Το άρθρο 19 του ν. 1650/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι προστατευόμενες περιοχές που πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης στο Ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000, σύμφωνα με τις Οδηγίες 92/43/ΕΚ ή/και 2009/147/ΕΚ χαρακτηρίζονται ως Περιοχές Προστασίας Οικοτόπων και Ειδών (ΠΠΟΕ).
2. Ανεξαρτήτως της ένταξης στο δίκτυο Natura 2000, προστατευόμενες περιοχές μπορούν να χαρακτηρίζονται ως εξής:
α. Εθνικά πάρκα.
Ως Εθνικά Πάρκα, χερσαία, θαλάσσια ή μικτού χαρακτήρα, χαρακτηρίζονται οι μεγάλες σε έκταση φυσικές ή ημιφυσικές περιοχές στις οποίες λαμβάνουν χώρα οικολογικές λειτουργίες ευρείας κλίμακας με χαρακτηριστικά είδη και τύπους φυσικών οικοτόπων κοινοτικής σημασίας ή/και ελληνικού ενδιαφέροντος, τα οποία χρήζουν προστασίας και διατήρησης. Τα Εθνικά Πάρκα βάσει των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών τους μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες επιστημονικής έρευνας, εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης, καλλιέργειας εθελοντισμού, αναψυχής, ή/και να φιλοξενούν δραστηριότητες βιώσιμης ανάπτυξης.
β. Καταφύγια άγριας ζωής.
Ως καταφύγια άγριας ζωής χαρακτηρίζονται περιοχές (χερσαίες, υγροτοπικές, θαλάσσιες ή μικτού χαρακτήρα) που αξιολογούνται ως κατάλληλες για την ανάπτυξη πληθυσμών της άγριας πανίδας και χλωρίδας ή ως βιότοποι αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας, ή ως περιοχές αναπαραγωγής ψαριών και συγκέντρωσης γόνου.
γ. Προστατευόμενα τοπία και Φυσικοί Σχηματισμοί.
Ως Προστατευόμενοι Φυσικοί Σχηματισμοί χαρακτηρίζονται λειτουργικά τμήματα της φύσης ή μεμονωμένα δημιουργήματά της (περιοχές ή στοιχεία σημειακού χαρακτήρα), που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, γεωλογική ή γεωμορφολογική αξία ή συμβάλλουν στη διατήρηση των φυσικών διεργασιών και στην προστασία φυσικών πόρων, όπως δέντρα, συστάδες δέντρων και θάμνων, θαλάσσια προστατευτική βλάστηση, παρόχθια και παράκτια βλάστηση, φυσικοί φράχτες, καταρράκτες, πηγές, φαράγγια, θίνες, ύφαλοι, σπηλιές, βράχοι, απολιθωμένα δάση, δέντρα ή τμήματά τους, παλαιοντολογικά ευρήματα, κοραλλιογενείς γεωμορφολογικοί σχηματισμοί και γεώτοποι. Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί που έχουν μνημειακό χαρακτήρα, χαρακτηρίζονται ειδικότερα ως διατηρητέα μνημεία της φύσης.
3. Οι περιοχές της παρ. 2 μπορούν είτε να συμπίπτουν με περιοχές της παρ. 1, είτε να περικλείουν μία ή περισσότερες από αυτές, είτε να τοποθετούνται εντός ή εκτός αυτών.
4. Οι χρήσεις γης στις περιοχές αυτές ορίζονται είτε στο σύνολό τους, είτε κατά ζώνες. Για τις περιοχές της παρ. 1 του παρόντος μπορούν να ορίζονται χρήσεις γης από τις παρακάτω γενικές κατηγορίες χρήσεων του π.δ. 59/2018: Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης, ζώνη προστασίας της φύσης, ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών και ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων. Στις περιοχές της παρ. 2, στο βαθμό που δεν συμπίπτουν εδαφικά με περιοχές της παρ. 1, όπως και στις εκτάσεις της παρ. 3 του άρθρου 18 του παρόντος, ορίζονται χρήσεις γης είτε από τις παραπάνω, είτε από τις λοιπές γενικές κατηγορίες χρήσεων του π.δ. 59/2018.»
Η δημόσια διαβούλευση ενός τόσο σημαντικού νομοσχεδίου για τις προστατευόμενες περιοχές της χώρας με τίτλο «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας», εν μέσω καραντίνας στην οποία έχει μπει η χώρα μας και κατ’οίκον περιορισμού των πολιτών, δεν προάγει τις αρχές της διαβούλευσης και της απρόσκοπτης συμμετοχής σε αυτή σύμφωνα με τα οριζόμενα στη σύμβαση Aarhus, σχετικές οδηγίες ΕΕ και την εθνική νομοθεσία. Ενδεικτικά, υπάρχει αδυναμία σύγκλισης συλλόγων, κινημάτων πολιτών, περιβαλλοντικών ΜΚΟ κλπ, αλλά και οργάνων των οποίων οι απόψεις είναι καίριες για το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο όπως πχ Επιτροπή Φύση 2000. Η απομακρυσμένη επαφή μέσω διαδικτύου δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις διαδικασίες ζωντανού διαλόγου εντός των συλλογικοτήτων και οργάνων τα οποία αδυνατούν να συγκληθούν ώστε να λάβουν αποφάσεις.
Ζητάμε λοιπόν να πράξετε το αυτονόητο και να αποσύρετε το νομοσχέδιο με τίτλο «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας» και τη σχετική διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης τουλάχιστον έως ότου επανέλθει η χώρα στην κανονικότητα.
Δεδομένου όμως ότι η δημόσια διαβούλευση κακώς μέχρι σήμερα δεν έχει αποσυρθεί, υποβάλλουμε τις παρακάτω σύντομες παρατηρήσεις και επιφυλασσόμαστε για πιο αναλυτικές παρατηρήσεις και προτάσεις, ύστερα από μια πιο εκ βάθους μελέτη και σύγκλιση των οργάνων μας προκειμένου να παρθούν συλλογικές αποφάσεις:
Τα άρθρα 44, 45, 46 και 47 απαιτούν εκτενέστατη μελέτη την οποία λόγω των εκτάκτων συνθηκών που προαναφέραμε δεν έχουμε μπορέσει να πραγματοποιήσουμε, αλλά ως γενική παρατήρηση βλέπουμε χαλάρωση αντί για αυστηροποίηση των μέτρων προστασίας στις προστατευόμενες περιοχές. Ενδεικτικά, δίνεται η δυνατότητα κατασκευής υποδομών κοινής ωφέλειας , κτιρίων, δρόμων μέσα στον πυρήνα των περιοχών Natura, η δυνατότητα μεταλλευτικών και εξορυκτικών δραστηριοτήτων σε όλες τις ζώνες προστασίας εκτός του πυρήνα των περιοχών Natura, η φύλαξη αντί να ανατεθεί σε ένα ειδικά επανδρωμένο σώμα ανατίθεται στις ήδη υποστελεχωμένες δασικές υπηρεσίες κλπ.
Χρειάζεται να διευκρινιστεί οτι οι νέο-εισαγόμενες γενικές κατηγορίες χρήσεων γης του Π.Δ. 59/2018: Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης, ζώνη προστασίας της φύσης, ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών και ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων, εφόσον επιλεγούν βάσει των ΕΠΜ και των Σχεδίων Διαχείρισης, μπορούν να εξειδικεύονται σύμφωνα με τις οικολογικές απαιτήσεις κάθε περιοχής. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι ρυθμίσεις χρήσεων που προτείνεται να περιληφθούν στο Π.Δ. 59/2018 αποτελούν τον κανόνα αλλά μπορεί να γίνουν και αυστηρότερες, καθώς και να τεθούν ειδικότεροι όροι και περιορισμοί με τα Προεδρικά Διατάγματα οριοθέτησης.
