Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) – αναθεωρημένη έκδοση

Για να δείτε το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) – αναθεωρημένη έκδοση πατήστε εδώ.

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 11:19 | GeorgeManesis

    Στη χώρας μας η υποτιθέμενη πράσινη μετάβαση υποστηρίζει εμφανώς την ανεξέλεγκτη χωροθέτηση σε δάση, σε περιοχές NATURA, σε αναδασωτέες εκτάσεις, σε παρθένες περιοχές και σε περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με πρόχειρες Μελέτες Περιβαλλοντικών Μελετών και απλουστευμένες διαδικασίες εγκατάστασης χωρίς να έχει προβλεφτεί η αποθήκευση της παραγόμενης ενέργειας και κατά συνέπεια αδυναμία συγχρονισμού και τροφοδοσίας με το δίκτυο.
    Να σημειωθεί πως η άγρια ζωή απειλείται και το κράτος πρέπει να λάβει έξτρα μέτρα πέρα από το να οριοθετεί περιοχές NATURA οι οποίες όμως βλέπουμε να ακυρώνεται η υπόσταση τους όταν οι ΜΠΕ των έργων ολοκάθαρα δείχνουν να μη τις λαμβάνουν υπόψην και να τις τροφοδοτούν με ΑΠΕ.
    Θα έπρεπε να δωθεί έμφαση στα οικιακά φωτοβολταικά και να γίνει υποχρεωτική η εγκατάσταση τους στις χιλιάδες καινούργιες οικοδομές. Το ίδιο ακριβώς και με δεξαμενές αποθήκευσης του βρόχινου νερού για να αποφευχθεί η χρήση πόσιμου για πότισμα, καθαριότητα κλπ.
    Πρέπει να επίσης να λαμβάνονται υπόψιν οι γνώμες των τοπικών κοινωνιών, των περιβαλλοντικών οργανώσεων και των επιστημόνων ώστε να είμαστε σίγουροι ότι ακολουθούμε μία συγκροτημένη, δίκαιη και ολιστική προσέγγιση.
    Οι στόχοι του Εθνικού σχεδίου ως συνέχεια του προηγούμενου, υπόσχεται και στηρίζεται στην επέκταση εγκατάστασης ΑΠΕ με έμφαση στις Ανεμογεννήτριες, φωτοβολταικά πάρκα και πλέον και σε μικρά υδροηλεκτρικά έργα σε ρέματα και μικρά ποτάμια. Ενώ οι ΑΠΕ αποτελούν ένα εργαλείο παρόλα αυτά στην αντιμετώπιση του το κράτος έχει αποτύχει να συνδυάσει όλες τις απαραίτητες συνιστώσες για τη σωστή, ουσιαστική και τη μακρόχρονη συμβολή τους στις ενεργειακές και περιβαλλοντικές προκλήσεις που μας απασχολούν.
    Δυστυχώς στην πράξη βλέπουμε πως μετά απο πυρκαγιές μέσα σε λίγο χρονικό διαστημα ξεφυτρώνουν ΑΠΕ ενώ θα έπρεπε η περιοχή που έχει υποστεί πυρκαγιά, αυτόματα, η μοναδική δραστηριότητα που θα μπορούσε να υπάρξει να είναι η ανακύρηξη αναδάσωσης και η προφύλαξη/διαφύλαξη του συγκεκριμένου τόπου.
    Με κάθε τοποθέτηση ΑΠΕ και Φ/Β στις τοποθεσίες που χωροθετούνται δυστυχώς υπάρχει μεγάλος αντίκτυπος στον πρωτογενή τομέα που θα έπρεπε να διαφυλάξουμε ως χώρα με νύχια και με δόντια καθώς οι επιστήμονες με έρευνες τους ρητά έχουν δηλώσει πως μετά απο τοποθέτηση ΑΠΕ και Φ/Β υπάρχει ανεπιστρεπτί αλλαγή του εκάστοτε τοπίου με αρνητικό πρόσιμο για τον πρωτογενή τομέα!
    Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν μπορεί να αποτελεί απλά αριθμοποίηση των οικονομικών και ενεργειακών δεδομένων. Η παρούσα πρακτική παρουσιάζεται σαν λύτρωση στα προβλήματά μας δημιουργώντας καινούργια και στην ουσία καταστρέφοντας.
    Θα μας κοστίσει πολύ ακριβά στο μέλλον αυτή η μονόδρομη αντιμετώπιση και σε ακρίβεια αλλά και στην ποιότητα ζωής μας. Όταν φάνε καλά οι κόλακες του συστήματος σας δεν θα υπάρχει Ελλάδα!!

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:42 | Leo Mouzakis

    Το νεο ΕΣΕΚ όπως και όλη η ενεργειακή πολιτική της χώρας είναι μια ΦΑΡΣΟΚΩΜΩΔΙΑ!
    Δε λαμβάνει καθόλου υπόψη τις πραγματικές ανάγκες τις χώρας, ούτε και τις παθογένειές της, και καλλιεργεί το έδαφος για τον γρήγορο πλουτισμό ΟΛΙΓΩΝ που είναι σε θέση να δραστηριοποιηθούν σε ένα πλαίσιο, το οποίο πρακτικά ορίζεται βάσει των δικών τους αναγκών και δυνατοτήτων, παρά της ευημερίας του κοινωνικού συνόλου.

    Καταρχήν οι ΑΠΕ περιλαμβάνουν ποικίλες μορφές συστημάτων εκμετάλλευσης και μετατροπής ενέργειας εκ των οποίων πριμοδοτούνται οι εξής 3: αιολικά, φωτοβολταϊκά και υδροηλεκτρκά. Οι συγκεκριμένες δεν είναι απαραίτητα οι πλέον αποδοτικές δεδομένης της στοχαστικότητας τους, αλλά σίγουρα είναι οι πιο επικερδείς για τους επενδυτές χάρη στην «αθάνατη» ελληνική νομοθεσία.

    Εν συνεχεία, η χωροθέτηση βΑΠΕ στη χώρα μόνο ως εγκληματική μπορεί να χαρακτηριστεί.

    -Πλήρης ισοπέδωση ολόκληρων βουνών χωρίς καμία πρόνοια για πλημμυρικά φαινόμενα και για αποστράγγιση του υδροφορέα και με μηδενική υποχρέωση από πλευράς επενδυτή για αναστύλωση μετά το πέρας της διάρκειας ζωής του έργου.

    -Υποβάθμιση γόνιμων εδαφών για τη «φύτευση» φαραωνικών φωτοβολταϊκών πάρκων χωρίς πρόνοια για την υποβάθμιση του πρωτογενούς τομέα και το στραγγαλισμό της παραγωγής.

    Γενικά επικρατεί πλήρης άγνοια στους αρμόδιους φορείς:

    -ως προς τις αρνητικές συνέπειες των βΑΠΕ στο μικροκλίμα της περιοχής χωροθέτησης.
    -στις τρομακτικές επιπτώσεις στη χλωρίδα και στην πανίδα
    -στις σωρρευτικές συνέπεις όλων των παραπάνω στην ανθρώπινη κοινωνία

    Τέλος, όπως αποδεικνύεται απ’ τις εξελίξεις των τελευταίων μηνών όλα τα εργά δεν αποσκοπούν στη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, ούτε και στη μείωση του κόστους παραγωγής, αφού τα τιμολόγια ηλ. ρεύματος καλπάζουν ανεξέλεγκτα και ο καταναλωτής βρίσκεται σε διαρκώς δυσχερέστερη οικονομική θέση, σε ένα σταθερά υποβαθμιζόμενο περιβάλλον.

    Συνοψίζοντας, αν όντως υπάρχει η πρόθεση χάραξης σοβαρής ενεργειακής πολιτικής με μακροχρόνια ισχύ και με κύριο γνώμονα το κοινωνικό και περιβαλλοντικό όφελος, οφείλει να διαμορφωθεί πρώτα μια πλατφόρμα όπου φορείς, ειδικοί, επενδυτές, κοινότητες και το σύνολο της κοινωνίας θα μπορεί να συμμετάσχει ανταλλάσσοντας απόψεις και επιδιώκοντας να βρεθούν οι αποδοτικότερες και λιγότερο επιζήμιες λύσεις, αποφεύγοντας την καταδίκη συγκεκριμένων περιοχών ως αποδιοπομπαίων τράγων (μέχρι πρότινος Πτολεμαϊδα-Μεγαλόπολη, νυν Εύβοια-Στερεά Ελλάδα-Ροδόπη-Κρήτη) .

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:02 | Φοίβος Μουζάκης

    Το νεο ΕΣΕΚ όπως και όλη η ενεργειακή πολιτική της χώρας είναι μια ΦΑΡΣΟΚΩΜΩΔΙΑ!
    Δε λαμβάνει καθόλου υπόψη τις πραγματικές ανάγκες τις χώρας, ούτε και τις παθογένειές της, και καλλιεργεί το έδαφος για τον γρήγορο πλουτισμό ΟΛΙΓΩΝ που είναι σε θέση να δραστηριοποιηθούν σε ένα πλαίσιο, το οποίο πρακτικά ορίζεται βάσει των δικών τους αναγκών και δυνατοτήτων, παρά της ευημερίας του κοινωνικού συνόλου.

    Καταρχήν οι ΑΠΕ περιλαμβάνουν ποικίλες μορφές συστημάτων εκμετάλλευσης και μετατροπής ενέργειας εκ των οποίων πριμοδοτούνται οι εξής 3: αιολικά, φωτοβολταϊκά και υδροηλεκτρκά. Οι συγκεκριμένες δεν είναι απαραίτητα οι πλέον αποδοτικές δεδομένης της στοχαστικότητας τους, αλλά σίγουρα είναι οι πιο επικερδείς για τους επενδυτές χάρη στην «αθάνατη» ελληνική νομοθεσία.

    Εν συνεχεία, η χωροθέτηση βΑΠΕ στη χώρα μόνο ως εγκληματική μπορεί να χαρακτηριστεί.

    -Πλήρης ισοπέδωση ολόκληρων βουνών χωρίς καμία πρόνοια για πλημμυρικά φαινόμενα και για αποστράγγιση του υδροφορέα και με μηδενική υποχρέωση από πλευράς επενδυτή για αναστύλωση μετά το πέρας της διάρκειας ζωής του έργου.

    -Υποβάθμιση γόνιμων εδαφών για τη «φύτευση» φαραωνικών φωτοβολταϊκών πάρκων χωρίς πρόνοια για την υποβάθμιση του πρωτογενούς τομέα και το στραγγαλισμό της παραγωγής.

    Γενικά επικρατεί πλήρης άγνοια στους αρμόδιους φορείς:

    -ως προς τις αρνητικές συνέπειες των βΑΠΕ στο μικροκλίμα της περιοχής χωροθέτησης.
    -στις τρομακτικές επιπτώσεις στη χλωρίδα και στην πανίδα
    -στις σωρρευτικές συνέπεις όλων των παραπάνω στην ανθρώπινη κοινωνία

    Τέλος, όπως αποδεικνύεται απ’ τις εξελίξεις των τελευταίων μηνών όλα τα εργά δεν αποσκοπούν στη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, ούτε και στη μείωση του κόστους παραγωγής, αφού τα τιμολόγια ηλ. ρεύματος καλπάζουν ανεξέλεγκτα και ο καταναλωτής βρίσκεται σε διαρκώς δυσχερέστερη οικονομική θέση, σε ένα σταθερά υποβαθμιζόμενο περιβάλλον.

    Συνοψίζοντας, αν όντως υπάρχει η πρόθεση χάραξης σοβαρής ενεργειακής πολιτικής με μακροχρόνια ισχύ και με κύριο γνώμονα το κοινωνικό και περιβαλλοντικό όφελος, οφείλει να διαμορφωθεί πρώτα μια πλατφόρμα όπου φορείς, ειδικοί, επενδυτές, κοινότητες και το σύνολο της κοινωνίας θα μπορεί να συμμετάσχει ανταλλάσσοντας απόψεις και επιδιώκοντας να βρεθούν οι αποδοτικότερες και λιγότερο επιζήμιες λύσεις, αποφεύγοντας την καταδίκη συγκεκριμένων περιοχών ως αποδιοπομπαίων τράγων (μέχρι πρότινος Πτολεμαϊδα-Μεγαλόπολη, νυν Εύβοια-Στερεά Ελλάδα-Ροδόπη-Κρήτη) .

  • Προτάσεις
    Δεδομένου ότι αναγνωρίζεται ο παραμένων σημαντικός ρόλος του Φυσικού Αερίου (ΦΑ) στο ΕΣΕΚ :
    1. Πέραν του Βιομεθανίου να επιτραπεί η τροφοδότηση του δικτύου Φυσικού Αερίου με Πράσινο Μεθάνιο (ΠΜ).
    2. Η τιμολόγηση του να γίνει με CfD με βάση την τιμή του ΦΑ συν το κόστος του CO2. Χωρίς καμία άλλη επιδότηση.
    3. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα στην τροφοδοσία του δικτύου του ΦΑ με ΠΜ.
    4. Η ενέργεια αυτή βελτιώνει το εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών της χώρας, αυξάνει το ΑΕΠ της Χώρας γιατί κάποια ποσότητα θα εξάγεται.
    5. Η αντικατάσταση του ΦΑ με πράσινο Μεθάνιο είναι η σωστή λύση γιατί είναι μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος και γιατί είναι μαζί με την Πράσινη Μεθανόλη τα πιό ελπιδοφόρα συνθετικά καύσιμα.
    6. Τέλος είναι τραγικό λάθος η παραγωγή των συνθετικών καυσίμων να είναι αποκλειστικότητα των δύο διυλιστηρίων, αυτή η πρόταση προωθεί την Μονοπωλιακή Αγορά και όχι των ανταγωνισμό. Η παραγωγή των συνθετικών καυσίμων να γίνεται από όποια εταιρεία εξασφαλίσει τις από τον Νόμο προβλεπόμενες Άδειες.
    7. Το δεσμευμένο CO2 να διατίθεται σε εταιρείες για την παραγωγή συνθετικών καυσίμων. Έτσι στην ουσία ¨εικονικά¨ θα αυξάνεται η χωρητικότητα του Πρίνου.

