι οι εξωγενείς παράγοντες που δημιουργούν καθυστερήσεις, ούτε πως θα εξασφαλισθεί η χρηματοδότηση του ΔΕΔΔΗΕ. Αναφέρεται , επίσης «….. η στόχευση ευάλωτων νοικοκυριών…», χωρίς κριτήρια προσδιορισμού τους και ποσόστωση.
    Ευχολόγια του τύπου «…..πρόκληση συνιστά η ανάπτυξη αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου και παρακολούθησης….» ή
    «…..απαιτείται η πρόβλεψη για μηχανισμούς χρηματοδότησης με σκοπό την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων κατοικίας ενεργειακά ευάλωτων νοικοκυριών και για την παροχή κινήτρων στο πλαίσιο τόσο των Καθεστώτων Επιβολής, όσο και των Ενεργειακών Κοινοτήτων….» θα πρέπει να αντικατασταθούν με προτάσεις μέτρων.
    3. Τα στατιστικά στοιχεία που περιέχει το κείμενο θα έπρεπε να είναι τα πλέον πρόσφατα και όχι του 2016 και θα πρέπει να βρίσκονται επικαιροποιημένα και προσβάσιμα σε κάποια ιστοσελίδα του ΥΠΕΝ και σε μορφή που να μπορεί κάποιος να τα κατεβάσει και να τα επεξεργαστεί ηλεκτρονικά.
    4. Παραμένει ελλιπής και αποσπασματική η επίσημη ενημέρωση από την Πολιτεία της κοινωνίας και των τοπικών αρχόντων, φορέων, συλλόγων κλπ. για τα οφέλη και την αναγκαιότητα των Α.Π.Ε. στις περιοχές όπου έχουν κριθεί χωροταξικά και περιβαλλοντικά κατάλληλες, ώστε να επιτυγχάνεται η συναίνεση των τοπικών κοινωνιών και να αποφεύγονται οι δικαστικές διαμάχες που εμποδίζουν την ανάπτυξη των έργων και πολλές φορές αποθαρρύνουν τους επενδυτές. Οι δικαστικές διαδικασίες είναι εξαιρετικά χρονοβόρες και τούτο, σε συνδυασμό με την τάση να εξετάζονται αιτήσεις ακύρωσης επενδύσεων που υποβάλλονται πολλούς μήνες ή και έτη μετά την αδειοδότησή τους, θέτει τις επενδύσεις σε καθεστώς ομηρείας και καθιστά πολύ δύσκολη τη χρηματοδότηση των έργων ΑΠΕ.

    5.Θα ήταν χρήσιμο να αναφερθεί στον ΕΣΕΚ η βούληση του ΥΠΕΝ να ξεκινήσει ενημερωτικά προγράμματα και δράσεις σχετικά με «την ανάπτυξη με σεβασμό στο περιβάλλον και τον άνθρωπο» και αντίστοιχα προγράμματα να καθιερωθούν και στα σχολεία.

    6.θα πρέπει να δοθεί έμφαση στο θέμα της αποξήλωσης και αντικατάστασης εξοπλισμού (repowering) καθώς και στο θέμα του retrofit – life extension των έργων ΑΠΕ, κυρίως αιολικών σταθμών που βρίσκονται σήμερα σε λειτουργία και οι άδειες τους λήγουν σύντομα.

    Β. Σχόλια επί συγκεκριμένων ενοτήτων και παραγράφων

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. «ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ»

    Ενότητα 4.2.1.2 ‘Βελτίωση ενεργειακής απόδοσης μονάδων παραγωγής ενέργειας’
    Πιστεύουμε ότι δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση η αναφορά στα υφιστάμενα μέτρα πολιτικής μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, εφόσον περιλαμβάνει την «…κατασκευή και λειτουργία νέων θερμικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας» (σελ. 58), έστω και σε συμμόρφωση με την περιβαλλοντική νομοθεσία. Η αναφορά αυτή ουσιαστικά παραπέμπει στις νέες λιγνιτικές μονάδες και στην περιβαλλοντική αναβάθμιση κάποιων υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων. Ωστόσο, οι παρεμβάσεις αυτές είναι αντίθετες με την πολιτική σταδιακής κατάργησης της χρήσης άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή, ενώ επιπλέον ο σχεδιασμός των μονάδων αυτών δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να καλύψει τα όρια εκπομπών του νέου BREF για τις Μεγάλες Εγκαταστάσεις Καύσης.

    Ενότητα 4.3.2 ‘Μέτρα πολιτικής προώθησης των ΑΠΕ’
    Όπως αναφέρεται στον ΕΣΕΚ «..Συγκεκριμένη δέσμη μέτρων έχει ήδη υλοποιηθεί με σκοπό την προώθηση μονάδων ΑΠΕ στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (ΜΔΝ), όπως ενδεικτικά είναι η εκτίμηση των περιθωρίων εγκατάστασης σταθμών ΑΠΕ, η εισαγωγή του Κώδικα Διαχείρισης, το κανονιστικό πλαίσιο ένταξης και διαχείρισης των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ο καθορισμός ομάδας εργασίας για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων διασύνδεσης των ΜΔΝ με το ηπειρωτικό σύστημα και ο σχεδιασμός τριών πιλοτικών έργων σε ισάριθμα νησιά με σκοπό την υψηλή διείσδυση μονάδων ΑΠΕ».Στην ενότητα 3.3.1. ‘Διείσδυση ΑΠΕ…..στα αυτόνομα νησιά’ αναφέρεται επίσης, ότι « …Για τα νησιά που προβλέπεται να παραμείνουν μη διασυνδεδεμένα, τουλάχιστον για αρκετό διάστημα, προωθείται επίσης μεγάλη μείωση της χρήσης του πετρελαίου για ηλεκτροπαραγωγή με την εγκατάσταση σύγχρονων μονάδων ΑΠΕ σε συνδυασμό με τεχνολογίες αποθήκευσης….».Θεωρούμε ότι δεν αρκεί η μείωση χρήσης πετρελαίου αλλά η πλήρης ενεργειακή αυτονομία των νησιών με χρήση ΑΠΕ και έξυπνων δικτύων.

    Επίσης, στην ίδια ενότητα, η αναφορά του ΕΣΕΚ στον Αναπτυξιακό Νόμο ως υφιστάμενο εργαλείο προώθησης των ΑΠΕ (σελ. 65) είναι ανεπιτυχής. Ο Αναπτυξιακός Νόμος εδώ και χρόνια σημειώνει μεγάλες καθυστερήσεις στη εφαρμογή του λόγω γραφειοκρατίας και έλλειψης πόρων. Επιπλέον, η ελκυστικότητά του στην ενίσχυση επενδύσεων βαίνει μειούμενη, αρχικά με την κατάργηση των γρήγορων αποσβέσεων και τη φορολόγηση, και στη συνέχεια (στην υφιστάμενη μορφή του) με την απαίτηση για 100% χρηματοδότησης της επένδυσης από τις τράπεζες, με αποτέλεσμα η συμβολή του στην ανάπτυξη των ΑΠΕ να είναι πολύ μικρή.

    Ενότητα 4.3.3 ‘Προκλήσεις’
    Ο ΕΣΕΚ αναφέρει (σελ. 69) αναφορικά με τους υφιστάμενους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, «…προτεραιότητα είναι …η επιλογή των οικονομικά πιο βέλτιστων εφαρμογών..». Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινιστεί με ποιο οικονομικό μέγεθος μετριέται κάτι τέτοιο, και πώς συγχρόνως εξασφαλίζεται η χρηματοδότηση εκείνων των δράσεων που έχουν υψηλό περιβαλλοντικό όφελος

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2020-2030

    Ενότητα 6.2. ‘Προώθηση των ΑΠΕ’

    Στην ΠΠ2. Όπως αναφέρει ο ΕΣΕΚ, “….η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου πλαισίου αναφορικά με τη χωροθέτηση εγκαταστάσεων ΑΠΕ με εφαρμογή στο σύνολο της επικράτειας με ξεκάθαρους κανόνες, κριτήρια και περιορισμούς είναι κρίσιμη για την υψηλότερη διείσδυση ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ταυτόχρονα, η συνολική αναμόρφωση του αδειοδοτικού πλαισίου λαμβάνοντας υπόψη το νέο καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης και τις απαιτήσεις της νέας οδηγίας είναι επιτακτική, ενώ πληθώρα διατάξεων δύνανται να προσαρμοστούν στο αναμορφωμένο αδειοδοτικό πλαίσιο..”.
    Για πρώτη φορά γίνεται σαφής αποδοχή των θεμάτων που η αγορά έχει θέσει επιτακτικά και αφορούν στην επικαιροποίηση και απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών και στην επίλυση θεμάτων χωροθέτησης.
    Στον ΕΣΕΚ δε γίνεται βέβαια καμία σαφής αναφορά σε συγκεκριμένα μέτρα σχετικά με το χωροταξικό πλαίσιο και δε φαίνεται να δίνεται καμία προτεραιότητα και βαρύτητα στο να καταστεί το πλαίσιο αυτό συμβατό με μια διείσδυση σε μεγάλη κλίμακα των ΑΠΕ και ιδιαίτερα των αιολικών και φωτοβολταϊκών που προσδοκά το ΕΣΕΚ, ούτε και γίνεται κάποια σχετική προς την κατεύθυνση αυτή σύνδεση με τα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια για την ανάπτυξη έργων ΑΠΕ που βρίσκονται σε φάση εκπόνησης.
    Στην ΠΠ3. Σχετικά με την ενδυνάμωση του ρόλου των τοπικών κοινωνιών-καταναλωτών, αναφέρεται στον ΕΣΕΚ ότι «..στο πλαίσιο της αναμόρφωσης του κανονιστικού πλαισίου της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειεας, θα δρομολογηθούν και οι απαραίτητες προσαρμογές, ώστε να είναι εφικτή η συμμετοχή αποκεντρωμένων ενεργειακών σχημάτων από ενεργειακές κοινότητες». Καθώς οι κοινότητες προβλέπεται να ενισχύονται οικονομικά μέσω ειδικών χρηματοδοτικών εργαλείων, δεν είναι σαφές με ποιόν τρόπο η συμμετοχή τους στην αγορά ενέργειας θα είναι συμβατή με τους όρους του ελεύθερου ανταγωνισμού.
    Στην ΠΠ4. Για την ένταξη των ΑΠΕ στα ενεργειακά δίκτυα (σελ. 151), αναφέρεται ότι «…θα δρομολογηθεί η ανάπτυξη νέων χρηματοδοτικών μοντέλων για την ταχεία ανάπτυξη των συγκεκριμένων υποδομών» χωρίς να διευκρινίζεται ποια εργαλεία θα είναι αυτά. Επίσης, για τις διασυνδέσεις μεταξύ ηπειρωτικού και αυτόνομων νησιωτικών ηλεκτρικών συστημάτων το ΕΣΕΚ αναφέρταιι ότι «…θα βελτιστοποιηθεί και η αξιοποίηση του υφιστάμενου τοπικού δυναμικού ΑΠΕ λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη τεχνικές, οικονομικές, όσο και κοινωνικές παραμέτρους», χωρίς να διευκρινίζεται ποιες θα είναι αυτές οι «κοινωνικές παράμετροι» που ενδεχομένως θα περιορίσουν την περαιτέρω ανάπτυξη.
    Στην ΠΠ6. Για την ενίσχυση της διείσδυσης των ΑΠΕ στη θέρμανση και ψύξη (, σελ. 154), ο ΕΣΕΚ αναφέρει ότι θα δοθούν «…ειδικά φοροκίνητρα για την εγκατάσταση συστημάτων ΑΠΕ για θέρμανση και ψύξη στον οικιακό και τριτογενή τομέα». Δεδομένων των ιδιαίτερα αυστηρών υφιστάμενων μνημονιακών υποχρεώσεων που έχουν συμφωνηθεί και εφαρμόζονται, η εξαγγελία αυτή (που είναι ιδιαίτερα θετική) είναι αμφίβολο αν θα υλοποιηθεί.
    Στην ΠΠ9. Στο θέμα της προώθησης της ηλεκτροκίνησης ο ΕΣΕΚ δεν αναφέρει καθόλου πως πρόκειται να αναπτυχθούν οι αναγκαίες υποδομές για την επαναφόρτιση των ηλεκτρικών οχημάτων σε τέτοια κλίμακα, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν τον στόχο του 10% ηλεκτροκίνητων επιβατικών οχημάτων στο σύνολο των επιβατικών οχημάτων το 2030.

