- Η χρήση της βοσκής εντός των εκτάσεων που προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία είναι ελεύθερη, σύμφωνα με την παράγραφο 2, εφόσον δεν επηρεάζεται αρνητικά η φυσική ισορροπία και αειφορία, καθώς και οι παραγωγικές, προστατευτικές, υδρονομικές, αισθητικές και λοιπές λειτουργίες των οικοσυστημάτων που συγκροτεί η φυόμενη στις ανωτέρω εκτάσεις βλάστηση, η προστασία και διαχείριση των οποίων διέπεται από τις κείμενες για κάθε κατηγορία των ανωτέρω εκτάσεων διατάξεις.
Η βοσκή εντός των ανωτέρω εκτάσεων, στις οποίες αυτή δεν έχει απαγορευθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, ασκείται επί τη βάσει διαχειριστικού σχεδίου βόσκησης της περιοχής, το οποίο καταρτίζεται με μέριμνα του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Με τα διαχειριστικά σχέδια ρυθμίζονται οι όροι χρήσης των εν λόγω εκτάσεων για βόσκηση σύμφωνα με τις υφιστάμενες και τις προκύπτουσες, συμβατές με τη βοσκή, παράλληλες χρήσεις, καθώς και τη βοσκοϊκανότητα της κάθε περιοχής και διασφαλίζεται η αειφόρος διαχείριση των βοσκήσιμων γαιών προς εξυπηρέτηση της σκοπούσας χρήσης, χωρίς να παρεμποδίζεται η χρήση της βοσκής. Πρόχειρα καταλύματα ζώων, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 4056/2012 (Α΄52) και ποτίστρες ζώων, τα οποία προβλέπονται από τα διαχειριστικά σχέδια για την εξυπηρέτηση της λειτουργίας των βοσκήσιμων γαιών και την καλύτερη διαβίωση των ζώων είναι επιτρεπτά. Ο Υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορεί να αναθέτει τη σύνταξη διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης στις Περιφέρειες της Χώρας με προγραμματική σύμβαση η οποία συνάπτεται με την οικεία Περιφέρεια και το περιφερειακό ταμείο. Τα διαχειριστικά σχέδια εγκρίνονται με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μετά από εισήγηση του προϊσταμένου του αρμόδιου Δασαρχείου ή της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών, απουσία Δασαρχείου, ή του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Αγροτικών Υποθέσεων της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, αν πρόκειται για βοσκήσιμες γαίες ακινήτων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 4061/2012 (Α΄66).
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα Στο "Άρθρο 03: Διαχειριστικά σχέδια βόσκησης"
#1 Σχόλιο Από ΝΙΚΟΣ ΠΑΛΗΧΩΡΙΤΗΣ Στις 30 Μάιος, 2015 @ 12:00
Υπάρχουν προδιαγραφές του έτους 1970 ή 1971 νομίζω, για την διαχείριση και βελτίωση των βοσκοτόπων, με απόφαση για τον καθορισμό της αμοιβής της μελέτης. Αυτές καταργούνται;;; Αν ισχύσουν οι τελευταίες προδιαγραφές για την σύνταξη των σχεδίων βοσκοτόπων, με ποιό τιμολόγιο θα καθορίζονται οι αμοιβές των μελετών;;;;;;; Μήπως χρειάζεται οι μελέτες να ανατεθούν στα κατά τόπους Δασαρχεία, με μέση κατ’ αποκοπή τιμή μελέτης περίπου π.χ. 30.000-40.000 € και με εφαρμογή του Π.Δ. 437/81 να γίνονται με πρόχειρο διαγωνισμό σε μελετητές με όρους συμμετοχής στον Διαγωνισμό;;;
Ετσι τι κερδίζουμε;;; κερδίζουμε χρόνο, διαφάνεια, ανταγωνισμό, και οικονομικές προσφορές σε όφελος της δαπάνης των μελετών. Αν οι μελέτες γίνουν συγκεντρωτικά, θα τις αναλάβουν μεγάλα γραφεία και οι μεσαίοι και ακόμα χειρότερα οι μικροί μελετητές θα μείνουν εκτός αυτής της αγοράς εργασίας. Πρέπει να σκεφτούμε πολλούς παράγοντες και γρήγορα. Ο χρόνος για τα βοσκοτόπια έχει παρέλθει προ πολλού.
