ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’ ΣΚΟΠΟΣ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Άρθρο 1 Σκοπός

1. Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η δημιουργία ενός συνεκτικού πλαισίου για τη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας και κλιματικής ανθεκτικότητας της Ελλάδας και τη διασφάλιση της σταδιακής μετάβασης της χώρας, έως το 2050, σε κλιματική ουδετερότητα με τον πλέον περιβαλλοντικά βιώσιμο, κοινωνικά δίκαιο και οικονομικά αποδοτικό τρόπο. Οι θεσπιζόμενες πολιτικές και τα μέτρα για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής έχουν ως στόχο τη μείωση των εκπομπών και την αύξηση των απορροφήσεων, διασφαλίζοντας την ασφάλεια δικαίου στους επενδυτές, καθώς και την ομαλή μετάβαση της οικονομίας στην κλιματική ουδετερότητα.
2. Προκειμένου να επιτευχθεί ο μακροπρόθεσμος στόχος για κλιματική ουδετερότητα της παρ. 1, ορίζονται ως ενδιάμεσοι κλιματικοί στόχοι για τα έτη 2030 και 2040, η μείωση των καθαρών ανθρωπογενών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) και ογδόντα τοις εκατό (80%), αντίστοιχα, σε σύγκριση με τα επίπεδα του έτους 1990, λαμβάνοντας υπόψη τις προβλέψεις του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (Ε.Σ.Ε.Κ.), το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1099 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 (L 328).

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 14:38 | Γιώργος Αγλαμίσης

    Η «κλιματική αλλαγή» και η σχέσης της με τα αέρια του θερμοκηπίου επιδέχεται πολύ μεγάλης συζήτησης και επιπλέον τα αναγκαία όρια της μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου και το χρονοδιάγραμμα της μείωσης είναι ομοίως θέμα συζήτησης.

    Ωστόσο:
    1)Η απεξάρτηση από καύσιμα μη ανανεώσιμα και επιβλαβή είναι επιθυμητή και εφικτή, αρκεί αυτό να μην προξενεί βλάβες στο περιβάλλον. (βλέπε αλλοίωση φυσικού περιβάλλοντος από την ανεξέλεγκτη επέκταση των «ήπιων» μορφών ενέργειας)
    2)Η βελτίωση των μεταφορών με την ενθάρρυνση της μικροκινητικότητας των ΜΜΜ καπ. είναι επιθυμητή και εφικτή
    3)Η αύξηση ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και των μεταφορών είναι επιθυμητή και εφικτή.
    4)Η παραγωγή τροφής και ενέργειας από την γή με αποδοτικά ενεργειακό τρόπο και χωρίς την χρήση βίαιων μεθόδων είναι αναγκαία και εφικτή.
    5)Ο εξ ορθολογισμός τελικά της παραγωγής υλικών και υπηρεσιών με στόχο την βελτίωση των συνθηκών ζωής στον πλανήτη είναι εφικτός, επιθυμητός , αναγκαίος , με υπάρχουσες «τεχνολογίες».

    Το σχέδιο νόμου θέλει αρκετή δουλειά για να μπορεί να χαρακτηριστεί επαρκές και δομημένο ακόμη και ως προς τους στόχους τους οποίους το ίδιο θέτει.

    Ενδεικτικά μπορεί να δει κανείς την ασάφεια ως προς την σχέση με το
    Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, την μη αναφορά στην βιοποικιλότητα, την μη αναφορά σε γενικότερα μέτρα για την βιώσιμη κινητικότητα, την ελλειμματική αναφορά στην μείωση εκπομπών από τα κτίρια, την μη ουσιαστική αναφορά στην γεωργία-κτηνοτροφία, την ασάφεια ως προς το κέντρο τεκμηρίωσης.

    Επιπλέον στο άρ.10 σχετικά με τις ΑΠΕ «και πρακτικών αποφυγής επιπτώσεων στο φυσικό περιβάλλον, τη βιοποικιλότητα και το τοπίο» στην πράξη έχουμε κατακρεουργήσει το τοπίο στο όνομα των «ήπιων μορφών ενέργειας» και της «κλιματικής αλλαγής» όταν θα μπορούσαμε να προωθήσουμε την εξοικονόμηση και την ιδιοπαραγωγή με πολύ ποιο προσεγμένα νομοθετήματα από πχ το εξοικονομώ ή τον ενεργειακό συμψηφισμό.

    Το νομοσχέδιο θα πρέπει να αποσυρθεί και να επανασχεδιαστεί.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 13:37 | ClientEarth

    1 Introduction

    We welcome the initiative of the Greek Government to adopt a Climate Law in order to achieve the international and European commitments to battle climate change. This law is much needed in a country that is extremely vulnerable to climate change as witnessed by natural disasters in recent years that have taken human lives and have damaged nature, health and properties.
    To avoid such events in the future and to meet the Paris Agreement and EU climate targets, the current text needs to be strengthened. We suggest that the draft is amended to reflect the following three recommendations:
    • Integration of and compliance with general principles of international and EU law;
    • Inclusion of explicit duties for the State/ public administration to act consistently with climate law;
    • Creation of an independent cross sectoral advisory body;
    • Comments on specific Articles of the Climate Law.
    2 General recommendations to improve the draft law

    2.1 Integration of and compliance with general principles

    Climate legislation should include provisions to clarify that government action on climate goals and targets must be taken consistently with existing social and environmental principles and national objectives.
    This is due to the fact that the Climate law is meant to apply on a variety of sectors. Action on mitigation and adaptation will require regulatory and legislative changes in a wide range of areas but will also need to work with and complement other regulatory frameworks.
    To introduce general principles will acknowledge the complexity of decisions that government must make when pursuing emissions reduction. Additionally, it ensures that policies and plans are made under the law, respecting existing environmental, human rights, and other legal frameworks. With this it is ensured that the policy choices on climate action are a win-win retaining public support.
    The draft law should consider integration of and alignment with the following non-exhaustive list of principles:
    • Integration principle as defined in Article 11 TFEU with a national focus; namely that ‘Environmental protection requirements must be integrated into the definition and implementation of the Union’s policies and activities, in particular with a view to promoting sustainable development’;
    • Principle of sustainable development as included in Article 3 TEU, Article 21 TEU concerning the external action of the Union; and in Article 11 TFEU setting the integration principle;
    • Precautionary and prevention principles as stated in Article 191 TFEU and further specified in the secondary legislation;
    • Energy efficiency first principle as defined in Government Regulation 2018/1999 ‘Taking utmost account in energy planning, and in policy and investment decisions, of alternative cost-efficient energy efficiency measures to make energy demand and energy supply more efficient, in particular by means of cost-effective end-use energy savings, demand response initiatives and more efficient, in particular by means of cost-effective end-use energy savings, demand response initiatives and more efficient conversion, transmission and distribution of energy, whilst still achieving the objectives of those decisions’;
    • Just transition: The concept of just transition ensures that those whose livelihoods may be affected by the transition to a low carbon economy are protected and given sufficient support and time to adapt to those changes. This is especially important in the case of lignite areas in Greece;
    • Energy justice and democracy;
    • Human rights: Recognition that climate policy ought to be implemented consistently with national, European and international human rights legislation or international human rights treaties to which the state has committed.

    2.2 Inclusion of explicit duties for the State and public authorities to act consistently with the Climate Law

    The Climate Law will be effective only if State/governmental/public administration action is consistent with its provisions, as also provided in Article 6(4) of Regulation 2021/1119 ‘European Climate Law’. Therefore, the Climate Law must include explicit duties as follows:
    2.2.1 Explicit State/public authorities duty to meet long-term and interim targets
    The primary focus of the Climate Law is to secure economy-wide emissions reductions that guides the government policy and decision making. However, the law does not include an explicit duty for the State and public authorities (including ministries and independent authorities) to ensure that both long-term and interim term GHG reduction targets are met, with ultimate responsibility for achievement sitting as high as possible in government. The Climate Law should therefore set clear requirements for the long-term greenhouse gas (GHG) reduction targets, as well as reasonable interim targets. These targets must be set consistently with the ‘best available science’ and the state’s international obligations under the Paris Agreement, including, most crucially, the principle of ‘highest possible ambition’. Finally, the requirements should provide the framework of a correct setting to meet these targets accordingly. To keep these long-term targets on track, it is required to set clear interim targets that operate both in the short and medium-term. There is also a need to conduct progress assessments at frequent intervals. This has to be used to undertake any required course corrections. Therefore, governance processes to encouragee and monitor the implementation of policies and plans are important.
    2.2.2 Decision-makers’ duty to act consistently with the Climate Law targets
    The Climate Law should also impose duties on decision- makers throughout government to act and / or make relevant statutory or policy decisions consistent with the emissions targets and budgets established in national climate law, in line with the provisions of the European Climate Law.
    Duties to act consistently with the target are just as important as the duty to meet the overall GHG emissions reduction target, in order to:
    • ensure that the emissions implications of policies and decisions are calculated and taken into account as they are made and before the consequences of such decision on climate targets occur;
    • require regular re-assessment of policies and decisions enabling their monitoring and adjustment over time; and
    • encourage mainstreaming of climate concerns across government.
    The Climate Law should focus on crafting effective duties to make relevant policy and day-to-day operational decisions consistent with overarching GHG reduction targets. These duties should apply to decision-makers throughout different levels of government, but most critically, to heads of departments and ministers. Finally, such duties should be aimed at driving the integration of climate reduction targets and policies in departments regulating (inter alia) energy, fishery, land use planning, transport, agriculture, forestry and finance. The law should require the development of an overarching national central policy that allows for devolved decision making at the local level by the active involvement of municipalities.

