Μεταφορτώστε τα αρχεία στους κατωτέρω συνδέσμους (στην ελληνική γλώσσα):
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΟΜΟΣ Α΄ : ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
ΤΟΜΟΣ Β’ : ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΔΑΤΩΝ
ΤΟΜΟΣ Γ’ : ΕΓΚΑΙΡΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΡΙΣΗΣ
ΤΟΜΟΣ Δ’ : ΓΕΩΡΓΙΑ & ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ
ΤΟΜΟΣ Ε ́ : ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
ΤΟΜΟΣ ΣΤ’ : ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ
ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ
Συνοπτική περίληψη του σχεδίου στην ελληνική γλώσσα
Στους κατωτέρω συνδέσμους τα κείμενα είναι διαθέσιμα και στην αγγλική γλώσσα:
HVA Master Plan Executive Summary
HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 1
HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 2
HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 3
HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 6
Μας βρίσκουν σύμφωνους/ες τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων
1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
4. Greenpeace
5. WWF Ελλάς
που έχουν υποβληθεί παραπάνω και συγκεκριμένα στις 22/3/24.
Τα παραθέτουμε ξανά παρακάτω και ζητάμε να τα λάβετε σοβαρά υπόψη, καθώς η αντιμετώπιση μίας καταστροφής όπως αυτή της Θεσσαλίας και η πολιτική διαχείρισης των υδάτων ΟΦΕΙΛΕΙ να αντιμετωπιστεί σοβαρά, να βγάλει συμπεράσματα ώστε να μην επαναληφθούν τέτοιου μεγέθους καταστροφές στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οφείλει επίσης να χαράξει στρατηγική και μέτρα, σε συμφωνία με όλες τις ευρωπαϊκές οδηγίες και στρατηγικές. Η προχειρότητα με την οποία επιχειρείται να καταρτιστεί το σχέδιο, τα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια, τα πολλαπλά εμπόδια στη διαβούλευση (παραθέτονται στο κείμενο των οργανώσεων παρακάτω) και η εμφανής παραβίαση των ευρωπαϊκών οδηγιών και στρατηγικών, προοιωνίζουν την επανάληψη γνωστών κακών πρακτικών με τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες στη φύσησ και τον άνθρωπο.
Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel”
Γενικά σχόλια σχετικά με τη διαβούλευση
Έλλειμμα θεσμικής βάσης: Από το εισαγωγικό μήνυμα στο opengov.gr, όπου διεξάγεται η διαβούλευση, δεν προκύπτει καμία θεσμική πλαισίωση για την υπό σχολιασμό έκθεση. Η έκθεση δεν εντάσσεται καν στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε προβλέπεται από εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις πριν μερικές μέρες (15 Μαρτίου 2024), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, μετά από επανειλημμένες σχετικές προειδοποιήσεις, να παραπέμψει τη χώρα μας για παραβίαση των δυο οδηγιών που σχετίζονται άμεσα με την υπό σχολιασμό μελέτη της εταιρείας HVA: την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ντροπιαστική εξέλιξη, ειδικά καθώς αφορά μια χώρα που δεν έχει απλώς υποχρέωση εφαρμογής τους, αλλά και μεγάλη ανάγκη από τα εργαλεία που προσφέρουν οι δυο αυτές οδηγίες για πραγματικά βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων οικοσυστημάτων, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά υπέρ της θωράκισης της κοινωνίας και της οικονομίας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. H μελέτη της εταιρείας HVA αγνοεί πλήρως τις δυο οδηγίες και επιδεινώνει το έλλειμμα σωστής εφαρμογής τους από τη χώρα μας.
Πρέπει να τονιστεί ότι η ανάπτυξη των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, στο πλαίσιο της οδηγίας 2007/60/ΕΕ, αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Το δίκαιο της ΕΕ σαφώς προβλέπει ότι οι δύο διαδικασίες, δηλαδή η διαχείριση του κινδύνου από πλημμύρες και η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (προοίμιο οδηγίας για τις πλημμύρες, εδ. 17) αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών και θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους.
Επισημαίνουμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη υποβάλει σχόλια στη διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για τη Δυτική Στερεά και τη Θεσσαλία. Τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι διαθέσιμα εδώ: https://www.wwf.gr/shmeio_gnosis/politiki/?12171866/——-2—
Γλώσσα: Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο κοινό απευθύνεται η μελέτη αυτή. Πάντως, όταν οποιοδήποτε έγγραφο ή έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση, βασική υποχρέωση του αρμόδιου φορέα είναι να προσφέρει το κείμενο στη γλώσσα του κοινού που καλείται να το σχολιάσει και του οποίου τη ζωή επηρεάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γεγονός ότι η έκθεση και τα τεύχη της είναι στα Αγγλικά, αποτελεί υποβάθμιση του κρίσιμου θεσμού της διαβούλευσης και ειρωνεία προς το ελληνικό κοινό που πιθανώς να μην είναι εξοικειωμένο είτε με την ίδια τη γλώσσα είτε με τεχνικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην έκθεση. Ένα καθαρά μορφολογικό επίσης σχόλιο είναι η απουσία πίνακα περιεχομένων, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, καθώς η πλοήγηση στο κείμενο και η εξ αρχής αποκόμιση της συνολικής εικόνας για τη δομή είναι αδύνατη.
Επιστημονική επάρκεια: Στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας (εάν διεξήχθη έρευνα). Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές που πλέον συμβαίνουν ολοένα και συχνότερα και τείνουν να γίνουν νέα κανονικότητα.Ειδικότερα σχόλια επί των παραδοχών και προτάσεων της HVA
Το τεύχος “Flood defense infrastructures” φαίνεται να αποτελεί συρραφή κειμένων και προτάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί σε άλλα πλαίσια και απλά να συγκεντρώνει σε ένα πακέτο όλα τα έργα και τις παρεμβάσεις που έχουν κατά το παρελθόν προταθεί ή σχεδιαστεί (μεγάλα και μικρότερα φράγματα, σήραγγες, αναχώματα, έργα ορεινής υδρονομίας, κλπ). Υπολείπεται επίσης σοβαρά σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις σε καινοτόμες προσεγγίσεις αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πλημμυρών και συνολικότερα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με βάση τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα του κάθε τόπου.
Αν και η μελέτη της HVA ανακοινώθηκε με τον τίτλο “MASTER PLAN FOR THE A) POST-DISASTER REMEDIATION OF THE DAMAGE CAUSED BY THE >70,000 HECTARE FLOODING IN THESSALY and B) THE MITIGATION OF FUTURE FLOODING IN THE AREA aiming at covering the operational needs of the Ministry of Civil Protection» [ΑΔΑ: 90ΛΩ46ΝΠΙΘ-1Ξ3 – Έγκριση σύμβασης δωρεάς μεταξύ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (ως δωρεοδόχου) και του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠEΖΩΝ» (ως δωρητή)]. Εντούτοις όμως, στην έκθεση (σελ. 24 τεύχους για τις πλημμύρες) αναφέρεται ότι:
“Το Master Plan δεν είναι απλώς ένα αυτόνομο ή άκαμπτο σχέδιο για τη διαχείριση των πλημμυρών. Τα στοιχεία του παρόντος πρέπει να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα και μελλοντικά Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων, Σχέδια Διαχείρισης Πλημμύρας, οδηγίες της ΕΕ, όπως η Οδηγία της ΕΕ για τις Πλημμύρες (2007/60/ΕΚ). Επιπλέον, η ευθυγράμμιση με τα αναπτυξιακά σχέδια για τους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι επιτακτική για μια ολιστική και αποτελεσματική προσέγγιση. Οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται σε αυτό το Κατευθυντήριο Σχέδιο προορίζονται συγκεκριμένα να ενσωματωθούν στην εν εξελίξει αναθεώρηση του υφιστάμενου Σχεδίου Διαχείρισης Πλημμυρών της Κυβέρνησης της Ελλάδας. Το επικαιροποιημένο σχέδιο προβλέπεται να εξελιχθεί σε ένα ισχυρό επιχειρησιακό εργαλείο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των πλημμυρών. Αυτό περιλαμβάνει την πρόοδο και την αξιολόγηση των υποδομών, τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την ανάκαμψη από τις πλημμύρες.”
Αυτός ο συλλογισμός είναι εξαιρετικά προβληματικός σε σχέση με το δίκαιο της ΕΕ, καθώς δεν μπορεί ένα εκτός ισχύοντος θεσμικού πλαισίου σχέδιο να επιβάλει εξωγενώς προσαρμογή σε θεσμικά προβλεπόμενα σχέδια με το ίδιο αντικείμενο. Λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένο ότι το υπό ‘διαβούλευση’ ‘masterplan’ καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων αναμφισβήτητα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως τα μεγάλα φράγματα, τότε θα έπρεπε να υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ (οδηγία 2001/42/ΕΚ).
Συνολικά, η μελέτη δίχως να ακολουθεί καμία γνωστή ή θεσμοθετημένη μεθοδολογία εκπόνησης μελετών προτείνει, με βάση γενικόλογη και διόλου τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, υδραυλικές λύσεις οι οποίες έχουν ήδη προταθεί από άλλους φορείς, ενώ κάποιες (όπως τα έργα εκτροπής του Αχελώου) έχουν ακυρωθεί δικαστικώς και καταδικαστεί επιστημονικά. Αυτές οι παρωχημένης λογικής προτάσεις καλό θα είναι να μείνουν στο παρελθόν.
Σε πρώτη φάση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποβάλλουν πρώτη δέσμη σχολίων, με εστίαση στα εξής ζητήματα: α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο, β) Συμμετοχή και διαφάνεια, γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων, δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση, ε) Απουσία δεδομένων, στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου, η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions), θ) Μοντέλο διακυβέρνησης.
α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο: Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Ενδεικτικά, τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού.
Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Σημειωτέον ότι τα εν λόγω σχέδια βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, ενώ φαίνεται να αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης (γίνεται μόνο αναφορά στο ανεπαρκές «σύστημα παρακολούθησης ή σαφές θεσμικό [τους] πλαίσιο», VOLUME II, σελ. 119).
Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).
Η μελέτη της HVA δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της προόδου εφαρμογής των πρώτων σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας (για την Ελλάδα αυτή η αναφορά εκδόθηκε το 2021, καθώς υπέβαλε τα απαραίτητα στοιχεία με καθυστέρηση). Η ενδιάμεση αξιολόγηση αποτυπώνει τις σημαντικότερες παραλείψεις των ΣΔΚΠ. Μια από τις σημαντικές παραλείψεις αφορά τη μη αποτύπωση από τα ΣΔΚΠ «φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού” (natural water retention measures). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει ισχυρή σύσταση για ενίσχυση των λύσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και ειδικότερα των φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού (NWRM), ως εξής: “the information provided is not detailed and the FRMPs do not highlight the potential role of NWRM. Generally, the use of nature based solutions should be strengthened. A high share of the total costs will go on measures that could include riverbank and riverbed modifications, with possible negatively impacts on the ecological and hydromorphological conditions of streams and rivers.” Η έκθεση της HVA επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτό το σοβαρό έλλειμμα του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού της χώρας.
Η έκθεση της HVA περιέχει μόνο γενικόλογες αναφορές στα NbS, δίχως να διατυπώνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης και συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές θωράκισης της χώρας απέναντι στην υπαρξιακή απειλή της κλιματικής κρίσης. Μεγάλο ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού φαίνεται ότι διατίθεται σε μέτρα εγκιβωτισμού και τροποποιήσεων στις κοίτες των ποταμών με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις οικολογικές και υδρομορφολογικές συνθήκες των περιοχών. Η μελέτη της HVA περιέχει προτάσεις που ενισχύουν αυτή τη λογική, με επιπλέον αναχώματα, τροποποιήσεις της κοίτης ποταμών και εκτροπές ποταμών (π.χ. Αχελώος, Αγιαμονιώτης)
β) Συμμετοχή, διαφάνεια και κοινωνική συνεργασία: Διαβούλευση κειμένου στα αγγλικά, αποκλείει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ανθρώπων των οποίων η ζωή επηρεάζεται ευθέως, οι οποίοι ενδεχομένως δεν γνωρίζουν τη γλώσσα και την τεχνική ορολογία που χρησιμοποιείται στην έκθεση. Η κοινωνία και οι παραγωγικοί φορείς όμως πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση και εφαρμογή των κατάλληλων λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της. Απαιτείται στενή συνεργασία με παραγωγούς και ομάδες που ήδη εφαρμόζουν αγροοικολογικές πρακτικές στα αγροκτήματά τους και έχουν εμπειρία από τα οφέλη και πλεονεκτήματα και αγρο-επιστήμονες που έχουν γνώση και εμπειρία σε αγροοικολογικές, μεθόδους ανθεκτικότητας και προστασίας κλίματος και βιοποικιλότητας, και μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία. Εν ολίγοις, δεν νοείται διοικητική διαδικασία στην Ελλάδα που να διεξάγεται σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής.
γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων: Η προφανής λύση (που δεν προτείνεται πουθενά στο σχέδιο της HVA) είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες). Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι λειτουργικό και υγιές χωρίς βιοποικιλότητα. Κανένα σχέδιο για αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν μπορεί να είναι βιώσιμο στη νέα κλιματική πραγματικότητα χωρίς να προτείνει προστασία βιοποικιλότητας και ανθεκτικότητα των αγροτικών συστημάτων.
Πρακτικά, αυτά μπορούν να επιτευχθούν: (α) Εφαρμόζοντας πρακτικές που αυξάνουν την ικανότητα του εδάφους να διηθεί το νερό, να το συγκρατεί, και να κάνει τα θρεπτικά στοιχεία πιο αφομοιώσιμα από τα φυτά. (β) Εξασφαλίζοντας βιοποικιλότητα στο επίπεδο των ειδών εντός του αγροτικού οικοσυστήματος. Αυτό περιλαμβάνει τη βιοποικιλότητα στους μικροοργανισμούς του εδάφους, στους πληθυσμούς των εντόμων, της αυτοφυούς βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών. (γ) Εξασφαλίζοντας ποικιλία διατροφικών πηγών για την εξασφάλιση ποικιλίας στη διατροφή, το οποίο με τη σειρά του διασφαλίζει τη διατροφική ασφάλεια. Στις αγροτικές περιοχές: αγροτικό τοπίο με ποικιλία καλλιεργούμενων ειδών και ζώων. Στις αστικές περιοχές: αστική χωροταξία που ενθαρρύνει την αστική γεωργία, για να υπάρχει μεγαλύτερη οικιακή αυτάρκεια και καλύτερη διατροφή των πληθυσμών. (δ) Δημιουργώντας κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιβίωση και ευημερία των αγροτικών κοινοτήτων, όπως προώθηση τοπικών αγορών καλλιεργητών, προγράμματα υποστηριζόμενης γεωργίας, επανασύνδεση παραγωγών-καταναλωτών, δημόσιες συμβάσεις με αγροκτήματα που παράγουν τροφή προστατεύοντας το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, κοκ.
Σε κάθε περίπτωση, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της πληγείσας τις πρωτοφανείς πλημμύρες Θεσσαλίας οφείλει να στρέψει την περιοχή στο αύριο και όχι να την κρατάει όμηρο του χθες.
Όσον αφορά τις καλλιέργειες βαμβακιού (και καλαμποκιού), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ομάδας που πραγματοποιεί σχετικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπεται ήδη σημαντική μείωση της παραγωγικότητας τους μέσα στις επόμενες δεκαετίες επομένως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος.
δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση: Οι χάρτες δεν είναι ευκρινείς, ενώ δεν είναι σαφές ούτε ποια δεδομένα αποτυπώνουν, από ποιες πηγές προέρχονται αυτά και σε ποιες χρονικές περιόδους αναφέρονται. Πιθανότατα επίσης να περιέχουν λάθη, όπως πχ ο πίνακας στη σελίδα 37 που δηλώνει ότι αποτυπώνει ‘water depths’ στις 7 Σεπτεμβρίου 2024.
ε) Απουσία δεδομένων: Το τεύχος διατυπώνει συμπεράσματα και καταλήγει σε προτάσεις μικρών και μεγάλων τεχνικών έργων δίχως να αναφέρει πουθενά σε ποια δεδομένα βασίζεται.
Αναφέρονται επιτόπιες επισκέψεις ως «διερευνητικές αποστολές» (fact-finding missions), άλλοτε σε πληθυντικό (Volume I και III) και άλλοτε σε ενικό (Volume IΙΙ), καθώς και ότι υπάρχει σχετική έκθεση (fact-finding report, Volume II, σελ. 100). Όμως παρουσιάζονται μόνο τα αδρά συμπεράσματα αυτής της έκθεσης (Volume II, σελ. 116), χωρίς αναφορά στη μεθοδολογία, τα καταγεγραμμένα στοιχεία και τον τρόπο εξαγωγής συμπερασμάτων.
Αναφέρεται (Volume I, σελ. 38) ότι η διαμόρφωση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών βασίστηκε σε υδρολογικά μοντέλα που είχαν ήδη δημιουργηθεί για τη Θεσσαλία. ‘Όμως, στην επόμενη ακριβώς πρόταση, αναφέρεται ότι «οι διερευνητικές αποστολές εντόπισαν αδυναμίες στα υπάρχοντα μοντέλα, ειδικά σε ότι αφορά την επάρκειά τους για τον σχεδιασμό και διαστασιολόγηση των υποδομών αλλά και για την Έγκαιρη Προειδοποίηση και τη Διαχείριση Κινδύνων». Προτείνεται μάλιστα τα μοντέλα αυτά να επικαιροποιηθούν (εκ των υστέρων;).
στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα: Αν και σε διάσπαρτα σημεία της η έκθεση αναφέρει ότι ο περιορισμός της φυσικής ροής ρεμάτων και ποταμών ευθύνεται για την αυξημένη τρωτότητα της Θεσσαλίας σε πλημμύρες και ξηρασία, καθώς και την ανάγκη διατύπωσης φυσικών λύσεων για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση των φυσικών διόδων του νερού, εντούτοις η ‘μεγάλη εικόνα’ είναι η έμφαση που δίνει σε παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών. Γενικότερα η μελέτη αποτελεί συμπίλημα παλαιότερων προτάσεων για μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τα οποία όμως είναι ακατάλληλα για την υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών που τείνουν να γίνουν η νέα κανονικότητα.
Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο: “Managing floods requires keeping reservoirs empty to accommodate floodwaters, while electricity companies and farmers prefer high and relatively constant water levels”. Για να επιλύσει αυτή την πρόκληση αναφέρει γενικόλογα και αόριστα την “καλή συνεργασία μεταξύ φορέων”, δηλαδή ένα ακόμα επίπεδο στην ήδη πολύπλοκη διαδικασία που στην πράξη αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό.
ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου: To σχέδιο δείχνει να διέπεται από μια εμμονή με το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της εκτροπής του Αχελώου (φράγμα Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού – Δρακότρυπας, φράγματα Μουζακίου και Πύλης). Η δε επίκληση της κλιματικής αλλαγής ως δικαιολογίας για την εκτροπή του Αχελώου είναι η πλέον παράλογη και δυνητικά καταστροφική πολιτική επιλογή. Ειδικά υπό τη βαριά σκιά της καταστροφής που προκάλεσε η καταιγίδα Ντάνιελ και επιδείνωσε η αμέσως επόμενη καταιγίδα Ηλίας, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτροπή του Αχελώου. Ειδικότερα λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι στόχος της εκτροπής είναι η διατήρηση της στάθμης του Πηνειού σε υψηλό επίπεδο κατά τους θερινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, εύλογα συμπεραίνεται ότι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Ντάνιελ, ο Πηνειός θα είχε ξεχειλίσει ήδη από τις πρώτες μέρες. Πιθανότατο αποτέλεσμα θα ήταν η πλημμύρα της Λάρισας κατά τη διάρκεια της καταιγίδας και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions): Η αναφορά στις λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions) γίνεται μόνο κατ’ επίφαση και υποδηλώνει άγνοια επί του αντικειμένου. Αναφορά γίνεται μόνο ως συμπληρωματικό έργο των έργων ορεινής υδρονομίας (ενδεικτικά revegetation and reforestation) ενώ αγνοεί πλήρως κρίσιμης σημασίας προσεγγίσεις όπως αποκατάσταση κοίτης ποταμών, αποκατάσταση παρόχθιων δασών, σύνδεση με πλημμυρικά πεδία, αποκατάσταση υγροτόπων και προστασία δασικών εκτάσεων ή/και αναδασώσεις όπου χρειάζεται). Η Ολλανδία είναι πρωτοπόρος σε έργα που βασίζονται σε nature-based solutions και μια ολλανδική εταιρεία θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό και να αξιοποιήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τη διαθέσιμη εμπειρία και γνώση. Τελικά η αναφορά σε NbS είναι τελείως ανεπαρκής, ιδίως καθώς δεν εξειδικεύονται και παρουσιάζονται ως μέρος ενός συνονθυλεύματος παρεμβάσεων από την εκτροπή του Αχελώου έως και άλλες “grey infrastructures” (δηλ. μεγάλα κατασκευαστικά έργα). Η εταιρεία και τα αρμόδια υπουργεία μπορούν να αξιοποιήσουν το υλικό που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (βλ. σχετικό κατάλογο στο τέλος των σχολίων). Οι φυσικές λύσεις δεν είναι εμβαλωματική προσθήκη σε ένα χαοτικό σύνολο από μεγάλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις και εκτροπές ποταμών από μια λεκάνη απορροής σε άλλη. Οι φυσικές λύσεις στην κλιματική κρίση είναι ασπίδα προστασίας για ανθρώπους, κοινότητες, οικοσυστήματα και την οικονομία, και απαιτούν συνολικό και συμπαγή σχεδιασμό.
θ) Ανησυχητικό μοντέλο διακυβέρνησης: Το τεύχος που εστιάζει στη διακυβέρνηση (δηλαδή στον “Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, περιέχει πολλή λεπτομέρεια, σε επίπεδο ακόμα και αριθμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τυπολογία για τις οθόνες, smartphones, μεγάφωνα, ποδήλατα, και τύπο αυτοκινήτων 4Χ4, κλπ αλλά και μισθολογικές απαιτήσεις (στο τεύχος VI “Recommendations and timelines”). Η αναφορά όμως στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). Συγκεκριμένα, η HVA (της οποίας ο ρόλος στην διαχείριση του οργανισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση), φαίνεται να προτείνει νομική μορφή ειδικού χαρακτήρα, με ανάθεση αρμοδιοτήτων υπό τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας (σελ. 126-128 τεύχους για τη διακυβέρνηση).
Τέλος, δεδομένου ότι φαίνεται πως η μελέτη αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση, παραθέτουμε σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών:
● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece
Τεστ
Σύνδεσμος Κατακλυζομένων Μεσοχώρας «Ο Αχελώος» (https://skmacheloos.gr)
1. Αναρωτώμεθα ποιός είναι ο σκοπός της παρούσας διαβούλευσης, αφού είναι άδηλο σε ποιά διαδικασία λήψης δημόσιας απόφασης αυτή εντάσσεται.
2. Η επίσημη γλώσσα στην Ελλάδα είναι η ελληνική. Η παράθεση προς διαβούλευση μίας μελέτης 400 σελίδων με ειδική τεχνική ορολογία, συντεταγμένης σε ξένη γλώσσα είναι ενέργεια πρωτοφανής, που ακυρώνει τη διαβούλευση στο σύνολό της.
3. Η δωρεά της μελέτης από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών προς το ελληνικό δημόσιο καταστρατηγεί το ενωσιακό Δίκαιο των Δημοσίων Συμβάσεων, το οποίο επιβάλλει στα κράτη μέλη, εάν επιθυμούν να αναθέσουν στον ιδιωτικό τομέα την εκπόνηση μελετών ή την κατασκευή έργων, να απευθύνονται στην ευρωπαϊκή αγορά με συγκεκριμένες διαγωνιστικές διαδικασίες. Την μελέτη ή την κατασκευή αναλαμβάνει ο φορέας, που θα αναδειχθεί ως ο καταλληλότερος ανάδοχος και όχι αυτός που επιλέγει από μόνος του ο οποιοσδήποτε δωρητής.
4. Όπως διαβεβαιώνει η Κυβέρνηση στην ιστοσελίδα της (16-11-2023), ανέθεσε στην Ολλανδική εταιρεία HVA International «να ερευνήσει τις υποκείμενες αιτίες και τον αντίκτυπο των πλημμυρών που ακολούθησαν την κακοκαιρία Ντάνιελ και να αναπτύξει ένα Master Plan με σκοπό να κάνει την περιοχή της Θεσσαλίας περισσότερο ανθεκτική στις πλημμύρες. Τους ζητήθηκε να δώσουν έμφαση στην αποκατάσταση μετά τις πλημμύρες, με ιδιαίτερη προσοχή στους δύο πιο σημαντικούς και περισσότερο επηρεασμένους οικονομικούς κλάδους της Θεσσαλίας, δηλαδή την αγροτική παραγωγή και την κτηνοτροφία».
Είναι σαφές λοιπόν, ότι αντικείμενο της ανατεθείσας στους Ολλανδούς μελέτης ήταν, αφενός η αποκατάσταση των ζημιών που προκάλεσαν οι πλημμύρες του ακραίου καιρικού φαινομένου, αφετέρου η πρόταση σχεδίου θωράκισης της Θεσσαλίας έναντι αναλόγων μελλοντικών καιρικών φαινομένων.
Επομένως, το γεγονός ότι η Ολλανδική εταιρεία επεκτάθηκε στο ζήτημα της αντιμετώπισης του λεγόμενου υδατικού ελλείμματος της Θεσσαλίας – το οποίο σημειωτέον έχει αποτελέσει αντικείμενο μελετών από ελληνικά Πανεπιστήμια – φθάνοντας μέχρι την εκτροπή του Αχελώου, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται περί μεθόδευσης.
Η κυβέρνηση εργαλειοποιεί τη φυσική καταστροφή στη Θεσσαλία, προκειμένου να αναστήσει το έργο εκτροπής του Αχελώου, στο οποίο έθεσε ταφόπλακα η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, κρίνοντάς το αντίθετο με την αρχή της Βιώσιμης Ανάπτυξης.
Στο σημείο αυτό, αισθανόμεθα την ανάγκη να σταθούμε στο ανήθικο τέχνασμα της διατήρησης επί ξυρού ακμής 65 κατοικιών της Μεσοχώρας, επί συνόλου 350, προκειμένου να περάσει επιτυχώς, όπως αποδείχθηκε, τον δικαστικό έλεγχο η αδειοδότηση του ομώνυμου φράγματος/υδροταμιευτήρα. Και ακόμη να εκφράσουμε την κατάπληξή μας γιά το γεγονός ότι το Ανώτατο Ακυρωτικό «έθαψε» απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, προκειμένου να μην προβεί σε πλήρη έλεγχο της ουσιαστικής και διαδικαστικής νομιμότητας της ανωτέρω αδειοδότησης.
5. Ο Εμπορικός Σύλλογος Αμστερνταμ (πιστή μετάφραση της επωνυμίας της HVA International) είναι αλλοδαπή (Ολλανδική/πολυεθνική) επιχείρηση, από την ιστοσελίδα της οποίας προκύπτουν τα εξής :
Πρόκειται περί εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίων που επενδύονται στην αγροτική παραγωγή και στην εκμετάλλευση αγροτικών και άλλων εκτάσεων. Αναπτύσσει αγροτικά σχέδια και έργα σε τροπικές περιοχές, στην Αφρική, στην ΝΑ Ασία και στη Νότια Αμερική, αλλά ούτε ένα στην Ευρώπη. Η επενδυτική της στρατηγική συνίσταται στην εξασφάλιση σταθερών μακροπρόθεσμων συμβολαίων με μεγάλους πολυεθνικούς αντισυμβαλλόμενους, προκειμένου να εγγυηθεί την αγορά προϊόντων από τα γεωργικά περιουσιακά στοιχεία που διαχειρίζεται. Κατά τα λοιπά δραστηριοποιείται στην υδατοκαλλιέργεια και στην αποκατάσταση μετά από φυσικές καταστροφές.
Υπό τα δεδομένα αυτά, η εταιρεία αυτή είναι απολύτως αναρμόδια να μελετήσει ζητήματα βιώσιμης διαχείρισης υδατικών πόρων ή ελλειμματικών υδρολογικών ισοζυγίων και να προτείνει λύσεις που συνεπάγονται ριζική τροποποίηση ή οποιαδήποτε αλλοίωση του υδρογραφικού δικτύου της χώρας.
6. Επί σαράντα και πλέον έτη η ελληνική πολιτεία παραμένει απλός παρατηρητής της λεηλασίας του υδροφόρου ορίζοντα του θεσσαλικού κάμπου και της κατασπατάλησης του νερού (π.χ. άρδευση με κανόνια τις θερμές ώρες της ημέρας). Αντί να λάβει και να επιβάλει τα αναγκαία προληπτικά, αποκαταστατικά και κατασταλτικά μέτρα, επιμένει σε ένα έργο, το οποίο εκτός από τον αφανισμό της Μεσοχώρας, θα θέσει σε κίνδυνο και τη φέρουσα ικανότητα του σημαντικότερου υδατικού πόρου της χώρας.
Ακολουθεί το Σχόλιο του Συνδέσμου Κατακλυζομένων Μεσοχώρας στην αγγλική γλώσσα.
English version of the comment of the Association of flood-damaged homeowners of Mesochora:
1. We wonder what the purpose of this consultation is, since it is not clear in which public decision-making process it is included.
2. The official language in Greece is Greek. The presentation for consultation of a 400-page study containing specialized technical terminology, written in a foreign language, is an unprecedented action that invalidates the consultation in its entirety.
3. The donation of the study/design by the Hellenic Bankers’ Association to the Greek State violates EU Public Procurement Law, which requires Member States, if they wish to award studies/designs or construction projects to the private sector, to address the European market through specific tendering procedures. The design or construction is undertaken by the entity that is selected as the most appropriate contractor and not by the one chosen by any donor on its own.
4. As the Government assures on its website (16-11-2023), it has commissioned the Dutch company HVA International “to investigate the underlying causes and impact of the floods following the Daniel storm and to develop a Master Plan to make the Thessaly region more resilient to flooding. They were asked to emphasize the recovery/restoration after the floods, with particular attention to the two most important and most affected economic sectors of Thessaly, namely agriculture and livestock farming”.
It is clear, therefore, that the scope of the study commissioned to the Dutch was the restoration of the damage caused by the floods of the extreme weather phenomenon on the one hand, and on the other hand, the proposal of a plan for the protection of Thessaly against similar future weather phenomena.
Hence, the fact that the Dutch company has broadened its scope into the issue of addressing the so-called water deficit of Thessaly -which, it should be noted, has been the subject-matter of studies by Greek universities- to include the diversion of the Acheloos river, leads us to the conclusion that this is a case of manipulation.
The government is using the natural disaster in Thessaly as a tool to revive the Acheloos diversion project, which was blocked once and for all by the Plenary Session of the Council of State, ruling it contrary to the principle of Sustainable Development.
At this point, we feel the need to comment on the unethical trick of keeping 65 houses of Mesochora, out of a total of 350 houses, on the razor’s edge, in order for the licensing of the homonymous dam/water reservoir to successfully pass, as it turned out, the judicial audit. We also feel the need to express our astonishment at the fact that the Supreme Court of Cassation (Areios Pagos) ‘buried’ a decision of the European Court of Justice, in order not to carry out a full audit of the substantive and procedural legality of the above licensing.
5. The Trade Association Amsterdam (a faithful translation of the company name HVA International) is a foreign (Dutch/multinational) company, from whose website the following are ascertained:
It is a company that manages capital/funds invested in agricultural production and in the exploitation of agricultural and other types of land. It is developing agricultural plans and projects in tropical areas, Africa, SE Asia and South America, but not a single one in Europe. Its investment strategy consists of securing stable long-term contracts with large multinational counterparties in order to guarantee the purchase of products from the agricultural assets it manages. Other activities include aquaculture and restoration after natural disasters.
In the light of these facts, this company is completely incompetent to study issues of sustainable water resources management or deficit hydrological balances and to propose solutions that entail a radical modification or any alteration of the country’s hydrological network.
6. For more than forty years the Greek State has remained a mere observer of the plundering of the aquifer of the Thessalian plain and the waste of water (e.g. irrigation with cannons during the hottest hours of the day). Instead of taking and enforcing the necessary preventive, restorative and repressive measures, the Greek State insists on a project, which apart from the extinction of Mesochora, will endanger the bearing capacity of the most important water resource of the country.
Οι έγγειες βελτιώσεις, οι συνιστώσες τους και ο νέος “Daniel” που απειλεί να πλημμυρίσει όλη τη χώρα –
ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΠΛΗΓΜΑ ΣΤΗΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ:
ΧΩΡΙΣ ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΕΜΕΙΝΕ
ΚΑΙ ΜΑΣ ΤΩΝ ΙΔΙΩΝ :( :( :(
Η σκέψη για τη δημιουργία ενιαίου φορέα διαχείρισης υδάτων είναι πρώτον τραγική και δεύτερον ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΟΜΙΜΗ !
Πρώτον διότι ο πυρήνας της Οδηγίας των Υδάτων είναι η διαχείριση των υδάτων σε επίπεδο λεκανών απορροής. Αυτό υπογραμμίζεται και στο μοντέλο EPIC που επικαλείται η HVA.
Δεύτερον, διαφεύγει της προσοχής των εμπνευστών της καταστροφικής αυτής ιδέας το γεγονός, ότι οι υδατικοί πόροι, το έδαφος και η γεωργία αποτελούν αντικείμενο του Τομέα των Εγγείων Βελτιώσεων και των Οργανισμών τους (ΤΟΕΒ, ΓΟΕΒ, ΔΕΥΑ κλπ) η αρμοδιότητα των οποίων υπάγεται στην Αυτοδιοίκηση,
Αυτό που δεν έχουν αντιληφθεί και σχολιάσει ούτε και οι σχολιαστές όμως είναι ότι σε πρώτη φάση ο έλεγχος αφαιρείται από την Αυτοδιοίκηση και τους εν λόγω Οργανισμούς της και μεταφέρεται και αυτός στον έλεγχο του Κράτους, δηλαδή της κυβέρνησης, δηλαδή στον έλεγχο κάθε κόμματος εξουσίας που προκύπτει μετά από εκλογές
Τρίτον, όπως προαναφέρθηκε αυτό δεν είναι αποδεκτό από την κοινοτική βούληση που περιέχεται στις κρίσιμες οδηγίες, η διαχείριση των υδάτων γίνεται σε επίπεδο Λεκανών Απορροής.
Η μέριμνα της Πολιτείας οφείλει να είναι η διατήρηση των αρμοδιοτήτων κεντρικού σχεδιασμού του τομέα, θεσμικών ρυθμίσεων και ο έλεγχος νομιμότητας και η διαχείριση των έργων, όπως ορίζει το Σύνταγμα πρέπει να γίνεται σε επίπεδο τοπικό, δηλαδή από την Αυτοδιοίκηση και τους Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων, που πρέπει να γίνουν αντικείμενο ειδικής φροντίδας και θεσμικής ρύθμισης πάντοτε όμως ως φορέων που υπάγονται στην Αυτοδιοίκηση..
Τέταρτον, αν ληφθεί υπόψη ότι οι καταστροφικές πλημμύρες οφείλονται στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις (δηλαδή στην κυβέρνηση) που είχαν σχεδόν την πλήρη αρμοδιότητα γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο συνδυασμός δημόσιου, αρχικά και ιδιωτικού φορέα σε δεύτερη φάση με τις αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στις αποκεντρωμένες διοικήσεις είναι καταστροφικός επίσης.
Πέμπτο, διαφεύγει της προσοχής των εμπνευστών της καταστροφικής αυτής ότι μια τέτοια ρύθμιση παραβιάζει τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού και δεν μπορεί να σταθεί. Ούτε καν σκέψη πρέπει να γίνεται ότι μπορεί να γίνει επίκληση Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος.
Γι αυτούς και μόνο συνοπτικά τους λόγους επιβάλλεται η κυβέρνηση, όπως οφείλει πρέπει να ανακαλέσει τις πρωτοβουλίες της αυτές και να επαναδρομολογήσει την προσέγγιση των ζητημάτων σε άλλη βάση.
Στην τελευταία παρέμβασή μου που ακολουθεί, θα τεκμηριώσω και τις αντικειμενικές έντονες αντιρρήσεις που υπάρχουν για την δημιουργία του διαβόητου αυτού προτεινόμενου φορέα.
….
Σχόλια τη Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος σχετικά με το Master Plan της Ολλανδικής εταιρίας με επίκεντρο το κεφάλαιο 4 που αφορά τη Γεωργία και την Κτηνοτροφία με ειδική αναφορά στις προτάσεις για την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών στην περιοχή της Θεσσαλίας όπου στοχοποιείται το βαμβάκι του οποίου η καλλιέργεια προτείνεται να αντικατασταθεί με οπωροκηπευτικά λαχανικά και δενδροκομία επειδή είναι υδροβόρο και οδηγεί στην ερημοποίηση της περιοχής.
Εισαγωγικά θα θέλαμε να αναφέρουμε τα παρακάτω:
1. Η πρόταση για την παραγωγή οπορωκηπευτικών, λαχανικών, ντομάτας και δενδροκομίας ποτέ δεν ήταν κάτι που αποκλειόταν από τις επιλογές των παραγωγών και ήδη πολλά στρέμματα του Θεσσαλικού κάμπου καλλιεργούνται με δέντρα όπως αμυγδαλιές, ροδιές, καστανιές, με όσπρια, με ντομάτα υδροπονικής καλλιέργειας, με ρίγανη.
2. Η αγορά συνήθως αποφασίζει από μόνη της τί να παράγει με περιβαλλοντικούς και οικονομικούς όρους ο κάθε αγρότης, αξιολογώντας τιμές, τρόπο διάθεσης, υποδομές, εξοπλισμό κ.α.
3. Αυτό που δεν είναι ούτε αποδεκτό, αλλά ούτε και κατανοητό είναι γιατί τα παραπάνω προτείνονται σε αντικατάσταση της καλλιέργειας του βαμβακιού. Προφανώς όχι επειδή οι εν λόγω δραστηριότητες έχουν λιγότερες απαιτήσεις σε νερό.
Το βαμβάκι αποτελεί ένα αγροτικό προϊόν, πρώτη ύλη βιομηχανιών, στην αλυσίδα παραγωγής κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και αποτελεί τη σημαντικότερη φυσική υφάνσιμη ίνα παγκοσμίως. Ο βαμβακόσπορος, κύριο υποπροϊόν του βάμβακος αποτελεί ζωοτροφή μεγάλης διατροφικής αξίας ενώ το λάδι που παράγεται από αυτόν χρησιμοποιείται ευρέως ως βρώσιμο στη βιομηχανία της διατροφής. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι χρήσεις του βάμβακος είναι πολλαπλές χωρίς να μένει τίποτα που να μην χρησιμοποιείται από το φυτό, ακόμη και το στέλεχος του φυτού χρησιμοποιείται ως καύσιμη ύλη για την παραγωγή ενέργειας. Είναι απόλυτο συμβατό με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας, και εντέλει, είναι απολύτως βιοδιασπώμενο, παράγεται από τα στοιχεία της φύσης και επιστρέφει στο τέλος του κύκλου ζωής του σε αυτήν.
Να σημειωθεί ότι είναι μια καλλιέργεια με μεγάλη παράδοση για τη χώρα και την περιοχή της Θεσσαλίας, με άριστες επιδόσεις για την εθνική μας οικονομία αλλά και την οικονομία των καλλιεργητών που το παράγουν.
Η χώρα μας παράγει το 80% της Ευρωπαϊκής παραγωγής (η περιοχή της Θεσσαλίας κατέχει το 35% της Ελληνικής παραγωγής) ενώ το προϊόν λόγου της υψηλής του ποιότητας και του φιλοπεριβαλλοντικού τρόπου που παράγεται χαίρει μεγάλης αναγνωσιμότητας από τις αγορές του εξωτερικού. Ο κλάδος είναι κατ’ εξοχήν εξαγωγικός με την Ελλάδα να συγκαταλέγεται έβδομη ανάμεσα στους μεγαλύτερους εξαγωγείς Παγκοσμίως με τον κλάδο να συνεισφέρει στο ΑΕΠ της χώρας κύκλο εργασιών που πλησιάζει το 1 δις ευρώ και το προϊόν να συγκαταλέγεται σταθερά ανάμεσα στα 10 πιο εξαγώγιμα Ελληνικά προϊόντα. Με το προϊόν ασχολούνται 45.000 αγρότες/καλλιεργητές και άλλοι περίπου 100.000 απασχολούμενοι στο εμπόριο, τη μεταποίηση, τις γεωργικές συμβουλές τις μεταφορές.
Όσον αφορά τη Θεσσαλία να σημειωθεί ότι το προϊόν διαχρονικά έχει αντέξει στον ανταγωνισμό μεταξύ των καλλιεργειών και έχει ισορροπήσει στο οικοσύστημα (περιβαλλοντικό και οικονομικό) της περιοχής ενώ η έκταση του αυξάνεται ή μειώνεται με βάση τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς, του κόστους παραγωγής και των περιορισμών που θέτουν οι Ευρωπαϊκοί κανονισμοί για την άσκηση της Γεωργίας στην ΕΕ.
Ναι, βεβαίως, το βαμβάκι για να παραχθεί χρειάζεται και νερό μεταξύ των άλλων εισροών, όπως συμβαίνει όμως και στις άλλες καλλιέργειες. Σε αρδευόμενες εκτάσεις μπορεί και βελτιστοποιεί το δυναμικό του και βελτιώνει την παραγωγικότητα των καλλιεργητών. Η γη όταν είναι αρδευόμενη αποκτά μεγαλύτερη αξία και δύναται να αξιοποιηθεί πολλαπλώς. Αυτό που όμως δεν αναφέρει πουθενά η πρόταση των Ολλανδών μελετητών είναι πως το βαμβάκι, συγκρινόμενο με τις άλλες αρδευόμενες καλλιέργειες – στο πλαίσιο εξαγωγής χρήσιμων αποτελεσμάτων – είναι το λιγότερο υδροβόρο.
Αυτό αναδεικνύεται και αποδεικνύεται στη μελέτη που έχει εκπονήσει το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών το οποίο συγκρίνει τις απαιτήσεις σε νερό μεταξύ των επικρατέστερων αρδευόμενων καλλιεργειών της ελληνικής επικράτειας.
Το βαμβάκι είναι ιδιαίτερα σκληροτράχηλο φυτό, ανθεκτικό στην ξηρασία, εύκολο στη διαχείριση, ανταποκρινόμενο στις καλλιεργητικές μεταχειρίσεις και είναι μια εξαιρετική επιλογή για δύσκολους τύπους εδαφών, ακόμη και με υφάλμυρη σύσταση όπως συμβαίνει στις περιοχές της Ροδόπης.
Επίσης, σε άλλη σχετική μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, αναφορικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις επικρατούσες στη χώρα μας καλλιέργειες, προκύπτει και αποδεικνύεται πως το βαμβάκι είναι από τις καλλιέργειες που ευνοείται λόγω της αύξησης των θερμοημερών που η αλλαγή του κλίματος επιφέρει, και οι οποίες επιτρέπουν την καλλιέργεια ποικιλιών μεγαλύτερου βιολογικού κύκλου, μεγαλύτερης αποδοτικότητας ή της επέκτασής του και σε άλλες βορειότερες περιοχές με οριακές κλιματολογικές συνθήκες.
Η γνώμη των ειδικών της εν λόγω μελέτης σε θέματα που αφορούν τη σωστή διαχείριση των υδάτων είναι ευπρόσδεκτη και την επιζητούμε αλλά θα πρέπει να τονίσουμε ότι είναι υπεραπλουστευμένη η προσέγγιση αυτών σε θέματα που αφορούν την επιλογή καλλιεργειών στα πλαίσια άσκησης μιας βιώσιμης και αειφόρου γεωργίας. Η χώρα διαθέτει ικανό επιστημονικό δυναμικό με βαθιά γνώση των ειδικών συνθηκών που επικρατούν στην περιοχή ώστε να αποφανθούν για τέτοιου είδους ζητήματα που αφορούν τη στρατηγική και βιώσιμη ανάπτυξη του τόπου.
Κατά την άποψή μας, η συζήτηση θα πρέπει να επικεντρωθεί στις προτάσεις για δημιουργία έργων υποδομής για τη σωστή διαχείριση του διαθέσιμου πόρου των ομβρίων υδάτων, στην υιοθέτηση πρακτικών άρδευσης που να εξοικονομούν και να διαχειρίζονται με φειδώ τους υδάτινους πόρους, όπως η στάγδην άρδευση και κυρίως στην εκπαίδευση των παραγωγών για την υιοθέτηση των νέων καλλιεργητικών τεχνικών ευφυούς γεωργίας, που οδηγεί στον περιορισμό χρήσης του νερού με τεχνικές ελέγχου και κοστολόγησης αυτού.
Άλλωστε, προς την κατεύθυνση της εκπαίδευσης των βαμβακοκαλλιεργητών κινείται διαχρονικά ολόκληρος ο κλάδος με πρωτοβουλίες που συντονίζονται από τη Διεπαγγελματική Οργάνωση Βάμβακος, μέσω προγραμμάτων στις νέες καλλιεργητικές τεχνικές, εξοικονόμησης πόρων, προστασίας του περιβάλλοντος, σε μία ολιστική προσέγγιση. Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και η στρατηγική στροφή του κλάδου προς την άσκηση της καλλιέργειας σύμφωνα με τους κανόνες και τα πρότυπα της «Ολοκληρωμένης Διαχείρισης» του Εθνικού συστήματος ποιότητας Agro 2, μιας μεθόδου άσκησης της γεωργίας φιλική προς το περιβάλλον η οποία διασφαλίζει την ορθολογική χρήση των διαφόρων καλλιεργητικών εισροών (άρδευση, λίπανση, διαχείριση φυτοπροστασίας), την περιορισμένη χρήση χημικών σκευασμάτων και τη λογική χρήση καλλιεργητικών παρεμβάσεων.
