1. Η παράγραφος 4α του άρθρου 29 του ν. 2831/2000 ως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής:
«α) να μην επιφέρουν μείωση της συνολικής επιφάνειας κοινόχρηστων χώρων ούτε των αναγκαίων κοινωφελών χώρων σύμφωνα με τα γενικά πλαίσια χρήσεων γης (ΓΠΣ, ΣΧΟΟΑΠ ή ΤΧΣ). Επιτρέπεται η μείωση όταν η τροποποίηση γίνεται λόγω άρσης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, η οποία: αα) είτε γίνεται σε συμμόρφωση αποφάσεων των αρμόδιων δικαστηρίων, με τις οποίες ακυρώνεται η άρνηση της διοίκησης να άρει την απαλλοτρίωση, ββ) είτε έχει αρθεί αυτοδικαίως μετά την παρέλευση εικοσαετίας από την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου, με το οποίο επιβλήθηκε για πρώτη φορά η ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση του ακινήτου, γγ) είτε έχει αρθεί αυτοδικαίως μετά την παρέλευση δεκαετίας από την κύρωση της σχετικής πράξης εφαρμογής ή της πράξης αναλογισμού.
2. Το άρθρο 32 του ν. 4067/2012 αντικαθίστανται ως εξής:
« Άρθρο 32
Διαδικασία τροποποίησης εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων μετά από άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης
1. Μετά την παρέλευση εικοσαετίας από την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου με το οποίο επιβλήθηκε για πρώτη φορά η ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση του ακινήτου, ή την παρέλευση δεκαετίας από την κύρωση της σχετικής πράξης εφαρμογής ή της πράξης αναλογισμού, επέρχεται αυτοδίκαια άρση της απαλλοτρίωσης. Ο ιδιοκτήτης του ακινήτου, εφόσον δεν έχει ασκηθεί αίτηση για το δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης ή δεν έχει καθορισθεί αυτή εξωδίκως, αιτείται προς τον οικείο δήμο ή τον κατά περίπτωση αρμόδιο για την απαλλοτρίωση φορέα, τον καθορισμό τιμής μονάδος εξωδίκως και την δέσμευση του καθοριζόμενου ποσού αποζημίωσης. Η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά από τα ακόλουθα στοιχεία:
α) Έκθεση ελέγχου τίτλων υπογραφόμενη από δύο ιδιώτες νομικούς, οι οποίοι φέρουν την ευθύνη για το σχετικό πόρισμα, θεωρημένη από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο. Ο έλεγχος τίτλων αναφέρεται στο τοπογραφικό διάγραμμα της περ. β, ανέρχεται τουλάχιστον έως το χρόνο έγκρισης του ρυμοτομικού σχεδίου και θεωρείται από την υπηρεσία σύμφωνα με το πόρισμα,
β) Το απαιτούμενο κατά τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις τοπογραφικό διάγραμμα, θεωρημένο από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία ως προς την ισχύ των αναγραφόμενων στοιχείων του ρυμοτομικού σχεδίου, ως προς την ύπαρξη ή μη οροθετημένου ή μη υδατορέματος, εγκεκριμένων αρχαιολογικών χώρων, οριογραμμών αιγιαλού και παραλίας και ως προς τη διέλευση εναέριας γραμμής υψηλής τάσης ΔΕΗ ή αγωγού φυσικού αερίου. Το τοπογραφικό διάγραμμα κλίμακας 1:500 είναι εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ’87 και περιλαμβάνει αναλυτικά τα όρια του γεωτεμαχίου και του τμήματος, που βρίσκεται υπό ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση, και πρόταση τροποποίησης του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, προκειμένου το ακίνητο να καταστεί οικοδομήσιμο με επιβολή της συμψηφιζόμενης εισφοράς σε γη για τη δημιουργία κοινοχρήστου χώρου. Σε περίπτωση που προκύπτει η ύπαρξη μη οριοθετημένου υδατορέματος, το τοπογραφικό διάγραμμα συνοδεύεται από πρόταση καθορισμού οριογραμμών υδατορεμάτων σύμφωνα με τον ν.4258/2014.
