1. Από το 2025, τα νέα κτίρια που βρίσκονται σε ζώνες υψηλής τρωτότητας υπό την έννοια της παρ. 2 ασφαλίζονται υποχρεωτικά. Η ύπαρξη ασφαλιστηρίου συμβολαίου αποτελεί προϋπόθεση για την ηλεκτροδότηση του κτιρίου.
2. Ως ζώνες υψηλής τρωτότητας θεωρούνται οι περιοχές που βρίσκονται:
α) Σε ζώνες δυνητικά υψηλού κινδύνου πλημμύρας όπως αποτυπώνοται στους χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας της περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 5 της υπό στοιχεία 31822/1542/Ε103/2010 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Προστασίας του Πολίτη (Β’ 1108) και εμπίπτουν στο σενάριο πλημμύρας υψηλής πιθανότητας,
β) πλησίον δασικών περιοχών που χαρακτηρίζονται από υψηλό κίνδυνο πυρκαγιάς. Οι περιοχές αυτές καθορίζονται με απόφαση του οικείου Γενικού Διευθυντή Δασών, λαμβάνοντας υπόψη το είδος της δασικής βλάστησης, την πυκνότητά της, την απόσταση από τα κτίρια και τις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής.
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα Στο "Άρθρο 19 Ασφάλιση κινδύνου από την κλιματική αλλαγή"
#1 Σχόλιο Από ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Στις 11 Δεκέμβριος, 2021 @ 16:36
Η διατύπωση δεν είναι αρκετά σαφής, καθώς δεν προκύπτει πως θα υποχρεωθούν σε ασφάλιση οι ήδη υφιστάμενες και ηλεκτροδοτούμενες οικοδομές. Το κριτήριο της ηλεκτροδότησης από μόνο του είναι ανεπαρκές, εκτός εαν υποχρεωθούν όλες οι υφιστάμενες παροχές να ελέγχονται περιοδικά. Θα ήταν προτιμότερο αυτό το βάρος να ενταχθεί στην ταυτότητα του κτιρίου, και αυτή να ενεργοποιηθεί επιτέλους.
#2 Σχόλιο Από ΕΝΩΣΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ Στις 13 Ιανουάριος, 2022 @ 15:03
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Ε.Ε.Α.Ε. – ΕΝΩΣΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού και της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η Ευρωπαϊκή ασφαλιστική βιομηχανία στηρίζει την φιλόδοξη προσπάθεια μείωσης των εκπομπών καυσαερίου κατά 55% έως το 2030 και την μηδενική εκπομπή ρύπων έως το 2050.
Πράγματι η δράση προβάλει πλέον περισσότερο επείγουσα και αναγκαία από ποτέ.
Ο Ασφαλιστικός κλάδος μπορεί να είναι επιβοηθητικός καθώς διαθέτει γνώσεις και τεχνογνωσία για την ανάληψη και διαχείριση των κινδύνων και ικανότητα οικονομικής στήριξης για την αντιμετώπιση των συνεπειών που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή.
Στο προκείμενο Σχέδιο Νόμου που παραμένει σε διαβούλευση και συγκεκριμένα στο άρθρο 19 παράγρ. 1 και 2 που αναφέρεται στην θέσπιση υποχρεωτικής ασφάλισης από το έτος 2025 σε νεόδμητες οικοδομές που βρίσκονται σε περιοχές ιδιαίτερης τρωτότητας,, ο ασφαλιστικός κλάδος ενώ θα μπορούσε πράγματι να αποτελέσει μέρος της λύσης καθώς διαθέτει μέθοδο, γνώση και κεφάλαια, βρίσκεται αντιμέτωπος με μία ρύθμιση που ανατρέπει βασικές αρχές της ασφάλισης.
Με την ρύθμιση που προωθείται παραβιάζεται κατάφωρα η βασική φιλοσοφία της ασφαλιστικής επιστήμης, που ορίζει ότι ο ασφαλιστέος κίνδυνος πρέπει να είναι αβέβαιος, μελλοντικός και τυχαία συμβεβηκός. Εν προκειμένω έχουμε μια βεβαία επέλευση κινδύνου, εφόσον επιλέγεται να ασφαλιστούν ακίνητα σε περιοχές υψηλού κινδύνου και μόνον.