Το αντικείμενο του προτεινομένου νομοσχεδίου κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό. Περιέχει όμως πολύπλοκες διατάξεις που απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση του θεσμικού πλαισίου και συστηματική επιστημονική αντιμετώπιση, γιατί δεν επιδέχονται οποιεσδήποτε ερμηνείες καθώς σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται να αντιμετωπιστούν εποικοδομητικά οι διαχρονικά διαπιστωμένες δυσλειτουργίες του συστήματος προστασίας των ευαίσθητων περιβαλλοντικά περιοχών. Θεωρούμε επομένως απαραίτητη την παράταση της διαβούλευσης. Έναν επιπλέον λόγο συνιστά η διαμορφωθείσα κατάσταση λόγω της πανδημίας.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση αποψιλώνονται οι επιλογές της διοίκησης για χαρακτηρισμό περιοχών προστασίας, καθώς καταργούνται οι κατηγορίες “περιοχές προστασίας της φύσης” και “περιφερειακά πάρκα”. Δεν προκύπτει καμία βελτίωση σε σχέση με το ισχύον σύστημα ή σκοπιμότητα από τις αλλαγές που προτείνονται.
Επισημαίνουμε πως σκοπός του νομοθέτη του ν. 3937/2011 ήταν τα εθνικά πάρκα να χαρακτηρίζονται αποκλειστικά και μόνο για την υψηλή οικολογική τους αξία (συμπεριλαμβανόμενων και των οικοσυστημικών τους υπηρεσιών), όμως τα περιφερειακά να μπορούν να χαρακτηρίζονται για περιφερειακής αξίας υπηρεσίες, όπως πχ για τις οικοσυστημικές τους υπηρεσίες σε αστικούς πληθυσμούς ή για την αξία τους ως αγροτικά τοπία. Έτσι, πχ, ορεινοί όγκοι γύρω από αστικά κέντρα θα ήταν δέον να χαρακτηρίζονται ως «περιφερειακά πάρκα» (άσχετα από το εάν είναι περιοχές ενταγμένες στο δίκτυο Natura 2000), ενώ εμβληματικές περιοχές μεγάλης οικολογικής αξίας, όπως ο Όλυμπος, ή περιοχές που προστατεύονται από διεθνείς συμβάσεις, όπως οι υγρότοποι Ραμσάρ, δεν θα μπορούσαν παρά να χαρακτηρίζονται ως τίποτα λιγότερο από εθνικά πάρκα, με εκτεταμένες ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης.
Συνεπώς, τα περιφερειακά πάρκα αποτελούν μια σημαντική κατηγορία προκειμένου να εξασφαλιστεί η θέσπιση του κατάλληλου πλαισίου προστασίας που θα ανταποκρίνεται στα ειδικά χαρακτηριστικά της περιοχής και των προστατευτέων αντικειμένων και τις ανάγκες προστασίας και διαχείρισής τους.
Οι κατηγορίες των προστατευόμενων περιοχών θα πρέπει να συνοδεύονται από περιγραφή των κύριων οικολογικών στοιχείων τα οποία τεκμηριώνουν τον χαρακτηρισμό τους, τους σκοπούς της συγκεκριμένης κατηγορίας σε σχέση με την προστασία και τη διατήρηση των επιμέρους προστατευτέων αντικειμένων, καθώς και πρόβλεψη κατ’ ελάχιστον επιτρεπόμενων ή απαγορευμένων χρήσεων και δραστηριοτήτων εντός της περιοχής αυτής. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα ΚΑΖ η μη αναφορά στις προβλεπόμενες στο άρθρο 19 παρ. 4.3 του ν. 1650/1986 απαγορεύσεις (πχ απαγόρευση θήρας, αγώνων κυνηγετικών ικανοτήτων σκύλων δεικτών, σύλληψης της άγριας πανίδας κ.α.) περιορίζει σημαντικά το καθεστώς προστασίας τους και την επίτευξη του σκοπού τους. Θα πρέπει να γίνει ρητή αναφορά στις απαγορεύσεις αυτές, οι οποίες δεν καλύπτονται από τον καθορισμό των χρήσεων γης του άρθρου 44 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου.
Παρ. 2 στοιχ. γ’: Προστατευόμενα τοπία και φυσικοί σχηματισμοί: Ενώ αναφέρονται τα τοπία ως διακριτή κατηγορία προστατευόμενων περιοχών, στην επεξήγηση που ακολουθεί γίνεται αναφορά μόνο σε προστατευόμενους φυσικούς σχηματισμούς και δεν περιγράφονται τα κύρια χαρακτηριστικά για τη στοιχειοθέτηση ενός τοπίου ως προστατευόμενου.
Απουσιάζει επίσης παραπομπή στις διατάξεις θέσπισης ειδικών καθεστώτων προστασίας, όπως για παράδειγμα το π.δ. για τους μικρούς νησιωτικούς υγροτόπους (ΦΕΚ ΑΑΠ΄229/2012).
Παρ. 4: Η πρόβλεψη επιμέρους ζωνών που μπορούν να οριστούν εντός των προβλεπόμενων κατηγοριών ππ αποτελεί θετική κατεύθυνση για τη διευκόλυνση της διαδικασίας εκπόνησης των ΕΠΜ και των σχετικών προεδρικών διαταγμάτων. Ωστόσο, η συγκεκριμένη διάταξη δεν περιγράφει και δεν διευκρινίζει το περιεχόμενο των ζωνών αυτών, τους στόχους και τα διακριτά χαρακτηριστικά τους προκειμένου να δοθούν σαφείς κατευθύνσεις στο πλαίσιο της ζωνοποίησης και εχέγγυα για τον αποτελεσματικό και λειτουργικό καθορισμό των εν λόγω ζωνών. Θα πρέπει να γίνεται σαφές ότι σκοπός της ζώνωσης είναι η επίτευξη των στόχων διατήρησης και προστασίας των περιοχών και των προστατευτέων αντικειμένων ως μέρος μιας ολοκληρωμένης διαχείρισης και ρύθμισης χρήσεων και δραστηριοτήτων.
Η κάθε ζώνη θα πρέπει να περιλαμβάνει σαφείς και διακριτούς στόχους προστασίας και διαχείρισης και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά βάσει οικολογικών κριτηρίων (και όχι υφιστάμενων χρήσεων και δραστηριοτήτων) και των αναγκών προστασίας προκειμένου η ζώνωση, ως διαχειριστικό εργαλείο, να συμβάλει στην αποτελεσματική προστασία και διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων και στη λειτουργική και αποτελεσματική διαχείριση. Τόσο η διαδικασία της ζώνωσης όσο και ο καθορισμός και οριοθέτηση των επιμέρους ζωνών θα πρέπει να συνάδουν με τον χαρακτηρισμό και τους σκοπούς προστασίας της προστατευόμενης περιοχής στην οποία εντάσσονται, και να αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων διατήρησης και της προστασίας ευαίσθητων οικοτόπων και ειδών.