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:40 | Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)

    Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ χαρακτηρίζεται από τον μεγάλο όγκο του και το πλήθος των πληροφοριών που περιλαμβάνει, την εμπεριστατωμένη έρευνα και επεξεργασία των δεδομένων και από τους φιλόδοξους στόχους για το 2030 και 2050, για τους οποίους χρειάζονται πολλές ρυθμίσεις και αποφάσεις από τον κρατικό τομέα. Πρακτικά, όμως, η χρήση του για τις εφαρμογές θα αντιμετωπίσει δυσκολίες, οπότε προτείνεται η εκπόνηση ενός εύχρηστου εγχειριδίου που θα περιλαμβάνει το «δια ταύτα» (implementation plans), δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση σε αυτά που πρέπει να γίνουν έγκαιρα από τον κρατικό τομέα για να γίνουν οι επενδύσεις.
    Το νέο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ είναι σαφώς πιο ρεαλιστικό σε σχέση με το προηγούμενο έχοντας διορθώσει υπερβολές χωρίς ωστόσο να αποφεύγει τις ασάφειες και τις αποσπασματικές μόνο αναφορές σε σημαντικά θέματα (π.χ. εξόρυξη υδρογονανθράκων). Παρά την πρώτη εντύπωση που δημιουργεί σχετικά με την καθολική πραγμάτευση όλων των θεμάτων που άπτονται άμεσα και έμμεσα με τον τομέα της ενέργειας ωστόσο ολοκληρώνοντας κανείς την μελέτη του διαπιστώνει ότι κάποια θέματα δεν έχουν διερευνηθεί σε βάθος και με την ανάλογη προσοχή και συσχέτιση με συναφείς τομείς. Εντύπωση δε προκαλεί ότι ο κύριος άξονάς του είναι μόνο κλιματοκεντρικός ενώ δημιουργούνται αρκετά ερωτηματικά τόσο για την οικονομική βιωσιμότητα του όλου στρατηγικού πλαισίου ανάπτυξης (υπερβολική ανάπτυξη των ΑΠΕ) όσο και για την εμμονή σε νέες τεχνολογίες (πράσινο υδρογόνο, συνθετική αμμωνία, ανθρακούχα συνθετικά καύσιμα βιομεθάνιο) για τα οποία το ίδιο το ΕΣΕΚ σε κάποια σημεία μιλάει με επιφύλαξη ως μη δοκιμασμένα σε ευρεία κλίμακα και σε οικονομίες κλίμακας.
    Επίσης, για την αποτελεσματική διαχείριση και εποπτεία του ΕΣΕΚ όσο διαρκεί, θα χρειασθεί η συγκρότηση μιας ομάδας στο ΥΠΑΝ από ικανά και έμπειρα στελέχη που θα συμβάλλουν και στην έγκαιρη αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας για την επιτυχή επίτευξη των στόχων.
    Γενικά σχόλια
    1. Ρεαλιστικότητα των στόχων: Αν και η αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή στο 82% είναι σημαντικά φιλόδοξη, η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί τεράστιες επενδύσεις και άμεση πρόοδο στην αδειοδότηση και στην υλοποίηση έργων ΑΠΕ. Η Ελλάδα έχει βιώσει στο παρελθόν σημαντικές καθυστερήσεις στην διαδικασία αδειοδότησης και υλοποίησης έργων υποδομής, γεγονός που μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στην επίτευξη των στόχων.
    2. Κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις: Η σταδιακή κατάργηση της λιγνιτικής παραγωγής είναι κρίσιμη για την απoλιγνιτοποίηση της χώρας, αλλά οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις στις μετά λιγνιτικές περιοχές απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή. Η μετάβαση σε άλλες θέσεις απασχόλησης και η ανάπτυξη νέων οικονομικών δραστηριοτήτων στις περιοχές αυτές κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να αποφευχθεί η κοινωνική αποσταθεροποίηση και η οικονομική ύφεση.
    3. Τεχνολογική ωριμότητα και υποδομές: Η έμφαση στις νέες τεχνολογίες, όπως το πράσινο υδρογόνο και τα συνθετικά καύσιμα, δείχνει τη φιλοδοξία της Ελλάδας να πρωτοπορήσει στην απoλιγνιτοποίηση. Ωστόσο, η τεχνολογική ωριμότητα αυτών των λύσεων, καθώς και οι απαιτούμενες υποδομές, παραμένουν προκλήσεις. Υπάρχει ο κίνδυνος να μην είναι έτοιμες να συμβάλλουν αποτελεσματικά στους στόχους για το 2030, γεγονός που θα μπορούσε να ανατρέψει τον προγραμματισμό.
    4. Μονάδες φυσικού αερίου: Το νέο ΕΣΕΚ προβλέπει την προσθήκη δύο νέων μονάδων φυσικού αερίου στον υφιστάμενο στόλο χωρίς καμία απόσυρση, ανεβάζοντας τη συνολική εγκατεστημένη ισχύ από 6,037 GW που είναι σήμερα στα 7,885 GW. Η συγκεκριμένη εξέλιξη προκαλεί ερωτήματα για την οικονομική βιωσιμότητα των μονάδων φυσικού αερίου που είναι πιθανό να εξαρτηθεί από επιδοτήσεις, όπως οι μηχανισμοί διασφάλισης επάρκειας ισχύος, αυξάνοντας το κόστος για τους καταναλωτές.
    Ειδικά σχόλια
    1. Αναφέρονται στο ΕΣΕΚ (παρ. 2.3.3, σελίδα 127) οι στόχοι για τις ΑΠΕ (αιολικά και φωτοβολταϊκά), αύξηση κατά 10 GW το 2030, από 12.5 GW τον Μάιο 2024 σε 22.4 GW το 2030, όπως και στον προϋπολογισμό για τις αναγκαίες επενδύσεις. Ανάλογοι στόχοι τίθενται και μέχρι το 2050 σε ΑΠΕ και μπαταρίες. Μέχρι το 2030, όμως, ένα μέρος των ΑΠΕ, ιδιαίτερα εκείνων που εγκαταστάθηκαν στη χώρα πριν το 2010, κλείνοντας το όριο τεχνικής και οικονομικής ζωής τους, πρέπει να αντικατασταθούν, ενώ για το 2050 σχεδόν όλες οι ΑΠΕ που λειτουργούν σήμερα (12.5 GW) θα πρέπει να αντικατασταθούν. Σχετικά με τις μπαταρίες που θα εγκατασταθούν μέχρι το 2030, αυτές θα πρέπει να αντικατασταθούν στην δεκαετία 2040-2050. Επομένως, χρειάζεται αναπροσαρμογή των στόχων προς τα πάνω για νέες ΑΠΕ και για μπαταρίες, οπότε θα πρέπει να συνυπολογίζονται στον σχετικό προϋπολογισμό, καθώς και για τις σχετικές δράσεις και χρηματοδοτήσεις.
    2. Αναφορικά με τα υπεράκτια αιολικά πάρκα (σελίδα 127), ο στόχος του 1.9 GW μέχρι το 2030 αν και απόλυτα εφικτός από πλευράς παραγωγής, κατασκευής και εγκατάστασης των απαραίτητων υποδομών τίθεται υπό αμφισβήτηση λόγω μη επέκτασης των χωρικών υδάτων μέχρι τα 12 νμ, ιδίως σε Κρήτη και Αιγαίο, και της αποτυχίας της πολιτείας να ανακηρύξει ΑΟΖ σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό έχει τεράστια σημασία στην περίπτωση των υπεράκτιων θαλάσσιων πάρκων στην Ελλάδα γιατί βάσει ανάλυσης των αιολικών δεδομένων οι υψηλές ταχύτητες και σταθεροί άνεμοι απαντώνται μεσοπέλαγα. (βλέπε δημοσίευση των Ευ. Πετεβέ και Ευθ. Τζίμα του JRC στο Petten, στο European Innovation Journal, 2020).
    Η πρόσφατη (Αύγουστος 2024) αρνητική εμπειρία μετά τις αποφάσεις του ΚΑΣ για απαγόρευση εγκατάστασης υπεράκτιων αιολικών πάρκων σε Κρήτη και Γυάρο περιορίζει μόλις στα 500 MW την εφικτή εγκατεστημένη ισχύ.
    Εάν η Ελλάδα είχε προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών υδάτων σε Κρήτη και νησιά στα 12 νμ και είχε ανακηρύξει ΑΟΖ θα μπορούσε άνετα να μεταφέρει σε πολύ μεγαλύτερη απόσταση από την ξηρά τις τοποθεσίες των αιολικών πάρκων και άρα να πετύχει τον στόχο του 1.9 GW.
    Επίσης, αποτελεί σοβαρή παράλειψη του ΕΣΕΚ ότι δεν θέτει στόχους για πολύ μεγαλύτερη εγκατεστημένη ισχύ υπεράκτιων αιολικών πάρκων λχ. στα 20 και τα 30 GW μέχρι το 2035 και 2040. Μόνο εάν τεθούν στόχοι αυτής της τάξης θα μπορέσει η Ελλάδα να στήσει την απαραίτητη αλυσίδα παραγωγής αποκτώντας τεχνογνωσία και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.
    3. Σχετικά με την ανάπτυξη των υδροηλεκτρικών (σελίδα 127), στο ΕΣΕΚ προβλέπεται μια σημαντική αύξηση εγκατεστημένης ισχύος (1.6 GW έως το 2050). Για τα μεγάλα υδροηλεκτρικά, αν και είναι ένας κρίσιμος τομέας για τη χώρα και με την διαφαινόμενη λειψυδρία στα επόμενα χρόνια, δεν αναφέρονται θεσμικά και υποστηρικτικά μέτρα για την υλοποίησή τους και επαφίεται (ΕΣΕΚ) στην «ωρίμανση» των έργων που κρατάει δεκαετίες (παράδειγμα ο ΥΗΣ Μεσοχώρας και άλλα). Επομένως, πρέπει να δρομολογηθούν ουσιαστικά μέτρα για την υλοποίησή τους.
    4. Για τα νησιά (σελίδα 268), όπου η διείσδυση των ΑΠΕ είναι απογοητευτική και κυριαρχεί το πετρέλαιο με υψηλό κόστος και εκπομπές, στο ΕΣΕΚ προτείνεται η εγκατάσταση των λεγόμενων υβριδικών (ΑΠΕ+αποθήκευση). Αυτό θα αποτελέσει καλή λύση για τα νησιά που πρόκειται να διασυνδεθούν με το εθνικό σύστημα μεταφοράς στα επόμενα χρόνια όπου απαιτείται μια ενίσχυση της παραγωγικής ικανότητας για τις αυξημένες καλοκαιρινές αιχμές μέχρι την διασύνδεσή τους, αντί της προσθήκης νέων μονάδων πετρελαίου, όπως εξαγγέλθηκε και με το αντίστοιχο κόστος. Επιπλέον, μετά την διασύνδεση, οι ΑΠΕ και η αποθήκευση μπορούν να αποτελέσουν ένα σύστημα με τις αρχές και τεχνικές των microgrids για να αποφεύγονται τα blackout σε περίπτωση βλάβης της διασύνδεσης.
    Για τα νησιά, όμως, που δεν πρόκειται να διασυνδεθούν, αυτή η προτεινόμενη στο ΕΣΕΚ λύση θα υπόκειται δια παντός στην κυριαρχία της μονάδας πετρελαίου με περιορισμένη διείσδυση των ΑΠΕ (οριακά ίσως στο 40% σε ετήσια βάση). Αυτά τα νησιά χρειάζονται ένα νέο σύστημα ΑΠΕ+αποθήκευση με καινοτόμες τεχνολογίες διαχείρισης και διείσδυση των ΑΠΕ >90%, όπου η μονάδα πετρελαίου θα είναι εφεδρική και θα λειτουργεί συμπληρωματικά όταν χρειάζεται. Η ενεργειακή μετάβαση στα νησιά καλύπτοντας όλες τις ενεργειακές ανάγκες με την διείσδυση των ΑΠΕ στο 90% και πέραν για το 2030, με δραστική μείωση του κόστους παραγωγής και ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού, θα βασισθεί σε μεταρρυθμίσεις και καινοτομίες, που πρέπει να συμπεριλάβει το ΕΣΕΚ.
    5. Στο ΕΣΕΚ, σχετικά με την μεγάλη διείσδυση 76.8% ΑΠΕ στην ηλεκτρική ενέργεια το 2030 (σελίδα 35), δεν γίνεται μνεία για τυχόν απόρριψη πλεονάζουσας παραγωγής των ΑΠΕ. Θα ήταν χρήσιμο να αναφέρεται για να ακολουθήσει έρευνα και αναζήτηση λύσεων για βέλτιστη αντιμετώπιση από τώρα.
    6. Οι τραπεζικοί οργανισμοί αποτελούν τον κύριο χρηματοδότη ενός έργου ΑΠΕ και είναι λογικό να επιδιώκεται η εξασφάλιση των κεφαλαίων τους με κάθε τρόπο. Στο παρελθόν η κρατική συμμετοχή, στον πόλο του εγγυητή, δημιουργούσε αίσθημα ασφάλειας στην αγορά και συνθήκες εύκολης χρηματοδότησης. Αναμφίβολα οι διμερείς συμβάσεις PPAs αποτελούν έναν μηχανισμό διαχείρισης κινδύνου, κυρίως για τους τραπεζικούς οργανισμούς. Μέσα από τις μακροχρόνιες διμερείς συμβάσεις (PPAs) εξασφαλίζονται εγγυημένα και σταθερά έσοδα ώστε με ασφάλεια οι τραπεζικοί οργανισμοί να ανακτούν το κόστος κεφαλαίου, ενώ συγχρόνως οι εταιρείες ενέργειας δύναται να χτίσουν ένα διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο, με διαφορετικές τεχνολογίες μονάδων παραγωγής, ώστε να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους που απορρέουν από την χρηματιστηριακή αγορά ενέργειας και την μεταβλητότητα της παραγωγής των μονάδων ΑΠΕ.
    Είναι λογικό να επιτυγχάνονται χαμηλές τιμές ενέργειας εκτός ανταγωνιστικής διαδικασίας καθώς αναφερόμαστε σε ένα τραπεζικό προϊόν με κύριο μέλημα την εξασφάλιση ανάκτησης του αρχικού κεφαλαίου. Ο τρόπος αυτός επίτευξης χαμηλών τιμών προβληματίζει την ελεύθερη αγορά καθώς οι τελικές τιμές ενός προϊόντος δεν ορίζονται με γνώμονα την ποιότητα του ανταγωνισμού. Αν υιοθετήσουμε ευρέως το συγκεκριμένο μοντέλο με σκοπό την αποσύνδεση των τιμών ηλεκτρισμού από τις τιμές του φυσικού αερίου αντιλαμβανόμαστε ότι οι καθετοποιημένες εταιρείες θα γίνουν ισχυρότερες μέσα σε μια ολιγοπωλιακή αγορά, έχοντας το πλεονέκτημα να αντλήσουν ευκολότερα δάνεια για να αντισταθμίσουν τους κινδύνους της αγοράς.
    Στον αντίποδα, όσο περισσότεροι καταναλωτές δεσμευθούν σε μακροχρόνια διμερή συμβόλαια τόσο η αγορά θα στερείται την καταναλωτική επίδραση. Οι χαμηλές τιμές στον τελικό χρήστη, οι οποίες εμφανίζονται μέσω μιας μακροχρόνιας διμερούς σύμβασης PPAs δυστυχώς αντιβαίνουν τη θεμελιώδη αρχή του ανταγωνισμού, παράλληλα περιορίζεται ο ρυθμιστικός ρόλος του καταναλωτή αποκλειστικά σε εγγυητή για την αποπληρωμή των δανείων. Παρόλο, που τα PPAs αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο για την ενίσχυση της βιομηχανίας και της οικονομίας γενικότερα, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντικαταστήσουν τον ανταγωνισμό της αγοράς ενέργειας. Επομένως, η διεύρυνση της εφαρμογής των PPAs πέρα από τους μεγάλους καταναλωτές προκαλεί αποδυνάμωση του ανταγωνισμού καθώς μειώνεται η αλληλεπίδραση που παράγει η δυναμική των καταναλωτών στο σύνολο της αγοράς ενέργειας.
    7. Στο Κεφάλαιο 3.9 Μέτρα και πολιτικές για την Έρευνα, Καινοτομία και Ανταγωνιστικότητα (σελίδες 404-420) περιγράφεται (όπως και στο προηγούμενο κεφάλαιο) ένα ευρύ πεδίο ερευνών προς όλες τις κατευθύνσεις χωρίς να δίδονται προτεραιότητες και σε δυσαναλογία με το διαθέσιμο έμψυχο δυναμικό (R&D) και τους τυχόν διαθέσιμους χρηματικούς πόρους. Ανάγκη να τεθούν προτεραιότητες με σαφείς και ουσιαστικούς στόχους, που θα συμβάλλουν αποτελεσματικά και στην ανταγωνιστικότητα. Επιπλέον, στην σελίδα 405, στο Κεφάλαιο 3.9.1 Μέτρα και πολιτικές για την προώθηση της έρευνας και καινοτομίας, δεν είναι εμφανής ο στόχος της έρευνας, αναφέρεται σε εφαρμογές και όχι σε έρευνα και ανάπτυξη καινοτομιών.
    Βεβαίως, η ενεργειακή μετάβαση είναι θέμα νέων ιδεών, καινοτόμων τεχνολογιών, μεταρρυθμίσεων, κατάλληλου έμψυχου δυναμικού, ειδικών μελετών και διαρκούς έρευνας στους σχετικούς τομείς και εδώ πρέπει να εστιάσει το ΕΣΕΚ.