#2 Σχόλιο Από Αντώνιος Β. Καπετάνιος Στις 3 Ιούνιος, 2015 @ 08:03
Υπάρχουν ζητήματα εφαρμογής των διατάξεων αυτών. Ένα κρίσιμο ζήτημα που τίθεται είναι ότι τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης αφορούν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, το σύνολο των εκτάσεων που προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία, για τις οποίες δεν υπάρχουν ειδικότερες απαγορεύσεις. Όμως ο ορισμός των «βοσκήσιμων εκτάσεων» του άρθρου 1, που βάσει αυτού καθορίζεται η δυνατότητα της βόσκησης εκτάσεων («για τις ανάγκες του παρόντος νόμου…» αναγράφεται στο άρθρο 1), αποκλείει εκτάσεις που σύμφωνα με τη δασική νομοθεσία μπορούν να βοσκηθούν (τα δάση). Εδώ περιτράνως ανακύπτει το ζήτημα της ορθολογικής διαχείρισης του δασικού χώρου σε σχέση με τη βόσκηση, το οποίο η δασική νομοθεσία μόνο μπορεί να το αντιμετωπίσει (όπως στην παρατήρησή μας στο άρθρο 1 σημειώσαμε). Και τούτο διότι, εκτάσεις που σύμφωνα με τη δασική νομοθεσία δύνανται να βοσκηθούν, όπως τα δάση, δεν περιλαμβάνονται στον ορισμό των «βοσκήσιμων εκτάσεων», γιατί το απαγορεύει η ΚΑΠ, και κανονικά δεν συντάσσονται διαχειριστικά σχέδια γι’ αυτές. Εάν είναι άλλη η πρόθεση του νομοθέτη πρέπει ν’ αποσαφηνιστεί –πάντως αναδεικνύεται το πρόβλημα στην εν λόγω διαχείριση, λόγω ακριβώς της απόσπασης του αντικειμένου από τη δασική νομοθεσία.
Επιπρόσθετα, δεν προκύπτει από ποιον αρμόδιο φορέα συντάσσονται τα διαχειριστικά σχέδια. Αναφέρεται μόνο στην παράγραφο 2 ότι ο Υπουργός «μπορεί να αναθέτει…» τη σύνταξη των σχεδίων με προγραμματική σύμβαση. Αν δε γίνει αυτή η ενέργεια, ποιος τα συντάσσει;
Επίσης, πρόβλημα ανακύπτει με τη διατύπωση στην παράγραφο 2, «συμβατές με τη βοσκή» χρήσεις, που περιλαμβάνονται στα διαχειριστικά σχέδια. Με τη διατύπωση αυτή ανάγεται σε κύρια και κυρίαρχη χρήση στο φυσικό χώρο η βοσκή, με τις υπόλοιπες να επιτρέπονται μόνο εάν είναι συμβατές με αυτήν. Τούτο είναι αντιεπιστημονικό, καταφανώς λανθασμένο, αφού δεν είναι δυνατό μία συγκεκριμένη χρήση στο φυσικό χώρο να καθορίζει τον τρόπο διαχείρισής του, δεσμεύοντας τεράστιες επιφάνειες του χώρου αυτού –εάν, π.χ., μία έκταση επιθυμείτο να αναδασωθεί, δε θα μπορούσε ως μη συμβατή με τη βόσκηση;
Ακόμα, αναφέρεται στην παράγραφο 2 η δημιουργία πρόχειρων καταλυμάτων ζώων, όμως η δημιουργία τούτων απαιτεί την έγκριση επέμβασης του Έκτου Κεφαλαίου του νόμου 998/1979 όπως ισχύει, και δε μπορούν αυτά να καταστούν «επιτρεπτά έργα» σύμφωνα με το διαχειριστικό σχέδιο.