Επιπλέον, για την αποτελεσματική ζωνοποίηση κατά την κατάρτιση των προεδρικών διαταγμάτων, θα πρέπει να προσδιορίζεται στον νόμο – πέραν των ανωτέρω – η σχέση και αλληλεπίδραση μεταξύ των ζωνών και ειδικότερα να προβλέπεται ότι ο καθορισμός και η οριοθέτηση τους θα πρέπει να γίνει κλιμακωτά αντανακλώντας μια ιεράρχηση στο καθεστώς προστασίας και με βάση τα χαρακτηριστικά της περιοχής και τις ανάγκες των προστατευτέων αντικειμένων (και όχι τις υφιστάμενες ή εν δυνάμει χρήσεις γης και δραστηριότητες). Θα πρέπει επίσης να προβλεφθούν εχέγγυα σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο κατακερματισμού μιας προστατευόμενης περιοχής σε μικρότερες μη λειτουργικές ζώνες και κυρίως ελλιπούς και ανεπαρκούς προστασίας εξαιτίας της γειτνίασης ζωνών. H IUCN προειδοποιεί κατά του κινδύνου να χρησιμοποιηθούν οι ζώνες με τέτοιο τρόπο, ώστε να κατακερματιστεί η προστατευόμενη περιοχή και η προστασία της.
Η περιγραφή των ζωνών (στόχοι και χαρακτηριστικά στοιχεία) θα πρέπει να ακολουθεί τις οδηγίες της IUCN καθώς και άλλες ενδεδειγμένες πρακτικές. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων, δεν προβλέπεται καμία ένδειξη για το περιεχόμενό της (ούτε παραπομπή σε συγκεκριμένες χρήσεις γης του π.δ. 59/2018) και δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για το ποιος είναι ο σκοπός της και η λειτουργία της. Στην περιγραφή της ζώνης αυτής θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατ’ αναλογία η περιγραφή, οι στόχοι και τα διακριτά χαρακτηριστικά της προτεινόμενης από την IUCN ‘Protected areas with sustainable use of natural resources’ προκειμένου να διασφαλιστεί ο σκοπός προστασίας της περιοχής.
Άρθρο 46, παρ. 4
Προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα αυθαίρετης ερμηνείας και αποκλεισμού δραστηριοτήτων ΑΠΕ, θα πρέπει να τονιστεί το επιτρεπτό των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στις γενικές κατηγορίες χρήσεων γης του Π.Δ. 59/2018.
Η παράγραφος αυτή πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:
«4. Οι χρήσεις γης στις περιοχές αυτές ορίζονται είτε στο σύνολό τους, είτε κατά ζώνες. Για τις περιοχές της παρ. 1 του παρόντος είναι επιτρεπτές όλες οι χρήσεις των παρακάτω γενικών κατηγοριών χρήσεων γης του π.δ. 59/2018, χωρίς να επιτρέπεται ο αποκλεισμός κάποιων από το σύνολο των χρήσεων κάθε μιας από της παρακάτω γενικές κατηγορίες χρήσεων γης: Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης, ζώνη προστασίας της φύσης, ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών και ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων. Στις περιοχές της παρ. 2, στο βαθμό που δεν συμπίπτουν εδαφικά με περιοχές της παρ. 1, όπως και στις εκτάσεις της παρ. 3 του άρθρου 18 του παρόντος, ορίζονται χρήσεις γης είτε από τις παραπάνω, είτε από τις λοιπές γενικές κατηγορίες χρήσεων του π.δ. 59/2018».
Άρθρο 46, παρ. 5 (νέα)
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό και κρίσιμο να επανέλθει η διάταξη της παρ. 8 του άρθρου 19 του ν. 1650/1986, η οποία καταργείται με το παρόν σχέδιο νόμου. Ο στόχος είναι να γίνει σαφές ποιες είναι οι ζώνες αποκλεισμού των ΑΠΕ βάσει του ΕΠΧΣΑΑ ΑΠΕ και να μη γίνεται αυθαίρετος αποκλεισμός τους από άλλες ζώνες, εκτός των ζωνών αποκλεισμού του ΕΠΧΣΑΑ ΑΠΕ.
Προτείνεται η διάταξη αυτή, να προστεθεί ως νέα παράγραφος 5 στο εν θέματι άρθρο του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, αναδιατυπωμένη ως εξής:
«5. Στις περιοχές:
(α) των παραγράφων 1 και 2, με την εξαίρεση τμημάτων τους που αποτελούν
ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης προστασίας της φύσης των
παραγράφων 14α και 14β του π.δ. 59/2018 όπως ισχύει, υγροτόπων
διεθνούς σημασίας (υγρότοποι RAMSAR) και οικοτόπων προτεραιότητας
περιοχών της Επικράτειας που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000,
σύμφωνα με την απόφαση 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής, καθώς και
(β) στις γειτονικές εκτάσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 18,
επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
ως μέσο για την προστασία του κλίματος, εφόσον με τους όρους και
τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης
περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, διασφαλίζεται η διατήρηση του
προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής».
Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, η Καλλιστώ και η Ελληνική Εταιρία για την Προστασία της Φύσης παραπέμπουν στα σχόλια που έχουν αναρτήσει από κοινού στο άρθρο 1 του Σχεδίου νόμου και τα οποία αφορούν συνολικά το Σχέδιο νόμου.
Οι διατάξεις που περιέχονται στα άρθρα 1 έως 47 του Σχεδίου νόμου παραβιάζουν το άρθρο 24 του Συντάγματος, το γράμμα και το πνεύμα της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της ΕΕ, γενικές αρχές, όπως η αρχή της πρόληψης και θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.
Ακόμη, καταγγέλλεται η προσχηματικότητα της διαδικασίας διαβούλευσης, καθώς το ΥΠΕΝ δεν έκανε δεκτό το κοινό αίτημα των περιβαλλοντικών οργανώσεων για παράταση της διαδικασίας διαβούλευσης, παρά τις εξαιρετικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί το τελευταίο διάστημα – ελέω κοροναϊού – και παρά το ότι κατά την πρόσφατη διμηνιαία συνάντηση με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, τον Φεβρουάριο 2020, υπήρξε διαβεβαίωση προς όλες τις περιβαλλοντικές οργανώσεις που ήταν παρούσες ότι θα υπήρχε επαρκής χρόνος για τη διαβούλευση.
Συντασσόμαστε με το The Green Tank
– Το άρθρο αυτό πρέπει να ορίζει τα κριτήρια χαρακτηρισμού της κάθε κατηγορίας και ζώνης προστατευόμενης περιοχής που προτείνουμε να συνθέτουν το εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών. Προτείνονται οι ακόλουθες συμπληρώσεις και αναδιατυπώσεις, βασισμένες στις ισχύουσες διατάξεις και κάποιες διατυπώσεις από το παρόν νομοσχέδιο, καθώς και την εν γένει εμπειρία των τελευταίων ετών:
1) Ως Εθνικά Πάρκα, χαρακτηρίζονται οι μεγάλες σε έκταση [χερσαίες, υδάτινες, θαλάσσιες ή μικτού χαρακτήρα,] φυσικές ή ημιφυσικές περιοχές στις οποίες λαμβάνουν χώρα οικολογικές λειτουργίες ευρείας κλίμακας με χαρακτηριστικά είδη και τύπους φυσικών οικοτόπων κοινοτικής σημασίας ή/και ελληνικού ενδιαφέροντος, τα οποία χρήζουν προστασίας και διατήρησης. [Οι περιοχές αυτές παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον λόγω της ποιότητας και της ποικιλίας των φυσικών και των πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών.]
2) [Ως Περιοχές Προστασίας και Διατήρησης της Βιοποικιλότητας χαρακτηρίζονται οι χερσαίες, υδάτινες, θαλάσσιες ή μικτού χαρακτήρα, φυσικές ή ημιφυσικές περιοχές οι οποίες φιλοξενούν τύπους οικοτόπων και είδη που είναι διεθνούς, ευρωπαϊκής, ή/και ελληνικής σημασίας, και χρήζουν προστασίας και διαχείρισης, καθώς και περιοχές οι οποίες παρέχουν σημαντικές οικοσυστημικές λειτουργίες.]