Βασικός κανόνας επίσης της ασφάλισης είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βάση και διασπορά του κινδύνου προκειμένου να επιτευχθεί το λεγόμενο επαρκές ασφάλιστρο. Όπως λέμε συχνά η καλή τύχη των πολλών να καλύψει την ατυχία των λίγων.
Αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς τι ύψους ασφάλιστρο θα απαιτηθεί αν παραμείνει αυτή η πρωτοφανής διάταξη.
Με αφορμή την κατάθεση αυτού του Σχεδίου Νόμου ζητούμε την συνολική ρύθμιση του πλαισίου αντιμετώπισης και ανάληψης κινδύνων στις περιπτώσεις φυσικών καταστροφών.
Ζητούμε την σύμπραξη ιδιωτικού και δημόσιου τομέα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των συνεπειών που υφίστανται οι πολίτες και την θέσπιση κινήτρων για την ασφαλιστική κάλυψη κινδύνων όπως αυτών που επιχειρεί να καλύψει το υπό Διαβούλευση Σχέδιο.
Ζητούμε τέλος την απόσυρση της διάταξης αυτής και την συνεργασία εξ αρχής Πολιτείας και Ασφαλιστικής Αγοράς για την εξεύρεση τής βέλτιστης λύσης.
Αλλώς και εφόσον προκριθεί η υποχρεωτικότητα της ασφάλισης θα πρέπει η διάταξη να συμπεριλάβει όλα τα ακίνητα που έχουν κατασκευαστεί την τελευταία 25ετία και να ορισθεί ετήσιος έλεγχος διατήρησης της ασφάλισης.
Θα πρέπει να θεσπισθεί υποχρέωση γνωστοποίησης από πλευράς Ασφαλιστικών Εταιρειών στον αρμόδιο φορέα, εάν υπάρξει διακοπή ασφάλισης ή μή ανανέωση της ασφάλισης, ώστε να επιβάλλονται στον υπόχρεο οι κυρώσεις που θα προβλεφθούν.
Τέλος, και με την ευκαιρία της κατάθεσης του Σχεδίου Νόμου πιστεύουμε ότι η πλέον ώριμη λύση είναι η υποχρεωτική ασφάλιση όλων των ακινήτων στην Ελληνική επικράτεια και έναντι όλων των καταστροφικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένου του Σεισμού.
Ως Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές που είμαστε ο κύριος κορμός της προώθησης της ασφαλιστικής ιδέας και ως οι άμεσοι συνομιλητές και αναλυτές των αναγκών της κοινωνίας, μέσω της Ένωσης Επαγγελματιών Ασφαλιστών Ελλάδος – Ε.Ε.Α.Ε., είμαστε στη διάθεση όλων για την αναζήτηση αυτής της λύσης.
Άλλωστε και εφόσον συστήνεται στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Εθνικό Συμβούλιο για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠ), ως κεντρικό γνωμοδοτικό όργανο του Κράτους για τον συντονισμό, την παρακολούθηση και αξιολόγηση των δράσεων πολιτικής για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, και στο οποίο θα συμμετέχουν πολλοί παράγοντες από διάφορους τομείς, πιστεύουμε ότι για το σοβαρό θέμα της ασφάλισης θα πρέπει να συμμετέχει και εκπρόσωπος της Ασφαλιστικής Αγοράς.
#3 Σχόλιο Από ΕΝΩΣΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ Στις 13 Ιανουάριος, 2022 @ 15:15
Εθνικός Κλιματικός Νόμος
Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Ε.Ε.Α.Ε. – ΕΝΩΣΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
Σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού και της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η Ευρωπαϊκή ασφαλιστική βιομηχανία στηρίζει την φιλόδοξη προσπάθεια μείωσης των εκπομπών καυσαερίου κατά 55% έως το 2030 και την μηδενική εκπομπή ρύπων έως το 2050.