    2.2.3 Enforceability and binding effect
    Decision-makers should be legally bound to meet the GHG reduction targets, and to monitor the progress in achieving those targets. Both public and political accountability mechanisms should be designed to ensure these requirements are met. Traditionally the Greek legal system makes great symbolic use of the power of the law to elevate government goals and aspirations beyond the merely political – and with good effect. As such, government scan be held accountable for the consequences of not performing in line with goals that on their face appear strong.
    We therefore suggest that the Greek Climate law is amended to include:
    • legally binding language to impose specific, measurable and enforceable duties on government; and
    • provisions on public enforcement on both merits and judicial (administrative) review by allowing timely access to justice for all.
    • Provisions that ensure proper public participation and access to information

    2.3 Creation of an independent cross sectoral advisory body

    Independent scientific advisory bodies are also important for accountability and credibility of the law, as they can assist to depoliticise the process of decision-making and ensure that policies are based on politically neutral evidence. The ability of such advisers to generate public trust cannot be overlooked. Independent advisory bodies can facilitate public participation by being tasked with consulting the public about climate impacts, as well as adaptation and mitigation measures.
    The body should be composed of prominent experts who are recognised as authorities in their respective fields internationally, covering climate science, economics, behavioural sciences and relevant sectoral expertise.
    We emphasise that the body should:
    • be established to be independent of government (both financially, administratively and in relation to appointments);
    • be empowered to advise based on the “best available science” and policy developments, including on matters related to the national emissions reduction targets, carbon budgets (interim targets), mitigation pathways and the assumptions and models underpinning them, and best practice mitigation and adaptation policy; and
    • be empowered to monitor and review the government’s progress to achieving the overall GHG reduction goal and interim targets;
    • be empowered to conduct consultations with all stakeholders; and
    • receive sufficient funding in order to carry out the above functions.
    We observe the provision of two advisory bodies in Article 26 of the Climate Law: Governmental Committee for Climate Neutrality, as well as of the National Council for Climate Change Adaptation (NCAC). It would be crucial to ensure the independence of both bodies from the relevant governmental and ministerial institutions. Finally, it would be useful to provide for appeal before the advisory committee as part of the administrative review procedure of the law, before the recourse to the judicial process, in order to accelerate the process.

    3 Conclusion

    We welcome the proposal of the Climate Law, as well as the broad participation in the public consultation. The existing text of the Climate Law constitutes already a progressive gesture on behalf of the Greek State. We believe, however, that the Climate Law shall function as an ‘umbrella law’, include Greece’s legal principles and main commitments regarding its climate legal framework.
    We believe that the Climate Law can benefit from the lessons of the European Best Practices on Climate legislation. We strongly recommend that the Climate Law is amended to be in compliance with the European Climate Law and in accordance with our recommendations as described above.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 13:25 | ΜΥΛΩΝΑΣ ΣΩΤΗΡΗΣ

    Η δημιουργία κλιματικού νόμου είναι ουσιαστική απαίτηση αλλά και Ευρωπαϊκή νομοθετική απαίτηση προκειμένου να οδηγηθούμε στην ανθρακική ουδετερότητα το 2050 και να μειωθούν οι εκπομπές στο 55% στο 2030 βάσει του Fit 55. Δεδομένο ότι σε αυτή τη πορεία θα πρέπει να ακολουθηθούν όλες οι ευρωπαϊκές απαιτήσεις (ενεργειακή αποδοτικότητα, taxonomy, Κατευθυντήριες γραμμές του 2022 για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του κλίματος, levels κτλ, κτλ) ο νόμος θα πρέπει να προβλέπει δυνατότητες άμεσων τροποποιήσεων και εναρμόνισης των Ευρωπαϊκών κατευθυντήριων οδηγιών. Κατά συνέπεια όλα τα εργαλεία για επιχειρήσεις, κτίρια κτλ είναι γνωστά με σχετικά πρότυπα τύπου 14064, GHGprotocol, Levels k.a. και αυτό που απαιτείται είναι η δημιουργία μηχανισμών εφαρμογής αυτών μέσω του νόμου.
    Παράλληλα θα πρέπει να στηθεί ο μηχανισμός για την ένταξη των κλιματικών απαιτήσεων στις ΑΕΠΟ, ΠΠΔ και χωροταξικά και να ολοκληρωθούν τα περιφερειακά και δημοτικά σχέδια με τους αντίστοιχους χάρτες τρωτότητας. Τέλος σημαντικό εργαλείο είναι οι τομεακοί προυπολογισμοί που θα πρέπει να οργανωθούν με στατιστικά στοιχεία και δορυφόρους λογαριασμούς.
    Σε αυτό να προσθέσω ότι ο αγροτικός τομέας δε περιγράφεται καθόλου, οι απαιτήσεις για τη διαχείριση των αποβλήτων που πρέπει να τρέξουν ΑΜΕΣΑ με το pay as you throw, DRS. Φυσικά ενημέρωση του πολίτη και μάθημα στα ΣΧΟΛΕΙΑ.
    Είναι σημαντικό να δημιουργηθεί ένας λειτουργικός νόμος που να πατήσει στα εργαλεία και τις επιταγές της Ε.Ε., και να μεταφερθεί σωστά στις Ελληνικές απαιτήσεις.
    Ευχαριστώ πολύ
    Σωτήρης Μυλωνάς, πολ μηχανικός ΜΒΑ, σύμβουλος αειφορίας

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 13:09 | ΜΕΤΡΟ ΑΕΒΕ

    Απαιτείται να αποσαφηνισθεί εάν θα αναθεωρηθεί το εγκεκριμένο ΕΣΕΚ (ΦΕΚ Β 4893/2019), εφόσον οι ποσοτικοί στόχοι οι οποίοι έχουν τεθεί σε αυτό είναι διαφορετικοί από αυτούς που τίθενται στο νομοσχέδιο.

    Επίσης, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για κλιματική ουδετερότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/1119 «για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας», ορίζεται κλιματικός στόχος της Ένωσης για το 2040 και προς τον σκοπό αυτό, το αργότερο εντός έξι μηνών μετά τον πρώτο παγκόσμιο απολογισμό που αναφέρεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας του Παρισιού (δηλ. το αργότερο έξι μήνες μετά την πρώτη παγκόσμια αξιολόγηση το 2023), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση, για την τροποποίηση του κανονισμού ώστε να συμπεριλάβει τον κλιματικό στόχο της Ένωσης για το 2040, λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα αξιολογήσεων και τα αποτελέσματα του παγκόσμιου απολογισμού. Δεν θα έπρεπε ο εθνικός στόχος του παρόντος για το 2040 να συσχετισθεί με την εν λόγω διαδικασία;

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 13:21 | ΠΡΑΣΙΝΟΙ

    Σχόλια των ΠΡΑΣΙΝΩΝ, του νέου πράσινος κόμματος στην διαβούλευση για το σχέδιο κλιματικού νόμου

    Η προστασία του κλίματος θέτει νέες προκλήσεις στην πολιτική, στην οικονομία, στην κοινωνία και στην καθημερινότητα. Είναι υπαρξιακό ζήτημα πλέον αφορά την επιβίωση της ανθρωπότητας και του πολιτισμού όπως τον ξέρουμε.

    Το σχέδιο κλιματικού νόμου θα έπρεπε να ξεκινάει με την πρόβλεψη για κήρυξη της χώρας σε κατάστασης κλιματικής κρίσης (climate emergency) μόλις τεθεί ο νόμος σε ισχύ.
    Το κόστος από την εξάρτηση της ΕΕ και της χώρας από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, συνεχίζει να είναι πάρα πολύ υψηλό. Η ενεργειακή μετάβαση θα ήταν λοιπόν αναγκαία, ακόμα και αν δεν υπήρχε η κλιματική κρίση. Η επιταχυνόμενη αλλαγή του κλίματος υποχρεώνει σε ρυθμούς ενεργειακής μετάβασης που να ανταποκρίνονται σε στόχους που θέτει η επιστήμη και οι οποίοι πρέπει να είναι ακόμα πιο φιλόδοξοι και από τους ευρωπαϊκούς, με πλήρη σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, και με δίκαιο τρόπο, ενισχύοντας την κοινωνική συνοχή, χωρίς να αφήνει κανέναν πίσω. Το τρίπτυχο αυτό αποτελεί το βασικό πλαίσιο των προτάσεων που κατέθεσε το νέο κόμμα των Πράσινων και στις συναντήσεις του με την ηγεσία και τα στελέχη του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
    Οι Πράσινοι προτείνουν ο κλιματικός νόμος να προβλέπει την απεξάρτηση από όλα τα ορυκτά καύσιμα και επίτευξη γενικότερα κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2040, κάτι που πρέπει να εξειδικευθεί στο νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια & το Κλίμα-Ε.Σ.Ε.Κ.
    Δυστυχώς, το νομοσχέδιο δεν φαίνεται να προβλέπει νομικά δεσμευτικούς στόχους για την σταδιακή απεξάρτηση από όλα τα ορυκτά καύσιμα, συμπεριλαμβανομένου του ορυκτού αερίου, ούτε γίνεται η παραμικρή αναφορά στον τερματισμό των ερευνών και εξορύξεων υδρογονανθράκων.
    Η στροφή στην Ανανεώσιμη Ενέργεια οφείλει να γίνει με το ελάχιστο δυνατό οικολογικό κόστος και την ευρύτερη δυνατή ενεργειακή δημοκρατία και κοινωνική συμμετοχή.
    Ο κλιματικός νόμος πρέπει να περιλαμβάνει ρυθμίσεις και στόχους που καλύπτουν κάθε κοινωνική, οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα που επηρεάζει αλλά και επηρεάζεται από την κλιματική κρίση, και παράλληλα να προωθεί την ενεργειακή δημοκρατία και την κλιματική δικαιοσύνη.
    Προώθηση των ΑΠΕ με προστασία ΚΑΙ της φύσης ΚΑΙ του κλίματος
    H προώθηση των ΑΠΕ απαιτεί πλαίσιο που να προστατεύει αποτελεσματικά τόσο τη φύση όσο και το κλίμα. Το σημερινό σύστημα χωροθέτησης των ΑΠΕ αφήνει την επιλογή της θέσης στον υποψήφιο επενδυτή, οδηγώντας σε «κυνήγι τοποθεσιών» με οικονομικά μόνο κριτήρια, αλλά και σε πληθωρισμό αιτήσεων που είναι λογικό να βιώνεται από τις τοπικές κοινωνίες ως απειλή. Οι Πράσινοι ζητάμε ριζική αλλαγή πολιτικής, καταθέτοντας συγκεκριμένες αναλυτικές προτάσεις