3) Ως Καταφύγια Άγριας Ζωής, χαρακτηρίζονται [χερσαίες, υδάτινες, θαλάσσιες ή μικτού χαρακτήρα,] περιοχές που αξιολογούνται ως κατάλληλες για την ανάπτυξη πληθυσμών της άγριας πανίδας και χλωρίδας ή ως βιότοποι αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας, ή ως περιοχές αναπαραγωγής ψαριών και συγκέντρωσης γόνου. [Ως καταφύγια άγριας ζωής μπορούν να χαρακτηρίζονται και εκτάσεις που λειτουργούν ως οικολογικοί διάδρομοι μεταξύ άλλων κατηγοριών προστατευόμενων περιοχών.]
4) Ως προστατευόμενα τοπία ή προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί χαρακτηρίζονται [εκτάσεις μεγάλης οικολογικής, γεωλογικής, αισθητικής ή πολιτισμικής αξίας ή/και] λειτουργικά τμήματα της φύσης ή μεμονωμένα δημιουργήματά της (περιοχές ή στοιχεία σημειακού χαρακτήρα), που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, [αισθητική,] γεωλογική ή γεωμορφολογική αξία ή συμβάλλουν στη διατήρηση των φυσικών διεργασιών [κι ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών] και στην προστασία φυσικών πόρων, όπως δέντρα, συστάδες δέντρων και θάμνων, θαλάσσια προστατευτική βλάστηση, παρόχθια και παράκτια βλάστηση, φυσικοί φράχτες, καταρράκτες, πηγές, φαράγγια, θίνες, ύφαλοι, σπηλιές, βράχοι, απολιθωμένα δάση, δέντρα ή τμήματά τους, παλαιοντολογικά ευρήματα, κοραλλιογενείς γεωμορφολογικοί σχηματισμοί και γεώτοποι [καθώς και ανθρωπογενών στοιχείων όπως οι παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, πέτρινοι φράχτες, ξερολιθιές, αναβαθμίδες και κρήνες]. Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί που έχουν μνημειακό χαρακτήρα, χαρακτηρίζονται ειδικότερα ως διατηρητέα μνημεία της φύσης.
– Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι οι χαρακτηρισμοί Εθνικό Πάρκο και Περιοχή Προστασίας και Διατήρησης της Βιοποικιλότητας τίθενται διαζευκτικά και δεν μπορούν να αφορούν την ίδια περιοχή, ενώ περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ή θα χαρακτηριστούν στο μέλλον Καταφύγια Άγριας Ζωής ή/και Προστατευόμενα τοπία ή προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί μπορούν να ενσωματώνονται στις άλλες 2 κατηγορίες προστασίας διατηρώντας τον αυτοτελή χαρακτήρα τους ή με κατάργηση του χαρακτηρισμού τους αν αυτό οδηγεί σε διατήρηση τουλάχιστον του ίδιου επιπέδου προστασίας όπως αυτό που απολάμβαναν οι περιοχές πριν την ενσωμάτωσή τους. Σε περίπτωση κατάργησης του χαρακτηρισμού μιας περιοχής ως Προστατευόμενο τοπίο ή προστατευόμενο φυσικό σχηματισμό κατά την ενσωμάτωσή της σε Εθνικό Πάρκο ή σε Περιοχή Προστασίας και Διατήρησης της Βιοποικιλότητας θα πρέπει να διασφαλίζεται με ειδικές ρυθμίσεις στο οικείο ΠΔ η αποτελεσματική προστασία του τοπίου ή του σχηματισμού.
– Επίσης θα πρέπει να προβλέπεται ότι οι προστατευόμενες περιοχές δύνανται να ονοματίζονται με βάση κάποιο χαρακτηριστικό τους όπως είναι ο κύριος χαρακτήρας της περιοχής, πχ. θαλάσσιο πάρκο, κοκ.
– Επιπλέον, προτείνεται να διατηρηθούν οι ακόλουθες ισχύουσες διατάξεις:
1) «Οι εθνικοί δρυμοί που έχουν κηρυχθεί κατά το άρθρο 78 του ν.δ. 86/1969 (ΦΕΚ 7 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 του ν.δ. 996/1971 (ΦΕΚ 192 Α΄) και οι υγρότοποι διεθνούς σημασίας κατά τη Σύμβαση Ραμσάρ, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 191/1974 (ΦΕΚ 350 Α΄), χαρακτηρίζονται εθνικά πάρκα με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά τη διαδικασία του άρθρου 21.» (παρ. 5(3)η του ν.3937/2011)
2) «Τοπία που έχουν κηρυχθεί ως αισθητικά δάση, ως περιαστικά δάση, ως προστατευόμενα δάση και ως διατηρητέα μνημεία της φύσης εντάσσονται δια του παρόντος στην αντίστοιχη κατηγορία. Για τα κηρυγμένα τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, με απόφαση του [ΥΠΕΝ], ρυθμίζονται οι όροι ένταξης τους.» (παρ. 5(5)γ του ν.3937/2011)
– Στην συνέχεια θα πρέπει να προστεθούν και τα κριτήρια για τον καθορισμό ζωνών εντός των προστατευόμενων. Προτείνονται οι ακόλουθες διατυπώσεις, βασισμένες στις ισχύουσες διατάξεις και κάποιες διατυπώσεις από τον παρόν νομοσχέδιο: «Στις προστατευόμενες περιοχές των ως άνω κατηγοριών ορίζονται ζώνες προστασίας, με βάση τα ακόλουθα:
1) Ως Ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης ορίζονται οι εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, ενδιαιτήματα σπάνιων, απειλούμενων με εξαφάνιση ή σημαντικών ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας ή εκτάσεις που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ή εξαιρετικά ευαίσθητων ειδών της άγριας πανίδας. Στις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα. Κατ’ εξαίρεση, μπορεί να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης και ειδική άδεια της οικείας ΜΔΠΠ, η διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών εφόσον εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός προστασίας, όπως και η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται απολύτως αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, ειδών ή οικοτόπων, καθώς και αυστηρά ελεγχόμενη επίσκεψη ειδικών σκοπών.
2) Ως Ζώνες προστασίας της φύσης ορίζονται εκτάσεις οι οποίες φιλοξενούν προστατευόμενα, απειλούμενα ή σημαντικά οικοσυστήματα, ενδιαιτήματα, σπάνιων, απειλούμενων με εξαφάνιση ή σημαντικών ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας για τις οποίες απαιτείται αυστηρή προστασία. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που μπορεί να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του. Σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις που προβλέπει η πράξη χαρακτηρισμού, επιτρέπεται η εκτέλεση εργασιών και δραστηριοτήτων που κρίνονται αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, η επιστημονική έρευνα καθώς και ήπιας κλίμακας χρήσεις και δραστηριότητες, που συνάδουν με τους σκοπούς προστασίας της περιοχής.
3) Ως Ζώνες διαχείρισης οικοτόπων και ειδών ορίζονται οι εκτάσεις που υπόκεινται σε διαχείριση για τη διασφάλιση ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης των προστατεύων αντικειμένων, διεθνούς, ευρωπαϊκής ή εθνικής σημασίας που φιλοξενούν. Σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις που προβλέπει η πράξη χαρακτηρισμού ρυθμίζονται ή απαγορεύονται εκείνες οι χρήσεις και δραστηριότητες που δύνανται να υποβαθμίσουν την κατάσταση διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων και τους στόχους προστασίας της περιοχής.