Αυτά επικοινωνεί εξάλλου και αποδεικνύει και η πρωτοβουλία της καθιέρωσης του Ευρωπαϊκού σήματος βάμβακος EUcotton, το οποίο ενσωματώνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προϊόντος που παράγεται στη χώρα μας. Ένα προϊόν μοναδικό, υψηλής περιβαλλοντικής και κοινωνικής αξίας που προτείνεται να αξιοποιηθεί ιχνηλατίσημα μέσω του συστήματος διαχείρισης που έχει αναπτυχθεί εντός της Ευρωπαϊκής αλυσίδας αξίας του, με το μικρότερο δυνατό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και την παραγωγή υψηλής ποιότητας κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων με προστιθέμενη αξία που επιστρέφει στους παραγωγούς.
Είναι αντισυνταγματικό δημόσιοι υπάλληλοι που έδωσαν εξετάσεις ΑΣΕΠ για να διοριστούν στο δημόσιο και να φύγουν απο τον ιδιωτικό τομέα, να αναγκάζονται χωρίς την θέληση τους να μεταφερθούν σε Ανώνυμη εταιρεία. Θα πρέπει να τους δωθεί το δικαίωμα να επιλέξουν που επιθυμούν να εργαστούν. Όχι υποχρεωτικά με ένα νόμο. Ειδάλλως θα έμεναν στον ιδιωτικό τομέα.
Περί Master Plan
Αν είναι δυνατόν να «πυροβολείται» αδίκως το Master Plan της αξιόπιστης Ολλανδικής Εταιρείας HVA International από «θεωρητικούς καθηγητές», που δεν έχουν καν την εμπειρία στην σύλληψη και εκτέλεση σύνθετων έργων. Έχουν εμπειρία μόνο σε έρευνα και θεωρία. Όμως η πράξη είναι τελείως διαφορετική από αυτά τα δυο. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, η αβάσιμη κριτική τους γίνεται αποκλειστικά για λόγους αυτοπροβολής και δημιουργίας εντυπώσεων στην κοινή γνώμη. Ας μου επιτραπεί όμως η πεφωτισμένη δημόσια ενημέρωση τους, για να κατανοήσουν και οι αναγνώστες σας τι ακριβώς σημαίνει Master Plan. Το κάθε Master Plan λοιπόν δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένας οργανωμένος, αλλά γενικός, στρατηγικός σχεδιασμός που δίνει κατεύθυνση. Άμεση, βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη. Με δυο λόγια δεν είναι ένα ειδικό σχέδιο η μια οικονομοτεχνική μελέτη, που περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια το κάθε έργο προς υλοποίηση. Κλείνοντας, εύχομαι να γίνει αντιληπτό, ότι η ολική υιοθέτηση και εκτέλεση του παραπάνω Master Plan, της αξιόπιστης Ολλανδικής Εταιρείας HVA International είναι μονόδρομος, για την μέγιστη βελτίωση των θεσσαλικών αντιπλημμυρικών έργων και ειδικά του γεωργικού τομέα, που επηρεάζεται ευθέως από την κλιματική αλλαγή και την ραγδαίως εξελισσόμενη λειψυδρία. Διαφορετικά θα φτάσουμε σε μερικά χρόνια στην ερημοποίηση του Θεσσαλικού κάμπου. Τόσο απλά και κατανοητά. Τα δέοντα από Νέα Υόρκη. Αχιλλέας Λυγγέρας, Commercial Real Estate and Business Developer.
1. Το Master Plan χαρακτηρίζεται από νομική ασυμβατότητα με το δίκαιο της ΕΕ για τα ύδατα και τις πλημμύρες.
Πιο συγκεκριμένα, το master plan δεν εντάσσεται στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε στην εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
Ενδεικτικά, οι προδιαγραφές (που δεν τηρούνται στο Master Plan) προβλέπουν :
-Εκτίμηση με διαφανή και έγκυρα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα της κατάστασης των υδάτινων σωμάτων,
-Καταγραφή και αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας (όχι με γενικόλογες αναφορές), και
-Αντιστοίχιση με συγκεκριμένα μέτρα.
2. Η πρόταση για δημιουργία φορέα διαχείρισης των υδάτων είναι επί της αρχής σωστή. Όμως, η σαφής και επίμονη διατύπωση από την HVA του νομικού χαρακτήρα του προτεινόμενου οργανισμού διαχείρισης υδάτων ως «νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (στην ελληνική περίληψη) “in order to follow the rules of the private economy”» (volyme II, ch. 4, p. 128) έχει πιθανότατα αντισυνταγματικό χαρακτήρα (με βάση και την απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ και τη ΔΕΥΑΘ), καθώς ζητάει αυτός ο φορέας να αναλάβει τη διοίκηση των υδάτινων πόρων και την εποπτεία εφαρμογής των οδηγιών της ΕΕ για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (και εδώ ίσως υπάρχει και ζήτημα παραβίασης του δικαίου της ΕΕ, καθώς η εποπτεία της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου αποτελεί υποχρέωση των κρατών και όχι ιδιωτικών οργανισμών).
Το master plan επιδιώκει υποκατάσταση κρατικών εξουσιών και ιδιωτικοποίηση των υδάτινων πόρων, τους οποίους στη συνέχει πιθανότατα θα διαθέτει προς πώληση.
Στην έκθεση, σαφέστατα προκρίνει νομική μορφή, όχι απλώς εταιρείας του δημοσίου (δηλ. νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου), αλλά τονίζει ότι αυτός θα πρέπει να λειτουργεί με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Περιγράφει μάλιστα σε λεπτομέρεια μισθολογικά κίνητρα, αλλά και κάθε στοιχείο εξοπλισμού που θα πρέπει να αγοράσει το κράτος (όπως υπολογιστές και συγκεκριμένων προδιαγραφών (!) οθόνες και αυτοκίνητα 4Χ4) με τα οποία θα προικοδοτήσει την ιδιωτική αυτή εταιρεία. Υπάρχουν σοβαρότατες διαστάσεις αντισυνταγματικότητας, ίσως μάλιστα και εναντίωσης προς το δίκαιο της ΕΕ, καθώς προτείνει ο νέος οργανισμός να είναι αρμόδιος για την εφαρμογή των οδηγιών για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (όχι το κράτος ή κάποιος δημόσιος επιστημονικός οργανισμός, αλλά μια ιδιωτική εταιρεία).
3. Το Master Plan χαρακτηρίζεται από έλλειμμα επιστημονικής επάρκειας:
-Δεν αναφέρεται επιστημονική ομάδα ή ειδικότητες που απασχολήθηκαν
-Οι χάρτες είναι θολοί, με πληροφορία που δεν διευκρινίζεται, δίχως λεζάντες και αναφορά στις πηγές των πληροφοριών που αποτυπώνουν.
-Δεν υπάρχουν πουθενά δεδομένα, ενώ σε κάποια σημεία ως πηγή πληροφοριών δίνονται γενικές αναφορές (πχ στο τεύχος για τις πλημμύρες, σελ. 43: «Data as provided by the Greek government», δίχως καμία περαιτέρω πηγή. Ομοίως και στη σελίδα 57).
4. Η «διαβούλευση», από τέσσερα υπουργεία (!) (Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας) στα αγγλικά συνιστά κατάφωρη παραβίαση των κανονισμών για τη διαβούλευση και περίπτωση κακής διακυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, τα αγγλικά δεν είναι επίσημη γλώσσα της χώρας μας και η παράνομη χρήση τους σε διαδικασία Διαβούλευσης αποκλείει a priori την έκφραση γνώμης από χιλιάδες Θεσσαλούς αγρότες και συλλογικότητες, η ζωή των οποίων εξαρτάται άμεσα από τα προτεινόμενα στο master plan.
Η «διαβούλευση», από τέσσερα υπουργεία (!) (Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας) στα αγγλικά συνιστά κατάφωρη παραβίαση των κανονισμών για τη διαβούλευση και περίπτωση κακής διακυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, τα αγγλικά δεν είναι επίσημη γλώσσα της χώρας μας και η παράνομη χρήση τους σε διαδικασία Διαβούλευσης αποκλείει a priori την έκφραση γνώμης από χιλιάδες Θεσσαλούς αγρότες και συλλογικότητες, η ζωή των οποίων εξαρτάται άμεσα από τα προτεινόμενα στο master plan.
Το Master Plan χαρακτηρίζεται από έλλειμμα επιστημονικής επάρκειας:
Δεν αναφέρεται επιστημονική ομάδα ή ειδικότητες που απασχολήθηκαν
Οι χάρτες είναι θολοί, με πληροφορία που δεν διευκρινίζεται, δίχως λεζάντες και αναφορά στις πηγές των πληροφοριών που αποτυπώνουν.
Δεν υπάρχουν πουθενά δεδομένα, ενώ σε κάποια σημεία ως πηγή πληροφοριών δίνονται γενικές αναφορές (πχ στο τεύχος για τις πλημμύρες, σελ. 43: «Data as provided by the Greek government», δίχως καμία περαιτέρω πηγή. Ομοίως και στη σελίδα 57).
Η πρόταση για δημιουργία φορέα διαχείρισης των υδάτων είναι επί της αρχής σωστή. Όμως, η σαφής και επίμονη διατύπωση από την HVA του νομικού χαρακτήρα του προτεινόμενου οργανισμού διαχείρισης υδάτων ως «νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (στην ελληνική περίληψη) “in order to follow the rules of the private economy”» (volyme II, , ch. 4, p. 128) έχει πιθανότατα αντισυνταγματικό χαρακτήρα (με βάση και την απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ και τη ΔΕΥΑΘ), καθώς ζητάει αυτός ο φορέας να αναλάβει τη διοίκηση των υδάτινων πόρων και την εποπτεία εφαρμογής των οδηγιών της ΕΕ για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (και εδώ ίσως υπάρχει και ζήτημα παραβίασης του δικαίου της ΕΕ, καθώς η εποπτεία της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου αποτελεί υποχρέωση των κρατών και όχι ιδιωτικών οργανισμών).
Το master plan επιδιώκει υποκατάσταση κρατικών εξουσιών και ιδιωτικοποίηση των υδάτινων πόρων, τους οποίους στη συνέχει πιθανότατα θα διαθέτει προς πώληση.
Στην έκθεση, σαφέστατα προκρίνει νομική μορφή, όχι απλώς εταιρείας του δημοσίου (δηλ. νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου), αλλά τονίζει ότι αυτός θα πρέπει να λειτουργεί με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Περιγράφει μάλιστα σε λεπτομέρεια μισθολογικά κίνητρα, αλλά και κάθε στοιχείο εξοπλισμού που θα πρέπει να αγοράσει το κράτος (όπως υπολογιστές και συγκεκριμένων προδιαγραφών (!) οθόνες και αυτοκίνητα 4Χ4) με τα οποία θα προικοδοτήσει την ιδιωτική αυτή εταιρεία. Υπάρχουν σοβαρότατες διαστάσεις αντισυνταγματικότητας, ίσως μάλιστα και εναντίωσης προς το δίκαιο της ΕΕ, καθώς προτείνει ο νέος οργανισμός να είναι αρμόδιος για την εφαρμογή των οδηγιών για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (όχι το κράτος ή κάποιος δημόσιος επιστημονικός οργανισμός, αλλά μια ιδιωτική εταιρεία)
Το Master Plan χαρακτηρίζεται από νομική ασυμβατότητα με το δίκαιο της ΕΕ για τα ύδατα και τις πλημμύρες.
Πιο συγκεκριμένα:
Το master plan δεν εντάσσεται στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε στην εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων. Ενδεικτικά, οι προδιαγραφές (που δεν τηρούνται στο Master Plan) προβλέπουν :
Εκτίμηση με διαφανή και έγκυρα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα της κατάστασης των υδάτινων σωμάτων.
Καταγραφή και αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας (όχι με γενικόλογες αναφορές), και
Αντιστοίχιση με συγκεκριμένα μέτρα.
Απουσία Διαβουλεύσεων και Μελέτης Επιπτώσεων:
Είναι δικαιολογημένη η απορία, τι ισχύει ;
Tο τρέχον κόμμα εξουσίας δεν γνωρίζει πως να κυβερνήσει ή εν γνώσει του και σκοπίμως κυβερνά με τρόπους που του επιτρέπουν να διατηρεί τους πολίτες σε ανήλια σπήλαια άγνοιας, «άτερ γνώμης», όπως αναφέρει ο Αισχύλος στον Προμηθέα Δεσμώτη ;
Πως αλλιώς να εξηγηθεί, ότι γι άλλη μια φορά μια κυβέρνηση συνεχίζει,
– να παραβιάζει τις συστάσεις του ΟΟΣΑ για τις διαδικασίες διαβούλευσης, όπως αποτυπώνονται γενικά στο τρέχον θεσμικό κείμενό του (OECD Regulatory Policy Outlook 2018), (https://read.oecd-ilibrary.org/governance/oecd-regulatory-policy-outlook-2018_9789264303072-en#page64)
αλλά και στην αξιολόγησή του ΟΟΣΑ ειδικά για τη χώρα μας (https://read.oecd-ilibrary.org/governance/oecd-regulatory-policy-outlook-2018/greece_9789264303072-25-en#page1),
– ν’ αγνοεί τις διαρκείς παραινέσεις του, ότι οι πολίτες πρέπει ν’ αντιμετωπίζονται, ως συνεταίροι, οι προτάσεις των οποίων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη (https://read.oecd-ilibrary.org/governance/oecd-regulatory-policy-outlook-2018/greece_9789264303072-25-en#page1),
– ν’ αρνείται συνειδητά να εκπληρώνει τη νομική υποχρέωσή του να ενημερώνει τους συμμετέχοντες με ηλεκτρονικό μήνυμα,
– να οργανώνει υποκριτικά διαβουλεύσεις διαρκείας ελάχιστων ημερών ακόμη και για σοβαρότατα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ζητήματα με μακροχρόνιες επιπτώσεις,
– να μην πραγματοποιεί ουσιαστικές μελέτες ρυθμιστικών επιπτώσεων (RIA),
– να μην εφαρμόζει τους κανόνες καλής νομοθέτησης,
– να αγνοεί ακόμη και επίσημες εξειδικευμένες συστάσεις, όπως της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αξιολόγηση δράσεων υλοποίησης της Οδηγίας των Νερών στην Ελλάδα (Ιούλιος 2018, και μεταγενέστερες), ότι,
«….η διαδικασία διαβούλευσης πρέπει να ενισχυθεί. Θα πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να εξασφαλιστεί η ενεργός συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών και οι παρατηρήσεις θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη με πιο διαφανή τρόπο…».
Ενδεικτικά και μόνο σημειώνονται (γιατί δυστυχώς αυτός είναι ο κανόνας) για να δειχτεί η συνολική παθογένεια της χώρας,
• Για το χωροταξικό νομοσχέδιο η διαβούλευση -ορίστηκε για τον νεκρό μήνα Αύγουστο, από 4.8.2020 μέχρι 4 .9.2020 κατατέθηκαν συνολικά 1184 σχόλια από ενδιαφερόμε¬νους πολίτες, τα οποία φυσικά στη συντριπτική πλειοψηφία τους απορρίφθηκαν.
• Η Δημόσια Διαβούλευση της 12ης.6.2023 Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων σχετικά με την επιβολή ρυθμιστικών μέτρων στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας σε Μικρούς Πελάτες (έως 25kVA) κατά το άρθρο 23 του ν.4001/2011, όπως ισχύει. Έληξε τη Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023, χωρίς παράταση
• Η Δημόσια Διαβούλευση για το Νόμο 5037/2023 (275 σελίδες 284 άρθρα) αναρτήθηκε 16.2.2023 κι έμεινε ανοιχτή έως 27.2.2023
Παθογένεια, για την οποία είναι αποκλειστικά υπεύθυνα,
– τα κόμματα εξουσίας που νομοθετούν, εκτελούν και δικάζουν, τα κόμματα στον προθάλαμο της εξουσίας, που σιωπούν ή δεν γνωρίζουν,
– Αλλά και οι κοινωνίες και οι πολίτες στο βαθμό βέβαια, που είναι ακόμη σε θέση ν’ αντιστέκονται στα σύνδρομα, της στοκχόλμης, του μιθριδατισμού και της κυνικής παραβίασης του συνταγματικού δικαιώματος πληροφόρησης (Άρθρο 5Α) που τους υπο(επι)βάλλονται.
Οι τοπικοί φορείς και οι πολίτες «έμαθαν» δυστυχώς ν’ αδιαφορούν ή να αδυνατούν ν’ αντιμετωπίσουν αναχρονιστικούς μηχανισμούς και ασπονδύλωτους τρόπους σκέψης.
Όπως στον τομέα των υδατικών πόρων, όπου ο κεντρικός σχεδιασμός δεν φτάνει στις λεκάνες απορροής και οι αποφάσεις παίρνονται κεντρικά και εκ των ενόντων κι ας αφορούν τοπικές υποθέσεις ή έχουν ευρύτερη εφαρμογή, ενστικτωδώς ή πυροσβεστικά, χωρίς καν να είναι εφικτό να εξετάζεται η συμμόρφωση των μέτρων προς τις κατευθύνσεις των κρίσιμων Οδηγιών ή τον οποιοδήποτε στα χαρτιά εθνικό σχεδιασμό.
Αναπόφευκτη επομένως η έλλειψη ουσιαστικού ενδιαφέροντος συμμετοχής σε διαβουλεύσεις με κραυγαλέο παράδειγμα την προκείμενη, νέα, ασύστολη παραβίαση
Την εγκαινίαση διαβουλεύσεων σε ξένη γλώσσα !
Είναι κρίμα ότι το υπόψη επικίνδυνο εγχείρημα εξελίσσεται χωρίς ουσιαστικά αντιδράσεις. Ένα εγχείρημα με το οποίο, η κυβέρνηση χτίζει μόνο μια κατ’ επίφαση αστραπιαία διαβούλευση, ώστε «ἐν κρυπτῷ καὶ παραβύστῳ» (με αφορμή τις καταστροφικές πλημμύρες) να συρρικνώσει ακόμη περισσότερο την Αυτοδιοίκηση και να επεκτείνει τον έλεγχό της σε όλο το οικοσύστημα του φυσικού περιβάλλοντος της Περιφέρειας Θεσσαλίας και τις υπόλοιπες πτυχές του πρωτογενή τομέα.
Με τον ομολογημένο σκοπό να επεκτείνει αυτό τον έλεγχο σε ολόκληρη τη χώρα, αδιαφορώντας για τις άπειρες διενέξεις που υπάρχουν και θα προκύψουν ανάμεσα στα διαφορετικά θεσμικά, αναχρονιστικά, ανεφάρμοστα, αλληλεπικαλυπτόμενα θεσμικά πλαίσια που διέπουν κάθε στοιχείο του οικοσυστήματος.
Αν δεν κατανοήσει η κυβέρνηση, έστω και αυτή την ύστατη στιγμή ή δεν εξαναγκαστεί με πάνδημη αντίδραση να ανακρούσει πρύμναν προφητεύουμε τον κίνδυνο ανεπανόρθωτων καταστροφικών αποτελεσμάτων. Ο τομέας του οικοσυστήματος του φυσικού περιβάλλοντος είναι πολύ ευρύς για να χωρέσει στο ασφυκτικό πλαίσιο ενός λανθασμένου κολλάζ προτάσεων με αγνόηση του θεσμικού πλαισίου του οικοσυστήματος. Ο μόνος δρόμος που επιβάλλεται ν’ ακολουθηθεί είναι:
1. να περιοριστεί η χώρα και οι διάφοροι εργολάβοι της στην συμμόρφωση με τις κοινοτικές υποχρεώσεις για τις οποίες είναι ήδη υπόλογη η κυβέρνηση στα Ευρωπαϊκά Όργανα για την αντιμετώπιση των κινδύνων από πλημμύρες, την αξιολόγηση και παρακολούθησή τους που εδώ και 16 χρόνια αγνοεί,
2. Η δημιουργία πρώτα μιας στρατηγικής για τη διαλειτουργική διαχείριση των στοιχείων του οικοσυστήματος του φυσικού περιβάλλοντος, ενός σχεδίου δράσης με άξονα τις ενδεδειγμένες θεσμικές ρυθμίσεις και στη βάση της να εξελιχθεί ενεργή, πυρετώδης δημόσια διαβούλευση διαρκείας ενός ολόκληρου έτους ! Στη διάρκεια της οποίας έμπρακτα η κυβέρνηση θα ακολουθήσει και εφαρμόσει απαρέγκλιτα τις συστάσεις του ΟΟΣΑ που αναφέρθηκαν στην αρχή.
Ελπίζω να προλάβω να σχολιάσω και την μεγάλη απειλή που περιέχεται στο Γενικό Σχέδιο. Που δεν είναι άλλη από τη θανάσιμη απειλή αγνόησης εθνικών και κοινοτικών επιταγών, κατάργησης του θεσμικού πλαισίου των εγγείων βελτιώσεων και των Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων και η αντικατάστασή τους από ένα αποτυχημένο μοντέλο διαχείρισης που προτείνεται κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ με την επίκληση συνδρομής ΔΗΘΕΝ ΓΕΝΙΚΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ !
Στις προτάσεις παρεμβάσεις που προτείνονται από την ανωτέρω μελέτη θα θέλαμε να προσθέσουμε/σχολιάσουμε τα κάτωθι σχετικά με τα αίτια, την εξέλιξη και την αντιμετώπιση των φαινομένων πλημμύρας στην περιοχή του Δήμου Φαρσάλων, τα οποία είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψιν τόσο στον ευρύτερο όσο και στον ειδικότερο σχεδιασμό των αντιπλημμυρικών έργων της περιοχής.
• Η διατομή του ποταμού Απιδανού (Ταμπάκου) είναι γεωμετρικά ανεπαρκής για τα πλημμυρικά φορτία καθώς αποτελεί σήμερα διευθετημένο κανάλι του αναδασμού με χαμηλή κλίση σε αντικατάσταση της φυσικής κοίτης του παλαιού ποταμού. Συνεπώς απαιτείται επανασχεδιασμός τόσο της διατομής ροής όσο και των δύο υφιστάμενων γεφυριών στις θέσεις (κατά ΕΓΣΑ Χ,Υ)
o 358679,4352140
o 357361,4352306
o 356947,4352471
• Η διατομή του χειμάρρου Αϋκλή (διευθετημένη κοίτη) είναι γεωμετρικά ανεπαρκής. Παράλληλα, είναι ανεπαρκής η διατομή για την ροή του όγκου του νερού κάτω από την γέφυρα στη θέση (Χ,Υ = 365477,4352024). Συνεπώς απαιτείται επανασχεδιασμός της γέφυρας.
• Τα κανάλια απορροής του αναδασμού στην πεδινή έκταση βόρεια της πόλης των Φαρσάλων δεν είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους σε ένα δίκτυο, ούτε διαθέτουν ανάλογες τεχνικές διατομές και να αποτελούν ένα ενιαίο λειτουργικό σύστημα ταχείας εκτόνωσης. Απαιτείται λοιπόν σύνδεση των αποστραγγιστικών έργων όπως είναι η γεωμορφολογία και η εκτέλεση συμπληρωματικών τεχνικών έργων σύνδεσης-διέλευσης στο δίκτυο των αγροτικών δρόμων που σήμερα είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Αυτό θα βοηθήσει ώστε η περιοχής της πεδιάδας ευρύτερα της πόλης των Φαρσάλων να αποτελέσει ένα ενιαίο σύστημα καναλιών-τάφρων με κεντρική θέση εκτόνωσης των ροών σε θέση ανάλογη της παλαιάς κοίτης του Απιδανού (Ταμπάκου).
• Ο δρόμος Φάρσαλα – Λάρισα δεν έχει τεχνικές διαβάσεις (τομές τεχνικών) εκτόνωσης της πλημμύρας και λειτουργεί ως ανάχωμα αναστροφής της πλημμυρικής ροής προς την πόλη των Φαρσάλων.
• Στην περιγραφή των προτεινόμενων έργων για τους παραποτάμους του Ενιπέα Φαρσαλίτη και Απιδανό (Ταμπάκο) στο τεύχος VOLUME I: FLOOD DEFENSE INFRASTRUCTURES δεν προτείνεται κανένα μέτρο αναχωμάτων πέρα του διοικητικού ορίου του νομού Καρδίτσας, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει πρόταση διαχείρισης του Απιδανού μέχρι και την πόλη των Φαρσάλων.
• Ενώ η μελέτη προτείνει αναχώματα προστασίας της κοινότητας Υπέρειας δεν φαίνεται καμία πρόταση προστασίας για τις κοινότητες Σταυρού, Πολυνερίου, Εϋυδρίου και οικισμού “Πυργάκια”.
Τα πλημμυρικά φαινόμενα στην περιοχή της πόλης των Φαρσάλων και περιμετρικά αυτής δεν οφείλονται μόνο στην πλημμυρική ροή του ποταμού Ενιπέα, αλλά οφείλονται και στην τοπική μορφολογία του ανάγλυφου και του υδρολογικού δικτύου περιμετρικά και εντός της πόλης, οπότε δεν θα επιλυθούν μέσω μακροσκοπικών επεμβάσεων μεγάλης κλίμακας (π.χ. φράγμα Σκοπιάς). Για την αντιμετώπισή τους απαιτούνται επεμβάσεις τοπικού χαρακτήρα, όπως δημιουργία μικροφραγμάτων Νοτίως της πόλης στα υδατορέματα που κατακλύζουν την πεδιάδα. Αυτό όμως δεν είναι διακριτό στο κεφάλαιο του Τόμου Ι (VOLUME I: FLOOD DEFENSE INFRASTRUCTURES) στο κεφάλαιο Flood management in mountainous areas όπου περιγράφονται τα προτεινόμενα μέτρα αντιπλημμυρικής προστασίας στις ορεινές περιοχές εκτός και αν οι προτεινόμενες θέσεις είναι ενδεικτικές και οι τελικές προκύψουν μετά από λεπτομερέστερη εξέταση του τοπικού ανάγλυφου και του υδρολογικού δικτύου.
Συνεπώς, κρίνεται αναγκαία η συμμετοχή των τοπικών φορέων στον τελικό σχεδιασμό των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας μικρής κλίμακας, τα οποία, στην συγκεκριμένη περίπτωση του Δήμου Φαρσάλων είναι κρίσιμο να προχωρήσουν άμεσα και παράλληλα με τον ευρύτερο αντιπλημμυρικό σχεδιασμό της Θεσσαλίας.
σχόλια επί του master plan HVA
Ζήσης Αργυρόπουλος- Χημικός/Περιβαλλοντολόγος
Τι νέο κομίζει η πρόταση της Ολλανδικής Εταιρίας HVA International;
Συνολική τοποθέτηση επί του Σχεδίου μετατροπής του Θεσσαλικού τοπίου
Εισαγωγικό σημείωμα: Ο λόγος που τοποθετούμε συνολικά στην Έκθεση της εταιρίας HVA International και όχι σε συγκεκριμένα σημεία του κειμένου είναι ότι·
1. εκείνο που με ενδιέφερε πρωτίστως είναι το γενικό πνεύμα από το οποίο διέπεται η συνολική πρόταση της Εταιρίας και όχι μεμονωμένα σημεία της όπου ο εστιασμός σε καθένα τους χάνει τη συνολική εικόνα της πρότασης και καταλήγει να σημαίνει ότι η διάσταση απόψεων έγκειται μόνο σε επιμέρους ζητήματα .
2. η πρόταση της Εταιρίας δίνει ένα πλάνο προσεγγίσεων/ εργασιών χωρισμένο σε χρονικές διάρκειες, όπως·
– εξαετία, μετρούμενη από τώρα, μέσα στην οποία οφείλουμε ως Θεσσαλοί να αποσύρουμε το βαμβάκι και τον αραβόσιτο από τις κυρίαρχες καλλιέργειες του κάμπου, ως υδροβόρες καλλιέργειες που απειλούν τη Θεσσαλία με κατάρρευση.
– δεκαπενταετία- από σήμερα μέχρι το 2039 – ολοκλήρωσης των έργων υποδομής, όπως τα αναπτύσσουν και μέσα στην οποία χρονική περίοδο θα διατεθούν τα μεγαλύτερα από τα ποσά.
3. σε γενικές γραμμές, η παραπάνω χρονική περίοδος θεωρείται( ευσεβής πόθος ή βολική “πραγματικότητα”) ως κλιματικά αδιατάρακτη, ώστε το πλάνο να μην παρουσιάσει αποκλίσεις και παρεκκλίσεις, παρ’ ότι η εξέλιξη των γεωφυσικών φαινομένων δείχνουν πως πιθανόν έχουμε μπει σε περίοδο έντονης αστάθειας.
4. η φιλοσοφία της πρότασης – master plan – σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται να αμφισβητεί δυο σημαντικούς πυλώνες, υπεύθυνους ως ένα βαθμό και για την κρίση που βιώνει η Θεσσαλία·
– το παραγωγικό μοντέλο – του πρωτογενούς τομέα κυρίως -στο οποίο κυρίαρχο ρόλο εξακολουθεί να έχει η Αγορά, κυρίως η διεθνής και λιγότερο μια πολιτική αυτάρκειας.
– τη συνέχιση ως κυρίαρχης της συμβατικής Γεωργίας,
ενώ φαίνεται πως από τον προβληματισμό απουσιάζει σχεδόν ολοσχερώς η έννοια της επισιτιστικής επάρκειας.
Προφανώς οι πρόσφατες ακραίες εκδηλώσεις του καιρού φέρουν το στίγμα της αλλαγής του Κλίματος, που καθώς φαίνεται θα κάνει όλο και πιο έντονη την παρουσία του. Μαζί μ’ αυτό αλλάζει και η ποιότητα των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Γίνονται πιο πολύπλοκα καθώς εμπλέκονται με κοινωνικά, ξεφεύγουν από την τοπικότητα κι αυτό είναι κάτι που εκτινάσσει κάθε αναμενόμενο κόστος· κοινωνικό, οικονομικό, διοικητικό, οικολογικό. Οι Daniel & Elias και πριν απ’ αυτούς ο Ιανός, σηματοδότησαν αυτή την αλλαγή της πορείας και του μεγέθους των προβλημάτων και “οφείλουμε” να ανησυχούμε, μήπως υπ’ αυτόν το χαρακτήρα του ζητήματος- πχ νέο χτύπημα της Φύσης να βρει τη Θεσσαλία και πάλι ανοχύρωτη – αποδυθούμε ς’ έναν αγώνα να θωρακίσουμε μόνο τεχνικά την περιοχή μας, αφήνοντας στην άκρη ή υποβαθμίζοντας τα υπόλοιπα συνθετικά ενός προβλήματος, του οποίου την πολυπλοκότητα βλέπουμε πλέον εμφανώς να ενισχύεται. Η Φύση αναπτύσσει “δικαιωματικά” τη δική της επαναφορά ή επανάκαμψη. Και μη έχοντας υπ’ όψη μας τη Γραμμή Βάσης( κατά την έκφραση του David Attenborough), μας είναι δύσκολο να αντιληφθούμε τα όριά της. Είναι αυτό που αποκαλούμε “Μνήμη νερού”; μάλλον όχι! Πιθανόν αυτή να μην αρκείται στη διεκδίκηση του ζωτικού της χώρου, όπως ως τώρα εννοούσαμε και ο οποίος καθορίζεται πλέον και από παράγοντες που έχουν αλλοιωθεί εδώ και 50, 100, …ίσως και περισσότερα χρόνια αλλά κυρίως πυροδοτούνται από μια αναπαραγόμενη ποσότητα Ενέργειας που δεν υπήρχε στα προηγούμενα έτη αναφοράς – με λίγα λόγια, δε μπορούμε να κάνουμε ασφαλή σύγκριση των πλημμυρών του παρελθόντος, είτε σε ένταση είτε σε συχνότητα, με τις σημερινές, καθώς έχει μεταβληθεί σημαντικά το γεωπεριβαλλοντικό τοπίο της Θεσσαλίας – και φυσικά δε μπορούμε να προχωρήσουμε σε ασφαλή εκτίμηση του βάθους των επιπτώσεων κάθε νέου ακραίου συμβάντος ς’ αυτό.
Ο Daniel ήταν μόνον η πλημμύρα; ήταν μόνον η αγωνία των Θεσσαλών που έχασαν τις περιουσίες τους και τη γη τους; ήταν μόνον αυτή η απώλεια παραγωγικών γαιών και παραγωγικών ζώων και η μελλοντική ανασφάλεια; ήταν μόνον η διάβρωση των εδαφών; ήταν μόνον η αλλαγή του τοπίου σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα; ήταν μόνο το πρόσκαιρο χτύπημα στην αλιεία του Παγασητικού και την καινούρια ανασφάλεια που προστέθηκε στην κοινωνία της Θεσσαλίας· αυτή της ποιότητας του νερού και των αλιευμάτων; και εν τέλει· ο συνυπολογισμός όλων των παραπάνω μπορεί να γίνει αθροιστικά – όπως επιχειρείται εδώ και καιρό – ή μήπως η μία παράμετρος επηρεάζει την άλλη και αλληλοκαθορίζεται μ’ αυτή, έτσι ώστε, το τελικό αποτέλεσμα να είναι από ασαφές έως διογκωμένο πέρα από τα όρια που προσδιορίζει μια απλή άθροιση;
O Daniel δε δημιούργησε διακριτά κι ίσως εύκολο να ταξινομηθούν και να αξιολογηθούν ζητήματα, έτσι ώστε ν’ ακολουθήσει η ιεράρχηση των λύσεων και η προτεραιοποίησή τους. Αντίθετα· δημιούργησε ένα “κουβάρι” προβλημάτων που το ένα εμπλέκεται με το άλλο ή τα άλλα κι ίσως η απόπειρα να επιλυθεί το ένα να προκαλέσει παρενέργειες και δυσκολίες στην επίλυση του άλλου! Το γεγονός είναι πάντως ότι τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο, ίσως πρωτόγνωρο κάδρο προβλημάτων, όπου δεν αρκεί, πλέον, η επίκληση του όρου “ολιστική αντιμετώπιση”, ώστε να δρομολογηθεί η ελαχιστοποίησή τους.
Μερικές άβολες αλήθειες
Α. Η λάθος ανάγνωση των επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής , ως μέρος της αδράνειάς μας. Φοβάμαι πως το “λάθος” αυτό ενυπάρχει και διαποτίζει όλη την πρόταση της Ολλανδικής εταιρίας και μάλιστα μονομερώς!
Η εικόνα που δημιουργήσαμε για τις επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στην περιοχή μας, πουθενά δεν εμφάνιζε τα μεγέθη του συμβάντος που ονομάστηκε Daniel ή Elias. Την Κλιματική Αλλαγή στη Θεσσαλία και γενικότερα στη ΝΑ Μεσόγειο τη συνδυάζαμε με υψηλές θερμοκρασίες(ισχύει) και μειωμένες βροχοπτώσεις, όπως άλλωστε δείχνουν όλα τα μοντέλα προβλέψεων. Συνεπώς, και σκεπτόμενοι απλοϊκά, συνδυάσαμε ένα πλημμυρικό γεγονός με μειωμένες εισροές ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων, κάτι που θα απωθούσε μια καταστροφή όπως αυτή που συντελέστηκε, στο μακρινό μέλλον ή πολύ μακρυά από μάς γεωγραφικά. Κι εδώ δημιουργήσαμε τη λάθος εικόνα αυτού που ονομάζουμε “Περίοδο Επαναφοράς”. Μετά τον ΙΑΝΟ ήταν διάχυτη η εντύπωση πως τέτοιο περιστατικό θα συμβεί ίσως μετά 100 χρόνια κι αυτό λειτούργησε καταστροφικά, ως μέρος της γενικότερης αδράνειας στις διοικητικές αποφάσεις και ενέργειες.
Τι μας διέφυγε ή τι αγνοήσαμε; Μας διέφυγε το γεγονός ότι:
1. η μεγάλη πυκνότητα των κυκλώνων που έπληξαν τον Ελλαδικό χώρο την τελευταία εικοσαετία· από το 1982 μέχρι σήμερα, έπληξαν τη χώρα μας οχτώ(8) κυκλώνες. Οι επτά(7) απ’ αυτούς την έπληξαν από το 2015 και μετά. Ταυτόχρονα, ήταν διάχυτη η πληροφόρηση μέσω των εκθέσεων της IPCC αλλά και των στατιστικών αναφορών από τα Εθνικά Μετεωρολογικά Δίκτυα, ότι κατά την τελευταία εικοσαετία τα πολύ θερμά έτη διαδέχονταν το ένα το άλλο( ήδη το 2023 θεωρείται ως το θερμότερο έτος από την απαρχή των καταγραφών). Επί πλέον, μια μετατόπιση των υετοφόρων μηνών προς τα άκρα( π.χ αντί Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου, Μάρτιος – Απρίλιος), συμβάλει ακόμη περισσότερο στην αυξημένη εξάτμιση, ώστε η επίκληση των υψών υετού, ως ποσοτήτων και μόνο, είτε μειωμένων, είτε αυξημένων, να μη δηλώνει κάτι . Με απλά λόγια, φαίνεται να δημιουργείται μια ακολουθία ακραίων συμβαινόντων(πλημμυρών) που δε δικαιούμαστε να αμελήσουμε αλλά ούτε να στραφούμε αποκλειστικά και μόνο ς’ αυτά, χωρίς να ασχοληθούμε με την ίδια ζέση και με φαινόμενα που βρίσκονται στον αντίποδά τους(ξηρασίες).
2. η μέση θερμοκρασία στην περιοχή μας(χώρες Μεσογείου) αυξάνεται ταχύτερα απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό για τον κοινό νου, παραπέμπει σε καύσωνες, ξηρασίες και αυξημένο κίνδυνο δασικών πυρκαγιών. Και ως μέρος των επιπτώσεων είναι σωστό. Αλλά ο κοινός νους, δυστυχώς, είτε αγνοεί είτε υποβαθμίζει το ό,τι η αυξημένη μέση θερμοκρασία σημαίνει αυξημένη εξάτμιση, περισσότερους υδρατμούς στην ατμόσφαιρα και αύξηση των φαινομένων αστάθειας. Με λίγα λόγια· ο κοινός νους και η επιφανειακή θέαση των πραγμάτων δείχνει να αγνοεί τα φαινόμενα ντόμινο που ακολουθούν κάθε πρόβλεψη και προφανή επίπτωση και τις λεπτομέρειες που πολλές φορές εξελίσσονται σε tipping points.
3. προς επίρρωση των ανωτέρω(2) να σημειώσουμε την …εμμονή των αυξημένων θερμοκρασιών των υδάτων της Μεσογείου, που αποτέλεσαν και αποτελούν “αντλία ενέργειας” για κάθε ατμοσφαιρικό επεισόδιο. Δηλ. ο κίνδυνος εξακολουθεί να υφίσταται και κάνει κάθε πρόβλεψη επανάληψης ανάλογων επεισοδίων σημαντικά πιθανή! Κι αυτό είναι ένα από τα σημαντικά λάθη – παρανοήσεις· δε συνδυάσαμε όσο έπρεπε αυτούς τους δύο παράγοντες που είναι η γενεσιουργός αιτία των μεσογειακών κυκλώνων! Και στην πρόταση της HVA γίνεται αναφορά στην πύκνωση των φαινομένων στο εγγύς μέλλον αλλά επιχειρείται ο συσχετισμός αυτών – κυρίως της αυξανόμενης λειψυδρίας και του ελλείμματος υδατικών πόρων με συγκεκριμένες καλλιέργειες – τις πλέον υδροβόρες – που υπό τις συνθήκες που διαμορφώνονται εκτιμάται πως θα επιδεινώσουν το πρόβλημα! Στα επιχειρήματα της Εταιρίας αναφέρεται η πτώση του υπόγειου υδροφόρου στα 300 μέτρα, ενώ βέβαια η συνολική εικόνα της Θεσσαλίας δεν είναι αυτή ακριβώς. Πιο συγκεκριμένα, το μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στην Ανατολική Θεσσαλία, η οποία χρήζει ιδιαίτερης αντιμετώπισης και είναι προφανές ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος προϋποθέτει τη “ζωνοποίηση” της Θεσσαλίας, που μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε πλέον και ως Κλιματική Ζωνοποίηση. Επίσης, αναφέρεται γενικώς ο κίνδυνος υφαλμύρωσης των υπογείων υδάτων χωρίς τον απαραίτητο εστιασμό και την τρωτότητα και τον βαθμό επικινδυνότητας της κάθε περιοχής, ώστε να δίνεται η εντύπωση πως όλη η πεδινή Θεσσαλία βρίσκεται υπ’ αυτή την απειλή.
4. το έδαφος δεν είναι ανανεώσιμος πόρος. Η αυτοανανέωσή του έχει πολύ μικρή ταχύτητα σε σχέση μ’ αυτή της διάβρωσης. Πέραν όμως από τους κρίσιμους παράγοντες που καθορίζουν αυτή τη δυνατότητα Αυτοανανέωσης, έρχεται να προστεθεί ένας ακόμα· είναι η επιχειρούμενη σε μεγάλη κλίμακα αλλαγή του τοπίου που εκφράζεται, προς το παρόν, με τη σχέση του Τεχνητού προς το Φυσικό που μόνο μια πολύ εμπεριστατωμένη και πολυκριτηριακή ανάλυση μπορεί να προσεγγίσει και όχι ασφαλώς κάποια ΣΜΠΕ του συνολικού έργου, σαν τις πολλές με την επιφανειακή θέαση των πραγμάτων που έχουν δει ως τώρα το φως της δημοσιότητας.
Όταν αναφέρομαι στη σχέση/αναλογία του Τεχνητού προς το Φυσικό, το διακρίνω σε δύο εκδοχές:
1. την εικόνα του ως μια γεωδιαμόρφωση που θα επιχειρηθεί ως εκ των ων ουκ άνευ για λόγους προστασίας από τις αναμενόμενες πλημμύρες και στην οποία αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα είναι ένας νέος κερματισμός του τοπίου και των οικοσυστημάτων, που δε γνωρίζουμε ακόμα αν απέχει και πόσο από του να χαρακτηριστεί κρίσιμος για την ικανότητα αυτοανανέωσης της Φύσης και την αποτελεσματική προστασία της βιοποικιλότητας. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της κατάστασης, που μπορεί να χαρακτηριστεί και ως οδηγός είναι το γεγονός της διάβρωσης των εδαφών των οποίων η ταχύτητα είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από την ταχύτητα αυτοανανέωσης της Φύσης. ( V διάβρωσης>> Vαυτοανανέωσης)
2. είναι γνωστό πως το οργανικό φορτίο των Θεσσαλικών εδαφών βρίσκεται σε πορεία εξάντλησης( δεκαετία 1980 ~ 2%, δεκαετία 2010 ~ 1%, σήμερα ακραία συμβάντα(Daniel & Elias), τα ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα, μέσα σε χρονικό διάστημα 12 ημερών, άγγιξαν το μέγεθος των 8 δις m3! Αυτό το μέγεθος μόνον κατά 20 – 25% υπολείπεται του ποσού των ετήσιων ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων που δέχεται η Θεσσαλία( 10 – 11 δις κ.μ). Πολλές περιοχές δεν πλημμύρισαν λόγω υπερχείλισης μόνο των ποταμών που αναφέρονται ευκρινώς στους χάρτες πλημμυρών αλλά και από ρέματα που είχαν “εξαφανιστεί” ή υποβαθμιστεί, είτε λόγω επέκτασης των γεωργικών γαιών είτε των οικισμών είτε άλλων ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
Απλώς, θεωρώ ότι η κατασκευή των περιφερειακών φραγμάτων εξυπηρετεί δύο σκοπιμότητες: την αντιπλημμυρική προστασία( έστω και ως κέρδος χρόνου για την έγκαιρη ειδοποίηση του πληθυσμού) και την ταμίευση νερού για την αντιμετώπιση φαινομένων ανομβρίας. Αλλά θεωρώ πως η συνεισφορά τους δε θα είναι αυτή που περιμένουμε σε ένα ακραίο συμβάν, εφόσον δεν αποδώσουμε στη Φύση το χώρο που έχουν “κυριέψει” οι μέχρι σήμερα γεωργικές και άλλες πρακτικές. Πιο συγκεκριμένα·
1. στον κάμπο έχουμε καταργήσει σχεδόν τους φυσικούς μαιανδρισμούς και τις φυσικές ανασχέσεις ροής των ποταμών και των ρεμάτων. Έτσι, αυξήσαμε την ταχύτητα ροής και τα φαινόμενα διάβρωσης. Τα δύο αυτά φαινόμενα, με τη σειρά τους, προκάλεσαν έκπλυση των εδαφών και δημιούργησαν μεγάλο όγκο φερτών στην πεδινή διαδρομή των ποταμών και χειμάρρων με αποτέλεσμα τα καταστροφικά αποτελέσματα που σημειώθηκαν πρόσφατα στις υποδομές·
αύξηση ταχύτητας ροής + αύξηση μάζας φερτών υλικών -> αύξηση ορμής(J =m x v) → αύξηση των καταστροφικών επιπτώσεων.(*)
2. οι καλλιεργητικές πρακτικές των τελευταίων δεκαετιών και η συνεχής και παράνομη επέκταση της γεωργικής γης( σε πολλές περιπτώσεις μέχρις εκεί που επιτρέπει το ανάγλυφο του εδάφους!), έχουν εκμηδενίσει σχεδόν την παρόχθια βλάστηση των ποταμών και ρεμάτων(**), που αποτελεί έναν ακόμη σοβαρό παράγοντα ανάσχεσης της ορμής των πλημμυρικών υδάτων και των φερτών υλικών,πέραν φυσικά της οικολογικής τους λειτουργίας. Η κατάσταση αυτή εισφέρει μια δεύτερη σημαντική μάζα φερτών στην κοίτη των ποταμών και αποτελεί έναν ακόμα σημαντικό παράγοντα επιταχυνόμενης διάβρωσης.
Και τα δύο αυτά φαινόμενα συνεισέφεραν σε μεγάλο βαθμό στις καταστρεπτικές συνέπειες των πρόσφατων ακραίων φαινομένων και αυξάνουν κατά πολύ το κόστος αποκατάστασης. Συνεπώς, εξίσου σημαντική με την ορεινή υδρονομία κρίνεται και η αντίστοιχη πεδινή που δεν απαιτεί ίσως τεχνικά έργα παρά μόνον μια στοιχειώδη επαναφορά των λειτουργιών της Φύσης, που έχουμε αφαιρέσει.
* Λαμβάνοντας υπ’ όψη μας τα παραπάνω (1) & (2) μπορούμε να εμπλουτίσουμε την εξίσωση Α.β του Herman Daly, προσθέτοντας και τις καταστρεπτικές συνέπειες( ως οικονομικό και οικολογικό κόστος) των επεμβάσεων στη Φύση, ως απότοκο των γεωργικών πρακτικών της συμβατικής Γεωργίας. Κατά συνέπεια, κάθε απόπειρα αποτίμησης των επιπτώσεων της σύγχρονης Γεωργίας που περιορίζεται μόνο στον τομέα της ρύπανσης με γεωργικά κατάλοιπα( ΝΟ3-, ΝΗ+4 κλπ, φυτοφάρμακα …) ή των εκπομπών αερίων του Θερμοκηπίου( CO2 , CH4 , N2O) κρίνεται ελλιπής.
** είναι κραυγαλέα η εικόνα του Πηνειού στο μεγαλύτερο μέρος της πεδινής του διαδρομής ακόμα και μέσα στο δυτικό τμήμα της κοιλάδας των Τεμπών. Οι παρόχθιες καλλιέργειες φτάνουν ακριβώς στα όρια της κοίτης του ποταμού και η πρακτική της βαθειάς άροσης συντελεί τα μέγιστα στην έκπλυση του εδάφους σε κάθε πλημμυρικό φαινόμενο. Αν θεωρώ ως επείγον κάτι είναι η ανάταξη και προστασία της παρόχθιας βλάστησης και εν η ανασύσταση αυτών των ευαίσθητων οικοσυστημάτων μετάβασης από το υδάτινο περιβάλλον προς τη χέρσο.
Γ. Τι σημαίνει περίοδος Επαναφοράς; αφορά μόνο σε μεγέθη χρήσιμα για τις ανθρώπινες κατασκευές ή οφείλουμε να αναγνώσουμε την αντίστοιχη περίοδο της Φύσης;
Η επίκληση και χρήση του όρου “Περίοδος Επαναφοράς” γίνεται σε τεχνικά έργα. Ας μου συγχωρήσουν οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι την απόπειρα να μπω στα “χωράφια” τους αλλά και ας μου επιτρέψουν ταυτόχρονα τη διατύπωση κάποιων σκέψεων, σχετικών προς τον όρο, καθώς θα επικαλεστώ ένα νεολογισμό, αυτόν της “Περιόδου Επαναφοράς” ή “Περιόδου Επανάκαμψης της Φύσης”(1). Η Φύση, στην οποία προσφάτως αναγνωρίζουμε το δικαίωμα να διεκδικεί το “ζωτικό” της χώρο, στη μεγα – πλημμύρα Daniel και σε μικρότερο βαθμό στον Ιανό & Elias, όντως διεκδίκησε μεγαλύτερο χώρο απ’ αυτόν που της επιτρέπαμε επί τόσες δεκαετίες να έχει ή ακόμα κι απ’ αυτόν που μπορούσαμε να προβλέψουμε. Η ανάγνωση και μόνο των ποσοτικών μεγεθών, όμως, δεν αρκεί για να σχηματίσουμε την πλήρη εικόνα της αντίδρασής της και κυρίως των μελλοντικών της …προθέσεων. Και εξηγούμαι·
1. Η έννοια Της “Περιόδου Επαναφοράς”, που ως τώρα με σχετική ασφάλεια χρησιμοποιούσαμε με ορίζοντα 50, 100 κλπ ετών, πιστεύω πως αφορούσε και μόνο τα μεγέθη μιας κατασκευής. Η συσσώρευση, όμως, ακραίων συμβάντων σε μικρό χρονικό διάστημα, μάς δημιουργεί την υποχρέωση να συνυπολογίσουμε και την καταπόνηση και τις αντοχές αυτών των κατασκευών. Κάτι που σημαίνει· υψηλότερα κόστη, αναγκαιότητα επικαιροποίησης των μεγεθών – διαστάσεων και γενικότερα της φέρουσας ικανότητάς τους. Κι επειδή στην πρόταση της Ολλανδικής εταιρίας προτείνεται μεγάλος αριθμός τεχνικών παρεμβάσεων,έχουμε αναπτύξει επαρκώς τη μεθοδολογία που θα μας εξασφαλίζει το βέλτιστο αποτέλεσμα; και η εξέλιξη των φαινομένων, όπως αυτά φαίνεται να αναπτύσσονται στην περιοχή μας, μήπως απαιτεί συνεχείς αναθεωρήσεις, που θα αυξάνουν τα κόστη της προστασίας από ακραία καιρικά – κλιματικά επεισόδια; και εν τέλει, μήπως ο μεγάλος όγκος όλων αυτών των παρεμβάσεων δημιουργήσει και ένα ανάλογο οικονομικό κόστος συντήρησης, που θα καθίσταται σταδιακά απαγορευτικό;
2. Η Φύση δικαιωματικά, αναπτύσσει τη δική της “Επαναφορά” ή “Επανάκαμψη”. Μπορεί κάποιος να τη χαρακτηρίσει με τον …ρομαντικό όρο “μνήμη νερού” αλλά φοβάμαι πως αυτός, ως όρος, δεν είναι πλέον επαρκής απ’ τη στιγμή που ιστορικά υπάρχει αλλαγή κλιματικών δεδομένων, τέτοια που να καθιστά τον όρο “μνήμη νερού” συντηρητικό και ατελή! Ανεξάρτητα όμως από τις δικές μας αναγνώσεις, υφίσταται ήδη μια πιεστική συνθήκη· αυτή της αναγνώρισης ενός είδους ζωτικού χώρου της Φύσης που μέχρι χθες είτε δεν αναγνωρίζαμε ή επιμελώς υποβαθμίζαμε. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της αναγνώρισης και τι χάνει η Φύση διεκδικώντας τον;
Η τυπική αναγνώριση του ζωτικού χώρου της Φύσης ξεκινά από τα μέρη του τοπίου που έχουμε αυθαίρετα καταλάβει και άρα οφείλουμε να επιστρέψουμε ς’ αυτή αλλά κυρίως τα χαρακτηριστικά της, ποσοτικά και ποιοτικά. Συγκεκριμένα:
(α) τοποθεσίες αυξημένης κλίσης(> 5%) που απαλλοτριώσαμε και παραδώσαμε στην Γεωργία, καλλιεργώντας τες με λανθασμένο τρόπο και επιταχύνοντας τη διάβρωση και την ερημοποίηση.
(β) πλημμυρικές ζώνες και ζώνες κατάκλυσης ποταμών και ρεμάτων που παραδώσαμε είτε στην καλλιέργεια, είτε σε δημιουργία ζωνών κατοικίας ή βιοτεχνίας & βιομηχανίας( χαρακτηριστικό παράδειγμα, που αναφέρει και η Ολλανδική Έκθεση, η παρεμβολή κατασκευών και δραστηριοτήτων στη ζώνη πλημμυρών της εξωτερικής κοίτης του Πηνειού στη Λάρισα). Η παράδοση των συγκεκριμένων εκτάσεων στη Θεσσαλία έγινε υπό το πρίσμα μιας λανθασμένης αντίληψης του χρόνου επαναφοράς- διεκδίκησης του “ζωτικού’ χώρου ενός ποταμού ή ακόμα με την πεποίθηση ότι ο ποταμός ή το ρέμα δεν πρόκειται να επανέλθει σε τόσο μεγάλη επιφάνεια. Πολλώ δε μάλλον, το ό,τι μπορεί να διεκδικήσει ακόμα μεγαλύτερες εκτάσεις(φαινόμενο Daniel) απ’ αυτές που δείχνουν οι παλιοί χάρτες.
(γ) τους μαιανδρισμούς των ποταμών συνεχούς και διαλείπουσας ροής, που καταργήσαμε “διορθώνοντας” τη φύση και απλοϊκοποιώντας την εικόνα της.
(δ) επαναφορά με κάθε δυνατό τρόπο της συνέχειας του τοπίου που έχει κατακερματιστεί. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος(2017) η χώρα μας βρίσκεται στην πρώτη θέση στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τον κατακερματισμό του φυσικού τοπίου της. Αυτό ασφαλώς αποτελεί ένα από τα δυσεπίλυτα προβλήματα, καθώς εκτείνεται σε βάθος χρόνου. Κι ο κατακερματισμός του φυσικού τοπίου δεν αποτελεί μόνο ζήτημα αισθητικής αλλά κυρίως της ομαλής ανάπτυξης και λειτουργίας των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας αλλά και υποβοήθησης της Φύσης να αυτοαναγεννάται.
Η αντίδραση της Φύσης, όπως ανέφερα παραπάνω, βραχυπρόθεσμα την οδηγεί να χάσει κάποια από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της που καθιστούν όμως δύσκολη αφενός τη δική της αυτο – αναγέννηση και αφετέρου εμάς τους ίδιους να προγραμματίσουμε και ασκήσουμε τη Γεωργία και να ανατάξουμε το μεγάλο έλλειμμα του υπόγειου υδροφορέα. Κι αυτό έχει να κάνει με δύο παράγοντες που δυστυχώς αντιμετωπίζουμε με μικρό χρονικό ορίζοντα·
1. η διάβρωση του εδάφους: τόσον ο ΙΑΝΟΣ όσο και οι Daniel & Elias, πρόσθεσαν νέες διαβρωμένες εκτάσεις στην πεδινή αλλά και ορεινή Θεσσαλία. Κι αυτό αποτελεί ένα δύσκολα ανατάξιμο πρόβλημα, που σε συνδυασμό με την εκπτώχευση της ποιότητας των εδαφών( υποβάθμιση έως εκμηδενισμός του οργανικού φορτίου) οδηγεί ταχύτατα στην Ερημοποίηση των εδαφών. Με απλά λόγια· η Ερημοποίηση δεν συντελείται σταδιακά και προβλέψιμα αλλά με άλματα! Κι αν η ακολουθία των ακραίων συμβαινόντων, που αναφέρθηκε πιο πάνω, συνεχιστεί, αυτό θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα. Δηλ. τα ακραία φαινόμενα λειτουργούν συνεργιστικά με τις άστοχες καλλιεργητικές πρακτικές των αγροτών, που ως τώρα έχουν οδηγήσει στην υπογονιμότητα τα κάποτε εύφορα πεδινά εδάφη. Κι ίσως μια τέτοια συνεργιστική διαδικασία να οδηγήσει ταχύτερα στην επέκταση της Ερημοποίησης. Όταν λοιπόν θέτει η Έκθεση της Εταιρίας χρονικούς ορίζοντες υλοποίησης κάποιων στόχων( απόσυρση καλλιέργειας βαμβακιού, κατασκευή έργων), φοβάμαι πως δεν έχει συμπεριλάβει στην όλη διαδικασία τη συνεχή επικαιροποίηση υλοποίησης, υπό το κράτος των νέων δεδομένων που θα προκύπτουν μετά από κάθε ακραία καιρική εκδήλωση.
2. οι τεράστιες ποσότητες αργιλικού υλικού που μετέφερε ο Daniel λειτουργεί ως υλικό σφράγισης που δυσχεραίνει την απορρόφηση και κατείσδυση των όμβριων υδάτων στον υπόγειο υδροφόρο(#), επιβραδύνοντας ακόμα περισσότερο την ανάταξη του μεγάλου ελλείμματος. Ίσως, θεωρήσουν κάποιοι πως τα παραπάνω συμβαίνουν σε μικρό βαθμό – και όντως έτσι είναι* – και είναι αντιμετωπίσιμα. Ίσως, επίσης κάποιοι να θεωρούν εσφαλμένα το έδαφος ως ανανεώσιμο πόρο αλλά δυστυχώς η ταχύτητα αποκατάστασής του είναι κατά πολύ μικρότερη από την ταχύτητα διάβρωσης κι αυτή ακριβής η ανισότητα οδηγεί στην επιτάχυνσης της Ερημοποίησης.
Και υπό το κράτος όλων των παραπάνω δυσχερειών, υποβαθμίζουμε χωρίς να το θέλουμε και τον κίνδυνο μιας “αστραπιαίας ξηρασίας”(**), κάτι που θεωρείται πιθανότερο στα κλιματικά σενάρια που αφορούν την περιοχή μας. Κι αυτό, πέρα από τον όγκο των προβλημάτων που θα μεταφέρει σε
μια ως τώρα ανοχύρωτη Θεσσαλία, θα προσθέσει και τη δική του συνεισφορά στην επέκταση της Ερημοποίησης.
(# ) είναι γεγονός ότι σε κάποιες περιοχές, με σχετικά καλή απορροφητικότητα των εδαφών τους, ο υπόγειος υδροφόρος ανέβηκε. Σε συνδυασμό με το επίσης σημαντικό γεγονός της ανόδου της κοίτης των ποταμών και ρεμάτων, λόγω φερτών υλικών, δημιουργείται η δυσοίωνη προοπτική να δημιουργούνται στο μέλλον πλημμυρικά φαινόμενα εξίσου καταστρεπτικά με ακραία φαινόμενα μικρότερης έντασης αυτής του Daniel. Κατά συνέπεια, οφείλουμε ταυτόχρονα με τους καθαρισμούς και τις εκβαθύνσεις να αποδώσουμε σταδιακά τους χώρους που έχουμε αφαιρέσει από τη Φύση είτε με επέκταση κατασκευαστικών δραστηριοτήτων είτε γεωργικών πρακτικών
(1) Ίσως θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν στο τελευταίο συμβάν(Daniel), η Φύση διεκδίκησε το ζωτικό της χώρο με ένα είδος τόκου, καταλαμβάνοντας χώρους που ενδεχομένως ιστορικά να μην είχε ξανακαταλάβει! Έφταιξε μόνον ο απίστευτος όγκος νερού ή πιο πολύ το είδος κι η πληθώρα των δικών μας παρεμβάσεων, που έκαναν τα αποτελέσματα να φαίνονται τόσο ακραία; Αν είναι έτσι, προκύπτει το ερώτημα· πώς θα μπορέσουμε στο μέλλον να διαχειριστούμε αυτή τη …λογιστική των καιρικών επεισοδίων; και όχι μόνον αυτό· αν τελικά θα συμμαχήσουμε με τον καιρό ή με τη Φύση, καθώς βλέπουμε αυτές οι δύο οντότητες που έως τώρα θεωρούσαμε ως ενιαία οντότητα, να βρίσκονται σε …διάσταση, αφού ο καιρός προκαλεί πλήγματα και στην ίδια τη Φύση.
Κι επειδή ακριβώς, σήμερα διακρίνουμε ένα είδος μεταμέλειας και διάθεσης συμφιλίωσης με τη Φύση, καλόν είναι να σκεφτούμε με τι υποχωρήσεις, παραχωρήσεις και επιστροφές μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο…
(*) το μεγαλύτερο μέρος των επιφανειακών υδάτων κατεισδύει στον υπόγειο υδροφόρο μέσω των κορρημάτων των παραποτάμιων ζωνών.
(**) κατά την έκφραση του Albert Van Dijk( Global Water Monitoring)
Δ. Με τι χρονικό ορίζοντα καλούμαστε να σχεδιάσουμε το μέλλον της Γεωργίας;
Όπως είναι σαφές από την ανάπτυξη του θέματος “Γεωργία” στην Έκθεση της HVA δεν αμφισβητείται το κυρίαρχο γεωργικό μοντέλο της συμβατικής γεωργίας και βέβαια, δεν δίνεται χώρος να αναπτυχθούν γεωργικές δραστηριότητες εκ μέρους κοινωνικών ομάδων, είτε μέσω των περιαστικών αγροκτημάτων, είτε μέσω οργανωμένων ομάδων παραγωγών
Νομίζω, όμως, πως είναι σαφές σε όλους πως η Γεωργία του εγγύς μέλλοντος θα εμπεριέχει υψηλά ρίσκα και αβεβαιότητες. Και τα μέτρα που καλούμαστε να λάβουμε, ώστε να σχεδιάσουμε ένα αξιόπιστο και αποτελεσματικό ως προς τη λειτουργία του master plan θα συναντά στο δρόμο του εμπόδια που εν πολλοίς θα κρίνονται ανυπέρβλητα:
(α) οι προβλέψεις του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού(WMO) αλλά και της πρόσφατης Έκθεσης της IPCC αναφέρουν πως το όριο των +1,5oC σε σχέση με την προβιομηχανική περίοδο, είναι πιθανόν πλέον να ξεπεραστεί μέχρι το 2040(***). Κι αυτό, για το …hot spot της Μεσογείου και ειδικά της περιοχής μας θα σημάνει μεγαλύτερη μέση αύξηση της θερμοκρασίας(>2,5oC). Και υπ’ αυτές τις συνθήκες ο κίνδυνος να περιέλθει μέρος της Θεσσαλίας σε κατάσταση μόνιμης ξηρασίας είναι πλέον ορατός.(1)
(β) αυτή η μέση αύξηση της θερμοκρασίας της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας αλλά κυρίως των υδάτων της Μεσογείου, διατηρεί συνεχώς των κίνδυνο να ενσκήπτουν νέα ακραία φαινόμενα τύπου Daniel και ίσως ισχυρότερα, των οποίων τη συχνότητα και ένταση δε μπορούμε να προβλέψουμε.
(γ) στην περίπτωση της συνεχιζόμενης μείωσης των παραγωγικών αγροτικών γαιών και υπό την απειλή πάντα των ρίσκων της σοδειάς, μπορεί να υπάρξει αξιόπιστο και ανθεκτικό μοντέλο παραγωγής που να εξασφαλίζει την επισιτιστική επάρκεια, τη βιωσιμότητα των παραδοσιακών( βαμβάκι, σιτηρά κλπ) αλλά και καινοτόμων καλλιεργειών που θα αναπτυχθούν, ώστε να καλύπτεται και η διείσδυση στην Αγορά, να εξασφαλίζεται κάποιο αξιοπρεπές αγροτικό εισόδημα αλλά κυρίως να διατηρείται η καλή κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος; Και εν τέλει, αυτό που αποκαλούμε Γεωργία των ανοιχτών οριζόντων, τι πιθανότητες έχει να επιβιώσει στο χρόνο;
Θεωρώ πως αυτά τα ερωτήματα πρέπει να είναι τα κυρίαρχα, για την αντιμετώπιση ενός μέλλοντος που δε θα απαιτεί μόνο την Τεχνική θωράκιση αλλά κυρίως την κοινωνική, μέσω μιας φιλοσοφίας αλληλεγγύης και συλλογικότητας. Τα δύο τελευταία χαρακτηριστικά που οφείλει να αναπτύξει η Θεσσαλική κοινωνία είναι ικανά να την “εισάγουν” και στην Αγορά. Η υποταγή και μόνο στους νόμους της, όχι.
Πολύ φοβάμαι ότι με τις συνθήκες όπως αυτές αναπτύσσονται στο Θεσσαλικό χώρο αλλά και ευρύτερα, πως είναι αρκετά επισφαλές να μιλάμε για βεβαιότητες σε ό,τι αφορά τις καλλιέργειες, την επάρκεια νερού για την κρίσιμη – όπως προσωπικά θεωρώ – περίοδο μέχρι το 2040 αλλά και την εξασφάλιση των στοιχειωδών συνθηκών που θα εξασφαλίζουν την επάρκεια αγαθών για τους κατοίκους της Θεσσαλίας. Οφείλουμε να αναπτύξουμε ένα δικό μας μοντέλο – master plan – με εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες που θέτει η πρόταση της Εταιρίας.
(δ) και εν τέλει, υπό το πρίσμα όλων των παραπάνω, θα μπορεί να υπάρξει ένα ισχυρό ασφαλιστικό σύστημα κι ένα βιώσιμο πρόγραμμα κάλυψης των ζημιών της αγροτικής παραγωγής; και εν τέλει ακόμα, ποια μπορεί να είναι η αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου προγράμματος όταν η συχνότητα εμφάνισης καταστρεπτικών ακραίων φαινομένων αυξηθεί τόσο, ώστε να κάνει αβέβαιο ακόμα κι αυτόν τον κύκλο γεωργικής παραγωγής που ως τώρα, τουλάχιστον, τον θεωρούσαμε ενταγμένο στους ρυθμούς της Φύσης;
(ε) Στην Έκθεση της HVA πέραν της προτεινόμενης αντικατάστασης της καλλιέργειας του βαμβακιού δεν γίνεται καμιά μνεία στην τύχη άλλων καλλιεργειών, όπως η αμπελοκαλλιέργεια, που κινδυνεύουν μα σημαντική συρρίκνωση με την άνοδο της μέσης θερμοκρασίας και το ντόμινο των φαινομένων που την ακολουθούν.
Εκείνο που θεωρώ αναγκαίο, προς το παρόν, που οφείλουμε να κάνουμε, είναι να ιχνηλατήσουμε την πορεία που διαγράφουν τα ακραία φαινόμενα, με βάση την εξέλιξή τους στην τελευταία 20ετία. Θεωρώ χρήσιμο και κρίσιμο οδηγό την τελευταία διάρκεια αυτής της περιόδου( 2015 – σήμερα) όπου έχουν πυκνώσει οι κυκλώνες στη Μεσόγειο αλλά και την “εμμονή’ των αυξημένων θερμοκρασιών της Μεσογείου. Σε πρώτη ανάγνωση- που ενδεχομένως να μην αποτελεί ακόμη στατιστική βεβαιότητα – κάποιες περιοχές φαίνονται ευεπίφορες στο να δέχονται ισχυρά πλήγματα του καιρού. Διακρίνω δυο τέτοιες περιοχές στη Θεσσαλική επικράτεια( Μαγνησία, Δυτική Θεσσαλία) μαζί με τη ΝΔ Ελλάδα, Εύβοια κλπ. Οφείλουμε ς’ αυτές τις περιοχές, πέρα από την αυτονόητη θωράκισή τους, να παρακολουθούμε επισταμένως την εξέλιξη αυτής της …δυσάρεστης σχέσης του με ό,τι κακό τους επιφυλάσσει ο καιρός. Κι αυτό, πέραν των άλλων, έχει αναπόδραστη σχέση με τις γεωργικές καλλιέργειες που θα είναι ανθεκτικές και βιώσιμες από κάθε άποψη ς’ αυτούς τους γεωγραφικούς χώρους. Και όλα αυτά θα μπορούν να υλοποιηθούν μέσω ενός Παρατηρητηρίου για τη Γεωργία, το οποίο θα επεξεργάζεται και θα επικαιροποιεί διαρκώς όλα τα δεδομένα/παραμέτρους που θα κάνουν την προσέγγιση του ζητήματος της Γεωργίας όλο και περισσότερο αξιόπιστη.
Εν κατακλείδι· ποιος μπορεί να είναι ο χαρακτήρας της μελλοντικής Γεωργίας και ποιες οι προτεραιότητές της; κατά βάση οφείλει να είναι κοινωνικός και η σταθερή προτεραιότητά της η κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού της Θεσσαλίας και μεγάλου ποσοστού των Ελλήνων. Η προτεραιότητα και μόνον της κάλυψης των αναγκών μιας πιεστικά ανταγωνιστικής διεθνούς Αγοράς, όπως αφήνεται να εννοηθεί από τις προτάσεις της HVA είναι σε σημαντικό βαθμό επισφαλής και μάλιστα αυτή η επισφάλεια αναμένεται να ενταθεί αν συνδυαστεί με τις αβεβαιότητες που προοιωνίζει το κλιματικό μέλλον.
(1) αυτή τη στιγμή έχουν υλοποιηθεί από την IPCC τα Global Models. Η ανάπτυξη των περιοχικών(Regional models) παραπέμπεται για το 2025. Κατά συνέπεια κάθε πρόβλεψη ενέχει ακόμα υψηλό ρίσκο.
(***) Ας σημειώσουμε, μιας και αναφερόμαστε στο 2040, ότι όλες σχεδόν οι προβλέψεις που έχουν γίνει κατά καιρούς για την παραπάνω χρονολογία, έχουν επαληθευτεί πολύ νωρίτερα!
Επί πλέον, αν αναλογιστούμε πως στο χρονοδιάγραμμα που θέτει η Έκθεση της HVA ορίζει ως χρονικό ορίζοντα περάτωσης των τεχνικών έργων το 2039 – αρκετά αισιόδοξος στόχος για τα Ελληνικά δεδομένα – γίνεται σαφές ότι στο μυαλό των Ολλανδών συμβούλων και μελετητών η Κλιματική κρίση προς το παρόν παραμερίζεται και ορίζεται με τρόπο αυθαίρετο μια “αδιατάρακτη” περίοδος όπου δεν αναμένονται άλλα άξια λόγου ακραία φαινόμενα( κυκλώνες, ξηρασία κλπ) που θα ανακόπτουν την ομαλή πορεία της εφαρμογής των σχεδίων ή πολύ περισσότερο, θα δημιουργούν τάσεις αναθεώρησής τους και μιας διαρκούς επικαιροποίησης που θα στοιχίζει σε χρόνο και οικονομικό κόστος.
Ε. Τι προοιωνίζει η σπουδή της ιδιωτικοποίησης των υδάτων, σε συνδυασμό με το γεωργικό μοντέλο που προτείνεται;
Η διεθνής εμπειρία από την εφαρμογή αυτού του συνδυασμού παραπέμπει σε καταστάσεις, όπου το μόνο σίγουρο είναι πως θα επισπεύσουν ακόμη περισσότερο τη φυγή πολλών γεωργών από την παραγωγική διαδικασία, τη συρρίκνωση του ενεργού πληθυσμού της υπαίθρου και τη διόγκωση του άλλου προσώπου της Ερημοποίησης που έχει να κάνει με την ανθρώπινη παρουσία στην ύπαιθρο. Κυρίως όμως, αυτός ο συνδυασμός θα δείχνει το αληθινό του πρόσωπο σε περιόδους έντασης των καιρικών φαινομένων και δη της λειψυδρίας. Κι επειδή ένα Σύστημα που στηρίζεται σε μια οργάνωση της παραγωγής, που έχει ως κύριο μέλημα την κάλυψη των αναγκών της διεθνούς Αγοράς κι όχι των επισιτιστικών αναγκών του πληθυσμού της Περιφέρειας που παράγει τα αγαθά, λειτουργεί προνοητικά, είναι σχεδόν σίγουρο πως το ριζικά δημόσιο – κοινωνικό αγαθό που λέγεται νερό θα καταστεί χρηματιστηριακό προϊόν με επακόλουθα τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης, δηλ. η εκ των προτέρων δέσμευση ποσοτήτων νερού από μεγαλοεπενδυτές, που θα έχουν προκύψει εν τω μεταξύ.
Τι είδους “διαστροφή” θα έχει συμβεί εν τω μεταξύ σε μια τέτοια περίπτωση; με δεδομένο ότι οι επενδυτές γης και νερού θα έχουν ως μέλημα την κάλυψη των αναγκών της διεθνούς Αγοράς και λιγότερο της ντόπιας, θα σημειωθεί το παράδοξο, μαζί με το προϊόν που εξάγεται, να εξάγεται και το υδατικό περιεχόμενο, υπό τη μορφή του Εικονικού νερού* και μάλιστα σε περιόδους έλλειψής του!
* εικονικό νερό: είναι η ποσότητα νερού που έχει καταναλωθεί για να παραχθεί μια μονάδα βάρους ή όγκου του προϊόντος. π.χ για την παραγωγή ενός κιλού μοσχαρίσιου κρέατος απαιτούνται σε όλη την παραγωγική του διαδικασία 16 κ.μ νερού, για ένα μπουκάλι κρασί, 400 ίδια μπουκάλια νερού κοκ.
ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ-ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΦΥΣΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΤΟΥ 2023
Δρ. Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, Οικονομικός Γεωγράφος, Ερευνητής
(Από την περίπτωση της Θεσσαλίας στην περίπτωση της χώρας)
Η πολύ σοβαρή υπόθεση, της πρόσφατης Θεσσαλικής καταστροφής, αποτελεί ένα συγκλονιστικό προηγούμενο και ενδεχόμενο για κάθε περιοχή και περιφέρεια της χώρας. Όμως διαπιστώνονται σοβαρές αδυναμίες τόσο στην προσέγγιση, όσο και στη μεθοδολογία διαχείρισης του ζητήματος της ολοκληρωμένης διαχείρισης υδάτων.
Κατ’αρχήν η μελέτη αυτή ανατέθηκε απευθείας, με την θεσμικά απαράδεκτη και χορηγία 1 εκ € της Ένωσης Τραπεζών. Πρέπει να επιλυθεί κάποτε το ζήτημα της ταχείας εκπόνησης μελετών για θεμελιακά ζητήματα, όπως η διαχείριση υδάτων, με βάση προδιαγραφές και κατευθύνσεις που εν προκειμένω απουσιάζουν.
Εξάλλλου οι Γενικές Μελέτες-και Προτάσεις της Ολλανδικής εταιρείας Συμβούλων HVA, αναρτήθηκαν στη διαβούλευση στα αγγλικά, πλην μιας περίληψης στα ελληνικά.
Η δέσμη των μελετών ολοκληρώθηκε μεν σε σύντομο χρόνο όμως πολλά στοιχεία τους δεν είναι ώριμα, αλλά αποτελούν πρόχειρη συρραφή αναλύσεων εκτιμήσεων, διάσπαρτων ιδεών και μια σωρεία προτάσεων δαπανηρών αντιπλημμυρικών έργων, μοντέλα εξοικονόμησης νερού, άρδευσης και μείωσης των 32.000 γεωτρήσεων.
Εστιάζει σε σχέδια Ορθών Γεωργικών Πρακτικών, αρδευτικών μεθόδων και αναδιάρθρωση καλλιεργειών, με υποκατάσταση της υδροβόρας βαμβακοκαλλιέργειας, με νέες βιώσιμες ανταγωνιστικές καλλιέργειες.
Εκτός αυτών, προβαίνει σε πολλές ασαφείς και ατεκμηρίωτες εκτιμήσεις δαπάνης, κόστους -οφέλους, επενδύσεων, ιεράρχηση προτεραιοτήτων χωρίς επαρκή αιτιολόγηση, με συγκεχυμένα χρονοδιαγράμματα.
Είναι ουσιώδες πως υποβάλλεται πρόταση σύστασης Ενιαίου Φορέα Διαχείρισης Υδάτων, αντιμετώπισης των πλημμυρών και της λειψυδρίας, με βάση τις καλές Ευρωπαϊκές πρακτικές και επιτυχή πρότυπα Ολλανδίας, Γερμανίας και Γαλλίας.
Θέτει ορθώς μεν το θέμα λειτουργίας σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης, μελέτης, έγκαιρης ενημέρωσης, εκκένωσης, συνεργειών, συνεργασιών, κατάρτισης και αξιοποίησης του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού αλλά δεν διακρίνει την αρμοδιότητα και εμπλοκή των υπηρεσιών Πολιτικής Προστασίας Κεντρικών και τοπικών και του προτεινόμενου νεοσύστατου Αρδευτικού –Αντιπλημμυρικού Φορέα.
Παρεμφερή προβλήματα κινδύνων και καταστροφών πλημμυρών, ξηρασίας, πυρκαγιών και πολλών άλλων δεινών αντιμετωπίζουν όλες σχεδόν οι περιοχές της χώρας, παρά όλα αυτά συζητάται μόνο εντελώς ελλειπτικά και ευκαιριακά το ζήτημα της Θεσσαλίας ενώ αγνοήθηκαν πολλά από τα συναφή σοβαρά ζητήματα που επηρεάζουν όλη τη χώρα. Εν πολλοίς μας βρίσκουν σύμφωνους οι παρατηρήσεις και τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων Greenpeace, WWF όπως και του καθηγητή κ. Ν. Δανελάτου.
Το εγχείρημα αυτό επιχειρεί εντελώς ανορθόδοξα ένα μακροχρόνιο καινοτόμο σχεδιασμό μεγάλης δαπάνης και αλλαγής περιβαλλοντικού και οικονομικού μοντέλου ιδίως στη Γεωργία. Η Υλοποίηση ανάλογων σχεδίων, συνεπάγεται υψηλές δαπάνες, πολύ ακριβότερες από άλλες εναλλακτικές φιλικές προς της φύση .Εκτός του τεράστιου κόστους της Θεσσαλικής Καταστροφής υπέστησαν οι άτυχοι κάτοικοι της περιοχής και επωμίσθηκε η χώρα.
Το κυρίως αντικείμενο των σχεδίων αυτών, δεν είναι της αποκατάστασης των ζημιών αλλά της πρόληψης και αντιμετώπισης των μελλοντικών κινδύνων από τις πλημύρες και τη λειψυδρία, που εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο, της Προσαρμογής στη Κλιματική Αλλαγή στην οποία, σε μεγάλο βαθμό, οφείλονται τα πρωτοφανή φαινόμενα. Τα προβλήματα αυτά κατά συνέπεια είναι καθολικού και όχι τοπικού ενδιαφέροντος. Σε κάθε περίπτωση χρήζουν μακροχρόνιου σχεδιασμού και μεγάλων επενδύσεων.
Για τα νέα αυτά σύνθετα προβλήματα και τις επαγόμενες από τη Κλιματική Κρίση απειλές και κινδύνους, έχει θεσπισθεί πανευρωπαϊκά, εθνικά και περιφερειακά η υποχρέωση κατάρτισης, Ευρωπαϊκής, Εθνικής Στρατηγικής και Περιφερειακών Σχεδίων Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή Μετριασμού και Ανθεκτικότητας.
Η Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ) βασικός νόμος 4936/2022 σύμφωνα με το άρθρο 5, περιόδου 10 ετών ένα κείμενο στρατηγικού προσανατολισμού με στόχο τη χάραξη κατευθυντήριων γραμμών, παραμένει ανίσχυρη και ανεφάρμοστη. Πουθενά όμως στις μελέτες δεν αναφέρεται όπως όφειλε, το Εθνικό και Περιφερειακό Σχέδιο Κλιματικής Αλλαγής ΠεΠΣΚΑ Θεσσαλίας, που εκπονείται μια τετραετία και απομένει εκκρεμές με πολλές παρατάσεις, χωρίς να έχει εγκριθεί η ΜΠΕ Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων των προτεινόμενων φιλόδοξων έργων.
Από τις κατατεθείσες διάσπαρτες Εκθέσεις και Προτάσεις λείπει το πλαίσιο αναφοράς, στις κατευθυντήριες αρχές τις Στρατηγικές, των διεθνών συμφωνιών και των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεν περιέχει σαφή εκτίμηση των αναμενόμενων κλιματικών μεταβολών στη περιοχή και τη χώρα, βάσει διαφορετικών κλιματικών σεναρίων.
Απουσιάζει η ανάλυση τρωτότητας και εκτίμηση των επιπτώσεων των κλιματικών μεταβολών στους διάφορους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, με προσδιορισμό και προκαταρκτική εκτίμηση του συνολικού κόστους προσαρμογής.
Δεν μνημονεύει καν τον υφιστάμενο εθνικό και περιφερειακό Χωροταξικό Σχεδιασμό της Θεσσαλίας (Απόφαση Έγκριση Αναθεώρησης του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου της Περιφέρειας Θεσσαλίας Αριθμ. Α. Π.: ΥΠΕΝ/ΔΧΩΡΣ/69722/1108 Τεύχος ΑΑΠ 269/15 Νοεμβρίου 2018.) Αυτό όφειλαν σύμφωνα με τη πάγια Συνταγματική νομολογία του ΣτΕ να συσχετισθεί και να αξιολογηθεί η μέχρι τώρα εφαρμογή του ή να προταθεί η Αναθεώρηση του.
Ομοίως, πουθενά δεν περιέλαβε τα τοπικά χωρικά και πολεοδομικά σχέδια και την όλη κατάσταση, λειτουργικά προβλήματα και οικονομικά μεγέθη των ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ, των Αγροτικών και κτηνοτροφικών συνεταιρισμών και του ιδιωτικού Αγροτο-βιομηχανικού συμπλέγματος της περιοχής της Θεσσαλίας που εμπλέκεται και επηρεάζεται καθοριστικά από τις προτεινόμενες προληπτικές και θεραπευτικές λύσεις.
Στις προτεραιότητες όφειλε να περιλαμβάνει, συνολικά και αναλυτικά εκτός από τη γεωργία και τηΝ κτηνοτροφία, τη δασοπονία, την ενέργεια, την ασφάλιση, τις υποδομές και τις μεταφορές, το δομημένο περιβάλλον, την προστασία της βιοποικιλότητας, τα οικοσυστημάτων, τους υδάτινους πόρους, τις παράκτιες ζώνες και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς,
Δεν φαίνεται πουθενά να προτείνει την ενσωμάτωση πολιτικών προσαρμογής σε ευρύτερες εθνικές πολιτικές.
Δεν λαμβάνει υπόψη και δεν συνεκτιμά την όλη κατάσταση και τις ανάγκες, αρδευτικές, περιβαλλοντικές και οικολογικές της μεγάλης Λεκάνης απορροής του Αχελώου ποταμού όπως επιβάλλεται από την αλλαγή του ρου των ποταμών και τη μαζική μεταφορά υδάτων από τη μια υδατική λεκάνη στην άλλη. Ειδικότερα έπρεπε να συμπεριλάβει και να συνεκτιμήσει αναλυτικά τη κατάσταση και διαχείριση συνολικά των υδάτινων, καλλιεργητικών και περιβαλλοντικών συστημάτων της Αιτωλοακαρνανίας. Το ίδιο είχε γίνει παλιότερα με τα περίφημα έργα εκτροπής του Αχελώου που στοίχισαν 1,5 δις € και όντας εκτός Ευρωπαϊκού και Συνταγματικού πλαίσιο από καθαρή απρονοησία έμειναν ημιτελή. Επομένως οι ιδιόρρυθμες αυτές μελέτες Γενικού και μερικού περιεχομένου είναι εκτός περιβαλλοντικού και χωροταξικού θεσμικού πλαισίου, ανίσχυρες και ανεφάρμοστες.
Η υπόθεση της Θεσσαλίας είναι προφανώς μια μεγάλη εθνική υπόθεση, που εύλογα απασχολεί όλους τους Έλληνες και προβληματίζει την πολιτική ηγεσία της χώρας που όμως διστάζει να λάβει πολλές κρίσιμες αποφάσεις με πολλά συνεπόμενα και ολέθρια ενδεχόμενα.
Είναι ενδεικτικό, πως μόνο το κόστος αποζημιώσεων και απωλειών, υπολογίζεται προσωρινά σε 4 δις €. ενώ το κόστος των προτεινόμενων έργων αντιπλημμυρικής θωράκισης εκτιμάται σε 4,5 δις €. Αντίστοιχα διεκδικούνται 3,5 δισ.€ , για ανασύσταση της λίμνης Κάρλα, Εκτροπή του Αχελώου, μεταφορά οικισμών, εγγειοβελτιωτικά έργα, σύγχρονα συστήματα άρδευσης, αλλαγή παραγωγικού μοντέλου γεωργίας και κτηνοτροφίας κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση αποφεύγει να αναφερθεί διεξοδικά στο ιστορικό του περίφημου αυτού έργου και στην μεγίστη κρατική αβελτηρία, αφού στην αποξηρανθείσα αρχαία λίμνη, χωροθετήθηκαν και λειτουργούσαν σε σημείο πλημμύρας, υψίστης σημασίας αμυντικές εγκαταστάσεις.
Παρεμφερείς όμως απειλές κινδύνους και ανάγκες, έχουν όλες οι Περιφέρειες τις χώρας., οι οποίες πουθενά δεν αναφέρονται και δεν συσχετίζονται.
Όλες μελλοντικά οι περιοχές της Ελλάδας και της Μεσογείου είναι εν δυνάμει, εξίσου ευάλωτες και τρωτές, σύμφωνα με πρόσφατες επιστημονικές προβλέψεις τη Κλιματικής Αλλαγής, των αυξημένων Μεσογειακών καταιγίδων, MEDICANE αλλά παραμένουν εντελώς ανέτοιμες για την αντιμετώπιση κυκλώνων, πλημμυρών, πυρκαγιών, υπερθέρμανσης, κατολισθήσεων κ.ά.
Φαντάζεται κάποιος, τι θα συμβεί όταν πιθανόν σημειωθεί μελλοντικά μια καταιγίδα τύπου «Ντάνιελ» ή και πολύ υποδεέστερη στα φράγματα του Αχελώου, της Ηλείας, της Μακεδονίας, ή σε άλλες περιφερειακές πόλεις. Τα καταστροφικά αυτά καιρικά φαινόμενα, δεν θα είναι εφεξής φαινόμενα 100ετίας ή χιλιετίας αλλά συνήθη και επικείμενα, που μπορούν να πλήξουν ανά πάσα στιγμή κάθε περιφέρεια ή πόλη της χώρας ή του πλανήτη.
Η υπό διαβούλευση μελέτη HVA τείνει να καλύψει ευκαιριακές, επικοινωνιακές ανάγκες και προτείνει ανεφάρμοστες αποσπασματικές λύσεις , όπως συνέβη, το 2020 στο πόδι, βιαστικά και σπάταλα με τα άστοχα έργα του 2021 μετά την καταιγίδα IANOΣ.
Πουθενά δεν κατέγραψε η εν λόγω Έκθεση, την χρόνια και βαριά ανεπάρκεια και αδυναμία του όλου κράτους και των πλέον ευαίσθητων πεδίων κρατικής αρμοδιότητας, όπως διαχείρισης, των υδάτων, φυσικών καταστροφών και αγροτικής μεταρρύθμισης. Παντού υποτίθεται, πως υπάρχουν Σχέδια Διαχείρισης των Υδάτων και αντιμετώπισης των πλημμυρών. μελέτες Λεκανών απορροής και ποταμών των 14 Υδατικών Διαμερισμάτων της χώρας. Τίποτα δεν έχει εφαρμοσθεί από όλα αυτά και όλη η σχετική νομοθεσία παραμένει ανεφάρμοστη παρά, το ευρύ πλέγμα νομικών, εκσυγχρονιστικών δεσμεύσεων και αλλαγών που έχει αναλάβει η χώρα, ως κράτος-μέλος της ΕΕ, σε ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού περιβαλλοντικού κεκτημένου.
Παρόμοια τύχη είχαν τα προταθέντα μέτρα της αντιμετώπισης των πυρκαγιών, σύμφωνα με την Έκθεση της Επιτροπής Γκολντάμερ.
Η τρομερή αυτή Θεσσαλική δοκιμασία και εμπειρία αποτελεί, ένα μεγάλο μάθημα για όλους. Πρέπει να γίνουν όλα τα σωστά βήματα καλύτερης ανοικοδόμησης «Βuilding Back Beter» ή να τα «Φτιάξουμε πάλι καλύτερα».
Αλλά πώς; Μόνο για μια περιοχή ή για όλες;
Είναι αναγκαίος ο ανθεκτικός και ολοκληρωμένος σχεδιασμός, που να καλύπτει ευρύτερες ανάγκες και υποχρεώσεις ολοκληρωμένων Εθνικών και Περιφερειακών Σχέδιων που παραμένουν εξίσου ανολοκλήρωτα και αναξιοποίητα.
Οι τοπικές αρχές αποτελούν βασικές κινητήριες δυνάμεις της ενεργειακής μετάβασης και της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής στο πλησιέστερα στους πολίτες επίπεδο διακυβέρνησης. Οι τοπικές αρχές έχουν, από κοινού με τις περιφερειακές και εθνικές αρχές την ευθύνη της δράσης για το κλίμα. Ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής και η προσαρμογή σε αυτή μπορούν να προσφέρουν πολλαπλά οφέλη για το περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία. Η από κοινού αντιμετώπιση θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για την προώθηση της βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται: η διαμόρφωση κοινοτήτων χωρίς αποκλεισμούς, ανθεκτικών στην κλιματική αλλαγή και ενεργειακά αποδοτικών·η βελτίωση της ποιότητας ζωής· η τόνωση των επενδύσεων και της καινοτομίας· η προώθηση της τοπικής οικονομίας και η δημιουργία θέσεων εργασίας· η ενίσχυση της συμμετοχής και της συνεργασίας των ενδιαφερομένων μερών.
Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τεχνικές Κατευθυντήριες Οδηγίες σχετικά για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών στην κλιματική αλλαγή για τις επενδύσεις σε υποδομές που καλύπτουν την περίοδο προγραμματισμού 2021-2027.
Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/523 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) (στο εξής: κανονισμός InvestEU ), η Επιτροπή υποχρεούται να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές για τη βιωσιμότητα. Στο άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο α) καθορίζονται οι απαιτήσεις σχετικά με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν. Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο ε), οι κατευθυντήριες γραμμές για τη βιωσιμότητα πρέπει να περιλαμβάνουν καθοδήγηση προς τους εταίρους υλοποίησης σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται για τους σκοπούς του ελέγχου (προελέγχου) του περιβαλλοντικού, κλιματικού ή κοινωνικού αντικτύπου των χρηματοδοτικών και επενδυτικών πράξεων. Το άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο δ) ορίζει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τη βιωσιμότητα καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό των έργων που δεν συνάδουν με την επίτευξη των στόχων για το κλίμα. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών στην κλιματική αλλαγή αποτελούν μέρος των κατευθυντήριων γραμμών για τη βιωσιμότητα.
Κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των έργων υποδομής στην κλιματική αλλαγή, οι οποίες συνάδουν με τις κατευθυντήριες γραμμές που έχουν καταρτιστεί για άλλα προγράμματα της Ένωσης κατά περίπτωση, προβλέπονται επίσης στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( κανονισμός ΜΣΕ ).
Οι κατευθυντήριες γραμμές θεωρούνται επίσης σχετικό έγγραφο αναφοράς για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών στην κλιματική αλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 37 και το άρθρο 67 παράγραφος 3 στοιχείο ι) του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1060 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κανονισμός περί κοινών διατάξεων ή ΚΚΔ ), καθώς και στο πλαίσιο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας
Κατά σύμπτωση αυτές τις ημέρες γνωστοποιήθηκε η Απόφαση παραπομπής της χώρας στο Ευρωδικαστήριο, για μη τήρηση των βασικών οδηγιών 2000/00 ΕΚ για τα Ύδατα και της 2007/60 για τη προστασία από τις πλημμύρες.
Το κεφάλαιο των αποζημιώσεων και τις οφειλόμενης αποκατάστασης των ζημιών είναι άλλο ξεχωριστό θέμα που ουδόλως θίγεται.
Εισηγούνται ένα δήθεν βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο χωρίς να συνυπολογίζουν τις αρχές αειφορίας του ΟΗΕ και τις θεμελιώδεις Ευρωπαϊκές πολιτικές Γεωργίας και Κτηνοτροφίας, την Κοινή Αγροτική Πολιτική ΚΑΠ, τις οικείες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, το παραγωγικό και περιβαλλοντικό μοντέλο όλης της χώρας.
Όλα τα Σχέδια οφείλουν να τελούν σε άμεση συνάρτηση με την Αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, την Ανθεκτικότητα της χώρας συνολικά και το Μετριασμό των επιπτώσεων.
Μια άλλη σοβαρή παράλειψη είναι η μη αναζήτηση οικονομικών λύσεων βασισμένων στη φύση, σε αναδασώσεις, στην πρωτοβουλία των τριών δισεκατομμυρίων δένδρων για την Ευρώπη.
Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα στην περιβαλλοντική προστασία και αξιοποίησης της Ορεινής Θεσσαλίας, της Πίνδου, του Πηλίου, των Χασίων και της οροσειράς του Όθρυ που καλύπτουν το 60% των εκτάσεων της ή 11000 τετρ. χλμ και αποτελούν ανεκτίμητους φυσικούς θησαυρούς με σπάνιες περιοχές NATURA, βιοτόπων, οικοσυστημάτων, υγροτόπων, χλωρίδας, πανίδας, εδαφών, ατμόσφαιρας κ.ά.
Δεν αναφέρεται ο ρόλος του Οργανισμού Φύσης Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής ή ΟΦΥΠΕΚΑ παρότι με τον ιδρυτικό του νόμο, 4685/2020 (ΦΕΚ Α 92/7.5.2020) αποτελεί τον κεντρικό κρατικό φορέα υπεύθυνο για τη διαχείριση των Προστατευόμενων Περιοχών(Π.Π.) στην Ελλάδα για ένα Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης Προστατευόμενων Περιοχών.
Δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο τεκμηριωμένο περιβαλλοντικό σχέδιο και έργο εκτός από τις δήθεν διευθετήσεις ποταμών με ασύδοτες αμμοληψίες και δαπανηρές «προστασίες» με τσιμεντόστρωση των ακτών που τα σαρώνουν τα κύματα και δεν προσφέρουν απολύτως τίποτα.
Θεωρούμε πρωταρχικό να εκπονηθούν ανάλογες και πολύ διευρυμένες μελέτες για όλη τη χώρα και να συγκροτηθούν επαρκή και ικανά διαχειριστικά σχήματα και συστήματα για κάθε Υδατικό Διαμέρισμα και ευρύτερη περιοχή, χωριστά Σχέδια Διαχείρισης των Υδάτων και Αντιμετώπισης των Πλημμυρών σύμφωνα με τους Νόμους 3199/2010 και 3492/ 2012. Μέχρι τώρα οι διάσπαρτες μελέτες γίνονται ευκαιριακά κατόπιν εορτής και παραμένουν ατελείς, ή ανεφάρμοστες.
Από το 2010 όταν εκπονήθηκαν πλείστες όσες μελέτες, για όλα τα Υδατικά Διαμερίσματα και τις λεκάνες Απορροής των ποταμών και των ρεμάτων, της χώρας φουσκώνουν τα ράφια των αρμοδίων.
Για την Περιφέρειά Δυτικής Ελλάδας εκπονήθηκαν πολλά συναφή σχέδια για τη Βόρεια Πελοπόννησο, την ΒΔ Πελοπόννησο και την Αιτωλοακαρνανία, τα διαμερίσματα Αχελώου και Μόρνου, πλην όμως ουδέν απολύτως υλοποιήθηκε.
Οι παλαιοί φορείς άρδευσης ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ της περιοχής, αποδείχθηκαν ανεξαιρέτως αποτυχημένοι ή χρεοκοπημένοι δεν εφαρμόζουν κανένα σχέδιο ορθολογικής διαχείρισης ενώ οφείλουν στην ΔΕΗ πάνω από 40 εκ €. Για τον νευραλγικό αυτό τομέα που διαχειρίζονται το 60% των αρδευόμενων εκτάσεων της χώρας έχει κατατεθεί από την Εταιρεία Μελετών «ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ» αναλυτική έκθεση με προτάσεις των καθηγητών Π, Σκούρα, Ψαλτόπουλου.
Εκτός όλων αυτών όλη αυτή η ανησυχητική κατάσταση , σχετίζεται με την ανυπαρξία κάθε σοβαρής πρόβλεψης κάλυψης των υψηλών ενεργειακών αναγκών του αγροτικού τομέα από τις ΑΠΕ.
Πολύ αργά αφού εδραίωσαν τη θέση του στις ΑΠΕ, πλουσιοπάροχα προνομιούχες ισχυρές εταιρείας και τα κερδοσκοπικά Κεφάλαια, επινοήθηκαν πρόχειρες λύσεις για ανύπαρκτες Ενεργειακές Κοινότητες τους αποδυναμωμένους αγροτικούς συνεταιρισμούς και τους υπό κατάρρευση ΓΟΕΒ και ΤΟΕΒ.
Τα προσδοκόμενα αποτελέσματα από την κοσμογονία των ΑΠΕ είναι μηδαμινά για τις για τις αποδεκατισμένες μικρές τοπικές κοινωνίες με ελάχιστα οφέλη ή κίνητρα. Όλα αυτά συμβάλλουν στην πλήρη εγκατάλειψη και ερήμωση της υπαίθρου χώρας.
H διαχείριση του υδατικού δυναμικού δεν είναι μια τυπική γραφειοκρατική εργασία, απαιτεί ισχυρούς αποκεντρωμένους φορείς, συνθετικές μελέτες και εταιρείες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε πολλούς τομείς. Πέρα από τις προέχουσες ή αναπαραγόμενες μελέτες το πιο κρίσιμο είναι τα σχέδια εφαρμογή τους και πως θα λειτουργήσουν οι απαραίτητοι μηχανισμοί σε μόνιμη βάση.
Άρα, η τοπική κοινωνία πρέπει να συζητήσει με τα συναρμόδια υπουργεία, με ποιό τρόπο θα συμμετάσχει, θα ωφεληθεί και διαχειριστεί τόσα κρίσιμα ζητήματα, επιβίωσης, ανάπτυξης, που θα έχουν μελετηθεί εκτενώς, τεκμηριωμένα με εφαρμόσιμα, αποτελεσματικά σχέδια, και προπαντός εξασφαλισμένους πόρους που αγνοούνται.
Συνεχώς προκρίνονται μόνο αποσπασματικές λύσεις όπως οι επί τούτου χωροθετήσεις των Ειδικών Χωρικών Σχεδίων ΕΣΧΑΣΕ και ο αντισυνταγματικός ΓΟΚ και η αδειοδότηση πάρκων ΑΠΕ ερήμην των απόψεων και των συμφερόντων τις τοπικής κοινωνίας.
Απουσιάζει η ημιουργία συστημάτων διαχείρισης υδάτων, αντιπυρικής και αντιπλημμυρικής προστασίας. χωροθέτησης χρήσεων γης, εγγειοβελτιωτικά έργα καλλιεργητικών σχεδίων, υπηρεσιών γεωργικής εκπαίδευσης, αγροτικός εξηλεκτρισμός κά. Το Σύστημα διαχείριση υδάτων σημαίνει ότι υπάρχει μια οργάνωση, με σαφείς διαδικασίες οι οποίες ακολουθούνται πριν τα έργα,
Η αντιμετώπιση του μεγαλύτερου προβλήματος συνίσταται στη:
Δημιουργία Βάσης δεδομένων, που σημαίνει ότι μαζεύουμε και επεξεργαζόμαστε όλα τα υπάρχοντα στοιχεία, με πλήρη στοιχεία για υδρογεωλογικά ή υδρολογικά φαινόμενα, συστημάτων που ακολουθούν μια εξελικτική πορεία και μπορούν έτσι να κάνουν ασφαλείς προβλέψεις.
Συνεχή αναφορά και διασύνδεση με Αστεροσκοπείο, ΕΜΥ,ΙΓΜΕ Πανεπιστήμια, ΔΕΗ για υδρογεωλογικά, υδρολογικά, βροχοπτώσεις, μετεωρολογικά δεδομένα
Αξιόπιστα στοιχεία χρήσης νερού από ΓΟΕΒ, ΤΟΕΒ, ΔΕΥΑ, Γεωτρήσεις, υποδομές Βιομηχανίες, Αγροτικές επιχειρήσεις μαζί με ένα ενιαίο σύνολο γεωχωρικών δεδομένων με δυνατότητα συνεχούς επεξεργασίας, αξιολόγησης και βελτίωσης.
Δημιουργία Μοντέλων προσομοίωσης, Με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν Μετεωρολογικά, Κλιματικά, υδρολογικά, γεωλογικά και διάφορα οικονομικά μοντέλα. Ένα νέο συλλογικό σύστημα λήψης αποφάσεων, με όλες τις ιδέες, σκέψεις και προτάσεις για την ανάπτυξη της κάθε Περιφέρειας, της κάθε περιοχής και διαπεριφερειακά, ακολουθώντας τον ρου των ποταμών και των Λεκανών απορροής των Υδάτων. Κανένα σύστημα δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί σε 10- 20 χρόνια, αν δεν εκτιμηθούν οι ανταγωνιστικές ανάγκες και χρήσεις με τις ανάλογες μελέτες, και κυρίως όταν την εφαρμογή τους. Αντίστοιχα υπάρχουν και διάφορα οικονομικά μοντέλα, κατά περιοχές και στάδια.
Για το πως θα προστατευθούμε από τις πλημμύρες τη λειψυδρία και ις πυρκαγιές, καθημερινά αντιμετωπίζουμε κρίσιμες αποφάσεις. Αν θα κάνουμε λιμνοδεξαμενές ή συνεχώς δαπανηρές γεωτρήσεις σε μεγαλύτερα βάθη;
Πως θα βρεθεί η άριστη τεχνική και οικονομική λύση και πως σταθμίσουμε συγκρουόμενες απόψεις και συμφέροντα;
Ειδικά στο νερό, υπάρχει τρομερή σπατάλη στην άρδευση, στον Θεσσαλικό Κάμπο, στην Κωπαϊδα, στην Αιτωλία ή την Ηλεία, κατακαλόκαιρο ποτίζουν με τα “κανονάκια” και με ένα σύστημα που έχει 70% απώλειες. Μπορεί να λειτουργούν ασταμάτητα 260.000 γεωτρήσεις στη χώρα, που προκαλούν συνεχή υποβάθμιση και καταστροφή τω υδροφορέων, με συνεχή άνοδο της θερμοκρασίας μείωση βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων;
Αν με μια μικρή επένδυση, μπορούμε με μια λιμνοδεξαμενή, να αντικαταστήσουμε πολλές ενεργοβόρες γεωτρήσεις που προκαλούν υφαλμύρωση, υπερλίπανση., υποβάθμιση, αχρήστευση του εδάφους, ανεπάρκεια και ακαταλληλότητα. νερού και λειψυδρία. Με σύγχρονες μεθόδους μπορούμε να εξοικονομήσουμε το 50% του νερού και να γλυτώσουμε πολλές περιττές δαπάνες. Κανένα προβληματικό σύστημα δεν σύνθετα προβλήματα, οι όποιες πρόχειρες λύσεις λειτουργούν μόνο ανακουφιστικά.
Δεν θα πρέπει με το άγχος της επίλυσης του προσωρινού προβλήματος να οδηγούμαστε σε λύσεις, που δημιουργούν ζοφερές καταστάσεις στο μέλλον με ζημιές στο περιβάλλον και την τοπική και εθνική οικονομία.
Αποτελεί επιτακτική ανάγκη για όλους να αναζητηθούν λύσεις σε ευρύτερη και μεσο-μακροπρόθεσμη βάση, επενδύοντας σε έργα υποδομής όχι ευκαιριακά εξαντλώντας τα όποια αποθέματα και μετά «Γαία πυρί μιχθήτω».
Το ίδιο σύστημα μπορεί να μας δώσει απαντήσεις μπροστά σε μια αναπτυξιακή δράση. Το ίδιο περίπου μια μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα, η οποία μπορεί να έχει και γκολφ (που θέλει αρκετό νερό για πότισμα το γκαζόν), να έχει πισίνες κλπ, που σημαίνει μεγάλη κατανάλωση και μάλιστα στην περίοδο που υπάρχει έλλειψη.
Σαν καλό παράδειγμα λειτουργίας ενός τέτοιου φορέα ,μετά από μια οικολογική καταστροφή, είναι τα σχέδια διαχείρισης του Κηφισού ποταμού στη Βοιωτία, το πρώτο του είδους του.
Πολύ καλή πρακτική εμπειρία υπάρχει από τους οργανισμούς ανατολικής και δυτικής Κρήτης που συγχωνεύτηκαν και έχουν αναλάβει αποτελεσματικά τη διαχείριση των νερών και άλλων δημόσιων έργων υποδομής αλλά με πολύ γενναία κρατική χρηματοδότηση που πρέπει να επεκταθεί σε όλη τη χώρα με βάση τις αρχές τις ισόρροπης ανάπτυξης και δίκαιης πράσινης μετάβασης.
Δυστυχώς επικρατεί μια Υπουργική αναρχία , πολυνομία, υπερρύθμιση και απορρύθμιση ενώ όπου εμπλέκονται, πολλά συναρμόδια Υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης, Ενέργειας Περιβάλλοντος Φυσικών καταστροφών Οικονομίας και Ανάπτυξης Φορείς και Αρχές, είναι πενιχρά τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα.
Οι λύσεις πρέπει να δοθούν με μακροπρόθεσμη στόχευση, με βάση τις αρχές που διέπουν την υδατική και περιβαλλοντική οικονομία, την ορθολογική διαχείριση των φυσικών και υδάτινων πόρων.
Επιβάλλεται πριν από όλα, να μεταρρυθμισθεί συνολικά το κυβερνητικό σύστημα και να εδραιωθεί η αποκέντρωση, να ενδυναμωθεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση να μεταφερθούν πόροι και αρμοδιότητες, να διευρυνθούν οι ΔΕΥΑ
Να υλοποιηθεί η περίφημη πολυεπίπεδη διακυβέρνηση με ευρεία Διοικητική και Χωρική μεταρρύθμιση σύμφωνα με τα πολλά καλά Ευρωπαϊκά πρότυπα, για θεσμική σύγκλιση και εκδημοκρατισμό.
Αυτά που μέχρι τώρα υπάρχουν στα χαρτιά να εφαρμοσθούν στη πράξη, ώστε να δώσουν απαντήσεις σε τόσες μεγάλες προκλήσεις σε μια πολύπλευρη αναπτυξιακή δράση,
Επί τέλους τι κάνουμε τώρα συνολικά και τα κρίσιμα μελλοντικό προβλήματα; Ποιοι και πως θα μελετήσουν και θα τα λειτουργήσουν σε μόνιμη βάση;
Τι κάνει η τοπική κοινωνία και τα συναρμόδια υπουργεία; Και με ποιο τρόπο θα το διαχειριστούμε.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
– Έγκαιρο, κοινό σχεδιασμό και ενιαίες κρατικές πολιτικές για όλες τις περιοχές. Συστημική προσέγγιση – αναγνώριση των δυνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής σε όλους τους τομείς.
– Να καταρτισθούν και να εφαρμοσθούν με τις ίδιες ταχύτατες και ευέλικτες διαδικασίες, χωρικά, περιβαλλοντικά, αναπτυξιακά και υδατικά σχέδια για όλες τις περιφέρειες.
– Αναθεώρηση επικαιροποίηση των Σχεδίων Διαχείρισης των Λεκανών απορροής όλων των ποταμών και των Ρεμάτων της περιοχής.
– Σύσταση Ενιαίου φορέα διαχείρισης των υδάτων και αντιπλημμυρικής προστασίας σε κάθε ΥΔΑΤΙΚΌ Διαμέρισμα .
– Τράπεζα Δεδομένων για την Κλιματική αλλαγή: Αποτελεσματική εκτίμηση του κλιματικού κινδύνου και περιορισμός της αβεβαιότητας.
– Επιτάχυνση έγκρισης Περιφερειακών σχεδίων για την προσαρμογή, εκτίμηση περιφερειακού κινδύνου, αυστηρά χρονοδιαγράμματα και εκτίμηση κόστους Κατάρτιση Τοπικών Σχεδίων Προσαρμογής ανά ΟΤΑ
– Ιεράρχηση κινδύνων στη βάση συγκεκριμένων κριτηρίων που θα αφορούν τις διαστάσεις της βιωσιμότητας (περιβάλλον, οικονομία, κοινωνία)
– –Συλλογή αξιόπιστων στοιχείων για εκτίμηση του κόστους της μη προσαρμογής και μείωση του επενδυτικού κινδύνου
– -Σχεδιασμός και εφαρμογή δράσεων ενημέρωσης για την προσαρμογή σε όλους με έμφαση σε ευάλωτους τομείς (π.χ. αγροτικός τομέας, νοικοκυριά).
– -Χρήση πόρων από Ευρωπαϊκή Ένωση για την ενίσχυση της γνώσης τόσο των αποτελεσμάτων της κλιματικής αλλαγής αλλά και τη μελέτη δράσεων προσαρμογής.
– -Αναζήτηση καλών πρακτικών και εφαρμογή λύσεων συμβατών με την ελληνική οικονομία και τις προκλήσεις από την κλιματική αλλαγή
– Εθνικό θεσμικό πλαίσιο: Σύνδεση εθνικής στρατηγικής με οριζόντιες εθνικές πολιτικές
– Συνεργασία και με το εθνικό συμβούλιο για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
– – Στενή συνεργασία με Σ με αρμόδια υπουργεία και ους τους εμπλεκόμενους φορείς.
– Έγκαιρος και στρατηγικός προγραμματισμός
– Σύστασης ειδικού Ταμείου για την Προσαρμογή με χωριστό προϋπολογισμό που να αφορά αποκλειστικά ειδικές δράσεις
– Χρήση πόρων του προϋπολογισμού για τη διευκόλυνση παρακολούθησης της προσαρμογής στην Ελλάδα σε πιο στενό χρονικό ορίζοντα με αποδοτικούς δείκτες
– Έσοδα από πώληση δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ, καθώς και από αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος- ΣΕΔΕ: Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών
– Συνεργασία με αρμόδιους φορείς για την απορρόφηση ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων της προσαρμογής
– Συνεργασία με το Παρατηρητήριο για την Προσαρμογή (παρακολούθηση διαθέσιμων σχετικών πόρων)
– Ενίσχυση της ιδιωτικής χρηματοδότησης για την προσαρμογή
– Χρήση ασφαλιστικών προϊόντων για περιορισμό της ζημιάς
– Ασφάλιση μεγαλύτερων μονάδων δικαιούχων (π.χ. συνεταιρισμοί, επιχειρήσεις ενός δήμου κτλ.)
– Αναδιάρθρωση καλλιεργειών.
– Δημιουργία κοινωφελών ενεργειακών πάρκων ενεργειακών κοινοτήτων και ενίσχυση του αγροτικού εξηλεκτρισμού. Οι επενδύσεις να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης που μέχρι τώρα διασπαθίσθηκε σε πελατειακές εξυπηρετήσεις.
– Να μελετηθούν μικρά υδατοφράγματα, λιμνοδεξαμενές και εγγειοβελτιωτικά έργα κατά περιοχές.
– Να επιλυθεί το μεγάλο πρόβλημα της άρδευσης των υποβαθμισμένων περιοχών, Κορινθίας, Βοιωτίας, Δυτικής Αχαΐας, Θεσσαλίας με ορθολογική διαχείριση και δημιουργία φραγμάτων.
– Μέτρα εξοικονόμησης του νερού σύγχρονα καλλιεργητικά συστήματα και εξοπλισμοί.
– Να ενισχυθεί η δασοπονία και να δημιουργηθούν κτηνοτροφικά πάρκα.
– Συνεχής επιμόρφωση των αγροτών και μέτρα ενίσχυσης των νέων αγροτών, των ομάδων παραγωγών και των Συνεταιρισμών με παράλληλα μέτρα αντιμετώπισης της εγκατάλειψης και ερήμωσης των αγροτικών περιοχών.
– Προστασία των ευαίσθητων οικοσυστημάτων με ενίσχυση του μέχρι σήμερα αόρατου ΟΦΥΠΕΚΑ, αξιοποίηση και προστασία των δασών.
Σχόλια της Μόνιμης Επιτροπής Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από έγκριση της Διοικούσας Επιτροπής του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος – Περιφερειακού Τμήματος Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας, σχετικά με το «MASTER PLAN WATER MANAGEMENT IN THESSALY IN THE WAKE OF STORM DANIEL How to Address Thessaly’s Water-Related Agricultural Challenges»
Αρχικά μας προκαλεί ερωτηματικά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο σχέδιο (masterplan) έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση στο open.gov.gr δεδομένου ότι δεν αποτελεί κάποιο νομοθετικό κείμενο ή σχέδιο, το οποίο να αναρτάται προς διαβούλευση ενόψει της ψήφισής του από τη Βουλή των Ελλήνων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 έως 64 και του άρθρου 119 του Ν. 4622/2019 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Περαιτέρω, δε, δεν καθίσταται σαφής η διάταξη νόμου, δυνάμει της οποίας αφενός συντάσσεται το εν λόγω masterplan και αφετέρου τίθεται σε διαβούλευση. Επισημαίνεται ότι τα Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων Λεκανών Απορροής Ποταμών εκπονούνται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13 της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και τίθενται σε διαβούλευση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14 της ως άνω Οδηγίας. Το αυτό ισχύει και για τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας της Οδηγίας 2007/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τα άρθρα 7 και 9.
Θεωρούμε ότι ένα τέτοιο σχέδιο το οποίο εξετάζει πολλούς τομείς όπως γεωργία – κτηνοτροφία, διαχείριση υδατικών πόρων, πολιτική προστασία, κ.α. θα έπρεπε αρχικά να συζητηθεί με τοπικούς και περιφερειακούς φορείς, όπως το ΤΕΕ το οποίο εκ της ίδρυσής του αποτελεί τον θεσμικό τεχνικό σύμβουλο της πολιτείας, και μετά να καταλήξει σε όποιες προτάσεις. Αντίθετα το ΤΕΕ-ΚΔΘ δεν κλήθηκε να συμμετάσχει σε μια τέτοια συζήτηση.
Συγκεκριμένα τα σημεία στα οποία κατέληξαν τα μέλη της Μ.Ε. παρατίθενται ακολούθως:
• Το εν λόγω σχέδιο masterplan καταλήγει σε μια σειρά έργων, τα οποία προτείνονται προς υλοποίηση στην Θεσσαλία προκειμένου να αντιμετωπιστούν με ολοκληρωμένο τρόπο τα θέματα των υδατικών πόρων και συγκεκριμένα τα φαινόμενα λειψυδρίας και πλημμυρών. Η ολιστική προσέγγιση κρίνεται σωστή, ωστόσο τα μέτρα που προτείνονται έχουν αποτελέσει προτάσεις και του ΤΕΕ-ΚΔΘ μεταξύ και άλλων τοπικών φορέων. Ουσιαστικά το σχέδιο αυτό δεν προσέθεσε, σε ό,τι αφορά τα προτεινόμενα έργα, κάτι που δεν ήταν γνωστό. Επιπλέον δεν ζητήθηκε η συμβολή του ΤΕΕ-ΚΔΘ να παρέχει αποτελέσματα μελετητικών εργασιών που έχει εκπονήσει, όπως η ιεράρχηση των έργων που προτείνονται από το ΣΔΛΑΠ του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας.
• Η ανάπτυξη συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης αποτελούν την βάση για την αντιμετώπιση των κινδύνων και μας βρίσκουν σύμφωνους. Ωστόσο, δεν προβαίνουμε σε περαιτέρω σχόλια καθώς αποτελούν ένα ιδιαίτερο γνωστικό αντικείμενο.
• Θεωρούμε θετικό το ότι το σχέδιο περιλαμβάνει και την μεταφορά νερού από την λεκάνη απορροής του Αχελώου, κάτι το οποίο αποτελεί και πάγια θέση του ΤΕΕ-ΚΔΘ.
• Κρίνουμε ως θετική την εξέλιξη της υιοθέτησης της πρότασης του ΤΕΕ-ΚΔΘ για την ίδρυση ενός Φορέα Διαχείρισης Υδάτων για το υδατικό διαμέρισμα της Θεσσαλίας. Ωστόσο, τόσο η προτεινόμενη μορφή όσο και η δομή του θεωρούμε ότι πρέπει να προκύψει από τη διαβούλευση όλων των φορέων στην περιοχή και να ακολουθήσει επιτυχημένα παραδείγματα αντίστοιχων οργανισμών στην Ευρώπη. Eκφράζουμε τις επιφυλάξεις μας ως προς την αποτελεσματική λειτουργία του Φορέα Διαχείρισης Υδάτων με τη μορφή που προτείνεται διότι δεν καθίστανται σαφή τα ακόλουθα: (α) η θεσμική εξάρτηση του Φορέα από τις υπόλοιπες Διοικητικές Δομές της Χώρας, (β) το εύρος λήψης αποφάσεων του Φορέα, πολιτικού ή εκτελεστικού χαρακτήρα, (γ)η σωστή στελέχωση εξ’ αρχής δεδομένης της αντίρρησης των νυν υπηρετούντων δημοσίων υπαλλήλων να μεταταγούν στο νέο Φορέα και της δυστοκίας εύρεσης άλλων δημοσίων υπαλλήλων που να πληρούν τα τεθέντα προσόντα. Επισημαίνεται ότι η στελέχωση από την αγορά θα λύσει το πρόβλημα αλλά πρέπει να παρεμβληθεί το ΑΣΕΠ, του οποίου οι διαδικασίες είναι μακροχρόνιες. Περαιτέρω, η νομική φύση του Φορέα θα πρέπει να είναι ανάλογη της σημασίας που κατέχουν τα Ύδατα εν γένει στην οικονομία και ανάπτυξη της Χώρας ως εθνικός πόρος και ως στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος, η προστασία του οποίου αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 του Συντάγματος.
• Αναφορικά με τα έργα που προτείνονται, θεωρούμε ότι ο χρονικός προγραμματισμός είναι ιδιαίτερα φιλόδοξος για την ελληνική πραγματικότητα και δεν είναι ξεκάθαρο με ποια μεθοδολογία προκύπτει.
• Σχετικά με την χρηματοδότηση των έργων δεν γίνεται σαφές από πού θα αντληθούν οι οικονομικοί πόροι για την υλοποίηση των προτεινόμενων μέτρων. Επίσης δεν γίνεται καμία αναφορά στο ποιος θα είναι ο αρμόδιος φορέας για την υλοποίησή τους αλλά και την διαχείριση και συντήρησή τους, εκτός αν εννοείται ο Φορέας Διαχείρισης γεγονός που ενισχύει την άποψή μας περί της ανάγκης της εξ’ αρχής σωστής δημιουργίας και στελέχωσής του.
• Το σχέδιο καταλήγει σε διάφορα σημεία σε συμπεράσματα, τα οποία δεν τεκμηριώνονται καθόλου, όπως για παράδειγμα η απόρριψη της πρότασης για την διάνοιξη σήραγγας από την Κάρλα προς τον Παγασητικό κόλπο. Ως Μηχανικοί γνωρίζουμε ότι για να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα θα πρέπει να προηγηθεί μία τεχνικο-οικονομική ανάλυση όπου θα εξεταστεί η συγκεκριμένη λύση αλλά και η απουσία αυτής (μηδενικό σενάριο). Μας προκαλείται λοιπόν απορία ως προς το ποιες μεθοδολογίες ακολουθήθηκαν για τις προτάσεις που γίνονται και πώς τεκμηριώνονται οι προτάσεις αυτές.
• Δημιουργούνται εύλογες απορίες σχετικά με την ενσωμάτωση του εν λόγω σχεδίου στον γενικότερο χωροταξικό και αναπτυξιακό σχεδιασμό της Χώρας και συγκεκριμένα ποιες είναι οι επιπτώσεις του στον χωροταξικό σχεδιασμό και ποια η βαρύτητά του ως πηγής δικαίου, δεδομένου ότι στη σελίδα 24 του τόμου Ι αναφέρεται γενικόλογα η ενσωμάτωσή του στα λοιπά τομεακά σχέδια.
• Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητος ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και κατ’ επέκταση το εν λόγω σχέδιο θα πρέπει να αποτελεί μέρος μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού σχεδιασμού της Χώρας, καθώς προτείνει δράσεις πολιτικού χαρακτήρα, όπως η αλλαγή καλλιεργειών, η μετεγκατάσταση οικισμών και η επέκταση της Κάρλας, οι οποίες, κατά την άποψή μας, δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστούν υπό το στενό πλαίσιο των οδηγιών 2000/60 και 2007/60, στις οποίες ερείδεται θεματικά το masterplan, αλλά υπό το πρίσμα ενός ευρύτερου αναπτυξιακού σχεδιασμού για την περιφέρεια της Θεσσαλίας.
• Τέλος, θεωρούμε ότι είναι κρίσιμο το ζήτημα της αντιμετώπισης της λίμνης Κάρλας, για την οποία οι όποιες αποφάσεις θα πρέπει να βασιστούν σε μια συνολική και τεκμηριωμένη περιβαλλοντική και τεχνικο-οικονομική μελέτη.
Ως θεσμοθετημένος τεχνικός σύμβουλος της πολιτείας θέτουμε το ΤΕΕ-ΚΔΘ στη διάθεση της πολιτείας ώστε να συμβάλει στην ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, όπως άλλωστε έχει πράξει στη Χώρα εδώ και 100 χρόνια από την ίδρυσή του.
Α. Αρκετά από τα κρίσιμα συμπεράσματα είναι ατεκμηρίωτα:
Ενδεικτικά παρατίθενται τα πλέον σημαντικά:
1. Στις σελ 2-3 του VOLUME IV: AGRICULTURE & LIVESTOCK και συγκεκριμένα για τον Πίνακα που επιγράφεται Table 1: Agricultural shares in Thessaly’s economy υπάρχουν οι εξής παρατηρήσεις:
α. Ο σκληρός σίτος είναι ξηρική καλλιέργεια συνεπώς δεν δικαιολογείται μερίδιο στο αρδευτικό νερό. Με δεδομένο μάλιστα ότι στην περιοχή εφαρμοζόταν και αγροπεριβαλλοντικό μέτρο που ενίσχυε την ξηρική καλλιέργεια αποζημιώνοντας τους παραγωγούς για την απώλεια εισοδήματος, είναι μάλλον παράδοξη η αναφορά.
Σχόλιο: Συνεπώς ο υπολογισμός της σχετικής αποδοτικότητας του αρδευτικού ύδατος δεν έχει νόημα.
β. Επίσης θα ήταν ενδιαφέρον να δεί κάποιος πώς ακριβώς υπολογίστηκε η 4η στήλη Relative productivity of land (relative EUR/Ha). (Ποιες αποδόσεις χρησιμοποιήθηκαν, ποιες τιμές, εάν λήφθηκαν υπόψη οι ενισχύσεις κλπ).
Στην περίπτωση των μηρυκαστικών τι και πώς έχει υπολογιστεί ως απόδοση (Γάλα, Κρέας, Ισοδύναμο σε αγοραζόμενες ζωοτροφές;)
Σχόλιο: Λείπει οποιαδήποτε τεκμηρίωση συνεπώς δεν έχει νόημα ο υπολογισμός
γ. Για τον ίδιο πίνακα τέλος η χρήση στοιχείων του 2020 από την ΕΛΣΤΑΤ δημιουργεί κάποια ερωτήματα και ίσως ζητήματα συγκρισιμότητας με τα στοιχεία από τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Αφού στο παράρτημα 3 Annex 3. Agricultural land use in Thessaly (2022) (HVA Master Plan Appendices, σελ 334) παρατίθενται ουσιωδώς διαφορετικά στοιχεία για το 2022 αλλά χωρίς πηγή.
Συγκριτικά
Μέγεθος Βαμβάκι Σκληρό σιτάρι Αραβόσιτος
Στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ 2020 Arable land share 24% 32% 5,80%
Άγνωστης πηγής στοιχεία 2022 Land use (Ha) 86.000 53.800 19.900
Είναι προφανές ότι δεν είναι δυνατόν τα 53.800 εκτάρια να αποτελούν μεγαλύτερο τμήμα της έκτασης με αροτραίες από τα 86.000 εκτάρια. Συνεπώς ή σε μια διετία συνέβησαν δραματικές αλλαγές ή κάπου υπάρχει πρόβλημα.
Σχόλιο: Οι υπολογισμοί για τις αρδευτικές ανάγκες δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστοι.
2. Στις σελίδες 4-7 του VOLUME IV: AGRICULTURE & LIVESTOCK
Υπάρχει η παράθεση σειράς σεναρίων για το υδατικό έλλειμμα χωρίς να υπάρχει αναφορά στο πώς προέκυψαν.
Σχόλιο: Συνεπώς δεν τεκμηριώνεται η ανάγκη για μεταφορά ύδατος
3. Στη σελίδα 24 του VOLUME IV: AGRICULTURE & LIVESTOCK παρατίθεται διάγραμμα Figure 6: Global irrigation water values for selected crops (D’ Odorico, 2020). Γίνεται χρήση ενός «Παγκόσμιου» μέσου όρου για υπολογισμούς σε περιφερειακό επίπεδο.
Σχόλιο: Εξαιρετικά προβληματική προσέγγιση και σίγουρα με κανένα τρόπο δεν τεκμηριώνει οποιοδήποτε συμπέρασμα.
Γενικό σχόλιο: Οι υπολογισμοί επί του ύψους των αναγκών σε αρδευτικό νερό και του υδατικού ελλείμματος είναι παντελώς ατεκμηρίωτοι και όπου δίνονται κάποια ψήγματα στοιχείων είναι ακατάλληλα ή και πιθανότατα εντελώς λάθος
Β. Υπάρχουν σημαντικά λάθη που υπονομεύουν την αξιοπιστία του σχεδίου
Ενδεικτικά για τον τόμο VOLUME IV: AGRICULTURE & LIVESTOCK
1. Σελ 15: A consensus drawn up by the International Plant Protection Convention (IPPC) suggests that the escalation of global temperatures heightens the probability of extreme weather events, characterized by both intensified rainfall and prolonged drought periods.
α. Δεν υπάρχει τέτοια αναφορά στη βιβλιογραφία στο τέλος (HVA Master Plan Appendices) αλλά και
β. μάλλον είναι λάθος. Πιθανότερο είναι να αναφέρονται στο IPCC (Intergovernmental Panel on Climate Change)
2. Σελ 16 Conservation agriculture promotes better soil compaction
Ακριβώς το αντίθετο επιδιώκει η γεωργία διατήρησης
Για τον τόμο VOLUME II: WATER MANAGEMENT ORGANISATION
1. Στη σελίδα 120 The national plan against desertification (EΘΙΑΓΕ, 2001)
α. Δεν υπάρχει τέτοια αναφορά στη βιβλιογραφία στο τέλος (HVA Master Plan Appendices) αλλά και
β. είναι λάθος. Το Εθνικό Σχέδιο είναι Υπουργική απόφαση και υπεύθυνη για τη Σύνταξή της ήταν η Εθνική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της ερημοποίησης σε συμφωνία άλλωστε με τη σχετική συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών (United Nations’ Convention for Combating Deserification, https://www.unccd.int/sites/default/files/naps/greece-eng2001.pdf)
2. Στη σελίδα 120
Currently, the main sources of state funding, in cases of major disasters, is E.U. (European Solidarity Fund (EUSF), Organization for Economic Co-operation and Development (OECD), European Investment Bank (EIB) etc
Είναι σίγουροι οι συγγραφείς ότι ενισχύει ο ΟΟΣΑ με αποζημιώσεις;
Γ. Το κυριώτερο όμως πρόβλημα του Σχεδίου είναι ότι απουσιάζουν εντελώς οι πολιτικές της Ευρωπαϊκή Ένωσης, και οι πράξεις εφαρμογής τους στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι αναφέρονται προσχηματικά
Στον τόμο VOLUME II: WATER MANAGEMENT ORGANISATION
Σελ 102
“Evaluation model conceptualization Towards the effort to model our approach, a “water management” model has been created to list all the required activities, responsibilities, and authorities with the aim to present a wholistic water management approach. This model is based on the following key elements:
• The EUs legislation regarding water management and flood risk management (EU directives 2000/60 and 2007/60).
• Best practices, models and institutional settings used for water management worldwide.
• Key elements in water management in Thessaly’s region.
• Experts brainstorming sessions. Based on the above-mentioned analysis the water management key processes have been recognised and catalogued to help facilitate next steps of analysis, evaluation and design.”
Σχόλιο: Λείπει αναφορά στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών και στο Σχέδια Αντιμετώπισης Πλημμυρών, στο Περιφερειακό Σχέδιο Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή του Υδατικού Διαμερίσματοις και της Περιφέρειας Θεσσαλίας αντίστοιχα.
Σελ. 116
«The only measure presented by the authorities is the promotion of water-saving irrigation techniques. Other effective (but highly unpopular) water demand management measures, such as the pricing of water, are not being considered.»
Αγνοούνται 30 χρόνια εφαρμογής Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης με επενδύσεις στην εξοικονάμηση υδάτων, αγροπεριβαλλοντικά για την βελτίωση της ποιότητας των υδάτων και την προστασία των υδατικών πόρων (το πρόγραμμα για την αποφυγή της νιτρορρύπανσης εφαρμόζεται από το 1995) και 20 χρόνια εφαρμογής της πολλαπλής συμμόρφωσης (με Σχέδια Δράσης για την ευαίσθητη στα Νιτρικά ζώνη της Θεσσαλίας, Κώδικες Ορθής Γεωργικών Πρακτικών για την αποφυγή της Νιτρορύπανσης ).
Σελ. 121 Benchmarks for Thessaly.
Η ενασχόληση των συγγραφέων με την Οδηγία για τα νερά (2000/60,WFD) ήταν μάλλον επιφανειακή. Αν δεν ήταν έτσι θα έβλεπαν ότι αυτά που περιγράφουν (συμμετοχή κλπ) είναι υποχρεωτικά όπως και η τιμολόγηση του νερού που περιλαμβάνει το περιβαλλοντικό κόστος η οποία έχει ήδη ολοκληρωθεί στα υπό αναθεώρηση ΣΔΛΑΠ του 2017.
Επίσης ενώ έχουν απόλυτο δίκιο για τις δυσλειτουργίες δεν αναφέρουν τίποτα από το υπάρχον, θεσμοθετημένο αλλά μη λειτουργικό σύστημα παρακολούθησης και ελέγχου (Π.χ. βάσει της Οδηγίας Πλαίσιο για τα νερά έχουν θεσμοθετηθεί
Εθνικό Μητρώο Σημείων Υδροληψίας (http://lmt.ypeka.gr)
Τοποθέτηση μη μηδενιζόμενου υδρoμέτρου
Μητρώα με τα αδειοδοτημένα έργα συμπεριλαμβανομένων των έργων επιφανειακής ταμίευσης νερού (aepo.ypeka.gr)
Από το Εθνικό Πρόγραμμα Παρακολούθησης Ποιότητας Υπόγειων Νερών παρακολουθείται η ποσοτική κατάσταση των υπόγειων υδάτων, προκειμένου να διαπιστωθεί η ταπείνωση ή όχι των υπόγειων υδροφόρων οριζόντων και συνεπώς να προκύψουν συμπεράσματα για τον τρόπο εκμετάλλευσης (υπεράντληση ή όχι) του υπόγειου υδατικού δυναμικού.)
Οι δε σχετικές ελληνικές εφαρμοστικές κανονιστικές διατάξεις αναφέρονται στη βιβλιογραφία που βρίσκεται στο τέλος.
Στον τόμο VOLUME IV: AGRICULTURE & LIVESTOCK
1. Σελ 4 :Furthermore, it is imperative that the irrigation water per farm be minimized while concurrently enhancing individual farm revenues. Exploring various combinations offers the potential to reduce overall water consumption while simultaneously increasing their total income.
Μα ακριβώς γι’αυτό το λόγο εφαρμόζονται εδώ και 29 χρόνια μέτρα πολιτικής της ΕΕ, τα οποία παρέχουν αποζημίωση στους παραγωγούς έναντι του απωλεσθέντος εισοδήματος ή του αυξημένου κόστους που προκαλούνται από τη μείωση της χρήσης αρδευτικού ύδατος. Οι συγγραφείς το αγνοούν ή επιλέγουν να μην το αναφέρουν;
2. Σελ 14.: For this monetary charging system to be efficacious, accurate measurement of water consumption on each farm is essential, with charges corresponding to the volume used. It is imperative that the costs associated with water supply are lower than the assessed value of the water.
Λείπει οποιαδήποτε αναφορά στην Οδηγία για τα νερά (60/2000) η οποία απαιτεί α.να υπάρχει τιμολόγηση του αρδευτικού νερού και β. η τιμολόγηση του νερού να λαμβάνει υπόψη το περιβαλλοντικό κόστος.
Γι’αυτό το λόγο ήδη στο ΣΔΛΑΠ του 2017 υπάρχουν λεπτομερείς σχετικοί υπολογισμοί. Οι σχετικές ελληνικές εφαρμοστικές κανονιστικές διατάξεις αναφέρονται στη βιβλιογραφία που βρίσκεται στο τέλος.
Οι συγγραφείς το αγνοούν ή επιλέγουν να μην το αναφέρουν;
3. Σελ 16 :Constructing buffer strips with vegetation along contour lines represents an effective strategy to relieve significant runoff water. These vegetation strips play a key role by intercepting and slowing down the flow of water, allowing it enough time to get absorbed into the soil. Even if some water does not get absorbed, its reduced speed in the presence of vegetation ensures that, as it continues its downward path under the influence of gravity, it exerts less impact on the soil. This, in turn, results in reduced erosion compared to open fields without buffer strips, highlighting the protective and soil-conserving benefits of this water management approach..
Η δημιουργία ακαλλιέργητων ζωνών σε περιοχές με κλίση περιέχεται ως υποχρέωση της ενισχυμένης αιρεσιμότητας στο Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ (ΣΣΚΑΠ) το οποίο εφαρμόζεται από 1/1/2023. Επίσης, στο ίδιο προβλέπεται ενίσχυση τόσο για την καλλιέργεια σε αναβαθμίδες όσο και για την κατασκευή αναβαθμίδων.
Οι συγγραφείς το αγνοούν ή επιλέγουν να μην το αναφέρουν;
4. Σελ 16 : Buffer strips offer an additional advantage by minimizing the runoff of fertilizers and pesticides, thereby reducing surface water pollution. These strips act as a natural filter, capturing and retaining these substances before they reach water bodies. As water infiltrates the soil within the buffer strips, the vegetation present will likely utilize nutrients and pesticides, decreasing the fraction that ultimately seeps into the groundwater. This results in a lower overall environmental load of nutrients and pesticides, showcasing the ecological benefits of incorporating buffer strips into agricultural landscapes
Στο ΣΣΚΑΠ το οποίο εφαρμόζεται από 1/1/2023, ισχύει απαγόρευση χρήσης εισροών για 3 – 6 μέτρα από υδροφορείς, ανάλογα με την κλίση και ενισχύεται η σπορά των ζωνών αυτών.
Οι συγγραφείς το αγνοούν ή επιλέγουν να μην το αναφέρουν;
5. Σελ. 25 : The economic viability of continuing cultivation of these crops in Thessaly hinges on the implementation of interbasin water transfer from the Achelous Basin
Εντελώς ανακριβής ισχυρισμός αφού υπάρχουν και εφαρμόζονται εδώ και τρεις δεκαετίες μέτρα ενίσχυσης της φιλοπεριβαλλοντικής διαχείρισης.
6. Σελ 25: Despite consuming over 50% of irrigation water, cotton contributes only 12.8% to the sector’s revenues. By contrast, sectors with lower water demand, such as vegetables (22.6%) and fruits (15.6%), make more substantial contributions to Thessaly’s economy.
Ενδεικτικά για το βαμβάκι Ενισχύσεις στο βαμβάκι δίνονται από το 1981 που η Ελλάδα μπήκε στην ΕΟΚ.
Και η καλλιέργεια βαμβακιού από το 2003 και εντεύθεν, πέραν της βασικής (ενιαίας) που εισπράττουν όλες οι ετήσιες καλλιέργειες επιδοτείται και με την ειδική ενίσχυση για το βαμβάκι.
Έχουν υπολογιστεί οι κοινοτικές επιδοτήσεις και ο ρόλος τους;
While the irrigation water value for cotton specifically in Thessaly has not been researched, studies conducted in neighboring Turkey have established a value of 0.15 US $/m3 for cotton (Aydogdu, 2018), (Esetlili, 2022).
Ενδεικτικά και μόνο από το ΓΠΑ υπάρχουν ειδικά για τη Θεσσαλία την ΚΑΠ και το αρδευτικό νερό οι ακόλουθες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά:
i. Kampas, A., and Rozakis, S (2017). On the Scarcity Value of Irrigation Water: Juxtaposing Two Market Estimating Approaches, Water Resources Management 31(4), 1257-1269
ii. Kampas A, Petsakos A, Vasilaki A, Stefopoulou A (2014) Rapid assessment of irrigation full cost: an application for the Pinios local Organization for Land Reclamation, Greece. Water Resources and Economics 6:58–73
iii. Kampas, A., Petsakos, A. and Rozakis, S. (2012). Price induced irrigation water saving: Unravelling conflicts and synergies between European agricultural and water policies for a Greek Water District, Agricultural Systems 113: 28-38.,
iv. Botonaki A., Mattas K., Rozakis S., Tsiboukas K.(2009). «Impact of European policy changes on the decisions of cotton producers in Greece». Cahiers Agricultures 18 402-407
v. Petsakos A., Rozakis K., Tsiboukas K (2009), «Risk optimal farm plans in the context of decoupled subsidy payments: the case of cotton production in Thessaly , Journal of Farm Management, 13(7): 467-483
vi. Korasidis M., Rozakis S., Tsiboukas K. (2008), «CAP Reform Impacts To Greek Cotton Farmers: A Mathematical Programming Approach, Journal of Agricultural and Food Economics, 3(1-2): 85-106
7. Σελ 27: The region has received crucial cross-compliance support from the EU, particularly under EU implementing regulation 2017/1185, fostering the popularity of cotton cultivation among Thessalian farmers
α. Δεν υπάρχει cross – compliance support. Η πολλαπλή συμμόρφωση είναι ένα σύνολο κανόνων που υποχρεούνται να εφαρμόζουν οι παραγωγοί γγια να εισπράξουν τις ενισχύσεις της ΚΑΠ.
β.Όπως προαναφέρθηκε ενισχύσεις στο βαμβάκι δίνονται από το 1981 που η Ελλάδα μπήκε στην ΕΟΚ και τότε άρχισε η μεγάλη στροφή προς το βαμβάκι
γ.Η καλλιέργεια βαμβακιού από το 2003 και εντεύθεν, πέραν της βασικής (ενιαίας) που εισπράττουν όλες οι ετήσιες καλλιέργειες (μάλλον αυτό εννοούν οι συγγραφείς με το cross compliance), ενισχύεται και με την ειδική ενίσχυση για το βαμβάκι.
8. Σελ 43 : While the recommended measures outlined in the Water Management Plan can reduce the probability of recurrenτ floods, it is unlikely to eliminate the risk across all areas.
Για αυτό το λόγο υπάρχουν τα σχέδια για τις πλημμύρες της Οδηγίας 2007/60.
9. Σελ 49:
Policy support and regulatory frameworks: Enabling policy environments and supportive regulatory frameworks are essential for creating an enabling environment conducive to the growth and development of family-based enterprises. The development program should advocate for policies that prioritize smallholder farmers and livestock keepers, promote inclusive growth, protect land rights, ensure access to natural resources, and facilitate equitable market participation. Additionally, streamlining administrative procedures, reducing bureaucratic barriers, and providing incentives for entrepreneurship will foster a conducive business environment for family-based enterprises to thrive.
Πάρα πολύ σωστές προτάσεις μόνο που αποτελούν απλή επανάληψη των αρχών της ΚΑΠ.
10. Σελ 56: By reallocating subsidies so that farmers are encouraged to cultivate crops such as sesame that can be rainfed or higher value crops that utilize much less water will promote the survival of the region as a whole by conserving water and energy. Subsidies need to support sustainable agriculture and promote investments that engender greater food security, climate resilience and market competitiveness. Subsidies should also be designated for crops that add value by having EU labels for Protected Designation of Origin (PDO) or Protected Geographical Indications (PGI).
Ήδη υπάρχουν στο ΣΣΚΑΠ 2023-2027 αλλά και παλαιότερα, όχι βέβαια για το σουσάμι
Συμπερασματικά, η αγνόηση ή άγνοια περί την ΚΑΠ και την Περιβαλλοντική Πολιτική (ειδικά την Οδηγία για τα νερά 2000/60), στερούν από τις προτάσεις πολιτικής του σχεδίου οποιαδήποτε επιχειρησιακή αξία αφού είναι γενικόλογες και ήδη παρωχημένες.
Σχόλια στο «MASTER PLAN WATER MANAGEMENT IN THESSALY IN THE WAKE OF STORM DANIEL How to Address Thessaly’s Water-Related Agricultural Challenges» από το Εργαστήριο Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Πόρων του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Α. Ένα γενικό Σχόλιο
Πριν προβούμε σε οποιαδήποτε κρίση επί του κειμένου «MASTER PLAN WATER MANAGEMENT IN THESSALY IN THE WAKE OF STORM DANIEL How to Address Thessaly’s Water-Related Agricultural Challenges» θα θέλαμε, ως Εργαστήριο Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, να θυμίσουμε ότι τα περισσότερα από τα συμπεράσματα της Έκθεσης σε ό,τι αφορά τουλάχιστον στην Υδρολογία και Υδρογεωλογία της περιοχής μελέτης, όπως και στη Διαχείριση των Υδατικών της Πόρων, τα έχουμε ήδη δημοσιεύσει σε διάφορα επιστημονικά άρθρα και συνέδρια, τα τελευταία είκοσι και πλέον χρόνια, με μεγαλύτερη ανάλυση και πιο διεξοδικές επιστημονικές μεθόδους. Έχουμε από τότε επισημάνει ότι η Θεσσαλία είναι δυστυχώς το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα έλλειψης υδατικής πολιτικής στη χώρα μας, με εντονότατα τα σημάδια της λειψυδρίας λόγω των επί σειρά ετών ελλειμματικών υδατικών ισοζυγίων. Ο θεσσαλικός κάμπος υφίσταται σήμερα τις συνέπειες της μακροχρόνιας επιθετικής πολιτικής, που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα στον τομέα της γεωργίας, όπου τα συνεχόμενα αρνητικά υδατικά ισοζύγια έχουν οδηγήσει στην εξάντληση, εκτός των ανανεώσιμων, και μεγάλου μέρους των μόνιμων υδατικών αποθεμάτων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα:
• τη μειωμένη απορροή του Πηνειού και την πτώση της κάτω από το οικολογικό όριο πλέον ετησίως,
• την αντίστοιχη ποιοτική υποβάθμιση των νερών του (το φαινόμενο των νεκρών ψαριών θέτει με δραματικό τρόπο το πρόβλημα της μετατροπής του Πηνειού σε ένα από τα πλέον βρόμικα ποτάμια της Ευρώπης),
• τη σημαντική πτώση της στάθμης των υδροφόρων οριζόντων, ιδιαίτερα στον ανατολικό υδροφορέα (Κάρλας) λόγω της υπεράντλησης,
• την υφαλμύρινση που προχωράει σε εκτεταμένο μέτωπο στην Ανατολική Θεσσαλία, από Ριζόμυλο προς Λάρισα και στις πεδιάδες του Αλμυρού και του Βόλου,
• εκτός της υφαλμύρινσης, οι καθιζήσεις και οι εδαφικές ρωγμές που παρουσιάζονται κάθε χρόνο είναι αποτέλεσμα και της δραματικής πτώσης των υπόγειων υδροφόρων
• τη γενικότερη ποιοτική υποβάθμιση της πλειοψηφίας των υδατικών σωμάτων (με τη νιτρορύπανση να αποτελεί δείκτη σοβαρής περιβαλλοντικής υποβάθμισης) και
Επομένως, η περιβαλλοντική υποβάθμιση της περιοχής και ειδικότερα η κάκιστη εικόνα των δύο υδροφορέων (Ανατολικού-Δυτικού, με έμφαση στον Ανατολικό, της λεκάνης της Κάρλας) με τις τεράστιες πτώσεις στάθμης, είναι γνωστή εδώ και πολλά χρόνια. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τα ζητήματα της ευρύτερης Διαχείρισης των Υδατικών Πόρων στην περιοχή, όπου με σειρά αναλύσεων που έχουμε εκπονήσει και τεκμηριωμένων επιστημονικά εναλλακτικών προτάσεων, έχουμε αναπτύξει πλήθος εναλλακτικών σεναρίων που σχετίζονται τόσο με την κλιματική αλλαγή αλλά και τη γενικότερη μετεωρολογική αβεβαιότητα, όσο και με τις πιθανές εναλλακτικές χρήσεις γης (και άρα και κατανάλωσης νερού). Τα Σενάρια αυτά στηρίζονται σε μεθόδους και αναλύσεις πολύ βαθύτερες και πιο διεξοδικές από την απλή χρήση του γνωστού μοντέλου EPIC που χρησιμοποίησε η εταιρεία στην παρούσα μελέτη (VOLUME II: WATER MANAGEMENT ORGANISATION), όπως μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας αν κάνει μία απλή αναζήτηση στη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία.
Από την έως τώρα πλούσια ερευνητική μας δράση στην περιοχή, γίνεται σαφές ότι η διαχείριση των υδατικών πόρων στη Θεσσαλία απαιτεί τον συνυπολογισμό πολλών παραγόντων και συνιστωσών, και πρέπει να συμπεριλάβει τεχνικές, περιβαλλοντικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές παραμέτρους, εντός του ενιαίου πλαισίου μελέτης, πολλές εκ των οποίων απουσιάζουν από το συγκεκριμένο Master Plan. Τέλος, είναι η εντυπωσιακή η παράλειψη των οδηγιών και της σχετικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικά για την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Εντύπωση επίσης προκαλεί η απουσία έστω και μίας αναφοράς σε επιστημονικό άρθρο του Εργαστηρίου μας.
Β. Παρατηρήσεις στο «MASTER PLAN»
Η τεχνική έκθεση δεν συμμορφώνεται με τα πρότυπα της διεθνούς βιβλιογραφίας και τους κανόνες σύνταξης τεχνικών κειμένων, εκδηλώνοντας σοβαρές ανεπάρκειες στην δομή και την παρουσίασή της. Η έλλειψη βιβλιογραφικών αναφορών, η απουσία πινάκων περιεχομένων/πινάκων/γραφημάτων, καθώς και η απουσία πηγών στα γραφήματα και τους πίνακες, αποτελούν ορισμένες από τις κύριες αδυναμίες που καθιστούν την κατανόηση του περιεχομένου δύσκολη για τον αναγνώστη. Επιπλέον, η έλλειψη σαφούς μεθοδολογίας, η οποία δεν δικαιολογείται με βάση τις διεθνείς ερευνητικές πρακτικές και δεν συνοδεύεται από τις απαραίτητες βιβλιογραφικές αναφορές στο κείμενο, αποτελεί πρόσθετο εμπόδιο στην κατανόηση του κειμένου, καθιστώντας την έκθεση δυσνόητη και αναποτελεσματική για τον αναγνώστη.
Τα Παραρτήματα Annex 9 και Annex 10 τα οποία παρουσιάζονται στο τεύχος «HVA Master Plan Appendices» πρέπει να ενσωματωθούν στα αντίστοιχα τεύχη της έκθεσης και να παρουσιαστούν αναλυτικά (μεθοδολογία και υλοποίηση) καθώς παρουσιάζουν σημαντικά επιστημονικά θέματα από τα οποία προκύπτουν τα συμπεράσματα της έκθεσης. Η υδρολογική και υδραυλική προσομοίωση των πλημμυρών καθώς και τα διάφορα διαχειριστικά σενάρια αντιμετώπισης των πλημμυρών πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο να αποτελούν τον πυρήνα της μελέτης και να μην περιορίζονται σε σύντομες αναφορές στα παραρτήματα, προκειμένου να αποφεύγονται αμφιβολίες σχετικά με τις χρησιμοποιούμενες μεθοδολογίες.
Γ. Συγκεκριμένα σχόλια ως προς τις μεθοδολογίες που ακολουθούνται στο Master Plan.
VOLUME I: FLOOD DEFENSE INFRASTRUCTURES
1. Σελ. # 50. Figure 10. Selected locations for water retention in mountainous areas of Thessaly. Δεν διευκρινίζονται τα γεωγραφικά δεδομένα (π.χ. ανάλυση DEM και παραγώγων αρχείων) καθώς και τα κριτήρια (π.χ. υδρολιθολογικά, υδρογεωλογικά, γεωλογικά κριτήρια, κριτήρια πρόσβασης σε υπάρχοντα οδικά δίκτυα) που χρησιμοποιηθήκαν. Στην έκθεση αναφέρεται μόνο η κλίση και συγκεκριμένα: «These chosen sites result from a meticulous process involving the delineation of upstream catchments and consideration of valley and gully slopes»). Ποια είναι η μεθοδολογία που εφαρμόστηκε για την παραγωγή του Σχήματος με τα φράγματα ανάσχεσης και πως πιστοποιείται/αξιολογείται η αξιοπιστία των προτεινόμενων φραγμάτων ανάσχεσης; Πως υπολογίστηκε το κόστος κατασκευής και ποια είναι η επίδραση που έχουν στη μείωση του πλημμυρικού κινδύνου στην ευρύτερη περιοχή;
Σχόλια στο Παράρτημα 9 (Annex #9) που παρουσιάζεται στο τεύχος «HVA Master Plan Appendices»:
2. Design Rainfall (Σελ. 81). Δεν αναφέρεται καθόλου η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την καταιγίδα σχεδιασμού. Ποια είναι η βροχομετρική βάση δεδομένων και πως υπολογίστηκε η επιφανειακή βροχόπτωση; Η εκτίμηση μίας καταιγίδας σχεδιασμού για ολόκληρη την περιοχή της Θεσσαλίας (10500 km2) είναι προβληματική και πρέπει να αποφεύγεται η χρήση της. Ο Πίνακας 19 αναφέρει την εκτίμηση θεωρητικών κατανομών στην ημερήσια (ή 24-ωρη;;) βροχόπτωση χωρίς να πραγματοποιείται στατιστικός έλεγχος επάρκειας των κατανομών. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι ο μη-ακριβής προσδιορισμός της καταιγίδας σχεδιασμού δεν μπορεί να αποδώσει το χωροχρονική κατανομή της βροχόπτωσης στην περιοχή μελέτης και οι επακόλουθες υδρολογικές και υδραυλικές προσομοιώσεις εγείρουν ερωτηματικά ως προς την αξιοπιστία των αναλύσεων και των τελικών προτάσεων.
3. Hydrological Modelling (Σελ. 82). Δεν αναφέρεται καθόλου η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την υδρολογική προσομοίωση. Καμία αναφορά στο υδρολογικό μοντέλο και τις μεθόδους που ακολουθήθηκαν για την εκτίμηση του φαινομένου βροχής-απορροής καθώς και στην εκτίμηση των παραμέτρων του μοντέλου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μη αναφορά στη μεθοδολογία και εφαρμογή της μεθοδολογίας δυσχεραίνει τη κριτική θεώρηση της μελέτης και εγείρει αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία των υδρολογικών και υδραυλικών προσομοιώσεων και των τελικών συμπερασμάτων της μελέτης.
4. Hydraulic Modelling (Σελ. 82). Οι υδραυλικές προσομοιώσεις βασίζονται στο ψηφιακό μοντέλο εδάφους WorldDEM με ανάλυση φατνίου 30m το οποίο όμως δεν ενδείκνυται για υδραυλικές προσομοιώσεις (Horritt κ.ά., 2006; Md Ali κ.ά., 2015; Muthusamy κ.ά., 2021; Saksena & Merwade, 2015; Xu κ.ά., 2021). Τα υδατορέματα (αναχώματα, κοίτες όχθες ποταμών) δεν βασίζονται σε τοπογραφικές αποτυπώσεις αλλά σε απλουστευμένες προσεγγίσεις ορθογωνικών διατομών. Επίσης, η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την υδροδυναμική προσομοίωση δεν αναφέρει αναλυτικά τον τρόπο εφαρμογής (π.χ. αρχικές και οριακές συνθήκες, υπολογιστικό σχήμα και πλέγμα προσομοίωσης, χρονικό βήμα, σφάλματα προσομοίωσης). Δεν αναφέρονται στοιχεία σχετικά με τα σφάλματα της προσομοίωσης Πως αξιολογούνται οι υδραυλικές προσομοιώσεις; Στατιστικά κριτήρια για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του υδραυλικού μοντέλου πρέπει να ενσωματωθούν στην ανάλυση.
5. Θέσεις προτεινόμενων ταμιευτήρων/φραγμάτων: Figure 63. Πως προέκυψε η θέση για τους 23 προτεινόμενους ταμιευτήρες/φράγματα; Δεν αναφέρεται καθόλου στο κείμενο η μεθοδολογία της οριοθέτησης των προτεινόμενων θέσεων. Ο πίνακας 20 βασίζεται σε υπολογισμένες παροχές 1000-ετίας σύμφωνα με τα σχόλια 2 και 3. Άρα τα δεδομένα του Πίνακα 20 θεωρητικά βασίζονται στο μετριασμό των ακραίων πλημμυρογραφημάτων. Ποια είναι η συμπεριφορά των προτεινόμενων ταμιευτήρων σε συνθήκες πλήρωσης της ανώτατης στάθμης τους; Πόσο βοηθούν τα δεδομένα του Πίνακα 20 στον μετριασμό του κινδύνου πλημμύρας στην συνολική περιοχή; Με βάση τα ανωτέρω δεν υπάρχει συγκριτική αξιολόγηση των 23 θέσεων ως προς την απόδοση τους σε σχέση με το μετριασμό του πλημμυρικού κινδύνου στην περιοχή μελέτης ώστε να δημιουργηθεί ιεράρχηση υλοποίησης έργων προτεραιότητας.
VOLUME III: EARLY WARNING AND CRISIS MANAGEMENT
6. Η συγκεκριμένη έκθεση παρουσιάζει τις γενικές αρχές των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και ουσιαστικά κάνει μια ανασκόπηση στα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης χωρίς να εισέρχεται σε συγκεκριμένες μελέτες/δράσεις/προτάσεις χρήσιμες για την περιοχή μελέτης της Θεσσαλίας (π.χ. προτεινόμενες θέσεις εγκατάστασης μετεωρολογικών/υδρομετρικών σταθμών, προδιαγραφές τηλεμετρίας, συστήματος online monitoring and cloud services, επιχειρησιακά συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης πλημμυρών με τα επιμέρους modules (πχ. συστήματα υδρομετεωρολογικής βραχυπρόθεσης και μεσοπρόθεσμης πρόγνωσης με συνδυασμένη υδρολογική και υδροδυναμική πρόγνωση πλημμυρών).
Βιβλιογραφία
Horritt, M. S., Bates, P. D., & Mattinson, M. J. (2006). Effects of mesh resolution and topographic representation in 2D finite volume models of shallow water fluvial flow. Journal of Hydrology, 329(1), 306–314. https://doi.org/10.1016/j.jhydrol.2006.02.016
Md Ali, A., Solomatine, D. P., & Di Baldassarre, G. (2015). Assessing the impact of different sources of topographic data on 1-D hydraulic modelling of floods. Hydrology and Earth System Sciences, 19(1), 631–643. https://doi.org/10.5194/hess-19-631-2015
Muthusamy, M., Casado, M. R., Butler, D., & Leinster, P. (2021). Understanding the effects of Digital Elevation Model resolution in urban fluvial flood modelling. Journal of Hydrology, 596, 126088. https://doi.org/10.1016/j.jhydrol.2021.126088
Saksena, S., & Merwade, V. (2015). Incorporating the effect of DEM resolution and accuracy for improved flood inundation mapping. Journal of Hydrology, 530, 180–194. https://doi.org/10.1016/j.jhydrol.2015.09.069
Xu, K., Fang, J., Fang, Y., Sun, Q., Wu, C., & Liu, M. (2021). The Importance of Digital Elevation Model Selection in Flood Simulation and a Proposed Method to Reduce DEM Errors: A Case Study in Shanghai. International Journal of Disaster Risk Science, 12(6), 890–902. https://doi.org/10.1007/s13753-021-00377-z
Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel” – Δεύτερη δέσμη σχολίων
Συνολικά η έκθεση χαρακτηρίζεται από έλλειψη οράματος και γενναίων λύσεων που θα αναδείξουν την δυνατότητα να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη η περιοχή συνδυάζοντας την οικονομική ανάπτυξη, την ποιότητα ζωής και την προστασία του περιβάλλοντος. Η έκθεση προτείνει business-as-usual παρεμβάσεις, πολλές από τις οποίες έχουν ήδη διατυπωθεί σε άλλα πλαίσια και από άλλους φορείς. Βασίζεται δε κυρίως σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, αγνοώντας τις ευρωπαϊκές πολιτικές και κατευθύνσεις και τις ευκαιρίες που υπάρχουν τόσο χρηματοδοτικά όσο και για μια ουσιαστική παρέμβαση.
Ιδιαίτερη σημασία δίνεται από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις στο σοβαρότατο έλλειμμα επιστημονικών διαπιστευτηρίων της έκθεσης που υποβλήθηκε από την εμπορική εταιρεία HVA και τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από τέσσερα υπουργεία, σε τέσσερις διαφορετικές θέσεις του Opengov.gr. Όπως επισημάνθηκε και στην πρώτη δέσμη σχολίων που υπέβαλαν από κοινού οι περιβαλλοντικές οργανώσεις που υπογράφουν το παρόν:
● Η έκθεση υπολείπεται σοβαρά σε σχέση με τις προδιαγραφές μελετών που ανατίθενται από το ελληνικό δημόσιο, στο πλαίσιο εφαρμογής του σχετικού ενωσιακού δικαίου. Παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα γενικότερα το επίπεδο των μελετών περιβαλλοντικού αντικειμένου είναι, με λίγες εξαιρέσεις, προβληματικά ελλιπές (ιδίως σε σχέση με τα έγκυρα και επίκαιρα δεδομένα που απαιτούνται), η υπό ‘διαβούλευση’ έκθεση υπολείπεται σοβαρά σε σχέση με τις βασικές αρχές επιστημονικής τεκμηρίωσης και εγκυρότητας που πρέπει να πληρούνται από σοβαρής σημασίας εργασίες.
● Η έκθεση δείχνει να αγνοεί πλήρως το περιεχόμενο που πρέπει να έχουν μελέτες τέτοιου επιπέδου, οι οποίες πρέπει να ικανοποιούν τεχνικά κριτήρια που εξειδικεύονται σε κατευθυντήρια έγγραφα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ιδίως σε σχέση με τις κατευθυντήριες οδηγίες και τις προδιαγραφές για τις μελέτες στο πλαίσιο των δύο κύριων οδηγιών: της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα 2000/60/ΕΚ και της οδηγίας για τις πλημμύρες 2007/60/ΕΚ.
● Η έκθεση περιγράφει μεγάλα έργα και θέτει το πλαίσιο για μελλοντικές αδειοδοτήσεις έργων. Εάν εγκριθεί από αρμόδιο υπουργό, ως μέρος των αρμοδιοτήτων του “Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας” (ΟΔΥΘ), τότε θα πρέπει απαραιτήτως να έχει πρώτα υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αλλιώς σαφέστατα θα παραβιάζει την οδηγία 2001/42/ΕΚ.
● Δεν διευκρινίζεται στο πλαίσιο λήψης ποιας απόφασης από τη διοίκηση διεξάγεται η διαβούλευση. Αυτό είναι καθοριστικό για την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος συμμετοχής στη διαβούλευση.
● Δεν ακολουθήθηκε η διαδικασία του άρθρου 2Α του ν. 3316/2005, όπως ισχύει, καθώς εξ’ όσων μπορούμε να γνωρίζουμε από πουθενά δεν προκύπτει ότι εγκρίθηκε από τον αρμόδιο υπουργό η ανάθεση εκπόνησης της έκθεσης προς τον σκοπό της δωρεάς, ούτε ότι καθορίστηκαν από αυτόν οι όροι και προδιαγραφές εκπόνησης της έκθεσης αυτής.
● Όταν διεξάγεται δημόσια διαβούλευση, η χρήση της ελληνικής γλώσσας είναι αναγκαία, διότι μόνον έτσι εξασφαλίζεται η πρόσβαση του κοινού στην περιβαλλοντική πληροφορία και η αποτελεσματική συμμετοχή του. Περαιτέρω, η υποχρεωτική χρήση της ελληνικής γλώσσας επιβάλλεται κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων (άρθρα 53§3, 80§10, 92§4 του ν. 4412/2016, όπως ισχύουν). Στην ελληνική γλώσσα πρέπει εξ’ άλλου να έχει συνταχθεί και η κάθε μελέτη ώστε να μπορεί να εγκριθεί η παραλαβή της από την αρμόδια αρχή. Τέλος, υποχρεωτική είναι η χρήση της ελληνικής γλώσσας σε κάθε διαδικασία δημοσίου ενδιαφέροντος (π.χ. άρθρ 454 ΚΠολΔικ, 172 ΚΔιοικΔικ.).
Στη συνέχεια της παρούσας δεύτερης δέσμης σχολίων από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, εντοπίζονται και επισημαίνονται πρόσθετα σημεία έντονου προβληματισμού από παρεμβάσεις που προτείνονται στο ‘masterplan’ της εταιρείας HVA.
Α. Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας
Στο δεύτερο τεύχος (Volume II: Water Management Organisation) αναλύεται σε μεγάλη λεπτομέρεια η ιδέα της ίδρυσης οργανισμού ιδιωτικού δικαίου, ο οποίος ρητά θα λειτουργεί με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, και ο οποίος θα αναλάβει δημόσιες εξουσίες, όπως η διοίκηση των υδάτινων πόρων της Θεσσαλίας και η επιβολή προστίμων.
Ένα από τα λίγα μέρη της έκθεσης που έχουν αναπτυχθεί πρωτότυπα, δηλαδή δίχως προηγούμενο, είναι η πρόταση για οργανισμό που θα ασκεί τη διοίκηση των υδάτινων πόρων της λεκάνης απορροής Θεσσαλίας. Αυτή μάλιστα η πρόταση της HVA αναφέρεται στα μέσα ενημέρωσης πως πρόκειται να περιβληθεί με ένδυμα τυπικού νόμου, τον οποίο έχει ήδη έτοιμο το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και, όπως αναφέρεται από μέσα ενημέρωσης, πρόκειται να φέρει στη Βουλή. Η πρόταση που προωθείται για την ίδρυση του “Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου που θα λειτουργεί “σύμφωνα µε τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας” και θα αναλάβει εξουσίες κρατικές, όπως πχ να “παρακολουθεί την ποιοτική και ποσοτική κατάσταση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων” και να αναλαμβάνει τον σχεδιασμό των μέτρων και την εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ για τα ύδατα (2000/60/ΕΚ) και για τις πλημμύρες (2007/60/ΕΚ), χαρακτηρίζεται από στοιχεία αντισυνταγματικότητας.
Η ανώνυμη εταιρεία “Thessaly Water Management Organization – WMO” (“Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας Α.Ε.”, σύμφωνα με το υπό σχεδιασμό νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ, όπως αυτό διέρρευσε στα μέσα ενημέρωσης) προβάλλεται από την έκθεση της HVA ως μοντέλο για αντίστοιχους οργανισμούς σε όλη την Ελλάδα (σύμφωνα με κείμενο που υπάρχει στο τέλος του Volume IΙ). Αφενός μεν δεν προκύπτει από δημόσια διαθέσιμη πηγή εξειδίκευση της εταιρείας HVA σε οποιοδήποτε πεδίο σχετικό με διαχείριση υδάτινων οικοσυστημάτων, αφετέρου δε έντονος προβληματισμός γεννάται από το ασαφές εύρος της παρέμβασης της εταιρείας στα ζητήματα διαχείρισης των υδάτινων οικοσυστημάτων και του νερού στην Ελλάδα.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις εκφράζουν έντονη ανησυχία, τόσο για το μέλλον της Θεσσαλίας και της πρόσβασης των αγροτών σε νερό, όσο και ευρύτερα για το μέλλον της διαχείρισης ενός από τους σημαντικότερους πόρους επιβίωσης και κοινωνικής ευημερίας υπό την απειλή της διαρκώς επιδεινούμενης κλιματικής κρίσης: του νερού και των υδάτινων οικοσυστημάτων ολόκληρης της χώρας.
B. Έργα που προωθούνται σαν αντιπλημμυρικά
Τα παρακάτω σχόλια αφορούν τον τόμο που προτείνει υποδομές για την αντιμετώπιση του κινδύνου από πλημμύρες “Volume I: Flood Defense Infrastractures”.
Αποκατάσταση αναχωμάτων – νέα αναχώματα: Η αποκατάσταση αναχωμάτων και η δημιουργία νέων, προκρίνεται από την HVA ως γενικό μέτρο. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, η αποκατάσταση αναχωμάτων στις ίδιες θέσεις εμφανίζει μια σειρά από μειονεκτήματα και προκαλεί απορία για το κατά πόσο μπορούν να αντέξουν τα αναχώματα σε ένα ενδεχομένως εντονότερο καιρικό συμβάν. Η εμπειρία δείχνει ότι πάντα υπάρχει ένα συμβάν που μπορεί να καταστρέψει τις υποδομές, όσο ισχυρές και αν έχουν σχεδιαστεί. Ενώ στα προηγούμενα πλημμυρικά συμβάντα (Ιανός, Ντάνιελ, Ηλίας) οι αρμόδιοι φορείς έσπασαν τα αναχώματα για να αποτρέψουν τις καταστροφές σε αστικά κέντρα.
Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι ότι η έκθεση προτείνει την κατασκευή περισσότερων από 130 χιλιομέτρων νέων αναχωμάτων γύρω από πολλά χωριά της Δυτικής Θεσσαλίας, ουσιαστικά δημιουργώντας περίκλειστες απομονωμένες περιοχές, ώστε θεωρητικά να τις προστατεύσει από τις πλημμύρες. Εκτός του παράλογου της λύσης αυτής, προκύπτουν ένα σωρό επιπλέον ερωτήματα. Τι γίνεται αν “παραβιαστούν” αυτά τα αναχώματα; Πόσο επικίνδυνο θα είναι για τους κατοίκους αυτών των περίκλειστων χωριών; Τι επιπλέον υποδομές απαιτούνται για να φύγουν τα νερά από αυτά τα χωριά;
Η ίδια η έκθεση, στην αρχή του τεύχους I (σελ 6), δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις ότι μια από τις λύσεις είναι η μετακίνηση των φραγμάτων σε μεγαλύτερη απόσταση από τις υπάρχουσες θέσεις, ενώ όλο αυτό ανατρέπεται από τις προτεινόμενες λύσεις.
Τέλος, αναφέρεται ότι είναι οικονομικά συμφέρουσα η αποκατάσταση. Από πού προκύπτει αυτό το συμπέρασμα; Σύμφωνα με μελέτη που έχει γίνει για την περιοχή του Καλέντζη για την οικονομική αποτίμηση της κατασκευής και συντήρησης αναχωμάτων έναντι της προώθησης πράσινων λύσεων (nature based solutions), ενώ η κατασκευή των αναχωμάτων είναι λιγότερο ακριβή λύση, συνολικά οι υπηρεσίες που προσφέρουν είναι πολύ λιγότερες και τελικά τα καθαρά οφέλη (net benefits) είναι πολύ μικρότερα από την προώθηση NbS ως εναλλακτική. Επίσης, η ανάδειξη της αποκατάστασης ή της κατασκευής νέων αναχωμάτων ως “συμφέρουσα οικονομικά λύση” καταρρίπτεται από την ίδια την έκθεση, αφού από το τεύχος VI φαίνεται ότι το τρέχον χιλιόμετρο κατασκευής νέων αναχωμάτων τιμολογείται σε 5 εκατ. ευρώ.
Μεγάλα φράγματα και έργα και κενές περιεχομένου αναφορές σε έργα ορεινής υδρονομίας: Αν και η έκθεση (ορθώς) αναφέρει ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στα check-dams (φράγματα ανάσχεσης), ενώ επισημαίνει ότι τα μεγάλα φράγματα ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν τεχνικές και οικονομικές δυσκολίες, εντούτοις στη συνέχεια προτείνει 23 επιπλέον θέσεις και δίχως καμία τεκμηρίωση προωθεί επανειλημμένα την εκτροπή του Αχελώου. Είναι τόσο έκδηλη η προσπάθεια προώθησης των μεγάλων φραγμάτων που ενώ η αναφορά στα μικρά check dams είναι 2-3 σελίδες, η αναφορά στα μεγάλα είναι ιδιαίτερα εκτενής, ειδικά στον τόμο των Appendices. Ενώ μάλιστα σε αρκετά σημεία η έκθεση αναφέρει ότι δεν πρέπει τα φράγματα να χρησιμοποιηθούν για αύξηση της χρήσης νερού και των αρδευόμενων εκτάσεων (βλ. σελ. 33 σχετικά με το φράγμα Σκοπιάς/Παλιοδερλί), εντούτοις σε σχέση με την εκτροπή του Αχελώου η HVA παραθέτει στο τεύχος για τη γεωργία έναν πίνακα με υπότιτλο “Water transfer from Achelous from year 4 will increase acreage” (Η μεταφορά νερού από τον Αχελώο από την 4η χρονιά θα αυξήσει την έκταση, ανεπίσημη μετάφραση γραφόντων). Είναι βαθιά προβληματικό το γεγονός ότι το σχέδιο άλλοτε μιλάει για μείωση των αρδευόμενων εκτάσεις και άλλοτε για αύξηση, δίχως καμία εξήγηση και αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα για μια ούτως ή άλλως πολύ χαμηλού επιστημονικού επιπέδου και ελλιπέστατης τεκμηρίωσης έκθεση που φιλοδοξεί να λειτουργήσει ως ‘masterplan’ ώστε να ορθοποδήσει μια ρημαγμένη από κλιματικές καταστροφές περιοχή.
Όσον αφορά τα έργα ορεινής υδρονομίας, η έκθεση δεν κάνει καμία αναφορά στο πώς μπορεί να επιτευχθεί η συνδεσιμότητα (connectivity) των ορεινών τμημάτων των χειμάρρων/ποταμών αφού κατασκευαστούν τα φράγματα ανάσχεσης.
Επιπλέον, πολλά από τα μικρά φράγματα ανάσχεσης που προτείνονται (check dams) είναι σε πεδινές περιοχές και εκφράζεται ο φόβος ότι η κατασκευή τους θα επιδεινώσει τα προβλήματα πλημμυρών αντί να τα μειώσει. Επιπλέον κάποια από αυτά προτείνονται σε περιοχές με παραποτάμια βλάστηση και για την χωροθέτησή τους θα απαιτηθεί η απομάκρυνση της βλάστησης.
Τέλος, οι επιπτώσεις των μεγάλων φραγμάτων στη στερεοπαροχή και κυρίως στην εκβολή του τελικού αποδέκτη (Πηνειός) δεν αναφέρονται πουθενά. Η κατασκευή τόσο πολλών μεγάλων φραγμάτων εύλογα μπορεί να μειώσει τα ιζήματα στην εκβολή του Πηνειού με συνεπακόλουθο την εκτεταμένη διάβρωση του παράκτιου χώρου. Ενδεικτικά στον Νέστο, η κατασκευή των φραγμάτων έχει προκαλέσει τα τελευταία 25 χρόνια απώλεια γης 0,85 τ.χλμ..
Εκβάθυνση ποταμών: Η εκβάθυνση των ποταμών (deepening the riverbeds via dredging) είναι μια εξαιρετικά προβληματική πρακτική που δυστυχώς εξακολουθεί να εφαρμόζεται συστηματικά στην Ελλάδα, και προκαλεί σημαντικές επιπτώσεις τόσο στη βιοποικιλότητα, όσο και στα υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά των ποταμών. Ενδεικτικά αναφέρεται ως συνεπακόλουθη επίπτωση, η αύξηση της ταχύτητας του νερού και στη συνέχεια η αύξηση της διάβρωσης της κοίτης των ποταμών αλλά και η μετατόπιση των πλημμυρικών φαινομένων κατάντη των παρεμβάσεων. Ακολούθως, για να αποτραπεί η κατάρρευση της κοίτης των ποταμών πραγματοποιούνται εκ νέου τεχνικά έργα σταθεροποίησης της κοίτης τους με συρματοκιβώτια και σκληρά υλικά. Το συγκεκριμένο μέτρο, αναφέρεται λανθασμένα ότι σχεδιάζεται ώστε να “effectively reduce peak discharges and peak water levels by extending the duration of discharges” (να μειώσει αποτελεσματικά τη μέγιστη πλημμυρική απορροή και τις μέγιστες στάθμες νερού με την παράταση της διάρκειας των πλημμυρικών απορροών, ανεπίσημη μετάφραση γραφόντων). Η εκβάθυνση των ποταμών θα μπορούσε να είναι λύση μόνο τοπικά, όπου υπάρχει περιορισμός χώρου. Ωστόσο, στη Θεσσαλία όπου υπάρχει επάρκεια χώρου θα αναμέναμε να προκρίνονταν άλλες βιώσιμες πρακτικές.
Συντήρηση και καθαρισμός ποταμών και απομάκρυνση δέντρων και θάμνων: Ως γενική κατεύθυνση μέτρων αναφέρεται η συντήρηση των ποταμών και ο καθαρισμός τους από φερτά υλικά και βλάστηση (σε συνδυασμό με την εκβάθυνση) καθώς και η απομάκρυνση δέντρων και θάμνων από τις πιθανές πλημμυρικές ζώνες («Clearance of Vegetation from Floodplains: Removing trees and shrubs from floodplain areas to enhance water flow and reduce the risk of flooding», ανεπίσημη μετάφραση γραφόντων). Αυτό το μέτρο είναι ανούσιο και επικίνδυνο. Το μόνο που θα καταφέρει είναι να “ενοχοποιήσει” για τις πλημμύρες μια από τις αποτελεσματικότερες φυσικές υποδομές αντιμετώπισης των πλημμυρών, τη βλάστηση. Ακόμα περισσότερο, η απομάκρυνση της βλάστησης προκαλεί μεγάλο κίνδυνο αύξησης της ταχύτητας του νερού, σε περιπτώσεις καταιγίδων, με αποτέλεσμα την επιδείνωση των πλημμυρικών συνθηκών στα κατάντη.
Προτεινόμενες επεμβάσεις σε συγκεκριμένες περιοχές που προκαλούν προβληματισμό: Ακολούθως σχολιάζονται ενδεικτικά οι παρεμβάσεις στην περιοχή των Τρικάλων και της Καρδίτσας. Ανάλογες κακές προτεινόμενες λύσεις έχουν εντοπιστεί και σε άλλες περιοχές αλλά δεν αναφέρονται εδώ για λόγους οικονομίας.
Στην περιοχή των Τρικάλων, η έκθεση της HVA ‘στοχοποιεί’ τον Αγιαμονιώτη για τα προβλήματα που υπάρχουν στην πόλη προτείνοντας την εκτροπή του προς τον Πηνειό και την κατασκευή νέων αναχωμάτων. Αυτή η εκτροπή και τα νέα αναχώματα πιθανόν να εντείνουν τα πλημμυρικά προβλήματα βορείως των παρεμβάσεων (στα χωριά Διπόταμος και Ρογγιά που δίχως καμία τεκμηρίωση αναφέρει ότι με τις παρεμβάσεις αυτές θα λύσει τα προβλήματά τους), με τον ίδιο τρόπο που έχει δημιουργήσει τα πλημμυρικά προβλήματα στα Μεγάλα Καλύβια η εκτροπή του Πάμισου προς τον Πηνειό. Για να δικαιολογήσει αυτή την παρέμβαση, η έκθεση κάνει αναφορά στην προστασία των ιδιοκτησιών “δυτικά του περιφερειακού” και στην ομαλή ανάπτυξη της πόλης, όπου σήμερα δεν υπάρχει οικιστική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, προτείνει λύσεις που πιθανόν να δημιουργήσουν πρόβλημα στο μέλλον! Ειδικά για να αποφορτιστεί η πίεση σε Διπόταμο και Ρογγιά η έκθεση προτείνει καθαρισμούς των ρεμάτων από τη βλάστηση και από τα δέντρα (δηλαδή εκ νέου καναλοποίηση των ποταμών). Επίσης, καμία αναφορά δεν γίνεται στον Ληθαίο, ο οποίος έχει πολύ μεγαλύτερη λεκάνη απορροής και οι λύσεις για τη μείωση των πλημμυρικών κινδύνων για την πόλη των Τρικάλων είναι προφανείς: δασώσεις στα ορεινά (Χάσια και Αντιχάσια Όρη), αποκατάσταση της παλιάς κοίτης του Ληθαίου που μπορεί να λειτουργήσει και ως “περιοχή αποθήκευσης νερού”. Εντύπωση προκαλεί η μη αναφορά στη μικρή διατομή στη σύνδεση του Ληθαίου με την παλαιά κοίτη, που έχει αναφερθεί από τους τοπικούς φορείς ως ένα ιδιαιτέρως προβληματικό σημείο. Στο χωριό Σωτήρα, επίσης, η έκθεση προτείνει τη δημιουργία προστατευτικού αναχώματος αγνοώντας τη συνολική εικόνα του προβλήματος.
Στην περιοχή της Καρδίτσας, η έκθεση εσφαλμένα αναφέρει ως λόγο για τις πλημμύρες την αστοχία των αναχωμάτων, παραβλέποντας τον πραγματικό λόγο που είναι οι διαχρονικές μεταβολές στα υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά τους (περιορισμός του πλάτους της κοίτης τους, μειωμένα πλάτη και εκβαθύνσεις στα κατώτερα τμήματα των ποταμών, κ.α.). Ως αποτέλεσμα αυτής της λανθασμένης διαπίστωσης, η έκθεση προτείνει ενισχύσεις και ανυψώσεις των αναχωμάτων ώστε να φτάσουν στο ίδιο ύψος, ενώ οι λύσεις στα πραγματικά αίτια δεν συζητιούνται. Η συγκεκριμένη λογική επικρατεί σε διαφορετικά σημεία στο κείμενο (π.χ. μια από τις αιτίες των πλημμυρών στην περιοχή είναι η κακή λειτουργία του αποστραγγιστικού δικτύου) με αποτέλεσμα να προτείνονται λάθος λύσεις (π.χ. τα αποστραγγιστικά δίκτυα και τα πλημμυρικά πεδία των ποταμών Καράμπαλη και Καλέντζη πρέπει να καθαριστούν) αντί να αναφέρεται το γεγονός ότι μετά τα χωριά Αγιοπηγή και Μέλισσα το πλάτος των δύο ποταμών έχει μειωθεί από τα 200 μέτρα στα 40-50, δημιουργώντας έτσι πλημμυρικά προβλήματα. Συνολικά για τη λεκάνη απορροής του Καλέντζη (που περιλαμβάνει τον Καλέντζη, τον Καράμπαλη και τον Λείψιμο) δεν γίνεται καμία αναφορά σε αποκαταστάσεις του πλάτους της κοίτης των ποταμών, παρά μόνο σε καθαρισμούς βλάστησης και φερτών και σε κατασκευές επιπλέον αναχωμάτων για να προστατευτούν τα χωριά.
Απομάκρυνση των παράνομων κατασκευών και φραγμών από τα ποτάμια και τις πλημμυρικές πεδιάδες (σελ. 47). Η απελευθέρωση των φυσικών διόδων νερού από παράνομες (και νόμιμα υφιστάμενες σε πολλές περιπτώσεις) κατασκευές είναι απαραίτητο να αναδειχθεί ως ζήτημα κατεπείγουσας προτεραιότητας, όχι μόνο για τη Θεσσαλία, αλλά για ολόκληρη τη χώρα.
«Χώρο στα ποτάμια». Η αναφορά (σελ. 27) στην ανάγκη δημιουργίας controlled inundation areas (ελεγχόμενων πλημμυρικών περιοχών) είναι θετική, πρέπει όμως να αποτελέσει αντικείμενο σχεδιασμού και θα περιμέναμε από μια έκθεση αυτού του εύρους αντικειμένου να προσφέρει περισσότερα από απλές αναφορές.
Απουσία ψηφιακού χαρτογραφικού υλικού: Θεωρούμε μεγάλη αστοχία το γεγονός ότι στη διαβούλευση δεν έχει ανέβει ψηφιακό χαρτογραφικό υλικό από τις προτεινόμενες παρεμβάσεις που περιέχονται στο masterplan. Η ανάγνωση και η κατανόηση των προτεινόμενων λύσεων μέσα μόνο από το κείμενο και τους κακής ανάλυσης χάρτες που υπάρχουν σε αυτό γίνεται εξαιρετικά επίπονη λόγω αυτής της παράλειψης.
Αλλοίωση των φυσικών ροών ποταμών: Αντί για φαραωνικά, πολυδάπανα και ενεργοβόρα έργα, απαιτείται ο σχεδιασμός μιας συνολικής ορθολογικής διαχείρισης των υδάτινων πόρων, η λήψη μέτρων που εξορθολογίζουν τις υδροβόρες καλλιέργειες και η ανάληψη δεσμευτικών στόχων για δραστική μείωση της κατάχρησης και σπατάλης του γλυκού νερού. Επίσης, απαιτείται ο επαναπροσδιορισμός και η επαναχάραξη των φυσικών ροών και θέσεων τού νερού (ρέματα, χείμαρροι, ποταμοί, μέγεθος επιφανειακών υδάτινων όγκων, κ.λπ.). Επείγουσα είναι επίσης η κατασκευή μικρών φραγμάτων στις ροές ποταμών, χειμάρρων και ρεμάτων, ώστε να αυξηθεί η δυνατότητα συγκράτησης των νερών για την άρδευση των καλλιεργειών και παράλληλα να μειωθούν οι κίνδυνοι από την ανεξέλεγκτη ροή τους.
Στην έκθεση περιλαμβάνονται μερικές αξιόλογες προτάσεις, που όμως δεν αναδεικνύονται και αποτελούν σημειακές τοποθετήσεις δίχως καθοριστική αξία για το συνολικό αποτύπωμα των έργων που προτείνονται από την εταιρεία, με κυριότερο το παλιό και παρωχημένο έργο της εκτροπής του Αχελώου.
Απουσία λύσεων που βασίζονται στη φύση: Όπως ήδη αναφέρθηκε και στον πρώτο κύκλο σχολίων, μια σύγχρονη θεώρηση των πραγμάτων που να λαμβάνει υπόψη όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές και κατευθύνσεις, τις επιστημονικές απόψεις καθώς και τα σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία, θα έπρεπε να περιλαμβάνει την προώθηση λύσεων που βασίζονται στη φύση, κάτι που η συγκεκριμένη μελέτη δεν κάνει σε καμία περίπτωση. Στη Θεσσαλία θα αναμέναμε να προκρίνονταν άλλες πρακτικές. όπως η απομάκρυνση των αναχωμάτων σε μεγαλύτερη απόσταση από τα ποτάμια και η διάνοιξη της κοίτης, η δημιουργία μαιανδρισμών, η αποκατάσταση παρόχθιων δασών για την σταθεροποίηση των πρανών, κ.α. Οι παρεμβάσεις αυτές, εκτός του ότι θα αποφόρτιζαν τον πλημμυρικό κίνδυνο, θα ήταν και σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές της Ε.Ε., όπως η πράσινη συμφωνία (Green Deal), η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα (Biodiversity Strategy 2030), ο ευρωπαϊκός κλιματικός νόμος (European Climate Law), η ευρωπαϊκή στρατηγική για την προσαρμογή (EU Adaptation Strategy), κ.α. καθιστώντας έτσι την Ελλάδα πρωτοπόρο στην ανάδειξη βιώσιμων λύσεων. Δυστυχώς, αυτό το masterplan καταδεικνύει για ακόμα μια φορά την άγνοια για τις ευρωπαϊκες κατευθύνσεις και την εμμονή με τις γκρίζες λύσεις που μπορεί να έχουν τόσο η HVA όσο και πολλοί παράγοντες στην Ελλάδα.
Γ. Προβλήματα στην αγροτική οικονομία της Θεσσαλίας
Τα παρακάτω σχόλια αφορούν τον τόμο για τη γεωργία και κτηνοτροφία (Volume IV: Agriculture & Livestock).
Εξαιρετικά προβληματικό στοιχείο είναι το ότι η έκθεση της HVA (όπως φανερώνει και ο τίτλος της) αφορά αποκλειστικά στη διαχείριση νερού στον αγροτικό τομέα χωρίς να εντάσσονται οι προτάσεις σε κάποιο πλαίσιο/σχέδιο/στρατηγική που να προτείνει/προβλέπει τη δραστική αναδιάρθρωση του αγροτικού μοντέλου στην περιοχή ώστε να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της γεωργικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα.
Όλο αυτό γίνεται ακόμη πιο προβληματικό εάν αναλογιστεί κανείς ότι αυτό το σχέδιο αφορά τη Θεσσαλία όπου το μοντέλο εντατικής και βιομηχανικής γεωργίας που εφαρμοζόταν ως σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος της αποδείχθηκε υψηλού ρίσκου και εντελώς ευάλωτο στα νέα κλιματικά δεδομένα. Τα εδάφη της περιοχής, έπειτα από δεκαετίες εντατικής καλλιέργειας χωρίς εναλλαγές και μαζικής και αλόγιστης χρήσης χημικών, παρουσίαζαν ήδη σημάδια εξάντλησης πριν τα ακραία καιρικά φαινόμενα του Σεπτεμβρίου. Ειρωνικά, ο υδροφόρος ορίζοντας, που μετά το πέρασμα των δύο διαδοχικών κακοκαιριών υπερκορέσθηκε, βρισκόταν πριν από αυτές στα όρια της εξάντλησης.
Η λύση δεν είναι η διαχείριση του νερού στα πλαίσια επανάληψης και διαιώνισης εντατικών βιομηχανικών γεωργικών πρακτικών όπως εφαρμόζονταν ως σήμερα στο προβληματικό και ευάλωτο μοντέλο εντατικής και βιομηχανικής γεωργίας στη Θεσσαλία. Όλες οι προβλέψεις δείχνουν ότι εάν δεν αλλάξει το αγροτικό μοντέλο, σε 10-15 χρόνια ο θεσσαλικός κάμπος θα έχει ερημοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό.
Η προτεινόμενη αλλαγή καλλιεργειών δεν καλύπτει την μεγάλη ανάγκη για ριζική αλλαγή στο είδος καλλιέργειας, τις μεθόδους που πρέπει εφεξής να εφαρμόζουν οι παραγωγοί και τους τρόπους συντήρησης της γης τους ώστε να είναι οικονομικά βιώσιμες για τους παραγωγούς και ταυτόχρονα περιβαλλοντικά βιώσιμες για την Θεσσαλία και ολόκληρη την χώρα.
Γ. Άλλα προβληματικά σημεία της έκθεσης
Στη συνέχεια, επισημαίνουμε τοποθετήσεις της εταιρείας που υποδηλώνουν αδικαιολόγητο ερασιτεχνισμό και προχειρότητα αναντίστοιχη της σοβαρότητας της κατάστασης που πραγματεύεται το υπό διαβούλευση σχέδιο.
Σχέση με τα ΣΔΛΑΠ: Η αναφορά (σελ. 30 Volume Ι) ότι “Parallel to the necessary revisions in the Flood Management Plan, the Water Management Plans of both the Greek central and regional governments require substantial re-evaluation. Urgent and decisive political action is imperative to address the challenges posed by the agricultural focus in Thessaly and to ensure sustainable water resource management aligned with the region’s economic priorities.” είναι άνευ ουσίας, και εγείρει ανησυχίες. Η διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των προσχεδίων και ΣΜΠΕ των ΣΔΛΑΠ τελείωσε μόλις το Δεκέμβριο 2023, και μέχρι σήμερα δεν έχουν δημοσιευτεί οι εγκριτικές πράξεις. Μόλις πριν μερικές εβδομάδες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέπεμψε τη χώρα μας στο Δικαστήριο της ΕΕ, λόγω καθυστέρησης ολοκλήρωσης των σχεδίων για τα ύδατα και για τις πλημμύρες. Αν με αυτή τη δήλωση η εταιρεία HVA υπονοεί ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να καθυστερήσει ακόμα περισσότερο αυτή την κομβικής σημασίας και θεσμικά υποχρεωτική διαδικασία, η οποία προσφέρει τα πλέον έγκυρα και έγκριτα εργαλεία για αποτελεσματική κλιματική θωράκιση και προστασία των υδάτινων πόρων, τότε πραγματικά πρόκειται για εθνικά επικίνδυνη επιχείρηση υποσκελισμού των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο.
Γεωτρήσεις: Η έκθεση αναφέρει 33.000 γεωτρήσεις (σελ. 30, Volume IV). Η αναφορά αυτή όμως δεν περιέχεται στη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για το ΥΔ Θεσσαλίας. Η διαφοροποίηση αυτή προφανώς εγείρει σοβαρότατες ανησυχίες για την ποιότητα των στοιχείων αλλά και αναδεικνύει για άλλη μία φορά το διαχρονικό έλλειμμα διαφάνειας για τη διαχείριση και παρακολόυθηση της ποιότητας των υδάτων στην αγροτική πρωτεύουσα της χώρας: τη Θεσσαλία και βεβαίως τα σοβαρά προβλήματα των ΣΔΛΑΠ που τέθηκαν σε διαβούλευση από το ΥΠΕΝ το 2023.
Εμμονή με την εκτροπή του Αχελώου: Η δήλωση πως “μοναδική βιώσιμη, μακροπρόθεσμη λύση είναι η μεταφορά υδάτων από τον άνω ρου του ποταμού Αχελώου, προκειμένου να ενισχυθεί η προσφορά νερού κατά τουλάχιστον άλλα 300 εκατομμύρια m3 ετησίως” είναι καθαρά ιδεολογική και τελείως αντι-επιστημονική. Υπενθυμίζουμε, άλλωστε, πως κάθε ποσότητα εκτροπής μεγαλύτερη των 250 εκατομμύρια m3 ετησίως έχει ελεγχθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας και έχει καταπέσει δικαστικά.
Ακόμα μια απαράδεκτη δήλωση είναι η εξής (σελ. 12, Volume IV): «Some elements of this system have been completed, including the dam and the Mesochora hydropower plant in the upper Achelous course, which have been operationally ready for years. However, the reservoir is currently kept empty, and the project is not operating due to opposition from ecologists and local communities.» Το γεγονός πως η εταιρεία που συνέταξε την έκθεση αποκρύπτει πως ο αντικειμενικός λόγος για τη μη ολοκλήρωση των έργων εκτροπής είναι οι επανειλημμένες αποφάσεις του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου, ενώ αναφέρεται σε “αντίθεση από οικολόγους και τοπικές κοινωνίες”, δείχνει εμπάθεια και περιφρόνηση της δικαιοσύνης και της νομιμότητας, και θα έπρεπε απερίφραστα να καταδικαστεί από τους υπουργούς στους οποίους θα παραδοθεί αυτή η έκθεση.
Τρίτη απαράδεκτη δήλωση, η οποία δείχνει άγνοια της σημερινής κατάστασης, είναι η εξής:«The interbasin transfer tunnel is nearing completion, and the construction of the dam at Sykia, the starting point of the tunnel, is in progress with some preliminary works already completed. Environmental concerns revolve around uncertainties regarding the volume of water that can be diverted from Achelous to Thessaly to ensure the preservation of the delicate ecosystem of the Achelous estuary (Fourniotis, 2012).” (σελ. 12-13, Volume IV). Η HVA έχει προφανώς μια απαρχαιωμένη εικόνα για τα πράγματα, καθώς η πηγή της δήλωσης αυτής αναφέρεται στα φράγματα του Αχελώου που υπήρχαν δεκαετίες πριν και αγνοεί τα φράγματα (Δαφνοζωνάρα – Αυλάκι) που έχουν κατασκευαστεί ή είναι υπο κατασκευή, καθώς και το έργο της αντλησιοταμίευσης που εγκαινιάστηκε πρόσφατα. Συνολικότερα, η εταιρεία περιγράφει έναν Αχελώο που έχει αλλάξει δραματικά, σε σχέση με τις βιβλιογραφικές πηγές που επικαλείται.
Αγνόηση ισχυόντων μέτρων της ΚΑΠ: Η δημιουργία ακαλλιέργητων ζωνών σε περιοχές με κλίση περιέχεται ως υποχρέωση της ενισχυμένης αιρεσιμότητας στο Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ (ΣΣΚΑΠ) το οποίο εφαρμόζεται από 1/1/2023. Επίσης, στο ίδιο προβλέπεται ενίσχυση τόσο για την καλλιέργεια σε αναβαθμίδες όσο και για την κατασκευή αναβαθμίδων. Επίσης, στο ΣΣΚΑΠ, το οποίο εφαρμόζεται από 1/1/2023, ισχύει απαγόρευση χρήσης εισροών για 3 – 6 μέτρα από υδροφορείς, ανάλογα με την κλίση και ενισχύεται η σπορά των ζωνών αυτών. Τα στοιχεία αυτά αγνοούνται πλήρως από το σχέδιο.
Ατεκμηρίωτα συμπεράσματα: Πολλά κρίσιμα συμπεράσματα είναι ατεκμηρίωτα. Ενδεικτικά:
Στις σελ 2-3 του Volume IV και συγκεκριμένα για το «Table 1: Agricultural shares in Thessaly’s economy» υπάρχουν οι εξής παρατηρήσεις:
α. Ο σκληρός σίτος είναι ξηρική καλλιέργεια συνεπώς δεν δικαιολογείται μερίδιο στο αρδευτικό νερό. Με δεδομένο μάλιστα ότι στην περιοχή εφαρμοζόταν και αγροπεριβαλλοντικό μέτρο που ενίσχυε την ξηρική καλλιέργεια αποζημιώνοντας τους παραγωγούς για την απώλεια εισοδήματος, είναι μάλλον παράδοξη η αναφορά. Συνεπώς, ο υπολογισμός της σχετικής αποδοτικότητας του αρδευτικού ύδατος δεν έχει νόημα.
β. Απορία προκύπτει σχετικά με το πώς ακριβώς υπολογίστηκε η 4η στήλη «Relative productivity of land (relative EUR/Ha)», δηλαδή ποιες αποδόσεις χρησιμοποιήθηκαν, ποιες τιμές, εάν λήφθηκαν υπόψη οι ενισχύσεις κλπ. Λείπει οποιαδήποτε τεκμηρίωση, συνεπώς δεν έχει νόημα ο υπολογισμός.
γ. Για τον ίδιο πίνακα τέλος η χρήση στοιχείων του 2020 από την ΕΛΣΤΑΤ δημιουργεί κάποια ερωτήματα και ίσως ζητήματα συγκρισιμότητας με τα στοιχεία από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς στο παράρτημα τεύχος παραρτημάτων (Appendices, σελ 334) παρατίθενται ουσιωδώς διαφορετικά στοιχεία για το 2022 αλλά χωρίς πηγή. Ή σε μια διετία συνέβησαν δραματικές αλλαγές, οι οποίες δεν εξηγούνται, ή κάπου υπάρχει πρόβλημα. Οι υπολογισμοί για τις αρδευτικές ανάγκες δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστοι.
Είναι προφανές ότι δεν είναι δυνατόν τα 53.800 εκτάρια να αποτελούν μεγαλύτερο τμήμα της έκτασης με αροτραίες από τα 86.000 εκτάρια. Συνεπώς ή σε μια διετία συνέβησαν δραματικές αλλαγές, οι οποίες δεν εξηγούνται, ή κάπου υπάρχει πρόβλημα. Συνεπώς, οι υπολογισμοί για τις αρδευτικές ανάγκες δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστοι.
Άλλο συμπέρασμα που δεν τεκμηριώνεται εντοπίζεται στις σελίδες 4-7 του Volume IV, όπου υπάρχει παράθεση σειράς σεναρίων για το υδατικό έλλειμμα χωρίς να υπάρχει αναφορά στο πώς προέκυψαν. Συνεπώς διόλου δεν τεκμηριώνεται η ανάγκη για μεταφορά ύδατος και εκτροπής ποταμού.
Επίσης, στη σελίδα 24 του Volume IV παρατίθεται διάγραμμα “Figure 6: Global irrigation water values for selected crops (D’ Odorico, 2020)”. Γίνεται χρήση ενός «παγκόσμιου» μέσου όρου για υπολογισμούς σε περιφερειακό επίπεδο. Πρόκειται για εξαιρετικά προβληματική προσέγγιση και σίγουρα με κανένα τρόπο δεν τεκμηριώνει οποιοδήποτε συμπέρασμα.
Τέλος, υπάρχουν σημαντικά λάθη που υπονομεύουν περαιτέρω την αξιοπιστία του σχεδίου. Ενδεικτικά για τον VOLUME IV (AGRICULTURE & LIVESTOCK):
● Σελ 15: Προβληματισμός σε σχέση με την αναφορά “A consensus drawn up by the International Plant Protection Convention (IPPC) suggests that the escalation of global temperatures heightens the probability of extreme weather events, characterized by both intensified rainfall and prolonged drought periods.” Η αναφορά δεν συνδέεται με καμία παραπομπή βιβλιογραφική και μάλλον είναι λάθος (πιθανότατα αναφέρεται στην Intergovernmental Panel on Climate Change – IPCC, και όχι στην IPPC).
● Σελ 16: «Conservation agriculture promotes better soil compaction»: Ακριβώς το αντίθετο επιδιώκει η γεωργία διατήρησης.
● Στη σελίδα 120: «The national plan against desertification (EΘΙΑΓΕ, 2001)». Η αναφορά είναι πιθανότατα λάθος. Το Εθνικό Σχέδιο είναι Υπουργική απόφαση και υπεύθυνη για τη Σύνταξή της ήταν η Εθνική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της ερημοποίησης σε συμφωνία άλλωστε με τη σχετική συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών (United Nations’ Convention for Combating Desertification, https://www.unccd.int/sites/default/files/naps/greece-eng2001.pdf)
● Στη σελίδα 120: Αναφέρεται ότι ο ΟΟΣΑ αποτελεί μια από τις «main sources of state funding, in cases of major disasters». Από πού προκύπτει ότι ο ΟΟΣΑ παρέχει αποζημιώσεις;
Εδώ παραθέτουμε για άλλη μια φορά, όπως και στην πρώτη δέσμη σχολίων μας, σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Είναι εξαιρετικά απογοητευτικό το γεγονός ότι η έκθεση αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση.
● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece
4. Συστάσεις (μέτρα), χρονοδιαγράμματα, πηγές χρηματοδότησης και δυνητικοί κίνδυνοι
Τα παρακάτω σχόλια αφορούν τον τόμο συστάσεων (μέτρων) και χρονοδιαγραμμάτων (Volume VI: Recommendations & Timelines).
Το περιεχόμενο του τεύχους VI της έκθεσης συνοψίζει και εξειδικεύει τις προτάσεις που διατυπώθηκαν στα τεύχη I έως V και διατυπώνει προτάσεις μέτρων, τα οποία ομαδοποιούνται ανά θεματική παρέμβαση σε 5 κατηγορίες (κατ’ αντιστοιχία με τα προαναφερόμενα τεύχη).
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα σοβαρά προβλήματα που εντοπίζονται στα λοιπά τεύχη της έκθεσης -και σχολιάζονται παραπάνω- χαρακτηρίζουν και το συγκεκριμένο τεύχος των μέτρων, ενώ συγχρόνως δεν διαφαίνεται να ακολουθείται εδώ μια συνεκτική και συστηματική προσέγγιση, τέτοια που να προσδίδει την απαιτούμενη αποτελεσματικότητα σε ένα τόσο κρίσιμο πεδίο όπως είναι ο προσδιορισμός των μέτρων και η χρηματοδότησή τους.
Συγκεκριμένα:
● Δεν παρατίθεται ή διαφαίνεται οποιαδήποτε αναγνωρισμένη μεθοδολογία ή τυπολογία ή έστω μια συνεκτική και αναλυτική λογική που να διέπουν τη σύνταξη των μέτρων αυτών. Θα μπορούσε, ενδεικτικά, να είχε ακολουθηθεί η κατηγοριοποίηση και τυπολογία μέτρων που προβλέπονται για τη σύνταξη του προγράμματος μέτρων κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, προκειμένου να υπάρξει όχι μόνο η αναγκαία συστηματικότητα στη διατύπωση των μέτρων, αλλά και επιπλέον για να εξασφαλιστεί τόσο ο ολοκληρωμένος -υποτίθεται- χαρακτήρας του masterplan όσο και η συνέργεια με τα θεσμικά εργαλεία. Ωστόσο, όπως σχολιάσαμε και παραπάνω, οι σκοποί αυτοί δεν φαίνεται να διέπουν τη σύνταξη του masterplan, γεγονός που αδυνατίζει σε σημαντικό βαθμό την αξία του ως κειμένου στρατηγικού χαρακτήρα.
● Το ίδιο το περιεχόμενο των μέτρων αντανακλά τις βασικές παραδοχές, τους άξονες παρέμβασης και εν γένει τις ειδικότερες προτάσεις ανά θεματική που σκιαγραφούνται στα τεύχη I έως V του masterplan. Από αυτήν την άποψη, τα ίδια τα μέτρα δεν χρήζουν ειδικότερου σχολιασμού εδώ: Είναι σαφές πώς η πλειοψηφία των μέτρων αφορά σε «γκρίζες» υποδομές και άρα αντανακλά τη συμβατική και διόλου αποτελεσματική γενικότερη προσέγγιση της έκθεσης.
● Ενδεικτικό της σοβαρής έλλειψης συστηματικότητας που διέπει τον προσδιορισμό των μέτρων είναι ότι, ουσιαστικά, πρόκειται για ένα συνονθύλευμα προτεινόμενων παρεμβάσεων, το οποίο είναι ιδιαίτερα ετερογενές και ανισοβαρές (π.χ. περιλαμβάνονται μέτρα με τη μορφή σύνθετων έργων όπως η υλοποίηση φραγμάτων ελέγχου ή η παροχή κινήτρων μετεγκατάστασης, αλλά και η προμήθεια λογισμικού ή οι συμβουλευτικές υπηρεσίες). Η συμπερίληψη προτάσεων παρεμβάσεων που έχουν τόσο διαφορετικό χαρακτήρα, συνθετότητα, προϋπολογισμό και αρμόδιους φορείς σχεδιασμού και υλοποίησης σε έναν ενιαίο πίνακα μέτρων, και γενικότερα η έλλειψη συστηματικότητας στην τεκμηρίωση, τυπολόγηση, κατηγοριοποίηση και προτεραιοποίηση των μέτρων, αποτελεί μείζονα αδυναμία της έκθεσης αυτής.
● Η εκτίμηση κόστους που γίνεται, παρότι συγκεκριμένη για κάθε μέτρο, είναι γενική και ενδεικτική, καθώς βασίζεται σε ορισμένες αδρομερείς και συνοπτικά αναφερόμενες παραδοχές μοναδιαίου κόστους (π.χ. αξία αποκατάστασης κατεστραμμένων αναχωμάτων ανά χλμ), οι οποίες επιπλέον δεν τεκμηριώνονται. Η σύνταξη ενός τέτοιου είδους προϋπολογισμού είναι σαφώς εμπειρικού χαρακτήρα και έτσι προσιδιάζει περισσότερο σε μια προμελέτη παρά σε μια αναλυτική και ολοκληρωμένη μελέτη, οι προτάσεις της οποίας δηλώνεται ότι θα τροφοδοτήσουν θεσμικά εργαλεία (π.χ. ΣΔΛΑΠ και ΣΔΚΠ) αλλά και θα αξιοποιήσουν δημόσιους πόρους.
● Αυτή η γενικού χαρακτήρα προσέγγιση στην κοστολόγηση των παρεμβάσεων δεν είναι απλά αναποτελεσματική σε ό,τι αφορά τη διατύπωση κάθε συγκεκριμένου μέτρου, αλλά είναι ασαφής και, τελικά, ελάχιστα δόκιμη για το σύνολο του masterplan, αφού δεν δίνει ακόμα και αυτήν τη γενική εκτίμηση κόστους για το σύνολο των προτεινόμενων παρεμβάσεων: Για παράδειγμα, στο τεύχος αναφέρεται (σελ. 248) ότι ορισμένα μέτρα αφορούν σε διαφορετικά σενάρια (όπως στην περίπτωση της επέκτασης της Λίμνης Κάρλας), και άρα η επιλογή τους προϋποθέτει την λήψη ορισμένων στρατηγικών αποφάσεων σε επίπεδο σχεδιασμού. Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνεται στο επίπεδο του συνόλου της έκθεσης ότι η όλη προσέγγιση είναι γενική, ενώ το δέον θα ήταν να είχαν εξετασθεί εκ των προτέρων και με συστηματικότητα διαφορετικά σενάρια (όπως άλλωστε είναι υποχρεωτικό να γίνει στη διαδικασία της στρατηγικής εκτίμησης επιπτώσεων – βλ. προηγούμενα σχόλιά μας), τα οποία θα έπρεπε να κοστολογηθούν διακριτά και με μεγαλύτερη ακρίβεια.
● Σε ό,τι αφορά τη διατύπωση χρονοδιαγραμμάτων, δεν προκαλεί έκπληξη ότι και εδώ η προσέγγιση που ακολουθείται είναι γενική, μη συστηματική και ασαφής, γεγονός που στερεί από μια έκθεση αυτού του είδους τον στρατηγικό και ολοκληρωμένο χαρακτήρα της. Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις ομαδοποιούνται σε 3 κατηγορίες (βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες), χωρίς να είναι εμφανής μια μέθοδος -ή κατ’ ελάχιστον να διατυπώνονται κάποια κριτήρια- για τον διαχωρισμό τους. Ακόμα πιο σημαντικό, δεν φαίνεται να γίνεται κάποια διάκριση των μέτρων με βάση τη σημαντικότητά τους για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων (γενικά και κατά άξονα ή περιοχή παρέμβασης). Έτσι, αυτή η έλλειψη προτεραιοποίησης, τόσο χρονικά όσο και γενικότερα, των μέτρων απομειώνει σε σημαντικό βαθμό τον επιδιωκόμενο χαρακτήρα της έκθεσης ως ουσιαστικό masterplan και αποτυγχάνει να δώσει στους αρμόδιους φορείς τα απαραίτητα στοιχεία με τρόπο που να υποστηρίζει ουσιαστικά τη λήψη αποφάσεων.
● Η ίδια ασάφεια και αναποτελεσματικότητα χαρακτηρίζει και την ενότητα διερεύνησης των χρηματοδοτήσεων (σελ. 265 επ.). Κατ’ αρχήν, η ίδια η έκθεση αποφαίνεται εισαγωγικά ότι ο συνολικός εκτιμώμενος προϋπολογισμός των 4,5 δισεκ. ευρώ δεν αντικατοπτρίζει ισότιμα ή πλήρως το σύνολο των προτεινόμενων μέτρων, ενώ συνεχίζει με ορισμένες γενικές και ίσως αδόκιμες επισημάνσεις, όπως ότι τη χρηματοδοτική ευθύνη φέρουν διάφοροι εμπλεκόμενοι φορείς, ή ότι το πρόσθετο εισόδημα που θα προκύψει από τις προτεινόμενες αλλαγές στη γεωργία θα ενισχύσει τις χρηματοδοτικές, εισροές μέσω της αύξησης των φορολογικών εσόδων και θα εξασφαλίσει χρηματοοικονομική βιωσιμότητα (!). Αυτό πού θα περίμενε κανείς από μία -έστω αδρομερή- προσέγγιση στη χαρτογράφηση των χρηματοδοτήσεων θα ήταν η διασύνδεση επιμέρους κατηγοριών και τύπων μέτρων με συγκεκριμένες θεσμικές πηγές χρηματοδότησης (ιδιαίτερα εκείνες που αφορούν τα χρηματοδοτικά μέσα της ΕΕ με έμφαση στα μέσα της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής), αλλά και ενδεχομένως μια ειδικότερη χαρτογράφηση των κύριων χρηματοδοτικών πολιτικών -και άρα των διαθέσιμων πόρων- σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο, προκειμένου να καταστεί εμφανές ποια μέτρα εντάσσονται σε ήδη προδιαγεγραμμένες χρηματοδοτικά προγράμματα (και αν τα τελευταία επαρκούν να καλύψουν τα προβλεπόμενα κόστη) και, αντίστοιχα, ποια μέτρα θα απαιτούσαν περαιτέρω διερεύνηση και ενδεχομένως αναδιάρθρωση υφιστάμενων χρηματοδοτικών προγραμμάτων. Η παντελής απουσία μια τέτοιας πρακτικής προσέγγισης φανερώνει ότι οι συντάκτες της έκθεσης αγνοούν το ευρύτερο θεσμικό οικονομικό περιβάλλον και αρκούνται σε γενικές επισημάνσεις, κάτι που όμως μειώνει σημαντικά τόσο τη σκοπιμότητα όσο και την αποτελεσματικότητα του masterplan.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις:
1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
4. Greenpeace
5. WWF Ελλάς
Ηλιού Νικόλαος, Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών
Μετά από μελέτη του Γενικού Σχέδιου Διάταξης (Master Plan) Διαχείρισης Υδάτων για το Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας, αλλά και μετά από επιμέρους διαβουλεύσεις με τους συντάκτες αλλά και τους φορείς της Περιφέρειας Θεσσαλίας, κατέληξα στις ακόλουθες επισημάνσεις:
1. Στη σελίδα 41 του πορίσματος αναφέρει:
«Δώστε χώρο στους ποταμούς»
Στα ορεινά πολλών περιοχών της Θεσσαλίας, το επαρχιακό οδικό δίκτυο έχει αναπτυχθεί δίπλα στις όχθες των ποταμών και συνήθως στους πόδες πρανών τα οποία συνήθως είναι ασταθή (λόγω γεωλογικής σύνθεσης και διαστρωμάτωσης). Η συνήθης τακτική ανακατασκευής οδικών αξόνων προέβλεπε την στοιχειώδη απομάκρυνσή τους από τις πλημμυρικές κοίτες. Αυτό δεν μπορεί να γίνεται πλέον λόγω υπέρμετρης μεγέθυνσης των πλημμυρικών κοιτών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Η διατύπωση «δώστε χώρο στους ποταμούς και τα ρέματα», περιέχει εκτεταμένα γεωτεχνικά έργα (αντιστηρίξεις, αγκυρώσεις, σταθεροποιήσεις εδαφών κλπ) αλλά και ανασχεδιασμό και κατασκευή διαφοροποιημένων οδικών αξόνων. Συνεπώς, το κόστος θα είναι ιδιαίτερα υψηλό και δεν γνωρίζω αν έχει εκτιμηθεί σωστά.
Όσον αφορά στη διαχείριση των υδρολογικών υποδομών των αυτοκινητοδρόμων (γέφυρες, Οχετοί και αποστραγγιστικές υποδομές), η αντικατάσταση όλων των τεχνικών υποδομών (γεφυρών & οχετών) με νέες διευρυμένες και ενδεχομένως σε μεγαλύτερο ύψος, ώστε να επιτευχθεί σαφώς μεγαλύτερη υδραυλική διατομή, σημαίνει ανακατασκευή σημαντικού μήκους των αυτοκινητοδρόμων, λόγω περιορισμών στην χάραξή τους, κυρίως στην αποδεκτή κατά μήκος κλίση. Τα έργα των απαιτούμενων παρεμβάσεων έχουν εκτιμηθεί σωστά ? Δεν είναι εμφανές στο κείμενο & τα παραρτήματα του masterplan.
Ακόμη δυσμενέστερη είναι η διαχείριση του Σιδηροδρομικού δικτύου (κύρια γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη και δευτερεύουσες από Παλαιοφάρσαλο προς Καλαμπάκα και Βόλο, όπως και Βόλος-Λάρισα) , δεδομένου ότι η μέγιστη κατά μήκος κλίση δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνει το1,5%. Η ανάγκη αναβάθμισης των υδρολογικών υποδομών (γεφυρών και οχετών), αλλά και της προστασίας της υποδομής των σιδηροδρομικών γραμμών, σημαίνει εκτεταμένες παρεμβάσεις ιδιαίτερα υψηλού κόστους και δεν γνωρίζω αν έχουν εκτιμηθεί σωστά. Ενδεικτικό της δυσκολίας διαχείρισης της σιδηροδρομικής υποδομής είναι η εξαιρετικά μεγάλη καθυστέρηση αποκατάστασής της μετά τις πλημμύρες.
2. Στην σελίδα 49, αναφέρονται τα άμεσα ειδικά και γενικά μέτρα που αφορούν στη διαχείριση πλημμυρών στις Ορεινές Περιοχές (Flood management in mountainous areas)
Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρεται πλήθος 100-250 περιοχών (λεκανών) προσωρινής εκτόνωσης των πλημμυρικών παροχών με αποθήκευση σε επίπεδες ενότητες του ορεινού αναγλύφου και όπου είναι δυνατό, να προβλέπονται πολλαπλές φυτεύσεις και αναδασώσεις.
Δεν έχει αναλυθεί επαρκώς πώς έχουν προκύψει υδρολογικά, και που είναι χωροθετημένες αυτές οι θέσεις. Μάλλον έχουν εκτιμηθεί ως ποσότητα με κάποια παραδοχή πλήθους ανά km2.
3. Στην σελίδα 54, αναφέρονται οι βραχυπρόθεσμες δράσεις και τα προτεινόμενα χρονοδιαγράμματα στη διαχείριση πλημμυρών.
Στις άμεσες δράσεις αναφέρεται ότι στην χωροθέτηση των μικρών φραγμάτων δεν απαιτείται η λεπτομερής αποτύπωση με lidar αλλά αρκούν τα τοπογραφικά δεδομένα που δίνει η «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ» καθώς και ορθοφωτοχάρτες LSO 25.
Αυτό δεν είναι σωστό δεδομένου ότι τα υψομετρικά δεδομένα που λαμβάνονται από το Κτηματολόγιο δεν είναι ακριβή σε περιοχές με φυτοκάλυψη, δεδομένου ότι λαμβάνονται ως υψόμετρα οι κορυφές των δένδρων κλπ. Απαιτείται, λοιπόν, ασφαλέστερη αποτύπωση, ώστε να καθοριστούν οι πιθανές θέσεις φραγμάτων και να είναι δυνατή η σύνταξη των απαραίτητων τευχών δημοπράτησης και η κατασκευή τους, όπως αναφέρονται στο “Follow-up actions (6 – 36 months)”.
Όπως αναφέρεται και στην έκθεση, η αποτύπωση όλων των υδρολογικών υποδομών (ποτάμια, χείμαρροι, ρέματα κλπ) με σύγχρονη τεχνολογία (lidar) θα βοηθήσει όχι μόνο στην ανάπτυξη ενός αξιόπιστου υδρολογικού μοντέλου αλλά και με χρήση εξειδικευμένων αισθητήρων θα συμβάλει στη διαμόρφωση πλαισίου έγκαιρης προειδοποίησης τόσο των κατοίκων όσο και του συνόλου των επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
Δεν γίνεται καμία αναφορά στην Γεωλογική διερεύνηση καταλληλότητας των θέσεων διαμόρφωσης των μικρών φραγμάτων (περιπτώσεις διαπερατών εδαφικών σχηματισμών στις κοίτες και τα πρανή).
Όσον αφορά στα επείγοντα μέτρα θα έπρεπε να προταχθούν “σωστικές” παρεμβάσεις, δηλαδή αυτές που μπορούν να προσφέρουν ικανοποιητική προστασία έναντι συνήθων πλημμυρικών φαινομένων (όχι εκτάκτων ή ιδιαιτέρως καταστροφικών) και να αποσκοπούν στην επαναφορά των υδατορεμάτων στην πρότερη (προ πλημμύρας) κατάσταση, τη σταθεροποίηση των κοιτών μέσω φυσικών διεργασιών και την προστασία στοχευμένων περιοχών-σημείων τα οποία εμφανίζουν ιδιαίτερη ευπάθεια ή αποτελούν κρίσιμες υποδομές για τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες (π.χ. γέφυρες, οδικοί κόμβοι και άξονες, κτιριακές εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας κλπ).
Προφανώς τα προτεινόμενα έργα προτεραιότητας (σελ. 54 Immediate actions (3 – 12months)) θα πρέπει να υλοποιηθούν, αφού παρέλθει ο απαιτούμενος χρόνος (2 έτη περίπου), για την ωρίμανση των οριστικών υδραυλικών μελετών. Τα έργα αυτά θα είναι τα τελικά έργα, τα οποία πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά και επικουρικά στα σωστικά (δηλαδή δεν τα ακυρώνουν, αλλά τα βελτιώνουν), προσφέροντας των απαιτούμενο βαθμό προστασίας.
Ενδεικτικές σωστικές παρεμβάσεις άμεσης υλοποίησης είναι:
Περιοχές γεφυρών – τεχνικών και αστικών ορεινών περιοχών:
• Καθαρισμός της κοίτης και των πρανών ορεινών χειμάρρων και ρεμάτων.
• Κατασκευή ουδών σταθεροποίησης κοίτης ανάντη των γεφυρών και αναβαθμών μικρού ύψους (0,50-1,00μ) κατάντη των γεφυρών (κατασκευές από σαρζανέτ)
• Επένδυση πρανών με συρματοκιβώτια (σαρζανέτ) σε μικρό ύψος (1,00-2,00μ) με σκοπό την σταθεροποίηση των πρανών, την παρεμπόδιση άμεσης βλάστησης και τη διευκόλυνση απόθεσης και σταθεροποίησης φερτών υλικών στον χώρο επέμβασης.
• Κατασκευή ουδών και αναβαθμών σε τακτά διαστήματα των ρεμάτων (150-300μ) με σκοπό την επίτευξη σταθερής κλίσης της κοίτης τους.
Περιοχές κοιτών που διαπλατύνθηκαν λόγω διάβρωσης:
• Καθαρισμός της κοίτης και των πρανών.
• Κατασκευή εγκαρσίων προβόλων στην κοίτη για την επαναφορά της στην αρχική θέση με φυσικές διεργασίες.
• Επένδυση των πρανών μεταξύ των προβόλων με λιθορριπές.
Οι παραπάνω τεχνικές αποκατάστασης περιορίζουν σημαντικά τον όγκο των υλικών που θα χρησιμοποιηθούν, γιατί δεν προβλέπουν την άμεση αποκατάσταση των αποσαθρώσεων με υλικά που πρέπει να μεταφερθούν επιτόπου, αλλά την αποκατάσταση μέσω της φυσικής απόθεσης φερτών υλικών που παρασύρονται από το υδατόρεμα και την σταθεροποίηση αυτών.
Προφανώς, η παγίδευση των φερτών υλών στις προτεινόμενες διατάξεις απαιτεί περιοδική απομάκρυνση των πάσης φύσεως φερτών υλών, ώστε να διασφαλίζεται η λειτουργικότητά τους.
4. Απαιτούμενα Τεχνικά Έργα αποκατάστασης και βιωσιμότητας της λίμνης Κάρλας.
Στις σελ. 95-97 αναφέρονται προβληματισμοί και ποιοτική αξιολόγηση των μέτρων για την άμεση αποστράγγιση αλλά και την βιώσιμη λειτουργία της λίμνης υπο κανονικές συνθήκες αλλά και σε έκτακτες περιπτώσεις (πχ. Daniel κλπ).
Οι διάφορες προσεγγίσεις, όπως σήραγγα προς Παγασητικό, Εντατική Άντληση και παροχέτευση πλεοναζόντων υδάτων προς Πηνειό, σήραγγα προς Πηνειό – Αιγαίο, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές βάσει θεωρητικής – ποιοτικής προσέγγισης.
Για να είναι αποδεκτή μια τεχνικοοικονομική αξιολόγηση των προτεινόμενων μέτρων θα πρέπει να εκπονηθούν επειγόντως στοχευμένες μελέτες σκοπιμότητας όπου θα συνδυάζεται η τεχνική εφικτότητα με την ενδελεχή ανάλυση κόστους οφέλους, ώστε να προκύψει η καταλληλότερη λύση ή ακόμη και συνδυασμός λύσεων.
5. Αποκατάσταση πληγεισών περιοχών και ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Μολονότι δεν είναι αντικείμενο ενός Στρατηγικού Σχεδίου διαχείρισης υδάτων σε μια περιφέρεια, είναι επιβεβλημένη η αναφορά στις παρεμβάσεις αποκατάστασης των αστικών και περιαστικών υποδομών σε όλο το δίκτυο των ορεινών κοινοτήτων, καθώς και των δικτύων πρόσβασης σ’ αυτές και στις χρήσεις γης πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, που τις αφορούν.
Η αδυναμία άμεσης αποκατάστασης διαταράσσει την κοινωνική συνοχή και οδηγεί σε εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση αλλά και σε αστυφιλία, με συνέπεια την ερήμωση του τόπου.
Οι έγγειες βελτιώσεις, οι συνιστώσες τους και ο νέος “Daniel” που απειλεί να πλημμυρίσει όλη τη χώρα:
Θεμελιακό στοιχείο της εθνικής οικονομίας είναι η διάσταση των εγγείων βελτιώσεων.
Σύμφωνα με τις διατάξεις της πρωτοποριακής κατά το χρόνο θέσμισής της (ν.δ 3881/1958 και ΒΔ 13.9/1959) νομοθεσία, οι συνιστώσες της είναι οι υδατικοί, οι εδαφικοί και οι γεωργικοί πόροι της χώρας και οι φορείς της, που δεν είναι άλλοι από τους οργανισμούς των εγγείων βελτιώσεων που βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο της Αυτοδιοίκησης.
Μετά από τον ευνουχισμό της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και την υδροκεφαλική γιγάντωση των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και της Κεντρικής Κυβέρνησης και των υβριδικών μορφωμάτων της (ΟΑΚ και τώρα ΟΔΥΘ) τα τελευταία χρόνια, το Master Plan υποκρύπτει στην πραγματικότητα την νέα επιχείρηση άλωσης και των τελευταίων θεσμικών οχυρών της Αυτοδιοίκησης, των Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (ΟΕΒ), οι οποίοι, όπως αναφέρεται, μόλις εκκολαφθεί πλήρως το νέο «αυγό του φιδιού», δηλαδή, ο νέος Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας, θα μπουν στο ντουλάπι της ιστορίας.
Το εγχείρημα αυτό είναι γνωστό στους «παροικοῦντες τὴν Ἱερουσαλήμ» ότι θ’ αποτύχει, αλλά αυτό λίγο ενδιαφέρει.
Αρκεί, ως φαίνεται, να αξιοποιηθεί, ως πλημμυρίδα, που θα επιτρέψει τη θέσμιση ενός ακόμη νεοφιλελεύθερου εργαλείου, του νέου Οργανισμού, κατά παράβαση του Συντάγματος και του Κοινοτικού Κεκτημένου, που θέλουν, τη διαχείριση των υδάτων να έχουν οι Αρχές των Λεκανών Απορροής, δηλαδή η Αυτοδιοίκηση υπό τον έλεγχο νομιμότητας της πολιτείας.
Δηλαδή, οι φορείς που κατά το Σύνταγμα έχουν την ευθύνη των τοπικών υποθέσεων, δηλαδή, ιεραρχούμενοι, οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΟΕΒ, ΓΟΕΒ, ΔΕΥΑ, Δήμοι, Περιφέρειες), κατά τις σχετικές θεσμικές επιταγές, προσαρμοζόμενοι στη χώρα μας και κατάλληλα υποστηριζόμενοι από την Πολιτεία, αλλά και κατά το πρότυπο βέλτιστων πρακτικών, όπως στην εμπνεύστρια της κοινοτικής πολιτικής για τα ύδατα, την Γαλλία. Και σε αρμονική διαλειτουργική διασύνδεση με όλα τα βιοτικά και αβιοτικά στοιχεία του Οικοσυστήματος του Φυσικού Περιβάλλοντος.
Ο πρόλογος είναι απαραίτητος προκειμένου ν’ αναδειχτούν το υπόβαθρο, αλλά και οι σκοποί τόσο της κυβερνητικής πρωτοβουλίας, όσο και του κατ’ ευφημισμό ονομαζόμενου “Master Plan” της HVA”.
1. Στην πραγματικότητα η πρόταση επιστεγάζει κυβερνητική μεθόδευση η οποία κυοφορείται από ετών με σκοπό,
a. τον «αναίμακτο», σιωπηρό, εξοβελισμό από την εθνική νομοθεσία της πρωτοποριακής κατά τη θέσμισή της, το 1958 και 1959 νομοθεσίας για τις έγγειες βελτιώσεις (ν.δ 3881/1958 και ΒΔ 13.9/1959)
b. την απαξίωση και εν τέλει του εξοβελισμού των οργανισμών των εγγείων βελτιώσεων (ΟΕΒ, ΔΕΥΑ κλπ) μόλις δημιουργηθεί το μόρφωμα που αρχικά θα ελέγχεται από την κυβέρνηση και «ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ» θα γίνει βορά των νεοφιλελεύθερων συνεργατών τους.
c. την περαιτέρω συρρίκνωση ακόλουθα της Αυτοδιοίκησης,
d. τον πλήρη κεντρικό έλεγχο μεταβατικά των υδάτινων πόρων και του εδάφους
e. και τη νεοφιλελεύθερη στη συνέχεια οικονομική διαχείρισή τους με τρόπους που έχουν ήδη καταστεί διαφανείς.
2. την επιτυχία του εγχειρήματος που προαγγέλλει το θάνατο της σπονδυλικής στήλης της ελληνικής εθνικής οικονομίας, του πρωτογενή τομέα της, σχεδόν στο σύνολό του (χωρίς δυστυχώς να γίνεται αντιληπτό) φαίνεται δυστυχώς να διασφαλίζουν,
a. η τραγικά αποτυχημένη θεσμική και εκτελεστική διαχείριση των εγγείων βελτιώσεων εδώ και 65 χρόνια περίπου από όλες τις κυβερνήσεις μέχρι τη σημερινή,
b. Το άνοιγμα της κερκόπορτας που επέτρεψε ένα φυσικό φαινόμενο, ο Daniel. Ευχερώς διακρίνεται από μια περιορισμένη ομάδα πολιτών που έχει τη δυνατότητα και τη διάθεση να περιηγηθεί το κατ’ ευφημισμό «Master plan” της HVA (καθ’ ημάς της κυβερνητικής οικογένειας) ότι, όπως και δηλώνεται από τους συντάκτες του, αφανείς και εμφανείς, η πρόταση συνδέεται με λύσεις που δεν περιορίζονται στην αντιμετώπιση των κινδύνων από πλημμύρες, αλλά επεκτείνονται σε όλες τις διαστάσεις του πρωτογενή τομέα της οικονομίας στην δύσμοιρη αυτή Περιφέρεια, προδιαγράφοντας την τύχη της γεωργίας, των γεωργικών εκτάσεων, της κτηνοτροφίας και των κατοίκων της.
Σας οδοστρωτήρας η πλημμυρίδα της πρότασης (για την οποία κατά τη γνώμη της κυβερνητικής οικογένειας αρκεί μια διαβούλευση σε κείμενο συνταγμένο σε ξένη γλώσσα, διάρκειας δέκα [10] ημερών) αξιώνει να παρασύρει την αυτοδιοίκηση και τις συνιστώσες των εγγείων βελτιώσεων αφού, όπως δηλώνεται, η πρόταση φιλοδοξεί να γίνει μοντέλο ανάπτυξης όλης της Ελλάδας !!!.
Αγνοούν ότι «δεν είναι η Θεσσαλία μόνο, η Ελλάδα». Ότι δεν γίνεται να δημιουργηθούν δύο νομικά μέτρα και σταθμά, άλλα να ισχύουν εκεί και άλλα στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Ότι δεν γίνεται να συνεχιστεί η ποδοπάτηση του Συντάγματος και του κοινοτικού κεκτημένου. Απλά μόνο και μόνο γιατί θέλουν ν’ αξιοποιήσουν, ως κερκόπορτα τον φυσικό Daniel, για να απελευθερώσουν τον κυβερνητικό ομόλογό του. Έναν νέο, δηλαδή, Daniel που θα επιτρέψει την άλωση του Θεσσαλικού Κάμπου. Που θα επιτρέψει τη δημιουργία των προϋποθέσεων για ένα νέο νεοφιλελεύθερο Great Reset, όπως θεοποιείται σήμερα στην χώρα μας και δι επισήμων χειλέων που το ανακάλυψαν.
Ο σχολιασμός αυτής της πτυχής που συνδέεται άρρηκτα με το κατ’ ευφημισμό και μόνο αποκαλούμενο “Master Plan” της HVA (και σε καμιά περίπτωση με ένα πραγματικό Master Plan) θα ολοκληρωθεί στην επόμενη, τελευταία παρέμβαση, με την οποία θ’ αποδομηθεί ο κυβερνητικός σχεδιασμός για τη δημιουργία του ΟΔΥΘ.
..θα επανέλθουμε….
Αθήνα 26/3/2026
Διαβάζοντας το Master Plan για τη διαχείριση του νερού στη Θεσσαλία που συντάχθηκε μετά τις πλημμύρες που προήλθαν από την καταιγίδα Daniel και ειδικά τον τόμο 4 που αφορά τη γεωργία και κτηνοτροφία προκύπτει η ανάγκη παρουσίασης των παρακάτω παρατηρήσεων.
Με σκοπό τη μείωση της κατανάλωσης νερού από τον πρωτογενή τομέα προτείνεται αναδιάρθρωση των βασικών καλλιεργειών, οι οποίες χρησιμοποιούνται στη Θεσσαλία.
Όμως οι προτάσεις δεν είναι πειστικές αφού αφενός δεν συνδέονται με την υφιστάμενη χωρική διαφοροποίηση των συνθηκών άσκησης της γεωργίας στην θεσσαλική πεδιάδα και αφετέρου στερούνται τεχνικοοικονομικής τεκμηρίωσης, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνουν αποδεκτές από τους γεωργούς και να μην υιοθετηθούν στο εφαρμοζόμενο καλλιεργητικό σύστημα τους.
Στη θεσσαλική γεωργία οι διαρθρώσεις των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, ως προς το φυσικό μέγεθος, τις εδαφολογικές συνθήκες, το σύστημα προμήθειας αρδευτικού νερού, το σύστημα άρδευσης, το μηχανολογικό εξοπλισμό και βέβαια την παραγωγική εξειδίκευσή τους. Δεν ασκείται η μονοκαλλιέργεια του βαμβακιού, όπως λανθασμένα πιστεύεται, αλλά χρησιμοποιείται επίσης μια πλειάδα καλλιεργειών (δημητριακά, χονδροειδείς ζωοτροφές, κηπευτικά, όσπρια, αρωματικά φυτά, νωπά φρούτα, ακρόδρυα, αμπέλια ), η έκταση συμμετοχής τους στο καλλιεργητικό σύστημα των εκμεταλλεύσεων προσδιορίζεται κυρίως από τους προαναφερόμενους παράγοντες. Να σημειωθεί ότι, η σημασία της παραγωγής τυριού Φέτα, (που παράγεται από το αιγοπρόβειο γάλα) είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για την οικονομία της Θεσσαλίας, μιας και η Περιφέρεια είναι η μεγαλύτερη εθνική παραγωγός (και εξαγωγέας) του τυριού. Το οικονομικό πλεονέκτημα της παραγωγής του τυριού Φέτα, στη Θεσσαλία (πέραν του υφιστάμενου κτηνοτροφικού κεφαλαίου) είναι η δυνατότητα παραγωγής άφθονων ζωοτροφών, σε κοντινές αποστάσεις από τις κτηνοτροφικές μονάδες, με πολύ χαμηλό κόστος μεταφοράς. Φυσικά το πλεονέκτημα αυτό δεν πρέπει να χαθεί, για χάρη ξένων ανταγωνιστών.
Συνεπώς το να παρουσιάζονται κάποιες ασύνδετες, με το περιβάλλον και την ισχύουσα έγγεια διάρθρωση, προτάσεις μεμονωμένων υποψήφιων καλλιεργειών προς τους γεωργούς, αυτές στερούνται του απαραίτητου βάρους για να ληφθούν υπόψη στην άσκηση της γεωργίας. Οι γεωργοί γνωρίζουν ότι, το να επιλέξουν και να εφαρμόσουν ένα παραγωγικό σύστημα είναι μια διαδικασία πολύπλοκη και πολυπαραγοντική. Δεν αρκεί να εμφανίζονται διεθνή στοιχεία για την αξία του παραγόμενου προϊόντος ανά κυβικό μέτρο νερού για να πεισθεί ο γεωργός στο να εγκαταλείψει μια καλλιέργεια υπέρ μιας άλλης. Η πρόταση πρέπει, να λαμβάνει υπόψιν της το εδαφοκλιματικό περιβάλλον και την υφιστάμενη έγγεια διάρθρωση των εκμεταλλεύσεων, ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή της προτεινόμενης καλλιέργειας, αλλά και η ένταξή της σ’ένα σύστημα αμειψισπορών. Πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το θεσμικό πλαίσιο άσκησης της γεωργικής δραστηριότητα. Το Master Plan στοχεύει στη μείωση της χρήσης και καλύτερη αξιοποίηση του αρδευτικού νερού, αλλά πουθενά δεν αναφέρεται και δεν λαμβάνεται υπόψη το ισχύον Στρατηγικό Σχέδιο 2023-2027, που χρηματοδοτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση για την ελληνική γεωργία, όπου προβλέπεται μια πλειάδα υποχρεωτικών ή χρηματοδοτούμενων δράσεων ή και ενισχύσεων (αμειψισπορές, χρήση εγχώριων ποικιλιών, αντικατάσταση καλλιεργειών, μέτρα για ορθολογική άρδευση, δυνατότητα προμήθειας εξοπλισμού εξοικονόμησης αρδευτικού νερού κλπ). Ακόμη τα προτεινόμενα προϊόντα που θα παράγονται θα πρέπει αποδεικνύεται ότι θα έχουν ικανοποιητική διέξοδο στην αγορά και θα μπορούν να εμπορεύονται (και μέσω ποιων προϋποθέσεων) μέσα σε καθορισμένο εύρος τιμών, στοιχεία που θα προέρχονταν από μελέτη marketing των προϊόντων, που όμως λείπει. Ακόμη είναι αναγκαία η εκτίμηση των πρόσθετων επενδύσεων που ενδεχομένως απαιτούνται (το ύψος της επένδυσης και τρόπος χρηματοδότησης), του κόστους και του αναμενόμενου γεωργικού εισοδήματος για όλους τους σημαντικούς τύπους εκμεταλλεύσεων, ώστε ο γεωργός να είναι σε θέση να εκτιμήσει τι μπορεί περίπου να περιμένει σε οικονομικό επίπεδο, εάν προχωρήσει στην προτεινόμενη αλλαγή.
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, δεν είναι πανάκεια (ούτε καν επιλογή) ο απλός εξοβελισμός της καλλιέργειας του βαμβακιού, του αραβοσίτου, της μηδικής, της βιομηχανικής τομάτας κλπ,, υπερ. κάποιων προτεινόμενων καλλιεργειών αμφιβόλου οικονομικότητα ς(επίσης υδροβόρων) για να μειωθεί η κατανάλωση του αρδευτικού νερού. Τέτοια αντιμετώπιση του προβλήματος, χωρίς ουσιαστική τεκμηρίωση, μάλλον θα προκαλέσει έντονη μείωση της αξίας του γεωργικού προϊόντος στη Θεσσαλία και περαιτέρω μαρασμό της υπαίθρου. Άλλωστε η μείωση της κατανάλωσης αρδευτικού νερού είναι επιθυμητή και από τους καλλιεργητές, αφού θα τους μειώσει και το κόστος άρδευσης βελτιώνοντας έτσι τα οικονομικά τους αποτελέσματα. Όμως η μείωση της κατανάλωσης αρδευτικού νερού, χρειάζεται συστηματικό και υπεύθυνο σχεδιασμό, συνοδευόμενο από τις εξειδικευμένες γεωργικές εκπαιδεύσεις και παροχής γεωργικών συμβουλών, ώστε τα εξαγόμενα αποτελέσματά να γίνουν αποδεκτά και να υιοθετηθούν από τον αγροτικό κόσμο. Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει να τονισθεί έντονα (πολύ περισσότερο και από την αναδιάρθρωση καλλιεργειών) η ανάγκη αντιμετώπισης της σπατάλης του αρδευτικού νερού κατά την διανομή του. Είναι μονόδρομος η γρήγορη δημιουργία δημόσιων δικτύων κλειστών αγωγών, κάτι που σήμερα στη Θεσσαλία, δεν συμβαίνει.
Τέλος είναι καλό να θυμόμαστε ότι οι πλημμύρες στη Θεσσαλία συνέβησαν από έλλειψη δημοσίων αντιπλημμυρικών έργων και όχι από την υπερβολική κατανάλωση αρδευτικού νερού.
Καθηγητής Τσιμπούκας Κων/νος
Κοσμήτορας Σχολής
Εφαρμοσμένων Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών
Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Απαράδεκτο να τίθεται σε διαβούλευση κείμενο στα αγγλικά χωρίς μετάφραση.
Προφανώς η Κυβέρνηση αδιαφορεί για την ουσία της διαδικασίας αυτής. Δεν τηρείται η Αρχή της Διαφάνειας αφού δεν υπάρχει δυνατότητα προσβασιμότητας στα ρυθμιζόμενα πεδία και υποβολής προτάσεων. Εμπαίζει και προσβάλλει τους πολίτες και ιδίως του κατοίκους της Θεσσαλίας.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΦ. 4 ΤΟΥ MASTER PLAN (Καθ. Ν. Δαναλάτος)
Το κεφάλαιο 4 αναφέρεται στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών που πρέπει να λάβει χώρα με γνώμονα την αύξηση του γεωργικού εισοδήματος με παράλληλη μείωση του αρδευτικού νερού υπό το πρίσμα του μεγάλου ελλείμματος αρδευτικού νερού στη Θεσσαλία.
Σύμφωνα με διεθνή πρότυπα (FAO-UNESCO) o σχεδιασμός χρήσεων γης (Land Use Planning) στηρίζεται στην αξιολόγηση γαιών (Land Evaluation), δηλαδή την εκτίμηση καταλληλότητας συγκεκριμένων μονάδων γης (Land Units) για συγκεκριμένες χρήσεις (Land Utilization Types). Η καταλληλότητα εκφράζεται σε φυσικούς και οικονομικούς όρους και προκύπτει μετά από λεπτομερή περιγραφή όλων των χαρακτηριστικών των υπό εξέταση μονάδων γης (κλίμα, εδαφικοί τύποι, γεωλογία, γεωμορφολογία, υδρολογία, κλπ) ως προς τα βασικά τους μετρήσιμα χαρακτηριστικά (Land Qualities) π.χ. διαθεσιμότητα υγρασίας, διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών, κίνδυνος διάβρωσης, κίνδυνος πλημμύρας, κλπ, και κατά πόσο αυτά ανταποκρίνονται-εκπληρούν τις αντίστοιχες απαιτήσεις των υπό μελέτη χρήσεων γης (Land Use Requirements) π.χ. απαιτήσεις εξατμισοδιαπνοής, απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά, ευαισθησία στη διάβρωση, ευαισθησία στην πλημμύρα κλπ.), ώστε τελικά να προκύπτει βαθμονόμηση των οικονομικών και περιβαλλοντικών εκροών των επί μέρους συστημάτων χρήσης γης (Land Use Systems). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, μια εκτίμηση του τύπου η καλλιέργεια x είναι κατάλληλη για τη Θεσσαλία δεν είναι επιστημονικά αποδεκτή. Θα πρέπει να προκύπτει ότι η καλλιέργεια x είναι καταλληλότερη από την καλλιέργεια y στην μονάδα γης s1 σε σχέση με τη μονάδα γης s2 και η έκφραση αυτή να στηρίζεται στην λεπτομερειακή μελέτη των απαιτήσεων των καλλιεργειών x1, x2,…, xn και των χαρακτηριστικών (key attributes) των μονάδων γης s1, s2,…,sn, στην υπό μελέτη περιοχή.
Μια τέτοια εμπεριστατωμένη τεχνικο-οικονομική μελέτη δεν προκύπτει ότι έχει λάβει χώρα στο Κεφ. 4 του Σχεδίου, αλλά μάλλον πρόκειται για μια γενικευμένη παράθεση υποκειμενικών ποιοτικών αξιολογήσεων ενός αριθμού γενικών χρήσεων γης χωρίς τα επιμέρους χαρακτηριστικά (ποικιλίες, διαθεσιμότητα και κόστος εργατικών, διαθεσιμότητα και κόστος εξοπλισμού -υφιστάμενου και αναγκαίου για την αλλαγή χρήσης-, ένταση κεφαλαίου, κλπ.) καθώς και τους τύπους γης πέρα, από πολύ γενικές ομαδοποιήσεις τύπων γης όπως «Δυτική Θεσσαλία», «Λεκάνη Αλμυρού», κλπ. Δεν γίνεται προς τούτο ουδεμία αναφορά στα εδάφη και τους αντίστοιχους λεπτομερείς χάρτες που είναι διαθέσιμοι για τη Θεσσαλία. Αντίθετα το Σχέδιο χρησιμοποιεί γενικευμένους και εν πολλοίς υποκειμενικούς χαρακτηρισμούς παραδείγματος χάρη «υδροβόρο βαμβάκι» με ελάχιστη μνεία στους τρόπους διαχείρισης νερού. Για παράδειγμα στο Σχέδιο δεν λαμβάνονται υπόψη τα ποσοστά των εδαφών/καλλιεργειών που αρδεύονται με κατάκλιση με απώλειες 70-80%, με τεχνητή βροχή (καρούλια, ράμπες) με απώλειες 40-60% και με στάγδην άρδευση με λίγες απώλειες της τάξης του 10-20%. Η μη διαφοροποίηση υποσυνόλων γης σε εδάφη της Καρδίτσας και των Τρικάλων που χαρακτηρίζονται από μεγάλη διαθεσιμότητα νερού συγκριτικά με τις πεδιάδες της Λάρισας και του Αλμυρού που χαρακτηρίζονται όντως από υδατικό πρόβλημα, αφήνουν να εννοηθεί ότι όλη η περιφέρεια μαστίζεται από ακραία λειψυδρία που χωρίς την πλήρη εγκατάλειψη της βαμβακο-καλλιέργειας η Θεσσαλία θα ερημοποιηθεί τα επόμενα λίγα χρόνια! Βέβαια, αρκετές προτάσεις του Σχεδίου είναι κατά γενική ομολογία ορθές και δεν επιδέχονται αντίρρηση. Όμως παρατίθενται με γενικευμένο, χωρίς πλήρη τεκμηρίωση επιστημονικό τρόπο ώστε σε πολλά σημεία, το Κεφ. 4 αφήνει την εντύπωση απλής έκθεσης ιδεών μάλλον παρά για ένα τεκμηριωμένο επιστημονικό κείμενο με υπόβαθρο ποιοτικής ή και ποσοτικής αξιολόγησης συστημάτων γης που μπορεί να γίνει αποδεκτό ως σοβαρό επιστημονικό πόνημα. Τέλος σε αρκετά σημεία διαφαίνεται ανεπαρκής γνώση των συγγραφέων του Κεφ. 4 επί θεμάτων γεωργίας και εδαφολογίας λόγω κακής χρήσης ορολογίας (less erosion in compacted soils), περιγραφικού χαρακτηρισμού αντί για χρήση δόκιμης επιστημονικής ορολογίας (evapotranspiration, water use efficiency, κλπ.), και σημαντικές αστοχίες σε θέματα αξιολόγησης συστημάτων χρήσης γης (δενδρώδεις καλλιέργειες στα πεδία πλημμυρών), κλπ. Σημαντικό στοιχείο που απομειώνει την όποια αξία του Κεφ. 4 ως προς την αναδιάρθρωση της γεωργίας στη Θεσσαλία αποτελεί μια ανεξήγητη, μεροληπτική, επιφανειακή, και ατεκμηρίωτη άποψη ότι η βαμβακοκαλλιέργεια ευθύνεται για το υδατικό πρόβλημα και πρέπει να εξαφανιστεί από τη Θεσσαλική γεωργία, ένα τελείως λάθος συμπέρασμα που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την Θεσσαλική κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα.
Στη συνέχεια παρατίθενται μια σειρά από επί μέρους παρατηρήσεις ως προς το Κεφ. 4 ως προς θέματα γεωργίας-εδαφολογίας.
Με βάση τον Πίν. 1 (σελ. 2) εξάγεται το συμπέρασμα ότι το βαμβάκι ευθύνεται για τη μεγάλη κατανάλωση αρδευτικού νερού λόγω των μεγάλων του απαιτήσεων σε νερό και τη μεγάλη έκταση που καταλαμβάνει στη Θεσσαλία. Μετά από επεξεργασία των δεδομένων του πίνακα προκύπτει ότι α) η έκταση του βαμβακιού είναι λίαν υπερεκτιμημένη , και β) το βαμβάκι καταναλώνει μακράν το λιγότερο νερό από τις υπόλοιπες αροτραίες αρδευόμενες καλλιέργειες με τις οποίες πρέπει να συγκρίνεται (βλ. βαμβάκι 479 mm αρδευτικού νερού ανά στρέμμα ενώ το καλαμπόκι δέχεται 720 mm/στρ και τα κτηνοτροφικά φυτά-μηδική 950 mm/στρ, αντίστοιχα). Σύμφωνα με τον Πιν. 1, τα κηπευτικά φαίνεται να καταναλώνουν 370 mm/στρ, δηλαδή λίγο λιγότερο νερό από το βαμβάκι. Προφανώς και το στοιχείο αυτό ελέγχεται διότι είναι κοινή γνώση ότι τα κηπευτικά απαιτούν μεγαλύτερα ποσά νερού άρδευσης από το βαμβάκι στη Θεσσαλία.
Οι υπολογισμοί στις σελ. 5-7 είναι ατεκμηρίωτοι. Με βάση την υπόθεση για ετήσιο έλλειμα 500 εκατ. κ.μ., σε 6 έως 7 έτη προκαλείται συσσωρευμένο έλλειμμα 3,5 δισεκ. κ.μ. δηλαδή όσο το συνολικό έλλειμμα των τελευταίων 35 ετών (ΣΔΛΑΠ, 2023). Χωρίς υπολογισμούς εισροών και εκροών νερού στις διάφορες υδατικές λεκάνες της ευρύτερης θεσσαλικής λεκάνης και τις εκροές από τα Τέμπη, οι υπολογισμοί στις σελ. 5-7 φαίνονται υπερ-απλουστευμένοι.
Στις ίδιες σελίδες, η άποψη ότι οι ανάγκες άρδευσης του 1,5 δισεκ. κ.μ. νερού πρέπει να περιοριστούν κατά 50% είναι ατεκμηρίωτο. Σημειωτέο από τα Τέμπη εκρέουν και χάνονται στο Αιγαίο κατά μέσο έτος περί τα 2,5 δισεκ. κ.μ.
Στη σελ. 8 πολύ σωστά υπάρχει προτροπή για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την πεδιάδα της Λάρισας αλλά αυτό δεν αντιπροσωπεύει όλη τη Θεσσαλική πεδιάδα. Στο Κεφ. 4, τα επιμέρους προβλήματα λειψυδρίας θεωρούνται ως προβλήματα όλου του Θεσσαλικού πεδίου. Όμως είναι αναντίρρητο ότι στη δυτική Θεσσαλία δεν υφίσταται πρόβλημα διαθεσιμότητας νερού, γεγονός που αγνοείται στο Σχέδιο όπου προτείνεται η πλήρης εγκατάλειψη του «υδροβόρου» βαμβακιού από όλη την περιφέρεια.
Στη σελ. 16 το Σχέδιο αναφέρει σε αρκετά σημεία τη συμπίεση του εδάφους (soil compaction) ως θετικό παράγοντα προστασίας του εδάφους κατά της διάβρωσης και ως παράγοντα αντοχής κατά της διαβρωτικής επίδρασης των σταγόνων της βροχής. Πρόκειται για λάθος που λόγω της επανάληψής του αντικατοπτρίζει ανεπάρκεια ειδικών γνώσεων εδαφολογίας. Προφανώς είναι μετάφραση του όρου «συνεκτικότητα» ή «καλή δομή» του εδάφους. Επίσης στην παράγραφο για τη διάβρωση εδαφών δίδεται αρκετή έμφαση σε νέες έξυπνες τεχνολογίες για άρδευση, για έλεγχο ζιζανίων κλπ αλλά δεν γίνεται αναφορά σε κλασικές διαχειριστικές πρακτικές που ελλείπουν πραγματικά στις επικλινείς γαίες (Ρεβένια, κλπ), όπως αμειψισπορά, χρήση πολυετών ποωδών φυτών, ενεργειακών φυτών και φυτών εδαφοκάλυψης. Πολλές από τις αναφορές για την προστασία από διάβρωση απαρτίζουν κλασική γνώση που υπάρχει πλούσια στα Σχέδια Δράσης κατά της Ερημοποίησης, μόνο που στο Κεφ. 4 δεν γίνεται αναφορά σε καμιά από τις ευαίσθητες επικλινείς περιοχές της Θεσσαλίας (Ρεβένια, κλπ).
Στις σελ. 20-23 γίνεται μια παράθεση ορθών πρακτικών αλλά πρόκειται για γενικολογίες χωρίς καμιά αναφορά site-specific στη Θεσσαλία. Tο συμπέρασμα «υπό το πρίσμα της λειψυδρίας της περιοχής η παραγωγή θερμοκηπιακών καλλιεργειών αποτελεί σημαντική προοπτική δεδομένου του μακρού του μικρού υδατικού αποτυπώματος» αποτελεί απλό ευχολόγιο. Πόσα στρέμματα θερμοκηπίων μπορούν να γίνουν στο μέλλον, ποια η αγορά, τα απαιτούμενα κεφάλαια, ο ανταγωνισμός και η ένταση κεφαλαίου. Πόσα από τα εκατοντάδες χιλιάδες στρ. βαμβακιού πρέπει να αντικατασταθούν από θερμοκηπιακές καλλιέργειες και ποια η ενέργεια που απαιτείται.
Στις σελ. 24 (Εικ. 6) παρατίθεται μια αναφορά στην αποτελεσματικότητα χρήσης νερού διαφόρων καλλιεργειών σε παγκόσμια κλίμακα, πολλές εκ των οποίων είναι εκτός αγρο-οικολογικής ζώνης και Θεσσαλικού ενδιαφέροντος. Η αναφορά αυτή είναι άνευ ουσίας λόγω της τεράστιας παραλλακτικότητας των ρυθμών εξατμισοδιαπνοής σε παγκόσμια κλίμακα, παρόλο που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν διαθέσιμα αντίστοιχα στοιχεία για τη Θεσσαλία που φαίνεται ότι δεν κρίθηκαν απαραίτητα στους συγγραφείς του Κεφ. 4.
Στη σελ. 26 υπάρχει μικρό λάθος αναφορικά με τις εκτάσεις των θερμοκηπίων στη Θεσσαλία (150 αντί 175 ha) και της Ελλάδας (6.000 αντί 4.878 ha – ΕΛΣΤΑΤ 2020) χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα. Αναντίρρητα πρέπει να επεκταθούν οι θερμοκηπιακές καθώς και οι δενδρώδεις καλλιέργειες στη Θεσσαλία, όμως το θέμα χωρίς μελέτες βιωσιμότητας, σε ποιες περιοχές, ποια είδη, ποιες ποικιλίες, για ποιες αγορές με βάση τον υφιστάμενο και τον μελλοντικό ανταγωνισμό, αποτελεί απλό ευχολόγιο.
Στη σελ. 27 υπάρχει σοβαρό λάθος ως προς την καλλιέργεια δενδρωδών καλλιεργειών στα πεδία πλημμυρών, που ως γνωστό διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο απώλειας φυτικού κεφαλαίου και πολύ μεγαλύτερης καταστροφής σε περιπτώσεις πλημμύρας. Τρανό παράδειγμα αποτελούν οι δενδρώδεις καλλιέργειες (φιστικιές, αμυγδαλιές, κλπ.) στα παρακάρλια που έχουν καταστραφεί τελείως από την πλημμύρα του Daniel και Elias με τεράστιο κόστος αποζημιώσεων συγκριτικά με την καταστροφή ετήσιων καλλιεργειών. Το λάθος επαναλαμβάνεται και σε άλλο σημείο του Κεφ. 4 και δείχνει σχετική απειρία ως προς το θέμα.
Στη σελ. 27 (Εικ. 7) δεν γίνεται αντιληπτό που είναι οι μπλε περιοχές χωρίς κίνδυνο πλημμύρας – μάλλον το αντίθετο συμβαίνει.
Στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι η βαμβακοκαλλιέργεια στη Θεσσαλία εκτείνεται σε 860.000 στρ. (που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα σε σχέση με την έκταση που προκύπτει από τον Πιν. 1 δηλ. 1.032.000 στρ.). Όμως το συμπέρασμα ότι το βαμβάκι καταναλώνει το 50% του αρδευτικού νερού στη Θεσσαλία είναι ατεκμηρίωτο και ελέγχεται ως απαράδεκτο λάθος που προδίδει επιπόλαιη και επιφανειακή προσέγγιση. Εάν 860.000 στρέμματα βαμβακιού καταναλώνουν 750 εκατομμύρια κυβικά νερού (βλ. 50% του 1,5 εκατ. κ.μ. – σελ. 4) αυτό σημαίνει ότι το βαμβάκι δέχεται 872 mm νερού ανά στρέμμα! Δηλ. περίπου διπλάσια ποσότητα από αυτήν που προκύπτει από τον Πιν. 1 (και που είναι επίσης υπερεκτιμημένη). Στο σημείο αυτό ενημερώνουμε προς πάσα κατεύθυνση ότι το βαμβάκι με 350-400 mm αρδευτικού νερού μπορεί να αποδώσει 450-500 kg/στρ σύσπορο προϊόν στη Θεσσαλία με βάση πολυάριθμα πειράματα αγρού του Π.Θ.
Επίσης στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι το βαμβάκι συνεισφέρει κατά 12,8% στην αξία της φυτικής παραγωγής. Η ΑΠΑ της φυτικής παραγωγής στη Θεσσαλία είναι 1,120 δισεκατομμύρια ευρώ (ΕΛΣΤΑΤ 2020), ενώ το βαμβάκι (τιμή πώλησης και κοινοτική ενίσχυση) συνεισφέρει κατά 275 εκατομμύρια ευρώ δηλαδή περί το 25%. Επίσης το βαμβάκι συνεισφέρει στο 20% των εξαγωγών της Θεσσαλίας (τρίτο μετά τα γαλακτοκομικά και τα οπωρολαχανικά en block) , εκτιμάται δε ότι το βαμβάκι συνεισφέρει στο ΑΕΠ της Θεσσαλίας κατά 920 εκατομμύρια ευρώ. Έτσι η όλη συζήτηση για το βαμβάκι στη σελ. 27 αποτελεί υπεραπλούστευση, δεν λαμβάνει υπόψη τον εξοπλισμό την αγορά τα στάδια μεταποίησης την παραγωγή και εξαγωγή κτηνοτροφής και γενικά αποτελεί την άδικη δαιμονοποίηση μιας καλλιέργειας που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από τη θεσσαλική κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα εκτός σημασίας παραδείγματα της σελίδας 28 και 29 για την λίμνη Αράλη, το Πακιστάν κλπ. Σημειωτέο ότι από τα Τέμπη εκρέουν και χάνονται στο Αιγαίο περί τα 2,5 δισεκ. κυβικά νερών του Πηνειού. Το μισό αυτής της ποσότητας θα μπορούσε να αρδεύσει ικανοποιητικά επί πλέον 2 εκατ. στρ. στη Θεσσαλία.
Σημαντική μεροληπτική αναφορά εναντίον του βαμβακιού που συνδυάζεται με προχειρότητα και αυθαιρεσία φαίνεται επίσης στη σελ. 29 όπου ομολογείται πως δεν έχει γίνει προσδιορισμός του αρδευτικού νερού του βαμβακιού στη Θεσσαλία αλλά παρουσιάζεται η τιμή -δείκτης απόδοσης ανά κ.μ. νερού από τη γειτονική Τουρκία (βλ. 0,15 $ / κ.μ. νερού). Ο πιο άπειρος γεωπόνος του τόπου γνωρίζει ότι με μέση απόδοση 400 kg/στρ και με σημερινές τιμές πώλησης και συνδεδεμένης ενίσχυσης, η ακαθάριστη πρόσοδος φτάνει τα 350 και πλέον ευρώ ενώ το απαιτούμενο αρδευτικό νερό είναι 350-400 χιλιοστά το στρέμμα, δηλαδή ο ανωτέρω δείκτης για τη Θεσσαλία είναι 7 φορές μεγαλύτερος από αυτόν που αναφέρεται για τη γειτονική Τουρκία. Οι συγγραφείς δεν μπήκαν στη διαδικασία να ενημερωθούν για ένα τόσο απλό αλλά σημαντικό στοιχείο. Αντίθετα φαίνονται ενημερωμένοι σχετικά με τη χρήση του (εν πολλοίς αγνώστου στο ευρύ κοινό) switch-grass και του σουσαμιού (που είχε καλλιεργηθεί στη Θεσσαλία στο παρελθόν) από τοπικούς παράγοντες που προφανώς ήλθαν σε επαφή, αλλά μια ενημέρωση λίαν επιδερμική (βλ. παρακάτω) προκειμένου να συστήσουν πλήρη αντικατάσταση του βαμβακιού με τις καλλιέργειες αυτές.
Αναφορικά για τη χρήση γαιών με πατάτες και την αμειψισπορά με ψυχανθή, κρεμμύδια και λοιπά, εδώ πρόκειται επίσης περί έκθεσης ιδεών χωρίς περιγραφή κόστους/απόδοσης, σε ποια εδάφη, ποιες αγορές, τι ανταγωνισμό, τι εξοπλισμό, και εν πάσει περιπτώσει από τα 860.000 στρέμματα βαμβακιού πόσα στρέμματα θα μπορούσαν να αντικατασταθούν με τις ανωτέρω καλλιέργειες. Για τις ως άνω καλλιέργειες (που σήμερα καλύπτουν λιγότερο από 3%) προτείνεται η στάγδην άρδευση. Για το βαμβάκι όπου η εν δυνάμει επέκταση της στάγδην άρδευσης σε όλες τις εκτάσεις καλλιέργειας, μπορεί να απομειώσει τη σπατάλη αρδευτικού νερού κατά 200 εκατ. κ.μ. νερού δεν γίνεται λόγος.
Στη σελ. 30, αναφορικά με το ζαχαροκάλαμο και το μίσχανθο: για το ζαχαροκάλαμο δεν μπαίνουμε στη διαδικασία σχολιασμού διότι είναι εκτός αγρο-οικολογικής ζώνης. Αντίθετα, ο μίσχανθος έχει μελετηθεί στην Ελλάδα και τη Θεσσαλία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρδευόμενα χωράφια δίνοντας πολύ καλό στερεό βιοκαύσιμο. Απαιτεί το ίδιο και περισσότερο νερό από το βαμβάκι. Στην περίπτωση παραγωγής 2,5 – 3 t ξηρής βιομάζας επί 70 € ανά τόνο η πρόσοδος είναι αρκετά καλή και ανέρχεται στα 150 έως 210 € το στρέμμα. Χρειάζονται υποδομές για επεξεργασία του προϊόντος (πελλέτες, μπρικέτες, κλπ). Γενικά είμαστε θετικοί ως προς αυτή την κατεύθυνση.
Στη σελίδα 30 αναφορικά με το σουσάμι, το Σχέδιο παραθέτει γενικολογίες και αοριστίες χωρίς κάποιο ποσοτικό χαρακτηρισμό ως προς την εξάτμισοδιαπνοή του σουσαμιού και τα απαιτούμενα εδάφη για την καλλιέργεια του. Ενημερώνουμε ότι το σουσάμι όντως απαιτεί λιγότερο νερό από το βαμβάκι, πλην όμως έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν και εμφανίζει τεράστιο πρόβλημα τινάγματος και μικρής απόδοσης κατά τη συγκομιδή (100-150 kg/στρ). Βεβαίως θα μπορούσε μελλοντικά να καταλάβει κάποιες περιοχές που ήδη έχουν εγκαταλειφθεί από το βαμβάκι (και την αρδευόμενη καλλιέργεια γενικότερα) στην πεδιάδα της Λάρισας, ώστε να επανέλθει η αρδευόμενη καλλιέργεια στις περιοχές αυτές (μαζί και με την κατασκευή του νέου Ταμιευτήρα της Κάρλας) και την εξεύρεση ποικιλιών και τρόπων για τον έλεγχο του τινάγματος κατά τη μηχανική συγκομιδή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το σουσάμι δεν μπορεί να καλλιεργηθεί στην Ελλάδα τον χειμώνα (όπως προτείνεται) λόγω χαμηλών θερμοκρασιών. Αυτό ίσως να είναι δυνατό σε νοτιότερες περιοχές όπως η Αίγυπτος, το Σουδάν κλπ.
Στις σελ. 31-33 αναφορικά με τη ζωική παραγωγή παρατίθενται ορθά στοιχεία κατά τη γνώμη μας αλλά εν πολλοίς είναι γενικά, προφανή και δεν αναφέρονται εξειδικευμένα για τη Θεσσαλία. Αποτελούν και αυτά έκθεση ιδεών μάλλον παρά εξειδικευμένο επιστημονικό κείμενο.
Σελ. 33-34 Μηδική και switch-grass. Η αντικατάσταση μηδικής ως κτηνοτροφής με switch-grass δεν συνιστάται λόγω της μεγάλης διαφοράς περιεκτικότητας της πρωτεΐνης που στο switch-grass είναι ελάχιστη. Όμως πειράματα του Εργαστηρίου Γεωργίας καταδεικνύουν ότι σμιγός από switch-grass με βίκο (ή άλλο ψυχανθές) μπορεί να δώσει ακόμα και σε εδάφη μέσης γονιμότητας εαρινή παραγωγή 700 έως 800 kg ξηρού βίκου και 1000 έως 1200 kg switch-grass δηλαδή συνολικά περί τους 2 τόνους βιομάζας, αρκετά περιεκτικής σε πρωτείνη και ενέργεια που μπορεί να πωληθεί ως κτηνοτροφή αντί 300 €/στρ. χωρίς άρδευση και με μικρό κόστος καλλιέργειας. Πρόκειται για μια χρήση που συμφωνούμε ότι μπορεί να επεκταθεί σε περιοχές με έλλειψη νερού και να δώσει μια αρκετά καλή λύση για παραγωγή κτηνοτρόφων χωρίς άρδευση. Επί πλέον, με εφαρμογή άρδευσης 100 – 250 mm νερού τον Μάιο-Ιούνιο μπορεί το switch-grass να δώσει αρκετή επί πλέον βιομάζα καλής ποιότητας για παραγωγή στερεού βιοκαυσίμου.
Στη σελ. 37 (Εικ. 9) προτείνεται πλήρης εξαφάνιση του βαμβακιού μετά από 6 έτη. Το σύνολο της αρδευόμενης έκτασης το έτος Υο παρουσιάζεται να είναι 500.000 ha εκτάρια ενώ το σύνολο της καλλιεργούμενης έκτασης δεν ξεπερνά τα 4,3 εκατ. στρέμματα (βλ. σελ. 2). Επίσης τα δεδομένα που παρουσιάζονται στην Εικ. 10 είναι ατεκμηρίωτα και σε ασυμφωνία με προηγούμενα δεδομένα. Το έτος Υο, η χρήση νερού φαίνεται να είναι 2 δισεκ. κ.μ. νερού ενώ σε άλλο σημείο (σελ. 4) αναφέρεται 1,5 δισεκ. κ.μ. νερού (σελ. 4).
Η φράση replacing highly perishable crops with orchards κλπ δεν συνάδει με ορθή αξιολόγηση συστημάτων χρήσης γης διότι πολυετείς καλλιέργειες (αμπελώνες, οπωρώνες, κλπ) δεν προτείνονται σε πεδία πλημμυρών. Το ίδιο λάθος υπάρχει και στη σελ. 38 γεγονός που φανερώνει απειρία και ως προς το θέμα αυτό.
Δεν υπάρχει τεκμηρίωση ως προς τα απαιτούμενα ποσά για την αντικατάσταση αροτραίων καλλιεργειών με κηπευτικά (2 δισεκ €/έτος ή 12 δισεκ. €). Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει αντίρρηση ότι εξάπλωση κηπευτικών και δενδρωδών καλλιεργειών στη Θεσσαλία θα αυξήσει την προστιθέμενη αξία σημαντικά. Παρά ταύτα χρειάζεται προς τούτο εμπεριστατωμένη μελέτη της μελλοντική αγοράς και διαμόρφωσης τιμών μετά από τη σημαντική αύξηση της παραγωγής φρούτων και ξηρών καρπών, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά παραδείγματα του παρελθόντος για καταστροφή ροδάκινων, αμυγδάλων, κλπ. λόγω υπερπαραγωγής, έλλειψης και υψηλού κόστους εργατικών και ανταγωνισμού με ξένες αγορές.
Τα παρακάτω σχόλια αφορούν το μέρος ΙΙΙ της έκθεσης της HVA (Early warning and crisis management)
Το σχέδιο αποτελεί βάση για τη δημιουργία συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης και διαχείριση κρίσεων στη Θεσσαλία, και στη συνέχεια να αποτελέσει το πρότυπο για τη δημιουργία και λειτουργία παρόμοιων συστημάτων σε άλλες Περιφέρειες της χώρας. Παρόλα αυτά ακολουθούν κάποια σχόλια/προτάσεις, τα οποία θεωρoύμε ότι θα βελτιώσουν την πρόταση αυτή.
1) Σελίδα 156 και αναφορά στο Σχήμα 34 του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (World Meteorological Organisation WMO): Σύμφωνα και με το Executive Action Plan του WMO για τα Early warning systems, η δόκιμη διατύπωση για τo δεύτερο element ή καλύτερα Πυλώνα (pillar) ενός Συστήματος Έγκαιρης Προειδοποίησης είναι «Detection, observation, monitoring, analysis, and forecasting» (βλ. σχήμα στη σελίδα του WMO https://wmo.int/site/wmo-and-early-warnings-all-initiative). Αυτό είναι σημαντικό γιατί σε μεγάλο βαθμό θα είναι οδηγός για τη διαμόρφωση των προτάσεων για τον συγκεκριμένο Πυλώνα ενός Συστήματος Έγκαιρης Προειδοποίησης το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει ένα ευρύ σύνολο διατάξεων παρατήρησης και παρακολούθησης και μεθόδων/εργαλείων πρόγνωσης των καιρικών κινδύνων.
2) Σελίδα 157: Η περιγραφή του Risk Knowledge είναι λίγο σύντομη, το βήμα αυτό είναι απαραίτητο στην αρχική φάση ενός Συστήματος Έγκαιρης Προειδοποίησης, ώστε να εντοπιστούν οι ζώνες κινδύνου, όχι μόνο για πλημμύρες, αλλά και για άλλους κινδύνους όπως οι δασικές πυρκαγιές, οι ισχυροί άνεμοι κλπ. Η χωρική ανάλυση εδώ πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο λεπτομερής (της τάξης των 500-1000 μέτρων) και να προβλέπεται η αποτύπωση των κινδύνων σε διαδραστικούς χάρτες οι οποίοι θα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του Συστήματος Έγκαιρης Προειδοποίησης. Επομένως δεν υπάρχει λόγος (όπως αναγράφεται στην έκθεση) λιγότερο λεπτομερούς (coarsening) ανάλυσης καθώς οι χάρτες αυτοί απαιτείται να επικαιροποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα αλλά δεν παράγονται σε πραγματικό χρόνο.
3) Σελίδα 158: Όπως ήδη αναφέρθηκε στο Σχόλιο #1, ο ορθός τίτλος θα ήταν: Detection, observation, monitoring, analysis, and forecasting. Εδώ θα πρέπει να γίνει μια αρχική αναφορά στα επιμέρους τμήματα αυτού του Πυλώνα (αναφέρονται κάποια αργότερα στη σελίδα 169 και στο σχήμα 39) τα οποία θα περιλαμβάνουν: μετεωρολογικούς σταθμούς, σταθμούς μέτρησης στάθμης σε ποτάμια, μετεωρολογικά ραντάρ, μετεωρολογικά προγνωστικά μοντέλα υψηλής ανάλυσης και υδρολογικά/υδραυλικά μοντέλα.
Ειδικά για τους μετεωρολογικούς σταθμούς θα πρέπει να τονιστεί περαιτέρω η αξία τους, όχι μόνο για την παρακολούθηση της βροχής σε πραγματικό χρόνο (μέχρι να συμπληρωθεί αυτή η διαδικασία με την αγορά και χρήση μετεωρολογικών ραντάρ, η οποία όμως θα καθυστερήσει αρκετά) αλλά και για την παρακολούθηση του ανέμου, της θερμοκρασίας και της υγρασίας, παραμέτρων που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην εκτίμηση και άλλων κινδύνων (πχ. παγετού, πολύ υψηλών θερμοκρασιών, ισχυρών ανέμων) αλλά και για την υποστήριξη του αγροτικού αλλά και άλλων τομέων της οικονομίας. Επίσης οι μετεωρολογικές παράμετροι που καταγράφουν οι μετεωρολογικοί σταθμοί μπορούν να αξιοποιηθούν για την εκτίμηση πυρομετεωρολογικών δεικτών και την εξαγωγή σχετικών ειδοποιήσεων για δασικές πυρκαγιές.
4) Σελίδες 165-166: Προτείνεται η λειτουργία του Συστήματος Έγκαιρης Προειδοποίησης σε κεντρικό επίπεδο “It is recommended that the Early Warning Coordination Center be centralized within the General Secretariat for Civil Protection”. Κατά τη γνώμη μας αυτό δεν είναι ορθό και αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη αδυναμία του Σχεδίου προς διαβούλευση. Προφανώς πρέπει να υπάρχει ένα τέτοιο σύστημα σε Εθνικό Επίπεδο, αλλά τα Επιχειρησιακά Κέντρα θα πρέπει να αναπτυχθούν και σε επίπεδο Περιφέρειας (υπάρχουν άλλωστε σχετικές δράσεις σε εξέλιξη από κάποιες Περιφέρειες). Η γνώση σε τοπική κλίμακα (γνώση διακινδύνευσης των συγκεκριμένων περιοχών, κλπ) αποτελεί απαραίτητο παράγοντα για την ορθή λειτουργία αυτών των Κέντρων. Άλλωστε θα ήταν επιχειρησιακά πολύπλοκο το Εθνικό Κέντρο να λειτουργεί να παράγει να ερμηνεύει και να αξιολογεί τις προγνώσεις και να παρακολουθεί την εξέλιξη μίας κακοκαιρίας όταν ιδιαίτερα αυτή έχει μεγάλη εμβέλεια σε επίπεδο χώρας. Ιδιαίτερα δε η ανάπτυξη προειδοποιήσεων απαιτείται να λαμβάνει υπόψη τη γνώση και εμπειρία σε περιοχικό επίπεδο. Θα πρέπει μάλιστα να προβλέπεται μια αμφίδρομη επικοινωνία μεταξύ των Περιφερειακών Κέντρων και του Εθνικού Κέντρου για ανταλλαγή πληροφοριών. Αυτά τα Περιφερειακά Κέντρα θα πρέπει να σχεδιαστούν και να λειτουργούν σε συνεργασία με τους Φορείς που θα υποστηρίζουν με δεδομένα και υπηρεσίες τη λειτουργία τους (monitoring and forecasting).
5) Σε συνέχεια του προηγούμενου σχολίου, θα πρέπει να ζητηθεί η μεγαλύτερη εμπλοκή των Περιφερειών σε όλη τη φάση σχεδιασμού, προετοιμασίας και λειτουργίας των Συστημάτων Έγκαιρης Προειδοποίησης. Αυτή η εμπλοκή απουσιάζει στη συγκεκριμένη πρόταση που έχει τεθεί στη διαβούλευση.
6) Θα πρέπει να προβλεφθεί η στελέχωση των Περιφερειών με μία διεπιστημονική ομάδα δράσης η οποία θα λειτουργεί στο Κέντρο σε περιπτώσεις κρίσης. Πέραν των τεχνικών αναγκών που ορθά αναφέρονται στο Σχέδιο (μετρητικά δίκτυα, λεπτομερή περιοχικά μετεωρολογικά και υδρολογικά μοντέλα), η βέλτιστη στελέχωση με το απαραίτητο επιστημονικό δυναμικό διαφόρων ειδικοτήτων είναι μια απαραίτητη συνθήκη για τη λειτουργία του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης.
7) Σελίδα 172: Αναφέρεται ότι: «Flood modelling expertise is not sufficiently guaranteed at the national level and de-central level to develop, operate and maintain flood models» & «With the existing technical capabilities in Greece this probably requires support from external experts». Θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι η επιστημονική γνώση υπάρχει ήδη στην Ελλάδα και έχει μάλιστα εφαρμοστεί σε πιλοτική μορφή σε αρκετές περιοχές αλλά δεν έχει ζητηθεί μέχρι τώρα από κανένα Φορέα η επιχειρησιακή εφαρμογή μοντέλων υδρολογικής πρόγνωσης.
Επίσης θα πρέπει να διορθωθούν κάποια σφάλματα, πχ. κάποιες υπηρεσίες ή ιδρύματα στη σελίδα 163 έχουν αντιστοιχηθεί σε λάθος υπουργεία.
Εν κατακλείδι, το συγκεκριμένο μέρος της Έκθεσης (Part III) αποτελεί βάση εκκίνησης σχεδιασμού και υλοποίησης ενός Συστήματος Έγκαιρης Προειδοποίησης, αλλά είναι απαραίτητες κάποιες διορθώσεις, αλλαγές και προσθήκες ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες που έχει εντοπίσει ο WMO αλλά και για να μπορέσει να λειτουργήσει μέσα στο Ελληνικό επιστημονικό και επιχειρησιακό οικοσύστημα αντιμετώπισης των καιρικών καταστροφών.
Δρ. Κ. Λαγουβάρδος & Δρ. Β. Κοτρώνη, Διευθυντές Ερευνών Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών
Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel”
Γενικά σχόλια σχετικά με τη διαβούλευση
Έλλειμμα θεσμικής βάσης: Από το εισαγωγικό μήνυμα στο opengov.gr, όπου διεξάγεται η διαβούλευση, δεν προκύπτει καμία θεσμική πλαισίωση για την υπό σχολιασμό έκθεση. Η έκθεση δεν εντάσσεται καν στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε προβλέπεται από εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις πριν μερικές μέρες (15 Μαρτίου 2024), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, μετά από επανειλημμένες σχετικές προειδοποιήσεις, να παραπέμψει τη χώρα μας για παραβίαση των δυο οδηγιών που σχετίζονται άμεσα με την υπό σχολιασμό μελέτη της εταιρείας HVA: την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ντροπιαστική εξέλιξη, ειδικά καθώς αφορά μια χώρα που δεν έχει απλώς υποχρέωση εφαρμογής τους, αλλά και μεγάλη ανάγκη από τα εργαλεία που προσφέρουν οι δυο αυτές οδηγίες για πραγματικά βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων οικοσυστημάτων, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά υπέρ της θωράκισης της κοινωνίας και της οικονομίας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. H μελέτη της εταιρείας HVA αγνοεί πλήρως τις δυο οδηγίες και επιδεινώνει το έλλειμμα σωστής εφαρμογής τους από τη χώρα μας.
Πρέπει να τονιστεί ότι η ανάπτυξη των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, στο πλαίσιο της οδηγίας 2007/60/ΕΕ, αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Το δίκαιο της ΕΕ σαφώς προβλέπει ότι οι δύο διαδικασίες, δηλαδή η διαχείριση του κινδύνου από πλημμύρες και η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (προοίμιο οδηγίας για τις πλημμύρες, εδ. 17) αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών και θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους.
Επισημαίνουμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη υποβάλει σχόλια στη διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για τη Δυτική Στερεά και τη Θεσσαλία. Τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι διαθέσιμα εδώ: https://www.wwf.gr/shmeio_gnosis/politiki/?12171866/——-2—
Γλώσσα: Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο κοινό απευθύνεται η μελέτη αυτή. Πάντως, όταν οποιοδήποτε έγγραφο ή έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση, βασική υποχρέωση του αρμόδιου φορέα είναι να προσφέρει το κείμενο στη γλώσσα του κοινού που καλείται να το σχολιάσει και του οποίου τη ζωή επηρεάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γεγονός ότι η έκθεση και τα τεύχη της είναι στα Αγγλικά, αποτελεί υποβάθμιση του κρίσιμου θεσμού της διαβούλευσης και ειρωνεία προς το ελληνικό κοινό που πιθανώς να μην είναι εξοικειωμένο είτε με την ίδια τη γλώσσα είτε με τεχνικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην έκθεση. Ένα καθαρά μορφολογικό επίσης σχόλιο είναι η απουσία πίνακα περιεχομένων, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, καθώς η πλοήγηση στο κείμενο και η εξ αρχής αποκόμιση της συνολικής εικόνας για τη δομή είναι αδύνατη.
Επιστημονική επάρκεια: Στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας (εάν διεξήχθη έρευνα). Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές που πλέον συμβαίνουν ολοένα και συχνότερα και τείνουν να γίνουν νέα κανονικότητα.
Ειδικότερα σχόλια επί των παραδοχών και προτάσεων της HVA
Το τεύχος “Flood defense infrastructures” φαίνεται να αποτελεί συρραφή κειμένων και προτάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί σε άλλα πλαίσια και απλά να συγκεντρώνει σε ένα πακέτο όλα τα έργα και τις παρεμβάσεις που έχουν κατά το παρελθόν προταθεί ή σχεδιαστεί (μεγάλα και μικρότερα φράγματα, σήραγγες, αναχώματα, έργα ορεινής υδρονομίας, κλπ). Υπολείπεται επίσης σοβαρά σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις σε καινοτόμες προσεγγίσεις αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πλημμυρών και συνολικότερα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με βάση τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα του κάθε τόπου.
Αν και η μελέτη της HVA ανακοινώθηκε με τον τίτλο “MASTER PLAN FOR THE A) POST-DISASTER REMEDIATION OF THE DAMAGE CAUSED BY THE >70,000 HECTARE FLOODING IN THESSALY and B) THE MITIGATION OF FUTURE FLOODING IN THE AREA aiming at covering the operational needs of the Ministry of Civil Protection» [ΑΔΑ: 90ΛΩ46ΝΠΙΘ-1Ξ3 – Έγκριση σύμβασης δωρεάς μεταξύ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (ως δωρεοδόχου) και του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠEΖΩΝ» (ως δωρητή)]. Εντούτοις όμως, στην έκθεση (σελ. 24 τεύχους για τις πλημμύρες) αναφέρεται ότι:
“Το Master Plan δεν είναι απλώς ένα αυτόνομο ή άκαμπτο σχέδιο για τη διαχείριση των πλημμυρών. Τα στοιχεία του παρόντος πρέπει να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα και μελλοντικά Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων, Σχέδια Διαχείρισης Πλημμύρας, οδηγίες της ΕΕ, όπως η Οδηγία της ΕΕ για τις Πλημμύρες (2007/60/ΕΚ). Επιπλέον, η ευθυγράμμιση με τα αναπτυξιακά σχέδια για τους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι επιτακτική για μια ολιστική και αποτελεσματική προσέγγιση. Οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται σε αυτό το Κατευθυντήριο Σχέδιο προορίζονται συγκεκριμένα να ενσωματωθούν στην εν εξελίξει αναθεώρηση του υφιστάμενου Σχεδίου Διαχείρισης Πλημμυρών της Κυβέρνησης της Ελλάδας. Το επικαιροποιημένο σχέδιο προβλέπεται να εξελιχθεί σε ένα ισχυρό επιχειρησιακό εργαλείο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των πλημμυρών. Αυτό περιλαμβάνει την πρόοδο και την αξιολόγηση των υποδομών, τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την ανάκαμψη από τις πλημμύρες.”
Αυτός ο συλλογισμός είναι εξαιρετικά προβληματικός σε σχέση με το δίκαιο της ΕΕ, καθώς δεν μπορεί ένα εκτός ισχύοντος θεσμικού πλαισίου σχέδιο να επιβάλει εξωγενώς προσαρμογή σε θεσμικά προβλεπόμενα σχέδια με το ίδιο αντικείμενο. Λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένο ότι το υπό ‘διαβούλευση’ ‘masterplan’ καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων αναμφισβήτητα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως τα μεγάλα φράγματα, τότε θα έπρεπε να υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ (οδηγία 2001/42/ΕΚ).
Συνολικά, η μελέτη δίχως να ακολουθεί καμία γνωστή ή θεσμοθετημένη μεθοδολογία εκπόνησης μελετών προτείνει, με βάση γενικόλογη και διόλου τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, υδραυλικές λύσεις οι οποίες έχουν ήδη προταθεί από άλλους φορείς, ενώ κάποιες (όπως τα έργα εκτροπής του Αχελώου) έχουν ακυρωθεί δικαστικώς και καταδικαστεί επιστημονικά. Αυτές οι παρωχημένης λογικής προτάσεις καλό θα είναι να μείνουν στο παρελθόν.
Σε πρώτη φάση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποβάλλουν πρώτη δέσμη σχολίων, με εστίαση στα εξής ζητήματα: α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο, β) Συμμετοχή και διαφάνεια, γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων, δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση, ε) Απουσία δεδομένων, στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου, η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions), θ) Μοντέλο διακυβέρνησης.
α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο: Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Ενδεικτικά, τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού.
Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Σημειωτέον ότι τα εν λόγω σχέδια βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, ενώ φαίνεται να αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης (γίνεται μόνο αναφορά στο ανεπαρκές «σύστημα παρακολούθησης ή σαφές θεσμικό [τους] πλαίσιο», VOLUME II, σελ. 119).
Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).
Η μελέτη της HVA δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της προόδου εφαρμογής των πρώτων σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας (για την Ελλάδα αυτή η αναφορά εκδόθηκε το 2021, καθώς υπέβαλε τα απαραίτητα στοιχεία με καθυστέρηση). Η ενδιάμεση αξιολόγηση αποτυπώνει τις σημαντικότερες παραλείψεις των ΣΔΚΠ. Μια από τις σημαντικές παραλείψεις αφορά τη μη αποτύπωση από τα ΣΔΚΠ «φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού” (natural water retention measures). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει ισχυρή σύσταση για ενίσχυση των λύσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και ειδικότερα των φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού (NWRM), ως εξής: “the information provided is not detailed and the FRMPs do not highlight the potential role of NWRM. Generally, the use of nature based solutions should be strengthened. A high share of the total costs will go on measures that could include riverbank and riverbed modifications, with possible negatively impacts on the ecological and hydromorphological conditions of streams and rivers.” Η έκθεση της HVA επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτό το σοβαρό έλλειμμα του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού της χώρας.
Η έκθεση της HVA περιέχει μόνο γενικόλογες αναφορές στα NbS, δίχως να διατυπώνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης και συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές θωράκισης της χώρας απέναντι στην υπαρξιακή απειλή της κλιματικής κρίσης. Μεγάλο ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού φαίνεται ότι διατίθεται σε μέτρα εγκιβωτισμού και τροποποιήσεων στις κοίτες των ποταμών με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις οικολογικές και υδρομορφολογικές συνθήκες των περιοχών. Η μελέτη της HVA περιέχει προτάσεις που ενισχύουν αυτή τη λογική, με επιπλέον αναχώματα, τροποποιήσεις της κοίτης ποταμών και εκτροπές ποταμών (π.χ. Αχελώος, Αγιαμονιώτης)
β) Συμμετοχή, διαφάνεια και κοινωνική συνεργασία: Διαβούλευση κειμένου στα αγγλικά, αποκλείει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ανθρώπων των οποίων η ζωή επηρεάζεται ευθέως, οι οποίοι ενδεχομένως δεν γνωρίζουν τη γλώσσα και την τεχνική ορολογία που χρησιμοποιείται στην έκθεση. Η κοινωνία και οι παραγωγικοί φορείς όμως πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση και εφαρμογή των κατάλληλων λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της. Απαιτείται στενή συνεργασία με παραγωγούς και ομάδες που ήδη εφαρμόζουν αγροοικολογικές πρακτικές στα αγροκτήματά τους και έχουν εμπειρία από τα οφέλη και πλεονεκτήματα και αγρο-επιστήμονες που έχουν γνώση και εμπειρία σε αγροοικολογικές, μεθόδους ανθεκτικότητας και προστασίας κλίματος και βιοποικιλότητας, και μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία. Εν ολίγοις, δεν νοείται διοικητική διαδικασία στην Ελλάδα που να διεξάγεται σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής.
γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων: Η προφανής λύση (που δεν προτείνεται πουθενά στο σχέδιο της HVA) είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες). Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι λειτουργικό και υγιές χωρίς βιοποικιλότητα. Κανένα σχέδιο για αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν μπορεί να είναι βιώσιμο στη νέα κλιματική πραγματικότητα χωρίς να προτείνει προστασία βιοποικιλότητας και ανθεκτικότητα των αγροτικών συστημάτων.
Πρακτικά, αυτά μπορούν να επιτευχθούν: (α) Εφαρμόζοντας πρακτικές που αυξάνουν την ικανότητα του εδάφους να διηθεί το νερό, να το συγκρατεί, και να κάνει τα θρεπτικά στοιχεία πιο αφομοιώσιμα από τα φυτά. (β) Εξασφαλίζοντας βιοποικιλότητα στο επίπεδο των ειδών εντός του αγροτικού οικοσυστήματος. Αυτό περιλαμβάνει τη βιοποικιλότητα στους μικροοργανισμούς του εδάφους, στους πληθυσμούς των εντόμων, της αυτοφυούς βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών. (γ) Εξασφαλίζοντας ποικιλία διατροφικών πηγών για την εξασφάλιση ποικιλίας στη διατροφή, το οποίο με τη σειρά του διασφαλίζει τη διατροφική ασφάλεια. Στις αγροτικές περιοχές: αγροτικό τοπίο με ποικιλία καλλιεργούμενων ειδών και ζώων. Στις αστικές περιοχές: αστική χωροταξία που ενθαρρύνει την αστική γεωργία, για να υπάρχει μεγαλύτερη οικιακή αυτάρκεια και καλύτερη διατροφή των πληθυσμών. (δ) Δημιουργώντας κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιβίωση και ευημερία των αγροτικών κοινοτήτων, όπως προώθηση τοπικών αγορών καλλιεργητών, προγράμματα υποστηριζόμενης γεωργίας, επανασύνδεση παραγωγών-καταναλωτών, δημόσιες συμβάσεις με αγροκτήματα που παράγουν τροφή προστατεύοντας το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, κοκ.
Σε κάθε περίπτωση, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της πληγείσας τις πρωτοφανείς πλημμύρες Θεσσαλίας οφείλει να στρέψει την περιοχή στο αύριο και όχι να την κρατάει όμηρο του χθες.
Όσον αφορά τις καλλιέργειες βαμβακιού (και καλαμποκιού), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ομάδας που πραγματοποιεί σχετικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπεται ήδη σημαντική μείωση της παραγωγικότητας τους μέσα στις επόμενες δεκαετίες επομένως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος.
δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση: Οι χάρτες δεν είναι ευκρινείς, ενώ δεν είναι σαφές ούτε ποια δεδομένα αποτυπώνουν, από ποιες πηγές προέρχονται αυτά και σε ποιες χρονικές περιόδους αναφέρονται. Πιθανότατα επίσης να περιέχουν λάθη, όπως πχ ο πίνακας στη σελίδα 37 που δηλώνει ότι αποτυπώνει ‘water depths’ στις 7 Σεπτεμβρίου 2024.
ε) Απουσία δεδομένων: Το τεύχος διατυπώνει συμπεράσματα και καταλήγει σε προτάσεις μικρών και μεγάλων τεχνικών έργων δίχως να αναφέρει πουθενά σε ποια δεδομένα βασίζεται.
Αναφέρονται επιτόπιες επισκέψεις ως «διερευνητικές αποστολές» (fact-finding missions), άλλοτε σε πληθυντικό (Volume I και III) και άλλοτε σε ενικό (Volume IΙΙ), καθώς και ότι υπάρχει σχετική έκθεση (fact-finding report, Volume II, σελ. 100). Όμως παρουσιάζονται μόνο τα αδρά συμπεράσματα αυτής της έκθεσης (Volume II, σελ. 116), χωρίς αναφορά στη μεθοδολογία, τα καταγεγραμμένα στοιχεία και τον τρόπο εξαγωγής συμπερασμάτων.
Αναφέρεται (Volume I, σελ. 38) ότι η διαμόρφωση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών βασίστηκε σε υδρολογικά μοντέλα που είχαν ήδη δημιουργηθεί για τη Θεσσαλία. ‘Όμως, στην επόμενη ακριβώς πρόταση, αναφέρεται ότι «οι διερευνητικές αποστολές εντόπισαν αδυναμίες στα υπάρχοντα μοντέλα, ειδικά σε ότι αφορά την επάρκειά τους για τον σχεδιασμό και διαστασιολόγηση των υποδομών αλλά και για την Έγκαιρη Προειδοποίηση και τη Διαχείριση Κινδύνων». Προτείνεται μάλιστα τα μοντέλα αυτά να επικαιροποιηθούν (εκ των υστέρων;).
στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα: Αν και σε διάσπαρτα σημεία της η έκθεση αναφέρει ότι ο περιορισμός της φυσικής ροής ρεμάτων και ποταμών ευθύνεται για την αυξημένη τρωτότητα της Θεσσαλίας σε πλημμύρες και ξηρασία, καθώς και την ανάγκη διατύπωσης φυσικών λύσεων για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση των φυσικών διόδων του νερού, εντούτοις η ‘μεγάλη εικόνα’ είναι η έμφαση που δίνει σε παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών. Γενικότερα η μελέτη αποτελεί συμπίλημα παλαιότερων προτάσεων για μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τα οποία όμως είναι ακατάλληλα για την υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών που τείνουν να γίνουν η νέα κανονικότητα.
Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο: “Managing floods requires keeping reservoirs empty to accommodate floodwaters, while electricity companies and farmers prefer high and relatively constant water levels”. Για να επιλύσει αυτή την πρόκληση αναφέρει γενικόλογα και αόριστα την “καλή συνεργασία μεταξύ φορέων”, δηλαδή ένα ακόμα επίπεδο στην ήδη πολύπλοκη διαδικασία που στην πράξη αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό.
ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου: To σχέδιο δείχνει να διέπεται από μια εμμονή με το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της εκτροπής του Αχελώου (φράγμα Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού – Δρακότρυπας, φράγματα Μουζακίου και Πύλης). Η δε επίκληση της κλιματικής αλλαγής ως δικαιολογίας για την εκτροπή του Αχελώου είναι η πλέον παράλογη και δυνητικά καταστροφική πολιτική επιλογή. Ειδικά υπό τη βαριά σκιά της καταστροφής που προκάλεσε η καταιγίδα Ντάνιελ και επιδείνωσε η αμέσως επόμενη καταιγίδα Ηλίας, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτροπή του Αχελώου. Ειδικότερα λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι στόχος της εκτροπής είναι η διατήρηση της στάθμης του Πηνειού σε υψηλό επίπεδο κατά τους θερινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, εύλογα συμπεραίνεται ότι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Ντάνιελ, ο Πηνειός θα είχε ξεχειλίσει ήδη από τις πρώτες μέρες. Πιθανότατο αποτέλεσμα θα ήταν η πλημμύρα της Λάρισας κατά τη διάρκεια της καταιγίδας και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions): Η αναφορά στις λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions) γίνεται μόνο κατ’ επίφαση και υποδηλώνει άγνοια επί του αντικειμένου. Αναφορά γίνεται μόνο ως συμπληρωματικό έργο των έργων ορεινής υδρονομίας (ενδεικτικά revegetation and reforestation) ενώ αγνοεί πλήρως κρίσιμης σημασίας προσεγγίσεις όπως αποκατάσταση κοίτης ποταμών, αποκατάσταση παρόχθιων δασών, σύνδεση με πλημμυρικά πεδία, αποκατάσταση υγροτόπων και προστασία δασικών εκτάσεων ή/και αναδασώσεις όπου χρειάζεται). Η Ολλανδία είναι πρωτοπόρος σε έργα που βασίζονται σε nature-based solutions και μια ολλανδική εταιρεία θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό και να αξιοποιήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τη διαθέσιμη εμπειρία και γνώση. Τελικά η αναφορά σε NbS είναι τελείως ανεπαρκής, ιδίως καθώς δεν εξειδικεύονται και παρουσιάζονται ως μέρος ενός συνονθυλεύματος παρεμβάσεων από την εκτροπή του Αχελώου έως και άλλες “grey infrastructures” (δηλ. μεγάλα κατασκευαστικά έργα). Η εταιρεία και τα αρμόδια υπουργεία μπορούν να αξιοποιήσουν το υλικό που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (βλ. σχετικό κατάλογο στο τέλος των σχολίων). Οι φυσικές λύσεις δεν είναι εμβαλωματική προσθήκη σε ένα χαοτικό σύνολο από μεγάλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις και εκτροπές ποταμών από μια λεκάνη απορροής σε άλλη. Οι φυσικές λύσεις στην κλιματική κρίση είναι ασπίδα προστασίας για ανθρώπους, κοινότητες, οικοσυστήματα και την οικονομία, και απαιτούν συνολικό και συμπαγή σχεδιασμό.
θ) Ανησυχητικό μοντέλο διακυβέρνησης: Το τεύχος που εστιάζει στη διακυβέρνηση (δηλαδή στον “Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, περιέχει πολλή λεπτομέρεια, σε επίπεδο ακόμα και αριθμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τυπολογία για τις οθόνες, smartphones, μεγάφωνα, ποδήλατα, και τύπο αυτοκινήτων 4Χ4, κλπ αλλά και μισθολογικές απαιτήσεις (στο τεύχος VI “Recommendations and timelines”). Η αναφορά όμως στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). Συγκεκριμένα, η HVA (της οποίας ο ρόλος στην διαχείριση του οργανισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση), φαίνεται να προτείνει νομική μορφή ειδικού χαρακτήρα, με ανάθεση αρμοδιοτήτων υπό τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας (σελ. 126-128 τεύχους για τη διακυβέρνηση).
Τέλος, δεδομένου ότι φαίνεται πως η μελέτη αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση, παραθέτουμε σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών:
● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις:
1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
4. Greenpeace
5. WWF Ελλάς
….Καταλήγαμε στην προηγούμενη παρέμβαση, ότι αχίλλειος πτέρνα της αρχιτεκτονικής δομής του Γενικού Σχεδίου είναι η απουσία αξιολόγησης του νομικού θεσμικού πλαισίου και νομικών, στους οποίους θα έπρεπε να είχε ανατεθεί η ευθύνη εκπόνησης ενός ακόμη ολόκληρου κεφαλαίου με τίτλο «FLOODS MANAGEMENT IN THESSALY, THE AWAKENING OF FLOODS IN THESSALY – How to Address Legal Challenges VOLUME VII: LEGAL WARNINGS & PROPOSALS». Και προφανώς τα βέλη απευθύνονται στην Κυβέρνηση, που κράτησε έξω από την ανάθεση αυτό το Κεφάλαιο και η HVA δεν αντιλήφθηκε την παγίδα ή συμφώνησε, αντιλαμβανόμενη, ότι είναι «λάκκος λεόντων» και κοστοβόρο.
Όμως αυτό αποτελεί και την απόδειξη της συνολικής, επικίνδυνης αδυναμίας των προτάσεων της HVA και του γεγονότος, ότι οι προτάσεις της διαμορφώθηκαν χωρίς να έχουν αναζητήσει και αναλύσει τη γνώση που αφορά στον νομικό ιστό της αράχνης για τους υδάτινους πόρους, το έδαφος και γενικότερα το οικοσύστημα του φυσικού περιβάλλοντος που διέπει συνολικά τους υδάτινους πόρους.
Η δομή του Γενικού Σχεδίου προφανώς, είναι απόρροια μιας κατανοητής στρατηγικής της, η οποία διαμορφώνεται με την θεμιτή σκέψη προσέγγισης των ενδεικνυόμενων τεχνικών λύσεων για την αντιμετώπιση των κινδύνων των πλημμυρών, με τις τεχνηέντως, όμως διατυπούμενες επιφυλάξεις της, ότι επαφίεται στην Κυβέρνηση να διασφαλίσει την κατάλληλη διαμόρφωση και εφαρμογή του απαιτούμενου θεσμικού πλαισίου.
Έτσι, αναπόφευκτα, η προσπάθειά της θα καταρρεύσει με όσες συνέπειες αυτό θα έχει για το κύρος της, σαν χάρτινος πύργος, για τον απλό λόγο, ότι η πολιτεία δεν έχει τις δεξιότητες που απαιτούνται, αλλά ούτε και την πολιτική βούληση στην πραγματικότητα για να θεσπίσει το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο. Για δε το υπάρχον, είναι δεδομένο, ότι το γνωρίζουν ελάχιστοι, και όσοι το γνωρίζουν, φρίττουν, όπως θα έφριττε και η HVA, αν το γνώριζε.
Έτσι, με λύπη εκφράζεται η βέβαιη πρόβλεψη, ότι η HVA θα διαπιστώσει ότι η εφαρμογή του Σχεδίου της δεν θα υπάρξει ή θα στρεβλωθεί, εκτός από ότι απαιτείται,
α) για την επικαιροποίηση των σχεδίων πλημμυρών και των συναπτομένων με αυτά με την εσπευσμένη και σωστή πιθανότατα με την εφαρμογή των συστάσεων της HVA,
β) για την απομάκρυνση των κινδύνων καταδικαστικών αποφάσεων και
γ) για τη δημιουργία του Υδροκέφαλου Οργανισμού Υδάτων Θεσσαλίας. Αυτός θα συσταθεί γιατί αποτελεί μύχια επιδίωξη της κυβέρνησης από το 2021, κατ’ εικόνα και ομοίωση ενός άλλου μορφώματος με βεβαρημένο παρελθόν, που ανέστησε, του «Οργανισμού Ανάπτυξης Κρήτης, ΟΑΚ ΑΕ».
Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται προσωρινά το φύλλο συκής προστασίας των υδάτων, ως δημόσιου αγαθού, με την επίκληση, ότι η Πολιτεία ελέγχει τα μορφώματα αυτά, βέβαια, μέχρις ότου έρθει το πλήρωμα του χρόνου ν’ αποφασίσει την αποεπένδυση, όπως πρόσφατα ανακοίνωσε για συστημικές τράπεζες ή έχει πράξει σε άλλους τομείς. Γιατί απλά και οι υδάτινοι πόροι για ευνόητους λόγους είναι ενταγμένη στο όραμά της, ενός great reset κατά τις διδαχές ομοϊδεατών (Scwab, Rodrik, Hayek κλπ).
Για την τεκμηρίωση των αναφορών στη σημερινή παρέμβαση, πλούσιο υλικό περιέχεται στον υπερσύνδεσμο: (https://watercycle.gr/wp-content/uploads/2021/11/%CE%9F%CE%99%CE%9A%CE%9F%CE%A3%CE%A5%CE%A3%CE%A4%CE%97%CE%9C%CE%91-%CE%9A%CE%91%CE%99-%CE%93%CE%95%CE%A9%CE%A1%CE%93%CE%99%CE%91.pdf)
στη μελέτη “Οι έγγειες βελτιώσεις” οι συνιστώσες τους και το οικοσύστημα του φυσικού περιβάλλοντος».
Στο άρθρο τεκμηριώνεται ότι οι υδάτινοι πόροι αποτελούν μαζί με το έδαφος αβιοτικά στοιχεία του οικοσυστήματος του φυσικού περιβάλλοντος, ότι μαζί εξυπηρετούν τον πρωτογενή τομέα της οικονομίας, συνθέτοντας το ισχύον από τα έτη 1958, 1959 θεσμικό πλαίσιο «ΤΩΝ ΕΓΓΕΙΩΝ ΒΕΛΤΙΩΣΕΩΝ», ότι επιβάλλεται υπό το φως και των κρίσιμων Οδηγιών για τους Υδάτινους Πόρους και την αντιμετώπιση των πλημμυρών από το 2000 η θεσμική προσέγγισή τους με βάση, όμως, το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο και την Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη διαλειτουργικότητα.
Στο ίδιο άρθρο περιέχονται η καταγραφή της ελληνικής πραγματικότητας από την οπτική του εδάφους, των υδάτινων πόρων, της γεωργίας κλπ, (δηλαδή των εγγείων βελτιώσεων), των θεσμισμένων οργάνων της (ΟΕΒ, ΓΟΕΒ, ΔΕΥΑ) καθώς και συγκεκριμένες προτάσεις στρατηγικής, χρηματοδότησης, πολιτικών.
Η σύγκριση του άρθρου με τις σχετικές αναφορές στο Γενικό Σχέδιο της HVA θα διαπιστώσει ότι δεν την κολακεύει.
Απόδειξη γι αυτό παρέχουν η ένδειξη ότι το Γενικό Σχέδιο τιτλοφορείται «WATER MANAGEMENT IN THESSALY, IN THE WAKE OF STORM DANIEL, How to Address Thessaly’s Water-Related Agricultural Challenges».
Κάθε λέξη του τίτλου αμφισβητείται, διότι,
1) το ζήτημα και ο λόγος ανάθεσης της μελέτης είναι οι πλημμύρες και όχι συνολικά η διαχείριση των υδάτινων πόρων, η οποία δεν θα μπορούσε να είναι ξεκομμένα σε σχέση με την υπόλοιπη ελλάδα,
2) δεν πρόκειται για «wake of storm Daniel», αλλά για “Floods new awakening in Thessaly”,
3) είναι ρηχή κι αστεία η φιλοδοξία «of addressing the Thessaly’s water related agricultural challenges”, ενόσω οι συντάκτες του σχεδίου φαίνεται ν’ αγνοούν τη νομική και επιχειρησιακή διάσταση στην Ελλάδα, ΤΩΝ ΕΓΓΕΙΩΝ ΒΕΛΤΙΩΣΕΩΝ.
Αρκεί για την απόδειξη η ανάγνωση του σχετικού Κεφαλαίου Δ’ στον παραπάνω υπερσύνδεσμο.
Θα επανέλθουμε…
Η θέση σε διαβούλευση ενός τόσο σημαντικού ζητήματος στην αγγλική γλώσσα, με μια συνοπτική περίληψη στην ελληνική, ουσιαστικά ομολογεί ότι, παρότι το σχέδιο θα αφορά σε Έλληνες πολίτες, δεν είναι απαραίτητο αυτοί να έχουν και άποψη.
Δεν είναι καθόλου δημοκρατικό, αντίθετα είναι πολύ προσβλητικό.
Το νερό είναι η ίδια η ζωή, δεν είναι δυνατόν να μην μπορούν να εκφέρουν άποψη αυτοί που θα επηρεαστούν άμεσα από το νέο σχέδιο, μόνο και μόνο επειδή δεν καταλαβαίνουν τι γράφει. Παραπέμπει σε εποχές αποικιοκρατίας… Απαράδεκτο.
Τα αίτια και η αρχή Leapfrog:
Τα αίτια:
Όπως σημειώνεται στην προηγούμενη παρέμβαση το Γενικό Σχέδιο διαμορφώθηκε με (και περιλαμβάνει) την πολιτική αντίληψη ότι οι ευθύνες της Πολιτείας για τις πρόσφατες καταλυτικές καταστροφές στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας από φυσικά γεγονότα αποτελούν παρελθόν.
Με την επιλογή της αυτή η HVA έχασε την ευκαιρία να συνθέσει σωστά τις προτάσεις της.
Η διαπίστωση ότι γι άλλη μια φορά η πολιτεία αποδείχτηκε ανίκανη και απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει ιστορικά επαναλαμβανόμενες με βεβαιότητα καταστροφές, της επέτρεπε να διαγνώσει, ως πραγματικά αίτιά τους, την κακή διακυβέρνηση, σύμφωνα με την αρνητική διάσταση της έκφρασης «it all trickles down the top» (στην Ελλάδα την καταλαβαίνουμε, ως «από το ψάρι βρωμάει το κεφάλι). Αίτια που αέναα καταδυναστεύουν όχι μόνο τον τομέα των υδάτων, αλλά και πολλούς άλλους κρίσιμους που επηρεάζουν τις ζωές των Ελλήνων.
Η κακή διακυβέρνηση είναι όψεις του ίδιου νομίσματος, της ανυπαρξίας δομής, διαλειτουργικής συνοχής και περιεχομένου τού θεσμικού πλαισίου.
– Η πρώτη όψη είναι η ουσιαστική ανυπαρξία σύγχρονων κανόνων δικαίου που διέπουν τον τομέα των υδάτινων πόρων, ως αβιοτικού στοιχείου του οικοσυστήματος του φυσικού περιβάλλοντος στους οποίους περιέχεται και
– η δεύτερη όψη, είναι η χαοτική, αντιφατική οργάνωση διαχείρισης του τομέα με τον καθορισμό πολυάριθμων και αλληλεπικαλυπτόμενων αρμόδιων φορέων και διαδικασιών.
Αντίθετα οι μελετητές της HVA επέλεξαν να εστιάσουν σε τεχνικές λύσεις, πειραματικές υποδείξεις εφαρμογής αρχών της παγκοσμιοποίησης και οραματικές προτάσεις, οι οποίες δεν είναι μόνο προσδοκίες, αλλά ασύμβατες συνάμα με τις κοινωνικές δομές της Περιφέρειας ή εκτός του πλαισίου των δύο κρίσιμων Οδηγιών και των δορυφορικών τους.
Leapfrog principle:
Ανάμεσα σ’ αυτές διακρίνονται ενδεικτικά, πρόωρες ψυχρές / post truth προσεγγίσεις μοντέλων, όπως π.χ του leapfrogging, ελάχιστα αναλυόμενες, χωρίς μελέτη επιπτώσεων, με την πρόθεση να εντυπωσιάσουν και να ενσωματωθούν εκτελεστικά σε μέτρα που θ’ ακολουθήσουν και των οποίων οι συνέπειες όταν θα προκύψουν δεν θα συνδέονται με την εγγενή δυναμική τους να προκαλέσουν ανυπολόγιστης και απρόβλεπτης έκτασης τριγμούς και σοβαρό κλονισμό των κοινωνικών δομών, αλλά με ευθύνες εξιλαστήριων θυμάτων.
Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν αντιληπτή ως στρατηγική εκπαίδευσης, όπως και αρχικά διδάχθηκε, είναι όμως αδιανόητο να επιδιώκεται να εφαρμοστεί πειραματικά μεμονωμένα στην Περιφέρεια ΣΕ &Θ.
Γιατί θα προκαλέσει, όπως αναφέρουν οι συντάκτες του Γενικού Σχεδίου, «λύπη», «θυσίες» και εξοστρακισμό της αυτοδιοίκησης και της δημοκρατίας στην πραγματικότητα και εξοβελισμό του Συντάγματος για τη λύση προβλημάτων που οι κυβερνήσεις συσσωρεύουν εδώ και 10ετίες στην Περιφέρεια αυτή (και όχι μόνο) με τις πολιτικές τους.
Στην πραγματικότητα μια τέτοια προσπάθεια αν εξελιχθεί ο λαός την χαρακτηρίζει με εκφράσεις, εκτός από εκείνη που προαναφέρθηκε «it all trickles down the top», όπως «πονάει χέρι κόβει χέρι» και «το κάρο μπροστά από το άλογο».
Στην περίπτωσή μας οι αλληγορίες αντιστοιχούν στις κρίσεις ότι εισάγονται και προτείνονται πρόωρες ψυχρές θεωρίες, όπως της leapfrog principle”, όταν είναι ένα το κρατούμενο ότι ελλείπουν, η γνώση, η κατάρτιση, η εκπαίδευση και οι ανάλογες θεσμικές πρωτοβουλίες των πάντοτε ανέτοιμων κυβερνήσεων να αντιληφθούν και επιλύσουν προβλήματα.
Είναι αποδεκτό, ότι «Άλμα Βατράχου» σημαίνει να υπερπηδάς εμπόδια για να πετύχεις στόχους, υγιή ανταγωνισμό ή την παρούσα κατάσταση της τεχνολογίας μέσω καινοτόμων μέσων εξοικονόμησης χρόνου και κόστους». Όμως μια προσπάθεια πειραματικής επιβολής της αρχής «Leapfrog», βασισμένης σε ταχείες, προληπτικές απαντήσεις στις μελλοντικές πραγματικότητες θα διαταράξει αδυσώπητα την Περιφέρεια, το έθνος μας στο σύνολό του.
Η σωστή διάσταση της αρχής Leapfrog
Αν η κυβέρνηση σκέφτεται να υιοθετήσει την αρχή leapfrog για ν’ αντιμετωπίσει τα προβλήματα που αυτή και οι προκάτοχές της δημιούργησαν δεν πρέπει να ξεκινήσει πειραματικά με τη Θεσσαλία παρά μόνο αν αποβλέπει στο να ελέγξει τις παραγωγικές δομές της με κανόνες νεοφιλελευθερισμού, που ελπίζουμε να μην συμβαίνει.
Μπορεί να ξεκινήσει με το να κατανοήσει ότι απαιτούνται εντελώς νέες και συνολικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία και τη μάθηση.
Που θα βοηθήσουν τα παιδιά και τους νέους να αντιμετωπίσουν ένα μέλλον που γίνεται όλο και πιο απρόβλεπτο και να δημιουργήσουν επιθυμητά εναλλακτικά μέλλοντα.
Που θα προετοιμάσουν ταυτόχρονα τους εκπαιδευτικούς και τους υπεύθυνους εκπαιδευτικής πολιτικής να επανεξετάσουν τι πρέπει να μάθουν οι μαθητές και πώς πρέπει να μάθουν οι μαθητές για να πετύχουν στον 21ο αιώνα την εφαρμογή αυτής της αρχής από κει που πρέπει πραγματικά, από την εκπαίδευση.
Υποστηρίζοντας την αρχή αυτή με προηγμένες τεχνολογίες και την εφαρμογή της στην πρωτοβάθμια μέσω της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δημιουργώντας ηγέτες ανάπτυξης ανθρώπινου κεφαλαίου μεταξύ των παγκόσμιων οικονομιών γνώσης και καινοτομίας.
Δεν είναι ζήτημα επομένως η αρχή leapfrog να εφαρμοστεί στη Θεσσαλία και στον επί μέρους τομέα της διαχείρισης των υδάτινων πόρων. Είναι ζήτημα, συνολικής διαμόρφωσης εθνικής στρατηγικής που λείπει και το πολιτικό προσωπικό της χώρας δεν φαίνεται ικανό να δημιουργήσει.
Οι μελετητές οφείλουν άμεσα στο σχέδιό τους ν’ αναθεωρήσουν τις σχετικές προτάσεις τους αφ’ ενός και αφ’ ετέρου να ασχοληθούν με τα πραγματικά αίτια των καταστροφών, δηλαδή με την ανυπαρξία σύγχρονου θεσμικού πλαισίου ευθυγραμμισμένου με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την άποψη αυτή είναι προφανής η έλλειψη νομικών πόρων στη σύνθεση της HVA. Η άμεση στελέχωσή της με νομικούς που διαθέτουν τεχνογνωσία και σχετική εμπειρία είναι επιβεβλημένη. Η ανάγκη αυτή θα καταδειχτεί εντονότερα στις επόμενες παρεμβάσεις που θ ακολουθήσουν.
Θα επανέλθουμε…
Πρόλογος παρέμβασης:
η HVA όφειλε, όπως αναφέρει,
«…να διερευνήσει τα αίτια και τις επιπτώσεις των πλημμυρών, ώστε να αναπτύξει ένα γενικό σχέδιο που θα καθιστούσε την περιοχή πιο ανθεκτική στις πλημμύρες» και για το σκοπό αυτό «κινητοποίησε διερευνητικές αποστολές που εξέτασαν τις ζημιές από διάφορες οπτικές γωνίες, ώστε να βρουν τα αίτια, να σκιαγραφήσει μια βιώσιμη στρατηγική αποκατάσταση από τις πλημμύρες, ώστε να χρησιμεύσει, ως παράδειγμα για άλλες χώρες της ΕΕ και να δημιουργήσει προηγούμενο για το πώς οι θεσμοί, οι επιχειρήσεις, οι υποδομές και η πολιτική προστασία μπορούν γρήγορα και οικονομικά να προσαρμοστούν και να καταστούν ανθεκτικοί στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής και να μεταρρυθμίσει τη νοοτροπία των αγροτών, ώστε να καταστεί η περιοχή πιο ανταγωνιστική από ό, τι ήταν πριν από την καταιγίδα Daniel…».
Ο βαρύγδουπος στόχος δεν επιτεύχθηκε.
Το Γενικό Σχέδιο αποτυγχάνει να διαγνώσει τα αίτια. Είναι φανερό, ότι συντηρείται περίτεχνα με λίγα «φύλλα συκῆς», η προπαγάνδα ότι τα αίτια των συστημικών καταστροφών ανθρώπων, ζώων και παραγωγικών μέσων ήσαν τα καιρικά φαινόμενα και η κλιματική αλλαγή.
Αν και γνωρίζει άριστα, ότι αναφέρεται στο προοίμιο της Οδηγίας για την αξιολόγηση των πλημμυρών, ότι
« …Οι πλημμύρες είναι φυσικά φαινόμενα τα οποία είναι αδύνατο να προληφθούν.
Ωστόσο, ορισμένες ανθρώπινες δραστηριότητες (όπως η αύξηση των ανθρωπίνων οικισμών και περιουσιακών στοιχείων στις πλημμυρικές περιοχές καθώς και η μείωση της φυσικής ικανότητας του εδάφους όσον αφορά την κατακράτηση υδάτων κατά τη χρήση γης) και η αλλαγή του κλίματος συμβάλλουν στην αύξηση της πιθανότητας επέλευσης φαινομένων πλημμύρας και των αρνητικών τους επιπτώσεων.
Η αλήθεια είναι ότι είναι σκόπιμο και επιθυμητό να μειωθεί ο κίνδυνος των αρνητικών και τραγικών σωστότερα συνεπειών που συνδέονται με τις πλημμύρες.
• Θάνατοι,
• μετακινήσεις πληθυσμών,
• ασύλληπτες ζημίες στο περιβάλλον,
• σοβαρή διακινδύνευση ή αναστολή της οικονομικής ανάπτυξης και
• υπονόμευση των οικονομικών δραστηριοτήτων,
• στην ανθρώπινη υγεία και ζωή,
• στο περιβάλλον,
• στην πολιτιστική κληρονομιά,
• στην οικονομική δραστηριότητα
• στις υποδομές…
ότι η νομοθεσία έχει αναθέσει την αρμοδιότητα και την αστική, ποινική και πολιτική, ευθύνη διαχείρισης των υδάτινων πόρων σε όλες τις διαστάσεις τους,
• στην κυβέρνηση, τα όργανά της κι ανάμεσά τους,
o η Εθνική Επιτροπή Υδάτων,
o το Εθνικό Συμβούλιο Υδάτων,
o η Γενική Γραμματεία Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων,
o η Γενική Γραμματεία Προστασίας, το Υπουργείο προστασίας του πολί¬τη,
o η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Στερεάς Ελλάδας – Θεσσαλίας
ότι η νομοθεσία έχει ουσιαστικά αφαιρέσει από τους θεσμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης αρμοδιότητα για τους υδάτινους πόρους, αν και είναι τοπικές υποθέσεις,
Και ότι η χώρα σύρεται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο γιατί για δεκαετίες δεν εκπλήρωνε πολλαπλές υποχρεώσεις της και για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και για την αξιολόγηση και αποτροπή των κινδύνων από πλημμύρες παρά το βεβαρημένο ιστορικό μητρώο της συγκεκριμένης περιφέρειας.΄
Ότι τα πραγματικά αίτια σχετίζονται με το αναχρονιστικό και διασπαρμένο θεσμικό πλαίσιο που αφορά τη διακυβέρνηση των υδάτινων πόρων και τον μη εκσυγχρονισμό τους με διαλειτουργική διασύνδεσή του με το αρχαίο θεσμικό πλαίσιο των εγγείων βελτιώσεων του 1958, 1959 όπως με μύριες τροποποιήσεις ισχύει σήμερα, των συνιστωσών του (έδαφος, νερά και γεωργία) και των οργάνων τους (ΟΕΒ)
θα επανέλθουμε, αξιολογώντας το Γενικό Σχέδιο στις λεπτομέρειές του… ιδίως, τις αποκλίνουσες από τις Οδηγίες για τους υδάτινους πόρους και την αξιολόγηση και αποτροπή των κινδύνων από πλημμύρες προσεγγίσεις της σχετικά με τη διακυβέρνηση, το θεσμικό πλαίσιο και τους θεσμούς….
1. Είναι προσβλητικό και δουλοπρεπές να τίθεται σε διαβούλευση ένα κύριο σχέδιο που θα καθορίσει τη διαχείριση των υδάτων στην Ελλάδα, στην αγγλική γλώσσα για να το σχολιάσουν Έλληνες πολίτες. Ποιος ιθύνων νους δέχθηκε να παραλάβει μια μελέτη στην Αγγλική γλώσσα. Θα τολμούσε κάποιος να πάει στη Γαλλία ή στην Γερμανία ή στην Ιταλία να θέσει σε διαβούλευση ένα σχέδιο (που θα πάει πιθανόν και στη Βουλή για επικύρωση), στην Αγγλική γλώσσα. Όνειδος.
2.Τα ύδατα, όπως και τα μεταλλεύματα και οι υδρογονάνθρακες, είναι στο υπέδαφος και ανήκουν στον Ελληνικό λαό (η ιδιοκτησία γης αφορά την επιφάνεια και όχι το υπέδαφος) . Επειδή βάσει του Συντάγματος η διαχείρισή τους ανήκει στην Κεντρική Κυβέρνηση οι άδειες χρήσης νερού εκδίδονται από τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις (Κεντρική Κυβέρνηση) και δεν δίνεται η δυνατότητα αδειοδότησης ούτε καν από τις αιρετές Περιφέρειες.
Με τη παρούσα μελέτη προτείνεται η διαχείριση των Υδάτων στη Θεσσαλία να ανατεθεί σε ένα Νομικό πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου που θα δημιουργηθεί για το σκοπό αυτό (προφανώς αυτό θα είναι οδηγός μελλοντικά και για τις άλλες Περιφέρειες) με το σκεπτικό να είναι ένας φορέας που να διαχειρίζεται τα Ύδατα και να μην υπάρχει πολυδιάσπαση. Αντί λοιπόν να μαζέψουν όλες τις αρμοδιότητες και το προσωπικό κάτω από τις Δ/νσεις Υδάτων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων (που τις έχουν αποστεωμένες χωρίς προσωπικό , πόρους και εξοπλισμό εδώ και χρόνια) προσπαθούν να δώσουν τη διαχείριση ενός Εθνικού πόρου ζωτικής σημασίας σε ένα ιδιωτικό φορέα. Έχει ελεγχθεί η Συνταγματικότητα αυτής της κατεύθυνσης ;
3. Η μελέτη προτείνει σε γενικές γραμμές :
– Έργα ορεινής υδρονομίας για ανάσχεση χειμαρρωδών ροών (γινόταν εδώ και χρόνια από τα Δασαρχεία αλλά εγκαταλείφθηκε η κατεύθυνση αυτή από τις Κυβερνήσεις)
– Αντικατάσταση υδροβόρων καλλιεργειών και μείωση της κατανάλωσης υδάτων για άρδευση λόγω κινδύνου ερημοποίησης(το ξέρουμε εδώ και χρόνια για αυτό και δεν δίνονται νέες ανορύξεις για άρδευση στο υδατικό διαμέρισμα Θεσσαλίας)
– Αντιπλημμυρικά προστασία μεγάλων πόλεων του Θεσσαλικού κάμπου (αυτονόητο)
– Μη αδειοδότηση οποιασδήποτε νέας κτιριακής υποδομής εντός πλημμυρικών ζωνών (ήδη το προβλέπουν τα εγκεκριμένα σχέδια πλημμύρας) και πιθανή απομάκρυνση οικισμών σε περιοχές που βρίσκονται εντός ζώνης πλημμύρας.
Απορώ γιατί έπρεπε να γίνει το master plan από μια ολλανδική Εταιρία για να μας πει αυτά που ήδη ξέρουμε (Θυμίζει το ανέκδοτο με τον δικηγόρο που πάει να πει στον τσοπάνη πόσα πρόβατα έχει). Αν ρωτούσε κάποιος απλά στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης που ασχολούνται με το θέμα θα πρότειναν τα ίδια και μάλιστα με μεγαλύτερη λεπτομέρεια.