    • Εξάντληση όλων των περιθωρίων για ΑΠΕ μικρής κλίμακας και αυτοπαραγωγή. Επέκταση του GR-eco islands σε όλα τα κατοικημένα νησιά, όχι μόνο όπου ενδιαφέρονται χορηγοί, και με καθοριστικό το ρόλο των ίδιων των τοπικών κοινωνιών.
    • Για τις απολύτως αναγκαίες ΑΠΕ μεγάλης κλίμακας, κατανομή των εθνικών αναγκών και στόχων ανά περιφέρεια, νομό και δήμο με συγκεκριμένα κριτήρια, με συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στον διάλογο για τη βέλτιστη χωροθέτησή τους.
    • Για τα αιολικά, προτείνουμε συγκεκριμένες κατηγορίες περιοχών με ήδη έντονη ανθρώπινη παρέμβαση, όπου μπορούν να χωροθετούνται κατά προτεραιότητα, με το χαμηλότερο δυνατό οικολογικό κόστος.
    • Θετικά αποτιμούμε την εξαγγελία για προώθηση πλωτών αιολικών, θέτουμε όμως ως προϋπόθεση ορθό θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό. Η μελλοντική τους ανάπτυξη, πάντως, εξαρτάται και από τη νόμιμη οριοθέτηση της ΑΟΖ και των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο.
    • Ολοκληρωμένος σχεδιασμός (έρευνα, υποδομές, κίνητρα, προσαρμογή παραγωγικών διαδικασιών στα ναυπηγεία) για πρασίνισμα των ακτοπλοϊκών συνδέσεων (ηλεκτρισμός ή υδρογόνο από ανανεώσιμες πηγές), με προτεραιότητα τα σκάφη των ακτοπλοϊκών συνδέσεων μικρών αποστάσεων
    Έξοδος από το λιγνίτη, χωρίς αύξηση της συμμετοχής του αερίου
    Οι Πράσινοι τονίζουν ότι χρειάζεται συνεκτικό σχέδιο για έξοδο ταυτόχρονα και από το λιγνίτη, και από το πετρέλαιο και από το αέριο, στο πλαίσιο μιας αποτελεσματικής κλιματικής κι ενεργειακής πολιτικής και στροφής προς μια πράσινη οικονομία που αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα της χώρας προς όφελος των πολλών.
    Κύμα ανακαίνισης – ενεργειακή αναβάθμιση
    Σε δημοτικό επίπεδο, υπάρχει ήδη εμπειρία από πρακτικές και συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας και φυσικής θέρμανσης και δροσισμού στα σχολεία και τα άλλα δημόσια κτίρια, με έξυπνες λύσεις πράσινων και ηλιακών στεγών, καθώς και γεωθερμίας χαμηλής ενθαλπίας, για τις ενεργειακές ανάγκες τόσο κάθε σχολείου όσο και της γειτονιάς του. Τέτοιες πρακτικές είναι σημαντικό να εφαρμοστούν και από τους δήμους της χώρας μας, στα σχολεία της περιοχής τους, αντί για νέες συνδέσεις με αέριο.
    Προτείνουμε συγκεκριμένους και φιλόδοξους στόχους για ριζική ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων: μέχρι το 2040 να έχει αναβαθμιστεί ενεργειακά το 90% των κτιρίων, με έμφαση σε κατοικίες, σχολεία, βιομηχανίες, βιοτεχνίες, νοσοκομεία και τουριστικές μονάδες, ώστε να γίνουν σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας από ορυκτά καύσιμα.
    Κάθε καινούργιο κτίριο να έχει πρόβλεψη για παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και για σύστημα θέρμανσης / δροσισμού χωρίς πετρέλαιο και αέριο. Η κατάργηση όλων των καυστήρων πετρελαίου στα κτίρια από το 2030, να συνδυαστεί με ριζικές ενεργειακές αναβαθμίσεις τους, ώστε οι ανάγκες θέρμανσης/ψύξης να είναι πλέον ελάχιστες και να καλύπτονται αποκλειστικά με αβαθή γεωθερμία ή ηλεκτρικές αντλίες θερμότητας, όχι από νέους καυστήρες αερίου.
    Συνολικό σχέδιο για βιώσιμες μετακινήσεις, όχι μόνο ηλεκτροκίνηση
    Ο κλιματικός νόμος οφείλει να προωθεί αλλαγή μοντέλου μεταφορών, όχι μόνο με ηλεκτρικά οχήματα -που πάντως πρέπει να τροφοδοτούνται μόνο με ρεύμα από ΑΠΕ -, αλλά κυρίως:
    • με επαρκή δημόσια συγκοινωνία παντού με κορμό Μέσα Σταθερής Τροχιάς Μηδενικών Εκπομπών όπου είναι εφικτό,
    • με οικισμούς φιλικούς στο περπάτημα, το ποδήλατο και την ελαφριά ατομική ηλεκτροκίνηση (που αφορά το 70% των αιτήσεων για το «Κινούμαι Ηλεκτρικά»),
    • με προώθηση συνδυασμένων μεταφορών με κορμό τον σιδηρόδρομο και συρρίκνωση του ρόλου των αερομεταφορών,
    • με έργα οδικής ασφάλειας αντί για νέους αυτοκινητοδρόμους όπως γίνεται ήδη και στην υπόλοιπη Ε.Ε.
    • με στόχους και πολιτικές και για μετακινήσεις με ποδήλατο: το 25% των μετακινήσεων μέχρι 5 χιλιόμετρα να γίνεται με ποδήλατο και με τα πόδια. Ενθάρρυνση των Δήμων να επεξεργαστούν σχέδια για “πόλεις μέχρι 15 λεπτών”.
    Κλιματική δικαιοσύνη
    Η κλιματική πολιτική πρέπει να συνδυαστεί με την κοινωνική και οικονομική πολιτική για να βοηθήσει τους πολίτες και τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν την μεγάλη άνοδο των ενεργειακών τιμών του αερίου που ήρθαν για να μείνουν: έχουν διαρθρωτικό και όχι προσωρινό χαρακτήρα. Η μετατροπή της χώρας σε διαμετακομιστικό κέντρο αερίου δεν συνάδει ούτε με τους στόχους για κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2040, που προτείνουν οι Πράσινοι, έστω μέχρι με το 2050, ορόσημο του κλιματικού νόμου της κυβέρνησης, ούτε με την ανάγκη προστασίας των εισοδημάτων των πολιτών.
    Ο κλιματικός νόμος πρέπει να αφορά όχι μόνο στον τομέα της ενέργειας αλλά στόχους για κλιματική δικαιοσύνη (εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας, πρόσβαση σε επαρκή, προσιτή, καθαρή ενέργεια, μηδενική φτώχεια) ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση προς μία κλιματική ουδετερότητα με κοινωνικά δίκαιο τρόπο.
    Ενεργειακή δημοκρατία
    Για κάθε μεγάλη επένδυση ΑΠΕ, οι Πράσινοι προτείνουν να θεσπιστεί υποχρεωτική δυνατότητα συμμετοχής κατοίκων της περιοχής κατ’ ελάχιστο 25%.
    Οι Πράσινοι δίνουν μεγάλη έμφαση και προτεραιότητα στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ από τους πολίτες και τις ενεργειακές κοινότητες. Ζητούν να εξαιρεθούν από την υποχρεωτική συμμετοχή σε διαγωνισμούς, να έχουν κατά προτεραιότητα πρόσβαση στα δίκτυα μεταφοράς και να στηριχθούν με φορολογικά κίνητρα: στόχος, να φτάσουν μερίδιο τουλάχιστον ⅓ της παραγωγής ενέργειας, με ένα επιπλέον 20% από μικρομεσαίες και δημοτικές επιχειρήσεις.
    Εκπαίδευση, μετεκπαίδευση, ενδυνάμωση, επανακατάρτιση εργαζομένων
    Η προστασία του κλίματος και η ενεργειακή μετάβαση απαιτούν και την στήριξη των εργαζομένων σε τομείς που μετασχηματίζονται ή καταρρέουν, ώστε η μετάβαση να γίνει με δίκαιο τρόπο και για τους εργαζόμενους.
    Κλιματική διακυβέρνηση
    Η κλιματική κρίση έχει επιπτώσεις στο σύνολο της κοινωνίας και η κλιματική πολιτική επηρεάζει τη ζωή όλων, επομένως ο κλιματικός νόμος πρέπει να προβλέπει ενισχυμένη συμμετοχή των πολιτών στην διαμόρφωση των πολιτικών και στη λήψη των αποφάσεων. Στο σχέδιο νόμου δεν υπάρχει η ελάχιστη σχετική αναφορά, το σύστημα κλιματικής διακυβέρνησης περιορίζεται σε σχέσεις μεταξύ υπουργείων και το όλο σύστημα είναι συγκεντρωτικό, χωρίς πρόνοια για ανεξάρτητους θεσμούς ελέγχου και παρακολούθησης της εφαρμογής του νόμου.
    Εγκατάλειψη έρευνας και εξόρυξης ορυκτών καυσίμων
    Η κλιματική κρίση μπορεί να προκαλέσει άμεση ζημιά στην οικονομία, διπλάσιου μεγέθους από αυτήν της πανδημίας σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες. Σε βάθος χρόνου, όμως μπορεί να απειλήσει τον ίδιο τον πολιτισμό μας, όχι μόνο την οικονομία. Από την άλλη, οι πολιτικές για το κλίμα μετασχηματίζουν θετικά και την οικονομία.
    O Χάρτης Πορείας Net Zero 2050, του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) δείχνει ότι “δεν έχει πλέον σημασία τι σκέφτονται οι κυβερνήσεις ή επιχειρήσεις της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων για την προσπάθεια απανθρακοποίησης της παγκόσμιας οικονομίας και τη συγκράτηση της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας κάτω από 1,5 °C”. Ο IEA “καλεί σε απόσυρση από νέες επενδύσεις σε νέες υποδομές ορυκτών καυσίμων”,
    Μόλις μια εβδομάδα μετά τη δημοσιοποίηση του Χάρτη Πορείας (τον οποίο παρήγγειλε η συντηρητική Βρετανική Κυβέρνηση ενόψει του COP 16 για το κλίμα, στα τέλη του 2021), είδαμε 3 από τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες (Shell, ExxonMobil, Chevron) να βρίσκονται αντιμέτωπες είτε με δικαστικές αποφάσεις (Shell) είτε με πίεση των μετόχων τους στις Γενικές Συνελεύσεις τους, για να αλλάξουν πορεία. Όλο και περισσότερο οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων θα βρίσκονται αντιμέτωπες τόσο με τα δικαστήρια όσο και με τους μετόχους τους, την κοινή γνώμη, τις διεθνείς συμφωνίες, τους νέους και τις νέες.
    Η έκθεση 224 σελίδων του IEA αποκαλύπτει ένα νέο, άγνωστο κόσμο για όσες κυβερνήσεις, επιχειρήσεις, χώρες, κοινωνίες συνεχίζουν να επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους προς μια οικονομία που βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, αέριο, λιγνίτη και κάρβουνο): «Πέρα από τα έργα που έχουν ήδη αναληφθεί από το 2021, δεν υπάρχουν νέα πεδία πετρελαίου και φυσικού αερίου εγκεκριμένα για ανάπτυξη στην πορεία μας και δεν απαιτούνται νέα ανθρακωρυχεία ή επεκτάσεις ορυχείων», γράφει ο IEA. «Η ακλόνητη πλέον εστίαση της πολιτικής στην αλλαγή του κλίματος και στην πορεία καθαρών μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου οδηγεί σε απότομη μείωση της ζήτησης ορυκτών καυσίμων, πράγμα που σημαίνει ότι η εστίαση των παραγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου μετατοπίζεται εξ ολοκλήρου στην παραγωγή – και στη μείωση των εκπομπών – από τη λειτουργία των υπαρχόντων περιουσιακών τους στοιχείων.”
    Η έκθεση προέρχεται από έναν οργανισμό που δημιουργήθηκε το 1974 για να συμβάλει στην προστασία των συμφερόντων των χωρών που καταναλώνουν πετρέλαιο, ενώ τα περισσότερα στελέχη του προέρχονται κυρίως από επιχειρήσεις ορυκτών καυσίμων. Αποκτά, λοιπόν, ιδιαίτερη σημασία η έκθεση μια και σκιαγραφεί τον βαθύ μετασχηματισμό του ενεργειακού τομέα της οικονομίας που αποτελούσε για δεκαετίες βασικό μοχλό κερδών και συσσώρευσης πλούτου. Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων μπορούσαν να βασίζονται συνήθως στην ανάλυση του ΙΕΑ για να δικαιολογήσουν τους ισχυρισμούς τους ότι η ζήτηση πετρελαίου και φυσικού αερίου θα συνεχίσει να αυξάνεται έως το 2040 ή και μετά. Μέχρι τώρα, οι αναλύσεις αυτές ήταν φιλικές προς τα ορυκτά καύσιμα και είχαν σοβαρές, επιζήμιες επιπτώσεις στη διεθνή δράση για το κλίμα και την οικονομία. Στα πέντε χρόνια από το 2015 και την υπογραφή της Συμφωνίας του Παρισιού, 60 από τις μεγαλύτερες τράπεζες στον κόσμο επένδυσαν 3,8 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ σε νέα έργα ορυκτών καυσίμων – κυρίως επειδή ο IEA διαβεβαίωνε ότι μπορούσαν.
    Πλέον οι κυβερνήσεις και οι τράπεζες δεν μπορούν να σφυρίζουν αδιάφορα. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν μπορούν πλέον να δικαιολογήσουν δανεισμό, παροχή εγγυήσεων, ασφάλιση ή επένδυση σε έργα επέκτασης κάρβουνου, λιγνίτη, αερίου ή πετρελαίου ή σε αγωγούς, εγκαταστάσεις και υποδομές που διευκολύνουν αυτή την επέκταση.
    Οι Πράσινοι θεωρούμε λοιπόν απαράδεκτη την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να παράσχει κρατική εγγύηση στην Energean Oil and Gas για δάνειο ύψους 100 εκατομμυρίων ευρώ, για να συνεχίσει τις “οικονομικά ζημιογόνες”, όπως η ίδια ισχυρίζεται, δραστηριότητες εξόρυξης πετρελαίου (κακής ποιότητας) από τον Πρίνο, στη Νέα Καρβάλη.
    Απαγόρευσης διαφήμισης διαφήμισης ορυκτών καυσίμων, ιδιαίτερα παραπλανητικής
    Ο κλιματικός νόμος πρέπει να προβλέπει απαγόρευση της διαφήμισης ορυκτών καυσίμων καθώς και άμεσες ή έμμεσες επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων από το 2023 και μετά.
    Πάγωμα έρευνας για εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Αν. Μεσόγειο
    Οι Πράσινοι προτείνουμε ως πρώτο βήμα τη διαπραγμάτευση μιας «νέας Βέρνης» (όπως η συμφωνία Καραμανλή-Ετσεβίτ του 1976 που πάγωσε κάθε έρευνα για πετρέλαιο στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου) για πάγωμα κάθε έρευνας, εξόρυξης ή άλλης εργασίας για υδρογονάνθρακες προς το παρόν στα διεθνή ύδατα και την υφαλοκρηπίδα της Ανατολικής Μεσογείου, τουλάχιστον μέχρι την τελική οριοθέτησή τους με συνομιλίες ή απόφαση Διεθνούς Δικαστηρίου. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η ένταση με το τουρκικό ερευνητικό δεν θα μπορούσε να επαναληφθεί.
    Αλλαγή στόχων για το Φόρουμ Αερίου Ανατολικής Μεσογείου
    Οι σημερινοί επίσημοι στόχοι του Φόρουμ Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου (που αναφέρονται σε «νέες υποδομές», «μελλοντικά αποθέματα» και «μελλοντικές ανακαλύψεις») είναι αναντίστοιχοι με τα πρόσφατα επίσημα δεδομένα για την κλιματική κρίση. Οι Πράσινοι έχουμε προτείνει βιώσιμο αναπροσανατολισμό των βασικών κατευθύνσεων του Φόρουμ, με:
    • ενίσχυση της περιβαλλοντικής ασφάλειας στα ήδη υπό εκμετάλλευση κοιτάσματα,
    • ελαχιστοποίηση των επικίνδυνων διαρροών μεθανίου σε όλο τον κύκλο εξόρυξης και χρήσης,
    • ενσωμάτωση της επίσημης σύστασης του Παγκόσμιου Οργανισμού Ενέργειας για άμεσο τερματισμό επενδύσεων σε κάθε νέο πρόγραμμα εξορύξεων,
    • σχεδιασμό για σταδιακή μεσοπρόθεσμη απεξάρτηση των χωρών-μελών του Φόρουμ από όλα τα ορυκτά καύσιμα.
    Μια τέτοια αναθεώρηση στόχων, μπορεί να οδηγήσει σε μετεξέλιξη του Φόρουμ σε διακυβερνητικό Φόρουμ Ενεργειακής Μετάβασης και Πράσινης Συμφωνίας για την Ανατολική Μεσόγειο. Αξιοποιώντας την εμπειρία από διάφορους περιβαλλοντικούς και άλλους θεσμούς διακυβέρνησης θα προτείναμε παράλληλα να συσταθεί και να λειτουργήσει μια συνέλευση φορέων της κοινωνίας των πολιτών, των ακαδημαϊκών και ερευνητικών ιδρυμάτων και της αυτοδιοίκησης, που θα διευκολύνει την επιτάχυνση των αλλαγών που απαιτούνται.
    Το αέριο δεν είναι καύσιμο μετάβασης, αλλά μέρος του προβλήματος
    Ο κλιματικός νόμος πρέπει να λαμβάνει θέση και ως προς το αέριο. Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ διαφωνούμε με την προωθούμενη διεύρυνση της χρήσης του, τόσο για παραγωγή ενέργειας όσο και στη θέρμανση. Με δεδομένα τα επιστημονικά στοιχεία ότι εξαντλούνται τα διαθέσιμα χρονικά περιθώρια για δράση, το αέριο δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως μεταβατικό καύσιμο, καθώς οι επενδύσεις του θέλουν δεκαετίες για να αποσβεστούν.
    Οι Πράσινοι δηλώνουν την αντίθεσή τους στη επέκταση της χρήσης και των υποδομών του αερίου, ιδιαίτερα για κτίρια, την ώρα που επίκειται ένταξη και του οικιακού τομέα στα ευρωπαϊκά Δικαιώματα Εκπομπών. Μια τέτοια πολιτική φέρνει ήδη μεγάλες επιβαρύνσεις σε όσα νοικοκυριά και επιχειρήσεις εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν για τους χώρους τους αέριο, αντί για αναβαθμισμένες μονώσεις, ανανεώσιμη ενέργεια (ηλιακά και υβριδικά συστήματα) και αποδοτικές ηλεκτρικές αντλίες θερμότητας, ή αβαθή γεωθερμία. Οι νέες συνδέσεις αερίου αποτελούν παγίδα για πολλά νοικοκυριά, που καλούνται να διαθέσουν χιλιάδες ευρώ για νέες συνδέσεις αερίου, που πιθανότατα θα αποδειχθούν ασύμφορες σε μερικά χρόνια.
    Με περιθώριο μόλις 10-20 χρόνων για να κλειδώσουμε την πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, το αέριο δεν μπορεί πια να εμφανίζεται ως «μεταβατικό καύσιμο»: οι υποδομές του χρειάζονται αρκετές δεκαετίες για να αποσβέσουν το κόστος τους, ενώ είναι και αυτό ορυκτό καύσιμο, με κύριο συστατικό το μεθάνιο, 4 φορές δραστικότερο ως αέριο του θερμοκηπίου από το διοξείδιο του άνθρακα: ακόμη και σε καύση χωρίς διαρροές, η συμμετοχή του στην κλιματική κρίση φτάνει τουλάχιστον στο 50% του λιγνίτη. Επιπλέον είναι εισαγόμενο, με επικίνδυνες και οδυνηρές διακυμάνσεις τιμών, ενώ δημιουργεί πολύ λίγες θέσεις εργασίας. Το λογικό είναι να συνεχιστούν για τα επόμενα χρόνια μόνο οι σημερινές χρήσεις του, αποκλειστικά με τις υποδομές που ήδη υπάρχουν.
    Ο κλιματικός νόμος οφείλει να ορίσει διαδικασία εξόδου ενώ το σχέδιο ΕΣΕΚ άμεσα καταληκτική ημερομηνία για τη χρήση του αερίου, συμβατή με αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
    Οι Πράσινοι έχουμε ζητήσει επίσης να αποσυρθεί η Ελλάδα από την ομάδα των κυβερνήσεων που πιέζουν να θεωρηθούν στην Ε.Ε. «πράσινες» οι επενδύσεις στο αέριο και την πυρηνική ενέργεια.