4) Ως Ζώνες βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων ορίζονται οι εκτάσεις στις οποίες επιτρέπονται δραστηριότητες που προάγουν τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων και συντελούν ώστε οι προστατευόμενες περιοχές να αποτελούν πρότυπα βιώσιμης ανάπτυξης.
– Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι αν μια έκταση ορίζεται ως ζώνη απολύτου προστασίας, τότε θα πρέπει υποχρεωτικά να ορίζεται γύρω της ζώνη προστασίας της φύσης, ώστε να προστατεύεται καλύτερα η συγκεκριμένη ζώνη.
– Εφόσον ενσωματωθούν οι παραπάνω παρατηρήσεις τότε δύναται να προβλεφθεί ότι οι χρήσεις γης που επιτρέπονται στις ζώνες προστασίας καθορίζονται από τον κατάλογο χρήσεων γης που περιλαμβάνεται στο π.δ. 59/2018, μετά από σχετική τροποποίησή του ώστε, όπως σημειώθηκε στις παρατηρήσεις μας επί του άρθρου 44, να καλύπτει διαφορετικούς τύπους χρήσεων που αφορούν στις προστατευόμενες περιοχές.
– Επιπλέον με βάση τις ισχύουσες προβλέψεις προτείνονται οι ακόλουθες διατυπώσεις:
1) «Εφόσον μία έκταση ή ένα στοιχείο της φύσης χαρακτηριστεί ως προστατευόμενο τοπίο ή φυσικός σχηματικός, απαγορεύονται ενέργειες ή δραστηριότητες που μπορούν να επιφέρουν καταστροφή, φθορά ή αλλοίωση των προστατευόμενων φυσικών σχηματισμών, όπως και των προστατευόμενων τοπίων ή των επί μέρους στοιχείων τους.» (άρθ. 5 (5)γ του ν.3937/2011)
2) Ειδικότερα για τα καταφύγια άγριας ζωής προτείνεται να διατηρηθούν οι οριζόντιες ρυθμίσεις καθώς ταιριάζουν στην κατηγορία αυτή και θα διευκολύνουν στη συνέχεια τη διαδικασία χαρακτηρισμού που διατηρείται με απόφαση του Συντονιστή των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, διαφορετικά θα απαιτείται και για αυτή την κατηγορία έκδοση π.δ. Ωστόσο καθώς έχουν εντοπιστεί προβλήματα κατά την εφαρμογή της συγκεκριμένης πρόβλεψης προτείνεται η ακόλουθη αναδιατύπωση:
«Μέσα στα καταφύγια άγριας ζωής απαγορεύονται η θήρα, οι αγώνες κυνηγετικών ικανοτήτων σκύλων δεικτών, η αλιεία, η σύλληψη της άγριας πανίδας, η συλλογή της άγριας χλωρίδας, η καταστροφή ζώνης με φυσική βλάστηση με κάθε τρόπο, η καταστροφή των φυτοφρακτών, η αμμοληψία, η αποστράγγιση, η επιχωμάτωση και αποξήρανση ελωδών εκτάσεων, η ρύπανση των υδατικών συστημάτων, η διάθεση ή απόρριψη αποβλήτων, η ανάπτυξη υδατοκαλλιεργητικών και ιχθυοκαλλιεργειών, η διενέργεια στρατιωτικών ασκήσεων, καθώς και η υπαγωγή έκτασης του καταφυγίου σε πολεοδομικό ή ρυμοτομικό σχεδιασμό. Με την οικεία πράξη χαρακτηρισμού μπορούν να επιβάλλονται επιπλέον όροι και περιορισμοί σε Καταφύγια Άγριας Ζωής, και ιδιαίτερα σε όσα θεσμοθετούνται σε οικολογικούς διαδρόμους, ούτως ώστε να διατηρηθούν αδιατάρακτα από δραστηριότητες που θα επέφεραν σημαντική αλλοίωση του χαρακτήρα και των οικολογικών λειτουργιών της εκάστοτε περιοχής.
Ειδικότερα, απαγορεύεται η αλιεία και η ανάπτυξη υδατοκαλλιεργητικών / ιχθυοτροφικών δραστηριοτήτων εντός θαλάσσιων και λιμναίων καταφυγίων άγριας ζωής».
Προς αποφυγή προβλημάτων εφαρμογής που είχαν σημειωθεί στο παρελθόν προτείνεται να υπάρξει πρόβλεψη στις μεταβατικές διατάξεις σχετικά με τις υφιστάμενες ιχθυοκαλλιεργητικές και υδατοκαλλιεργητικές δραστηριότητες σε υδάτινες και μεικτού χαρακτήρα περιοχές (π.χ. λιμνοθάλασσες):
– Προτείνεται επίσης, να υπάρξει πρόβλεψη για ανάλυση και αξιολόγηση από το ΥΠΕΝ των υφιστάμενων ΚΑΖ που να τεθεί σε διαβούλευση ώστε να επικαιροποιηθεί και συμμορφωθεί καλύτερα ο κατάλογος των ΚΑΖ με τους σκοπούς και τους στόχους της ισχύουσας νομοθεσίας.
– Η παράγραφος 3 θα πρέπει να διαγραφεί καθώς καλύπτεται από τις άλλες διατάξεις που προτείνονται με τις παρούσες παρατηρήσεις. Σε κάθε περίπτωση, σημειώνεται επανάληψη (βλ. παρ. 1 άρθ. 45).
Γενικό σχόλιο: Εφόσον το νομοσχέδιο επιδιώκει να τροποποιήσει τις ισχύουσες κατηγορίες των προστατευόμενων περιοχών, κρίνουμε πως τόσο σε αυτό το άρθρο όσο και σε υπόλοιπα, οι ορισμοί του νομοσχεδίου χρήζουν αναδιατύπωσης με σαφείς όρους. Για να διασφαλιστεί η πλέον αποτελεσματική προστασία τόσο των περιοχών NATURA 2000 όσο και ευρύτερα των προστατευόμενων περιοχών παρακαλούμε για σαφή ορισμό των κατηγοριών των προστατευόμενων περιοχών, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια και τον στόχο που κάθε κατηγορία επιδιώκει να επιτύχει.
Οι κατηγορίες των προστατευόμενων περιοχών πρέπει να διαφοροποιούνται από τις ζώνες προστασίας, οι οποίες θα πρέπει να ορίζονται στο συγκεκριμένο άρθρο και όχι στο π.δ. του άρθρου 44. Ήδη στη διαβούλευση έχουν προταθεί διατυπώσεις προς αυτή την κατεύθυνση (βλ. παρατηρήσεις του Green Tank)
Ειδικά επί της παρ. 2γ) θέλουμε να προστεθούν στην κατηγορία και οι θανατοκοινωνίες, ώστε να συμπεριληφθεί η προστασία της νεκρής ποσειδωνίας (Posidonia oceanica) που εκβράζεται στην ακτή και αποτελεί νέο ενδιαίτημα στην παράκτια ζώνη και λειτουργεί ως φυσικό μέσο προστασίας της ακτής από τη διάβρωση.
Η κατάργηση των Περιφερειακών Πάρκων στερεί μια σημαντική κατηγορία για την Ελλάδα. Επί της ουσίας πρόκειται για μεγάλες σχετικά περιοχές στις οποίες χαρακτηρίζονται από σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες, που είναι πολλές περιοχές στην Ελλάδα. Σημειώνεται επίσης ότι θα μπορούσαν να είναι προστατευόμενες περιοχές με ποιο ουσιαστική συμμετοχή των Περιφερειών και να έχουν ως σημαντικό παράλληλο στόχο την αειφόρο ανάπτυξη.
