Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (εφεξής ΦΔΠΠ) για την απρόσκοπτη λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Διοίκησης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και την ολοκληρωμένη διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών, ως εργαλείου εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας και των Οδηγιών 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147/ΕΚ για τα άγρια πτηνά, καθώς και ως αναπόσπαστου μέρους της στρατηγικής για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προστασία του εθνικού φυσικού κεφαλαίου με όρους βιώσιμης ανάπτυξης.
Ειδικότερα, καθορίζονται τα όρια των περιοχών ευθύνης των υφιστάμενων ΦΔΠΠ προς επίτευξη κάλυψης του συνόλου των προστατευόμενων περιοχών, παράλληλα με την ίδρυση νέων ΦΔΠΠ, σε συνέχεια της ένταξης νέων χερσαίων και θαλάσσιων τμημάτων της ελληνικής επικράτειας στο Δίκτυο Natura 2000 και ταυτόχρονα, ρυθμίζονται τα διοικητικά και οργανωτικά θέματα αυτών.
Οι ΦΔΠΠ είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (εφεξής ΝΠΙΔ) που εποπτεύονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και η δράση τους είναι κοινωφελούς και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986 όπως ισχύει. Έργο των ΦΔΠΠ του άρθρου 2 του παρόντος είναι η διοίκηση και διαχείριση των περιοχών, στοιχείων και συνόλων της φύσης και του τοπίου, όπως εξειδικεύεται στο άρθρο 4 του παρόντος.
ΑΡΘΡΟ 3
Δεν γίνεται ειδική πρόβλεψη ως προς την επάρκεια πόρων στις περιπτώσεις που εντάσσεται νησί στην χωρική αρμοδιότητα, όπως η Σαμοθράκη στον Έβρο και η Θάσος στον Νέστο.
Επιπλέον, η διεύρυνση της χωρικής αρμοδιότητας των ΦΔΠΠ θα πρέπει να συνοδεύτε με μετονομασία ΦΔΠΠ όπως π.χ. στην περίπτωση του ΦΔ Δέλτα Νέστου-Βιστωνίδας-Ισμαρίδας να μετονομαστεί σε ΦΔ Δέλτα Νέστου-Βιστωνίδας-Ισμαρίδας-Θάσου.
ΑΡΘΡΟ 4
Στην παράγραφο 13 αναφέρεται «13. Η παροχή γνώμης για κάθε άλλο θέμα, για το οποίο ζητείται η γνώμη του ΦΔΠΠ από τις αρμόδιες αρχές.» Θα πρέπει να προβλέπεται η «σύμφωνη γνώμη», επομένως η γνωμοδότηση από τον ΦΔΠΠ να είναι απαραίτητη και θα πρέπει να προβλέπεται θεσμικά.
ΑΡΘΡΟ 5
Στην παράγραφο 1εε να συμπληρωθεί των «κύριων παραγωγικών φορέων»
ΑΡΘΡΟ 7
Σύμφωνα με ποια κριτήρια γίνεται η επιλογή του προσωπικού? Θα λαμβάνονται υπόψη μόνο κοινωνικά κριτήρια (πχ ανεργία, παιδιά, κλπ?). Τι γίνεται με περιπτώσεις προσωπικού που ήδη έχει εμπειρία ετών, αλλά έχει κινηθεί εναντίον του ΦΔ με αγωγές βλάπτοντας την ομαλή λειτουργία του?
Επιγραμματικά σχόλια, καθώς το νομοσχέδιο στο σύνολό του βασίζεται σε μια λογική που έχει παταγωδώς αποτύχει.
Καταρχήν ζητούμε την απόσυρση του νομοσχεδίου. Δεν προσφέρει καμία λύση, διαιωνίζει τα λάθη του παρελθόντος, δεν εξυπηρετεί καν τα οράματα του αρχικού σχεδιασμού, πριν από 20 και πλέον έτη με τον καθορισμό των περιοχών Natura 2000, για ύπαρξη μιας συμβουλευτικής επιτροπής της κοινωνίας και των παραγωγικών φορέων, όσον αφορά τον καθορισμό σχεδίων διαχείρισης και προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Θυμίζουμε την πρώτη προσέγγιση με την ίδρυση των Κέντρων Πληροφόρησης Υγροτόπων στη δεκαετία του ΄90, που ακόμα και σήμερα είναι οι βασικές κτηριακές υποδομές για τη φιλοξενία αρκετών Φορέων Διαχείρισης.
Ασφαλώς συνδέεται με την ακατανόητη απόφαση του νέου οργανογράμματος του Υπ. Περιβάλλοντος για ίδρυση Τμήματος Προστατευόμενων Περιοχών που δεν θα ανήκει στη Γενική Διεύθυνση Δασών, αλλά και τη γενικότερη τάση για «αποδασωτικό» χαρακτήρα στο περιβάλλον. Συνειρμοί για αποδυνάμωση της σχέσης με το άρθρο 24 ίσως να είναι υπερβολικοί, ίσως και όχι;
Διαπιστώνουμε τη γιγάντωση ενός αγνώστου! Περίπου 450 περιοχές Natura 2000, που στριμώχνονται σε μια λογική «ας βολέψουμε όσες μπορούμε», εντάσσονται σε κάποιους φορείς, με τεράστιες περιοχές εκατομμυρίων στρεμμάτων για τον κάθε Φορέα Διαχείρισης, που πιθανόν στη διάρκεια της θητείας ή και μέχρι τη συνταξιοδότησή του το κάθε μέλος του νέου Δ.Σ. των Φορέων να μην προλάβει καν να επισκεφτεί έστω και μια φορά! Πολύωρες αποστάσεις, αποκεντρωμένη διάθεση χωρίς επαφή με το κέντρο!