    Κλιματική προσαρμογή
    Στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει κάποιος στόχος για την προσαρμογή στα νέα κλιματικά δεδομένα, ούτε αναφορά στο ρόλο των βασισμένων στη φύση λύσεων για την άμυνα απέναντι στους κινδύνους της κλιματικής κατάρρευσης.
    Κλιματική αλλαγή και γεωργία – κτηνοτροφία
    Το σχέδιο νόμου δεν περιλαμβάνει αναφορές ούτε στη μείωση των εκπομπών της βιομηχανικής γεωργίας και εντατικής κτηνοτροφίας, ούτε στην ενίσχυση της ανορθωτικής βιώσιμης γεωργίας ή της προστασίας φυσικών περιοχών και δασών στη δέσμευση αερίων του θερμοκηπίου (φυσικές καταβόθρες άνθρακα).
    Οι Πράσινοι θεωρούμε απαραίτητο να τηρηθεί ο ευρωπαϊκός στόχος για 25% της γεωργίας βιολογική μέχρι το 2030, να προωθηθεί η εκτατική και βιολογική κτηνοτροφία, και να σχεδιαστούν ολοκληρωμένες πολιτικές για μείωση της κατανάλωσης κρέατος στο 50% του σημερινού ύψους.
    Προστασία κλίματος & προστασία–αποκατάσταση βιοποικιλότητας, αλληλένδετα
    Η προστασία του κλίματος και της βιοποικιλότητας είναι αλληλένδετα. Δεν υπάρχει προστασία του κλίματος με καταστροφή των οικοσυστημάτων, και δεν θα προστατευθεί η βιοποικιλότητα αν καταρρεύσει το κλίμα. Τα υγιή οικοσυστήματα και οι πράσινες λύσεις (λύσεις με βάση τη φύση – Nature-based solutions) αποτελούν κρίσιμη άμυνα απέναντι στα ακραία καιρικά φαινόμενα αλλά και σημαντική φυσική αποθήκη διοξειδίου του άνθρακα.
    Ο κλιματικός νόμος πρέπει να προνοεί για την ενσωμάτωση των στόχων για αντιστροφή της απώλειας βιοποικιλότητας, δημιουργίας δικτύου θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών που θα καλύπτουν το 30% της επικράτειας με σημαντικό μέρος τους ζώνες απόλυτης προστασίας. Για τις προστατευόμενες περιοχές ο κλιματικός νόμος πρέπει να προβλέπει ισχυρές διασφαλίσεις, με ριζική αλλαγή κανόνων και για την εγκατάσταση ΑΠΕ, ώστε να μην υπάρχει κίνητρο επηρεασμού των υπό διαμόρφωση διαχειριστικών σχεδίων από υποψήφιους επενδυτές. Για τους ορεινούς όγκους, τέλος, προτείνουμε αιολικά μόνο δίπλα σε υπάρχοντες δρόμους και μόνο μέχρι το ύψος που χρειάζεται για κάλυψη των θεσμοθετημένων αναγκαίων στόχων.
    Απόλυτη προτεραιότητα στην εξοικονόμηση ενέργειας
    Η στροφή στην Ανανεώσιμη Ενέργεια οφείλει να γίνει με το ελάχιστο δυνατό οικολογικό κόστος και την ευρύτερη δυνατή ενεργειακή δημοκρατία και κοινωνική συμμετοχή. Με δεδομένο ότι η εξοικονόμηση αποτελεί τη μόνη 100% καθαρή ενέργεια, είναι απόλυτη ανάγκη να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα να οικοδομηθεί οικονομία χαμηλών απαιτήσεων σε ενέργεια, με χαμηλότερο κόστος ζωής για τους πολίτες και χαμηλότερο κόστος λειτουργίας για τις επιχειρήσεις. Πέρα από τα όσα αναφέραμε για νέο μοντέλο μεταφορών, ιδιαίτερη σημασία έχουν εδώ:
    • Πλήρης εφαρμογή της Οδηγίας 2010/31/ΕΕ για σχεδόν μηδενική κατανάλωση σε όλα τα νέα κτίρια από 31.12.2020, που μένει παράνομα ανενεργή στη χώρα μας με πρόσχημα την καθυστέρηση του νέου Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων-ΚΕΝΑΚ, σε συμπαιγνία με συντεχνιακά συμφέροντα κατασκευαστών.
    • Συστηματική προώθηση της ανακύκλωσης και της κυκλικής οικονομίας, ώστε να εξοικονομούνται στον μέγιστο βαθμό ενέργεια και πρώτες ύλες στην παραγωγή.
    • Ριζική αναβάθμιση των στόχων και των χρηματοδοτήσεων του ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ, με ενεργειακή αναβάθμιση περίπου 4% των κτιρίων ετησίως, ώστε το 2040 πάνω από 90% των κτιρίων να είναι σχεδόν μηδενικών καθαρών εκπομπών.
    • Συγκρατημένη προώθηση αποκλειστικά πράσινου υδρογόνου, ώστε η ελληνική οικονομία να προσανατολιστεί έγκαιρα στο σενάριο χαμηλών απαιτήσεων σε ενέργεια, όπως σκιαγραφείται στον επίσημο Μακροχρόνιο Ενεργειακό Σχεδιασμό.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 12:44 | Ernst & Young (Hellas) Certified Auditors Accountants S.A.