γ) Βεβαίωση του οικείου δήμου ή του αρμόδιου φορέα για την απαλλοτρίωση ότι δεν έχει συντελεσθεί η απαλλοτρίωση.
3. Για τη συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου υποθέσεων περί άρσης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης, προσκομίζονται επιπρόσθετα και με ποινή απαραδέκτου τα στοιχεία (α) και (β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
4. Η τροποποίηση εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων σε συμμόρφωση δικαστικής απόφασης για την άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης, γίνεται με υποβολή σχετικού αιτήματος του ενδιαφερόμενου στον οικείο δήμο ή την αρμόδια υπηρεσία, από τον ιδιοκτήτη του ακίνητου στο οποίο ανακλήθηκε ή ήρθη η απαλλοτρίωση ή δέσμευση, και συνοδεύεται υποχρεωτικά από τα στοιχεία (α) και (β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και από τη δικαστική απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου.
5. Ο οικείος δήμος ή ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την απαλλοτρίωση φορέας κατ΄ εξαίρεση δύναται να εισηγηθεί εκ νέου επιβολή της ανακληθείσας ή αρθείσας ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης του χώρου για τον ίδιο και μόνο σκοπό στις εξής περιπτώσεις:
α) το ακίνητο αποτελεί τμήμα και δεν καλύπτει ολόκληρη την έκταση του προβλεπόμενου κοινόχρηστου ή κοινωφελούς χώρου,
β) το ακίνητο δεσμεύτηκε για τη δημιουργία κοινόχρηστου ή κοινωφελούς χώρου εκ της αρχικής εγκρίσεως του ρυμοτομικού σχεδίου και όχι εκ μεταγενέστερης τροποποιήσεως αυτού,
γ) ο κοινόχρηστος ή κοινωφελής χώρος προβλέπεται επιπρόσθετα στη θέση αυτή από ΓΠΣ ή ΣΧΟΟΑΠ ή ΤΧΣ ή άλλου ίδιου επιπέδου σχεδιασμού, ή
δ) έχουν εκτελεσθεί ολικώς ή κατά το μεγαλύτερο μέρος τα έργα σχετικά με το σκοπό του κοινοχρήστου ή κοινωφελούς χώρου.
6. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του αρμοδίου Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής δύναται να εξειδικεύονται ή να τροποποιούνται οι περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου.
7. Για την τροποποίηση του σχεδίου με σκοπό τη διοικητική εφαρμογή της δικαστικής απόφασης που αίρει ή ανακαλεί τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση και της αυτοδίκαιης άρσης, λαμβάνονται υπόψη όλες οι προστατευτικές διατάξεις για το περιβάλλον και ιδίως οι διατάξεις για τις αρχαιότητες, τον αιγιαλό και την παραλία που ισχύουν κατά το χρόνο της τροποποίησης. Οι διατάξεις περί προστασίας δασών δεν εφαρμόζονται για την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου: α) επί ρυμοτομικών σχεδίων που εγκρίθηκαν μετά την ισχύ των διατάξεων του ν. 998/1979 και β) επί κοινωφελών και κοινοχρήστων χώρων που προέκυψαν με τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου από αρχικώς οικοδομήσιμους χώρους. Στις λοιπές ισχύει ο έλεγχος του δασικού χαρακτήρα, ο οποίος ανέρχεται αποκλειστικά και μόνο στο χρόνο έγκρισης του ρυμοτομικού σχεδίου.
8. Σε περίπτωση που δεν μπορεί να τροποποιηθεί το σχέδιο πόλης και να ενταχθεί η ιδιοκτησία σε οικοδομικό τετράγωνο λόγω των υφισταμένων στην περιοχή απαγορεύσεων και ρυθμίσεων, τότε τίθεται εκτός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου και ορίζονται σε αυτήν ειδικοί όροι χρήσης και δόμησης. Οι χώροι που προστατεύονται από τις διατάξεις περί δασών και περί αρχαιοτήτων, τίθενται υποχρεωτικά εκτός σχεδίου.
9. Η διαδικασία της παραγράφου 1 εφαρμόζεται επί ενός και μόνο ακίνητο ιδίου ιδιοκτήτη εντός της ίδιας Δημοτικής Ενότητας και για ενιαίο κοινόχρηστο ή κοινωφελές χώρο έκτασης έως δέκα (10) στρεμμάτων. Η αίτηση του ενδιαφερομένου συνοδεύεται υποχρεωτικά από υπεύθυνη δήλωση ότι δεν έχει υποβάλει αντίστοιχο αίτημα εντός της ίδιας Δημοτικής Ενότητας. Ο οικείος δήμος ή ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την απαλλοτρίωση φορέας οφείλει να γνωμοδοτήσει, εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από την κατάθεση της αίτησης, για την εκ νέου επιβολή ή μη της ανακληθείσας ή αρθείσας ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης του χώρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 5, 7 και 8. Μετά την άπρακτο παρέλευση της ως άνω προθεσμίας ή την έκδοση σχετικής γνωμοδότησης, ο οικείος δήμος ή ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την απαλλοτρίωση φορέας οφείλει να προχωρήσει, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών, σε καθορισμό τιμής μονάδος εξωδίκως και να δεσμεύσει το καθοριζόμενο ποσό αποζημίωσης. Ειδικώς στην περίπτωση που εκδόθηκε θετική γνωμοδότηση για εκ νέου επιβολή της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης κοινοχρήστου χώρου λόγω των περιπτώσεων α και δ της παρ. 5, ο οικείος δήμος δύναται να αιτηθεί χρηματοδότηση από το Πράσινο Ταμείο και η καταλυτική προθεσμία, για καθορισμό τιμή μονάδος και δέσμευση του καθοριζομένου ποσού, παρατείνεται κατά έξι (6) μήνες.
10. Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτου της προαναφερθείσας προθεσμίας της παραγράφου 9, για καθορισμό τιμή μονάδος και δέσμευση του καθοριζομένου ποσού, και εφόσον δεν έχει εκδοθεί θετική γνωμοδότηση για εκ νέου επιβολή της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης του χώρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 5, 7 και 8, ο δεσμευμένος χώρος μετατρέπεται σε οικοδομήσιμος βάσει της προτεινόμενης τροποποίησης του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, που συνοδεύει το στοιχείο (β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, και τηρώντας τη διαδικασία του άρθρου 154 του από 14.7.1999 π.δ. του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (Δ` 580).
11. Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτου της προαναφερθείσας προθεσμίας της παραγράφου 9, για καθορισμό τιμή μονάδος και δέσμευση του καθοριζομένου ποσού, και εφόσον έχει εκδοθεί θετική γνωμοδότηση για εκ νέου επιβολή της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης του χώρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 5, 7 και 8, ο δεσμευμένος χώρος δύναται να μετατραπεί σε πηγή μεταφοράς συντελεστή δόμησης για την Τράπεζα Γης κατά τις διατάξεις του ν. 4178/2013.
12. Ο οικείος δήμος οφείλει να τηρήσει τις προβλεπόμενες διατάξεις, διατυπώσεις και διαδικασίες δημοσιοποίησης της προτεινόμενης τροποποίησης του σχεδίου στη θέση του ακινήτου, εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών, μετά την άπρακτη παρέλευση της οποίας η διαδικασία έγκρισης της τροποποίησης συνεχίζεται χωρίς τη γνώμη του. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας εννέα (9) μηνών από την έναρξη των διαδικασιών τροποποίησης του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, με πράξη του οργάνου που είναι αρμόδιο για την τροποποίηση του σχεδίου ανακαλείται αυτοδίκαια η ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση και τροποποιείται το σχέδιο καθιστώντας τον χώρο οικοδομήσιμο, όπως αυτός διαμορφώνεται μετά την επιβολή συμψηφιζόμενης εισφοράς σε γη για κοινόχρηστο χώρο.
13. Σε συνέχεια του αιτήματος της παραγράφου 4, ακολουθείται ομοίως η διαδικασία των παραγράφων 9 έως 12. Εφόσον πρόκειται για διοικητική εφαρμογή της δικαστικής απόφασης, που αίρει ή ανακαλεί τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση, δεν εφαρμόζεται ο περιορισμός για εφαρμογή επί ενός και μόνο ακίνητο ιδίου ιδιοκτήτη εντός της ίδιας Δημοτικής Ενότητας και για κοινόχρηστο ή κοινωφελές χώρο έκτασης έως δέκα (10) στρεμμάτων
14. Απαγορεύεται η εκ νέου επιβολή ανακληθείσας ή αρθείσας ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης του χώρου σε περίπτωση που έχει ήδη επιβληθεί επανελλειμένα σε προγενέστερο χρόνο προς συμμόρφωση όμοιας δικαστικής απόφασης για αίρεση ή ανάκληση της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης.
15.Σε κάθε περίπτωση δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις τους παρόντος άρθρου και απαγορεύεται η άρση της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης: α) σε κοινόχρηστους και κοινωφελούς χώρους που καθορίσθηκαν εκ της αρχικής έγκρισης ρυμοτομικών σχεδίων είτε για αστική αποκατάσταση δικαιούχων του Υπουργείου Γεωργίας, είτε κατόπιν ιδιωτικής πρωτοβουλίας (πχ οικοδομικοί συνεταιρισμοί), είτε για στεγαστικά προγράμματα και β) σε περιοχές που βρίσκονται σε στάδιο σύνταξης του Κεφαλαίου Γ’ πράξης εφαρμογής.»
ΙV. Επί του άρθρου 3 παρ.7
Για την σαφέστερη διατύπωση και αποφυγή παρερμηνειών προτείνουμε η παράγραφος 7 να γραφεί ως κατωτέρω:
« 7. Για την τροποποίηση του σχεδίου με σκοπό την διοικητική εφαρμογή της δικαστικής απόφασης που αίρει η ανακαλεί τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση και της αυτοδίκαιης άρσης, λαμβάνονται υπόψη όλες οι προστατευτικές διατάξεις για το περιβάλλον και ιδίως οι διατάξεις για τις αρχαιότητες, τον αιγιαλό και την παραλία που ισχύουν κατά τον χρόνο της τροποποίησης. Οι διατάξεις περί προστασίας δασών δεν εφαρμόζονται για την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου: α) επί ρυμοτομικών σχεδίων που εγκρίθηκαν για πρώτη φορά* μετά την ισχύ των διατάξεων του Ν. 998/1978 και β) επί κοινωφελών και κοινοχρήστων χώρων που προέκυψαν με τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου από χώρους για τους οποίους είχαν καθοριστεί συγκεκριμένοι όροι δόμησής τους.* Στις λοιπές ισχύει ο έλεγχος του δασικού χαρακτήρα.
* οι αλλαγές σημειώνονται ανωτέρω υπογραμμισμένες
Η διαδικασία τροποποίησης ρυμοτομικού σχεδίου για αυτοδίκαια άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης μετά από παρέλευση 20 χρόνων πρέπει να γίνεται με απλή αίτηση του ιδιοκτήτη χωρίς να υποβάλλεται σε κανένα έξοδο, αμοιβές ή εισφορά, όπως είχε γίνει με την ένταξη διπλανών οικοδομήσιμων οικοπέδων, που δεν επιβάρυναν καθόλου τους ιδιοκτήτες τους τότε. Μετά από δέσμευση τόσων πολλών χρόνων που κόστισε πολλά στον ιδιοκτήτη, δεν δικαιολογείται τουλάχιστον και άλλη οικονομική επιβάρυνση του, αλλά επιβάλλεται η άμεση εξίσωση του με τη μεταχείριση των διπλανών ιδιοκτητών.
Στο άρθρο 3 παρ. 7 α: «επί ρυμοτομικών σχεδίων που εγκρίθηκαν μετά την ισχύ των διατάξεων του ν.998/1979», να διευκρινιστεί ότι πρόκειται για εντάξεις στο Σχέδιο Πόλεως και όχι για τροποποιήσεις σχεδίου και στη β περίπτωση της ίδιας παραγράφου να διευκρινιστεί ότι πρόκειται για αρχικώς οικοδομήσιμους χώρους στους οποίους υπήρχε δυνατότητα οικοδόμησης με συγκεκριμένους, θεσμοθετημένους όρους δόμησης.
στην παράγραφο β. αναφέρεται ως προϋπόθεση η κατάθεση τοπογραφικού διαγράμματος κλίμακας 1:500 εξαρτημένου από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ.
Είναι γνωστό ότι τέτοια διαγράμματα έχουν δικαίωμα να υπογράφουν πολιτικοί μηχανικοί και τοπογράφοι ΑΕΙ και ΤΕΙ και μόνον.
Βεβαίως κάποτε θα πρέπει να απασχολήσει το Υπουργείο ότι μιλάμε για ρυμοτομία και πολεοδομία επί των οποίων οι ως άνω ειδικότητες δεν έχουν καμία απολύτως γνώση.
Μήπως είναι καιρός να τεθούν ορισμένα ζητήματα δικαιώματος υπογραφής ρυμοτομικών και πολεοδομικών μελετών αρχής γενομένης τώρα, αντί να παραδίδονται σε αδαείς;
πρόταση. να συμπληρωθεί το άρθρο ως εξής
«Το τοπογραφικό διάγραμμα κλίμακας 1:500 είναι εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ’87 και περιλαμβάνει αναλυτικά τα όρια του γεωτεμαχίου και του τμήματος, που βρίσκεται υπό ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση, και πρόταση τροποποίησης του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, προκειμένου το ακίνητο να καταστεί οικοδομήσιμο με επιβολή της συμψηφιζόμενης εισφοράς σε γη για τη δημιουργία κοινοχρήστου χώρου. Η πρόταση τροποποίησης υπογράφεται υποχρεωτικά από διπλωματούχο αρχιτέκτονα ή πολεοδόμο σχολής ΑΕΙ ή ισότιμης»
Η προβλεπόμενη αυτοδίκαια άρση της απαλλoτρίωσης μετά παρέλευση εικοσαετίας,είναι αντίθετη τόσο τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος,όσο και με τις κατά καιρούς εκδοθείσες αποφάσεις του ΣΤΕ.Το εν λόγω χρονικό όριο θα πρέπει να εναρμονιστεί με την δημιουργηθείσα απο το ΣΤΕ νομολογία.
Η διαδικασία τροποποίησης εξακολουθεί να είναι πολύ χρονοβόρα. Ειδικά στις περιπτώσεις άρσης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης με βασική προϋπόθεση την παρέλευση 20ετίας απ’την έγκριση του Ρυμοτομικού Σχεδίου. Από την κατάθεση της αίτησης του ιδιοκτήτη με τα στοιχεία που προβλέπονται , θα αρκούσε προθεσμία 1 ή 2 το πολύ μηνών, όπως είναι η προθεσμία προσφυγής του πολίτη, ή όσος ο χρόνος έκδοσης μιας οικοδομικής άδειας , για ολοκλήρωση της διαδικασίας του Δήμου ή του κατά περίπτωση αρμοδίου οργάνου για την απαλλοτρίωση φορέα για την αποδέσμευση. Χωρίς παράταση οποιασδήποτε μορφής , όπως πχ εκ νέου επιβολή ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης ή ο καθορισμός τιμής μονάδας. Ιδίως στις περιπτώσεις μακροχρόνιας δέσμευσης του ακινήτου, που σημαίνει ότι ο φορέας δεν το χρειάζεται.
Ακόμη περισσότερο αν είχε δεσμευθεί στην αρχική έγκριση.
Ανάλογος χρόνος φθάνει και για την τελική έγκριση της τροποποίησης από τον Περιφερειάρχη. Αφού είναι ήδη οριοθετημένο το ΟΤ.
Ακόμη κι αν χρειάζεται κατ’ εξαίρεση ο καθορισμός τιμής μονάδος εξωδίκως, θα αρκούσε η ίδια προθεσμία του 1 ή 2 μηνών απ’την υποβολή της αίτησης του ιδιοκτήτη, που θα τρέχει ταυτόχρονα, αφού μάλιστα αφορά εσωτερική διαδικασία του ιδίου φορέα. Και δεν μπορεί να απαιτείται αίτηση του συνόλου των ιδιοκτητών των διαφορετικών ακινήτων. Αφού έστω κι αν κάποιος με μικρή ιδιοκτησία δεν βρίσκεται θα μπλοκάρει όλη τη διαδικασία.
Ούτε πρέπει να μπει το όριο των 10 στεμμάτων, αφού αποδεικνύει το μέγεθος της μακροχρόνιας αδικίας στην ιδιοκτησία αυτή.
Σε κάθε περίπτωση προβλέπεται ειδική διαδικασία εξασφάλισης κοινόχρηστων χώρων, που πρέπει να επισπεύδεται όταν είναι αναγκαίο.
Οι υπερβολικές απαιτήσεις δεσμεύσεων και μάλιστα επανειλημμένων και καταχρηστικών σε βάρος κάποιας ιδιοκτησίας ξεπερνούν οποιαδήποτε θεμιτή πρόνοια του Σχεδίου Πόλεως να εξασφαλίσει με το στανιό χώρους σε βάρος της συγκεκριμένης ιδιοκτησίας. Που προφανώς δεν τους χρειάζεται επι τόσα πολλά χρόνια.
Φαίνεται ωραίο και λαϊκίστικο να δεσμεύονται ακίνητα, αλλά όχι χωρίς συγκεκριμένη ανάγκη και δυνατότητες αγοράς και αξιοποίησης από το δημόσιο και κυρίως με ζημιά των συγκεκριμένων ακινήτων. Ποιος αποζημιώνει τελικά τον ταλαίπωρο ιδιοκτήτη για τη μακροχρόνια δέσμευση, για την αξία της ιδιοκτησίας του και για τα πολλά έξοδα της διαδικασίας αποδέσμευσης; Πότε θα τελειώσει το μαρτύριό του;
Στο αρθρο 03 περιπτωση 1 λετε για αυτοδικαιη αρση υπο προυποθεσεις.Τουτο εχει νοημα οταν δεν χρειαζεται εκδοση δικαστικης αποφασης προκειμενου να πιστοποιηθει ας πουμε ο χρονος παρελευσης της 20 ετιας η 10 ετιας αναλογα γιατι τα διοικητικα δικαστηρια ειναι μια χρονοβορος διαδικασια και εμμεσως ακυρωνεται το πνευμα του νομου.Μετα απο τοσα χρονια αδυναμιας εκμεταλευσης της περιουσιας του πρεπει ο ιδιοκτητης να μπορει να την απολαυσει αμμεσα και οχι μετα απο χρονια.
Στην περιπτωση 14 λετε για επανελλειμενη επιβολη βαρους στην ιδιοκτησια.Παρακαλω να γινει σαφες γιατι υπαρχουν περιπτωσεις που εχει αρθει το βαρος με αποφασεις του 1950 και προσφατα επιβληθει νεο βαρος.
Πρεπει να ορισθουν σαφη ορια.Δηλαδη : Αν εχει υπαρξει οποτεδηποτε στο παρελθον αρση βαρους να μην δυναται εκ νεου φορεας να επιβαλλει νεο βαρος.
Επισης παρατηρειται το εξης φαινομενο.Οι Αρσεις ολοκληρωνονται και μετα οι Δημοι προβαινουν εκ νεου σε δεσμευση.Πρεπει να απαγορευτει αυτη η πρακτικη.Να μην μπορουν για μια εικοσαετια να προτεινουν αλλαγη.
Επισης ,επειδη οι διαδικασιες ωστε να καταστει το ακινητο οικοδομησιμο ξεπερνουν κατα πολυ τους μηνες που αναφερετε και πολλες φορες κρατουν χρονια πρεπει να προβλεφθει ποινη εις βαρους του αρμοδιου φορεα ανακλησης .Δεν αρκουν μονο τα χρονικα ορια.Εχω περιπτωσεις επανοικοδομησιμοτητας ακινητων που κρατουν 7 χρονια ….Προσκυναμε τους υπαλληλους να κανουν τη δουλεια τους.Αυτο ειναι απαραδεκτο.
Στην περιπτωση με αριθ.9 λετε για 1 ακινητο εντος του ιδιου Δημου.
Πελατης μου διαθετει 15 μικρες ιδιοκτησιες ομορες των 150 περιπου τ.μ. εντος του ιδιου Δημου ολες δεσμευμενες για κ.χ.
Πως θα το διαχειριστειτε αυτο ??
ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ είναι να επιτραπεί, διά κατάλληλης προσθήκης στην 1η παράγραφο, η μείωση των κοινοχρήστων χώρων σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, εάν ακυρωθεί με τελεσίδικη (ή έστω αμετάκλητη) δικαστική απόφαση η Πράξη Εφαρμογής ή ανακληθεί διοικητικά, είναι εν τοις πράγμασι ΑΔΥΝΑΤΗ η τακτοποίηση των ιδιοκτησιών χωρίς μείωση των κοινοχρήστων χώρων. Πραγματικό παράδειγμα από τη γειτονιά «Άνω Καμενίκια – Ιμαρέτ» του Δήμου Σερρών: Με το Σχέδιο Πόλης του 1986 ήταν δυνατή η πλήρης τακτοποίηση όλων των ιδιοκτησιών. Με μεταγενέστερη αναθεώρηση, χωρίς να γίνει ταυτόχρονη επέκταση των χωρικών ορίων του οικισμού, χαρακτηρίσθηκε μεγάλο οικόπεδο ως «πλατεία». Ως αποτέλεσμα, η Πράξη Εφαρμογής μείωσε υπέρμετρα ορισμένες ιδικτησίες όμορων ακινήτων (αφαίρεσε περισσότερα τμ από τα οφειλόμενα βάσει των υφισταμένων διατάξεων για εισφορά σε γη). Ένας από τους θιγόμενους ιδιοκτήτες δικαιώθηκε Δικαστικά (αμετάκλητη απόφαση του ΔΕφΘεσ) και ένας διοικητικά, με αποτέλεσμα να αναζητούνται προς τακτοποίησή τους εκτάσεις που ΔΕΝ υπάρχουν, λόγω του (νέου) κοινόχρηστου χώρου. Το υφιστάμενο καθεστώς ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΠΛΗΡΕΣ ΑΔΙΕΞΟΔΟ, μαθηματικό και νομικό. Με την προτεινόμενη ρύθμιση, στο ανωτέρω παράδειγμα θα είναι δυνατή η επάνοδος στο προηγούμενο καθεστώς, που πληρούσε τους όρους του νόμου.