1. Η Διεύθυνση Ενεργειακών Πολιτικών και Ενεργειακής Αποδοτικότητας της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΚΑ εκπονεί έκθεση, που υποβάλλεται από τη Γενική Γραμματεία Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΚΑ στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η οποία ακολουθεί το πλαίσιο που παρατίθεται στο άρθρο 25 παράρτημα V, καθορίζει καθεστώτα επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης ή/και άλλα μέτρα πολιτικής για την επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές και παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνουν την απαιτούμενη ποσότητα εξοικονόμησης, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των παραγράφων 2 και 3.
2. Η ποσότητα νέων εξοικονομήσεων ενέργειας που πραγματοποιείται ετησίως από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 ισοδυναμεί τουλάχιστον με το ενάμιση τοις εκατό (1,5%) των κατ’ όγκο ετήσιων πωλήσεων ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές όλων των διανομέων ενέργειας είτε όλων των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης ενέργειας, του μέσου όρου των τριών (3) τελευταίων ετών πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013.
3. Για τον υπολογισμό της παραπάνω ποσότητας και με την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύψει αποδεδειγμένα μείωση μεγαλύτερη από εικοσιπέντε τοις εκατό (25%) της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 2, είναι δυνατό:
α) να εξαιρούνται εν μέρει ή εν όλω οι κατ’ όγκον πωλήσεις ενέργειας που χρησιμοποιούνται στις μεταφορές,
β) να χρησιμοποιείται σταδιακή προσέγγιση για την ποσότητα νέων εξοικονομήσεων, χρησιμοποιώντας τιμές ένα τοις εκατό (1%) για τα έτη 2014 και 2015, ένα και εικοσιπέντε τοις εκατό (1,25%) για τα έτη 2016 και 2017 και ενάμιση τοις εκατό (1,5%) για τα έτη 2018, 2019 και το 2020,
γ) να εξαιρούνται από τον υπολογισμό το σύνολο ή μέρος των πωλήσεων ενέργειας, κατ’ όγκον, που χρησιμοποιείται σε βιομηχανικές δραστηριότητες απαριθμούμενες στο παράρτημα Ι της υπ΄ αριθμ. Η.Π. 54409/2632/2004 (1931 Β΄) «Σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/87/ΕΚ «σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου» του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2003 και άλλες διατάξεις.» κοινής υπουργικής απόφασης (οδηγία 2003/87/ΕΚ), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει,
δ) να προσμετρούνται οι εξοικονομήσεις ενέργειας που επιτυγχάνονται στους τομείς μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των αποδοτικών υποδομών τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των απαιτήσεων του άρθρου 14 παράγραφοι 5, 6 και 7 περίπτωση β) και του άρθρου 15 παράγραφοι 1 έως 13, 18 και 19,
ε) να προσμετράται η εξοικονόμηση ενέργειας που έχει επιτευχθεί και μπορεί με μετρήσιμα στοιχεία να επαληθευτεί, από μεμονωμένες νέες δράσεις που εφαρμόστηκαν από τις 31 Δεκεμβρίου 2008 και εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο το 2020.
4. Τα καθεστώτα επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης της παραγράφου 1 επιβάλλονται με αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια σε υπόχρεα μέρη μεταξύ των διανομέων ενέργειας ή/και των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης ενέργειας ή/και των διανομέων καυσίμων κίνησης ή των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης καυσίμων κίνησης, που λειτουργούν στην επικράτεια της χώρας. Το ποσό της εξοικονόμησης ενέργειας για την εκπλήρωση της υποχρέωσης επιτυγχάνεται από τα υπόχρεα μέρη σε τελικούς καταναλωτές οι οποίοι ορίζονται, κατά περίπτωση, ανεξάρτητα από τον υπολογισμό που γίνεται βάσει της παραγράφου 1 ή με πιστοποιημένες εξοικονομήσεις που απορρέουν από άλλα μέρη, όπως περιγράφεται στην περίπτωση β) της παραγράφου 7.