    Στο άρθρο 1, δίνεται ο ακόλουθος σκοπός: «Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η δημιουργία ενός συνεκτικού πλαισίου για τη βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας και κλιματικής ανθεκτικότητας της Ελλάδας και τη διασφάλιση της σταδιακής μετάβασης της χώρας, έως το 2050, σε κλιματική ουδετερότητα με τον πλέον περιβαλλοντικά βιώσιμο, κοινωνικά δίκαιο και οικονομικά αποδοτικό τρόπο […]».

    Σχόλιο:
    Προτείνεται να υπάρχει σαφής σύνδεση του Νόμου με το Εθνικό Σχέδιο για την Κυκλική Οικονομία, καθώς επίσης και με τον Νόμο 4658/2020 για τις προστατευόμενες περιοχές, όπως γίνεται με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (Ε.Σ.Ε.Κ.).

  • Οι στόχοι που αναφέρονται στο Άρθ.1 παρ.2 είναι στόχοι οι οποίοι αναφέρονται σε παλαιότερες εκτιμήσεις. Είναι απαραίτητο ο νέος κλιματικός νόμος να αναφέρεται σε πιο φιλόδοξους, ήτοι 70% 2030 και 100% 2040, με βάση και τις νέες αναθεωρημένες κλιματικές προβλέψεις του της Διακυβερνητικής Επιτροπής για το Κλίμα (ΙPCC) του ΟΗΕ, οι οποίες δείχνουν ότι τη δεκαετία 2030 έως 2040 η όποια βλάβη στον πλανήτη θα είναι πλέον μόνιμη (αν και εφόσον δεν είναι ήδη) με συνέπειες οι οποίες αναμένεται να τον επηρεάσουν για δεκάδες χιλιάδες έτη.

    Οι στόχοι αυτοί θα πρέπει να είναι νομικά δεσμευτικοί και να ορίζεται ότι το ΕΣΕΚ απλά τους εξειδικεύει και ορίζει τα απαραίτητα μέτρα ανά τομέα δραστηριότητας.

    Είναι απαραίτητο να υπάρξει πρόβλεψη για τον τερματισμό της εξόρυξης υδρογονανθράκων.

    Είναι απαραίτητο να τεθεί στόχος επίτευξης ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων με μετατροπή ετησίως του 5% σε κτήρια μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας από ορυκτά καύσιμα.

  • ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΕΕΠΕ:
    Για την επίτευξη του Σκοπού και με βάση τη γενική επισκόπηση των προβλέψεων του νόμου, προκύπτει ότι δεν συνοδεύεται από την ανάλυση των οικονομικών επιπτώσεων στην ανακάμπτουσα Ελληνική οικονομία των μέτρων που θα κληθούν να εφαρμόσουν νωρίτερα από τον λοιπό ευρωπαϊκό ανταγωνισμό. Επομένως προτείνουμε να εκπονηθεί εμπεριστατωμένη μελέτη επιπτώσεων «impact assessment» από οίκο εγνωσμένης εμπειρίας.
    Εκτιμούμε ότι είναι δυσανάλογο για την οικονομία της χώρας μας, την περίοδο που το σύνολο των ευρωπαϊκών θεσμών που εμπλέκονται στο νομοθετικό και οικονομικό γίγνεσθαι προβληματίζεται για το πως θα επιτευχθούν οι στόχοι της δέσμης μέτρων «Fit for 55», στην Ελλάδα να υιοθετούμε ακόμα δυσμενέστερους κανόνες και πιο σύντομα.

    Σχόλια ΣΕΕΠΕ σχετικά με τη μείωση των εκπομπών κατά 80% το 2040:
    Στον Κανονισμό ΕΕ 2021/1119 της 30ης Ιουνίου 2021 (και ο οποίος –σύμφωνα με την Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης -παρ. 5 της αιτιολογικής έκθεσης αποτελεί ευρωπαϊκό νομοθέτημα-βάση για τον Κλιματικό Νόμο), δεν προβλέπονται στόχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μείωση των εκπομπών το 2040. Ο Κανονισμός προβλέπει πως ο κλιματικός στόχος για το 2040 ορίζεται με νομοθετική πρόταση μέσα σε 6 μήνες από τον πρώτο παγκόσμιο απολογισμό που αναφέρεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας του Παρισιού.

    Η θέση του ΣΕΕΠΕ είναι πως η Ελλάδα δεν θα πρέπει να προσπαθεί να υπερβεί τους Ευρωπαϊκούς στόχους, καθώς έχει μεγαλύτερη διαδρομή να καλύψει, υψηλότερα κόστη και χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα. Επομένως, προτείνουμε να παραμείνουν οι στόχοι μείωσης εκπομπών όπως προβλέπονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

  • Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛΕΑΒΙΟΜ) θεωρεί ότι το παρόν σχέδιο νόμου θα πρέπει να βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και να θίγει όλους του επιμέρους κλάδους της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας – και όχι μόνο αυτόν της ενέργειας – όπως τη γεωργία και κτηνοτροφία, την αγροδιατροφή, τον τουρισμό, το εμπόριο, τις μεταφορές, τη μεταποίηση.