    Ενότητα 6.6. ‘Έρευνα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα’

    Στην ΠΠ5. Συμφωνούμε ότι η αποθήκευση ενέργειας αποτελεί ένα επίσης σημαντικό πεδίο έρευνας και καινοτομίας. Στον ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «…..οι καινοτόμες εφαρμογές αποθήκευσης τοπικής ή μικρής κλίμακας θα αφορούν την αποθήκευση είτε ηλεκτρικής είτε θερμικής ενέργειας…. θα ενισχυθεί η ανάπτυξη νέων ή βελτιωμένων τεχνολογιών αποθήκευσης με υψηλότερη απόδοση, διαθεσιμότητα, αντοχή, ασφάλεια και με το δυνατόν χαμηλότερο κόστος…….. Μίας μορφής αποθήκευση που εξετάζεται διεθνώς, είναι η μετατροπή ηλεκτρικής ενέργειας σε αέριο (υδρογόνο, κ.α.), καθώς και οι δυνατότητες σύζευξης των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου.».
    Δεν αναφέρονται στον ΕΣΕΚ συγκεκριμένα ερευνητικά προγράμματα ή μελέτες ή τεχνολογίες, ώστε να διαφαίνεται ο χρονικός ορίζοντας που θα μπορούσε να υλοποιηθεί η αποθήκευση ενέργειας. Αναφέρεται μόνο, ως ευχολόγιο, ότι «… Θα υποστηριχθούν ηλεκτροχημικές τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας, οι οποίες θα αφορούν κυρίως εφαρμογές με ΑΠΕ για αξιοποίηση σε μη διασυνδεδεμένο ηλεκτρικό δίκτυο ή σε απομακρυσμένα σημεία του ηλεκτρικού δικτύου. Παράλληλα, η προώθηση των ερευνητικών δράσεων στις επιστημονικές περιοχές που αφορούν στα έξυπνα δίκτυα και την ηλεκτροκίνηση (ηλεκτρικά οχήματα) θα συμβάλλει θετικά όχι μόνο στον τομέα μεταφορών, αλλά και στον τομέα αποθήκευσης».
    Πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης, ήδη πριν το 2020, επιβάλλεται για τη βιωσιμότητα των ΑΠΕ. Με την έναρξη λειτουργίας των αγορών όπως προβλέπει το Target Model, οι μονάδες ΑΠΕ θα πρέπει να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις τις συμβατικές μονάδες στην χονδρεμπορική αγορά. Η αποθήκευση βοηθά να διευρυνθεί το χρονικό φάσμα εντός του οποίου οι μονάδες ΑΠΕ θα μπορούν να υποβάλουν προσφορές, μειώνοντας το ρίσκο συμμετοχής τους στην αγορά.
    Αναφορικά με τις μικρές μονάδες αποθήκευσης (“πίσω από τον μετρητή”), πέραν της ευελιξίας και ασφάλειας που παρέχουν στον καταναλωτή-αυτοπαραγωγό, βοηθούν και στη διείσδυση των ευφυών κτιρίων και στην ανάπτυξη ευφυών δικτύων, κάτι που αποτελεί τόσο εθνικό όσο και κοινοτικό στόχο. Θα πρέπει , λοιπόν να υπάρξει επίσπευση από μεριάς ΕΣΕΚ και στον τομέα αυτό.
    Στην κατεύθυνση αυτή θεωρούμε προτεραιότητα την επιτάχυνση των διαδικασιών που αναφέρει και ο ΕΣΕΚ, ότι δηλαδή “για τις μονάδες αποθήκευσης, τόσο κεντρικού όσο και αποκεντρωμένου τύπου, απαιτείται η ανάπτυξη ολοκληρωμένου κανονιστικού και ρυθμιστικού πλαισίου αναφορικά με τη λειτουργία τους στις αγορές ενέργειας και την ένταξή τους στα ηλεκτρικά δίκτυα”.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 12:06 | Σταύρος Μαυρουδέας

    1
    «Ο πρωταρχικός στόχος της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής είναι η βιώσιμη και αειφόρος ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα…»
    «Παράλληλα, βασικός στόχος είναι η διαφύλαξη και διαχείριση των ενεργειακών πόρων κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται η ομαλή, αδιάλειπτη και αξιόπιστη κάλυψη των εγχώριων ενεργειακών αναγκών, καθώς και η πρόσβαση όλων των καταναλωτών σε προσιτή και ασφαλή ενέργεια…»
    – Είναι συμβατοί ο «πρωταρχικός στόχος» με τον «βασικό στόχο»;
    – Τί σημαίνει προσιτή ενέργεια; Η υποθαλάσσια εξόρυξη είναι προσιτή ενέργεια;
    – Τί σημαίνει ασφαλής ενέργεια; Ως προς τον άνθρωπο ή το περιβάλλον;
    2
    «Τα ανωτέρω αποτελούν δομικά συστατικά ενός βιώσιμου αναπτυξιακού μοντέλου, το οποίο δεν προσβλέπει μόνο στη δημοσιονομική σταθερότητα αλλά και στην αναδιάρθρωση της παραγωγής, στην ορθολογική χρήση πόρων,…»
    – Αποτελεί η χρήση του λιγνίτη «ορθολογική χρήση πόρων»; Ποιο είναι το περιβαλλοντικό αποτύπωμα; Πόσο νερό χρειάζεται για την επεξεργασία του;
    3
    Χρειάζεται μεγαλύτερη ανάλυση η «δημογραφική εξέλιξη και επιπτώσεις στην ενέργεια».
    4
    «Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα έχει εφαρμόσει, υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες, έναν μεγάλο αριθμό μεταρρυθμίσεων στον ενεργειακό τομέα.»
    – Ποιος είναι ο αριθμός; Ποιες είναι οι μεταρρυθμίσεις; Δεν χρειάζεται η εν λόγω αναφορά εάν δεν συνοδεύεται από σχετική ανάλυση.
    5
    «Συγκεκριμένα, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης κατά τα προηγούμενα χρόνια και σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία το έτος 2016, το 29% των ελληνικών νοικοκυριών δεν μπόρεσαν να ικανοποιήσουν τις συνθήκες θερμικής άνεσης στην κατοικία τους, ενώ περίπου το 40% αυτών καθυστερούν στην αποπληρωμή των ενεργειακών τους οφειλών.»
    – Έχει εκτιμηθεί η σχέση με τον οικοδομικό κανονισμό για τα κτίρια;
    6
    «Ως συνέπεια, η μείωση της ενεργειακής έντασης αλλά και της έντασης των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου σε κάθε κλάδο (βιομηχανία, νοικοκυριά, τριτογενής τομέας, μεταφορές και πρωτογενής τομέας) αποτελεί πρωταρχικό στόχο.»
    – Ποια η σχέση του λιγνίτη με τον εν λόγω στόχο;
    7
    Ο σχεδιασμός θα έπρεπε να περιλαμβάνει μέτρα ελέγχου και παρακολούθησης.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 11:27 | Ομάδα έργου C-TRACK 50 (ΕΣΑΔ ΕΜΠ & ΕΠΤΑ)

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μεταξύ άλλων ως στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά τουλάχιστον 20% έως το 2020 και 40% έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990. Επίσης έχει θέσει επιμέρους στόχους για την αύξηση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης κατά 32% και 32.5% αντιστοίχως, όπως εγκρίθηκαν πρόσφατα (13/11/2018) οι αναθεωρημένοι στόχοι από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο ιδιαίτερα σημαντικός ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην επίτευξη των στόχων αυτών αναδεικνύεται μέσα από πλήθος πολιτικών και κατευθυντήριων Οδηγιών της Ε.Ε. που κάνουν σαφή αναφορά στην ανάγκη για ενεργοποίηση των τοπικών αρχών για την επίτευξη των στόχων για αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και της χρήσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

    Αναγνωρίζοντας ότι ποσοστό μεγαλύτερο από το ήμισυ των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου δημιουργείται μέσα από τις πόλεις και ότι οι φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης είναι ο πλησιέστερος φορέας διοίκησης των πολιτών και οφείλουν να αποτελούν πρότυπο για τους πολίτες κάνοντας ορθολογική χρήση ενέργειας και υιοθετώντας αειφόρα πρότυπα κατανάλωσης, οι Δήμαρχοι της Ευρώπης συμφώνησαν να υπερβούν τους στόχους που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Για το σκοπό αυτό ξεκίνησαν την πρωτοβουλία του Συμφώνου των Δημάρχων όπου οι υπογράφοντες δεσμεύονται εθελοντικά για τη λήψη δράσεων προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την υιοθέτηση μιας κοινής προσέγγισης αναφορικά με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν. Στο πλαίσιο αυτό εκπονούν Σχέδιο Δράσης για την Αειφόρο Ενέργεια και το Κλίμα. Μέχρι σήμερα, 156 Ελληνικοί δήμοι έχουν προσχωρήσει στο Σύμφωνο, ήτοι περίπου οι μισοί δήμοι της Ελλάδας, ενώ 121 δήμοι έχουν εκπονήσει Σχέδιο Δράσης.

    Παράλληλα, ο Νόμος 4342/2015 (ΦΕΚ Α 143/9-11-2015) θεσπίζει την εκπόνηση σχεδίου ενεργειακής απόδοσης, με ευθύνη των Περιφερειαρχών και των Δημάρχων, για τα κτίρια αρμοδιότητάς τους και περιέχει συγκεκριμένους στόχους και δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας και βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης. Επίσης, καθιερώνεται σύστημα ενεργειακής διαχείρισης, το οποίο περιλαμβάνει ενεργειακούς ελέγχους, στο πλαίσιο του σχεδίου ενεργειακής απόδοσης.

    Σε επίπεδο περιφέρειας, ο Νόμος 4414/2016 θεσπίζει την εκπόνηση περιφερειακών σχεδίων για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες και την τρωτότητα κάθε περιοχής.