#3 Σχόλιο Από Απόστολος Κυριαζόπουλος Στις 7 Ιούνιος, 2015 @ 22:47
Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο πως ορθολογική διαχείριση της βόσκησης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί απουσία διαχειριστικών σχεδίων. Η καινοτομία του νομοσχεδίου να ορίσει καταληκτική ημερομηνία για κατάρτιση των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης κινείται σε θετική κατεύθυνση. Δυστυχώς όμως, πουθενά στο νομοσχέδιο δεν προβλέπεται η διάρκεια ισχύος των οριστικών διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης. Η διαχείριση είναι μία δυναμική διαδικασία και συνεπώς τα σχέδια διαχείρισης δεν μπορεί να ισχύουν επ’ άπειρον. Αυτό αντιβαίνει στις στοιχειώδεις αρχές της διαχείρισης φυσικών οικοσυστημάτων. Οι διαχειριστικές μελέτες δασών έχουν δεκαετή ισχύ, όμως καθώς τα λιβαδικά οικοσυστήματα εξελίσσονται πιο γρήγορα από ότι τα δάση, προτείνεται τα σχέδια διαχείρισης της βόσκησης να έχουν πενταετή ισχύ. Ακόμη, η κατάρτιση των οριστικών διαχειριστικών σχεδίων θα πρέπει να γίνεται ανά ΟΤΑ.
Απόστολος Κυριαζόπουλος
Επίκουρος Καθηγητής ΔΠΘ
«Διαχείριση και Βελτίωση Λιβαδιών – Δασολιβαδικά Συστήματα»
#4 Σχόλιο Από ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΕΩΠΟΝΩΝ ΛΑΚΩΝΙΑΣ Στις 8 Ιούνιος, 2015 @ 07:59
Δεν γίνεται καμία αναφορά για τα προσωρινά σχεδία βόσκησης ενώ σαφέστατα αυτά αναφέρονται στην εισηγητική έκθεση του Σχεδίου Νόμου.
Επίσης αναφέρεται ότι εντός των βοσκήσιμων γαιών είναι επιτρεπτά πρόχειρα καταλύματα ζώων, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 4056/2012 (Α΄52) και ποτίστρες ζώων. Για την αποφυγή συγχύσεων, πρέπει να προστεθεί ότι είναι επιτρεπτές και όλες οι παραχωρήσεις σύμφωνα με την δασική νομοθεσία, για κτηνοτροφική εκμετάλλευση (άρθρο 47Α του Ν. 998/1979), αλλά και η νομιμοποίηση υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων σύμφωνα με το αρ. 52 παρ. 7 του Ν. 4280/2014 για όλες τις κατηγορίες του άρθρου 2 του Ν. 4056/2012 (πρόχειρα καταλύματα, εγκαταστάσεις εγκεκριμένου τύπου με σκελετό θερμοκηπίου, εγκαταστάσεις εγκεκριμένων προτύπων κατασκευής, εγκαταστάσεις για τις οποίες απαιτείται οικοδομική άδεια).
Επίσης αναφέρεται ότι τα διαχειριστικά σχέδια εγκρίνονται «μετά από εισήγηση του προϊσταμένου του αρμόδιου Δασαρχείου ή της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών, απουσία Δασαρχείου, ή του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Αγροτικών Υποθέσεων της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, αν πρόκειται για βοσκήσιμες γαίες ακινήτων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 4061/2012 (Α΄66)».
Σύμφωνα με τον Καν (ΕΕ) 1307/2013 (αρ. 4 , παρ. 1) οι βοσκήσιμες γαίες αποτελούν «γεωργικές εκτάσεις». Επίσης, σύμφωνα με την βιβλιογραφία, τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης, αποτελούν «σχέδια διαχείρισης της κτηνοτροφίας» (ενδεικτικά: Τσουγκράκης Γ., Παπαναστάσης Β., Υφαντής Γ., 2006, «Προδιαγραφές μελετών διαχείρισης της βόσκησης σε προστατευόμενες περιοχές» ΑΠΘ, ΕΟΕ).
Αλλά και πέρα από τα παραπάνω είναι και πασιφανής η αναγκαιότητα, οι αρμόδιες γεωπονικές υπηρεσίες (Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής) των κατά τόπους Περιφερειακών Ενοτήτων, να εισηγούνται σε όλες τις περιπτώσεις διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης είτε πρόκειται για «δασικές» εκτάσεις είτε πρόκειται για ακίνητα της παρ. 1 του αρ. 1 του Ν. 4061/2012.