    Επίσης, ο κλιματικός νόμος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τεχνολογίες και πρακτικές δέσμευσης άνθρακα, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη αρνητικών εκπομπών, όπως ως προώθηση και ανάπτυξη δεξαμενών δέσμευσης άνθρακα, η Βιοενέργεια με τη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (Bioenergy Carbon Capture and Storage – BECCS), καθώς και η παραγωγή βιοεξανθρακώματος (biochar) από υπολειμματική βιομάζα. Αυτές οι τεχνολογίες αρνητικών εκπομπών είναι άμεσα εφαρμόσιμες και επεκτάσιμες και μπορούν να συμβάλουν στην απεξάρτηση από τον άνθρακα των βιομηχανιών εντάσεως εκπομπών, ενώ παράλληλα απομακρύνουν το CO2 από την ατμόσφαιρα και παράγουν ηλεκτρική ενέργεια ή θερμότητα.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 11:19 | ActionAid

    Τα σχόλια της ActionAid για το υπό διαβούλευση σχέδιο του κλιματικού νόμου συνοψίζονται ως εξής:

    Αρχικά, είναι σκόπιμο να επισημανθεί πως η διαμόρφωση, η θέση σε διαβούλευση και η ψήφιση του κλιματικού νόμου αποτελεί ένα εξαιρετικά σημαντικό βήμα ώστε να ευθυγραμμιστεί η χώρα μας με τις διεθνείς υποχρεώσεις και εξελίξεις, να τεθούν συγκεκριμένοι στόχοι και μηχανισμοί παρακολούθησής τους και να στοιχειοθετηθεί εν γένει ένα συντεταγμένο πλαίσιο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Είναι, επίσης, σημαντικό να υπογραμμιστεί πως η διάρκεια αυτής της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης ήταν επαρκής αφήνοντας ένα ικανοποιητικό χρονικό διάστημα προετοιμασίας και συμμετοχής σε όσους φορείς και πρόσωπα επιθυμούν να υποβάλουν τα σχόλιά τους.

    Το υπό σχολιασμό σχέδιο νόμου κινείται συνολικά στη σωστή κατεύθυνση της βιώσιμης, δίκαιης και οικονομικά αποδοτικής μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα. Παρόλα αυτά, θα μπορούσε να είναι πιο φιλόδοξο, όπως για παράδειγμα αναφορικά με τη θέση στενότερων προθεσμιών για την επίτευξη ορισμένων στόχων (π.χ. απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα) και να συμπεριλαμβάνει ρητά άλλους που έχουν γίνει αποδεκτοί και αποφασιστεί από τη διεθνή κοινότητα, όπως τον περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας σε 1,5 βαθμό κελσίου, όπως περιγράφεται στην Συμφωνία του Παρισιού (Νόμος 4426/2016), καθώς και το Σύμφωνο για το Κλίμα της Γλασκόβης. Για να είναι, λοιπόν, πλήρες, αποτελεσματικό και σύγχρονο το τελικό κείμενο οφείλει να αντικατοπτρίζει τα σημεία που έχουν κατά καιρούς επισημανθεί από την επιστημονική κοινότητα, τους διεθνείς οργανισμούς, αλλά και τους κοινωνικούς εταίρους. Όπως επισημαίνεται ορθά στο σχόλιο της WWF Ελλάς (εκ μέρους συμμαχίας οργανώσεων και φορέων) «η επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας δεν πρέπει να λογίζεται απλά ως ένας πολιτικός στόχος, αλλά ως το πλανητικό όριο, πέρα από το οποίο η ανθρωπότητα δεν είναι ασφαλής». Για τον λόγο αυτό, οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται οφείλουν να είναι σαφείς και στραμμένες προς το μέλλον, λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψιν τα δεδομένα του σήμερα.

    Θα ήταν παράλειψη να μην επισημανθεί πως πέρα από μεμονωμένες αναφορές στα τελευταία άρθρα του σχεδίου νόμου, οι κοινωνικές πτυχές του ζητήματος της κλιματικής κρίσης δεν αναλύονται όσο θα αναμενόταν. Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης χωρίς την παράλληλη ανάδειξη του ζητήματος της κλιματικής δικαιοσύνης και των τρόπων επίτευξής της δεν μπορεί να είναι ολιστική. Πιο συγκεκριμένα, θα ήταν σκόπιμο το κείμενο του σχεδίου νόμου να υιοθετήσει συνολικά μία οπτική έμφυλη και διαθεματική, η οποία θα αναγνωρίζει τις υπάρχουσες ανισότητες σε διάφορες βάσεις και να προτείνει μέτρα για την άμβλυνσή τους. Αυτό θα μπορούσε και θα έπρεπε να επιτευχθεί διασυνδέοντας τον κλιματικό νόμο με υπάρχουσες εθνικές στρατηγικές και σχέδια δράσης (π.χ. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων, Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη, Εθνική Στρατηγική για την Κοινωνική Ένταξη και τη Μείωση της Φτώχειας, Εθνική Στρατηγική για τη Δημόσια Υγεία κ.α.). Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η σύνδεση με το Ταμείο Ανάκαμψης και την Αναπτυξιακή Βοήθεια γίνεται με αρκετά επιδερμικό τρόπο. Η υιοθέτηση συνεκτικών πολιτικών (coherent policies) είναι, άλλωστε, ζητούμενο, αλλά και ένας από τους σημαντικούς Στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (17.4) που, δυστυχώς, δεν λαμβάνεται υπόψιν όσο συστηματικά θα έπρεπε. Ο κλιματικός νόμος είναι μια ευκαιρία για την αποφυγή υιοθέτησης αποσπασματικών πολιτικών σε όλα τα ζητήματα που φαίνεται να τέμνονται.

    Με τον όρο κλιματική δικαιοσύνη γίνεται λόγος για τη δίκαιη κατανομή της ευθύνης ανάμεσα στα ισχυρά και λιγότερο ισχυρά κράτη σε ζητήματα που αφορούν στην κλιματική κρίση. Είναι γεγονός ότι -και σε επίπεδο τοπικών κοινωνιών- ζητήματα μεγάλης έντασης και κλίμακας, όπως η κλιματική κρίση επηρεάζουν δυσανάλογα τους πλέον ευάλωτους πληθυσμούς, οι οποίοι μάλιστα δεν είναι εκείνοι στη δράση των οποίων οφείλεται η πρόκληση και η επίταση των φαινομένων αυτών. Τα ανεπαρκή μέτρα προστασίας τους είναι, επίσης, γεγονός. Για να μπορέσει η κλιματική δικαιοσύνη να εμπεδωθεί ως έννοια και στη συνέχεια να μετατραπεί σε μετρήσιμο στόχο, κρίνεται απαραίτητο να συμπεριληφθούν σχετικές προβλέψεις στο παρόν σχέδιο νόμου. Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης πέρα από περιβαλλοντικό είναι και σοβαρό κοινωνικό ζήτημα που αλλάζει τα δεδομένα σε όλες τις κοινωνίες και καλεί για νέες λύσεις. Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν είναι ορατό στο σχέδιο νόμου που έχει αρκεστεί στην περιβαλλοντική πτυχή του ζητήματος. Είναι απαραίτητο, επίσης, να διευκρινιστεί ότι η γλώσσα του κειμένου παραπέμπει αρκετά στην οικονομία, ενώ τα υπό ρύθμιση ζητήματα δεν αφορούν μόνο σε αυτή. Χαρακτηριστικά, η φράση «πολιτικές προσαρμογής με το μικρότερο δυνατό κόστος» (άρθρο 2) είναι μία από αυτές τις περιπτώσεις.

    Επιπλέον, η συμμετοχικότητα των πολιτών είναι ένα στοιχείο αρκετά ασθενές. Πιο συγκεκριμένα, μαζί με την έμφυλη και διαθεματική οπτική, η ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών σε διαδικασίες λήψης αποφάσεων είναι απαραίτητο να αποτελέσει έναν από τους βασικούς άξονες δράσεις του κλιματικού νόμου. Ιδιαίτερα η συμμετοχή των νέων μέσα από τοπικά συμβούλια και άλλες πλατφόρμες θα πρέπει να ενισχυθεί. Η πρόβλεψη του άρθρου 24 σχετικά με την δημιουργία διαδικτυακού τόπου για τον κλιματικό διάλογο δεν επαρκεί, αν και θέτει μια σημαντική κατεύθυνση προς την επίτευξη της συμμετοχικότητας. Για να είναι αποτελεσματικός ο διάλογος, η ρύθμιση θα πρέπει να γίνει πιο συγκεκριμένη προβλέποντας μια πιο δομημένη μορφή συμμετοχής στις σχετικές συζητήσεις διαδικασίες. Ηχηρή είναι, επίσης, η απουσία σχετικών προβλέψεων για την εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση γύρω από ζητήματα που σχετίζονται με την κλιματική κρίση και την κλιματική δικαιοσύνη.

    Στη συνέχεια, η ενσωμάτωση των ενδιάμεσων ποσοτικών στόχων για τη μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τόσο για το 2030, όσο και για το 2040, είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο, το οποίο, όμως θα πρέπει να ενισχυθεί από την πρόβλεψη ενδιάμεσων πενταετών στόχων με σκοπό την καλύτερη παρακολούθησή τους, τη λήψη υπόψιν των πρόσφατων επιστημονικών δεδομένων και άλλων σημαντικών εξελίξεων. Άλλωστε η υποβολή Εθνικά Καθορισμένων Εισφορών από τις χώρες σε αντίστοιχα χρονικά διαστήματα ενθαρρύνεται από το Σύμφωνο της Γλασκόβης για το Κλίμα.

    Τέλος, σημειώνεται ότι η ετήσια έκθεση προόδου για το κλίμα του άρθρου 25 είναι σκόπιμο να περιλαμβάνει εναλλακτικές προτάσεων για το μέλλον και να μην έχει μόνο απολογιστικό περιεχόμενο. Σε ό,τι σχετίζεται με την χρηματοδότηση η επίτευξη της διαφάνειας πρέπει να αποτελεί βασικό σκοπό με την καθιέρωση σχετικών μηχανισμών παρακολούθησης και δεικτών που θα επιτρέπουν την καταγραφή των πληροφοριών αυτών και τη βελτίωσή τους.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 10:15 | Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)

    Η διαμόρφωση του παρόντος σχεδίου νόμου, όπως τίθεται σε δημόσια διαβούλευση για την υιοθέτηση του πρώτου Εθνικού Κλιματικού Νόμου, αποτελεί σίγουρα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση. Ομοίως, τέτοιο βήμα αποτελεί και η έμφαση που δίνεται μέσα από τις διατάξεις του παρόντος στην απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού συστήματος και υποδομών της Ελλάδας και στην επιπρόσθετη προώθηση των ΑΠΕ. Ωστόσο, το παρόν νομοσχέδιο κρίνεται πως αν και προβλέπει χρήσιμες καινοτομίες για την πορεία προς την ενεργειακή μετάβαση, παρουσιάζει αδυναμίες, οι οποίες δύνανται να αποτελέσουν σοβαρά εμπόδια στη πορεία αυτή και κυρίως στη δίκαιη εξέλιξή της.