    Λαμβάνοντας υπόψη ότι:
    • Η δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της χώρας μας για τη μείωση των εκπομπών θα μπορέσει να υλοποιηθεί μόνο με τη συνδρομή των περιφερειακών και τοπικών φορέων, καθώς και των πολιτών.
    • Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές μοιράζονται την ευθύνη με τις εθνικές κυβερνήσεις για την καταπολέμηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη και οφείλουν να αναλάβουν τη δέσμευση αυτή ανεξαρτήτως των δεσμεύσεων άλλων ενδιαφερομένων φορέων.
    • Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές οφείλουν να πρωτοστατήσουν στην ανάληψη δράσης και να δώσουν το καλό παράδειγμα, δεδομένου ότι αποτελούν το επίπεδο διακυβέρνησης που βρίσκεται πλησιέστερα στους πολίτες.
    • Η υφιστάμενη νομοθεσία στην Ελλάδα δεν απαιτεί οι Περιφέρειες και οι Δήμοι της Ελλάδας να αναπτύσσουν ολοκληρωμένο σχεδιασμό δράσεων για την ενέργεια και το κλίμα, παρά μόνο σχέδιο ενεργειακής απόδοσης για τα δημόσια κτίρια και σχέδιο για το Κλίμα σε επίπεδο περιφέρειας.
    • Αρκετοί δήμοι της Ελλάδας αναγνωρίζουν τον κομβικό ρόλο των τοπικών αρχών στην επίτευξη των Ευρωπαϊκών και εθνικών στόχων, καθώς και τα οφέλη του ενεργειακού σχεδιασμού σε επίπεδο δήμου, οπότε προσχωρούν εθελοντικά στο Σύμφωνο των Δημάρχων και εκπονούν Σχέδιο Δράσης για την Αειφόρο Ενέργεια και το Κλίμα.
    • Έχοντας ως εργαλείο ένα Σχέδιο Δράσης για την Ενέργεια και το Κλίμα, επιδιώκεται συστηματικά η χρηματοδότηση δράσεων προτεραιότητας και υψηλής προστιθέμενης αξίας, υλοποιούνται αποτελεσματικότερα οι σχετικές δράσεις, ενώ διασφαλίζεται ότι αυτές δεν είναι αποσπασματικές ή ανταγωνιστικές, αλλά συμπληρωματικές, καθώς αποτελούν μέρος ενός ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης.
    • Βελτιώνοντας την συμβατότητα των σχεδίων δράσης στα διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης, γίνεται καλύτερος και πιο ολοκληρωμένος ο σχεδιασμός και συνεπώς μειώνεται η γραφειοκρατία και επιτυγχάνονται συνέργειες κλίμακας στην υλοποίηση σχετικών δράσεων.
    • Υπάρχουν χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπου ο ενεργειακός σχεδιασμός είναι υποχρεωτικός σε εθνικό, περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο, όπως η Γαλλία και η Λετονία, ενώ παράλληλα υπάρχουν άλλες χώρες όπου η πρόσβαση δήμων σε συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι εφικτή μόνο αν υπάρχει ενεργειακός σχεδιασμός, π.χ. η Γερμανία συγχρηματοδοτεί την εκπόνηση ενός σχεδίου δράσης, το οποίο είναι προαπαιτούμενο για να μπορέσει ένας δήμος να έχει πρόσβαση σε συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία.

    Προτείνεται, η εναρμόνιση του θεσμικού πλαισίου που αφορά τον σχεδιασμό δράσεων για την ενέργεια και το κλίμα στα διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης και συνεπώς ο ολοκληρωμένος στρατηγικός σχεδιασμός για την ενέργεια και το κλίμα να είναι υποχρεωτικός σε επίπεδο περιφέρειας και δήμου.

    Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται ο Εθνικός Σχεδιασμός για την Ενέργεια και το Κλίμα να περιλαμβάνει τις παρακάτω δράσεις:

    1. Υποχρεωτική συμμετοχή των περιφερειακών αρχών στη διαβούλευση για το σχεδιασμό σε εθνικό επίπεδο
    • Οι εθνικές αρχές διαμορφώνουν προτεραιότητες πολιτικής μετά από διαβούλευση με τις περιφερειακές αρχές.
    • Στην συνέχεια, σε συνεργασία με τις περιφερειακές αρχές, καθορίζεται η συνεισφορά κάθε περιφερειακής αρχής στην επίτευξη των εθνικών στόχων, με ποσοτικούς στόχους εξοικονόμησης ενέργειας και παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειες.

    2. Υποχρεωτικός ο περιφερειακός σχεδιασμός για την ενέργεια και το κλίμα
    • Ο καθορισμός προτεραιοτήτων σε περιφερειακό επίπεδο πραγματοποιείται κατόπιν αξιολόγησης του εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού.
    • Στην συνέχεια αναπτύσσεται ο περιφερειακός σχεδιασμός με τη συμμετοχή διαφορετικών εμπλεκόμενων φορέων και τοπικών αρχών μέσα από συναντήσεις εργασίας και διαδικασίες διαβούλευσης.
    • Οι απαιτήσεις όσον αφορά στο περιεχόμενο του σχεδίου δράσης πρέπει να εναρμονιστούν με την υφιστάμενη νομοθεσία, και πιο συγκεκριμένα να ενσωματώνουν τις απαιτήσεις ενός σχεδίου ενεργειακής απόδοσης για περιφερειακά κτίρια, και τις απαιτήσεις για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
    • Για να ολοκληρωθεί το σχέδιο δράσης για την ενέργεια και το κλίμα απαιτείται διαβούλευση και έγκριση από το περιφερειακό συμβούλιο.
    • Το σχέδιο αναπτύσσεται με βάση προκαθορισμένη δομή και οδηγίες που έχουν διαμορφωθεί από το Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας, έτσι ώστε να συμβαδίζει με όλες τις απαιτήσεις σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας.

    3. Υποχρεωτικός ο τοπικός σχεδιασμός για την ενέργεια και το κλίμα
    • Ο καθορισμός προτεραιοτήτων σε επίπεδο δήμου πραγματοποιείται κατόπιν αξιολόγησης του περιφερειακού σχεδίου δράσης. Στην συνέχεια αναπτύσσεται ο τοπικός σχεδιασμός με τη συμμετοχή διαφορετικών εμπλεκόμενων φορέων.
    • Το τοπικό σχέδιο δράσης για την ενέργεια και το κλίμα πρέπει να είναι συμβατό με το περιφερειακό. Οι απαιτήσεις όσον αφορά στο περιεχόμενο του πρέπει να εναρμονιστούν με την υφιστάμενη νομοθεσία (π.χ. σχέδιο ενεργειακής απόδοσης για δημοτικά κτίρια) και με σχετικές Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες (ειδικότερα το Σύμφωνο των Δημάρχων).
    • Για να ολοκληρωθεί το σχέδιο απαιτείται διαβούλευση και έγκριση από το δημοτικό συμβούλιο.
    • Το σχέδιο αναπτύσσεται με βάση προκαθορισμένη δομή και οδηγίες που έχουν διαμορφωθεί από το Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας, έτσι ώστε να συμβαδίζει με όλες τις απαιτήσεις σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας.

    4. Υποχρεωτική η ύπαρξη σχεδιασμού για την ενέργεια και το κλίμα σε επίπεδο περιφέρειας και δήμου για συμμετοχή σε ανοιχτές προσκλήσεις χρηματοδότησης για την υλοποίηση έργων.

    Παράλληλα προτείνεται να προωθηθούν και οι παρακάτω δράσεις για να διευκολυνθεί ο ενεργειακός σχεδιασμός σε επίπεδο δήμου:
    • Οι περιφερειακές αρχές να ηγούνται εθελοντικού σχήματος για την υποστήριξη του τοπικού ενεργειακού σχεδιασμού (π.χ. ως συντονιστής/υποστηρικτής του Σύμφωνου των Δημάρχων). Εναλλακτικά, το ενεργειακό γραφείο της περιφέρειας, ή η τοπική αναπτυξιακή, θα μπορούσαν να αναλαμβάνουν την τεχνική υποστήριξη των δήμων της περιφέρειας για τον ενεργειακό σχεδιασμό.
    • Η κατανομή των κονδυλίων του ΕΣΠΑ σε θέματα ενέργειας και περιβάλλοντος στις περιφέρειες να πραγματοποιείται λαμβάνοντας υπόψη και τους επιμέρους στόχους που έχουν αναλάβει.
    • Δημιουργία και ενεργοποίηση υφιστάμενων απαραίτητων δομών (π.χ. ενεργειακός υπεύθυνος του δήμου) για τον στρατηγικό σχεδιασμό στους δήμους.
    • Διάθεση κονδυλίων από τις περιφέρειες στους δήμους για την εκπόνηση και υλοποίηση του ενεργειακού σχεδιασμού.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 11:26 | ΕΔΑ Αττικής

    Θεωρούμε εξαιρετικά θετικό το γεγονός της δημοσιοποίησης και της θέσης σε δημόσια διαβούλευση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).

    Στο σύνολο των μέτρων που αφορούν το φυσικό αέριο, θα θέλαμε να προστεθεί και η εγκατάσταση έξυπνων μετρητών στα δίκτυα φυσικού αερίου. Θα μπορούσε να ενταχθεί στα προς χρηματοδότηση έργα του Τομέα της Ενέργειας, στο πλαίσιο του στόχου:

    Έρευνα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα

    ΠΠ3. Ψηφιοποίηση δικτύων ενέργειας – Έξυπνα δίκτυα (προώθηση της έξυπνης τηλεμέτρησης, του ασφαλούς και αποδοτικού χειρισμού των συλλεγόμενων δεδομένων και της αποδοτικότερης λειτουργίας των δικτύων διανομής και μεταφοράς ενέργειας.)

    καθώς και στο πλαίσιο του γενικότερου στόχου βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης.

    Η παραπάνω ενέργεια θα προσφέρει πολλαπλά πλεονεκτήματα όπως μείωση λειτουργικού κόστους για τους Διαχειριστές των δικτύων, περιβαλλοντικά οφέλη, και καλύτερη διαχείριση της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης από πλευράς των καταναλωτών.

  • 1η παρατήρηση: το «Σχέδιο» είναι αναίτια φλύαρο, με συνεχείς επαναλήψεις, κείμενο χωρίς συνοχή: χρειάστηκε 226 σελίδες, όταν το αντίστοιχο κείμενο του Μαρτίου 2012 (Οδικός Χάρτης για το 2050) ήταν πολύ πιο περιεκτικό σε 75 σελίδες, ενώ το αντίστοιχο Πολωνικό, που δημοσιεύθηκε πριν λίγες ημέρες, είναι μόνο 54 σελίδες. Παρά την έκτασή του, δεν δίνει διαφορετικά σενάρια εξέλιξης του ενεργειακού συστήματος, δίνει μόνο ένα κι αυτό χωρίς πολλά απαραίτητα στοιχεία, που θα επέτρεπαν να κρίνουμε την αξιοπιστία του.