    8. Η αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, στην βιομηχανία, στα κτίρια και στις χερσαίες μεταφορές, που όπως παρατηρούμε κυρίως από το 2030 και μετά προβλέπεται πολύ αυξημένη, σημαίνει ότι θα μειωθεί η ζήτηση για ηλεκτρισμό και κατά συνέπεια για καινούργιες ΑΠΕ. Οπότε η ανάπτυξη νέων ΑΠΕ θα πρέπει οπωσδήποτε να ειπωθεί σε σχέση με την αυξημένη ενεργειακή αποδοτικότητα. Αυτό φαίνεται εμφαντικά από την προβλεπόμενη τελική κατανάλωση ενέργειας (Ktoe) (Πίνακας ΕΣ 2, σελίδα 35), όπου ενώ η τελική κατανάλωση ενέργειας συνεχώς ελαττώνεται μέχρι το 2050, η ανάπτυξη των ΑΠΕ συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς. Αυτό αφενός δικαιολογείται εν μέρει από την αντικατάσταση των συμβατικών καυσίμων στις μεταφορές (σε ένα ποσοστό τουλάχιστον) και στον κτιριακό τομέα από τον ηλεκτρισμό (εξηλεκτρισμός) και εν μέρει από την χρήση ΑΠΕ για παραγωγή πράσινου υδρογόνου αλλά και πάλι η περίσσια ενέργεια που προβλέπεται να δημιουργηθεί από ΑΠΕ μέχρι το 2050 (+60 GW) θα υπερκαλύπτει την τελική ενεργειακή ζήτηση, αφού σε σχέση με σήμερα προβλέπεται υπερτετραπλασιασμός στην εγκατάσταση ΑΠΕ. Να επισημανθεί ότι για τις μεταφορές προβλέπεται μέχρι το 2050 ενεργειακή κατανάλωση μικρότερη κατά ¼ της σημερινής κατανάλωσης – Διάγραμμα Ζ σελ. 49, ενώ για τις χερσαίες μεταφορές προβλέπεται μείωση έως και 50% της σημερινής κατανάλωσης – Σχήμα-ΕΣ 14 σελ. 53. Επίσης, η ισχύς για ηλεκτρόλυση προβλέπεται έως το 2050 στα 5.188 MW. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να γίνει επανεκτίμηση του ποσοστού ΑΠΕ, το οποίο χρειάζεται η χώρα σε σχέση με την μείωση της τελικής ζήτησης λόγω της ενεργειακής αποδοτικότητας.
    9. Θεωρούμε ότι είναι πιο, επιστημονικά, σωστή η χρήση του όρου «Ενεργειακή Αποδοτικότητα» αντί του χρησιμοποιημένου στο κείμενο «Ενεργειακή Απόδοση».
    10. Το κείμενο του ΕΣΕΚ που αναφέρεται στην Ενεργειακή Απόδοση (πχ. σελίδες 311-334) είναι αρκετά αναλυτικό και με σοβαρές προτάσεις για μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας, τόσο στον κτηριακό τομέα, όσο στη βιομηχανία.
    11. Σχετικά με τις πολιτικές για Εξοικονόμηση Ενέργειας στον κτιριακό τομέα – και ιδιαίτερα σε αυτά του Δημόσιου και ευρύτερου Δημόσιου τομέα – γίνεται εκτενής αναφορά, στο ΕΣΕΚ, στο πρόγραμμα ΗΛΕΚΤΡΑ. Το πρόγραμμα είναι αρκετά καλά δομημένο, όμως, μετά την πρώτη περίοδο υλοποίησης του, έχουν παρατηρηθεί πολλά προβλήματα, ιδιαίτερα γραφειοκρατίας που δυσχεραίνουν και καθυστερούν την υλοποίηση του Προγράμματος (πχ. ιδιοκτησιακό καθεστώς σχολικών κτηρίων, μη συνεργασία φορέων, κα). Ίσως απαιτείται μια νομική παρέμβαση του ΥΠΕΝ σε θέματα ιδιοκτησίας.
    12. Υπάρχουν όμως και τεχνικά θέματα στο πρόγραμμα ΗΛΕΚΤΡΑ που θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Για παράδειγμα ο λόγος «Κόστος επένδυσης ΜΕΕ ως προς τη εξοικονομούμενη ενέργεια, kWh» θέτει ως ανώτερο όριο το 1,8, με βάση μετρήσεις πραγματικής κατανάλωσης (πχ με μετρητές). Αυτό το όριο είναι δύσκολο να επιτευχθεί σε επενδύσεις που αφορούν εκπαιδευτικά ιδρύματα (πχ. σχολικά κτήρια) κύρια λόγω του ετήσιου μικρού χρόνου λειτουργίας τους. Προτείνεται για έργα ΕΕ σε εκπαιδευτικά ιδρύματα το ανώτερο όριο να τεθεί στο 2,5. Επίσης, ο λόγος αυτός είναι υψηλός για επεμβάσεις ΕΕ σε κλειστά κολυμβητήρια/γυμναστήρια, που θα μπορούσε να είναι της τάξης του 1,4.
    Η Πρόταση του ΙΕΝΕ είναι να αναθεωρηθεί ο λόγος αυτός και από σταθερός για όλες τις κατηγορίες κτηρίων να είναι διαφορετικός ανά κατηγορία κτηρίων.
    13. Να τονισθεί ότι στο αντίστοιχο πρόγραμμα «Εξοικονομώ – Επιχειρώ» που αφορά ιδιωτικές επενδύσεις για εξοικονόμηση ενέργειας ο λόγος «Κόστος επένδυσης ΜΕΕ ως προς τη εξοικονομούμενη ενέργεια, kWh» είναι με βάση την εξοικονομούμενη πρωτογενούς ενέργειας – και όχι με βάση την μετρούμενη ΕξΕ (ΗΛΕΚΤΡΑ) – που υπολογίζεται είτε από τον ενεργειακό έλεγχο είτε από το ΠΕΑ. Παρατηρείται η πολιτική «δυο μέτρων και σταθμών» που δεν αποφέρει κάποιο όφελος αλλά αντίθετα δημιουργεί προβλήματα διείσδυσης της ΕΕ στο δημόσιο τομέα.
    14. Επειδή γίνεται αναφορά το κείμενο του ΕΣΕΚ σε ευρωπαϊκά links για κλιματικά δεδομένα προτείνεται η πλήρης αναθεώρηση της ΤΟΤΕΕ 20701-3/2010, που αφορά τα Κλιματικά Δεδομένα Ελληνικών Περιοχών, και ισχύει από το 2010 με μια μικρή αναθεώρηση το 2012.
    15. Σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΕΝ όλα τα άλλα κτήρια (εκτός αυτά του δημόσιου τομέα) που θα πρέπει να αναβαθμιστούν ενεργειακά, σε κατηγορία Ε τουλάχιστον, έως το 2035, ανέρχονται σε 1,3 εκ με υπολογιζόμενο κόστος 25 δις€. Το ΙΕΝΕ θεωρεί ότι η υλοποίηση ενός τέτοιου σημαντικού έργου, που θα βελτιώσει τόσο τη θερμική άνεση εκατομμυρίων ατόμων αλλά και θα ευεργετήσει πολλούς και διαφορετικούς τομείς της εθνικής οικονομίας απαιτεί πιο αναλυτική, λιγότερο γραφειοκρατική και πειστική πολιτική εφαρμογής από το ΥΠΕΝ.
    16. Το ΙΕΝΕ θεωρεί σημαντική τη δέσμευση το ΕΣΕΚ για στοχευμένη υποστήριξη των μέτρων ΕΕ στη Βιομηχανία, ιδιαίτερα όσων έχουν υλοποιήσει ενεργειακό έλεγχο, με βάση την αναθεωρημένη Οδηγία 2023/1791/ΕΕ του Σεπτεμβρίου 2023, που θα πρέπει να ενσωματώσει σύντομα το ενεργειακό νομικό πλαίσιο το Ελληνικό Κράτος.
    17. Υπάρχει όμως ένα αρκετά σοβαρό ζήτημα που αφορά την εφαρμογή, μέρους ή όλων, μέτρων ΕΕ που έχουν προταθεί από διενεργηθέντες ενεργειακούς ελέγχους (2018/9-σήμερα), και λόγω έλλειψης υποχρεωτικότητας από το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο δεν έχουν υλοποιηθεί. Το ΙΕΝΕ προτείνει ένα «Εξοικονομώ στη Βιομηχανία» μόνο για τις βιομηχανίες που έχουν ήδη διενεργήσει ενεργειακό έλεγχο και δεν έχουν υλοποιήσει τα ΜΕΕ, ώστε να επιδοτηθούν, με βάση το ποσοστό των μέτρων ΕΕ που θέλουν να υλοποιήσουν.
    18. Το ΙΕΝΕ θεωρεί σημαντικό την εκτενή αναφορά του ΕΣΕΚ στους έξυπνους μετρητές. Όμως, απαιτείται η επιτάχυνση των διαδικασιών για την άμεση εγκατάσταση έξυπνων μετρητών σε υψηλής κατανάλωσης κτήρια ή/και βιομηχανίες (πχ. νοσοκομεία, κλινικές, αθλητικά κέντρα, πανεπιστημιακά campus, κά)
    19. Το ΙΕΝΕ θεωρεί σημαντικό την εκτενή αναφορά του ΕΣΕΚ στα βαλλόμενα νοικοκυριά από τις υψηλές ενεργειακές τιμές και την αυξανόμενη ενεργειακή φτώχεια που καταγράφεται στη χώρα. Θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά από το ΥΠΕΝ πρόγραμμα εφαρμογής μέτρων ΕΕ για τις ευπαθείς ομάδες πληθυσμού – ιδιαίτερα στις κλιματικές ζώνες Γ και Δ – και ετήσιο εισόδημα έως και 30.000€.
    20. Είναι αλήθεια ότι το καινούριο ΕΣΕΚ θέτει πιο ρεαλιστικές βάσεις για το βιομεθάνιο σε σχέση με το προηγούμενο, καθώς σύμφωνα με τις υποδείξεις μας (συμμετοχή διαβούλευσης του ΙΕΝΕ) τροποποιήθηκαν εμφανώς οι προηγούμενοι προγραμματισμοί, οι οποίοι έθεταν για το 2050 τον ανέφιχτο και μη ρεαλιστικό, όπως είχαμε αναφέρει, στόχο των 9.7 TWh/έτος μειώνοντάς τον σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα λίγο πιο πάνω από 4 TWh/έτος. Ωστόσο, ο στόχος της παραγωγής 2.1 ΤWh/έτος βιομεθανίου για το 2030 έχει μείνει ο ίδιος και κρίνεται επίσης αρκετά φιλόδοξος για τους λόγους τους οποίους αναλύουμε παρακάτω.
    21. Σύμφωνα με την ΡΑΕ, η συνολική ετήσια ποσότητα βιοαερίου που παρήχθη το 2022 ήταν 1.28 TWh, και οδηγήθηκε αποκλειστικά στην ηλεκτροπαραγωγή. Αυτή η ποσότητα ισοδυναμεί με 125 ΜΝm3 βιομεθανίου το χρόνο και αντιστοιχεί περίπου στο 10% της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου που κατευθύνεται στα δίκτυα διανομής της χώρας κυρίως για μικρής (οικιακής και εμπορικής) κλίμακας παραγωγική κατανάλωση. Στόχος λοιπόν του ΕΣΕΚ, όπως αναφέρεται στη σελίδα 123, είναι να αξιοποιηθεί το δυναμικό παραγωγής βιοαερίου ώστε να εγχυθούν στο δίκτυο αερίου περίπου 2.1 TWh βιομεθανίου το έτος 2030. Αυτό σημαίνει πρώτον ότι οι υπάρχουσες αυτή τη στιγμή 80 μονάδες βιοαερίου συνολικής εγκατεστημένης ισχύος γύρω στα 120 MW θα έπρεπε μέσα σε 5 χρόνια να δαπανήσουν το ποσό των συνολικά €70 εκατ. προκειμένου να τροποποιήσουν την τεχνολογία μετατροπής του βιοαερίου σε βιομεθάνιο αλλά και να χάσουν τις εγγυημένες τιμές, βάσει των συμβολαίων τους και δεύτερον να δημιουργηθούν μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα άλλες 40-50 μονάδες βιομεθανίου. Αυτό κρίνεται επιεικώς δύσκολο έως αδύνατο και οικονομικά ατελέσφορο. Στην Ελλάδα, μάλιστα, που τα 4/5 των ήδη υπαρχουσών μονάδων βιοαερίου είναι μεταξύ 100 KW και 999 KW, δυναμικότητες που θεωρούνται πολύ μικρές σε σύγκριση με άλλες χώρες (Γερμανία, Ισπανία, Μ. Βρετανία), η μετατροπή τους σε μονάδες βιομεθανίου κρίνεται όχι μόνον προβληματική αλλά και μη οικονομικά βιώσιμη. Ιδίως μάλιστα όταν μια μονάδα βιοαερίου της τάξεως των 500 KW στην Ελλάδα έχει μια σχετική κερδοφορία που προέρχεται μόνον από το ευνοϊκό επιδοτούμενο χρηματοδοτικό πλαίσιο που ισχύει για το βιοαέριο σήμερα (υφιστάμενο feed-in tariff) θα είναι τελείως ασύμφορο για τον επιχειρηματία να προβεί σε μια τέτοια επενδυτική τροποποίηση εκτός κι αν προβλεφθούν πολύ υψηλότερα feed-in tariffs. Σε κάθε περίπτωση, με τις παραπάνω εξαγγελίες του ΕΣΕΚ και την αναγκαστική μετατροπή των μονάδων βιοαερίου σε βιομεθάνιο δημιουργείται επιπλέον και μια ευρύτερη ανασφάλεια στους επιχειρηματίες καθώς φαίνεται ότι θα βρεθούν προ εκπλήξεως τα επόμενα χρόνια σχετικά με ένα νέο πλαίσιο επιδοτήσεων αλλάζοντας εντελώς το IRR των επενδύσεών τους.
    Όπως παραδέχεται το τελευταίο ΕΣΕΚ, κάτι το οποίο δείχνει τον ρεαλισμό του σε σχέση με το προηγούμενο, το μεγαλύτερο πρόβλημα στην δημιουργία νέων μονάδων βιομεθανίου είναι το θέμα της προμήθειας της πρώτης ύλης στις νέες μονάδες. Ωστόσο, δεν το συνδέει, όπως θα δούμε παρακάτω, ζωτικά με την γεωργία και την κτηνοτροφία, παρότι στο κεφάλαιο 3.1.2 θα μπορούσε να τα συνδέσει με τρόπο επωφελές και για τον γεωργικό τομέα αλλά και μ’ αυτόν του βιομεθανίου. Η Ελλάδα είναι γνωστό ότι αν και έχει αρκετά διευρυμένο κτηνοτροφικό και γεωργικό τομέα που θα μπορούσε στο μέλλον να δώσει αρκετή ζωική βιομάζα προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή βιομεθανίου δεν έχει επιβάλλει στους κτηνοτρόφους τον σταβλισμό των ζώων τους και την δημιουργία ανάλογων υποδομών για την συγκέντρωση, αποθήκευση και συλλογή της υγρής και στερεής κοπριάς με σκοπό την απρόσκοπτη συλλογή της από τις μονάδες (βιοαερίου ή στο μέλλον βιομεθανίου). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αχρήστευση εκατομμυρίων τόνων ζωικών υπολειμμάτων, τα οποία δεν μπορούν να περισυλλεγούν και άρα να χρησιμοποιηθούν. Οι ίδιοι οι κτηνοτρόφοι δείχνουν γενικότερα απροθυμία στον να επενδύσουν σε τέτοιες υποδομές. Μέχρι τώρα, οι ήδη υπάρχουσες μονάδες βιοαερίου έχουν εγκατασταθεί στις λίγες μεγάλες κτηνοτροφικές μονάδες και βιοτεχνίες που υπάρχουν στην Ελλάδα κι έτσι ευνοούνται από τις υποδομές αλλά και την εγγύτητα της πηγής. Είναι ελάχιστες πλέον όμως οι μεγάλες σταυλισμένες μονάδες που έχουν απομείνει και πλέον τα περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας στο βιοαέριο (και άρα στο βιομεθάνιο) είναι πολύ περιορισμένα εκτός κι αν υπάρξει άμεσα ανασχηματισμός του γεωργικού – κτηνοτροφικού τομέα στην Ελλάδα.
    Ως εκ τούτου, λοιπόν, στο κεφάλαιο «3.1.2 Μέτρα και πολιτικές για τη μείωση των εκπομπών στον αγροτικό» (σελ. 205 – 209) είναι απαραίτητο και αναγκαίο να τονισθεί η ανάγκη σύνδεσης των ενισχύσεων που λαμβάνουν οι αγρότες με την έκδοση ενός πράσινου πιστοποιητικού, το οποίο θα παίρνουν αν συνεργάζονται με μια μονάδα βιοαερίου-βιομεθανίου. Αφού έτσι κι αλλιώς υπάρχει ένα σύστημα ενισχυμένης αιρεσιμότητας που σκοπό έχει να βελτιώσει τις ήδη υπάρχουσες πρακτικές Καλής Γεωργικής και Περιβαλλοντικής Κατάστασης (ΚΓΠΚ) θα πρέπει να οριστεί ως προαπαιτούμενο ιδιαίτερα για τον κτηνοτρόφο και δευτερεύοντος για τον γεωργό να συνεργάζεται με την πλησιέστερη μονάδα επεξεργασίας ζωικών αποβλήτων προκειμένου να του διατίθεται ένα πράσινο περιβαλλοντικό πιστοποιητικό βάσει του οποίου θα μπορεί να λαμβάνει και την επιδότηση για την περιβαλλοντική του δράση. Αυτό είναι πολύ σημαντικό κυρίως για την πληθώρα των μικρών κτηνοτροφικών μονάδων που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να κάνουν περιβαλλοντικές τροποποιήσεις σύμφωνα με τα αυστηρά στάνταρ που προβλέπουν οι κανονισμοί της ΕΕ (λαγκούν κοπριάς, σταυλισμένες εγκαταστάσεις και υποδομές για την συλλογή στερεής και υγρής κοπριάς και λάσπης κτλ.). Έτσι, δεν θα χρειαζόταν να υποβληθούν σε κοστοβόρες επενδύσεις προκειμένου να είναι εναρμονισμένοι με τις κοινοτικές οδηγίες αλλά αντίθετα η συνεργασία τους με μια μονάδα βιοαερίου-βιομεθανίου και η έκδοση ενός πράσινου πιστοποιητικού που θα πιστοποιούσε ότι το μεγαλύτερο μέρος των ζωικών υπολειμμάτων τους διοχετεύεται στις μονάδες αυτές θα τους έδινε τη δυνατότητα να έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στις οικονομικές ενισχύσεις. Από την άλλη, και οι ίδιοι οι κτηνοτρόφοι-γεωργοί θα υποστήριζαν την δημιουργία μονάδων βιομεθανίου προκειμένου να μπορούν να επιδοτηθούν χωρίς δυσκολίες και επιβαλλόμενες κοστοβόρες επενδύσεις.
    Συμπληρωματικά ως τελευταία παρατήρηση, στον Πίνακα της σελίδας 37 (Προβλεπόμενη πρωτογενής διάθεση ενέργειας), όπως και στα επόμενα 2 διαγράμματα της σελίδας 38, δεν συμπεριλαμβάνεται η συμβολή του βιομεθανίου, των βιοκαυσίμων και του υδρογόνου για να υπάρχει συνολική εικόνα της εκτίμησης διάθεσης ενέργειας.
    22. Όπως αναφέρεται στις γενικές παρατηρήσεις στην σελίδα 92 αναφορικά με τον τομέα της βιομηχανίας, είναι πολύ δύσκολο και σχεδόν αδύνατο να μηδενιστούν οι εκπομπές CO2 από τις βιομηχανικές διεργασίες. Αυτό σε συνάρτηση με τις γεωμετρικά αυξανόμενες τιμές δικαιωμάτων εκπομπών, οι οποίες το 2022 κυμαίνονταν στα 60€/t CO2eq, ενώ το 2050 θα φτάσουν σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΕΣΕΚ τα 490€/t CO2eq (σελ. 431) σημαίνει ένα ασύμφορο κόστος για τον δευτερογενή τομέα, ο οποίος θα μετακυλήσει το κόστος παραγωγής στο τελικό προϊόν και ως εκ τούτου στον καταναλωτή. Αυτό μακροπρόθεσμα θα βλάψει τον ανταγωνισμό μεταξύ των Ελληνικών βιομηχανιών με άλλες χώρες μη ευρωπαϊκές. Άλλωστε αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους της λεγόμενης ευρωπαϊκής από-βιομηχάνισης. Γι αυτό τον λόγο, θα πρέπει να προβλεφθεί από το ΕΣΕΚ α) το κόστος της ενεργειακής μετάβασης στην βιομηχανία και β) να γίνει τουλάχιστον μια συστηματική και αναλυτική αναφορά στα μέτρα που πρέπει να αναλάβει η πολιτεία για την προστασία του κλάδου και την ισόρροπη λειτουργία των βιομηχανικών μονάδων σε σχέση με το κόστος που θα προκύψει από τις τιμές των δικαιωμάτων. Οι αναφορές που γίνονται στις σελίδες 196-197 κρίνονται υπεραπλουστευμένες για ένα τόσο σημαντικό θέμα.
    23. Θα έπρεπε να εξετασθεί το ενδεχόμενο σε ακραίες καταστάσεις όπου μπορεί να υπάρξει διατάραξη του ηλεκτρικού τομέα (θεομηνίες, τρομοκρατικές επιθέσεις, πολεμικές συγκρούσεις κ.α.) να μπορεί ο νευραλγικός τομέας της βιομηχανίας να μην εξαρτά τη λειτουργία του μόνον από τον ηλεκτρισμό (εξαιτίας του εκτεταμένου εξηλεκτρισμού που θα προκύψει) αλλά και από συμβατικά καύσιμα. Το ίδιο πρέπει να ισχύει για δημόσιες υπηρεσίες και νευραλγικά κτήρια δημοσίου οφέλους (νοσοκομεία, υπουργεία, στρατόπεδα κτλ.)
    24. Επίσης, η εξόρυξη εγχώριων υδρογονανθράκων και η εκμετάλλευσή τους απουσιάζει παντελώς από την ανάλυση, ενώ αναφέρεται ακροθιγώς (στην σελίδα 155) ότι αποτελεί άξονα της ενεργειακής πολιτικής για την επόμενη περίοδο. Εντούτοις, δεν διευκρινίζεται πώς ακριβώς αποτελεί ενεργειακό άξονα αφού δεν αναλύεται καθόλου αλλά και πώς τελικά ενσωματώνεται στο ευρύτερο πλαίσιο αξιοποίησης των εγχώριων ενεργειακών πηγών. Προκαλεί μάλιστα ιδιαίτερη εντύπωση ότι το θέμα των υδρογονανθράκων ούτε στο κεφάλαιο της ενεργειακής ασφάλειας έχει συμπεριληφθεί ούτε σ’ αυτό της εξόρυξης εγχώριων ορυκτών αλλά αφήνεται να εννοηθεί ότι σε περίπτωση που γίνουν εκμεταλλεύσιμοι οι εγχώριοι πόροι αυτοί δεν θα κατευθύνονται στην ελληνική αγορά αλλά θα είναι εξαγώγιμα αγαθά. Ωστόσο, η έρευνα και η εξόρυξη υδρογονανθράκων δεν αποτελεί μονάχα θέμα ενεργειακό αλλά και θέμα γεωπολιτικό που ενισχύει την εθνική διπλωματική φαρέτρα αλλά και διασφαλίζει κυρίως την ενεργειακή ασφάλεια.
    25. Το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας (σελίδα 346) είναι πλήρως υποβαθμισμένο στο ΕΣΕΚ αφού οι προτάσεις που κατατίθενται κρίνονται ανεπαρκέστατες και προς λάθος κατεύθυνση. Λχ. η στόχευση για την ανάδειξη της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο δεν απαντά το κεφαλαιώδες ερώτημα της βελτίωσης της ενεργειακής ασφάλειας. Η ανάδειξη της χώρας σε κόμβο προμήθειας και μεταφοράς ενέργειας (πετρέλαιο, φ. αέριο, ηλεκτρισμός) δεν σημαίνει ότι αυτόματα βελτιώνεται η ενεργειακή ασφάλεια.
    26. Με το ΕΣΕΚ να αποτελεί ουσιαστικά ένα εγχειρίδιο στόχων πολιτικής, προξενεί τεράστια εντύπωση η απουσία στόχων για την βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας μέσω της μείωσης της ενεργειακής της εξάρτησης. Σήμερα υπολογίζεται (2023) ότι η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας αγγίζει το πολύ υψηλό ποσοστό του 80%. Γιατί άραγε δεν τίθενται στόχοι για μείωση του επικίνδυνου αυτού ποσοστού τουλάχιστον προς τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο του 60% μέχρι το 2030 και στο 40% ή και χαμηλότερα μέχρι το 2035? Αυτό βέβαια θα προϋπέθετε την αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων κάτι για το οποίο το ΕΣΕΚ δεν θέτει ουδένα στόχο.
    27. Δυστυχώς, το τεράστιο θέμα της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας υποβαθμίζεται πλήρως στο ΕΣΕΚ, το οποίο σκόπιμα αποφεύγει να θέσει ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους αφού το όλο θέμα είναι άμεσα συνυφασμένο με την εξωτερική πολιτική και την εξάσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στις ελληνικές θάλασσες.
    28. Σε ό,τι αφορά στην εξόρυξη υδρογονανθράκων και την εκμετάλλευσή τους, αν και ιδιαίτερα σημαντικό για την επιβίωση και λειτουργία του ελληνικού ενεργειακού συστήματος και την μείωση των εισαγωγών (που επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών), το θέμα θίγεται ακροθιγώς. Στην σελίδα 155 αναφέρεται ότι αποτελεί άξονα της ενεργειακής πολιτικής για την επόμενη περίοδο χωρίς όμως να αναλύεται καθόλου πώς τελικά ενσωματώνεται στο ευρύτερο πλαίσιο αξιοποίησης των εγχώριων ενεργειακών πηγών.
    29. Με μια προσεκτική ανάγνωση του πρόσφατου κυβερνητικού ΕΣΕΚ προκύπτει ότι οι υδρογονάνθρακες, και ειδικότερα το φυσικό αέριο, θα εξακολουθούν να συμμετέχουν σε ποσοστό περισσότερο από 50% στο ενεργειακό μίγμα της χώρας, όπως και παγκοσμίως άλλωστε, για αρκετές δεκαετίες ακόμη. Αφού είναι ξεκάθαρο, με βάση πολλές μελέτες ενεργειακών αναλυτών και Ινστιτούτων, πως τα ορυκτά καύσιμα ΔΕΝ πρόκειται να υποκατασταθούν πλήρως, τουλάχιστον μέχρι το 2050, από άλλες πηγές ενέργειας όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και το πράσινο υδρογόνο, και οι ΑΠΕ θα δράσουν συμπληρωματικά ως προς τα ορυκτά καύσιμα, με το φυσικό αέριο να διαδραματίζει το ρόλο του μεταβατικού καυσίμου, η Ελλάδα οφείλει να προχωρήσει χωρίς παλινωδίες και πισωγυρίσματα προς ενίσχυση και επιτάχυνση του προγράμματος έρευνας και εξόρυξης εγχώριων υδρογονανθράκων.
    30. Μάλιστα το υπό διαβούλευση αναθεωρημένο ΕΣΕΚ (Αύγουστος 2024) αναφέρει χαρακτηριστικά ότι για την περίοδο 2025-2030 «σημαντικός παραμένει ο ρόλος του φυσικού αερίου. Συγκεκριμένα η χρήση του φυσικού αερίου μειώνεται στην ηλεκτροπαραγωγή αλλά συνεχίζει να έχει ρόλο στην ευστάθεια του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής» για να καταλήξει «αποφασίζεται η ανάπτυξη παραγωγής φυσικού αερίου από εγχώρια κοιτάσματα, εφόσον επιβεβαιωθεί τελικώς ότι αυτά είναι εμπορικώς εκμεταλλεύσιμα μετά και τις έρευνες που έχουν λάβει χώρα η βρίσκονται σε εξέλιξη»
    31. Μελέτες της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ) και της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά και δημοσιεύσεις έγκριτων ακαδημαϊκών και εταιρειών, συγκλίνουν στην διαπίστωση ότι υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες ύπαρξης πολύ σημαντικών αποθεμάτων φυσικού αερίου στη χώρα (δυτικά και νότια της Κρήτης, Ιόνιο πέλαγος, Θερμαϊκός, Θάσος, Ήπειρος, υδρίτες στη ΝΑ Μεσόγειο, βιογενές αέριο στη ΒΔ Πελοπόννησο, κλπ). Μάλιστα, η ανωτέρω αναφερθείσα μελέτη του ΙΕΝΕ εκτιμά ότι τα εν δυνάμει αποθέματα φυσικού αερίου στη χώρα μπορεί να ανέρχονται σε επίπεδα των 70-90 τρις. κυβικών ποδιών (2 – 2.5 τρις. κυβικά μέτρα), δεδομένου ότι από τις υπάρχουσες σεισμικές καταγραφές έχουν χαρτογραφηθεί περισσότερες από 40 γεωλογικές δομές, οι οποίες χρήζουν περαιτέρω γεωλογικών και γεωφυσικών μελετών και φυσικά γεωτρήσεων για την πιστοποίηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
    32. Παρά τις διαχρονικές προσπάθειες από το 1975 και εντεύθεν, του Ελληνικού Δημοσίου και των κοινοπρακτικών σχημάτων δημοσίων και ιδιωτικών εταιρειών ελληνικών και ξένων, η ελληνική βιομηχανία Έρευνας και Παραγωγής (Ε&Π) υδρογονανθράκων, πέραν της δραστηριότητας στην περιοχή Πρίνου στο Βόρειο Αιγαίο, δεν κατόρθωσε να αναπτυχθεί σημαντικά. Αυτό συνέβη όχι λόγω αρνητικών τεχνικών αποτελεσμάτων από τις ερευνητικές εργασίες, όσο κυρίως εξαιτίας των πολύχρονων καθυστερήσεων και διακοπών των ερευνητικών εργασιών που προκλήθηκαν από τις παλινωδίες και την έλλειψη συνέχειας και συνέπειας του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίες επηρέαζαν αρνητικά τις τεχνικές και επιχειρηματικές επιλογές και αποφάσεις. Παρ’ όλα αυτά, οι εκτιμήσεις επιχειρηματικών και ακαδημαϊκών κύκλων σχετικά με την ύπαρξη εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων ήταν και εξακολουθούν να είναι αισιόδοξες, βασισμένες στα αποτελέσματα των γεωχημικών, γεωλογικών και γεωφυσικών μελετών και των γεωτρήσεων, σε σύγκριση μάλιστα με ανακαλύψεις στην ευρύτερη περιοχή, ιδιαιτέρως της τελευταίας δεκαετίας.
    33. Η τρέχουσα δραστηριότητα ενεργειακών ομίλων, όπως της αμερικανικής ExxonMobil, των ελληνικών HELLENiQ ENERGY (πρώην ΕΛΠΕ) και Energean, η πρόσφατη παρουσία της γαλλικής Total Energies, της ιταλικής Edison και της ισπανικής Repsol, αλλά και το εκδηλωμένο ενδιαφέρον και άλλων σημαντικών πετρελαϊκών εταιρειών, σε συνδυασμό με τα δημοσιευμένα θετικά αποτελέσματα των ερευνητικών εργασιών, ενισχύουν την προοπτική για ύπαρξη πολύ σημαντικών αποθεμάτων υδρογονανθράκων, ιδιαίτερα στις θαλάσσιες περιοχές Ιονίου, Κρήτης και Θερμαϊκού και στην χερσαία περιοχή της Δυτικής Ελλάδας.
    34. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται να δοθούν εγγυήσεις και διευκολύνσεις προς τους ανάδοχους επενδυτές των ελληνικών παραχωρηθεισών περιοχών, ώστε να επισπευστούν οι ερευνητικές εργασίες υδρογονανθράκων. Η σταδιακή εξασθένιση της πανδημίας του κορωνοϊού διεθνώς θα οδηγήσει σε σταδιακή αύξηση της ζήτησης και παραγωγής των υδρογονανθράκων. Όσο θα παραμένει μειωμένη η προσφορά τόσο θα παραμένει αυξημένο το ενεργειακό κόστος των υδρογονανθράκων. Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί από εξαγωγέας πετρελαιοειδών προϊόντων και εισαγωγέας αργού και φυσικού αερίου να μετατραπεί σε παραγωγός χώρα υδρογονανθράκων και εξαγωγέας φυσικού αερίου καλύπτοντας σε μεγάλο ποσοστό τις ανάγκες των χωρών της ΕΕ αντικαθιστώντας . Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει επιχειρηματικές ευκαιρίες σε συγγενείς βιομηχανικούς τομείς (ναυπηγεία, χημική βιομηχανία, σωληνουργεία, κλπ), με αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας, με παράλληλη μείωση του συνολικού ενεργειακού κόστους, αύξηση ενεργειακής ασφάλειας και διαφοροποίησης του εφοδιασμού, αναζωογόνηση της χρεωμένης οικονομίας, ενώ προσδίδει αυξημένη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία στην χώρα μας.
    35. Παρόλο που υπάρχει η παραδοχή στην σελίδα 67 του ΕΣΕΚ ότι βάσει της διεθνούς βιβλιογραφίας η πυρηνική ενέργεια συμβάλλει στην εξισορρόπηση ενός συστήματος που βασίζεται κυρίως στις ΑΠΕ, όπως το ελληνικό, εντούτοις δεν γίνεται κάποια αναφορά για επανεκτίμηση αυτής της τόσο σημαντικής πηγής ηλεκτρισμού που εκτός των άλλων θα μπορούσε να βοηθήσει και στην παραγωγή υδρογόνου στην οποία έχει ιδιαιτέρως βασιστεί το παρόν ΕΣΕΚ. Η τεχνολογία των μικρών αρθρωτών πυρηνικών αντιδραστήρων (Small Modular Reactors – SMRs) προωθείται επίσημα από την ΕΕ, ενώ δεν είναι λίγες οι χώρες στην περιοχή μας που σκέφτονται να επενδύσουν, όπως η Ρουμανία, που έχει ήδη μια μακρά εμπειρία αλλά και η Σερβία που τελευταία άνοιξε το θέμα και ήρε την απαγόρευση σχετικά με την πυρηνική ενέργεια. Οι συγκεκριμένοι αντιδραστήρες συναρμολογούνται εύκολα και γρήγορα αλλά και αποσυναρμολογούνται, χτίζονται αρθρωτά και θεωρούνται, σύμφωνα και με τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ, ως ιδανικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που μπορούν να παράσχουν ασφάλεια στο σύστημα για την ανάπτυξη περισσότερων έργων ΑΠΕ. Λειτουργούν με την ίδια τεχνολογία, όπως οι μεγάλοι πυρηνικοί αντιδραστήρες αλλά είναι χαμηλότερου κόστους καθώς για παράδειγμα απαιτούνται λιγότερες ποσότητες νερού για την ψύξη του αντιδραστήρια, ενώ είναι ευέλικτα στο να μετακινηθούν. Ως προς το θέμα της ασφάλειας και της πρόκλησης ατυχήματος, λόγω του μικρού μεγέθους τους μπορούν πιο εύκολα οι χειριστές να σβήσουν αυτές τις μονάδες, ενώ ταυτόχρονα τα συστήματα ασφαλείας που διαθέτουν λειτουργούν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα αποσυνδέοντας ουσιαστικά σε περίπτωση ατυχήματος κρίσιμα μέρη του εξοπλισμού. Ίσως το ΕΣΕΚ θα έπρεπε να κάνει μια αναφορά στην συγκεκριμένη τεχνολογία αφήνοντας ανοιχτή την πιθανότητα σε κάποια επόμενη αναθεώρηση του ΕΣΕΚ να την εντάξει στην ενεργειακή στρατηγική.
    36. Στην σελίδα 458, αναφέρεται «βιομηχανία των μηδενικών καθαρών εκπομπών (Net Zero Industry Act)», το «καθαρών» δεν χρειάζεται!

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:42 | ΤΕΡΕΖΑ

    Οι ΜΠΕ που αφορούν στην μορφολογία και το τοπικό οικοσύστημα κάθε περιοχής που θέλετε να χωροθετηθούν ΑΠΕ/Φ/Β θα πρέπει να συνάδουν με όσα συμβαίνουν στο πεδίο χωροθέτησης των έργων και όχι να είναι copy paste μιας ΜΠΕ με μικρές αποκλίσεις λόγω των διαφορετικών νούμερων του κάθε έργου και αυτό να συμβαίνει γιατί οι μελετητές στην ουσία, δεν δίνουν βάση επί του περιβαλλοντικού αντίκτυπου που θα υπάρξει στην εκάστοτε περιοχή!
    Στη χώρας μας η υποτιθέμενη πράσινη μετάβαση υποστηρίζει εμφανώς την ανεξέλεγκτη χωροθέτηση σε δάση, σε περιοχές NATURA, σε αναδασωτέες εκτάσεις, σε παρθένες περιοχές και σε περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με πρόχειρες Μελέτες Περιβαλλοντικών Μελετών και απλουστευμένες διαδικασίες εγκατάστασης χωρίς να έχει προβλεφτεί η αποθήκευση της παραγόμενης ενέργειας και κατά συνέπεια αδυναμία συγχρονισμού και τροφοδοσίας με το δίκτυο.
    Να σημειωθεί πως η άγρια ζωή απειλείται και το κράτος πρέπει να λάβει έξτρα μέτρα πέρα από το να οριοθετεί περιοχές NATURA οι οποίες όμως βλέπουμε να ακυρώνεται η υπόσταση τους όταν οι ΜΠΕ των έργων ολοκάθαρα δείχνουν να μη τις λαμβάνουν υπόψην και να τις τροφοδοτούν με ΑΠΕ.
    Υπάρχουν πολλές εναλλακτικές περιοχές για την τοποθέτηση τους με λιγότερες και μικρότερες επιπτώσεις ακόμα και αν δεν βρίσκονται σε περιοχές με το μέγιστο αιολικό δυναμικό. Πάντα ακολουθώντας κατά γράμμα τους κανόνες και τις πρακτικές με σεβασμό προς το περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες.
    Θα έπρεπε να δωθεί έμφαση στα οικιακά φωτοβολταικά και να γίνει υποχρεωτική η εγκατάσταση τους στις χιλιάδες καινούργιες οικοδομές. Το ίδιο ακριβώς και με δεξαμενές αποθήκευσης του βρόχινου νερού για να αποφευχθεί η χρήση πόσιμου για πότισμα, καθαριότητα κλπ.
    Πρέπει να επίσης να λαμβάνονται υπόψιν οι γνώμες των τοπικών κοινωνιών, των περιβαλλοντικών οργανώσεων και των επιστημόνων ώστε να είμαστε σίγουροι ότι ακολουθούμε μία συγκροτημένη, δίκαιη και ολιστική προσέγγιση.
    Οι στόχοι του Εθνικού σχεδίου ως συνέχεια του προηγούμενου, υπόσχεται και στηρίζεται στην επέκταση εγκατάστασης ΑΠΕ με έμφαση στις Ανεμογεννήτριες, φωτοβολταικά πάρκα και πλέον και σε μικρά υδροηλεκτρικά έργα σε ρέματα και μικρά ποτάμια. Ενώ οι ΑΠΕ αποτελούν ένα εργαλείο παρόλα αυτά στην αντιμετώπιση του το κράτος έχει αποτύχει να συνδυάσει όλες τις απαραίτητες συνιστώσες για τη σωστή, ουσιαστική και τη μακρόχρονη συμβολή τους στις ενεργειακές και περιβαλλοντικές προκλήσεις που μας απασχολούν.
    Δυστυχώς, είναι μια αποτυχία του κράτους το γεγονός πως έχει οδηγήσει τους Έλληνες πολίτες να έχουν -πολύ λογικό με αυτά που βιώνουν- συνδιάσει το φαινόμενο των πυρκαγιών με την τοποθέτηση των ΑΠΕ ΚΑΙ Φ/Β και δεν βλέπουμε κάποια κίνηση στο θέμα της πρόληψης και της ενημέρωσης σχετικά με τη σχέση πυρκαγιές-τοποθετηση ΑΠΕ. Δυστυχώς στην πράξη βλέπουμε πως μετά απο πυρκαγιές μέσα σε λίγο χρονικό διαστημα ξεφυτρώνουν ΑΠΕ ενώ θα έπρεπε η περιοχή που έχει υποστεί πυρκαγιά, αυτόματα, η μοναδική δραστηριότητα που θα μπορούσε να υπάρξει να είναι η ανακύρηξη αναδάσωσης και η προφύλαξη/διαφύλαξη του συγκεκριμένου τόπου.
    Με κάθε τοποθέτηση ΑΠΕ και Φ/Β στις τοποθεσίες που χωροθετούνται δυστυχώς υπάρχει μεγάλος αντίκτυπος στον πρωτογενή τομέα που θα έπρεπε να διαφυλάξουμε ως χώρα με νύχια και με δόντια καθώς οι επιστήμονες με έρευνες τους ρητά έχουν δηλώσει πως μετά απο τοποθέτηση ΑΠΕ και Φ/Β υπάρχει ανεπιστρεπτί αλλαγή του εκάστοτε τοπίου με αρνητικό πρόσιμο για τον πρωτογενή τομέα!
    Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν μπορεί να αποτελεί απλά αριθμοποίηση των οικονομικών και ενεργειακών δεδομένων. Η παρούσα πρακτική παρουσιάζεται σαν λύτρωση στα προβλήματά μας δημιουργώντας καινούργια και στην ουσία καταστρέφοντας.
    Θα μας κοστίσει πολύ ακριβά στο μέλλον αυτή η μονόδρομη αντιμετώπιση και σε ακρίβεια αλλά και στην ποιότητα ζωής μας.

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:50 | Σοφία

    1)Η τοπική κοινωνία θα πρέπει να μπορεί να έχει βέτο σε επενδύσεις που γίνονται στο χώρο της και που θεωρεί ότι απειλούν τους φυσικούς της πόρους ή/και φυσικό τοπίο.
    2)Θα πρέπει να γίνεται ενδελεχής μελέτη (χωροταξική κλπ) πριν την εγκατάσταση δραστηριοτήτων με αμφίβολα αποτελέσματα/συνέπειες και όχι στις fast-track αδειοδοτήσεις
    3)Θα πρέπει να αλλάξει ο νόμος για τις καμένες περιοχές και να μην επιτρέπεται καμιά ενέργεια , έστω και αδειοδοτημένη από πριν, παρά μόνο μετα την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος. Έτσι ώστε οι εμπρησμοί να γίνουν λιγότερο ελκυστικοί και να ενδιαφερθούν και οι εταιρείες για την παράλληλη προστασία του φυσικού πλούτου.

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:52 | Γιώργος Καπλάνης

    Καλημέρα σας,

    Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ δυστυχώς για άλλη μια φόρα παρουσιάζεται να μην ακολουθεί την παγκόσμια αλλά κυρίως την Ευρωπαϊκή αγορά, οι οποίες με αναθεωρημένους στόχους έχουν θέσει το Υδρογόνο ως βασικό φορέα μεταφοράς ενέργειας μετά το 2030 και κυρίως για τους στόχους που έχουν θέσει 2050.

    Η Ελλάδα, όπως πολλές φορές έχει αναφερθεί, μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο ως κόμβος μεταφοράς του υδρογόνου από χώρες όπως η Αίγυπτος, τα ΗΑΕ αλλά και από πολλές υποσαχάριες χώρες της Αφρικής (Ναμίμπια, Κένυα, κτλ) όπου παρατηρείται έντονη κινητικότητα για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου και δίδονται ακόμα μεγαλύτερα κίνητρα αυτή την χρονική περίοδο. Να τονιστεί ότι η Ελλάδα, μπορεί να αποτελέσει ταυτόχρονα κόμβο παραγωγής πράσινου υδρογόνου καθώς έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ως προς το διαθέσιμο δυναμικό ΑΠΕ.

    Επιπλέον, οι προσφορές όρων σύνδεσης για ΑΠΕ ξεπερνούν τα ~25 GW (τη στιγμή που οι συνολικές αιτήσεις ξεπερνούν τα 100 GW), μεγέθη τα οποία προφανώς δεν μπορεί να διαχειριστούν από την υφιστάμενη δομή του δικτύου. Για αυτό το λόγο τα κίνητρα για την κατασκευή Green H2 Hubs από ΑΠΕ, όπως δίδονται στην Πορτογαλία, την Ισπανία αλλά και την Ιταλία (δλδ χώρες του Νότου της ΕΕ), θα έπρεπε να είναι παράδειγμα προς μίμηση για το Αναθεωρημένο ΕΣΕΚ και όχι η μείωση της παραγωγής του πράσινου υδρογόνου όπως αυτό παρατηρείται. Σε συνδυασμό με τα κίνητρα που δίνονται από την ΕΕ αλλά και το Η2Bank, θα μπορούσε η τιμή του πράσινου υδρογόνου να καταστεί χαμηλότερη από αυτή του γκρι υδρογόνου και μάλιστα άμεσα τα επόμενα 1-2 χρόνια, δίνοντας την δυνατότητα στους off takers να αυξήσουν τη ζήτηση του.

    Συνδυαστικά με τα Green H2 Hubs από ΑΠΕ, θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν υπόψιν του ΕΣΕΚ σαν μέσο ηλεκτροπαραγωγής, συστήματα μακροχρόνιας αποθήκευσης υδρογόνου και ηλεκτροπαραγωγής μέσω κυψελών καυσίμου υδρογόνου τα οποία θα παράγουν πράσινη αδιάλειπτη ενέργεια επί 24ώρης βάσης με δυνατότητα παροχής υπηρεσιών δικτύου όταν αυτό χρειάζεται. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τεχνολογικά ώριμες και οικονομικά ανταγωνιστικά λύσεις στατικών κυψελών καυσίμου υδρογόνου για ηλεκτροπαραγωγή σε κλίμακα πολλαπλών MW και είναι θετικό ότι τουλάχιστον προβλέπονται για το μέλλον από το Υπουργείο Ενέργειας.

    Σημαντική είναι και η αναθεωρημένη οδηγία 2023/2413/ΕΕ της 2018/2001/ΕΕ για τα ανανεώσιμα καύσιμα (AFIR), όπου αναφέρει στα άρθρα για τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης (άρθρα 22α, 22β & 25) την επιτακτική ανάγκη πραγματοποίησης κάποιων στόχων έως το έτος 2030 σε παραγωγή υδρογόνου και αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με ανανεώσιμα καύσιμα, κάτι το οποίο δεν προβλέπεται στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ. Άρα λοιπόν θα πρέπει να εφαρμοστούν αυτά τα άρθρα και οι στόχοι που αναφέρονται στο AFIR και να αναπτυχθούν οι Σταθμοί Ανεφοδιασμού Υδρογόνου βάσει της παραπάνω αναθεωρημένης οδηγίας, ειδάλλως για άλλη μια φορά μπορεί να προκύψει θέμα μη συμμόρφωσης με τις οδηγίες της ΕΕ.

    Τα πρώτα βήματα για το κανονιστικό και το ρυθμιστικό πλαίσιο για το Υδρογόνο στην Ελλάδα έχουν γίνει, όμως θα χρειαστεί να αναθεωρείται τακτικά και να προστίθενται όλες οι συνιστώσες σε θέματα τεχνολογίας αλλά και κοινοτικών οδηγιών. Θα προτείναμε την ίδρυση συγκεκριμένου τμήματος που να ασχολείται εξ ολοκλήρου με τις Τεχνολογίες Υδρογόνου και να αποτελείται από διακεκριμένους Έλληνες επιστήμονες αλλά και σημαντικά στελέχη εταιριών που δραστηριοποιούνται σε αυτόν κλάδο.

    Για αυτό τον λόγο θα χρειαστεί να παρθούν πολιτικές αποφάσεις και να δοθούν κίνητρα στις επιχειρήσεις οι οποίες ασχολούνται και διαχειρίζονται τις ΑΠΕ για την παραγωγή, την αποθήκευση αλλά και την χρήση του «Πράσινου» Υδρογόνου σε πληθώρα εφαρμογών.

    Με εκτίμηση,

    Γιώργος Καπλάνης
    Expert EV & H2 Evaluator/Consultant @ European Union
    Head of H2 & EV Technologies @ MES Energy S.A
    Linkedin : linkedin.com/in/gkaplanis

  • Προς : Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας
    κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη

    Υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας
    κα Αλεξάνδρα Σδούκου

    Θέμα : Προτάσεις – σχόλια στη δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το ανα-θεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ)
    Αξιότιμε κ. Υπουργέ, κα Υφυπουργέ
    Ανταποκρινόμενοι στην από 22/8/2024 πρόσκληση σας για συμμετοχή στη δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα καταθέτουμε στην συνέχεια τις προτάσεις και τα σχόλια μας.
    Η Τηλεθέρμανση Πτολεμαΐδας, είναι το πρώτο μεγάλης κλίμακας σύστημα τηλεθέρμανσης που υλοποιήθηκε στην Ελλάδα και λειτουργεί από το 1993 στα πλαίσια της αξιοποίησης του δυναμικού συμπαραγωγής ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας, που υπήρχε λόγω της κατασκευής των λιγνιτικών Ατμοηλεκτρικών Σταθμών (ΑΗΣ) της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) στην Πτολεμαΐδα.
    Η Δημοτική Επιχείρηση Τηλεθέρμανσης Πτολεμαΐδας του Δήμου Εορδαίας (Δ.Ε.ΤΗ.Π.), λειτουργεί, συντηρεί, διαχειρίζεται και επεκτείνει με επιτυχία το σύστημα της τηλεθέρμανσης, φθάνοντας σε αξία παγίων εγκαταστάσεων τα 77 εκ. €., με μεγάλα περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη, χωρίς μάλιστα καμία επιδότηση των λειτουργικών δαπανών της από την αρχή της λειτουργίας της μέχρι την παύση λειτουργίας των ΑΗΣ : α) οικονομικό όφελος σωρευτικά των καταναλωτών περίπου 96 εκ. €, από το 1993 έως το 2023, β) μείωση των αστικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, λόγω υποκατάστασης του πετρελαίου θέρμανσης και μείωση των συνολικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου λόγω συμπαραγωγής, γ) εξοικονόμηση συναλλάγματος λόγω υποκατάστασης του πετρελαίου θέρμανσης, δ) ενίσχυση της τοπικής οικονομίας και απασχόλησης λόγω της δραστηριότητας της ΔΕΤΗΠ.
    Η απόσυρση των ΑΗΣ της ΔΕΗ λόγω της απολιγνιτοποίησης, οι οποίοι για 28 χρόνια τροφοδοτούσαν με αποκλειστικό τρόπο την τηλεθέρμανση Πτολεμαΐδας, με τα οφέλη που προαναφέραμε, οδηγεί αναπόφευκτα στην αναζήτηση εναλλακτικών ισοδύναμων λύσεων τροφοδότησης της τηλεθέρμανσης.
    Οι υφιστάμενες τηλεθερμάνσεις μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην πράσινη ενεργειακή μετάβαση, αφενός μεν μέσω της δυνατότητας που έχουν ως συστήματα να ενσωματώσουν στο ενεργειακό μίγμα τους ενέργεια από ΑΠΕ, με τον εξηλεκτρισμό τους (power to heat), αντικαθιστώντας τα ορυκτά καύσιμα (λιγνίτη, φυσικό αέριο), αφετέρου δε να αποτελέσουν μέσω της αποθήκευσης θερμικής ενέργειας («θερμικές μπαταρίες») έναν ευέλικτο μηχανισμό απόκρισης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας (demand response).
    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει δράσεις ενσωμάτωσης ανανεώσιμης ενέρ-γειας στις τηλεθερμάνσεις των ευρωπαϊκών πόλεων.
    Στην Συνοπτική Παρουσίαση του ΕΣΕΚ και συγκεκριμένα στην σελ. 27 αναφέρεται : «Μέχρι το τέλος του έτους 2028, όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 11 του Εθνικού Κλιματικού Νόμου (ν. 4936/2022, Α΄ 105) τερματίζεται η χρήση λιγνίτη για ηλεκτροπαραγωγή. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στο διάδοχο σχήμα της τηλεθέρμανσης των πρώην λιγνιτικών περιοχών: υλοποιούνται ισοδύναμες λύσεις για τους ωφελούμενους με άλλα μέσα, όπως τηλεθέρμανση με συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης με φυσικό αέριο, αντλίες θερμότητας κατάλληλες για τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής κ.λπ.»
    Στο υποκεφάλαιο «3.1.1 Μέτρα και πολιτικές για την επίτευξη του στόχου της απολιγνιτοποίησης και της Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης» του ΕΣΕΚ, σελ. 199, αναφέρεται : «Η απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το έτος 2028 θα γίνει συντεταγμένα και υπεύθυνα. Απόλυτη προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η μετάβαση στην μεταλιγνιτική εποχή να γίνει με τρόπο δίκαιο για τις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης. Ειδική μέριμνα θα ληφθεί για τη θέρμανση των περιοχών απολιγνιτοποίησης, η οποία προβλέπεται να συνεχισθεί με άλλα μέσα όπως τηλεθέρμανση με συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης με φυσικό αέριο, αντλίες θερμότητας κατάλληλες για τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής κ.λπ.»
    Στο υποκεφάλαιο «2.1 Επισκόπηση γενικού πλαισίου καθορισμού στόχων» του ΕΣΕΚ, σελ. 87, αναφέρεται : «Οι βασικές προτεραιότητες του ΕΣΕΚ περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων: …. Αποθήκευση ενέργειας: ……… Συμπληρωματικά, μέρος των ανωτέρω υ-πηρεσιών θα παρέχεται και από οντότητες απόκρισης ζήτησης.»
    Μετά τα παραπάνω προτείνονται τα εξής :
    α)η προσθήκη στο Κεφάλαιο 3: Μέτρα και πολιτικές και συγκεκριμένα στα υποκεφ. 3.1.1, 3.1.7, 3.1.10, 3.2.7, 3.9.1, του εξής εδαφίου : «η πράσινη μετάβαση για τις υφιστάμενες τηλεθερμάνσεις που βρίσκονται στις Ζώνες Απολιγνιτοποίησης (Ζ.ΑΠ.), θα επιτευχθεί με διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα της παραγόμενης θερμικής ενέργειας, με τον εξηλεκτρισμό τους (power to heat) μέσω φωτοβολταϊκών σταθμών, αντλιών θερμότητας ηλεκτρικών λεβήτων και αποθήκευσης θερμικής ενέργειας (Thermal Energy Storage).»
    β) Μετά τα παραπάνω προτείνεται η προσθήκη στο Κεφάλαιο 3 : Μέτρα και πολιτικές και συγκεκριμένα στα υποκεφ. 3.5.3 και 3.6.5, του εξής εδαφίου : «Οι υφιστάμενες τηλεθερμάνσεις που βρίσκονται στις Ζώνες Απολιγνιτοποίησης (Ζ.ΑΠ.) συμπεριλαμβάνονται στις ευέλικτες οντότητες, οι οποίες μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες ευελιξίας/απόκρισης ζήτησης με τον εξηλεκτρισμό τους (power to heat), μέσω της αποθήκευσης θερμικής ενέργειας («θερμικές μπαταρίες» – Thermal Energy Storage), η οποία θα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).»
    Παρακαλούμε για τις ενέργειές σας.

    ΜΕ ΕΚΤΙΜΗΣΗ
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Δ.Σ. Δ.Ε.ΤΗ.Π.

    ΚΑΡΑΚΑΣΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:30 | Νικητάκης Ιωάννης

    1. Δεν υπάρχουν σαφή στατιστικά στοιχεία για τις μέχρι σήμερα ολοκληρωμένες ενεργειακές αναβαθμίσεις της τελευταίας δεκαετίας, τα οφέλη ανά κατηγορία επεμβάσεων π.χ. θερμομόνωση, κουφώματα κλπ. καθώς και οι δείκτες ενεργειακής ένταση των κτιρίων.
    2. Το υφιστάμενο εργατοτεχνικό προσωπικό δεν δύναται να καλύψει τον αυξημένο αριθμό των ενεργειακών αναβαθμίσεων που αναμένεται.
    3. Σύμφωνα με τις απαιτήσεις των αναθεωρημένων απαιτήσεων των α) EPBD b) CPR & c) τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό ΕΕ- 2024/1681 -ΕΝ, ο υφιστάμενος ΚΕΝΑΚ δεν ανταποκρίνεται επαρκώς.
    4. Οι φιλόδοξοι στόχοι απανθρακοποίησης της χώρας μέσω έντονων σεναρίων εξηλεκτρισμού δεν πρέπει να γίνουν εις βάρος της βαρύνουσας ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων.

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:28 | Γιώργος Καπλάνης

    Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ δυστυχώς για άλλη μια φόρα παρουσιάζεται να μην ακολουθεί την παγκόσμια αλλά κυρίως την Ευρωπαϊκή αγορά, οι οποίες με αναθεωρημένους στόχους έχουν θέσει το Υδρογόνο ως βασικό φορέα μεταφοράς ενέργειας μετά το 2030 και κυρίως για τους στόχους που έχουν θέσει 2050.

    Η Ελλάδα, όπως πολλές φορές έχει αναφερθεί στο παρελθόν, μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο ως κόμβος μεταφοράς του υδρογόνου από χώρες όπως η Αίγυπτος, τα ΗΑΕ αλλά και από πολλές υποσαχάριες χώρες της Αφρικής (Ναμίμπια, Κένυα, κτλ) όπου παρατηρείται έντονη κινητικότητα για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου και δίδονται ακόμα μεγαλύτερα κίνητρα αυτή την χρονική περίοδο. Να τονιστεί ότι η Ελλάδα, μπορεί να αποτελέσει ταυτόχρονα κόμβο παραγωγής πράσινου υδρογόνου καθώς έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ως προς το διαθέσιμο δυναμικό ΑΠΕ.

    Επιπλέον, οι προσφορές όρων σύνδεσης για ΑΠΕ ξεπερνούν τα ~25 GW (τη στιγμή που οι συνολικές αιτήσεις ξεπερνούν τα 100 GW), μεγέθη τα οποία προφανώς δεν μπορεί να διαχειριστούν από την υφιστάμενη δομή του δικτύου. Για αυτό το λόγο τα κίνητρα για την κατασκευή Green H2 Hubs από ΑΠΕ, όπως δίδονται στην Πορτογαλία, την Ισπανία αλλά και την Ιταλία (δλδ χώρες του Νότου της ΕΕ), θα έπρεπε να είναι παράδειγμα προς μίμηση για το Αναθεωρημένο ΕΣΕΚ και όχι η μείωση της παραγωγής του πράσινου υδρογόνου όπως αυτό παρατηρείται. Σε συνδυασμό με τα κίνητρα που δίνονται από την ΕΕ αλλά και το Η2Bank, θα μπορούσε η τιμή του πράσινου υδρογόνου να καταστεί χαμηλότερη από αυτή του γκρι υδρογόνου και μάλιστα άμεσα τα επόμενα 1-2 χρόνια, δίνοντας την δυνατότητα στους off takers να αυξήσουν τη ζήτηση του.

    Συνδυαστικά με τα Green H2 Hubs από ΑΠΕ, θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν υπόψιν του ΕΣΕΚ σαν μέσο ηλεκτροπαραγωγής, συστήματα μακροχρόνιας αποθήκευσης υδρογόνου και ηλεκτροπαραγωγής μέσω κυψελών καυσίμου υδρογόνου τα οποία θα παράγουν πράσινη αδιάλειπτη ενέργεια επί 24ώρης βάσης με δυνατότητα παροχής υπηρεσιών δικτύου όταν αυτό χρειάζεται. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τεχνολογικά ώριμες και οικονομικά ανταγωνιστικά λύσεις στατικών κυψελών καυσίμου υδρογόνου για ηλεκτροπαραγωγή σε κλίμακα πολλαπλών MW και είναι θετικό ότι τουλάχιστον προβλέπονται για το μέλλον από το Υπουργείο Ενέργειας.

    Σημαντική είναι και η αναθεωρημένη οδηγία 2023/2413/ΕΕ της 2018/2001/ΕΕ για τα ανανεώσιμα καύσιμα (AFIR), όπου αναφέρει στα άρθρα για τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης (άρθρα 22α, 22β & 25) την επιτακτική ανάγκη πραγματοποίησης κάποιων στόχων έως το έτος 2030 σε παραγωγή υδρογόνου και αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με ανανεώσιμα καύσιμα, κάτι το οποίο δεν προβλέπεται στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ. Άρα λοιπόν θα πρέπει να εφαρμοστούν αυτά τα άρθρα και οι στόχοι που αναφέρονται στο AFIR και να αναπτυχθούν οι Σταθμοί Ανεφοδιασμού Υδρογόνου βάσει της παραπάνω αναθεωρημένης οδηγίας, ειδάλλως για άλλη μια φορά μπορεί να προκύψει θέμα μη συμμόρφωσης με τις οδηγίες της ΕΕ.

    Τα πρώτα βήματα για το κανονιστικό και το ρυθμιστικό πλαίσιο για το Υδρογόνο στην Ελλάδα έχουν γίνει, όμως θα χρειαστεί να αναθεωρείται τακτικά και να προστίθενται όλες οι συνιστώσες σε θέματα τεχνολογίας αλλά και κοινοτικών οδηγιών. Θα προτείναμε την ίδρυση συγκεκριμένου τμήματος που να ασχολείται εξ ολοκλήρου με τις Τεχνολογίες Υδρογόνου και να αποτελείται από διακεκριμένους Έλληνες επιστήμονες αλλά και σημαντικά στελέχη εταιριών που δραστηριοποιούνται σε αυτόν κλάδο.

    Για αυτό τον λόγο θα χρειαστεί να παρθούν πολιτικές αποφάσεις και να δοθούν κίνητρα στις επιχειρήσεις οι οποίες ασχολούνται και διαχειρίζονται τις ΑΠΕ για την παραγωγή, την αποθήκευση αλλά και την χρήση του «Πράσινου» Υδρογόνου σε πληθώρα εφαρμογών.

  • 1.Σχετικά με τον στόχο ΑΠΕ στον τομέα των μεταφορών (13,9% το 2030) (σελ. 35) θα πρέπει να διευκρινιστεί:
    i.Εάν θα αποτελεί υποχρέωση των εταιρειών – παρόχων ενέργειας του τομέα των μεταφορών.
    ii.Εάν θα υπάρξουν επιμέρους στόχοι ανά κλάδο. Ήδη, στα σχήματα ΕΣ 14, 15 και 16 στις σελ. 53 και 54 προβλέπονται για το 2030 ποσοστά κατανάλωσης ενέργειας ανά κλάδο χερσαίων, αεροπορικών και ναυτιλιακών μεταφορών, τα οποία θα πρέπει να επιβεβαιωθεί εάν αποτελούν δεσμευτικές υποχρεώσεις των Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών.
    iii.Ποιους κλάδους αφορά η διείσδυση των προηγμένων βιοκαυσίμων και των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης – είδη για τα οποία οι στόχοι στο ΕΣΕΚ για το 2030 ξεπερνούν τους στόχους της ΕΕ (όπως φαίνεται στον πίνακα της σελ. 35).
    iv.Εάν θα υπάρξουν ενδιάμεσοι στόχοι έως το 2030, καθώς απαιτείται μία αύξηση της διείσδυσης ΑΠΕ στον τομέα των μεταφορών κατά 9% περίπου στα επόμενα 6 χρόνια.
    v.Ποια μέτρα και πολιτικές για τη διείσδυση των ΑΠΕ θα αφορούν τις Εταιρίες Εμπορίας, από τα αναφερόμενα στη σελ. 305 (μεταξύ των οποίων η κάλυψη των υποχρεώσεων μέσω πράσινων πιστοποιητικών και τα φορολογικά μέτρα).
    vi.Πως θα πιστοποιείται η ποσότητα των διατιθέμενων βιοκαυσίμων, ώστε να αξιοποιούνται τα στοιχεία και στο ΣΕΔΕ 2 (επίγεια καύσιμα) και ΣΕΔΕ (αεροπορία και ναυτιλία).

    2.Σχετικά με τον νέο βελτιωμένο στόχο εξοικονόμησης ενέργειας (σελ. 149) και τον αυξημένο ρόλο των Καθεστώτων Επιβολής Ενεργειακής Απόδοσης στην επίτευξή του (24% αντί 20% που ισχύει σήμερα), προκύπτει πως οι Υπόχρεοι σε Καθεστώτα Επιβολής Ενεργειακής Απόδοσης θα κληθούν να εξοικονομήσουν σωρευτικά ποσότητα ενέργειας σημαντικά αυξημένη σε σχέση με τη σημερινή υποχρέωσή τους για το 2030. Έτσι, η πρόβλεψη του ΕΣΕΚ καθιστά ανέφικτη την επιβολή της νέας απαίτησης εξοικονόμησης ενέργειας από τις Εταιρίες Εμπορίας Πετρελαιοειδών εφόσον, παράλληλα με την αυξημένη υποχρέωση συντρέχουν και τα ακόλουθα:
    i.Η νέα Οδηγία για την Ενεργειακή Απόδοση (Οδηγία ΕΕ 2023/1991) αμφισβητεί την επιλεξιμότητα υλοποίησης μέτρων σχετικά με ορυκτά καύσιμα.
    ii.Από τα προβλεπόμενα στο ΕΣΕΚ διαφαίνεται ότι για τις στοχευμένες δράσεις ενημέρωσης και εκπαίδευσης (συμπεριφορικά μέτρα) που δύνανται να υλοποιήσουν οι υπόχρεοι σε Καθεστώτα, υπάρχει επικάλυψη με ανάλογες δράσεις που θα υλοποιήσουν άλλοι φορείς (σελ. 493).
    iii.Δεν διαφαίνεται κάποια υποστήριξη των υπόχρεων μερών – Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών, παρά το ότι στη σελ. 319 αναφέρεται ανάπτυξη θεσμικού πλαισίου για την αποπληρωμή των επενδύσεων εξοικονόμησης μέσω των λογαριασμών ενέργειας (on-bill financing). Το μέτρο φαίνεται πως αφορά παρόχους Η/Ε και Φ.Α που είναι παράλληλα υπόχρεοι και σε Καθεστώτα Επιβολής Ενεργειακής Απόδοσης. Εάν δεν εφαρμοστεί ανάλογο μέτρο στήριξης και στις Εταιρίες Εμπορίας Πετρελαιοειδών, θα έχει δημιουργηθεί άνιση μεταχείριση μεταξύ των υπόχρεων μερών σε Καθεστώτα.
    iv.Δεν είναι σαφής ο μηχανισμός λειτουργίας των ανταγωνιστικών διαδικασιών σε σχέση με τα Καθεστώτα (σελ. 319).
    Με βάση τα παραπάνω, είναι αδύνατη η εκπλήρωση των στόχων των Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών σε Καθεστώτα Επιβολής Ενεργειακής Απόδοσης. Οι νέοι στόχοι απειλούν τη βιωσιμότητα των Εταιριών και επομένως θα πρέπει να επανεξεταστούν, εν μέσω μάλιστα και της εφαρμογής του ΣΕΔΕ 2.

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:39 | Δρ Χρήστος Κολοβός

    Δρ Χρήστος Ι. Κολοβός
    Δρ Μηχανικός Μεταλλείων – Μεταλλουργός Ε.Μ.Π.
    τ. Δ/ντής Μεταλλευτικών Μελετών & Συμβάσεων ΔΕΗ/ΛΚΔΜ
    Ανεξάρτητος Ενεργειακός Σύμβουλος
    ck-energy.blogspot.com

    Το ΕΣΕΚ απορρίπτεται στο σύνολό του, καθώς αφενός δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της Ελλάδας, αλλά των ξένων, και αφετέρου έχει εσφαλμένες παραδοχές. Συγκεκριμένα:

    1. Σύμφωνα με το Δελτίο Δημοσίου Χρέους Νο 114 (Ιούνιος 2024) του Οργανισμού Διαχείρισης δημόσιου Χρέους, στις 30/6/2024 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης ήταν 355,912 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το ίδιο Δελτίο προκύπτει πως το Χρονοδιάγραμμα Λήξης Δημοσίου Χρέους χωρίς Έντοκα Γραμμάτια και Repos εκτείνεται μέχρι και το 2070.

    Σύμφωνα τώρα με το ΕΣΕΚ, σελ. 55-56, η προσεγγιστική εκτίμηση του επενδυτικού κόστους για την υλοποίηση του ΕΣΕΚ (τιμές έτους 2024) ανέρχεται σε 95,0762 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2025-2030 και σε 332,076 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2031-2050. Συνεπώς η συνολική ανάγκη επενδύσεων για την περίοδο 2025-2050 ανέρχεται σε 427,1522 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που υπερβαίνει το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης κατά 71,2402 δισεκατομμύρια ευρώ. Μάλιστα η δαπάνη αυτή πρέπει να καταβληθεί 20 ολόκληρα χρόνια πριν τη λήξη των διαφόρων μορφών χρέους της Γενικής Κυβέρνησης. Πρόκειται για ένα εξωφρενικά τεράστιο ποσό, το οποίο αφενός δεν υπάρχει και θα πρέπει να βρεθεί με νέο δανεισμό, αφετέρου, αν υπήρχε, θα έπρεπε να διατεθεί κατά προτεραιότητα για την αποπληρωμή του Δημοσίου Χρέους.
    Με βάση τα πιο πάνω ο χαρακτηρισμός του ΕΣΕΚ ως «Εθνικό» είναι εντελώς ανακριβής, καθώς είναι σχέδιο διαιώνισης της εξάρτησης της χώρας από τους δανειστές της. Πολύ περισσότερο που πολύ μεγάλο μέρος της δαπάνης θα κατευθυνθεί σε εισαγωγές αγαθών, δηλαδή στήριξη των οικονομιών χωρών εκτός Ελλάδας.

    2. Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, σελ. 56-57, το προκαταρκτικά εκτιμώμενο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας θα βαίνει συνεχώς μειούμενο στην περίοδο 2025-2050. Η εκτίμηση αυτή είναι εντελώς αβάσιμη, καθώς στηρίζεται σε εσφαλμένες υποθέσεις:

    α) το σταθερό κόστος μονάδων ηλεκτροπαραγωγής δεν πρόκειται να μειωθεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, καθώς προστίθεται συνεχώς στο σύστημα νέα ισχύς και η συνολική ισχύς αυξάνεται. Η προσθήκη συστημάτων αποθήκευσης με συσσωρευτές θα επιτείνει το πρόβλημα, καθώς τα σχετικά συστήματα είναι ακριβά.

    β) το μεταβλητό κόστος των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής κατά τον πίνακα ΕΣ-18 παρουσιάζει ραγδαία μείωση ήδη μέχρι το 2030. Αυτό μόνο ως ευχολόγιο μπορεί να εκληφθεί, δεδομένου ότι η εγχεόμενη ενέργεια των αιολικών είναι τόσο τυχαία, τόσο όταν αυξάνεται όσο και όταν μειώνεται, που προκαλεί πολύ σοβαρά προβλήματα ευστάθειας στο δίκτυο, διαταράσσοντας τη συχνότητα λειτουργίας των 50Hz. Ως εκ τούτου το κόστος μέτρων ευστάθειας του δικτύου δεν πρόκειται να μειωθεί, αλλά διαρκώς θα αυξάνεται, όσο αυξάνεται η διείσδυση αιολικών. Επιπλέον, ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια την τιμή του φυσικού αερίου, το οποίο έχει αντικαταστήσει τον εγχώριο λιγνίτη ως καύσιμο βάσης. Τούτο αποδεικνύεται περίτρανα από την εντελώς αδικαιολόγητη έξαρση της τιμής του φυσικού αερίου τον Αύγουστο 2024, σε πλήρη αντίθεση με την πορεία πλήρωσης των αποθηκών φυσικού αερίου στην Ευρώπη.

    γ) τρίτο και απολύτως χειρότερο είναι η υπόθεση του πίνακα ΕΣ-18 για τη διαρκή μείωση του κόστους δικτύων μεταφοράς και διανομής ήδη στην περίοδο 2025-30 και συνεχώς μετά. Τόσο στον Οδικό Χάρτη για το 2050 όσο και στις προηγούμενες εκδόσεις του ΕΣΕΚ, το κόστος δικτύων μεταφοράς και διανομής αυξάνεται τουλάχιστον μέχρι το 2040. Είναι απορίας άξιο πώς οι συντάκτες του ΕΣΕΚ θεωρούν ότι θα μειώνεται το κόστος δικτύων, όταν έχουν εξαγγελθεί διαρκείς επεκτάσεις των δικτύων μεταφοράς (ολοκλήρωση διασύνδεσης Κρήτης και νήσων Αιγαίου, διασύνδεση με την Κύπρο, διασύνδεση με την Αίγυπτο, διασύνδεση με τη Γερμανία, αναβαθμίσεις δικτύων με τις χώρες των Βαλκανίων, απαραίτητες επεκτάσεις του δικτύου διανομής).
    δ) στον ίδιο πίνακα ΕΣ-18 εντοπίζουμε τη διατύπωση «κόστος ρύπων», η οποία είναι τουλάχιστον αντιεπιστημονική και αποτελεί όνειδος για το ΥΠΕΝ: το CO2 δεν είναι ρύπος, είναι το αέριο που με τον κύκλο του στη φύση δίνει ζωή στον πλανήτη μας. Χωρίς το CO2 δεν θα υπήρχαν τα φυτά, η βάση της τροφικής αλυσίδας. Το CO2 μπορεί να χαρακτηρίζεται μόνο ως «αέριο του θερμοκηπίου» και ποτέ ως «ρύπος».

    3. Το όλο κατασκεύασμα του ΕΣΕΚ δομείται πάνω στην απατηλή υπόθεση της προσαρμογής σε μια πολιτικά κατασκευασμένη «κλιματική κρίση», στην οποία αποδίδεται πλέον πολιτικά τόσο η ανικανότητα των εκάστοτε κυβερνώντων να διαχειριστούν τις συνέπειες των απολύτως αναμενομένων φυσικών φαινομένων όσο ακόμα και η εναλλαγή των εποχών. Η διατύπωση «κλιματική κρίση» δημιουργήθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο το Δεκέμβριο 2019 και δεν έχει σχέση με επιστημονικά δεδομένα, αφού οι εκθέσεις του IPCC είναι επιστημονικά τουλάχιστον ευρέως αμφισβητούμενες και η θεωρία του για το χρόνο παραμονής του CO2 στην ατμόσφαιρα καταρρίφθηκε πλήρως σε πρόσφατη δημοσίευση του καθηγητή Ε.Μ.Π. κ. Δημ. Κουτσογιάννη στο περιοδικό Water, (βλ. Refined Reservoir Routing (RRR) and Its Application to Atmospheric Carbon Dioxide Balance, https://www.mdpi.com/2073-4441/16/17/2402).

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:20 | Χρήστος Κολοβός

    Το ΕΣΕΚ απορρίπτεται στο σύνολό του, καθώς αφενός δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της Ελλάδας, αλλά των ξένων, και αφετέρου έχει εσφαλμένες παραδοχές. Συγκεκριμένα:

    1. Σύμφωνα με το Δελτίο Δημοσίου Χρέους Νο 114 (Ιούνιος 2024) του Οργανισμού Διαχείρισης δημόσιου Χρέους, στις 30/6/2024 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης ήταν 355,912 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το ίδιο Δελτίο προκύπτει πως το Χρονοδιάγραμμα Λήξης Δημοσίου Χρέους χωρίς Έντοκα Γραμμάτια και Repos εκτείνεται μέχρι και το 2070.

    Σύμφωνα τώρα με το ΕΣΕΚ, σελ. 55-56, η προσεγγιστική εκτίμηση του επενδυτικού κόστους για την υλοποίηση του ΕΣΕΚ (τιμές έτους 2024) ανέρχεται σε 95,0762 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2025-2030 και σε 332,076 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2031-2050. Συνεπώς η συνολική ανάγκη επενδύσεων για την περίοδο 2025-2050 ανέρχεται σε 427,1522 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που υπερβαίνει το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης κατά 71,2402 δισεκατομμύρια ευρώ. Μάλιστα η δαπάνη αυτή πρέπει να καταβληθεί 20 ολόκληρα χρόνια πριν τη λήξη των διαφόρων μορφών χρέους της Γενικής Κυβέρνησης. Πρόκειται για ένα εξωφρενικά τεράστιο ποσό, το οποίο αφενός δεν υπάρχει και θα πρέπει να βρεθεί με νέο δανεισμό, αφετέρου, αν υπήρχε, θα έπρεπε να διατεθεί κατά προτεραιότητα για την αποπληρωμή του Δημοσίου Χρέους.
    Με βάση τα πιο πάνω ο χαρακτηρισμός του ΕΣΕΚ ως «Εθνικό» είναι εντελώς ανακριβής, καθώς είναι σχέδιο διαιώνισης της εξάρτησης της χώρας από τους δανειστές της. Πολύ περισσότερο που πολύ μεγάλο μέρος της δαπάνης θα κατευθυνθεί σε εισαγωγές αγαθών, δηλαδή στήριξη των οικονομιών χωρών εκτός Ελλάδας.

    2. Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, σελ. 56-57, το προκαταρκτικά εκτιμώμενο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας θα βαίνει συνεχώς μειούμενο στην περίοδο 2025-2050. Η εκτίμηση αυτή είναι εντελώς αβάσιμη, καθώς στηρίζεται σε εσφαλμένες υποθέσεις:

    α) το σταθερό κόστος μονάδων ηλεκτροπαραγωγής δεν πρόκειται να μειωθεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, καθώς προστίθεται συνεχώς στο σύστημα νέα ισχύς και η συνολική ισχύς αυξάνεται. Η προσθήκη συστημάτων αποθήκευσης με συσσωρευτές θα επιτείνει το πρόβλημα, καθώς τα σχετικά συστήματα είναι ακριβά.

    β) το μεταβλητό κόστος των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής κατά τον πίνακα ΕΣ-18 παρουσιάζει ραγδαία μείωση ήδη μέχρι το 2030. Αυτό μόνο ως ευχολόγιο μπορεί να εκληφθεί, δεδομένου ότι η εγχεόμενη ενέργεια των αιολικών είναι τόσο τυχαία, τόσο όταν αυξάνεται όσο και όταν μειώνεται, που προκαλεί πολύ σοβαρά προβλήματα ευστάθειας στο δίκτυο, διαταράσσοντας τη συχνότητα λειτουργίας των 50Hz. Ως εκ τούτου το κόστος μέτρων ευστάθειας του δικτύου δεν πρόκειται να μειωθεί, αλλά διαρκώς θα αυξάνεται, όσο αυξάνεται η διείσδυση αιολικών. Επιπλέον, ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια την τιμή του φυσικού αερίου, το οποίο έχει αντικαταστήσει τον εγχώριο λιγνίτη ως καύσιμο βάσης. Τούτο αποδεικνύεται περίτρανα από την εντελώς αδικαιολόγητη έξαρση της τιμής του φυσικού αερίου τον Αύγουστο 2024, σε πλήρη αντίθεση με την πορεία πλήρωσης των αποθηκών φυσικού αερίου στην Ευρώπη.

    γ) τρίτο και απολύτως χειρότερο είναι η υπόθεση του πίνακα ΕΣ-18 για τη διαρκή μείωση του κόστους δικτύων μεταφοράς και διανομής ήδη στην περίοδο 2025-30 και συνεχώς μετά. Τόσο στον Οδικό Χάρτη για το 2050 όσο και στις προηγούμενες εκδόσεις του ΕΣΕΚ, το κόστος δικτύων μεταφοράς και διανομής αυξάνεται τουλάχιστον μέχρι το 2040. Είναι απορίας άξιο πώς οι συντάκτες του ΕΣΕΚ θεωρούν ότι θα μειώνεται το κόστος δικτύων, όταν έχουν εξαγγελθεί διαρκείς επεκτάσεις των δικτύων μεταφοράς (ολοκλήρωση διασύνδεσης Κρήτης και νήσων Αιγαίου, διασύνδεση με την Κύπρο, διασύνδεση με την Αίγυπτο, διασύνδεση με τη Γερμανία, αναβαθμίσεις δικτύων με τις χώρες των Βαλκανίων, απαραίτητες επεκτάσεις του δικτύου διανομής).
    δ) στον ίδιο πίνακα ΕΣ-18 εντοπίζουμε τη διατύπωση «κόστος ρύπων», η οποία είναι τουλάχιστον αντιεπιστημονική και αποτελεί όνειδος για το ΥΠΕΝ: το CO2 δεν είναι ρύπος, είναι το αέριο που με τον κύκλο του στη φύση δίνει ζωή στον πλανήτη μας. Χωρίς το CO2 δεν θα υπήρχαν τα φυτά, η βάση της τροφικής αλυσίδας. Το CO2 μπορεί να χαρακτηρίζεται μόνο ως «αέριο του θερμοκηπίου» και ποτέ ως «ρύπος».

    3. Το όλο κατασκεύασμα του ΕΣΕΚ δομείται πάνω στην απατηλή υπόθεση της προσαρμογής σε μια πολιτικά κατασκευασμένη «κλιματική κρίση», στην οποία αποδίδεται πλέον πολιτικά τόσο η ανικανότητα των εκάστοτε κυβερνώντων να διαχειριστούν τις συνέπειες των απολύτως αναμενομένων φυσικών φαινομένων όσο ακόμα και η εναλλαγή των εποχών. Η διατύπωση «κλιματική κρίση» δημιουργήθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο το Δεκέμβριο 2019 και δεν έχει σχέση με επιστημονικά δεδομένα, αφού οι εκθέσεις του IPCC είναι επιστημονικά τουλάχιστον ευρέως αμφισβητούμενες και η θεωρία του για το χρόνο παραμονής του CO2 στην ατμόσφαιρα καταρρίφθηκε πλήρως σε πρόσφατη δημοσίευση του καθηγητή Ε.Μ.Π. κ. Δημ. Κουτσογιάννη στο περιοδικό Water, (βλ. Refined Reservoir Routing (RRR) and Its Application to Atmospheric Carbon Dioxide Balance, https://www.mdpi.com/2073-4441/16/17/2402).

    Δρ Χρήστος Ι. Κολοβός
    Δρ Μηχανικός Μεταλλείων – Μεταλλουργός Ε.Μ.Π.
    τ. Δ/ντής Μεταλλευτικών Μελετών & Συμβάσεων ΔΕΗ/ΛΚΔΜ
    Ανεξάρτητος Ενεργειακός Σύμβουλος
    ck-energy.blogspot.com

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:40 | ΔΗΜΟΣ ΕΟΡΔΑΙΑΣ

    ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΔΗΜΟΥ ΕΟΡΔΑΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΕΣΕΚ

    Δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ)

    Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) περιλαμβάνει ορισμένες προβλέψεις σχετικά με την απολιγνιτοποίηση της Δυτικής Μακεδονίας και ειδικά του Δήμου Εορδαίας, ωστόσο υπάρχουν πράγματι ελλείψεις που δικαιολογούν τις ανησυχίες μας.
    Παρατηρήσεις για την απολιγνιτοποίηση και τη Δίκαιη Μετάβαση:
    1. Χρονοδιάγραμμα Απόσυρσης Λιγνιτικών Μονάδων
    Η μονάδα της Πτολεμαΐδας V προβλέπεται να συνεχίσει να λειτουργεί μέχρι το 2028. Μετά από αυτή την ημερομηνία, θα σταματήσει και η παραγωγή ενέργειας με λιγνίτη.
    Είναι εκφρασμένη και απορρέει και από τις αποφάσεις συλλογικών οργάνων ότι με το χρονικό ορίζοντα που έχει τεθεί η απολιγνιτοποίηση καθίσταται ΒΙΑΙΗ και καταστροφική για την περιοχή.
    2. Δίκαιη Μετάβαση στη Μεταλιγνιτική Εποχή
    Αν και γίνεται λόγος για «Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση», οι προτάσεις στο ΕΣΕΚ δεν αναλύονται αρκετά για την ενίσχυση της οικονομίας στην περιοχή του Δήμου Εορδαίας. Υπάρχουν ορισμένες γενικές αναφορές για αναπροσαρμογή των χρήσεων γης και επενδύσεις σε κυκλική οικονομία, χωρίς συγκεκριμένα μέτρα που να αναφέρονται άμεσα στην περιοχή.
    Παρόλο που το ΕΣΕΚ αναγνωρίζει την ανάγκη για μια δίκαιη μετάβαση των περιοχών που εξαρτώνται από τη λιγνιτική παραγωγή υπάρχουν κενά στις λεπτομέρειες για την κοινωνική και οικονομική ανασυγκρότηση των περιοχών αυτών.
    Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει γενικές κατευθύνσεις για τη μετάβαση, αλλά δεν καθορίζει λεπτομερώς συγκεκριμένα έργα που θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και θα στηρίξουν την οικονομία της περιοχής. Η υλοποίηση των στρατηγικών αυτών θα εξαρτηθεί από τις επιμέρους επενδύσεις και τις δράσεις που θα αναληφθούν τα επόμενα χρόνια.
    Τα μέτρα για την υποστήριξη των εργαζομένων και την ανάπτυξη νέων πηγών απασχόλησης είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Η περιοχή εξαρτάται χρόνια από τον λιγνίτη και έχει βασιστεί η οικονομία σε αυτόν τον τομέα για δεκαετίες. Η ανάπτυξη νέων οικονομικών δραστηριοτήτων απαιτεί μακροχρόνιο σχεδιασμό, αλλά το ΕΣΕΚ δεν προσφέρει επαρκείς λεπτομέρειες για το πώς θα επιτύχει αυτή η διαφοροποίηση.

    3. Αντικατάσταση της Λιγνιτικής Ενέργειας με ΑΠΕ
    Το ΕΣΕΚ προβλέπει τη σταδιακή αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), όπως φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα, τα οποία θα αναπτυχθούν κυρίως στις περιοχές των πρώην λιγνιτωρυχείων. Ωστόσο, δεν αναφέρεται σαφώς πώς θα ενσωματωθούν αυτές οι επενδύσεις στην τοπική οικονομία και αν θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες θέσεις εργασίας για να καλύψουν τις απώλειες από την απολιγνιτοποίηση.
    4. Δημιουργία Νέων Θέσεων Εργασίας
    Παρόλο που αναφέρεται η ανάγκη για «Δίκαιη Εργασιακή Μετάβαση» και επανεκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού, οι δράσεις αυτές είναι ακόμα σε γενικό πλαίσιο. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες προτάσεις ή χρηματοδοτικά εργαλεία που να διασφαλίζουν την ομαλή μετάβαση των εργαζομένων της Πτολεμαΐδας σε νέες θέσεις εργασίας.

    Συμπεράσματα:
    Οι ανησυχίες μας σχετικά με την έλλειψη συγκεκριμένων προτάσεων για τη δίκαιη μετάβαση του Δήμου Εορδαίας είναι δικαιολογημένες. Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει μεν ένα γενικό πλάνο απολιγνιτοποίησης, αλλά χρειάζεται να ενισχυθεί με συγκεκριμένες δράσεις που θα εξασφαλίσουν την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας και την προστασία των θέσεων εργασίας.
    Είναι απαραίτητο, κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης, να προωθηθούν αιτήματα για σαφέστερες και πιο στοχευμένες δράσεις που θα περιλαμβάνουν άμεση στήριξη της τοπικής κοινωνίας του Δήμου Εορδαίας.
    Όσον αφορά τα θέματα της Δημοτικής Επιχείρησης Τηλεθέρμανσης Πτολεμαΐδας οι οποίες παρατηρήσεις έχουν κατατεθεί ξεχωριστά λόγω των εξειδικευμένων παρατηρήσεων.

  • 16 Σεπτεμβρίου 2024, 10:39 | ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ

    Συμμετοχή στην διαβούλευση του Εθνικού Σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα ( ΕΣΕΚ ). Μετά το πέρας της διαβούλευσης και την κατάθεσή του στην ΕΕ, θα εφαρμοσθεί για να επιτευχθούν οι εθνικοί στόχοι μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου. Στα πλαίσια του ΕΣΕΚ η χώρα μας θα συνεχίσει να κλείνει πρόωρα τις Λιγνιτικές Μονάδες που για δεκαετίες στήριξαν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας ηλεκτροδοτώντας με φθηνή ηλεκτρική ενέργεια όλους τους καταναλωτές.
    Ακολουθώντας τις χρηματικές ροές που δημιουργεί το ΕΣΕΚ, είναι φανερό πως ωφελούνται οι μεγάλες εταιρείες κατασκευής φωτοβολταϊκών και ανεμογεννητριών, οι μεγάλοι ξένοι και Έλληνες ιδιώτες παραγωγοί ενέργειας, ενώ ζημιώνεται η Ελληνική οικονομία και όλοι εμείς οι οικιακοί καταναλωτές από τις αυξημένες τιμές.
    Η Οικονομία ζημιώνεται διπλά, μια από τις μεγάλες εισαγωγές εξοπλισμού ΑΠΕ και μια από το πρόωρο κλείσιμο των Λιγνιτικών μονάδων που θα μπορούσαν για πολλά χρόνια να παράγουν φθηνή ηλεκτρική ενέργεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τελευταία μονάδα που κατασκευάστηκε στην Πτολεμαΐδα με κόστος 2 περίπου δις € και ενώ μπορεί να λειτουργήσει μέχρι το 2060, η κυβέρνηση αποφάσισε να υπολειτουργεί μέχρι να κλείσει το 2030 !

    Ευχαριστώ για την φιλοξενία της άποψής μου.