Η μέχρι σήμερα μη θεσμοθέτηση σχετικής κατηγορίας δεν οφείλεται στο ότι δεν ήταν αναγκαία αλλά στο ότι στην ουσία δεν εγκρίθηκαν ΕΠΜ και κατά συνέπεια δεν θεσμοθετήθηκαν οι σχετικές προτάσεις χαρακτηρισμού που σε σημαντικό βαθμό αφορούσαν Περιφερειακά Πάρκα.
Η διατήρηση των Καταφυγίων Άγριας Ζωής χωρίς να διευκρινίζονται λεπτομέρειες και αρμοδιότητες διατηρεί τα προβλήματα αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων και διαφορετικών θεσμικών εργαλείων που δεν συντονίζονται μεταξύ τους.
Ελπίζω οι χαρακτηρισμοί των όποιων περιορισμών και απαγορεύσεων να γίνουν με ορθολογικό πνεύμα και να μην αντιμετωπίσουμε καταστάσεις που εξορίζουν από περιοχές παραδοσιακές δραστηριότητες όπως η μελισσοκομία, κτηνοτροφία, θήρα, συλλογή βοτάνων, καρπών κλπ ενώ ταυτόχρονα επιτρέπουν εξορύξεις και ανεμογεννήτριες.
Το νομοσχέδιο προτείνει σημαντικές τροποποιήσεις στο εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών καθώς και στη διαδικασία χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών.
Η Επιτροπή Φύση 2000 έχει τα τελευταία 5 χρόνια γνωμοδοτήσει για πολλά π.δ. ωστόσο (πλην του Κυπαρισσιακού) κανένα δεν προχώρησε ως την ολοκλήρωσή του. Δεν έχει πραγματοποιηθεί αναλυτική αξιολόγηση γιατί παρουσιάζεται αυτή η σημαντική καθυστέρηση στην θεσμική κατοχύρωση των προστατευόμενων περιοχών.
Όμως η θεσμική κατοχύρωση των σημαντικών στοιχείων της ελληνικής φύσης πρέπει να προχωρήσει όπως και ο ορισμός στόχων προστασίας και μέτρων διαχείρισης για τις περιοχές Natura 2000 δεδομένης της καθυστέρησης εκπλήρωσης της σχετικής υποχρέωσης που έχει οδηγήσει την χώρα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Συνεπώς, όποια τροποποίηση στο ισχύον νομικό πλαίσιο πρέπει να διασφαλίσει ότι θα είναι αμέσως εφαρμόσιμη χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις. Εφόσον υπάρξουν τροποποιήσεις θα πρέπει να είναι διατυπωμένες με σαφήνεια, διαφοροποιώντας τις κατηγορίες προστατευόμενων περιοχών από τις ζώνες προστασίας (οι οποίες τώρα προτείνεται να προβλεφθούν στο π.δ. 59/2018) εντός αυτών και δίνοντας στην πολιτεία τη δυνατότητα να παρέχει ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο προστασίας στα στοιχεία της φύσης που αποτελούν μέρος της εθνικής ή/και ευρωπαϊκή φυσικής κληρονομιάς.
Επιπλέον, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται ο σημαντικός ρόλος της Επιτροπής Φύση 2000 στη διαδικασία χαρακτηρισμού των προστατευόμενων περιοχών (ειδικά στις κατηγορίες Εθνικών Πάρκων), ο οποίος τώρα παραβλέπεται από τις διατάξεις του νομοσχεδίου.
Η αναφορά στην κατηγορία προστατευόμενης περιοχής «Περιοχή Προστασίας Οικοτόπων και Ειδών» και στην ζώνη «Ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών» με παραπλήσιο όνομα, προτείνεται να αλλάξει καθώς είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει σύγχυση και παρερμηνεύσεις.
Θα πρέπει στο άρθρο αυτό να περιγράφεται ο σκοπός και να ορίζονται με καθαρότητα και σαφήνεια οι κατηγορίες και οι ζώνες προστατευόμενων περιοχών. Οι προστατευόμενες περιοχές δεν δύναται να καθορίζονται από λίστες επιτρεπόμενων χρήσεων γης.
Οι αλλαγές που προτείνονται στο άρθρο 19 του ν 1650/1986 είναι προβληματικές για τους λόγους που αναφέρω στο άρθρο 44. Το άρθρο 19 του ν 1650/1986 (όπως έχει τροποποιηθεί με τον ν. 3937/2011) φυσικά επιδέχεται βελτιώσεων αλλά αν είναι να αλλάξει προς αυτή τη κατεύθυνση καλύτερα να μείνει ως έχει.
Οι προβλεπόμενες χρήσεις γης στις ΠΠΟΕ, θα ορίζονται από τις γενικές κατηγορίες χρήσεων του ΠΔ 59/2018: Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης, ζώνη προστασίας της φύσης, ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών και ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων. Δεν είναι ξεκάθαρο, όμως, εάν η κλίμακα των χρήσεων αυτών, ή η περαιτέρω εξειδίκευσή τους προβλέπεται. Είναι διαφορετικό σε μια ζώνη διαχείρισης οικοτόπων & ειδών να επιτρέπονται οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ γενικά και διαφορετικό να επιτρέπονται οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ π.χ. για να καλύψουν τις ανάγκες υφιστάμενων υποδομών στη ζώνη αυτή.
1. Το άρθρο αυτό πρέπει να ορίζει τα κριτήρια χαρακτηρισμού της κάθε κατηγορίας και ζώνης προστατευόμενης περιοχής που προτείνουμε να συνθέτουν το εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών. Προτείνονται οι ακόλουθες συμπληρώσεις και αναδιατυπώσεις, βασισμένες στις ισχύουσες διατάξεις και κάποιες διατυπώσεις από τον παρόν νομοσχέδιο, καθώς και την εν γένει εμπειρία των τελευταίων ετών:
1) [Ως Περιοχές Προστασίας και Διατήρησης της Βιοποικιλότητας χαρακτηρίζονται οι χερσαίες, υδάτινες, θαλάσσιες ή μικτού χαρακτήρα, φυσικές ή ημιφυσικές περιοχές οι οποίες φιλοξενούν τύπους οικοτόπων και είδη που είναι διεθνούς, ευρωπαϊκής, ή/και ελληνικής σημασίας, και χρήζουν προστασίας και διαχείρισης, καθως και περιοχές οι οποίες παρέχουν σημαντικές οικοσυστημικές λειτουργίες.]
2) Ως Εθνικά Πάρκα, χαρακτηρίζονται οι μεγάλες σε έκταση [χερσαίες, υδάτινες, θαλάσσιες ή μικτού χαρακτήρα,] φυσικές ή ημιφυσικές περιοχές στις οποίες λαμβάνουν χώρα οικολογικές λειτουργίες ευρείας κλίμακας με χαρακτηριστικά είδη και τύπους φυσικών οικοτόπων κοινοτικής σημασίας ή/και ελληνικού ενδιαφέροντος, τα οποία χρήζουν προστασίας και διατήρησης. [Οι περιοχές αυτές παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον λόγω της ποιότητας και της ποικιλίας των φυσικών και των πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών.]