5. Η ποσότητα της εξοικονομούμενης ενέργειας που απαιτείται συνολικά καθώς και από κάθε υπόχρεο μέρος εκφράζεται ως κατανάλωση τελικής ενέργειας, με την εφαρμογή των συντελεστών μετατροπής που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράρτημα IV.
6. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζεται σύστημα μέτρησης, ελέγχου και επαλήθευσης των μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης που εφαρμόζουν τα υπόχρεα μέρη, με βάση το οποίο εξακριβώνεται τουλάχιστον ένα στατιστικά σημαντικό ποσοστό και αντιπροσωπευτικό δείγμα τους.
7. Στο πλαίσιο του καθεστώτος επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, είναι δυνατό:
α) να συμπεριλαμβάνονται στις υποχρεώσεις εξοικονόμησης ενέργειας που επιβάλλονται, απαιτήσεις με κοινωνικό σκοπό, όπως η κατά προτεραιότητα υλοποίηση μεριδίου μέτρων ενεργειακής απόδοσης σε νοικοκυριά που πλήττονται από ενεργειακή ένδεια ή στην κοινωνική κατοικία,
β) τα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν την πιστοποιημένη εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνουν οι επιχειρήσεις ενεργειακών υπηρεσιών ή άλλα τρίτα μέρη, περιλαμβανομένης της προώθησης μέτρων μέσω άλλων εγκεκριμένων από το κράτος φορέων ή μέσω δημόσιων αρχών, ανεξαρτήτως εάν σε αυτές συμμετέχουν επίσημες συμπράξεις ή όχι, τα οποία μπορούν να συνδυάζονται με άλλες πηγές χρηματοδότησης και υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται σαφής, διαφανής και ανοικτή σε όλους τους παράγοντες της αγοράς διαδικασία έγκρισης και η οποία αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση του κόστους πιστοποίησης,
γ) τα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτεύχθηκε σε ένα συγκεκριμένο έτος, σαν να είχε επιτευχθεί σε ένα από τα τέσσερα προηγούμενα ή τρία επόμενα έτη.
8. Η Διεύθυνση Ενεργειακών Πολιτικών και Ενεργειακής Αποδοτικότητας της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΚΑ δύναται να απαιτεί, μία φορά ετησίως, από τα υπόχρεα μέρη:
α) συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία σχετικά με τους τελικούς καταναλωτές τους (εντοπίζοντας τις σημαντικές μεταβολές σε σχέση με στοιχεία που υποβλήθηκαν προηγουμένως),
β) επίκαιρα στοιχεία για την κατανάλωση των τελικών καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των χαρακτηριστικών φορτίου, του διαχωρισμού πελατών και της γεωγραφικής θέσης των πελατών, τηρώντας παράλληλα την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των ευαίσθητων ιδιωτικών ή εμπορικών πληροφοριών, σύμφωνα με το ισχύον κοινοτικό δίκαιο.
9. Άπαξ ετησίως δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΚΑ η εξοικονόμηση ενέργειας κάθε υπόχρεου μέρους ή κάθε υποκατηγορίας υπόχρεου μέρους, καθώς και συνολικά στο πλαίσιο του καθεστώτος.
10. Εναλλακτικώς προς τη θέσπιση καθεστώτων επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, μπορούν να λαμβάνονται άλλα μέτρα πολιτικής για την επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές εφόσον αυτά τα μέτρα πολιτικής πληρούν τα κριτήρια των παραγράφων 12, 13, και 14. Η ετήσια ποσότητα της νέας εξοικονομούμενης ενέργειας που επιτυγχάνεται μέσω αυτής της προσέγγισης είναι ισοδύναμη με την ποσότητα της νέας εξοικονομούμενης ενέργειας που απαιτείται στις παραγράφους 1 και 2. Υπό την προϋπόθεση ότι διατηρείται η ισοδυναμία, τα καθεστώτα επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης μπορούν να συνδυάζονται με εναλλακτικά μέτρα πολιτικής, για παράδειγμα με εθνικά προγράμματα ενεργειακής απόδοσης.