Πράγματι η δράση προβάλει πλέον περισσότερο επείγουσα και αναγκαία από ποτέ.
Ο Ασφαλιστικός κλάδος μπορεί να είναι επιβοηθητικός καθώς διαθέτει γνώσεις και τεχνογνωσία για την ανάληψη και διαχείριση των κινδύνων και ικανότητα οικονομικής στήριξης για την αντιμετώπιση των συνεπειών που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή.
Στο προκείμενο Σχέδιο Νόμου που παραμένει σε διαβούλευση και συγκεκριμένα στο άρθρο 19 παράγρ. 1 και 2 που αναφέρεται στην θέσπιση υποχρεωτικής ασφάλισης από το έτος 2025 σε νεόδμητες οικοδομές που βρίσκονται σε περιοχές ιδιαίτερης τρωτότητας,, ο ασφαλιστικός κλάδος ενώ θα μπορούσε πράγματι να αποτελέσει μέρος της λύσης καθώς διαθέτει μέθοδο, γνώση και κεφάλαια, βρίσκεται αντιμέτωπος με μία ρύθμιση που ανατρέπει βασικές αρχές της ασφάλισης.
Με την ρύθμιση που προωθείται παραβιάζεται κατάφωρα η βασική φιλοσοφία της ασφαλιστικής επιστήμης, που ορίζει ότι ο ασφαλιστέος κίνδυνος πρέπει να είναι αβέβαιος, μελλοντικός και τυχαία συμβεβηκός. Εν προκειμένω έχουμε μια βεβαία επέλευση κινδύνου, εφόσον επιλέγεται να ασφαλιστούν ακίνητα σε περιοχές υψηλού κινδύνου και μόνον.
Βασικός κανόνας επίσης της ασφάλισης είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βάση και διασπορά του κινδύνου προκειμένου να επιτευχθεί το λεγόμενο επαρκές ασφάλιστρο. Όπως λέμε συχνά η καλή τύχη των πολλών να καλύψει την ατυχία των λίγων.
Αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς τι ύψους ασφάλιστρο θα απαιτηθεί αν παραμείνει αυτή η πρωτοφανής διάταξη.
Με αφορμή την κατάθεση αυτού του Σχεδίου Νόμου ζητούμε την συνολική ρύθμιση του πλαισίου αντιμετώπισης και ανάληψης κινδύνων στις περιπτώσεις φυσικών καταστροφών.
Ζητούμε την σύμπραξη ιδιωτικού και δημόσιου τομέα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των συνεπειών που υφίστανται οι πολίτες και την θέσπιση κινήτρων για την ασφαλιστική κάλυψη κινδύνων όπως αυτών που επιχειρεί να καλύψει το υπό Διαβούλευση Σχέδιο.
Ζητούμε τέλος την απόσυρση της διάταξης αυτής και την συνεργασία εξ αρχής Πολιτείας και Ασφαλιστικής Αγοράς για την εξεύρεση τής βέλτιστης λύσης.
Αλλώς και εφόσον προκριθεί η υποχρεωτικότητα της ασφάλισης θα πρέπει η διάταξη να συμπεριλάβει όλα τα ακίνητα που έχουν κατασκευαστεί την τελευταία 25ετία και να ορισθεί ετήσιος έλεγχος διατήρησης της ασφάλισης.
Θα πρέπει να θεσπισθεί υποχρέωση γνωστοποίησης από πλευράς Ασφαλιστικών Εταιρειών στον αρμόδιο φορέα, εάν υπάρξει διακοπή ασφάλισης ή μή ανανέωση της ασφάλισης, ώστε να επιβάλλονται στον υπόχρεο οι κυρώσεις που θα προβλεφθούν.
Τέλος, και με την ευκαιρία της κατάθεσης του Σχεδίου Νόμου πιστεύουμε ότι η πλέον ώριμη λύση είναι η υποχρεωτική ασφάλιση όλων των ακινήτων στην Ελληνική επικράτεια και έναντι όλων των καταστροφικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένου του Σεισμού.