Οι Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) είναι οι μόνες που έχουν πλήρη γνώση των συνθηκών της γεωργίας – κτηνοτροφίας – μελισσοκομίας στην περιοχή αρμοδιότητας τους με πρόσβαση σε όλα τα μητρώα.
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΕΩΠΟΝΩΝ ΛΑΚΩΝΙΑΣ
#5 Σχόλιο Από Ηλίας Κυριακόπουλος Στις 8 Ιούνιος, 2015 @ 08:52
1.Η φράση «…. το οποίο καταρτίζεται με μέριμνα του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας», δημιουργεί κάποια ασάφεια, αν δηλαδή εννοεί ότι το Υπουργείο θα καταρτίζει διαχειριστικά σχέδια. Αν όχι, είναι καλύτερο ερμηνευτικά να απαλειφθεί.
2. Ομοίως, η φράση «…. μπορεί να αναθέτει την σύνταξη….. στις Περιφέρειες της χώρας με προγραμματική σύμβαση….» δημιουργεί ασάφεια σχετικά με τις περιπτώσεις που δεν υπάρξει συμφωνία, ποιος δηλαδή θα συντάσσει το διαχειριστικό σχέδιο.
3. Οι δημοτικές και ιδιωτικές βοσκήσιμες γαίες, που θα περιλαμβάνονται στα διαχειριστικά σχέδια, θα εγκρίνονται και από ποιο όργανο, δεδομένου ότι στο άρθρο ορίζεται το όργανο για την έγκριση των δασικών εκτάσεων και των εκτάσεων του ν. 4061/2012, δηλαδή τις δημόσιες εν γένει εκτάσεις, αρμόδιο όργανο για την έγκριση είναι ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
#6 Σχόλιο Από Γιωργος Τομαδακης Στις 9 Ιούνιος, 2015 @ 20:11
Οι νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν σημασία μόνο όταν οι εμπλεκόμενοι σκοπεύουν να της τηρήσουν. Ας μην ξεχνάμε ότι από τον Μάιο του 2014 τόσο οι κτηνοτροφικές οργανώσεις όσο και οι περιφέρειες είχαν άπλετο χρόνο να ετοιμάσουν διαχειριστικά σχέδια βόσκησης, ως όφειλαν εκ του νόμου (4264/14 και 4280/14) . Η παρέλευση της προσθεσμίας της 15ης Μαΐου δείχνει ότι δεν είναι στις προθέσεις κανενός (ούτε του υπουργείου) να αντιμετωπίσουν τα δύο ουσιώδη ζητήματα που είναι η λειτουργία του ΟΣΔΕ και η ρύθμιση της βοσκής εντός του πλαισίου που τίθεται από τη δασική νομοθεσία και το άρθρο 24 του συντάγματος. Το αντίθετο αναπαράγεται η αυτοκαταστροφική κουτοπονηριά βάσει της οποίας γνώμονας του Υπουργείου –ανεξαρτήτως πολιτικής ηγεσίας- είναι να παρακάμψει το Σύνταγμα (και τη νομολογία του ΣτΕ) και να κοροϊδέψει τους κουτόφραγκους που πληρώνουν τις επιδοτήσεις.
Δυστυχώς, πρόκειται για την ίδια λογική που έχει οδηγήσει στην καταστροφή της χώρας.
#7 Σχόλιο Από Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρία Στις 9 Ιούνιος, 2015 @ 23:15
Για λόγους σαφήνειας, δέον είναι οι αναφορές στα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης να είναι ξεκάθαρες ως προς το αν αφορούν τα προσωρινά ή τα οριστικά σχέδια. Επίσης, πουθενά δεν προβλέπεται η διάρκεια ισχύος των οριστικών διαχειριστικών σχεδίων. Προτείνουμε να είναι πενταετή για να υπάρχει δυνατότητα αναθεώρησης κάποιων δεδομένων (π.χ. σχετικά με τη χρήση από κτηνοτρόφους με έδρα στον τοπικό Δήμο).
#8 Σχόλιο Από ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΕΩΠΟΝΩΝ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ Στις 10 Ιούνιος, 2015 @ 09:29
Άρθρο 3: Διαχειριστικά σχέδια βόσκησης
Η διαδικασία παραχώρησης δασικών εκτάσεων για την δημιουργία σταβλικών εγκαταστάσεων είναι καθορισμένη. Η αναφορά σε πρόχειρα καταλύματα στον συγκεκριμένο νόμο δεν προσφέρει κάτι και πρέπει να αφαιρεθεί γιατί δημιουργεί δυνατότητες παρερμηνείας.
