1. Ο κυρωθείς, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 17, δασικός χάρτης συμπληρώνεται με βάση τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί των υποβληθεισών αντιρρήσεων και θεωρείται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών της Περιφέρειας. Σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 5 του άρθρου 13, ο κυρωθείς δασικός χάρτης συμπληρώνεται ως άνω από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» και θεωρείται από τη Διεύθυνση Δασών της Περιφέρειας μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την υποβολή του σε αυτήν ή μέσα σε πενήντα (50) ημέρες από την αρχική υποβολή του, εφόσον απαιτούνται διορθώσεις.
2. Ο δασικός χάρτης, με αποτυπωμένες τις δασικές περιοχές της αρχικής κύρωσης και όσες προστέθηκαν με πράσινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση μετά την εξέταση των αντιρρήσεων και τη θεώρηση της προηγούμενης παραγράφου, υποβάλλεται από τη Διεύθυνση Δασών της Περιφέρειας στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας και κυρώνεται, ως προς τη συμπλήρωσή του, με απόφαση του τελευταίου μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την υποβολή του. Μετά τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ισχύουν και για τα συμπληρωθέντα δασικά τμήματα οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 17.
3. Κατά των πράξεων κύρωσης των δασικών χαρτών επιτρέπεται η άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αίτηση ακυρώσεως κατά του δασικού χάρτη δύναται να ασκήσει και ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Κλιματικής Αλλαγής, κατά της παράλειψης να περιληφθεί στο δασικό χάρτη ορισμένη έκταση. Σε περίπτωση έκδοσης ακυρωτικής δικαστικής απόφασης, η υπόθεση παραπέμπεται στο Τεχνικό Συμβούλιο Δασών, το οποίο επιλαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 9 του ν. 998/19790, όπως ισχύει τροποποιούμενη με την παρόντα νόμο, εντός πέντε (5) μηνών και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο κυρωμένος δασικός χάρτης διορθώνεται και εκδίδεται σχετικά διαπιστωτική πράξη από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, δημοσιευόμενη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παρ 3): Γίνεται λάθος αναφορά σε νόμο (σωστό: 998/1979).
Θα πρέπει να προβλεφθεί και η δυνατότητα προσφυγής και σε Δευτεροβάθμια Επιτροπή Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων.
Κυρία Υπουργέ εφόσον οι ενδιαφερόμενοι για να βρούν το δίκιο τους θα πρέπει να καταφύγουν στο ΣτΕ αυτό σημαίνει οικονομικη αιμμοραγία και μάλιστα από πολίτες που κατέχουν νόμιμα πάνω από 40 χρόνια ένα οικόπεδο. Θα πρέπει να επανεξεταστεί η παράγραφος 3.
Οι διαδικασίες όπως περιγράφονται είναι express δεν εξυπηρετούν ουτε το Δημόσιο ούτε τον πολίτη ο οποίος θα δει σε διάστημα λιγώτερο από 6 μήνες και εφόσον δεν μπορεί να προβεί σε ένσταση σε άλλο διοικητικό όργανο να χάνει την ιδιοκτησία του. Τότε τι θα γίνει?
Αυτό δεν συνάδει με το περί δικαίου αίσθημα.
Ο σκοπός είναι και τα δάση να προστατευτούν αλλά και να λυθούν χρόνια κοινωνικά προβλήματα τα οποία οφείλονται σε αδυναμίες της Διοίκησης και δυστυχώς δεν έχουν γίνει αντιληπτά. Άλλως το επιχείρημα κινδυνεύει να βρεθεί στο κενό και για άλλη μια φορά να χαθεί πολυτιμος χρόνος για ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος.
Τέλος με αυτούς που είτε έχουν δικαιωθεί στα δικαστήρια ή είναι στη φάση να εκδικασθεί η υπόθεση τους τι θα γίνει? Θα έχουν ξοδέψει μια μικρή περιουσία χωρίς λόγο? Πρέπει να προβλεφθούν αυτές οι περιπτώσεις.
Οι καθολικά ισχύουσες αρχές περί «ΧΡΗΣΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ» επιβάλλουν να γίνει κρίση και σε δευτεροβάθμια επιτροπή επίλυσης Δασικών αμφισβητήσεων. Οι διαδικασίες αυτές είναι ΕΝΔΙΚΟΦΑΝΕΙΣ δεσμέυει ή αποδεσμεύει περιουσίες και δεν είναι απλή έκφραση γνώμης.
Η δευτεροβάθμια επιτροπή πρέπει να αποτελείται :
1. Από έναν Εφέτη
2. Ενα Δ/ντη Δασών (αυτονόητα από άλλη περιοχή)
3. Ενα Γεωπόνο Προϊστάμενο ή Δ/ντή γεωργικών Υπηρεσιών(από άλλη περιοχή).
Μετά και την κρίση της δευτεροβάθμιας Επιτροπής ακολουθείται η διαδικασία του ΣτΕ.
Θα μου επιτρέψετε ένα σχόλιο. Το ΣτΕ είναι ΑΝΩΤΑΤΟ δικαστήριο, δεν είναι δευτεροβάθμιο δικαστήριο και κυρίως δεν είναι ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ
Η κρίση των αντιρρήσεων σε δεύτερο βαθμό από επιτροπές στις οποίες να μετέχουν έμπειροι υπάλληλοι με τουλάχιστον υπερεικοσαετή υπηρεσία στο Δημόσιο, των κλάδων που προβλέπει το σχετικό άρθρο, θεωρείται απολύτως απαραίτητη,αφού όλες οι διοικητικές πράξεις κρίνονται πάντα σε δεύτερο βαθμό πριν την κρίση τους από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Ερωτώ άν το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών είναι υπεράνω του Συμβουλίου της Επικρατείας και μπορεί να μην αποδέχεται τις αποφάσεις του, όπως το σχετικό άρθρο προβλέπει.
Δεν προβλέπεται δευτεροβάθμιο όργανο για την εξέταση των αντιρρήσεων. Εάν η αντίρρηση απορριφθεί από την ΕΠΕΑ, τότε το μοναδικό ένδικο μέσο για κάποιον προσφεύγοντα είναι το ΣτΕ.
Επίσης, αναφέρεται ότι μετά την έκδοση ακυρωτικής απόφασης από το ΣτΕ, επιλαμβάνεται της υπόθεσης το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών «και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο κυρωμένος δασικός χάρτης διορθώνεται». Δηλ. παρέχεται η δυνατότητα στο ΤΣΔ να ΜΗΝ εφαρμόσει την ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ???
Δεν αναφέρεται η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά κυρωμένου Δασικού Χάρτη στο ΣτΕ.