    Ανέβασα χθες στη σελίδα του ιστολογίου στο FB βίντεο (https://www.youtube.com/watch?v=udbTS3-6K7U) με απόσπασμα της συνεδρίασης της Βουλής στις 30/11, όπου ο βουλευτής του Σύριζα στο Ν. Κοζάνης κ. Μίμης Δημητριάδης ακούγεται να λέει πως το «Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια & το Κλίμα» (ΕΣΕΚ) «είναι φερέγγυο και συμφωνημένο με τους διεθνείς θεσμούς». Και στο τέλος ο κ. Σταθάκης μας λέει πως «Οι λιγνίτες έχουν πρόγραμμα, όταν τελειώνει η ζωή της λιγνιτικής μονάδας αποσύρεται, αυτός είναι ο Μακροχρόνιος Ενεργειακός Σχεδιασμός της χώρας». Όλα αυτά καθιστούν προδήλως τη δημόσια διαβούλευση ένα σκέτο φιάσκο, καθώς αφενός δεν έχει προφανώς νόημα διαβούλευσης κάτι ήδη συμφωνημένο εκτός Ελλάδας, αφ’ ετέρου αυτά που είπε στη Βουλή ο κ. Σταθάκης είναι σ’ ευθεία αντίθεση μ’ αυτά που διαβάζουμε στο ΕΣΕΚ.

    Νωρίτερα βέβαια είχε προλάβει να γελοιοποιήσει την έννοια της διαβούλευσης μια «βρώμικη» ΜΚΟ, αφού, αντί να συμμετέχει με τις θέσεις της, θεώρησε σκόπιμο να καταχωρήσει εκατοντάδες φορές το ίδιο σχόλιο, χρησιμοποιώντας διαφορετικά email.

    Έστω κι έτσι, αυτό που βλέπει κανείς στο ΕΣΕΚ είναι η μεγάλη εξάρτηση από τα πετρελαϊκά προϊόντα, αφού το 2016 η συμμετοχή τους στην ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση ενέργειας είναι ιδιαίτερα υψηλή, μεγαλύτερη του 50%. Όπως επισημαίνει το ΕΣΕΚ στη σελ. 26, «ο δείκτης ενεργειακής εξάρτησης κινείται ιστορικά κοντά στο 70%. Με 73,6% για το έτος 2016, η χώρα βρίσκεται υψηλότερα από τον αντίστοιχο δείκτη σε επίπεδο Ε.Ε. (54%) ή Ευρωζώνης (61,9%)». Όπως επίσης επισημαίνεται στο Διάγραμμα 17, υπάρχει μείωση του δείκτη κατά τα έτη 2008-2013 λόγω της οικονομικής ύφεσης και στα έτη 2013-2016 υπάρχει απότομη άνοδος, η οποία σχετίζεται άμεσα με την αντίστοιχη απότομη μείωση της χρήσης εγχώριου λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή. Συνεπώς εθνική προτεραιότητα πρέπει ν’ αποτελεί η μείωση της συνεισφοράς των πετρελαϊκών προϊόντων, για μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, ενώ η μείωση της συμμετοχής εγχώριων πηγών, όπως είναι ο λιγνίτης, θα πρέπει να μεταφερθεί στο απώτερο μέλλον. Για όποιον επιλέγει βολικά να μην το θυμάται, η χώρα είναι χρεοκοπημένη, πρέπει κατά προτεραιότητα να προσέχει πολύ το εμπορικό της ισοζύγιο και πρέπει να βασιστεί όσο γίνεται περισσότερο στις δικές της ενεργειακές πηγές.

    Σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών των «αερίων θερμοκηπίου»: είναι απολύτως σαφές και το επισημαίνει το ΕΣΕΚ στη σελ. 13, πως «ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής έχει δώσει τα τελευταία χρόνια πολύ σημαντική συνεισφορά (μείωση κατά 38% για το έτος 2016 σε σχέση με το έτος 2005,) μεγαλύτερη της αντίστοιχης ποσοστιαίας μείωσης που έχει επιτευχθεί στο σύνολο των εκπομπών για όλους τους τομείς». Συνυπολογίζοντας όσα αναφέρω στην προηγούμενη παράγραφο, η προσοχή πρέπει να στραφεί στους υπόλοιπους τομείς, ιδίως στη γεωργία/κτηνοτροφία, στις μεταφορές και στα κτήρια. Χωρίς συμμετοχή όλων των τομέων δεν μπορεί να υπάρχει μείωση εκπομπών.

    Όπως επισημαίνει το ΕΣΕΚ στη σελ. 15, το ποσοστό του μεριδίου στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ με χαρακτηριστικά μη ελεγχόμενης παραγωγής, δηλαδή ηλεκτροπαραγωγή από φωτοβολταϊκούς και αιολικούς σταθμούς, ανέρχεται ήδη σε πάνω από 15% στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και είναι σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο μερίδιο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως δείχνουν τα επαναλαμβανόμενα απ’ το Μάρτιο 2016 μπλακ άουτ στη Ρόδο, πρέπει να επιβραδυνθεί ο ρυθμός διείσδυσης μη ελεγχόμενης παραγωγής. Ιδιαίτερα για τα αιολικά, είναι ήδη πάρα πολλά και, συνυπολογίζοντας τις κοινωνικές αντιδράσεις που υπάρχουν πλέον σ’ όλη την Ελλάδα, θα πρέπει να διακοπεί πλήρως η περαιτέρω ανάπτυξή τους. Έχει αποδειχθεί πλέον διεθνώς στην πράξη, ότι η ταχύτητα του ανέμου, από την οποία εξαρτάται ευθέως η απόδοση των ανεμογεννητριών, είναι ευρύτατα μεταβαλλόμενη και είναι ή του ύψους ή του βάθους, με το ρυθμό μεταβολής να καθιστά απολύτως απαραίτητη την ύπαρξη συνεχώς στρεφόμενων εφεδρειών ορυκτών καυσίμων, προκειμένου η συχνότητα λειτουργίας του δικτύου να διατηρείται στα 50±0,2Hz και να μην καταρρεύσει το δίκτυο, οδηγώντας σε ανεξέλεγκτες κοινωνικές καταστάσεις.

    Στη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας επί του παρόντος δραστηριοποιούνται 19 προμηθευτές, (βλ. ΕΣΕΚ σελ. 31). Ωστόσο οι περισσότεροι δεν είναι παραγωγοί, αλλά μεσάζοντες-μεταπωλητές. Από πότε το κόστος στον τελικό καταναλωτή μειώνεται όταν παρεμβάλλονται μεσάζοντες; Η κατάσταση θυμίζει όσα επικράτησαν στο αρχικό στάδιο του ανοίγματος της αγοράς τηλεπικοινωνιών, η οποία σήμερα πλέον παρουσιάζει συγκέντρωση στα χέρια λίγων πολυεθνικών. Οι καταναλωτές είναι πλέον όμηροι και, σύμφωνα με ερώτηση βουλευτή της ΝΔ, οι εταιρείες πρέπει να ελεγχθούν για σχηματισμό καρτέλ. Νομοτελειακά εκεί οδηγείται και η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, υπάρχει το αντίστοιχο παράδειγμα από την αγορά της Βρετανίας.

    Στη σελ. 32 του ΕΣΕΚ οι καλωδιακές διασυνδέσεις των νησιών «θεωρούνται βασική προτεραιότητα καθώς θα διευκολύνουν τη διείσδυση των ΑΠΕ στα ΜΔΝ». Σε συσχετισμό με όσα αναφέρω πιο πάνω για τα αιολικά, θα πρέπει να απαγορευτεί πλήρως η περαιτέρω ανάπτυξη ανεμογεννητριών στα νησιά, καθώς θα έχει σημαντικά δυσμενές περιβαλλοντικό αποτύπωμα σε ανθρώπους και οικοσυστήματα. Επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι τα νησιά έχουν περιορισμένη έκταση και πλέον υπάρχει αυξανόμενη διεθνής επιστημονική προσοχή στις εκπομπές μη ακουστών ήχων από τις ανεμογεννήτριες (συχνότητας κάτω των 20Hz), ήχων οι οποίοι διαπιστωμένα προκαλούν περικαρδίτιδα, προβλήματα σε κυήσεις, αύξηση έκκρισης κορτιζόλης, κλπ.

    Στις σελ. 35-36 του ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι «Το φαινόμενο της ενεργειακής ένδειας έχει ενταθεί τα τελευταία έτη κυρίως λόγω των επιπτώσεων της οικονομικής ύφεσης. Ουσιαστικά τα νοικοκυριά λόγω της οικονομικής ύφεσης δεν κατόρθωσαν να καλύψουν τις συνθήκες θερμικής άνεσης με αποτέλεσμα να δηλώσουν αδυναμία επίτευξης επιπέδων ικανοποιητικής θέρμανσης.» Δεν πρόκειται μόνο για αποτέλεσμα της ύφεσης, αλλά για αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης του πετρελαίου θέρμανσης. Προ δεκαετίας, με τη διεθνή τιμή του πετρελαίου πολύ άνω των 100$/βαρέλι, το πετρέλαιο θέρμανσης κόστιζε 45-50 λεπτά/λίτρο. Σήμερα η διεθνής τιμή είναι λιγότερο από 60$/βαρέλι, αλλά το πετρέλαιο θέρμανσης κοστίζει 100-110 λεπτά/λίτρο, με τη διαφορά να είναι αλλεπάλληλοι φόροι επί φόρων.

    Στη σελ. 39 αναφέρεται πως «στο πλαίσιο του εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού τίθενται βασικοί ποσοτικοί στόχοι πολιτικής για την περίοδο έως το έτος 2030, οι οποίοι απορρέουν από τις προτεραιότητες που έχουν διαμορφωθεί σε εθνικό επίπεδο, καθώς και από τις κλιματικές και ενεργειακές επιδιώξεις που έχουν αναπτυχθεί και συμφωνηθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης». Δεν είναι δυνατό να τίθενται οι στόχοι από το ΕΣΕΚ, οι στόχοι πρέπει να είναι σαφείς από τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Από όσα είναι γνωστά, δεν υπάρχουν εθνικά δεσμευτικοί στόχοι, υπάρχουν μόνο στόχοι συνολικά της ΕΕ. Δεν υπάρχει απολύτως κανείς λόγος να σπεύδει η χρεοκοπημένη Ελλάδα να βγει μπροστά από χώρες σαν τη Βρετανία, τη Γερμανία, το Βέλγιο ή την Ολλανδία.

    Στη σελ. 41 αναφέρεται πως «Σύμφωνα με το σενάριο ΣΕΣΠ του ενεργειακού συστήματος [για τους τομείς που εντάσσονται στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ETS)], επιτυγχάνεται επίτευξη του στόχου [μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου] με ποσοστό μείωσης που ανέρχεται στο 63%». Όπως αναφέρω και πιο πάνω, ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής έχει δώσει τα τελευταία χρόνια πολύ σημαντική συνεισφορά (μείωση κατά 38% για το έτος 2016 σε σχέση με το έτος 2005,) μεγαλύτερη της αντίστοιχης ποσοστιαίας μείωσης που έχει επιτευχθεί στο σύνολο των εκπομπών για όλους τους τομείς. Συνυπολογίζοντας όσα αναφέρω στην προηγούμενη παράγραφο, το 63% είναι εξωφρενικά υψηλό και δεν έχει σχέση με διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας.