Ως Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές που είμαστε ο κύριος κορμός της προώθησης της ασφαλιστικής ιδέας και ως οι άμεσοι συνομιλητές και αναλυτές των αναγκών της κοινωνίας, μέσω της Ένωσης Επαγγελματιών Ασφαλιστών Ελλάδος – Ε.Ε.Α.Ε., είμαστε στη διάθεση όλων για την αναζήτηση αυτής της λύσης.
Άλλωστε και εφόσον συστήνεται στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Εθνικό Συμβούλιο για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠ), ως κεντρικό γνωμοδοτικό όργανο του Κράτους για τον συντονισμό, την παρακολούθηση και αξιολόγηση των δράσεων πολιτικής για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, και στο οποίο θα συμμετέχουν πολλοί παράγοντες από διάφορους τομείς, πιστεύουμε ότι για το σοβαρό θέμα της ασφάλισης θα πρέπει να συμμετέχει και εκπρόσωπος της Ασφαλιστικής Αγοράς.
#4 Σχόλιο Από WWF Ελλάς (εκ μέρους συμμαχίας οργανώσεων και φορέων) Στις 21 Ιανουάριος, 2022 @ 17:26
Ένας εθνικός κλιματικός νόμος θα πρέπει να περιλαμβάνει και έναν ολοκληρωμένο μηχανισμό εκτίμησης και μετριασμού των κλιματικών κινδύνων (φυσικά, με αξιοποίηση όλων των υφιστάμενων πόρων, π.χ. της πολιτικής προστασίας). Το παρόν νομοσχέδιο δεν ικανοποιεί την στοιχειώδη αυτή απαίτηση.
Ο ασφαλιστικός κλάδος ήταν και αυτός στο επίκεντρο των συζητήσεών της (COP26), στη Γλασκώβη. Η κλιματική αλλαγή και η απώλεια της φύσης επηρεάζουν όλο και περισσότερο τις κοινότητες και τις οικονομίες παγκοσμίως και διευρύνουν τις κοινωνικές ανισότητες, ιδίως σε έναν κόσμο μετά τον COVID. Το παγκόσμιο χάσμα ασφαλιστικής προστασίας για την υγεία, τη θνησιμότητα και τον κίνδυνο φυσικών καταστροφών αυξήθηκε κατά 6,3% σε 1,4 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2020 εν μέσω της πανδημίας COVID-19. Η πανδημία πίεσε πολύ τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, ιδίως στις αναδυόμενες αγορές, και οδήγησε σε χαμηλότερη ανθεκτικότητα στην υγεία και τη θνησιμότητα. Εν τω μεταξύ, η ανθεκτικότητα έναντι φυσικών καταστροφών παραμένει η χαμηλότερη.
Σίγουρα ο κλάδος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει όλα τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, αλλά θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των «απωλειών και ζημιών» από ακραία φαινόμενα. Στο πλαίσιο αυτό, μία διάταξη για την ασφάλιση των κλιματικών κινδύνων σίγουρα έχει θέση στον εθνικό κλιματικό νόμο. Ωστόσο θεωρούμε ότι θα έπρεπε να γίνει με πιο ολοκληρωμένο και ολιστικό τρόπο. Θα ήταν καλό να προβλεφθεί μια χαρτογράφηση της χώρας με τις περιοχές που κινδυνεύουν, όχι μόνο από πλημμύρες και πυρκαγιές αλλά απ’ όλα τα ακραία καιρικά φαινόμενα (π.χ. δυνατούς ανέμους, ακραίες θερμοκρασίες). H εκπόνηση εθνικής εκτίμησης κινδύνων αποτελεί απαίτηση της ενωσιακής νομοθεσίας (άρθ. 6 Απόφασης 1313/2013/ΕΕ), αλλά δεν φαίνεται να έχει γίνει πρόοδος στο τομέα αυτό (είναι άγνωστο, επίσης, σε ποια φάση υλοποίησης βρίσκεται και η Εθνική Πολιτική Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών και η Εθνική Βάση Δεδομένων Καταστροφών των άρθ. 9 και 22 ν. 4662/2020). Είναι μάλλον αδικαιολόγητη η άποψη ότι η ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να καλύψει κινδύνους οι οποίοι δεν έχουν οριοθετηθεί επαρκώς με επιστημονικό και τεκμηριωμένο τρόπο από αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές.