11. Τα μέτρα πολιτικής που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 10 μπορούν να περιλαμβάνουν, χωρίς να περιορίζονται σε αυτά, τα παρακάτω ή συνδυασμούς τους:
α) φόρους στην ενέργεια ή στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2), οι οποίοι οδηγούν στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά την τελική χρήση,
β) καθεστώτα και μέσα χρηματοδότησης ή φορολογικά κίνητρα που οδηγούν στην εφαρμογή ενεργειακά αποδοτικής τεχνολογίας ή τεχνικών και έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά την τελική χρήση,
γ) κανονισμούς ή εθελοντικές συμφωνίες που οδηγούν στην εφαρμογή ενεργειακά αποδοτικής τεχνολογίας ή τεχνικών και έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά την τελική χρήση,
δ) πρότυπα και κανόνες που αποσκοπούν στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των προϊόντων και των υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των κτιρίων και των οχημάτων, εκτός των περιπτώσεων που είναι υποχρεωτικοί και ισχύουν βάσει του εθνικού ή κοινοτικού δικαίου,
ε) καθεστώτα ενεργειακής επισήμανσης, με την εξαίρεση όσων είναι υποχρεωτικά και ισχύουν βάσει του εθνικού ή κοινοτικού δικαίου,
στ) κατάρτιση και εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων συμβουλευτικών προγραμμάτων για ενεργειακά θέματα, που οδηγεί στην εφαρμογή ενεργειακά αποδοτικής τεχνολογίας ή τεχνικών και έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά την τελική χρήση.
12. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 13, τα κριτήρια (οι προδιαγραφές) για τα μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 11 και 17 έχουν ως εξής:
α) τα μέτρα πολιτικής προβλέπουν τουλάχιστον δύο (2) ενδιάμεσες περιόδους έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και οδηγούν στην επίτευξη των επιδιώξεων που τίθενται στην παράγραφο 1,
β) καθορίζεται η ευθύνη κάθε εξουσιοδοτηθέντος μέρους, συμμετέχοντος μέρους ή δημόσιας αρχής επιβολής, αναλόγως της περιπτώσεως,
γ) προσδιορίζεται με διαφάνεια η εξοικονόμηση ενέργειας που πρόκειται να επιτευχθεί,
δ) το ύψος της εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται ή που πρόκειται να επιτευχθεί από το μέτρο πολιτικής εκφράζεται ως κατανάλωση τελικής ενέργειας, χρησιμοποιώντας τους συντελεστές μετατροπής που ορίζονται στο άρθρο 25 παράρτημα IV,
ε) η εξοικονόμηση ενέργειας υπολογίζεται χρησιμοποιώντας τις μεθόδους και τις αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 25 παράρτημα V παράγραφοι 1 και 2,
στ) η εξοικονόμηση ενέργειας υπολογίζεται χρησιμοποιώντας τις μεθόδους και τις αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 25 παράρτημα V παράγραφος 3,
ζ) τα συμμετέχοντα μέρη εκπονούν ετήσια έκθεση για την επιτευχθείσα εξοικονόμηση ενέργειας, εκτός εάν αυτό δεν είναι εφικτό, και τη δημοσιοποιούν στην ιστοσελίδα τους,
η) εξασφαλίζεται η παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και εξετάζονται κατάλληλα μέτρα εάν η πρόοδος δεν είναι ικανοποιητική,
θ) καθιερώνεται σύστημα ελέγχου το οποίο περιλαμβάνει επίσης ανεξάρτητη επαλήθευση στατιστικά σημαντικού μέρους των μέτρων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, και
ι) δημοσιεύονται ετησίως στοιχεία για τις ανά έτος τάσεις της εξοικονόμησης ενέργειας στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΚΑ.