    Στη σελ. 50 αναφέρεται πως «Η ολοκλήρωση της αναδιαμόρφωσης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου αναμένεται να οδηγήσει σε πιο ανταγωνιστικές τιμές των συγκεκριμένων ενεργειακών προϊόντων». Η πολιτική της ΕΕ έχει αντικαταστήσει τα εθνικά μονοπώλια με πολυεθνικά ολιγοπώλια. Όπως δείχνει η κατάσταση στη αγορά ενέργειας της Βρετανίας και στην αγορά τηλεπικοινωνιών της Ελλάδας, η εξέλιξη αυτή μόνο τρόμο μπορεί να προκαλεί στους τελικούς καταναλωτές.

    Στη σελ. 55 αναφέρεται πως «ο εθνικός ενεργειακός σχεδιασμός αναπτύσσεται σε έξι αμοιβαίως ενισχυόμενες και στενά αλληλένδετες διαστάσεις, στη βάση των οποίων αναλύονται και παρουσιάζονται συγκεκριμένες προτεραιότητες ενεργειακής πολιτικής και ανάληψης στοχευμένων μέτρων». Δυστυχώς για τους συντάκτες του ΕΣΕΚ, απουσιάζει επιδεικτικά η διάσταση της προσιτής ενέργειας για τους πολίτες και για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

    Στη σελ. 146 αναφέρεται πως «η προώθηση των ΑΠΕ αποτελεί κυρίαρχη προτεραιότητα πολιτικής προς μια πορεία απανθρακοποίησης της οικονομίας». Τον Ιούνιο 2017 κατατέθηκε στη Βουλή ερώτηση του βουλευτή Δημήτρη Καμμένου με θέμα «Παραγωγή & εξοικονόμηση λιγνίτη», στην οποία, μεταξύ άλλων, ρωτούσε ευθέως: «Υπάρχει στατιστική μελέτη, η οποία να διευκρινίζει πόσα γραμμάρια λιγνίτη ή πόσους θανάτους εξοικονομούμε με τα €500 εκατ. το χρόνο που δίνονται σε αιολικές επιδοτήσεις; Πόσα κυβικά μέτρα αέριο εξοικονομούμε ετησίως με €1,6 δισ. επιδοτήσεις για ΑΠΕ;» Στις 24 σελίδες που δόθηκαν ως απάντηση από το ΥΠΕΝ, τη ΡΑΕ, τη ΔΕΗ, τον ΑΔΜΗΕ και το ΛΑΓΗΕ δεν υπάρχει η παραμικρή απάντηση στο πιο πάνω σαφές και κρίσιμο ερώτημα. Η απάντηση την οποία απέφυγαν να δώσουν είναι «περίπου μηδέν», συνεπώς η «απανθρακοποίηση» της οικονομίας αποτελεί απλά ένα ιδεολόγημα. Είναι επίσης προφανές πως δεν μπορεί να γίνει «απανθρακοποίηση» με ενίσχυση του ρόλου του φυσικού αερίου, που, πέρα από ορυκτό καύσιμο που εκπέμπει CO2, επιπλέον είναι 100% εισαγόμενο καύσιμο. Εάν οι τεχνολογικές και οικονομικές συνθήκες το επιτρέπουν μελλοντικά, θα μπορεί να γίνει σταδιακή μετάβαση από τον εγχώριο λιγνίτη σε εγχώριες ΑΠΕ. Προς το παρόν οι συνθήκες αυτές είτε είναι περιορισμένες (σε Φ/Β, βιομάζα, γεωθερμία) είτε δεν υπάρχουν, επειδή οι ΑΠΕ που προωθούνται σε επίπεδο ΕΕ είναι διακοπτόμενες και η αποθήκευση ενέργειας παγκοσμίως δεν είναι εφικτή, παρά μόνο για κάλυψη στιγμιαίων αιχμών ζήτησης του συστήματος σε αντικατάσταση πανάκριβων αεριοστροβίλων. Ήδη μάλιστα τον Οκτώβριο οι σημαντικοί κατασκευαστές μπαταριών αύξησαν τις τιμές και η αύξηση της ζήτησης νομοτελειακά θα επιφέρει περαιτέρω αύξηση των τιμών, καθώς υπάρχει σαφές πρόβλημα εξασφάλισης πρώτων υλών.

    Στη σελ. 174 αναφέρεται πως «Σημειώνεται ότι η αύξηση της μεταφορικής ικανότητας εξαρτάται από τη γενικότερη διαμόρφωση του Συστήματος Μεταφοράς στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Εκτιμάται ότι συνολικά στην περιοχή της Νότιο-Ανατολικής Ευρώπης, όπως έχει καθορισθεί από τον ENTSO-E, θα κατασκευασθούν ή αναβαθμιστούν γραμμές μεταφοράς συνολικού μήκους της τάξης των 13.800 χλμ.» Η Ελλάδα γεωγραφικά βρίσκεται στη ΝΑ γωνιά της Ευρώπης και ηλεκτρικά αποτελεί μια «νησίδα». Η αθρόα εισαγωγή διακοπτόμενων ΑΠΕ στο σύστημα απαιτεί ιδιαίτερα ενισχυμένες καλωδιακές διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες, προκειμένου να απορρίπτεται προς την Ευρωπαϊκή αγορά το πλεόνασμα παραγωγής σε ώρες που φυσά πολύ ή/και ταυτόχρονα υπάρχει ηλιοφάνεια, προκειμένου να αποφευχθεί κατάρρευση του συστήματος. Όπως έχει δείξει η Ελληνική και διεθνής εμπειρία, τα 13.800 χλμ. νέων γραμμών μεταφοράς θα χρειαστούν αρκετές δεκαετίες για να κατασκευαστούν. Στο μεσοδιάστημα, όπως δείχνουν τα επαναλαμβανόμενα μπλακ άουτ της Ρόδου, η ανάπτυξη διακοπτόμενων ΑΠΕ θα θέτει σε συνεχή κίνδυνο το σύστημα ηλεκτροδότησης σε εθνικό πλέον επίπεδο.

    Στη σελ. 181 αναφέρεται πως «Οι υφιστάμενες διασυνδέσεις ηλεκτρικής ενέργειας με τις γειτονικές χώρες έχουν δώσει τη δυνατότητα, μέσω της αύξησης των εισαγωγών, για μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας προς ελάφρυνση των οικιακών καταναλωτών και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων». Αυτό αποτελεί ξεκάθαρη ομολογία αποτυχίας της μέχρι τώρα πολιτικής. Η χώρα πρέπει να παράγει μόνη της φθηνή ενέργεια κι όχι να εισάγει τα πάντα. Το ΕΣΕΚ αποφεύγει και δεν δίνει το παραμικρό στοιχείο για την εξέλιξη των τιμών των ενεργειακών προϊόντων ως συνέπεια της προτεινόμενης πολιτικής.

  • 3 Δεκεμβρίου 2018, 11:22 | Νίκος Μάντζαρης, the Green Tank

    To Green Tank, ένα νέο think tank για το περιβάλλον και την ενέργεια, καλωσορίζει την κατάθεση της επίσημης πρότασης της κυβέρνησης για τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας. Πρόκειται για ένα σχέδιο που θα έπρεπε να έχει κατατεθεί και συζητηθεί εκτενώς χρόνια πριν. Ίσως έτσι να είχε καταστεί εφικτή η αποφυγή καθοριστικών αποφάσεων των ελληνικών κυβερνήσεων που αν, έστω και τώρα, δεν αναστραφούν θα επηρεάσουν πολύ αρνητικά το μέλλον της χώρας.

    Γενικά σχόλια

    1. Ασυμβατότητα ΕΣΕΚ με Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα: Η ελληνική Βουλή κύρωσε με νόμο την ιστορική Συμφωνία του Παρισιού το 2015 η οποία δεσμεύει τις χώρες που την κυρώνουν να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να περιορίσουν την άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1,5οC σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Η δε πρόσφατα δημοσιοποιημένη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) εξηγεί πως αυτός ο στόχος είναι ακόμα εφικτός αρκεί να αναλάβουμε δράση άμεσα. Ειδικότερα, πρέπει να μειώσουμε στο μισό όλες τις παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ως το 2030 και να τις μηδενίσουμε ως τα μέσα του αιώνα Αυτό με τη σειρά του απαιτεί μείωση σε παγκόσμιο επίπεδο της καύσης λιγνίτη και κάρβουνο από 59% έως 78%, πετρελαίου έως 34% και φυσικού αερίου κατά 26% ως το 2030.

    Το προσχέδιο του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που κατατέθηκε (με μεγάλη καθυστέρηση) προς διαβούλευση δείχνει να προσπερνά αυτή την πραγματικότητα. Με άλλοθι τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από εισαγόμενα καύσιμα -η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί με την αξιοποίηση των εγχώριων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας-, προωθεί τις εξορύξεις υδρογονανθράκων σε 77.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα στεριάς και θάλασσας βάζοντας ταυτόχρονα σε κίνδυνο το φυσικό περιβάλλον, κυρίως τον τουρισμό αλλά και άλλες παραγωγικές δραστηριότητες της χώρας μας, για να αποκομίσει η χώρα (τουλάχιστον) αμφίβολα οικονομικά οφέλη. Το ΕΣΕΚ προωθεί επίσης σειρά αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου χωρίς να έχει αποδειχθεί η αναγκαιότητά τους και επιλέγει την προώθηση του φυσικού αερίου έναντι των ΑΠΕ για τη θέρμανση των κατοικιών. Το ΕΣΕΚ προωθεί επιπλέον την κατασκευή νέων λιγνιτικών μονάδων που καίνε το πιο ρυπογόνο καύσιμο στον πλανήτη, προσπαθώντας ταυτόχρονα να παρατείνει και τη ζωή υφιστάμενων. Εκτός από προφανώς αντίθετες με την παγκόσμια Συμφωνία του Παρισιού, οι πολιτικές αυτές επιλογές κινδυνεύουν να κλειδώσουν και τελικά να εγκλωβίσουν τη χώρα σε ένα ακριβό ενεργειακό μοντέλο με υποδομές που θα εγκαταλειφθούν νωρίς κατά τη διάρκεια ζωής τους (stranded assets) καθώς οι παγκόσμιες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα εντείνονται.

    2. Απουσία πλάνου Β: Το ΕΣΕΚ κατατίθεται σε μια ιδιαίτερη περίοδο πολύ μεγάλων αλλαγών στο ενεργειακό τοπίο, τόσο στην Ευρώπη όσο και διεθνώς. Οι εξελίξεις αυτές ήδη έχουν επηρεάσει τη χώρα μας και προβλέπεται να την επηρεάσουν ακόμα περισσότερο στο μέλλον. Ίσως δε η μεγαλύτερη εξέλιξη στον ενεργειακό τομέα της χώρας, είναι η (λανθασμένα) επιβεβλημένη από τους Θεσμούς, δρομολογούμενη πώληση του 40% του λιγνιτικού χαρτοφυλακίου της ΔΕΗ, η οποία, αν ολοκληρωθεί, θα έχει πολλαπλές επιπτώσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Οι εξελίξεις αυτές δημιουργούν ένα περιβάλλον αβεβαιότητας για το ενεργειακό μέλλον της χώρας. Εντούτοις το ΕΣΕΚ, που αποτελεί το βασικότερο εργαλείο πλοήγησης της χώρας σε αυτό το αβέβαιο και πολύπλοκο ενεργειακό μέλλον, παρουσιάζει ένα και μόνο ένα σενάριο. Είναι όμως πολύ πιθανό οι διεθνείς τάσεις απανθρακοποίησης του ενεργειακού μίγματος όπως αυτές εκφράζονται από συγκεκριμένες πολιτικές σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή πρόοδο των τεχνολογιών ΑΠΕ και αποθήκευσης ενέργειας, να οδηγήσουν σε πολύ διαφορετικά μονοπάτια από το προτεινόμενο σχέδιο του ΕΣΕΚ. Κατά συνέπεια, είναι απολύτως απαραίτητο να διερευνηθούν και άλλα σενάρια με βασικό αυτό της πλήρους απεξάρτησης από τον λιγνίτη ως τις αρχές της δεκαετίας του 2030 και της υποκατάστασης της ενέργειας που το ΕΣΕΚ προβλέπει να προσφέρει ο λιγνίτης, από ΑΠΕ σε συνδυασμό με συστήματα αποθήκευσης ενέργειας (αντλησιοταμίευση, μπαταρίες).

