1. Ο έλεγχος της εκτελέσεως των όρων της σύμβασης διενεργείται από τον εκμισθωτή, είτε με βάση τα υποβαλλόμενα από τον μισθωτή στοιχεία, ή με αυτοψία υπαλλήλων του, ή με έλεγχο των λογιστικών στοιχείων του μισθωτή.
2. Σε περίπτωση διαπιστώσεως μη συμμορφώσεως του μισθωτή προς τους όρους της σύμβασης, η οποία δεν επιφέρει την έκπτωσή του, ο εκμισθωτής εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση που επιδίδεται με απόδειξη στο μισθωτή, με την οποία:
α. διατάσσεται η κατάπτωση ποσοστού της αντίστοιχης εγγυητικής επιστολής.
β. τάσσεται προθεσμία για την συμμόρφωσή του.
Σε περίπτωση υποτροπής μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση του εκμισθωτή, να κηρυχθεί ο μισθωτής έκπτωτος και το σύνολο της ως άνω εγγυήσεως να καταπέσει υπέρ του Δημοσίου
3. Το μέρος της εγγυητικής επιστολής που καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου στις προβλεπόμενες από τα οικεία άρθρα της συμβάσεως περιπτώσεις πρέπει να συμπληρώνεται το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών. Η μη έγκαιρη κατά τα ανωτέρω αντικατάσταση ή συμπλήρωση της εγγυητικής επιστολής επιφέρει την έκπτωση του μισθωτή και τη λύση της συμβάσεως με αιτιολογημένη απόφαση του εκμισθωτή.