    Αρχικά, ως προς το σκοπό του νομοσχεδίου, δεδομένου του συνολικού περιεχομένου του, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως απουσιάζει μια σαφής αναφορά στο στόχο που ετέθη από τη Συμφωνία του Παρισιού (2015) αναφορικά με τον περιορισμό της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1.5 βαθμό Κελσίου ή σε κάθε περίπτωση σε επίπεδο πολύ κάτω από τους 2 βαθμούς, τη στιγμή που τα υφιστάμενα σενάρια δείχνουν να οδηγούν σε αύξηση άνω των 2.5 βαθμών Κελσίου ως το τέλος του αιώνα που διανύουμε.

    Με τον Κλιματικό Νόμο, η Ελλάδα αποκτά συγκεκριμένο πλαίσιο για την ευθυγράμμιση της εθνικής πολιτικής με τους στόχους του Ευρωπαϊκού Κλιματικού Νόμου για μείωση των εκπομπών κατά 55% έως το 2030 και την μετάβαση σε κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί ότι το Σχέδιο Νόμου ξεπερνάει σε σημεία την φιλοδοξία της ΕΕ, ενώ αποτυγχάνει να δημιουργήσει ένα θεσμικό πλαίσιο που να προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλες τις τεχνολογίες που έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν στην μετάβαση.

    Η δέσμευση της Ελλάδας για κατάργηση της πώλησης οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης, ήδη από το έτος 2030, είναι πρώιμη σε σχέση με τις εξελίξεις στην ΕΕ και τους ρυθμούς ανάπτυξης του εθνικού δικτύου υποδομών. Παράλληλα, αγνοεί τα οφέλη των ανανεώσιμων καυσίμων που μπορούν να μειώσουν άμεσα τις εκπομπές από το σύνολο των οδικών μεταφορών (επιβατικά, φορτηγά, μη οδικά κινητά μηχανήματα), συμπληρωματικά με την ηλεκτροκίνηση. Είναι σκόπιμο να διατηρηθεί η πώληση νέων αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης και μετά το 2030, με την προϋπόθεση ότι τα οχήματα θα χρησιμοποιούν υγρά καύσιμα χαμηλού άνθρακα. Έτσι, θα ανοίξει και ο δρόμος για τη μείωση εκπομπών σε τομείς των μεταφορών για τους οποίους δεν υπάρχουν εναλλακτικές τεχνολογικές λύσεις, όπως η αεροπορία, η ναυτιλία, οι βαριές μεταφορές, αλλά και η βιομηχανική αλυσίδα αξίας. Τους παραπάνω τομείς μεταφορών, ο Κλιματικός Νόμος τους αγνοεί παντελώς, εστιάζοντας αποσπασματικά μόνο στα επιβατικά οχήματα, ενώ θα έπρεπε και για αυτούς να θέσει στόχους μείωσης εκπομπών και κίνητρα ανάπτυξης ανανεώσιμων καυσίμων, σε αντιστοιχία με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

    Επίσης, το νομοσχέδιο αναδεικνύει το φυσικό αέριο ως το προνομιακό μεταβατικό καύσιμο, παραβλέποντας τη χρήση του ως μίγματος με το τοπικά παραγόμενο βιομεθάνιο και το υδρογόνο. Επιπρόσθετα, δεν τίθενται διατάξεις για τη σταδιακή μείωση της συμμετοχής του φυσικού αερίου στα μίγματα και συνεπώς αύξηση της συμμετοχής του βιομεθανίου και του υδρογόνου. Η προσέγγιση αυτή του Κλιματικού Νόμου δεν συνάδει με τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Ταξινομίας και του νέου Κανονισμού για το Αέριο. Ταυτόχρονα, δεν κάνει εξειδικευμένη μνεία στη χρήση του Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) (ή/και των μιγμάτων αυτού με BioLNG) ως καυσίμου για την κίνηση των βαρέων οχημάτων, τη ναυσιπλοΐα και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά.

    Παράλληλα, το νομοσχέδιο δεν περιλαμβάνει διατάξεις που να ευνοούν την περαιτέρω ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας μέσω της παραγωγής του βιομεθανίου και από υπολείμματα του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας (γεωργία – κτηνοτροφία) και χρήσης ως τοπικά παραγομένου ανανεώσιμου καυσίμου. Περαιτέρω δεν εισαγάγει διατάξεις για την συλλογή ή/και χρήση του διοξειδίου του άνθρακα από την παραγωγή του βιομεθανίου, αλλά ούτε διατάξεις για την επεξεργασία του χωνεμένου υπολείμματος και τη διάθεσή του ως λιπάσματος. Σχετικά με την συλλογή και χρήση του διοξειδίου του άνθρακα δεν υπάρχει ουδεμία μνεία στην εφαρμογή συστημάτων Carbon Capture and Storage (CCUS), τα οποία μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στον περιορισμό ή και τον μηδενισμό των εκπομπών που προέρχονται απο την παραγωγή ηλεκτρισμού και από την βιομηχανία.

    Αντίστοιχη θα πρέπει να είναι και η προσέγγιση για την μείωση των εκπομπών από τα κτίρια, στοχεύοντας στην σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και σίγουρα με ορίζοντα μεγαλύτερο του 2030. Η κατάργηση της εγκατάστασης και χρήσης των καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης επιβαρύνει τους ευάλωτους καταναλωτές και αγνοεί ότι οι τεχνολογίες αυτές μπορούν να συνεισφέρουν στη μείωση των εκπομπών από όλα τα κτίρια, ανεξαρτήτως κατάστασης και γεωγραφικής θέσης, μέσω της χρήσης ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων (βιομεθανίου και υδρογόνου) ή των μιγμάτων αυτών με φυσικό αέριο για την οποία χρήση δεν απαιτείται αντικατάσταση των υφισταμένων συσκευών χρήσης (καυστήρων, λεβήτων, κλπ). Επίσης, το νομοσχέδιο είναι αντιφατικό ως προς το γεγονός ότι μολονότι προωθεί τον εξηλεκτρισμό σε διάφορους τομείς της οικονομίας, δεν αναφέρει σημαντικές αναγκαιότητες εξηλεκτρισμού όπως ο τομέας των σιδηροδρόμων και η ξηρά ηλεκτροδότηση (cold ironing) των πλοίων κατά τη διάρκεια ελλιμενισμού τους.

    Οι ανωτέρω αποφάσεις μηδενίζουν απότομα την αγορά των οδικών καυσίμων και των καυσίμων θέρμανσης το 2030, αγνοώντας ότι ο Κλάδος θα χρειαστεί να συμβάλλει στην μετάβαση μέσω της ανάπτυξης ανανεώσιμων καυσίμων σε ευρεία κλίμακα. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο ένα καθεστώς στήριξης, με στόχους, κίνητρα και ένα σταθερό επενδυτικό περιβάλλον, αντίστοιχο με αυτού που απολαμβάνει η ηλεκτροκίνηση. Το αποτέλεσμα θα ήταν η θέσπιση ενός ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου για το Κλίμα, που να στηρίζει όλες τις καινοτόμες τεχνολογίες, χωρίς αποκλεισμούς και να διευκολύνει την μετάβαση του συνόλου της οικονομίας.

    Επίσης, επισημαίνεται ότι οι στόχοι και τα μέτρα θα πρέπει να βασίζονται σε μια λεπτομερή ανάλυση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά, το κόστος υποδομών, την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, τις κοινωνικές επιπτώσεις στις ευάλωτες ομάδες, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί μια δίκαιη μετάβαση για κάθε πολίτη σε κάθε άκρη της χώρας. Δυστυχώς, δεν υπάρχει αναφορά στην αναγκαιότητα για λεπτομερή ανάλυση.

    Παράλληλα, η κατά κάποιο τρόπο γενική αναφορά στο ΕΣΕΚ στο 1ο άρθρο του νομοσχεδίου («λαμβάνοντας υπόψη τις προβλέψεις του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ)») ενδεχομένως να αφήνει περιθώρια αποκλίσεων των κλιματικών στόχων από τις προβλέψεις του νόμου με την αιτιολόγηση πως μπορούν να τελούν υπό την αίρεση πιθανόν διαφορετικών προβλέψεων του ΕΣΕΚ, δημιουργώντας έτσι ένα πλήγμα στη δεσμευτικότητα των στόχων αυτών.

    Ενώ ορθώς ορίζεται ο διπλός στόχος του νομοσχεδίου (προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή/κλιματική ουδετερότητα), οι ενδιάμεσοι στόχοι αφορούν μόνο στον μετριασμό και αγνοούν σημαντικές προβλέψεις για την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού και την αποφυγή της ενεργειακής φτώχειας. Θα πρέπει να υπάρξει συγκεκριμένη αναφορά σε αυτούς τους στόχους και η προβλεπόμενη στο άρθρο 8.1 αναθεώρηση των ενδιάμεσων στόχων, η οποία τώρα προβλέπεται μόνο με κριτήρια κλιματικής ουδετερότητας, να λαμβάνει υπόψη και αυτές τις παραμέτρους και να δίνεται αντίστοιχη δυνατότητα παράτασής τους.

    Γενικά, το κείμενο του νομοσχεδίου, ακολουθώντας έναν κλασικό γραφειοκρατικό τρόπο, αναφέρεται σε πολλά άρθρα ή/και παραγράφους από άλλες ΥΑ/άλλους νόμους, κλπ., ένα θέμα που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα σε όλους τους εμπλεκόμενους. Βέβαια, αυτή η πολιτική είναι συνήθης στο ενεργειακό νομικό πλαίσιο της χώρας, που όμως δεν είναι το πλέον αποδοτικό και θα πρέπει εφεξής να αλλάξει, ώστε να γίνει πιο σαφές το περιεχόμενο του Νόμου και δημιουργική η εφαρμογή του, σε σύντομο χρονικό διάστημα.