    3. Έλλειψη βασικών δεδομένων: Στο μοναδικό δε σενάριο που παρουσιάζεται στο ΕΣΕΚ, δεν πραγματοποιείται καν ανάλυση ευαισθησίας για να εκτιμηθεί η επίδραση βασικών παραμέτρων στα αποτελέσματα, όπως οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, του φυσικού αερίου, του πετρελαίου κλπ. Επιπλέον, δεν περιλαμβάνονται επαρκή οικονομικά στοιχεία για τις σχεδιαζόμενες επενδύσεις σε διάφορες τεχνολογίες, ούτε καν τα αποτελέσματα σε επίπεδο σταθμισμένου κόστους παραγωγής ενέργειας (LCOE). Ελλείψει και συγκρίσεων με άλλα σενάρια, είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί ο οικονομικός αντίκτυπος του προτεινόμενου σεναρίου. Αντιθέτως υπάρχουν πολλές ενδείξεις, οι οποίες αναπτύσσονται στη συνέχεια, ότι το προτεινόμενο σενάριο στο τομέα της ηλεκτροπαραγωγής θα έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις για τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα.

    Ειδικότερα σχόλια:

    1. Στόχοι μείωσης εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου (ΑΘ): Το σενάριο που παρουσιάζεται στο ΕΣΕΚ επιτυγχάνει ως το 2030 μείωση σε σχέση με τα επίπεδα του 2005 31% στους τομείς που δεν περιλαμβάνονται στο ΣΕΔΕ και 63% στους τομείς του ΣΕΔΕ. Η επίτευξη αυτών των στόχων σημαίνει ότι το 2030 η Ελλάδα θα εκπέμπει περίπου 70Mt CO2eq. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι ο στόχος που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση για την Ελλάδα για τους τομείς που δεν υπάγονται στο ΣΕΔΕ είναι μείωση των εκπομπών ΑΘ κατά 16% ως το 2030 (αντίστοιχος πανευρωπαϊκός στόχος 30%), ενώ ο πανευρωπαϊκός στόχος μείωσης των εκπομπών ΑΘ στους τομείς του ΣΕΔΕ είναι 43% το 2030 σε σχέση πάντα με τα επίπεδα του 2005, οδηγείται στην ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα ικανοποιεί και με το παραπάνω τις υποχρεώσεις της ως κράτος μέλος της ΕΕ. Όμως, το 2005 ήταν το έτος που η Ελλάδα παρουσίασε τις μεγαλύτερες κατά απόλυτη τιμή εκπομπές ΑΘ. Επομένως η χρήση του 2005 ως έτος αναφοράς οδηγεί στα υψηλότερες ποσοστιαίες μειώσεις. Το σημαντικότερο όμως που πρέπει να συνειδητοποιήσει κανείς είναι ότι οι επιμέρους στόχοι για τους τομείς που υπάγονται και δεν υπάγονται στο ΣΕΔΕ (43% και 30%, αντίστοιχα), τους οποίους έθεσε η ΕΕ για το 2030 σε σχέση με τα επίπεδα του 2005, απέβλεπαν στο να επιτευχθεί ο πιο σημαντικός στόχος για μείωση των εκπομπών ΑΘ συνολικά το 2030 κατά 40% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, στόχος που πρόσφατα αναβαθμίστηκε σε 45%. Λαμβάνοντας υπόψη τις συνολικές εκπομπές της Ελλάδας το 1990, η επίτευξη του στόχου του ΕΣΕΚ για συνολικές εκπομπές 70Mt CO2eq το 2030, οδηγεί σε μείωση κατά μόλις 33% το 2030 σε σχέση με το 1990, κάτω δηλαδή από τον ευρωπαϊκό στόχο. Αξίζει να σημειωθεί ότι αν ο στόχος του σεναρίου του ΕΣΕΚ ήταν η απεξάρτηση από τον λιγνίτη ως το 2030, τότε η μείωση εκπομπών ΑΘ που θα επιτυγχανόταν θα ήταν 47% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, δύο δηλαδή ποσοστιαίες μονάδες πιο πάνω από τον στόχο που έχει θέσει συνολικά η ΕΕ.

    Αν μάλιστα κανείς εξετάσει το ΕΣΕΚ πέρα από το 2030, διαπιστώνει ότι προτείνει για το 2040 μείωση μόλις 41% των ΑΘ σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 (σημαντικά μικρότερη μείωση ακόμα και από αυτή που θα επιτυγχανόταν το 2030 αν η χώρα έθετε ως στόχο την πλήρη απεξάρτηση από τον λιγνίτη ως εκείνο το έτος). Σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος, η πρόσφατα δημοσιευμένη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μακροχρόνια ενεργειακή στρατηγική της ΕΕ εξετάζει 8 σενάρια, τα οποία οδηγούν το 2050 σε μείωση εκπομπών ΑΘ κατά 80%-100% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Ο δε παλιός, σαφώς συντηρητικότερος οδικός χάρτης της ΕΕ που δημοσιεύτηκε το 2011 και έθετε ως στόχο μείωσης εκπομπών ΑΘ 80% το 2050 σε σχέση με το 1990, επιτύγχανε το 2040 μείωση κατά 60% σε σχέση με το 1990 (19 ποσοστιαίες μονάδες πιο φιλόδοξος στόχος σε σχέση με τον αντίστοιχο του ελληνικού ΕΣΕΚ). Επομένως η φιλοδοξία του ΕΣΕΚ για μείωση εκπομπών ΑΘ το 2030 και το 2040 είναι πολύ χαμηλότερη από την αντίστοιχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2. Ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών: Ενώ θεωρητικά αποτελεί θετική εξέλιξη ο στόχος της ενεργειακής αναβάθμισης 40.000 κατοικιών κάθε χρόνο ως το 2030, εντούτοις δεν διευκρινίζεται ούτε το είδος και η έκταση των απαιτούμενων επεμβάσεων, ούτε παρουσιάζονται κάποια καινοτόμα μέτρα χρηματοδότησης του εγχειρήματος. Αντιθέτως, τα προτεινόμενα μέτρα κινούνται στη λογική της συνέχισης μέτρων που εφαρμόστηκαν κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και απέτυχαν να αξιοποιήσουν τις τεράστιες δυνατότητες του κτιριακού αποθέματος της χώρας μας για εξοικονόμηση ενέργειας, οι οποίες αν αξιοποιηθούν, θα συμβάλλουν καθοριστικά τόσο στον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου όσο και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.

    3. ΑΠΕ στη θέρμανση/ψύξη: Η αύξηση των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας από 24%το 2016 στο 36% το 2030 κρίνεται ως χαμηλής φιλοδοξίας, δεδομένου μάλιστα ότι το ίδιο χρονικό διάστημα το φυσικό αέριο υπερδιπλασιάζεται από 8% το 2016 σε 18% το 2030, ενώ το πετρέλαιο μειώνεται κατά μόλις 10 ποσοστιαίες μονάδες από 30% το 2016 στο 20% το 2030. Θα έπρεπε οι ενεργειακές ανάγκες του κτιριακού τομέα που καλύπτονταν από πετρέλαιο κατά προτεραιότητα να καλυφθούν από συνδυασμό χρήσεων ΑΠΕ και μέτρων περιορισμού των ενεργειακών αναγκών μέσω ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων. Επιπλέον, δεν διευκρινίζεται τι είδους κίνητρα θα δοθούν στους πολίτες για να στραφούν σε αντλίες θερμότητας αυξάνοντας το μερίδιο τους στην κάλυψη των αναγκών ψύξης και θέρμανσης στα κτίρια στο 39% της συμμετοχής κατά 36% των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας για θέρμανση και ψύξη το 2030.

    4. Ηλεκτροκίνηση: Θετικός κρίνεται ο στόχος αύξησης της συμμετοχής των ηλεκτροκίνητων οχημάτων στο 10% σε σχέση με το σύνολο των επιβατικών οχημάτων που θα βρίσκονται σε κυκλοφορία το 2030, αλλά τα μέτρα για προώθηση της ηλεκτροκίνησης είναι γενικόλογα και κυρίως δεν αναφέρουν συγκεκριμένα κίνητρα που θα οδηγήσουν τους πολίτες σε αγορά των ακριβότερων ηλεκτρικών οχημάτων. Συνεπώς, δεν δημιουργούν καμία εμπιστοσύνη ότι το 2030 περίπου 600.000 οχήματα στην Ελλάδα θα είναι ηλεκτροκίνητα τη στιγμή που σήμερα δεν ξεπερνούν τα 1000.

    5. ΑΠΕ στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά και τα «έξυπνα» νησιά: Είναι θετικό ότι το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει τις διασυνδέσεις σημαντικού τμήματος του μη διασυνδεδεμένου δικτύου, διευκρινίζοντας πως ο βασικός στόχος των διασυνδέσεων είναι η εξαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ που θα εγκατασταθούν στα νησιά προς το ηπειρωτικό δίκτυο και όχι η κάλυψη της ζήτησης από ηλεκτρική ενέργεια προερχόμενη από ορυκτά καύσιμα η οποία θα εισάγεται από το ηπειρωτικό δίκτυο. Επιπλέον, θετικά χαρακτηρίζεται και η πρόθεση που διατυπώνεται στο ΕΣΕΚ, η ζήτηση στα νησιά που δεν πρόκειται να διασυνδεθούν με το ηπειρωτικό δίκτυο μέσα στην επόμενη δεκαετία, να καλύπτεται από αυτόνομα υβριδικά συστήματα όπως το πρωτοπόρο πρόγραμμα που συνδυάζει ΑΠΕ και μπαταρίες αποθήκευσης ενέργειας στην Τήλο. Παρόλα αυτά το ΕΣΕΚ δεν συγκεκριμενοποιεί ποσοτικά την ισχύ τέτοιων συστημάτων, ούτε τον αριθμό των νησιών, ούτε το μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας που θα παράγεται από τέτοια συστήματα στα μη διασυνδεδεμένο δίκτυο. Αντίθετα, στο παράρτημα το ΕΣΕΚ αναφέρει ότι τόσο το 2030 αλλά ακόμα και το 2040 θα εξακολουθούν να λειτουργούν 1,3 GW πετρελαϊκής ισχύος τα οποία θα εξακολουθούν να παράγουν σημαντικές ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας (παραπάνω από τη μισή από αυτή που θα προσφέρουν το 2020). Εύλογη επίσης απορία για την προοπτική ανάπτυξης τέτοιων υβριδικών συστημάτων δημιουργεί και η πρόθεση που διατυπώνεται στο ΕΣΕΚ για τη διασύνδεση τόσο των Δωδεκανήσων όσο και των νησιών του Βορείου Αιγαίου με το ηπειρωτικό δίκτυο μέχρι το 2030.