Στην περίπτωση που ο νομοθέτης θα ήθελε να καθορίσει το τι είναι επιτρεπτό και τι όχι στις βοσκήσιμες γαίες θα έπρεπε να υπάρχει ξεχωριστό άρθρο στο οποίο και θα έπρεπε να υπάρχει αναλυτική αναφορά των επιτρεπόμενων και τον μη επιτρεπόμενων έργων και ενεργειών.
Στο άρθρο αναφέρεται ότι η αρμοδιότητα για την σύνταξη των μελετών μπορεί να παραχωρηθεί στις περιφέρειες ύστερα από προγραμματική σύμβαση. Με ποιους όρους, από ποίους και με ποιες διαδικασίες θα πραγματοποιηθούν οι μελέτες? Μήπως καταλήξουμε πάλι να γίνουν μελέτες με την μέθοδο της αντιγραφής ή οποίες θα είναι πανομοιότυπες για όλη την Ελλάδα και δεν θα λαμβάνουν υπόψη την πραγματικότητα της περιοχής?
Στον κανονισμό ΚΑΝ. (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 αναφέρεται ότι «ως «γεωργική έκταση» νοείται οποιαδήποτε έκταση αρόσιμης γης, μόνιμων βοσκοτόπων και μόνιμων λειμώνων, ή μόνιμων καλλιεργειών». Επιπλέον η σύνταξη των διαχειριστικών σχεδίων επί της ουσίας αφορά την λειτουργία των κτηνοτροφικών μονάδων. Είναι δεδομένη η αναγκαιότητα η αρμοδιότητα ή η συναρμοδιότητα στην έγκριση των διαχειριστικών σχεδίων να συμμετέχουν οι αρμόδιες υπηρεσίες (ΔΑΟΚ) καθώς και το ΓΕΩΤΕΕ σαν θεσμικά κατοχυρωμένος σύμβουλος του Κράτους (υποβοηθούμενο από τους τοπικά παραρτήματα ή τους συλλόγους Γεωπόνων)
Η ιδιωτικές βοσκήσιμες γαίες θα συμπεριλαμβάνονται στα διαχειριστικά σχέδια ή θα αποτελούν αυτοτελή τμήματα τα οποία θα εντάσσονται απλά στην δημιουργούμενη βάση δεδομένων. Με ποια διαδικασία θα εγκρίνονται τα διαχειριστικά σχέδια για αυτές τις εκτάσεις, ποιος θα έχει δυνατότητα σύνταξης (σε αντιστοιχία με τις δημόσιες) και από ποιόν θα θεωρούνται?
#9 Σχόλιο Από Νίκος Χλύκας, Δασολόγος – Περιβαλλοντολόγος Στις 10 Ιούνιος, 2015 @ 10:13
Κείμενες διατάξεις: να προστεθεί «της δασικής νομοθεσίας»
#10 Σχόλιο Από WWF Ελλάς Στις 10 Ιούνιος, 2015 @ 11:34
Το διαχειριστικό σχέδιο βόσκησης ρυθμίζει όρους χρήσης «των εν λόγω εκτάσεων για βόσκηση, σύμφωνα με τις υφιστάμενες και τις προκύπτουσες, συμβατές με τη βοσκή, παράλληλες χρήσεις καθώς και τη βοσκοϊκανότητα της κάθε περιοχής», και θα πρέπει να διασφαλίζει την «αειφόρο διαχείριση των βοσκήσιμων γαιών προς εξυπηρέτηση της σκοπούσας χρήσης, χωρίς να παρεμποδίζεται η χρήση της βοσκής» (άρθρο 3, παράγραφος 2). Εγείρονται ερωτήματα για τα σημεία που ακολουθούν.
(α) Καθώς τα διαχειριστικά σχέδια θα πρέπει να διασφαλίζουν «τη …διαχείριση των βοσκήσιμων γαιών προς εξυπηρέτηση» της βοσκής, θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη η σύγκρουση με άλλα σχέδια διαχείρισης (είτε προϋφιστάμενα, είτε μελλοντικά) των ίδιων εδαφών (δασικής διαχείρισης, προστατευόμενων περιοχών, διαχείρισης λεκανών απορροής, νιτρορρύπανσης κοκ.). Στόχοι διατήρησης, είτε των δασών και δασικών εκτάσεων γενικά, είτε προστατευόμενων περιοχών, δεν έχουν ληφθεί υπόψη: έτσι, η διατύπωση αφήνει να εννοηθεί ότι η διαχείριση δασών ή άλλων οικότοπων πρέπει να γίνεται προς εξυπηρέτηση της βόσκησης, και όχι αντιστρόφως.
(β) Σύμφωνα με την 1η παράγραφο, η «προστασία και διαχείριση» των εκτάσεων που προστατεύονται από την δασική νομοθεσία «διέπεται… από τις κείμενες διατάξεις». Η διάταξη δεν επιλύει τα προβλήματα. Παραγνωρίζεται δυστυχώς ότι το παρόν νομοσχέδιο, όταν υπερψηφιστεί, θα αποτελεί μέρος των «κείμενων» διατάξεων: μάλιστα, για να μην υπάρξει καμία αμφιβολία, το άρθρο 17 παρ. 3 ορίζει ότι «η προστασία και διαχείριση βοσκήσιμων γαιών…» (άρα και ορισμένων τουλάχιστον δασών και δασικών εκτάσεων) «γίνεται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και τις διατάξεις του παρόντος νόμου». Δυστυχώς, ο αποχαρακτηρισμός των δασών και δασικών εκτάσεων μπορεί να γίνεται ρητά (όπως στον παλαιότερο ν. 1734/1987) ή έμμεσα (όπως στο παρόν νομοσχέδιο): άλλωστε, η σχολιαζόμενη διάταξη είναι παρόμοια με την αντίστοιχη του ν. 1734/1987 (πρβλ. άρθρο 6 παρ. 1 ν. 1734/1987). Είναι χαρακτηριστικό ότι η «παρακολούθηση και εφαρμογή» των (οριστικών ή προσωρινών) διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης που θα καλύπτουν δάση και δασικές εκτάσεις ανατίθεται σε ένα ιδιότυπο όργανο (άρθρο 9), και όχι στις δασικές υπηρεσίες (πρβλ. άρθρο 5 παρ. 1 ν. 998/1979, για τις αρμοδιότητες των δασικών υπηρεσιών).
(γ) Σύμφωνα με την διάταξη, τα διαχειριστικά σχέδια δεν εξετάζουν «μη συμβατές» (με τη βοσκή) παράλληλες χρήσεις. Φαίνεται, επίσης, ότι το νομοσχέδιο απαγορεύει επεμβάσεις που «παρεμποδίζουν» την βοσκή (πρβλ. άρθρο 8 παρ. 3, σύμφωνα με το οποίο «απαγορεύεται κάθε άλλη επέμβαση επ’ αυτών, εκτός των επεμβάσεων που προβλέπονται από τη δασική νομοθεσία και δεν παρεμποδίζουν τη χρήση της βόσκησης» σε δάση/δασικές εκτάσεις που είναι συγχρόνως βοσκήσιμες γαίες). Φυσικά, οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν άλλες νόμιμες, συμβατές ή μη, υφιστάμενες ή μη, παράλληλες χρήσεις ή επεμβάσεις: άλλωστε, δεν καταργούνται ή τροποποιούνται οι σχετικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας (π.χ., κεφάλαιο ΣΤ’ του ν. 998/1979 όπως προσφάτως τροποποιήθηκε, εντείνοντας τις επιτρεπτές επεμβάσεις). Έτσι, τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης θα επιβαρύνουν τα δασικά οικοσυστήματα, τα οποία θα πρέπει συνολικά να υποδεχθούν και την βοσκή, μαζί με όλες τις άλλες χρήσεις/επεμβάσεις. Εάν θεωρηθούν συνολικά οι πρόσφατες τροποποιήσεις της δασικής νομοθεσίας, είναι αμφίβολη η διατήρηση του ιδιαίτερου καθεστώτος προστασίας των δασών και δασικών εκτάσεων. Άλλωστε, η ίδια η σχολιαζόμενη διάταξη αναφέρεται σε «αειφόρο διαχείριση» των βοσκήσιμων γαιών, και όχι των δασών/δασικών εκτάσεων. Σε κάθε περίπτωση, η διάταξη έχει σοβαρά ερμηνευτικά προβλήματα (π.χ., ο καθορισμός των επεμβάσεων που παρεμποδίζουν την βόσκηση), που αναπόφευκτα θα πρέπει να επιλυθούν δικαστικά.
(δ) Μολονότι η βοσκή ασκείται «επί τη βάσει» (προσωρινού ή οριστικού) διαχειριστικού σχεδίου, είναι σαφές ότι η παράλειψη κατάρτισης των προσωρινών (πρβλ. άρθρο 17 παρ. 1, εδ. α’) και των οριστικών (πρβλ. άρθρο 4 – και σχετική παρατήρηση στην αιτιολογική έκθεση) διαχειριστικών σχεδίων δεν έχει συνέπεια την απαγόρευσή της: αυτό δεν καθορίζεται ρητά ούτε στο νομοσχέδιο, ούτε σε άλλες διατάξεις. Με δεδομένη την κατάργηση των υφιστάμενων διατάξεων «από την έναρξη ισχύος» του νόμου (άρθρο 18 παρ. 1), η άμεση συνέπεια θα είναι η απελευθέρωση της βόσκησης (με την επιφύλαξη τα πρόσφατης κ.υ.α. για την κατανομή βοσκοτόπων ανά περιφερειακή ενότητα, βλ. αμέσως παρακάτω), ενώ τα διαχειριστικά σχέδια θα εκκρεμούν. Ταυτόχρονα, η διάταξη για τα ανεπιτήρητα ζώα δεν φαίνεται να έχει συνυπολογιστεί (άρθρο 17 ν. 4056/2012), ενώ παραχωρείται νέα παράταση για την «τακτοποίηση» των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων που δεν έχουν άδεια εγκατάστασης (άρθρο 12), και μάλιστα ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, ή το καθεστώς ή ευαισθησία της περιοχής που βρίσκονται. Όταν (και εφόσον) τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης θεσπιστούν, η αποτελεσματικότητά τους θα είναι στην πράξη αμφίβολη.
(ε) Οι νομικές διαφορές ανάμεσα στα προσωρινά και οριστικά διαχειριστικά σχέδια βόσκησης είναι ελάχιστες (πρβλ. άρθρο 17 παρ. 1 εδ. γ’), ενώ προσώρας προδιαγραφές για τα οριστικά δεν υπάρχουν (για τα προσωρινά, πρβλ. ΦΕΚ Β’ 3557/2014). Είναι αμφίβολο αν μέσα σε 3 μήνες μπορεί να μελετηθεί σοβαρά η βοσκοϊκανότητα μας περιοχής.
(στ) Οι παραπάνω παρατηρήσεις μπορούν να συνοψιστούν ως εξής: το νομοσχέδιο δεν βασίζεται σε καμία εκτίμηση των επιπτώσεων της βοσκής είτε στα δασικά οικοσυστήματα, είτε σε άλλα ευαίσθητα στοιχεία του περιβάλλοντος. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν καταργείται η διάταξη για το δικαίωμα βόσκησης σε ερημονησίδες (31 παρ. 7 ν. 4260/1962, που προσέθεσε την παρ. 7 του άρθρου 5 του π.δ. της 24.9/28.10.1955). Η εκτίμηση αυτή δεν έχει γίνει ούτε τοπικά, ούτε συνολικά ανά περιφερειακή ενότητα (για τις περιφερειακές ενότητες, και των καθορισμό της βοσκοϊκανότητας σε αυτές με συνολικό τρόπο, και χωρίς εκτίμηση επιπτώσεων, βλ. άρθρα 4 επ. της ήδη θεσπισμένης κοινής υπουργικής απόφασης 873/55993/2015, ΦΕΚ Β’ 942).
Θα θέλαμε να τονίσουμε για ακόμα μία φορά, ότι η βόσκηση εντός δασών και δασικών εκτάσεων συμβάλει θετικά στην προστασία τους, αλλά και στη διατήρηση ειδών ή ενδιαιτημάτων, αρκεί να γίνεται με ορθολογικό τρόπο και οργανωμένα κατά χώρο και χρόνο.