1. Οι Άδειες Παραγωγής εν ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταλαμβάνονται από τις διατάξεις αυτού και από τα ειδικότερα οριζόμενα στις παρ. 2-5 κατωτέρω.
2. Ειδικά οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος, οι οποίες καταλαμβάνουν τις υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Άδειες Παραγωγής, τίθενται σε εφαρμογή από 1.6.2020 και οι προθεσμίες αρχίζουν να μετρούν από την ημερομηνία αυτή. Σε περίπτωση που οι άδειες εκδοθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του παρόντος μετά την ως άνω ημερομηνία, τότε οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος τίθενται σε αφορμή από την έκδοση της Άδειας Παραγωγής. Έως την πλήρη λειτουργία του Ηλεκτρονικού Μητρώου Παραγωγών Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α., τα αποδεικτικά που αναφέρονται στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου υποβάλλονται στη Γραμματεία του Φορέα.
Ο Φορέας Αδειοδότησης εντός των πέντε (5) πρώτων ημερών εκάστου μηνός αναρτά στην ιστοσελίδα του πίνακα των Αδειών Παραγωγής που έπαυσαν αυτοδικαίως και συγχρόνως ενημερώνει το γεωπληροφοριακό σύστημα που τηρεί, καθώς και τον αρμόδιο Διαχειριστή για την αποδέσμευση του τυχόν δεσμευθέντος ηλεκτρικού χώρου για το έργο αυτό.
3. Οι κάτοχοι Αδειών Παραγωγής με αρχική διάρκεια ισχύος δέκα πέντε (15) έτη, οι οποίες δεν έχουν ανακληθεί ή δεν έχουν παύσει αυτοδικαίως να ισχύουν, λόγω μη καταβολής του τέλους διατήρησης δικαιώματος κατοχής άδειας παραγωγής, δύνανται να υποβάλουν αίτημα παράτασης δέκα (10) ετών στον Φορέα και να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος. Το αίτημα υποβάλλεται εντός ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
4. Σε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων Άδειας Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας για τα οποία απαιτείται τροποποίηση σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρο 11 ή 19 κατά περίπτωση του παρόντος και τον Κανονισμό, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν σχετικό αίτημα στον Φορέα Αδειοδότησης. Σε περίπτωση που το αίτημα γίνει αποδεκτό, ο Φορέας Αδειοδότησης εκδίδει Βεβαίωση ή Βεβαίωση Ειδικών Έργων κατά περίπτωση, σε αντικατάσταση της Άδειας Παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και ενημερώνεται το Ηλεκτρονικό Μητρώο. Μετά την έκδοση της Βεβαίωσης ή της Βεβαίωσης Ειδικών Έργων, η Άδεια Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας παύει να ισχύει. Η διάρκεια ισχύος της Βεβαίωσης ή της Βεβαίωσης Ειδικών Έργων είναι είκοσι πέντε (25) έτη αρχόμενη από την ημερομηνία έκδοσης της Άδειας Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας. Οι διατάξεις των άρθρων 16 και 17 παρ. 2(β) ισχύουν για τις τροποποιήσεις των αδειών αυτών.
5. Οι κάτοχοι Αδειών Παραγωγής, οφείλουν να περιορίσουν τα πολύγωνα τους, προς τήρηση του περιορισμού (γ) της παρ. 1 του άρθρου 13 εντός δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε αντίθετη περίπτωση, ο Φορέας Αδειοδότησης προβαίνει σε ανάκληση των σχετικών αδειών παραγωγής.
Διαπιστώνεται κενό της έως σήμερα ισχύουσας νομοθεσίας και ευνοϊκή μεταχείριση των έργων αιολικής παραγωγής που υπάγονται σε διαγωνιστική διαδικασία (άνω των 3 MW) έναντι των χαρακτηριζόμενων ως «μικρών» έργων (κάτω των 3MW) αναφορικά με το ζήτημα της δυνατότητας επιστροφής της εγγυητικής επιστολής (ΕΕ) που εκδόθηκε για τη διατήρηση των δεσμευτικών όρων σύνδεσης. Εν προκειμένω, εφόσον το έργο ΑΠΕ εντάσσεται στις προβλεπόμενες κατηγορίες για τις οποίες προβλέπεται διαγωνιστική διαδικασία, επιτρέπεται η επιστροφή της ΕΕ στον παραγωγό (ως εκ του ν. 4546/2018 προβλέπεται), κατόπιν αιτήματος του τελευταίου λόγω αποτυχίας του στο διαγωνισμό. Αντίθετα, ο παραγωγός έργου ΑΠΕ που εξαιρείται της διαγωνιστικής διαδικασίας, και ως εκ τούτου υπάγεται στις γενικές διατάξεις του ν. 4152/2013 παράγραφος Ι. Υποπαράγραφος Ι.1. περ.3, στερείται της σχετικής δυνατότητας, καθώς η επιστροφή της ΕΕ επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες έχει μεσολαβήσει δικαστική απόφαση ή αναστολή ισχύος οποιασδήποτε διοικητικής άδειας σχετικής με τη νόμιμη εγκατάσταση και λειτουργία του έργου. Η ασαφής και άστοχη διατύπωση, δε, που επιλέγει ο νομοθέτης, προκαλεί αβεβαιότητα και ανασφάλεια στον επενδυτή/παραγωγό που υποκείμενος στις διατάξεις του ν. 4152/2013 ως ανωτέρω και αδυνατώντας αντικειμενικά να υλοποιήσει το σχεδιαζόμενο έργο, αναγκάζεται να απωλέσει ένα σημαντικό (συνήθως) διαθέσιμο κεφάλαιο δια της κατάπτωσης της ΕΕ. Σημειώνεται, δε, ως ιδιαιτέρως κρίσιμο, ένεκα απρόβλεπτων για τον επενδυτή δυσχερειών, το χρονικό διάστημα μεταξύ της αποδοχής των δεσμευτικών όρων σύνδεσης (συνοδεία της προβλεπόμενης εγγυητικής επιστολής) και της έκδοσης της εκ του νόμου προβλεπόμενης άδειας εγκατάστασης για την εκτέλεση του έργου.
Επομένως, για δικαιοπολιτικούς λόγους προτείνεται η τροποποίηση της διάταξης του ν. 4152/2013 παράγραφος Ι. Υποπαράγραφος Ι.1. περ.3, ως εξής:
«Η εγγυητική επιστολή επιστρέφεται στον ενδιαφερόμενο μετά από αίτημά του σε περίπτωση που:
αα. ανασταλεί η ισχύς ή ακυρωθεί με δικαστική απόφαση οποιαδήποτε άδεια ή έγκριση που απαιτείται για τη νόμιμη εγκατάσταση ή λειτουργία του σταθμού παραγωγής ΑΠΕ, ή
ββ. παρέλθει η διάρκεια ισχύος της Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης (όπως αυτή ορίζεται από το ν. 3468/2006) χωρίς να έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση επί αιτήσεως ακυρώσεως οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης απαραίτητης για την εγκατάσταση ή λειτουργία του σταθμού, εφόσον η αίτηση ακυρώσεως έχει κατατεθεί πριν από το χρόνο υποβολής της εγγυητικής επιστολής από τον ενδιαφερόμενο.
γγ. δηλωθεί από τον παραγωγό, το αργότερο έως την έκδοση της άδειας εγκατάστασης, ότι συντρέχουν λόγοι αδυναμίας υλοποίησης του έργου. Στην περίπτωση αυτή, επέρχεται αυτοδικαίως η ακύρωση της άδειας παραγωγής και των λοιπών συναφών αδειών. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για τις εγγυητικές επιστολές για τις οποίες συντρέχει γεγονός που συνιστά λόγο κατάπτωσης από 01/01/2020 έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή, ο Διαχειριστής του Συστήματος/Δικτύου υποχρεούται σε επιστροφή του χρηματικού ποσού της εγγυητικής επιστολής που τυχόν κατέπεσε κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, ήτοι από 01/01/2020 έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατόπιν σχετικού αιτήματος του ενδιαφερόμενου παραγωγού και δήλωσής του περί μη υλοποίησης του έργου.»
Με το άρθρο 25 ορίζονται οι διατάξεις που καταλαμβάνουν τις υφιστάμενες άδεις παραγωγής. Λόγω της μεγάλης χρονικής καθυστέρησης στην χορήγηση αδειών παραγωγής (ειδικά υβριδικών σταθμών, τρία και πλέον έτη) δύναται να έχει μεταβληθεί το νομικό ή κανονιστικό πλαίσιο χωροθέτησης με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η εγκατάσταση του σταθμού στη θέση που είχε αρχικά προβλεφθεί. Προτείνεται εισαγωγή πρόβλεψης για μεταφορά θέσης εγκατάστασης στα ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ όπως έχει διατυπωθεί στο άρθρο 3 του Ν. 4203/2013. Προτείνεται η προσθήκη παρ. 6
Σε περίπτωση όπου για υφιστάμενη άδεια παραγωγής μεταβάλλεται το νομικό ή κανονιστικό πλαίσιο χωροθέτησης με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η εγκατάσταση του σταθμού στη θέση που είχε αρχικά προβλεφθεί, βρίσκει εφαρμογή το άρθρο 3 του Ν. 4203. Το αίτημα για την μεταφορά της θέσης κατατίθεται στον Φορέα Αδειοδότησης Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. με τεκμηριωμένη την αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου. Η νέα θέση εγκατάστασης δεν μπορεί να έχει μερική ή ολική επικάλυψη με υφιστάμενη άδεια παραγωγής ή αίτηση για χορήγηση Βεβαίωσης Παραγωγού Ηλεκτρικής Ενέργειας ανεξαρτήτως τεχνολογίας. Ειδικότερα για αιολικούς σταθμούς η εφαρμογή του παρόντος βρίσκει εφαρμογή μόνο εάν η νέα θέση βρίσκεται εντός της ίδιας Δημοτικής Ενότητας και χωρίς να επέρχεται μεταβολή στην φέρουσα ικανότητα. Η αίτηση της συγκεκριμένης παραγράφου μπορεί να κατατίθεται και εκτός των κύκλων που ορίζονται στο άρθρο 11 ατελώς.
Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, η Καλλιστώ και η Ελληνική Εταιρία για την Προστασία της Φύσης παραπέμπουν στα σχόλια που έχουν αναρτήσει από κοινού στο άρθρο 1 του Σχεδίου νόμου και τα οποία αφορούν συνολικά το Σχέδιο νόμου.
Οι διατάξεις που περιέχονται στα άρθρα 1 έως 47 του Σχεδίου νόμου παραβιάζουν το άρθρο 24 του Συντάγματος, το γράμμα και το πνεύμα της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της ΕΕ, γενικές αρχές, όπως η αρχή της πρόληψης και θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.
Ακόμη, καταγγέλλεται η προσχηματικότητα της διαδικασίας διαβούλευσης, καθώς το ΥΠΕΝ δεν έκανε δεκτό το κοινό αίτημα των περιβαλλοντικών οργανώσεων για παράταση της διαδικασίας διαβούλευσης, παρά τις εξαιρετικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί το τελευταίο διάστημα – ελέω κοροναϊού – και παρά το ότι κατά την πρόσφατη διμηνιαία συνάντηση με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, τον Φεβρουάριο 2020, υπήρξε διαβεβαίωση προς όλες τις περιβαλλοντικές οργανώσεις που ήταν παρούσες ότι θα υπήρχε επαρκής χρόνος για τη διαβούλευση.
Η ρύθμιση της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, με την προταθείσα διατύπωση, δεν καλύπτει τις άδειες, οι οποίες εκδόθηκαν προ της θέσεως σε ισχύ του Ν.3468/2006, ήτοι 15ετούς ισχύος, και των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει ήδη εκπνεύσει κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, για οποιοδήποτε λόγο.
Σύμφωνα με το ρυθμιστικό πλαίσιο των αδειών παραγωγής πριν το ν. 3468/2006, μετά την πάροδο 15ετίας παύει αυτοδίκαια η διάρκεια ισχύος τους, χωρίς να απαιτείται πράξη ανάκλησης από το Φορέα Αδειοδότησης.
Με τη νέα ρύθμιση δε συμπεριλαμβάνονται οι ως άνω άδειες δεδομένου ότι αφενός η παρ. 1 του άρθρου 25 αφορά μόνο άδειες που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου είναι σε ισχύ και αφετέρου η παράγραφος 3 αφορά άδειες που δεν έχουν ανακληθεί.
Επομένως, οι παρ. 1 και 3 του εν λόγω άρθρου 25, θα πρέπει να διαμορφωθούν κατάλληλα με σκοπό, για λόγους ίσης μεταχείρισης και ασφάλειας δικαίου, να δοθεί η δυνατότητα αυτοδίκαιης παράτασης για 10 χρόνια και σε αυτές τις άδειες παραγωγής, των οποίων η ισχύς έχει λήξει λόγω εκπνοής της 15ετίας, ώστε αφενός να εξομοιούνται με τις άδειες που έχουν ήδη παραταθεί από τη ΡΑΕ σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 517/2016 απόφασή της, αφετέρου να μπορέσουν οι επενδυτές να προχωρήσουν την αδειοδοτική εξέλιξη των έργων τους.