13. Οι φόροι που αναφέρονται στην περίπτωση α) της παραγράφου 11 συνάδουν προς τα κριτήρια που αναφέρονται στις περιπτώσεις α), β), γ), δ), στ), η) και ι) της παραγράφου 12. Οι κανονισμοί και οι εθελοντικές συμφωνίες που αναφέρονται στην περίπτωση γ) της παραγράφου 11 συνάδουν προς τα κριτήρια που αναφέρονται στις περιπτώσεις α), β), γ), δ), ε), ζ), η), θ) και ι) της παραγράφου 12.
14. Τα άλλα μέτρα πολιτικής που αναφέρονται στην παράγραφο 11 και η δυνατότητα της παραγράφου 17 οφείλουν να συνάδουν προς τα κριτήρια που αναφέρονται στις περιπτώσεις α), β), γ), δ), ε), η), θ) και ι) της παραγράφου 12.
15. Τα μέτρα πολιτικής πρέπει να πληρούν τα κριτήρια των παραγράφων 12, 13 και 14. Στην έκθεση της παραγράφου 1 καταδεικνύεται ο τρόπος που ικανοποιούνται τα κριτήρια της παραγράφου 12 για τα μέτρα πολιτικής των παραγράφων 11 και 17. Στην περίπτωση μέτρων πολιτικής διαφορετικών από τα παραπάνω, στην ίδια έκθεση εξηγείται με ποιο τρόπο επιτυγχάνεται ισότιμο επίπεδο εξοικονόμησης ενέργειας, παρακολούθησης και επαλήθευσης. Σε περίπτωση αλληλοεπικάλυψης του αντίκτυπου των μέτρων πολιτικής ή των επιμέρους δράσεων δεν θα μετράται διπλά η εξοικονόμηση ενέργειας.
16. Η εξοικονόμηση ενέργειας που απορρέει από τις παραγράφους 1, 2, 3, 11 και 17 υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράρτημα V παράγραφοι 1 και 2.
17. Είναι δυνατό τα υπόχρεα μέρη να υλοποιούν τις υποχρεώσεις τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συμβάλλοντας ετησίως στο Πράσινο Ταμείο με ποσό ισοδύναμο προς τις επενδύσεις που απαιτούνται για την υλοποίηση των υποχρεώσεων αυτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20.
Παράγραφος 2. Στις ιστορικές καταναλώσεις των τελικών καταναλωτών, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η ιδιοκαταναλισκόμενη ενέργεια από αυτοπαραγωγή, η οποία βέβαια αποτελεί στο σύνολό της εξοικονομούμενη ενέργεια όταν προέρχεται από απορριπτόμενη θερμότητα. Ωστόσο, δεν είναι σαφές στο σχέδιο νόμου ότι η ενέργεια αυτοπαραγωγής λαμβάνεται υπόψη.
Παράγραφος 3ε. Θεωρείται εύλογο να προστεθεί στις κατηγορίες εξοικονόμησης ενέργειας που προσμετρούνται και η παραγωγή ενέργειας από απορριπτόμενη ενέργεια, ανεξάρτητα από το πότε άρχισε να εφαρμόζεται η συγκεκριμένη δράση και ενώ εξακολουθεί να υφίσταται έως το 2020.
Παράγραφος 5. Σημαντικότερη συμβολή στην εξοικονόμηση ενεργειακών πόρων παίζει η εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας και όχι τελικής ενέργειας. Π.χ. αν κάποιος καταναλώνει ετησίως 100 MWh από πετρέλαιο και ηλεκτρική ενέργεια και μειώσει την κατανάλωσή του σε 90 MWh έχει εξοικονομήσει 10% τελικής ενέργειας και περίπου 10% της αντίστοιχης πρωτογενούς. Ωστόσο, αν ένας δεύτερος καταναλωτής καταναλώνει επίσης ετησίως 100 MWh από πετρέλαιο και ηλεκτρική ενέργεια και υποκαταστήσει τις 50 MWh από αιολική ενέργεια, ενώ εξακολουθεί να καταναλώνει συνολικά 100 MWh τελικής ενέργειας εντούτοις έχει εξοικονομήσει το 50% της πρωτογενούς ενέργειας που κατανάλωνε και σαφώς έχει συμβάλει αποτελεσματικότερα στην εξοικονόμηση ενεργειακών πόρων.