Ειδικά για τις πλημμύρες, θα πρέπει να ειπωθεί ότι στα πλαίσια της Προκαταρκτικής Αξιολόγησης Κινδύνων Πλημμύρας (ΠΑΚΠ) (2012), δεν είχαν εξεταστεί σενάρια κλιματικής αλλαγής με επιστημονικά τεκμηριωμένο τρόπο (“τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα υδρολογικά δεδομένα δεν επαρκούν για μία τεκμηριωμένη πρόβλεψη της επίδρασης της κλιματικής αλλαγής στη συχνότητα εμφάνισης των πλημμύρων. Έτσι, στον πρώτο κύκλο εφαρμογής της Οδηγίας δεν θα εξεταστούν σενάρια διόδευσης πλημμυρών σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής. Επειδή όμως θα εξεταστούν και υδρολογικά σενάρια πολύ χαμηλής πιθανότητας με τη χρήση στοχαστικής ανάλυσης (κατανομές ακραίων τιμών), θεωρείται ότι έτσι θα ενσωματωθεί σε αυτή τη φάση η επίδραση της κλιματικής αλλαγής…”). Αυτό συνέβη κατά παράβαση της σχετικής ευρωπαϊκής Οδηγίας, η οποία επιβάλλει την συνεκτίμηση των καλύτερων διαθέσιμων δεδομένων για την κλιματική αλλαγή, ήδη από το στάδιο της προκαταρκτικής αξιολόγησης (άρθ. 4 παρ. 2 Οδηγίας 2007/60). Αυτή την στιγμή, βρίσκεται σε εξέλιξη η 1η αναθεώρηση της Προκαταρκτικής Αξιολόγησης Κινδύνων: εκεί, μολονότι γίνεται μία προσπάθεια καλύτερης ενσωμάτωσης της κλιματικής αλλαγής, πάλι δεν τροποποιούνται οι Ζώνες Δυνητικά Υψηλού Κινδύνου Πλημμύρας (ΖΔΥΚΠ), “για την κάλυψη των τυχόν μεταβολών λόγω κλιματικής αλλαγής που δεν καλύπτονται από τα όρια πλημμύρας με περίοδο επαναφοράς Τ=1000 όπως αποτυπώθηκαν κατά την υλοποίηση των 1ων ΣΔΚΠ προτείνεται στην παρούσα φάση να διατηρηθούν τα όρια των ΖΔΥΚΠ όπως προσδιορίστηκαν στην 1η Προκαταρκτική Αξιολόγηση (2012) και να μη συρρικνωθούν με βάση τα αποτελέσματα των 1ων ΣΔΚΠ…” Με άλλα λόγια, μολονότι εντοπίστηκαν “μεταβολές λόγω κλιματικής αλλαγής που δεν καλύπτονται από τα όρια πλημμύρας” σε σενάρια ακραίων φαινομένων (Τ=1000), δεν αλλάζει τίποτα.