    Επίσης, παρατηρήθηκαν στο νομοσχέδιο συχνές αναφορές σε «μελλοντικές» αποφάσεις του ΥΠΕΝ. Προτείνεται η ελαχιστοποίηση της πολιτικής αυτής, δηλαδή της αναφοράς σε αποφάσεις ΥΠΕΝ, που, από την υπάρχουσα εμπειρία έως τώρα, δημιουργεί σοβαρές καθυστερήσεις στην πλήρη εφαρμογή του Νόμου. Θεωρούμε ότι είναι προτιμότερο να καθυστερήσει για λίγο η έκδοση του Νόμου, ώστε να περιλαμβάνει πολλές από τις «αποφάσεις ΥΠΕΝ», που θα έχει σοβαρά πλεονεκτήματα για την εφαρμογή του Νόμου, σε σχέση με την ακολουθούμενη πολιτική του ΥΠΕΝ.

    Τέλος, δεν γίνεται καμία συγκεκριμένη αναφορά στην αναγκαιότητα για βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων και της βιομηχανίας. Αυτό αποτελεί σημαντικό μειονέκτημα για το νομοσχέδιο, που έτσι δείχνει ότι δεν αντιλαμβάνεται την σημαντική συνεισφορά της ενεργειακής αποδοτικότητας στην μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 10:23 | Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος – Περιφερειακό Τμήμα Κεντρικής & Δυτικής Θεσσαλίας

    Στην παράγραφο 2, αναφέρεται πως για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας και των ενδιάμεσων στόχων που θεσπίστηκαν πρόσφατα, όπως είναι η μείωση των αερίων θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030, θα λαμβάνονται υπόψη οι προβλέψεις του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα. Δεδομένου πως το υφιστάμενο ΕΣΕΚ προβλέπει τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου κατά 42% έως το 2030, προκύπτει το ερώτημα αν έχει προβλεφθεί η άμεση αναθεώρησή του ώστε να συμβαδίσει με τους νέους κλιματικούς στόχους.

  • 28 Ιανουαρίου 2022, 10:46 | Οικολόγοι ΠΡΑΣΙΝΟΙ

    Οι Οικολόγοι ΠΡΑΣΙΝΟΙ καλωσορίζουμε την κίνηση αυτή που, κάλλιο αργά παρά ποτέ, ξεκινά τη διαδικασία της ψήφισης ενός νόμου που θα διέπει την κλιματική δράση στη χώρα μας μέχρι τα μέσα του αιώνα. Τότε είναι που προβλέπεται να επιτευχθεί ο στόχος του μηδενικού κλιματικού αποτυπώματος από την Ελλάδα, την Ευρώπη, και κανονικά, κατά τους ειδικούς επιστήμονες, από τον κόσμο ολόκληρο, αν πρόκειται να αποφύγουμε τις χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
    Μια πρώτη ανάγνωση του σχεδίου νόμου δείχνει μια προσπάθεια κάλυψης ευρείας γκάμας θεμάτων, τόσο για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής όσο και για την προσαρμογή στις αναπόφευκτες επιπτώσεις της, όπως είναι αναμενόμενο από έναν τέτοιο νόμο πλαίσιο. Στα θετικά συγκαταλέγονται επίσης ο πολύ-επίπεδος σχεδιασμός – σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης, περιφέρειας και δήμου – η περιοδική αναθεώρηση σχεδίων με βάση τα επιτεύγματα (ή όχι) και νέα δεδομένα, τα ιδιαίτερα μέτρα για τις λιγνιτοπαραγωγές περιοχές και τα νησιά.
    Μια πιο σε βάθος ανάγνωση φανερώνει σημαντικές εγγενείς αδυναμίες του σχεδίου νόμου, τόσο στην συνολική σύλληψή του όσο και στις λεπτομέρειες. Παρακάτω εντοπίζουμε τις σημαντικότερες για εμάς αδυναμίες και προτείνουμε αλλαγές για την αντιμετώπισή τους.
    Ο Κλιματικός Νόμος θα πρέπει να είναι ένας Νόμος -Πλαίσιο που καθορίζει το σκεπτικό και τις παραμέτρους για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας που έχει τεθεί για το σύνολο της Ε.Ε. (μηδενισμός εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου) μέχρι τα μέσα του αιώνα κι επίσης οργανώνει τις δράσεις για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Ο Κλιματικός Νόμος θα πρέπει να είναι ολιστικός και όχι αποσπασματικός και δεν πρέπει να αναλώνεται σε λεπτομέρειες ούτε να παγιώνει μεταβατικές ρυθμίσεις. Επίσης θα πρέπει να δημιουργεί ένα ολοκληρωμένο και αποτελεσματικό πλαίσιο διακυβέρνησης διευκρινίζοντας τους ρόλους των δημοσίων φορέων σε όλα τα επίπεδα (κεντρική κυβέρνηση, περιφέρειες, δήμοι) και διευκολύνοντας/οριοθετώντας την εμπλοκή άλλων σχετικών φορέων, του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας πολιτών.
    Οι Οικολόγοι Πράσινοι ζητάμε να θεσπιστούν πιο φιλόδοξοι στόχοι για τη μετάβαση της χώρας στην κλιματική ουδετερότητα πριν το 2050, με βάση και τις διεθνείς εκτιμήσεις ότι το τελικό κόστος της όλης προσπάθειας σταθεροποίησης της θερμοκρασίας σε παγκόσμιο επίπεδο θα είναι μικρότερο αν οι παρεμβάσεις είναι εμπροσθοβαρείς.
    Παράλληλα θεωρούμε ως σημαντικές αδυναμίες του σχεδίου νόμου τα παρακάτω:
    • Την έλλειψη ανάλυσης των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων, με βάση την οποία θα έπρεπε να υπάρχουν και συγκεκριμένες προβλέψεις και στόχοι για εναλλακτικούς δείκτες βιώσιμης ευημερίας (πέρα από το ΑΕΠ), για την κλιματική δικαιοσύνη και τη δίκαιη μετάβαση (αντιμετώπιση και εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας, ενεργειακή αναβάθμιση, ενεργή συμμετοχή των πολιτών –ενεργειακές κοινότητες). Λείπουν ακόμα αναλυτικές αναφορές στις πηγές εξασφάλισης των απαραίτητων πόρων πέρα από τα ευρωπαϊκά κονδύλια, την αλλαγή του αγροδιατροφικού μοντέλου, την εργασία και την παιδεία.
    • Την απουσία της κοινωνίας των πολιτών. Επισημαίνεται ιδιαίτερα και από τα Ευρωπαϊκά κείμενα ότι χωρίς την συμμετοχή τους στα αντίστοιχα σχέδια καμιά ιδέα της διαδικασίας μετάβασης δεν μπορεί να υλοποιηθεί και το «έργο» δεν θα έχει την πολιτική-κοινωνική στήριξη επί τόπου.
    • Είναι απαραίτητη η σαφής ανάθεση / διαχωρισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ επιπέδων διακυβέρνησης και φορέων, όπως υπουργεία, κλπ. Συχνά ασαφής καταμερισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων όπως το ΥΠΕΝ και το νέο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης –Πολιτικής Προστασίας, για το οποίο ζητάμε την επανασύσταση ώστε να αντιστοιχεί στις πραγματικές ανάγκες και ευθύνες, ως «Υπουργείο Κλιματικής Μετάβασης –Πολιτικής Προστασίας». Η χρήση του όρου Κλιματική Κρίση σε σχέση μόνο με την Πολιτική Προστασία υποβαθμίζει την ευρύτητα του θέματος που αφορά πολύ περισσότερα Υπουργεία, και κυρίως το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
    Θεωρούμε επίσης ότι δεν θα πρέπει στον τελικό Νόμο να απουσιάσουν προβλέψεις για κρίσιμους τομείς ως προς τη μείωση εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, όπως η βιωσιμότητα των πόλεων, το σύνολο των μεταφορικών μέσων -πέραν των Ι.Χ. που υπάρχει ήδη, η προστασία της φύσης και ο αγροδασικός τομέας, αλλά και τα απόβλητα –κυκλική οικονομία, με σαφή αναφορά στις προτάσεις της Ευρωπαϊκή Επιτροπής που περιέχονται στο πακέτο «Fit for 55».
    Ζητάμε ακόμη να προβλεφθεί ειδικό άρθρο για την αναμόρφωση της περιβαλλοντικής και κλιματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης, που θεωρούνται αποφασιστικές για την κλιματική μετάβαση και απουσιάζουν παντελώς από το Σχέδιο Νόμου.
     Προτάσεις αλλαγών –συμπληρώσεων:
    • Οι στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% μέχρι το 2030 σε σχέση με το 1990, 80% μείωσης μέχρι το 2040 και κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050 είναι στα συντηρητικά όρια των προτάσεων της ΕΕ και υπολείπονται των στόχων Κλιματικών Νόμων άλλων χωρών που θέτουν το 2045 ως τελική ημερομηνία για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας (μηδενικό άθροισμα εκπομπών αερίου θερμοκηπίου).
    • Οι Οικολόγοι Πράσινοι ζητάμε να τεθεί στόχος πάνω από 55% για το 2030 αλλά με εμπροσθοβαρή, άμεσο και προσεκτικό σχεδιασμό της ενεργειακής μετάβασης και των άλλων δίκαιων μεταβάσεων που απαιτούνται. Και να είναι το 55% το ελάχιστο όριο για το 2030 ανεξάρτητα από την τελική υποχρέωση για την Ελλάδα βάσει του Διαμερισμού Ευθυνών (Effort Sharing) της ΕΕ.
    • Ζητάμε επίσης αντίστοιχα να θεσπιστεί πιο φιλόδοξος στόχος μείωσης από 80% για το 2040.
    • Προτείνουμε να τεθούν νομικά δεσμευτικοί στόχοι ανά κρίσιμους τομείς, όπως για την ηλεκτροπαραγωγή με 100% ΑΠΕ έως το 2035 με όρους περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης
    • Θα πρέπει ακόμη να υπάρχει σαφής αναφορά:
    o στην ανάγκη ετήσιων στόχων και μηχανισμών αναπροσαρμογής σε περίπτωσης μη επίτευξης των στόχων, που θα καθορίζονται μέσα από το αναθεωρούμενο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ),
    o στο χρονικό διάστημα της επόμενης αναθεώρησης του ΕΣΕΚ βάσει του Κλιματικού Νόμου,
    o στο ό,τι οι στόχοι θα μπορούν να αναθεωρούνται προς τα πάνω αλλά ποτέ προς τα κάτω.