Παράγραφος 11.β. Στα μέτρα πολιτικής για την επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας και ειδικότερα για τα μέσα χρηματοδότησης ή φορολογικών κινήτρων θα πρέπει να εμπίπτει και η εκμετάλλευση απορριπτόμενης ενέργειας
Στην παράγραφο 6 του προκείμενου άρθρου η τύχη του υποχρεωτικού με βάση την οδηγία 2012/27/ΕΕ συστήματος μέτρησης της απόδοσης των μέτρων βελτίωσης ενεργειακής απόδοσης αφήνεται στην ανεπίδεκτη διαβούλευσης εκκρεμούσα υπουργική απόφαση.
Παράγραφος 2
ΣΧΟΛΙΟ: Το πνεύμα της οδηγίας είναι η παρότρυνση προς τους μεγάλους ηλεκτροπαραγωγούς που ιδιαίτερα όταν ανήκουν στην εμπορία ρύπων να παρέχουν κίνητρα μείωσης της κατανάλωσης βασισμένα στον εξής κανόνα: 1,5% μείωση κατ’ όγκον στην τελική κατανάλωση σημαίνει κατ ελάχιστον 3% μείωση στην παραγωγή. Ο μεγαλύτερος ηλεκτροπαραγωγός στη χώρα μας μέχρι σήμερα, αγνοεί πεισματικτικά και επιδεικτικά την υποχρέωση αυτή, υπακύπτοντας σε εσωτερικά συνδικαλιστικά κελεύσματα, εφόσον δεν υπάρχει μηχανισμός να τον ελέγχει. Όλοι δε οι υπόλοιποι μεγάλοι ηλεκτροπαραγωγοί αρέσκονται αγνοούν την υποχρέωση αυτή και εθίζονται μη ελεγχόμενοι να υιοθετούν την λογική του επιδοτούμενου παραγωγού.
Παράγραφος 3β
ΣΧΟΛΙΟ: Αν παρ’ επιπτόντως βασιστούμε στο υπολογισμό του επί τοις εκατό % για την ποσότητα των εξοικονομήσεων στην κατ’ όγκον προσέγγιση, χωρίς να την συναρτήσουμε με το ΑΕΠ σε μία λογική baseline, θα βρεθούμε στα αμέσως επόμενα έτη στην δυσάρεστη κατάσταση, να έχουμε ενδεχομένως παραγματικές εξοικονομήσεις, αλλά να είναι αδύνατον να τις ποσοτικοποιήσουμε με την κατ’ όγκον προσέγγιση, αφού η μόνη τάση που θα έχει και πρέπει να έχει το ΑΕΠ είναι η ανοδική (αν τουλάχιστον θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα υπάρχουμε ως κράτος), επειδή η αύξηση του ΑΕΠ νομοτελειακά θα φέρει κατ’ ‘ογκον αύξηση της κατανάλωσης.
Παράγραφος 6
ΣΧΟΛΙΑ: 1) Δεν διευκρινίζεται το πότε
2) Στην Υ.Α. Δ6_29826 (ΦΕΚ 3254_Β_30.12.2011) υπάρχουν πολλές ασάφειες σχετικά με τις υπηρεσίες που επιβάλλονται να παρέχουν τα υπόχρεα μέρη, οπότε χρειάζεται επικαιροποίηση με βάση και τα νέα δεδομένα
3) Στην Υ.Α. Δ6_13280 (ΦΕΚ 1228_Β_14.06.2011) δεν γίνεται σαφής διάκριση των ενεργειακών υπηρεσιών, με αποτέλεσμα να συγχέονται και να λαμβάνονται ακόμα και σήμερα ως ενεργειακοί σύμβουλοι οι απλοί μεταπωλητές ρεύματος, οπότε χρειάζεται επικαιροποίηση με βάση και τα νέα δεδομένα
Παράγραφος 8
ΣΧΟΛΙΟ: Αν είχε λειτουργήσει το τριπλό μητρώο του Ν.3855/2010 (Ηλεκτροπαραγωγών & Παρόχων, εταιρειών ΕΕΥ και Ενεργειακών ελεγκτών, θα ήταν και εύκολες γενικά οι εκτιμήσεις. Ωστόσο μέχρι το 2013 δεν είχε ανοίξει κανένα μητρώο, γιατί υπήρχε η άποψη ότι θα λειτουργήσει σαν το μητρώο των εγκαταστατών φωτοβολταικών του ΚΑΠΕ. Πάντως μέχρι και σήμερα δεν έχουν ελεγχθεί οι δικλίδες Ν.3855/2010 περί ΕΕΥ, ενώ ιδιαίτερα για τις ΕΕΥ που θα συμβάλονται με το δημόσιο χρειάζονται επιπλέον προαπαιτούμενα.
Παράγραφος 8β
ΣΧΟΛΙΟ ως προς την εμπιστευτικότητα: Δύσκολα μία πολυεθνική εταιρεία προτείθεται να δώσει τα στοιχεία της, γιατί απλούστατα ο δείκτης της καταναλωθέισας ενεργειας ανά παραγώμενο προιόν αποτελεί know how.
Στα μέτρα πολιτικής οι κατευθύνσεις που δίνονται από το εν λόγω άρθρο είναι εξαιρετικά αόριστες και παραπέμπουν σε μέλλον.
Δεν υπάρχει καμία αναφορά σε συγκεκριμένα μέτρα – κίνητρα που να μπορούν να προσδώσουν προστιθέμενη αξία στην πολιτική, τα οποία εξάλλουν αναφέρονται ενδεικτικά στην σχετική Οδηγία, όχι βεβαίως για να επαναληφθούν copy paste αλλά να έχουν τύχει επεξεργασίας και να έχουν ληφθεί οι αναγκαίες αποφάσεις μετά από διαβούλευση και συναίνεση με όλους τους εμπλεκόμενους.
Έτσι, δεν γίνεται καμία αναφορά σε φόρους στην ενέργεια ή στις εκπομπές CO 2 για όσυς υπερκαταναλώνουν ή δεν λλαμβάνουν μέτρα ενεργειακής απόδοσης (π.χ. μεγάλες κτιριακές μονάδες, βιομηχανία, ΔΕΗ, κλπ.) ώστε να διευκολύνουν και να οδηγούν στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά την τελική χρήση, την ίδια στιγμή που το Δικαίωμα Αγοράς Ρύπων εξακολουθεί να το πληρώνει ο καταναλωτής, δεν υπάρχουν επίσης προτάσεις για μέσα χρηματοδότησης ή φορολογικά κίνητρα που να οδηγούν στην εφαρμογή ενεργειακά αποδοτικής τεχνολογίας ή τεχνικών και έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά την τελική χρήση.
Η κατεύθυνση που δίνεται για Εθελοντικές Συμφωνίες είναι ορθή, αλλά δεν αρκεί για να αποδώσει. Και σε αυτή την περίπτωση απαιτούνται συγκεκριμένα κίνητρα (θεσμικά, διοικητικά ή και οικονομικά).
Παράλληλα εάν δεν υπάρξουν θεσμοθετημένα Πρότυπα και κανόνες για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες και καθεστώτα ενεργειακής επισήμανσης δεν είναι δυνατό να αναμένουμε ουσιαστική εκκίνηση ούτε των εθελοντικών συμφωνιών, καθώς θα διαωνίζονται οι στρεβλώσεις στην αγορά και θα ευνοούνται οι γνωστές πρακτικές των επιτήδιων.
Τέλος, απαιτείται συστηματική κατάρτιση και εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων συμβουλευτικών προγραμμάτων για ενεργειακά θέματα.