Τα παραπάνω έχουν σημασία για την αξιοπιστία του καθορισμού των ζωνών τρωτότητας, που είναι τμήματα των ΖΔΥΚΠ. Όπως και να έχει γίνει ο καθορισμός αυτός, επιφυλάξεις επίσης προκαλεί και η επιλογή του περιορισμού των ζωνών τρωτότητας μόνο στα τμήματα των ΖΔΥΚΠ που εμπίπτουν στο σενάριο πλημμυρών υψηλής πιθανότητας (Τ=50) [παρ. 2, παρ. (α)]. Πρώτα από όλα, η επιλογή αυτή υποβαθμίζει την σημασία των κινδύνων χαμηλής πιθανότητας αλλά σημαντικών επιπτώσεων (low-impact high-probability events), χωρίς να προτείνει μία διαφορετική μέθοδο καταγραφής ή διαχείρισης τους. Σε κάθε περίπτωση, το νομοσχέδιο όφειλε να επιβάλλει τον μετριασμό των κινδύνων αυτών ή την οργανωμένη και σταδιακή απομάκρυνση των ευάλωτων ανθρώπινων δραστηριοτήτων από τις ζώνες αυτές. Η υποχρέωση ασφάλισης να μπορεί να υποκαθιστά την συνταγματική υποχρέωση της πολιτείας να σχεδιάζει βιώσιμους οικισμούς. Πολλώ δε μάλλον από τη στιγμή που η υποχρέωση ασφάλισης αφορά μόνο τα νέα, και όχι τα υφιστάμενα κτίρια (παρ. 1). Έτσι, το μέτρο για την ασφάλιση κινδύνων σε περιοχές υψηλής τρωτότητας οφείλει να συνοδεύεται και από μέτρα μετριασμού των κλιματικών κινδύνων με την υλοποίηση, εκ μέρους της πολιτείας, των απαραίτητων αντιπλημμυρικών και αντιπυρικών έργων. Κατ΄ελάχιστον, οι ισχύουσες άδειες δόμησης σε περιοχές υψηλής τρωτότητας οφειλουν να επανεξεταστούν (για να προσαρμοστούν σε προκαθορισμένα πρότυπα ασφάλειας) ή να μην ανανεωθούν, εφόσον κρίνεται μη ασφαλής η περιοχή. Τα ίδια θα πρέπει να εφαρμοστούν και για την προστασία υφιστάμενων κτιρίων και οικισμών.
Κλείνοντας, θα πρέπει να τονιστεί ότι οι κλιματικοί κίνδυνοι αναμένεται να προσθέσουν έως και 183 δισεκατομμύρια δολάρια στα ετήσια ασφάλιστρα για την ασφάλιση ακινήτων μέχρι το 2040, καθώς η αυξανόμενη συχνότητα και η σοβαρότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων θα ωθεί τους ασφαλιστές να αυξήσουν τις τιμές. Στοιχεία δείχνουν ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να συνδέεται με μείωση της διαθεσιμότητας και της οικονομικής προσιτότητας της ασφάλισης που παρέχεται από τον ιδιωτικό τομέα. Θα πρέπει να αποφευχθούν σημαντικές διαταραχές στην ασφαλιστική αγορά και να υπάρχει στήριξη στις πιο οικονομικά ευάλωτες ομάδες. Συνεπώς, κάθε σύστημα ασφάλισης κινδύνων από την κλιματική αλλαγή πρέπει να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει έλλειμμα ασφαλιστικής προστασίας ή ανισότητα πρόσβασης σε αυτή (λόγω υψηλών ασφαλίστρων). Η διπλή αυτή πρόκληση μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με τον σχεδιασμό ενός δημόσιου συστήματος ασφάλισης κλιματικών κινδύνων (ή έστω, ενός συστήματος με ισχυρή δημόσια συμμετοχή). Μολονότι τα θέματα αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν εξαντλητικά από το νομοσχέδιο, θα έπρεπε εδώ να τεθούν τουλάχιστον οι βασικές κατευθύνσεις.
*Το σχόλιο συνυπογράφεται από συμμαχία οργανώσεων και φορέων: Γ.Σ.Ε.Ε – Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος, MEDASSET, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Οικολογική Εταιρία Ανακύκλωσης, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Καλλιστώ, Νόμος & Φύση, Γιατροί του Κόσμου, Vouliwatch, Greenpeace, WWF Ελλάς
#5 Σχόλιο Από Greenpeace Greece Στις 27 Ιανουάριος, 2022 @ 12:00
Οι άδειες δόμησης σε περιοχές υψηλής τρωτότητας οφειλουν να επανεξεταστούν ή και να παύσουν, εφόσον κρίνεται μη ασφαλής η περιοχή.