    6. Στόχοι ΑΠΕ: Η συμμετοχή των πολιτών στην αποκεντρωμένη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω ενεργειακών κοινοτήτων με στόχο τα 500 MW ως το 2030 αποτελεί σίγουρα ένα θετικό βήμα. Από την άλλη, ο στόχος του 56% για διείσδυση ΑΠΕ στον τομέα του ηλεκτρισμού ως το 2030 είναι σαφώς κατώτερος των δυνατοτήτων της χώρας, ενώ δεν εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και το όφελος των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Με δεδομένη τη εντυπωσιακή μείωση του κόστους των ΑΠΕ όπως αυτή αποτυπώνεται στην τελευταία έκθεση της Lazard, σε συνδυασμό με την πρόοδο των τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας, διεισδύσεις ΑΠΕ της τάξης του 65% ως το 2030 αποδεικνύονται και οικονομικά συμφέρουσες για τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι η χωροθέτησή τους θα γίνεται με γνώμονα την προστασία της βιοποικιλότητας της χώρας μας.

    Οι μεγαλύτερες διεισδύσεις ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή είναι και τεχνικά εφικτές όταν συνδυάζονται με ώριμες τεχνολογίες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, όπως η αντλησιοταμίευση, και σε λίγα χρόνια και οι μπαταρίες. Στον τομέα αυτό, το ΕΣΕΚ είναι εξαιρετικά άτολμο, προτείνοντας νέες υποδομές αντλησιοταμίευσης ισχύος 700 MW μόλις το 2030, πράγμα το οποίο αποδίδεται στην πολιτική επιλογή να διατηρηθεί σημαντικό μερίδιο για τον ακριβό (πλέον) λιγνίτη στο ενεργειακό μίγμα της χώρας. Μελέτη του ΕΜΠ έχει δείξει ότι μπορούν να προστεθούν στο άμεσο μέλλον 400 MW αντησιοταμιευτικής ισχύος με μετατροπή υφιστάμενων ζευγών υδροηλεκτρικών σταθμών της ΔΕΗ σε αντλησιοταμιευτικά και μάλιστα με χαμηλό κόστος (€205 εκ.) δεδομένου ότι οι ταμιευτήρες που αποτελούν το πιο ακριβό τμήμα υποδομών αντλησιοταμίευσης, υφίστανται, ενώ ταυτόχρονα ήδη ωριμάζουν επιπλέον έργα. Επιπλέον, μελέτη έχει δείξει ότι υπάρχουν πολλοί υβριδικοί συνδυασμοί αιολικών, φωτοβολταϊκών και αντλησιοταμιευτικών συστημάτων (ισχύος της τάξης των 250 MW) που μπορούν να καλύψουν κάθε ώρα του χρόνου το φορτίο βάσης το οποίο προορίζεται να καλύψει η νέα, μεγαλύτερη λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα 5» με μικτή ονομαστική ισχύ 660 MW, και μάλιστα να το πετύχουν αυτό με χαμηλότερο σταθμισμένο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αυτό της νέας λιγνιτικής μονάδας. Επομένως, το ΕΣΕΚ πρέπει να θέσει ως προτεραιότητα τη διαμόρφωση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την ανάπτυξη της αντλησιοταμίευσης στο ηπειρωτικό δίκτυο, έτσι να προχωρήσουν με γρήγορους ρυθμούς τα έργα αποθήκευσης ενέργειας που θα υποστηρίξουν μεγαλύτερες διεισδύσεις ΑΠΕ.

    Επιπλέον, τα μέτρα τα οποία προτείνονται για την επίτευξη του στόχου των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, σε συνδυασμό με την απόπειρα του ΕΣΕΚ να αποδώσει την παταγώδη αποτυχία προσέγγισης του στόχου 40% για το 2020, στην οικονομική κρίση και όχι σε λανθασμένες πολιτικές επιλογές, δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη για την επίτευξη ακόμα και αυτού του χαμηλότερου των προσδοκιών και των δυνατοτήτων της χώρας μας στόχου διείσδυσης κατά 56% στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης, ανησυχητικό ότι ακόμα και αυτό το 56% το 2030 βασίζεται σε αμφίβολης βασιμότητας παραδοχές. Για παράδειγμα ο συντελεστής χρήσης (capacity factor) των αιολικών to 2030 είναι πολύ υψηλός (περίπου 28%) τη στιγμή που σήμερα, όπου πολλές θέσεις με καλό αιολικό δυναμικό έχουν καλυφθεί, ο συντελεστής χρήσης κυμαίνεται στα επίπεδα του 22-23%. Δεν είναι σαφές ποιες αλλαγές στην τεχνολογία των αιολικών μπορούν να επιτύχουν τόσο υψηλές επιδόσεις.

    Η χαμηλή φιλοδοξία του ΕΣΕΚ στις ΑΠΕ δεν είναι διόλου ασύνδετη με την επιμονή της κυβέρνησης στη διατήρηση σημαντικού μεριδίου λιγνίτη ακόμα και το 2030, καθώς η ανάγκη να εξασφαλιστεί χώρος για τον λιγνίτη περιορίζει αντιστοίχως τον «ηλεκτρικό χώρο» για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που αποτελούν το πραγματικό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας.

    7. Απόσταση από τις τάσεις των προοδευτικών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Δεδομένου ότι ο ελληνικός λιγνίτης χαρακτηρίζεται από τη -με διαφορά- χαμηλότερη θερμογόνο δύναμη και το υψηλότερο κόστος παραγωγής ανάμεσα στις λιγνιτοπαραγωγές χώρες της ΕΕ και την Τουρκία, είναι και πιο ευάλωτος συγκριτικά, σε εξελίξεις με οικονομικό πρόσημο, είτε αυτές σχετίζονται με πρόοδο ανταγωνιστικών τεχνολογιών ηλεκτροπαραγωγής, είτε με αλλαγές στην Ευρωπαϊκή πολιτική και νομοθεσία. Με τους ρυθμούς που εξελίσσεται η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας διεθνώς, προβλέπεται ότι ως το 2030 το 96% των ανθρακικών σταθμών παγκοσμίως θα είναι ακριβότερο από τις ΑΠΕ. Κατά συνέπεια η Ελλάδα, παρατηρώντας τις αναντίστρεπτες αυτές αλλαγές, θα έπρεπε να είναι από τις πρώτες χώρες της ΕΕ που θα δεσμεύονταν για τη σταδιακή απεξάρτηση από το κάρβουνο ως το 2030. Δυστυχώς όμως το προσχέδιο του ΕΣΕΚ δείχνει ότι η κυβέρνηση δεν αντιλαμβάνεται τα σημάδια των καιρών, καθώς επιδιώκει μια απελπιστικά αργή μείωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη, από 30% της καθαρής ηλεκτροπαραγωγής και 14,8 ΤWh το 2016, σε 17% και 9,3 ΤWh το 2030.

    Έτσι η Ελλάδα είναι μία από τις μόλις 7 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 (μαζί με Πολωνία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Τσεχία, Σλοβενία, Κροατία) που εξακολουθούν να παραμένουν προσκολλημένες σε μια περιβαλλοντικά καταστροφική και παρωχημένη τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής, χωρίς να συζητούν καν τη σταδιακή αλλά πλήρη απεξάρτηση από το κάρβουνο ως το 2030. Ως αποτέλεσμα των κοσμογονικών αλλαγών στην παγκόσμια κλιματική πολιτική και στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία, σε συνδυασμό με την πρόοδο στις ΑΠΕ, κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων 1 κράτος μέλος έχει ήδη απεξαρτηθεί από το κάρβουνο, 9 έχουν δεσμευτεί ότι θα το πράξουν σε διαφορετικές ημερομηνίες μέσα στην επόμενη δεκαετία, 5 συζητούν πολύ σοβαρά και συγκεκριμένα την ημερομηνία απεξάρτησης και το αντίστοιχο χρονοδιάγραμμα απόσυρσης μονάδων καύσης κάρβουνου, ενώ 6 κράτη μέλη δεν χρησιμοποιούσαν ποτέ κάρβουνο στο ενεργειακό τους μίγμα. Η επιμονή στον λιγνίτη θα έχει πολλές επιπτώσεις σε διάφορους τομείς. Συγκεκριμένα:

    i. Επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και το περιβάλλον από την επιμονή στον λιγνίτη: Χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, το κόστος για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία από τη μη συμμόρφωση των υφιστάμενων σήμερα λιγνιτικών μονάδων συνολικής ισχύος 3,9 GW με τα νέα όρια εκπομπών για διοξείδιο του θείου, οξείδια του αζώτου και σκόνη, εκτιμήθηκε σε €3,33 δις ως το 2030. Επιπλέον, θεωρώντας ότι η εξαιρετικά αργή μείωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη που προβλέπει το προσχέδιο του ΕΣΕΚ (από 30% το 2016 σε 17% το 2030), θα γίνει γραμμικά, εκτιμάται ότι από το 2016 ως το 2030, οι λιγνιτικές μονάδες θα επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα με περισσότερους από 280 Μt CO2 υπονομεύοντας την προσπάθεια αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το προσχέδιο του ΕΣΕΚ ακόμα και το 2030 τα 2,7 GW των λιγνιτικών μονάδων που προτείνεται να εξακολουθούν να λειτουργούν τότε, θα συνεισφέρουν πάνω από 20% στις συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ολόκληρης της χώρας. Το ποσοστό αυτό θα είναι υψηλότερο από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο του 18%…το 2015.

    ii. Οικονομικές επιπτώσεις από την επιμονή στον λιγνίτη: Η επιλογή για 17% λιγνίτη ακόμα και το 2030 θα έχει πολύ αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις που θα καταλήξουν να επιβαρύνουν τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Ειδικότερα, σύμφωνα με το προσχέδιο του ΕΣΕΚ προβλέπεται ότι το 2030 ο λιγνίτης θα εξακολουθεί να προσφέρει περίπου 9,3 TWh (τεραβατώρες) από τις 14,8 TWh που προσέφερε το 2016. Με βάση την έκθεση για την εφαρμογή των ΝΟΜΕ, οι μέσες εκπομπές ανά μονάδα παραγόμενης ενέργειας από λιγνίτη ανέρχεται σε 1,53 τόνους CO2/MWh. Επίσης, με βάση τις συντηρητικές προβλέψεις που περιέχονται στο ΕΣΕΚ, το κόστος του δικαιώματος εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα το 2030 θα είναι 33,5 ευρώ/τόνο CO2. Επομένως ακόμα και το 2030 μόνο το κόστος CO2 από τη λειτουργία λιγιτικών μονάδων θα ανέρχεται σε περίπου €485 εκ. ευρώ, ενώ παρόμοιοι υπολογισμοί οδηγούν στην εκτίμηση του κόστους CO2 από τη λειτουργία λιγνιτικών μονάδων για ολόκληρη την περίοδο από σήμερα ως το 2030 σε €5-6 δισεκατομμύρια. Λίγες μέρες πριν την παρουσίαση του Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού, ο υπουργός ΠΕΝ προανήγγειλε τη θέσπιση ρήτρας CO2 με βάση την οποία το κόστος αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής θα μετακυλίεται από τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στους έλληνες καταναλωτές μέσω των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας.