3) Ως καταφύγιο άγριας ζωής, χαρακτηρίζονται [χερσαίες, υδάτινες, θαλάσσιες ή μικτού χαρακτήρα,] περιοχές που αξιολογούνται ως κατάλληλες για την ανάπτυξη πληθυσμών της άγριας πανίδας και χλωρίδας ή ως βιότοποι αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας, ή ως περιοχές αναπαραγωγής ψαριών και συγκέντρωσης γόνου. [Ως καταφύγιo άγριας ζωής μπορούν να χαρακτηρίζονται και εκτάσεις που λειτουργούν ως οικολογικοί διάδρομοι μεταξύ άλλων κατηγοριών προστατευόμενων περιοχών.]
4) Ως προστατευόμενα τοπία ή προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί χαρακτηρίζονται [εκτάσεις μεγάλης οικολογικής, γεωλογικής, αισθητικής ή πολιτισμικής αξίας ή/και] λειτουργικά τμήματα της φύσης ή μεμονωμένα δημιουργήματά της (περιοχές ή στοιχεία σημειακού χαρακτήρα), που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, [αισθητική,] γεωλογική ή γεωμορφολογική αξία ή συμβάλλουν στη διατήρηση των φυσικών διεργασιών [κι ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών] και στην προστασία φυσικών πόρων, όπως δέντρα, συστάδες δέντρων και θάμνων, θαλάσσια προστατευτική βλάστηση, παρόχθια και παράκτια βλάστηση, φυσικοί φράχτες, καταρράκτες, πηγές, φαράγγια, θίνες, ύφαλοι, σπηλιές, βράχοι, απολιθωμένα δάση, δέντρα ή τμήματά τους, παλαιοντολογικά ευρήματα, κοραλλιογενείς γεωμορφολογικοί σχηματισμοί και γεώτοποι [καθώς και ανθρωπογενών στοιχείων όπως οι παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, πέτρινοι φράχτες, ξερολιθιές, αναβαθμίδες και κρήνες]. Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί που έχουν μνημειακό χαρακτήρα, χαρακτηρίζονται ειδικότερα ως διατηρητέα μνημεία της φύσης.
2. Επίσης θα πρέπει να προβλέπεται ότι οι προστατευόμενες περιοχές δύνανται να ονοματίζονται με βάση κάποιο χαρακτηριστικό τους όπως είναι ο κύριος χαρακτήρας της περιοχής, πχ. θαλάσσιο πάρκο, κοκ.
3. Επιπλέον, προτείνεται να διατηρηθούν οι ακόλουθες ισχύουσες διατάξεις:
1) «Οι εθνικοί δρυμοί που έχουν κηρυχθεί κατά το άρθρο 78 του ν.δ. 86/1969 (ΦΕΚ 7 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 του ν.δ. 996/1971 (ΦΕΚ 192 Α΄) και οι υγρότοποι διεθνούς σημασίας κατά τη Σύμβαση Ραμσάρ, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 191/1974 (ΦΕΚ 350 Α΄), χαρακτηρίζονται εθνικά πάρκα με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κατά τη διαδικασία του άρθρου 21.» (παρ. 5(3)η του ν.3937/2011)
2) «Τοπία που έχουν κηρυχθεί ως αισθητικά δάση, ως περιαστικά δάση, ως προστατευόμενα δάση και ως διατηρητέα μνημεία της φύσης εντάσσονται δια του παρόντος στην αντίστοιχη κατηγορία. Για τα κηρυγμένα τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, με απόφαση του [ΥΠΕΝ], ρυθμίζονται οι όροι ένταξης τους.» (παρ. 5(5)γ του ν.3937/2011)
4. Στην συνέχεια θα πρέπει να προστεθούν και τα κριτήρια για τον καθορισμό ζωνών εντός των προστατευόμενων. Προτείνονται οι ακόλουθες διατυπώσεις, βασισμένες στις ισχύουσες διατάξεις και κάποιες διατυπώσεις από τον παρόν νομοσχέδιο: «Στις προστατευόμενες περιοχές των ως άνω κατηγοριών ορίζονται ζώνες προστασίας, με βάση τα ακόλουθα:
1) Ως Ζώνες απολύτου προστασίας ορίζονται οι εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, ενδιαιτήματα σπάνιων, απειλούμενων με εξαφάνιση ή σημαντικών ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας ή εκτάσεις που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ή εξαιρετικά ευαίσθητων ειδών της άγριας πανίδας. Στις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα. Κατ’ εξαίρεση, μπορεί να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών εφόσον εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός προστασίας, όπως και η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται απολύτως αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, ειδών ή οικοτόπων, καθώς και αυστηρά ελεγχόμενη επίσκεψη ειδικών σκοπών.
2) Ως Ζώνες προστασίας της φύσης ορίζονται εκτάσεις οι οποίες φιλοξενούν προστατευόμενα, απειλούμενα ή σημαντικά οικοσυστήματα, ενδιαιτήματα, σπάνιων, απειλούμενων με εξαφάνιση ή σημαντικών ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας για τις οποίες απαιτείται αυστηρή προστασία. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που μπορεί να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του. Σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις που προβλέπει η πράξη χαρακτηρισμού, επιτρέπεται η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, επιστημονικών ερευνών και ρυθμίζονται ή απαγορεύονται ήπιας κλίμακας χρήσεις και δραστηριότητες, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας της περιοχής.
3) Ως Ζώνες διαχείρισης οικοτόπων και ειδών ορίζονται οι εκτάσεις που υπόκεινται σε διαχείριση για τη διασφάλιση ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης των προστατεύων αντικειμένων, διεθνούς, ευρωπαϊκής ή εθνικής σημασίας που φιλοξενούν. Σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις που προβλέπει η πράξη χαρακτηρισμού, ρυθμίζονται ή απαγορεύονται οι χρήσεις και δραστηριότητες που δύναται να υποβαθμίσουν την κατάσταση διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων και τους στόχους προστασίας της περιοχής.
4) Ως Ζώνες βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων ορίζονται οι εκτάσεις στις οποίες επιτρέπονται δραστηριότητες που προάγουν τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων και συντελούν ώστε οι προστατευόμενες περιοχές να αποτελούν πρότυπα βιώσιμης ανάπτυξης.
5. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι αν μια έκταση ορίζεται ως ζώνη απολύτου προστασίας, τότε θα πρέπει υποχρεωτικά να ορίζεται γύρω της ζώνη προστασίας της φύσης, ώστε να προστατεύεται καλύτερα η συγκεκριμένη ζώνη.
6. Εφόσον ενσωματωθούν οι παραπάνω παρατηρήσεις τότε δύναται να προβλεφθεί ότι οι χρήσεις γης που ορίζονται στις ζώνες προστασίας καθορίζονται από τον κατάλογο χρήσεων γης που περιλαμβάνεται στο π.δ. 59/2018, μετά από σχετική τροποποίησή του ώστε, όπως σημειώθηκε στις παρατηρήσεις μας επί του άρθρου 44, να καλύπτει διαφορετικούς τύπους χρήσεων που αφορούν στις προστατευόμενες περιοχές.
7. Επιπλέον με βάση τις ισχύουσες προβλέψεις προτείνονται οι ακόλουθες διατυπώσεις:
1) «Εφόσον μία έκταση ή ένα στοιχείο της φύσης χαρακτηριστεί ως προστατευόμενο τοπίο ή φυσικός σχηματικός, απαγορεύονται ενέργειες ή δραστηριότητες που μπορούν να επιφέρουν καταστροφή, φθορά ή αλλοίωση των προστατευόμενων φυσικών σχηματισμών, όπως και των προστατευόμενων τοπίων ή των επί μέρους στοιχείων τους.» (άρθ. 5 (5)γ του ν.3937/2011)
2) Ειδικότερα για τα καταφύγια άγριας ζωής προτείνεται να διατηρηθούν οι οριζόντιες ρυθμίσεις καθώς ταιριάζουν στην κατηγορία αυτή και θα διευκολύνουν στη συνέχεια τη διαδικασία χαρακτηρισμού που διατηρείται με απόφαση του Συντονιστή των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, διαφορετικά θα απαιτείται και για αυτή την κατηγορία έκδοση π.δ. Ωστόσο καθώς έχουν εντοπιστεί προβλήματα κατά την εφαρμογή της συγκεκριμένης πρόβλεψης προτείνεται η ακόλουθη αναδιατύπωση:
«Μέσα στα καταφύγια άγριας ζωής απαγορεύονται η θήρα, οι αγώνες κυνηγετικών ικανοτήτων σκύλων δεικτών, η αλιεία, η σύλληψη της άγριας πανίδας, η συλλογή της άγριας χλωρίδας, η καταστροφή ζώνης με φυσική βλάστηση με κάθε τρόπο, η καταστροφή των φυτοφρακτών, η αμμοληψία, η αποστράγγιση, η επιχωμάτωση και αποξήρανση ελωδών εκτάσεων, η ρύπανση των υδατικών συστημάτων, η διάθεση ή απόρριψη αποβλήτων, η ανάπτυξη υδατοκαλλιεργητικών και ιχθυοκαλλιεργειών, η διενέργεια στρατιωτικών ασκήσεων, καθώς και η υπαγωγή έκτασης του καταφυγίου σε πολεοδομικό ή ρυμοτομικό σχεδιασμό.
Ειδικότερα, απαγορεύεται η αλιεία και η ανάπτυξη υδατοκαλλιεργητικών / ιχθυοτροφικών δραστηριοτήτων εντός θαλάσσιων καταφυγίων άγριας ζωής».
Προς αποφυγή προβλημάτων εφαρμογής που είχαν σημειωθεί στο παρελθόν προτείνεται να υπάρξει πρόβλεψη στις μεταβατικές διατάξεις σχετικά με τις υφιστάμενες ιχθυοκαλλιεργητικές και υδατοκαλλιεργητικές δραστηριότητες σε υδάτινες και μεικτού χαρακτήρα περιοχές (π.χ. λιμνοθάλασσες):
3) Προτείνεται επίσης, να υπάρξει πρόβλεψη για ανάλυση και αξιολόγηση από το ΥΠΕΝ των υφιστάμενων ΚΑΖ που να τεθεί σε διαβούλευση ώστε να επικαιροποιηθεί και συμμορφωθεί καλύτερα ο κατάλογος των ΚΑΖ με τους σκοπούς και τους στόχους της ισχύουσας νομοθεσίας. Επίσης, προτείνεται να προβλεφθεί διαδικασία ώστε εάν ΚΑΖ εντάσσονται σε κατηγορίες και ζώνες προστασίας πιο αυστηρές (εθνικά πάρκα και περιοχές προστασίας και διατήρησης της βιοποικιλότητας) τότε να δύναται να καταργούνται.
8. Η παράγραφος 3 θα πρέπει να διαγραφεί καθώς καλύπτεται από τις άλλες διατάξεις που προτείνονται με τις παρούσες παρατηρήσεις. Σε κάθε περίπτωση, σημειώνεται επανάληψη (βλ. παρ. 1 άρθ. 45).
Το άρθρο εισάγει, μετά από 35 χρόνια, μια σημαντική καινοτομία στην κατηγοριοποίηση των προστατευόμενων περιοχών (ΠΠ), σε αντίθεση με την διεθνώς αναγνωρισμένη κατάταξη της IUCN, την οποία ακολουθούσε σε γενικές γραμμές τόσο ο αρχικός ν.1650/86, όσο και ο ν.3937/2011 (Περί βιοποικιλότητας) και βασίζονταν στην κατάταξη με βάση το βαθμό προστασίας σε συνδυασμό με το είδος του προστατευτέου αντικειμένου.
Ειδικότερα, με τη νέα ρύθμιση, οι ΠΠ διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) στις περιοχές του δικτύου Natura 2000 και β) στις λοιπές ΠΠ (Εθνικά Πάρκα, ΚΑΖ, Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί), η δε διάκριση του βαθμού προστασίας προβλέπεται να γίνει με βάση τον καθορισμό των χρήσεων γης του π.δ. 59/2018 και σύμφωνα με τα Σχέδια Διαχείρισης που θα καταρτισθούν (στα πλαίσια των υπό εκπόνηση ΕΠΜ) μόνο για τις περιοχές της 1ης κατηγορίας (περιοχές Natura).
Με άλλα λόγια, καταργούνται οι κατηγ. Ιa και Ib των ΠΠ (απολύτου προστασίας-Strict Nature Reserve και Προστασίας της Φύσης-Nature Reserve) και μετασχηματίζονται αυτές σε ζώνες χρήσεων γης, όπου προβλέπεται μια σειρά από δραστηριότητες που είναι ασύμβατες και άσχετες με την έννοια της (απόλυτης) προστασίας της φύσης, όπως π.χ οι εξορυκτικές δραστηριότητες (προ της απόσυρσης εν μέσω διαβούλευσης – βλ. άρθρο 44).
Με βάση τα παραπάνω, προτείνεται η διατήρηση του άρθρου 19 ν.1650/86 ως έχει. Είναι διαφορετικό πράγμα ο καθορισμός ζωνών χρήσεων γης με βάση μια χωροταξική λογική, και άλλο πράγμα τα κριτήρια χαρακτηρισμού προστατευόμενων περιοχών.
Τα γραφεία μελετών που έχουν αναλάβει έναντι 17 εκ για την σύνταξη των ΕΠΜ, τι θέση θα λάβουν σε σχέση με τις συμβάσεις τους και τα χρονοδιαγράμματα; Θα καταλήγουν σε σχέδιο ΠΔ που θα προτείνει ΜΔΠΠ σε επίπεδο τμήματος;
Γ. Βαβίζος
Προκειμένου να προσδιοριστούν στα Εθνικά Πάρκα, τα κριτήρια χαρακτηρισμού τους ως προς το μέγεθος και προς τις έννοιες φυσικές και ημιφυσικές περιοχές, προτείνεται μετά την παράγραφο 2.α. (Εθνικά Πάρκα) του άρθρο 19 του ν. 1650/1986 να προστεθεί η ακόλουθη παράγραφος:
«Ως μεγάλες σε έκταση φυσικές ή ημιφυσικές περιοχές χαρακτηρίζονται αυτές το εμβαδόν των οποίων είναι μεγαλύτερο από 1.000 εκτάρια.
Διευκρινίζεται ότι φυσικές και ημιφυσικές εκτάσεις ορίζονται αυτές οι ειδικές χρήσεις των οποίων χαρακτηρίζονται στο Π.Δ. 59/2018 ως δάση και δασικές εκτάσεις (κατηγορία 24.8), ως υδάτινοι βιότοποι (κατηγορία 53) οι φυσικές λίμνες, οι ποταμοί και τα ρέματα, τα εκβολικά συστήματα και οι λιμνοθάλασσες καθώς και η θάλασσα».-
Δεδομένης της έκτασης του νομοσχεδίου, της πληθώρας από διατάξεις που χρήζουν σοβαρής ανάλυσης, του εντοπισμού σειράς από πολύ προβληματικές διατάξεις, και των τομέων που αγγίζει το νομοσχέδιο, θεωρούμε απαραίτητη την παράταση της διαβούλευσης τουλάχιστον μέχρι το τέλος του Μαρτίου.