Άρθρο 16 – Πεδίο εφαρμογής – Τροποποίηση του άρθρου 2 του ν. 4546/2018

Τροποποιείται η παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4546/2018 (Α’ 101), το οποίο διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής (άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/89/ΕΕ)

1. Ο παρών νόμος εφαρμόζεται στα θαλάσσια ύδατα, όπως ορίζονται στην παρ. 4 του άρθρου 3.
2. Ο νόμος αυτός δεν εφαρμόζεται σε δραστηριότητες με αποκλειστικό σκοπό την άμυνα ή την εθνική ασφάλεια.
3. Η εφαρμογή του παρόντος δεν θίγει τη χάραξη και την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.».

  • 4 Σεπτεμβρίου 2020, 10:57 | WWF Ελλάς

    Η κύρια αλλαγή που επιχειρείται με το νομοσχέδιο αφορά στην αφαίρεση του παράκτιου χώρου από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4546/2018 και του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού. Ο παράκτιος χώρος δεν περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/89/ΕΚ (άρθρο 2 της οδηγίας), η οποία μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με τον ν. 4546/2018. Ωστόσο, η οδηγία τονίζει την ανάγκη, και επιβάλει την υποχρέωση, να ληφθούν υπόψη οι «αλληλεπιδράσεις ξηράς-θάλασσας» (άρθρο 4 παρ. 2, 6 παρ. 2 στοιχ. α’, άρθρο 7) κατά την κατάρτιση του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού από τα κράτη μέλη. Τονίζει επίσης τη σημασία της «ολοκληρωμένης παράκτιας διαχείρισης» ή παρόμοιων πρακτικών ως διαδικασιών για τη λήψη υπόψη της «αλληλεπίδρασης ξηράς – θάλασσας». Αυτό αποτελεί επίσης υποχρέωση βάσει του Πρωτοκόλλου της Βαρκελώνης, το οποίο δεν έχει μεν επικυρωθεί από την Ελλάδα (και θα πρέπει όσο το δυνατόν συντομότερα), αλλά έχει επικυρωθεί από την ΕΕ (Απόφαση του Συμβουλίου 2019/631/ΕΕ σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών της Μεσογείου στη σύμβαση για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και των παρακτίων περιοχών της Μεσογείου) και ισχύει στην Ελλάδα ως μέρος του ενωσιακού δικαίου. Ο νόμος 4546/2018 επέλεξε -με μια ομολογουμένως καινοτόμο προσέγγιση- να εντάξει τον παράκτιο χώρο στο ΘΧΣ, χωρίς ωστόσο να διαμορφώσει το κατάλληλο πλαίσιο για την εφαρμογή του (κυρίως λόγω του μη καθορισμού των «παράκτιων ζωνών» όπως είχαμε αναφέρει στα σχόλιά μας κατά τη διαβούλευση του ν. 4546/2018), και για την αποφυγή ενδεχόμενων συγκρούσεων λόγω της χωρικής επικάλυψης του ΘΧΣ με τα χωροταξικά και πολεοδομικά εργαλεία για τον χερσαίο χώρο. Η αφαίρεση του παράκτιου χώρου από το πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού και του ΘΧΣ με το παρόν νομοσχέδιο δεν συνοδεύεται από τη θεσμοθέτηση κατάλληλων διαδικασιών προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη ολοκληρωμένη παράκτια διαχείριση και η συνεκτικότητα μεταξύ του θαλάσσιου και του χερσαίου χωροταξικού σχεδιασμού (άρθρο 6 παρ. 2 στοιχ. γ΄ της οδηγίας).
    Παρά το γεγονός ότι προστίθεται στο άρθρο 7 του ν. 4546/2018 περί «ελάχιστων απαιτήσεων για το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό» το στοιχ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 6 της οδηγίας 2014/89/ΕΕ για τη «συνεκτικότητα μεταξύ του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού και των άλλων χωρικών σχεδίων» όπου γίνεται αναφορά στην «ολοκληρωμένη παράκτια διαχείριση ή ισοδύναμες επίσημες ή ανεπίσημες πρακτικές», το νομοσχέδιο δεν προβλέπει συγκεκριμένες διαδικασίες προκειμένου να εφαρμοστεί αυτή η επιταγή στην πράξη. Για την εφαρμογή της οδηγίας στην Ελλάδα δεν αρκεί η αυτολεξεί μεταφορά της σε νόμο, αλλά απαιτείται και η θεσμοθέτηση του απαιτούμενου κανονιστικού πλαισίου και διαδικασιών προκειμένου να επιτευχθούν οι σκοποί της οδηγίας. Το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο (ν. 4546/2018, ν. 4447/2016 κ.α.) δεν παρέχει τα απαιτούμενα εχέγγυα για τη διασφάλιση της ολοκληρωμένης παράκτιας διαχείρισης και της εναρμόνισης του θαλάσσιου και του χερσαίου χωροταξικού σχεδιασμού (και των εργαλείων τους) ειδικότερα σε ό,τι αφορά την ευαίσθητη παράκτια ζώνη λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες πιέσεις στον χώρο αυτό και τις επιπτώσεις που οι δραστηριότητες στην ζώνη αυτή μπορεί να έχουν για το θαλάσσιο περιβάλλον.

  • 4 Σεπτεμβρίου 2020, 01:37 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΚΤΩΝ (ΣΕΠΟΧ)

    Το σχέδιο νόμου προβαίνει σε ουσιώδεις τροποποιήσεις του N.4546/2018, που ενσωματώνει την Οδηγία Πλαίσιο για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό 2014/89/ΕΕ, θέτοντας σε κίνδυνο την ποιότητα των παραγόμενων σχεδίων για τον θαλάσσιο χώρο, αλλά και την έγκαιρη συμμόρφωση της χώρας προς τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. Η προσέγγιση που ακολουθείται έρχεται σε αντίθεση με βασικές αρχές της Οδηγίας Πλαίσιο και δεν τεκμηριώνεται επαρκώς και ικανοποιητικά υπό το πρίσμα της επιστήμης της χωροταξίας, αλλά και υπό το πρίσμα της νομικής επιστήμης, καθώς ο Ν. 4546/2018, ο οποίος τροποποιείται, δεν έχει εφαρμοσθεί και δεν έχει παράξει χωρικά αποτελέσματα και κατά συνέπεια η εφαρμογή του δεν έχει τύχει ερμηνείας και από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

    Το βασικό στοιχείο του Ν. 4546/2018, το οποίο αναιρείται με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, είναι η συνολική θεώρηση του παράκτιου και του θαλάσσιου χώρου. Η Οδηγία 2014/89/ΕΕ ήδη από τα πρώτα προσχέδια του κειμένου είχε εντάξει ως αναγκαιότητα για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό, τη διαχείριση των παράκτιων περιοχών. Η αφαίρεση του όρου και η αντικατάσταση του από την αλληλεπίδραση ξηράς – θάλασσας (η οποία περιλαμβάνει τόσο την ολοκληρωμένη διαχείριση του παράκτιου χώρου όσο και οποιαδήποτε άλλη μορφή χωρικού σχεδιασμού και διαχείρισης του χώρου έχει ισοδύναμα αποτελέσματα) προέκυψε μόνο μετά την διαπίστωση ότι υπήρχαν κράτη μέλη με ήδη ώριμες και εφαρμοσμένες προσεγγίσεις και κατά αυτό τον τρόπο δόθηκε η δυνατότητα να διατηρηθεί η εσωτερική έννομη τάξη, που είχε παραχθεί σε αυτά τα κράτη μέλη, χωρίς να προκληθούν μη αναγκαίες επικαλύψεις νομικών κειμένων και χωρικών σχεδίων.

    Στην περίπτωση μάλιστα των μεσογειακών χωρών ισχύει η υποχρέωση που απορρέει από το 7ο Πρωτόκολλο της Σύμβασης της Βαρκελώνης, το Πρωτόκολλο για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης, το οποίο έχει υπογραφεί, κυρωθεί και τεθεί σε ισχύ από την Ευρωπαϊκή Ένωση ήδη από τις 24/03/2011, μετατρέποντας το σε κοινοτικό δίκαιο, και κατ’ επέκταση σε υποχρέωση όλων των κρατών μελών της Ε.Ε. που βρέχονται από τη Μεσόγειο θάλασσα. Σημειώνεται ότι το Πρωτόκολλο έχει ήδη τεθεί σε ισχύ από τη Γαλλία, την Ισπανία, την Κροατία, τη Σλοβενία και τη Μάλτα, ενώ η Κύπρος υλοποιεί προγράμματα για την εφαρμογή του χωρίς να το έχει υπογράψει.

    Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα μέλος της Ε.Ε., που ενώ το έχει υπογράψει ήδη από τις 21/01/2008 δεν έχει προχωρήσει στην εφαρμογή του. Σύμφωνα με τα προηγούμενα ο Ν. 4546/2018 ορθώς θεωρούσε το θαλάσσιο και τον παράκτιο χώρο ως ενιαίο χωρικό σύνολο, το οποίο θα πρέπει να τύχει ενιαίας χωρικής θεώρησης και σχεδιασμού με ενιαία χωρικά εργαλεία, προσεγγίζοντας με αυτό τον τρόπο και το ζήτημα της παράκτιας ζώνης.

    Ο UNEP, μέσω του Περιφερειακού Κέντρου για την διαχείριση της παράκτιας ζώνης (PAP/RAC), ήδη με την αναφορά του Απριλίου 2019 των συμβαλλομένων μερών του Πρωτοκόλλου διαπιστώνει και αναγνωρίζει ότι ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός είναι ένα εργαλείο υλοποίησης της ολοκληρωμένης διαχείρισης παράκτιας ζώνης, λόγω και της χωρικής επικάλυψης, που παρατηρείται. Δηλαδή αναγνωρίζει ότι ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός αφορά και στον παράκτιο χώρο.

    Με την αφαίρεση του παράκτιου χώρου από το πεδίο εφαρμογής του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού τίθεται εν αμφιβόλω η όλη προσπάθεια. Είναι βέβαιο ότι ο αποκλεισμός των παράκτιων υδάτων, τα οποία εκτείνονται σε 1 ναυτικό .μιλι. από την ακτογραμμή ή τις γραμμές βάσης, όπου αυτές προσδιορίζονται, οδηγεί σε αναίρεση του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού και μη υλοποίηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την οδηγία πλαίσιο.

    Πολλές από τις δραστηριότητες, που ασκούνται στον θαλάσσιο χώρο, ασκούνται κυρίως στο παράκτιο τμήμα του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι υδατοκαλλιέργειες, που σύμφωνα με το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις υδατοκαλλιέργειες ασκούνται σε απόσταση 50 μ από την ακτογραμμή και μετά την ισοβαθή των 18 μ. Η ακολουθούμενη προσέγγιση του Σ/Ν θέτει εκτός πεδίου εφαρμογής του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού τις υδατοκαλλιέργειες, παρά το γεγονός ότι αποτελούν μια εκ των θαλάσσιων δραστηριοτήτων, που αναφέρονται ρητά από την οδηγία πλαίσιο. Ομοίως και για την παράκτια άσκηση όλων των θαλάσσιων δραστηριοτήτων, όπως π.χ. η παράκτια αλιεία. Ουσιαστικά αφαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού όλη τη ζώνη αλληλεπίδρασης ξηράς – θάλασσας, που αποτελεί επίσης υποχρέωση των κρατών μελών, για την εφαρμογή της οδηγίας πλαίσιο για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό.

    Με την αφαίρεση του παράκτιου χώρου από το πεδίο εφαρμογής του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού στην Ελλάδα και χωρίς να έχει ληφθεί καμία μέριμνα για την παράλληλη ενεργοποίηση του Πρωτοκόλλου για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης είναι βέβαιο ότι επιλέγεται μια ανορθολογική μη επιστημονική προσέγγιση, που θα καταλήξει και σε μη συμμόρφωση της Ελλάδα με τις απαιτήσεις του κοινοτικού δικαίου.

    Επιπλέον, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την υποχρέωση σχεδιασμού με βάση το οικοσύστημα. Η επιλογή αφαίρεσης του παράκτιου χώρου οδηγεί σε κατάτμηση των οικοσυστημάτων και κατ’ επέκταση σε ανορθολογικό σχεδιασμό και μη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο. Η προσέγγιση αυτή έρχεται τις ανακοινώσεις της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για ρήτρα κλιματικής αλλαγής σε όλα τα νομοσχέδια. Η αφαίρεση του παράκτιου χώρου από τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό, που είναι ο κύρια πληττόμενος από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, σε μια παράκτια και νησιωτική χώρα, όπου μόνο ένας νομός δεν έχει ούτε παράκτιο ούτε νησιωτικό χώρο δεν λαμβάνει υπόψη την κλιματική αλλαγή.

    Οι θαλάσσιες περιοχές μεταξύ νησιών, που πολύ συχνά η απόσταση μεταξύ τους είναι μικρότερη των 2 ν.μ. (άρα 1 ν.μ. από κάθε ακτή) ή μεταξύ νησιών και ηπειρωτικής χώρας ή μεταξύ νησιών και τρίτων χωρών, όπως ισχύει σε πολλές περιπτώσεις στο ανατολικό Αιγαίο θα εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού. Οι θαλάσσιες περιοχές που περιβάλουν τα νησιά θα εξαιρεθούν συνολικά από τον σχεδιασμό. Με την αφαίρεση του παράκτιου χώρου από το πεδίο εφαρμογής του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού και παράλληλα τη μη εφαρμογή της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Παράκτιας Ζώνης και την επιλογή γενικόλογων αναφορών περί άλλων εργαλείων, που ούτε προσδιορίζονται, ούτε υπάρχουν, ούτε εφαρμόζονται στον ελλαδικό χώρο, είναι σαφές ότι επλέγεται η εξαίρεση θαλάσσιας έκτασης 1 ν.μ. πέριξ των ακτών και των νησιών από κάθε μορφή σχεδιασμού.

    Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τον συντονισμό του αναπτυξιακού προγραμματισμού με τον χωρικό σχεδιασμό και την αναγκαία ενσωμάτωση του επιθυμητού παραγωγικού μοντέλου στο χωρικό πρότυπο για τον θαλάσσιο χώρο, που θα κληθεί να οραματισθεί, να αναλύσει σε στρατηγικές κατευθύνσεις και να διαμορφώσει τα κατάλληλα χωρικά πρότυπα, δίνοντας τις αναγκαίες χωρικές κατευθύνσεις. Ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός είναι καίρια πτυχή του στρατηγικού χωρικού σχεδιασμού και μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην ανάκαμψη της χώρας, εφόσον εξασφαλισθεί ο αναγκαίος συντονισμός. Δεν μπορεί να νοηθεί η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας χωρίς την ολοκληρωμένη χωρική ανάπτυξη δραστηριοτήτων στον θαλάσσιο και παράκτιο χώρο.

    Υπάρχουν όμως και άλλα σημαντικά ζητήματα, που εγείρονται από τοΣ /Ν. Δεν περιλαμβάνεται καμία προπαρασκευή για την συμμόρφωση με την απαίτηση της οδηγίας πλαίσιο περί υιοθέτησης θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων από τα κράτη μέλη μέχρι το Μάρτιο 2021. Είναι επείγον να θεσπιστούν οι τεχνικές προδιαγραφές εκπόνησης των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων, που θα πρέπει να τύχουν ειδικής επεξεργασίας, λόγω της ιδιαιτερότητας του θαλάσσιου χώρου και των ειδικών απαιτήσεων, που διαμορφώνονται για τον χωρικό σχεδιασμό εν γένει. Διακυβεύεται η έγκαιρη συμμόρφωση της χώρας προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 2014/89/ΕΕ. Φαίνεται ακόμα ότι δεν έχει υπάρξει πρόνοια για την επίλυση ζητημάτων, που αναμένεται να δυσκολεύσουν τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό αν παραμείνουν ανεπίλυτα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απουσία προσδιορισμένων θαλασσίων συνόρων μεταξύ περιφερειών και δήμων.
    Με το προτεινόμενο Σ/Ν δυστυχώς διακυβεύεται το ο θαλάσσιος σχεδιασμός και η συμβολή του στο νέο παραγωγικό μοντέλο στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης με τους σύγχρονους όρους της , που θα ήταν επιθυμητό για την χώρα.

    Το Σ/Ν αναρτήθηκε για τη Δημόσια διαβούλευση την 4η Αυγούστου 2020. Η πολύ σύντομη διάρκεια διαβούλευσης, παρά τη μικρή παράταση της μιας εβδομάδος που δόθηκε και ο ακατάλληλος χρόνος λογω της θερινής περιόδου δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση της μελέτης και διατύπωσης των προτάσεων του ΣΕΠΟΧ. Ο ΣΕΠΟΧ επιφυλάσσεται να ολοκληρώσει την επεξεργασία του και να υποβάλλει στο αμέσως επόμενο διάστημα τις επιπλέον προτάσεις.

  • 31 Αυγούστου 2020, 14:22 | Παύλος Ελευθεριάδης

    Aγαπητοί Κύριοι,

    Είμαι Καθηγητής Νομικής και δικηγόρος στην Αγγλία. Έχω μακρά εμπειρία στο δημόσιο και χωροταξικό και περιβαλλοντικό δίκαιο στην Αγγλία.

    Πιστέυω ότι τα παρακάτω σχολιά μου θα μπορούσαν να βελτιώσουν το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου.

    Ο ΘΑΛΑΣΣΙΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

    Ο θαλάσσιος χωροταξικος σχεδιασμός είναι μια μεταρρύθμιση στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα. Θα επιτρέψει α) την ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξη των θαλάσσιων ζωνών της χώρας, β) την καλύτερη προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος μετά από δεκαετίες σοβαρής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης και γ) την απρόσκοπτη ανάπτυξη μεγάλης κλίμακας επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στη θάλασσα.

    Οι προτεινόμενες αλλαγές πρέπει να κριθούν στα πλαίσια του θεσμικού πλαισίου για τη θάλασσα του δικαίου της ΕΕ, το οποίο εισήγαγε συγκεκριμένες και δεσμευτικές υποχρεώσεις προς τα κράτη να προχωρήσουν στον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό μέχρι τον Μάρτιο του 2021.

    Η Ελλάδα έχει υποχρέωση από την Οδηγία της ΕΕ 2014/89 «Περί Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού» να προχωρήσει στην ολοκλήρωση του Θαλάσσιου Χωροταξικού σχεδιασμού των ελληνικών θαλασσών εως τον Μάρτιο του 2021.

    Η Οδηγία αυτή συμπληρώνει την Οδηγία 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008 «περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (Oδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική)». Η Οδηγία εφαρμόστηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον Ν. 3983/2011.

    H Οδηγία περί Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού απαιτεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ως τις 18 Σεπτεμβρίου 2016 (άρθρο 15(1)).

    Τα θαλάσσια χωροταξικά σχέδια που προβλέπει η Οδηγία πρέπει να θεσπιστούν το αργότερο εως την 31η Μαρτίου 2021 (άρθρο 15(3)).
    Ο Νόμος 4546/18

    Η Οδηγία για τα Θαλάσσια Χωροταξικά Σχέδια μεταφέρθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον Νόμο 4546/18. Αρμόδια εθνική αρχή ορίζεται ο Υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος (άρθρο 14). Ο νόμος προβλέπει την κατάρτιση «Εθνικής Χωρικής Στρατηγικής για τον Θαλάσσιο Χώρο» με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου μετά από εισήγηση του ΥΠΕΝ (άρθρο 16(2) ν. 454618) και «Θαλάσσιων Χωροταξικών Σχεδίων» με Υπουργικές αποφάσεις του ΥΠΕΝ (άρθρο 16(3) ν. 4546/18), υπό συγκεκριμένους όρους περιεχομένου και διαδικασίας. Ο Νόμος προβλέπει προθεσμία της 31ης Μαρτίου 2021 για την έκδοση των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων, αν και κατά την ίδια περίοδο θα καταρτιστεί και η «Εθνική Χωρική Στρατηγική για τον Θαλάσσιο Χώρο».

    Ο ν. 4546/18 προβλέπει μια εξαιρετικά σύντομη διαβούλευση –διάρκειας δύο μηνών – με τους εκπροσώπους των περιφερειών και της τοπικής αυτοδιοίκησης στα πλαίσια του «Εθνικού Συμβούλιου Χωροταξίας» (του άρθρου 4 του ν. 4447/2016).

    Ο νόμος υιοθετεί ένα έντονα συγκεντρωτικό μοντέλο, με μικρό ρόλο για τις περιφέρειες και τους δήμους στην κατάρτιση των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων.

    Το προτεινόμενο από το ΥΠΕΝ Σχέδιο Νόμου φέρνει ορισμένες μικρές αλλαγές στον Ν. 4546/18 και στον Ν. 3983/2011, χωρίς να αλλάζει όμως την δομή της κατάρτισης των σχετικών χωροταξικών σχεδίων και την συγκεντρωτική μέθοδο εκπόνησής τους. Στο βαθμό που διατηρείται ο συγκεντρωτικός αυτός χαρακτήρας, θεωρώ ότι πρόκειται για μια χαμένη ευκαιρία.

    Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΗΣ

    Οι προτεινόμενες αλλαγές γίνονται με τρόπο νομοτεχνικά ασυνήθιστο.

    Αντί να νομοθετούνται οι σχετικές τροποιήσεις στο ισχύον δίκαιο, το Σχέδιο Νόμου διατυπώνει στο σύνολό τους νέες διατάξεις, ακόμα και όταν οι νέες διατάξεςι είναι κατά 99% ίδιες με τις παλιές. Έτσι όμως οι τροποποιήσεις που προτείνονται δεν είναι άμεσα ορατές. Ο αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει τις τροποποιήσεις μόνο αφού συγκρίνει λεπτομερώς την παλιά και την νέα διάταξη. Χρειάζεται έτσι όχι μόνο πρόσβαση στην σχετική νομοθεσία (η οποία δεν υπάρχει ούτε στο κείμενο του νόμου, ούτε και την αιτιολογική έκθεση) αλλά και προσεκτική ανάγνωσή της ώστε να εντοπιστούν τυχόν διαφορές. Π.χ. η τροποίηση του άρθρου 23 γίνεται με την εισαγωγή μιας νέας διάταξης, αν και αλλαγές γίνονται μόνο σε τρεις λέξεις (βλ. παρακάτω).

    Η αιτιολογική έκθεση δυστυχώς δεν βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει ποιές αλλαγές γίνονται από το Σχέδιο Νόμου. Η έκθεση κάνει μια γενική περιγραφή της συνολικής ρύθμιση όπως προκύπτει μετά την τροποποίηση. Αυτό γίνεαι ακόμα και όταν το μεγαλύτερο μέρος της ρύθμισης ανήκει στο προισχύσαν δίκαιο. Η Αιτιολογική Έκθεση είναι έτσι δυνητικά παραπλανητική, όπως θα δούμε λεπτομερώς παρακάτω.

    Ως αποτέλεσμα, ένας μη ειδικός παρατηρητής δύσκολα θα μπορούσε να να σχηματίσει πλήρη εικόνα των αλλαγών που φέρνει το Σχέδιο Νόμου στο θεσμικό πλαίσιο των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων. Η εντύπωση που δίνεται είναι από το προτεινόμενο κείμενο και την Αιτιολογική Έκθεση ότι το θεσμικό πλαίσιο αλλάζει ολοσχερώς. Η εντύπωση αυτή είναι εύλογη, αλλά λανθασμένη.

    Επί της ουσίας, οι αλλαγές που φέρνει το Σχέδιο Νόμου είναι μικρής σημασίας. Περιορίζονται απλά στην αφαίρεση της παράκτιας ζώνης από το πεδίο εφαρμογής των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων. Δυστυχώς, η μέθοδος νομοθέτησης που επέλεξε το Σχέδιο Νόμου, καθώς και η έλλειψη επεξηγήσεων στην αιτιολογική έκθεση δεν βοηθά την διαφάνεια και δυσχεραίνει τον κοινοβουλευτικό έλεγχο καθώς και την δημόσια λογοδοσία της κυβέρνησης.

    Για παράδειγμα, το προτεινόμενο άρθρο 16 αφαιρεί τις λέξεις «και στις παράκτιες ζώνές» από το άρθρο 2 παράγραφος 1, το οποίο ορίζει το πεδίο εφαρμογής του νόμου 4546/18 (και έτσι το Σχέδιο Νόμου ακολουθεί πλέον με ακρίβεια το άρθρο 2 της Οδηγίας, κάτι που δεν έκανε το ισχύον δίκαιο). Αυτή είναι η βασική αλλαγή που επιφέρει το Σχέδιο Νόμου στον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και επαναλαμβάνεται και στις διατάξεις που ακολουθούν.

    H αιτιολογική έκθεση γράφει για το άρθρο 16:

    «Με την προτεινόμενη ρύθμιση επανακαθορίζεται το πεδίο εφαρμογής του νομοθετικού πλαισίου για το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό, με εστίασή του στα θαλάσσια ύδατα και όχι και στις παράκτιες ζώνες.»

    Πράγματι, η Οδηγία δεν εφαρμόζεται στις παράκτιες περιοχές, εφόσον αυτές καλύπτονται από τον ισχύοντα πολεοδομικό σχεδιασμό της ξηράς (βλ. Άρθρο 2 της Οδηγίας, αν και η ελληνική μετάφραση της Οδηγίας είναι εξαιρετικά ατυχής στο σημείο αυτό).

    Το Σχέδιο Νόμου διορθώνει συνεπώς ένα μικρό σφάλμα της προηγούμενης νομοθεσίας. Από νομικής απόψεως οι αλλαγές αυτές δεν ήταν όμως αυστηρά αναγκαίες ή επείγουσες. Κατά μια ερμηνεία του ο Νόμος 4546/18 δημιουργεί απλά την ευχέρεια, όχι την υποχρέωση, να καλυφθούν παράκτιες ζώνες από τα θαλάσσια χωροταξικά σχέδια. Κανείς δεν υποχρέωνε την κυβέρνηση να καλύψει και παράκτιες ζώνες αν δεν το ήθελε. Συνεπώς η τροποποίηση του νόμου στο σημείο αυτό δεν έχει πρακτική σημασία.

    Υπάρχει και ένας δεύτερος λόγος για τον οποίον η τροποποίηση δεν φαίνεται να ήταν επείγουσα. Οι επιμέρους στόχοι των Σχεδίων θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού εκτίθενται στο άρθρο 5 της Οδηγίας Οδηγίας 2014/89, το οποίο καλύπτει όλα τα σχετικά ζητήματα ανεξάρτητα από το εσωτερικό δίκαιο και αναπτύσσει – πιθανώς, αν και δεν υπάρχει ακόμα νομολογία – άμεση ισχύ στο εσωτερικό δίκαιο. Η Οδηγία ρητά δεν έχει εφαρμογή στην παράκτια ζώνη.

    Σε σχόλιά μου παρακάτω σχολιάζω λεπτομερώς τα υπόλοιπα άρθα που αφορούν στον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό.

    Με τιμή,

    Παύλος Ελευθεριάδης
    Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου
    Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης

    Barrister
    Francis Taylor Building
    Inner Temple
    London EC4Y 7BY