    Επιπλέον, όπως αναφέρεται και στον ΕΣΕΚ, η κυβέρνηση, κάτω από μεγάλη μυστικότητα και χωρίς να προβεί σε κανενός είδους διαβούλευση με τους σχετιζόμενους φορείς και ΜΚΟ, κατέθεσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την πρότασή της για τον Μόνιμο Μηχανισμό Διασφάλισης Ισχύος από τον οποίο θα επιδοτείται η λειτουργία και των λιγνιτικών μονάδων. Ταυτόχρονα η Ελλάδα ανήκει στον σκληρό πυρήνα λίγων κρατών μελών της ΕΕ που επιμένουν στη συμμετοχή λιγνιτικών μονάδων σε μηχανισμούς διασφάλισης ισχύος ως το 2035 στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τον νέο κανονισμό λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ. Σύμφωνα με σειρά άρθρων γύρω από το θέμα, ο νέος μηχανισμός που πρότεινε η κυβέρνηση για την Ελλάδα, θα ενισχύει τις λιγνιτικές μονάδες με ποσά που κυμαίνονται μεταξύ 40.000€/MW και 65.000 €/MW ανάλογα με την παλαιότητά τους και το κατά πόσο είναι αναβαθμισμένες ή όχι. Αν οι δημοσιογραφικές πληροφορίες αληθεύουν, η επιδότηση που θα δίνεται κάθε χρόνο στον λιγνίτη θα είναι της τάξης των €200 εκ. Σημειώνεται ότι με βάση τα επίσημα στοιχεία την περίοδο 2006-2014 οι καταναλωτές πλήρωσαν περίπου €1,4 δις για τη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων, μέσω των διαφόρων μηχανισμών διασφάλισης επαρκούς ισχύος.

    Συνεπώς, μόνο από αυτούς τους δύο σχεδιαζόμενους μηχανισμούς επιδότησης λιγνίτη (ρήτρα CO2 και συμμετοχή σε μηχανισμούς διασφάλισης ισχύος), η επιβάρυνση ως το 2030 υπολογίζεται σε περίπου €7-8 δις. Χωρίς τόσο μεγάλες επιδοτήσεις που θα πληρώνουν οι καταναλωτές είναι πρακτικά αδύνατον να επιβιώσουν οικονομικά οι λιγνιτικές μονάδες. Αυτό γίνεται ακόμα πιο σαφές αν αναλογιστεί κανείς ότι οι ώρες λειτουργίας των 2,7 GW λιγνιτικής ισχύος που επιδιώκει να διατηρήσει στη ζωή το ΕΣΕΚ το 2030 θα συρρικνωθούν δραστικά (συντελεστής χρήσης κάτω από 35% την περίοδο 2020-2025) και άρα τα απευθείας έσοδα από την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι πολύ χαμηλά. Στα παραπάνω ποσά πρέπει οπωσδήποτε κανείς να προσθέσει και το κόστος των επιβεβλημένων -από την ευρωπαϊκή νομοθεσία- αναβαθμίσεων των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων, το οποίο έχει εκτιμηθεί σε €665-881 εκ. ως το 2030.

    Αν οι παραπάνω επιβαρύνσεις ληφθούν υπόψη (όπως θα έπρεπε), είναι πρακτικά αδύνατο το μονοπάτι που προτείνει το υπουργείο για την εξέλιξη του ενεργειακού μίγματος ως το 2030 να είναι αυτό που αντιστοιχεί στο χαμηλότερο σταθμισμένο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (LCOE). Αντίθετα, υπάρχουν μελέτες, οι οποίες δείχνουν ότι η επιμονή στον λιγνίτη θα οδηγήσει σε σαφώς υψηλότερο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, σε σύγκριση με σενάρια τα οποία εστιάζουν στις ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας.

    Τέλος, πέρα από τον περιορισμό της διείσδυσης των ΑΠΕ, η επιμονή στη διατήρηση σημαντικού μεριδίου λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή πλήττει και την οικονομική βιωσιμότητα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ του ΛΑΓΗΕ. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την κατάργηση τόσο του ειδικού τέλους λιγνίτη των 2€/MWh όσο και του ειδικού τέλους προμηθευτή που και τα δύο αποτελούσαν έσοδα του ΕΛΑΠΕ από τον οποίο πληρώνονται οι παραγωγοί ΑΠΕ.

    iii. Eπιπτώσεις στην προσπάθεια Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών: Το θολό τοπίο του ΕΣΕΚ σε ότι αφορά το χρονοδιάγραμμα αλλά και την ταυτότητα απόσυρσης λιγνιτικών μονάδων στη Δ. Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη, υπονομεύει την προσπάθεια που έχει ξεκινήσει εδώ και 3 χρόνια για την αναζωογόνηση των τοπικών οικονομιών μέσω της ανάπτυξης οικονομικών δραστηριοτήτων που δεν σχετίζονται με τον λιγνίτη. Προκειμένου να επιτύχει αυτή η προσπάθεια, η οποία ως τώρα χαρακτηρίζεται από σπάνια συναίνεση πολλών φορέων και εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης, εργαζομένων στη λιγνιτική βιομηχανία, αλλά και του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που προωθεί τη θέσπιση Εθνικού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, απαιτούνται σαφείς κατευθύνσεις και υλοποίηση των δεσμεύσεων από την κυβέρνηση. Με αυτό το προσχέδιο ΕΣΕΚ η κυβέρνηση στέλνει τα λάθος μηνύματα στις τοπικές κοινωνίες των λιγνιτικών περιοχών της χώρας, οι οποίες μετά από δεκαετίες προσφοράς στην εθνική οικονομία, βρίσκονται αυτή τη στιγμή αντιμέτωπες με τεράστια προβλήματα ανεργίας και δραστικής μείωσης του τοπικού ΑΕΠ. Η στροφή σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες είναι μονόδρομος.

    Είναι επίσης απολύτως απαραίτητο να γίνει γνωστό ποιες ακριβώς μονάδες πρόκειται να κλείσουν και σε ποια ορυχεία θα σταματήσουν οι εξορύξεις, για να μπορέσει να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος τόσο στους εργαζόμενους όσο και στην απώλεια τοπικού ΑΕΠ. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούν να ληφθούν εγκαίρως τα απαραίτητα μέτρα και εκείνες οι πρωτοβουλίες που θα ανασχέσουν την οικονομική ασφυξία των τοπικών κοινωνιών.

    8. Συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία: Είναι απολύτως απαραίτητο το ΕΣΕΚ και όλες οι παραδοχές που κάνει να σέβονται την ευρωπαϊκή και εθνική περιβαλλοντική νομοθεσία. Το ΕΣΕΚ λανθασμένα δεν αναφέρει τις συγκεκριμένες λιγνιτικές μονάδες που θα λειτουργούν από σήμερα ως το 2030 διατηρώντας το τοπίο θολό. Εντούτοις η εξέλιξη της λιγνιτικής ισχύος που παρουσιάζεται στο παράρτημα (3,4 GW το 2020, 3,5 GW το 2025 και 2,7 GW το 2030), δημιουργεί βάσιμες υποψίες για παραβίαση της οδηγίας βιομηχανικών εκπομπών 2010/75/ΕΕ. Συγκεκριμένα, σε αυτές τις τιμές συνολικής ισχύος δεν πρέπει να περιλαμβάνονται ούτε ο λιγνιτικός σταθμός του Αμυνταίου, μικτής ονομαστικής ισχύος 600 ΜW, ούτε αυτός της Καρδιάς, μικτής ονομαστικής ισχύος 1250 ΜW. Για τον πρώτο οι 17.500 ώρες λειτουργίας που του δόθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μόλις εξαντλήθηκαν και κατά συνέπεια πρέπει να κλείσει άμεσα. Για τις 4 μονάδες του ΑΗΣ Καρδιάς, οι 17.500 ώρες επαρκούν το πολύ ως το 2021, οπότε καμία από τις 4 μονάδες δεν μπορεί να περιλαμβάνεται στον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας πέρα από αυτό το χρονικό σημείο.

    Τέλος, το ΕΣΕΚ πρέπει να αναφέρει ρητά ότι όλοι οι υφιστάμενοι λιγνιτικοί σταθμοί πρέπει να συμμορφωθούν, για όσο λειτουργούν, με τα νέα, αυστηρότερα όρια εκπομπών που περιέχονται στην εκτελεστική απόφαση 2017/1442 της 31ης Ιουλίου 2017 της Επιτροπής για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές των μεγάλων μονάδων καύσης. Κάτι τέτοιο απέχει πολύ από την πραγματικότητα αυτή τη στιγμή για τη συντριπτική πλειοψηφία των λιγνιτικών σταθμών, τόσο σε επίπεδο πραγματικών εκπομπών, όσο και σε επίπεδο περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τις πετρελαϊκές μονάδες στα νησιά.

    9. Προτάσεις: Για τους παραπάνω λόγους καθίσταται επιτακτική η ανάγκη να εξεταστεί και εναλλακτικό σενάριο που θα περιλαμβάνει την πλήρη απεξάρτηση από τον λιγνίτη ως το 2030 με αντίστοιχη αύξηση των ΑΠΕ σε συνδυασμό με συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και σύγκριση των σεναρίων ως προς τις επιπτώσεις τους στο κλίμα, το περιβάλλον, τη δημόσια υγεία αλλά και το σταθμισμένο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

    Πρέπει επίσης το ΕΣΕΚ (όσα σενάρια εξεταστούν) να συμπεριλάβει ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα αποσύρσεων λιγνιτικών μονάδων και επαναπόδοσης εδαφών για την ανάπτυξη βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων, αλλά και σαφείς κατευθύνσεις για τη στήριξη των εργαζομένων στη λιγνιτική βιομηχανία και τις τοπικές οικονομίες στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας.

    Το χρονοδιάγραμμα αυτό πρέπει να αντικατοπτρίζει ξεκάθαρα την ανάγκη άμεσης απόσυρσης του ΑΗΣ Αμυνταίου αφού ήδη εξάντλησε τις 17.500 ώρες λειτουργίας του, καθώς και την απόσυρση του ΑΗΣ Καρδιάς ως το 2021 το αργότερο.

    Επιπλέον, σε αυτό το τόσο αρνητικό για το κάρβουνο και τον λιγνίτη διεθνές τοπίο είναι αδιανόητο να σχεδιάζονται νέες λιγνιτικές μονάδες στην Ελλάδα οι οποίες είναι πλέον βέβαιο ότι εκτός από περιβαλλοντικά επιβλαβείς θα είναι και οικονομικά καταστροφικές, πλήττοντας ΔΕΗ και καταναλωτές. Επομένως πρέπει απαραιτήτως να ματαιωθεί κάθε σχέδιο για την κατασκευή της νέας μονάδας «Μελίτη 2», ενώ κυβέρνηση και ΔΕΗ πρέπει σε συνεννόηση με τους δανειστές της Euler-Hermes να επανεξετάσουν άμεσα εναλλακτικές λύσεις για την υπό κατασκευή μονάδα «Πτολεμαΐδα 5», λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα.