1. Τα Υπουργεία και οι Ανεξάρτητες Αρχές αγοράζουν προϊόντα, υπηρεσίες και κτίρια υψηλής ενεργειακής απόδοσης, εφόσον αυτό συνάδει προς την οικονομική αποδοτικότητα, την οικονομική σκοπιμότητα, τη γενικότερη βιωσιμότητα, την τεχνική καταλληλότητα, καθώς και τον επαρκή ανταγωνισμό, σύμφωνα με το άρθρο 25, παράρτημα ΙΙΙ. Η υποχρέωση αυτή ισχύει για τις συμβάσεις αγοράς προϊόντων, υπηρεσιών και κτιρίων από δημόσιους φορείς, εφόσον η εκτιμώμενη αξία εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) είναι ίση προς ή ανώτερη από τα όρια που ορίζονται στο άρθρο 6 του π.δ. 60/2007 (64 Α΄), ως εκάστοτε ισχύουν.
2. Η υποχρέωση της παραγράφου 1 εφαρμόζεται στις συμβάσεις των ενόπλων δυνάμεων, μόνο στον βαθμό που η εφαρμογή της δεν συγκρούεται με τον χαρακτήρα και την πρωταρχική επιδίωξη των δραστηριοτήτων των ενόπλων δυνάμεων. Η υποχρέωση δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις προμήθειας στρατιωτικού εξοπλισμού όπως ορίζεται στο ν. 3978/2011 (137 Α΄) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Υπηρεσιών και Προμηθειών στους τομείς της `Άμυνας και της Ασφάλειας – Εναρμόνιση με την Οδηγία 2009/81/ΕΚ – Ρύθμιση θεμάτων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας.» (Οδηγία 2009/81/ΕΚ), σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας.
3. Οι υπόλοιποι δημόσιοι φορείς της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, πλην των περιπτώσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, δύνανται αφού λάβουν δεόντως υπόψη τις εκατέρωθεν αρμοδιότητες και τη διοικητική διάρθρωση και ακολουθώντας τον υποδειγματικό ρόλο των Υπουργείων και των Ανεξάρτητων Αρχών, να αγοράζουν μόνο προϊόντα, υπηρεσίες και κτίρια υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας, του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ορίζονται οι σχετικές προϋποθέσεις και λοιποί όροι εφαρμογής.
Οι δημόσιοι φορείς της παρούσας παραγράφου δύνανται, κατά τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών με σημαντικό ενεργειακό περιεχόμενο, να εκτιμούν κατά πόσον υπάρχει δυνατότητα σύναψης μακροχρόνιων συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης, οι οποίες επιφέρουν μακροπρόθεσμη εξοικονόμηση ενέργειας. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί να ορίζονται οι σχετικές προϋποθέσεις και λοιποί όροι εφαρμογής
4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, κατά την αγορά δέσμης προϊόντων η οποία καλύπτεται στο σύνολό της από το άρθρο 11 της υπ΄ αριθμ. 12400/1108 (2301 Β΄) «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στην Οδηγία 2010/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω της επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με αυτά» κοινής υπουργικής απόφασης, οι δημόσιοι φορείς κατά την έννοια της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, μπορούν να διατυπώνουν την απαίτηση ώστε η συγκεντρωτική ενεργειακή απόδοση να έχει προτεραιότητα έναντι της ενεργειακής απόδοσης επιμέρους προϊόντων στο πλαίσιο της ίδιας δέσμης, αγοράζοντας τη δέσμη προϊόντων που πληροί το κριτήριο της ανώτερης κατηγορίας ενεργειακής απόδοσης.
Η υποχρέωση της παρ. 1 ορθώς δεν πρέπει να είναι υποχρεωτική στην προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού θα πρέπει όμως να εξετάζεται με ιδιαίτερη και προκαθορισμένη βαρύτητα. Έτσι δεν θα επιλεγεί άρμα μάχης με βάση την ενεργειακή απόδοση του αλλά θα πρέπει, αυτή, να τεθεί ως κριτήριο επιλογής με καθορισμένη βαρύτητα.
Μάλλον έχει παραμεληθεί η υποχρέωση για κτήρια μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης (νέα) και όχι απλώς υψηλής ενεργειακής απόδοσης.
Στην παράγραφο 4 του άρθρου προβλέπεται η ευέλικτη επιλογή των μέτρων βελτίωσης ενεργειακής απόδοσης.
Αυτό σημαίνει ότι εύκολα μπορεί να διαμορφωθούν κλαδικές τάσεις και προτιμήσεις στην εφαρμογή μέτρων υψηλότερης ενεργειακής απόδοσης στον έναν κλάδο (έστω π.χ. θερμομόνωσης) έναντι ενός άλλου κλάδου (έστω π.χ. φωτισμού) με αποτέλεσμα κλαδικές υστερήσεις, οι οποίες όμως προνοητικά αντισταθμίζονται από την ελάχιστη απαίτηση εφαρμογής της οδηγίας 30/2010/ΕΕ.
Με αυτό το σκεπτικό έχει ιδιαίτερη σημασία να αξιολογηθεί με ρεαλισμό η δυνατότητα ή αδυναμία των υφιστάμενων μηχανισμών επιτήρησης της αγοράς να ελέγξουν και να εμποδίσουν την εισαγωγή και
κυκλοφορία στην αγορά προϊόντων (και ιδιαίτερα φωτεινών πηγών & φωτιστικών LED) που δεν πληρούν τα κριτήρια συμμόρφωσης με την οδηγία 30/2012/ΕΕ καθώς η παράβαση της τελευταίας επάγει συνακόλουθα και παράβαση της υπό εναρμόνιση οδηγίας 2012/27/ΕΕ.
Το προκείμενο άρθρο 7 περιορίζεται στην μεταφρασμένη αναδημοσίευση του άρθρου 6 της οδηγίας 27/2012/ΕΕ χωρίς να επιχειρεί έστω ακροθιγώς συγκεκριμένες προτάσεις εναρμόνισης.