Γενικά, το μέτρο για την ασφάλιση των κτιρίων σε περιοχές υψηλής τρωτότητας ως περιγράφεται, οφείλει να συνοδεύεται και από μέτρα προσαρμογής στα ακραία φαινόμενα με την υλοποίηση, εκ μέρους της πολιτείας, των απαραίτητων αντιπλημμυρικών και αντιπυρικών έργων. Τα ίδια θα πρέπει να εφαρμοστούν και για την προστασία υπαρχόντων κτιρίων και οικισμών.
#6 Σχόλιο Από Σταύρος Μαυρουδέας Στις 27 Ιανουάριος, 2022 @ 22:04
Πώς συμβάλει το Άρθρο 19 στη «Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή»; Χρήματα που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για να συμβάλουν στους στόχους του νομοσχεδίου, θα καταλήγουν στους τραπεζικούς λογαριασμούς των ασφαλιστικών εταιρειών.
#7 Σχόλιο Από Οικολόγοι ΠΡΑΣΙΝΟΙ Στις 28 Ιανουάριος, 2022 @ 10:42
Προτάσεις αλλαγών –συμπληρώσεων:
• Να υπάρξει πρόβλεψη (και αντίστοιχος χρόνος προσαρμογής) και για υφιστάμενα κτίρια, τόσο ιδιωτικά όσο και δημόσια. Η ύπαρξη της ασφάλισης να αποτελεί προϋπόθεση για μεταβιβάσεις, ενοικιάσεις, άδειες εργασιών κλπ.
• Να υπάρξει πρόβλεψη για σύστημα χρηματοδότησης του κόστους της ασφάλισης για πολίτες με χαμηλά εισοδήματα.
• Να διευκρινιστεί αν πρέπει να αποδεικνύεται η σχέση με την κλιματική αλλαγή του φαινομένου για αποζημίωση από την καταστροφή, π.χ. τί γίνεται αν αποδειχθεί ότι μια δασική πυρκαγιά ήταν εμπρησμός;
#8 Σχόλιο Από Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) Στις 28 Ιανουάριος, 2022 @ 11:05
Eνδεχομένως να υπάρχει ανάγκη για τη διαμόρφωση θεσμικού πλαισίου που θα διέπει τις εν λόγω ασφάλειες, υπό την κατηγορία ασφαλειών συγκεκριμένα έναντι των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή, ώστε εφόσον θα αποτελούν προαπαιτούμενο για την ηλεκτροδότηση των κτιρίων αυτών, να αναπτύσσονται μέσα σε ένα εξειδικευμένο και στοχευμένο πλαίσιο.
#9 Σχόλιο Από Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης (ΕΕΠΦ) Στις 28 Ιανουάριος, 2022 @ 12:46
Παρ.1: Δεν διευκρινίζεται ποιος θα φέρει το κόστος της ασφάλισης κινδύνου.
#10 Σχόλιο Από Ernst & Young (Hellas) Certified Auditors Accountants S.A. Στις 28 Ιανουάριος, 2022 @ 12:54
Επί του συνόλου του Άρθρου 19
Σχόλια:
1) Προτείνεται να πραγματοποιηθεί σχέδιο αντιπυρικής και αντιπλημμυρικής προστασίας εκτός από τον στόχο ασφαλιστικής κάλυψης.
2) Προτείνεται στις ζώνες υψηλής τρωτότητας να αναγνωρίζονται τόσο (i) σενάρια υψηλού κινδύνου πλημμύρας και (ii) δασικών πυρκαγιών, όσο και σενάρια και ζώνες για (iii) υψηλές ταχύτητες αέρα και (iv) υψηλές θερμοκρασίες / υγρασίας (καύσωνα) (το οποίο μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα δασικών πυρκαγιών) αλλά και (v) σενάρια με δείκτες θερμικής δυσφορίας για την Υγιεινή και ασφάλεια στον εργασιακό χώρο ή και για τον ευρύτερο πληθυσμό.