Φορείς διαχείρισης με δεκάδες δήμους (!) στην περιοχή τους, που πατάνε σε 2-3-4 και πέντε νομούς, σε δύο ή και σε περισσότερες Περιφέρειες και Αποκεντρωμένες Διοικήσεις. Και όλα αυτά να διοικούνται από 7μελές Δ.Σ., που καθορίζεται η σύνθεσή του από τον Υπουργό. Η απόλυτη συγκεντρωτική διάθεση είναι αυτή και όχι αποκέντρωση. Και να λειτουργεί ακόμα και με 4 παρόντα μέλη σε ένα Συμβούλιο και σε περίπτωση ισοψηφίας 2 με 2 να μετρά μόνο η γνώμη του διορισμένου Προέδρου;
Διαπιστώνουμε την σημαντικότατη υποβάθμιση της δασικής υπηρεσίας. Με κλήρωση που έχει πιθανότητες λιγότερες και από το τζόκερ, είναι πιθανόν κάποιος δασικός να είναι (να διοριστεί δηλαδή) ένα από τα υπόλοιπα μέλη του Δ.Σ. ενός Φορέα, ακόμα και αν μιλάμε για τα μεγαλύτερα και πιο δασωμένα βουνά της χώρας, κανείς δεν εξασφαλίζει επιστημονική συνάφεια. Πλήρη απουσία άλλων σημαντικών υπηρεσιών, κρατικών που δραστηριοποιούνται στην ύπαιθρο, όπως οι υπηρεσίες Αλιείας (ακόμα και αν μιλάμε για Φορείς σε απόλυτα ιχθυοπαραγωγικούς τόπους) ή της Κτηνιατρικής ή των Υπηρεσιών Υδάτων (για διαχείριση πλημμυρικών φαινομένων). Μεγάλη υποβάθμιση της συμμετοχής της Αυτοδιοίκησης. Ασφαλώς πρόβλεψη για συμμετοχή περιβαλλοντικών οργανώσεων, ολιγομελών ή μη, αλλά καμία πρόβλεψη για συμμετοχή των κυνηγετικών οργανώσεων (παρά την αποδεδειγμένη σχέση τους με τη φύλαξη μετ’ αρμοδιοτήτων και με τα έργα βελτίωσης ενδιαιτημάτων).
Γιγάντωση ενός αγνώστου φορέα (που δεν είναι τω αγνώστω θεώ των προγόνων μας), αλλά ενός μορφώματος, με γνωμοδοτικό χαρακτήρα. Η έλλειψη όμως της γνωμοδότησης μπορεί να αποτελέσει ουσιαστική αγκύλωση σε δεκάδες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, στην Ελλάδα που για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (τρόικα και τα συναφή) ευημερεί σε αριθμούς, αλλά δεινοπαθεί ως κοινωνία και πολίτες. Πότε θα προλαβαίνει ένας Φορέας να γνωμοδοτεί από μια επένδυση, μέχρι ένα καφενείο, ένα φούρνο,, ή ένα συνεργείο στο χωριό; Και γιατί να φορτωθεί ένας Φορέας χωρίς πρόβλεψη βιωσιμότητας με τόσες πολλές ευθύνες και αόριστες αρμοδιότητες; Με προσωπικό για ακόμη μια χρονιά δέσμιο της όποιας Διοίκησης και Κυβέρνησης. Αναγνωρίζουμε πλήρως τα δικαιώματα των εργαζομένων των Φ.Δ.Π.Π., αλλά θεωρούμε πως η εργασιακή τους εξασφάλιση δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να ταυτιστεί μη τη συνέχιση της αναποτελεσματικής λειτουργίας των συγκεκριμένων φορέων. Θα πρέπει αντίθετα να αντιμετωπιστεί ως ανεξάρτητο ζήτημα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και να μη χάσει κανείς εργαζόμενος τη δουλειά του
Και ποια η σχέση του νομοσχεδίου με την προστασία του περιβάλλοντος; Θα ήταν χρήσιμο να υπήρχε ένας απολογισμός των δεκάδων εκατομμυρίων που έχουν δοθεί τόσο για τη χρηματοδότηση των Φορέων Διαχείρισης, όσο και για την ανάθεση και εκπόνηση μελετών. Που ακόμα και σε εθνικά πάρκα δεν είχε προβλέψει η μελέτη της πανίδας να συμπεριλαμβάνει και τα αγριογούρουνα; Και να σηκώνουμε τους ώμους στις ζημιές των αγροτών εντός των Εθνικών Πάρκων; Ομοίως και για άλλα θέματα.
Θεωρούμε ότι το νομοσχέδιο αυτό προσφέρει μόνο ένα σκληρό δυσκίνητο κράτος και ίσως ευκολοκινούμενους μελετητές, χωρίς καμία ουσιαστική συμβολή στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Για ποιο λόγο να παραμένει αυτή η αοριστία ενός ΝΠΙΔ και γιατί δεν λαμβάνεται υπόψη η από το Υπ. Περιβάλλοντος χρηματοδοτούμενη μελέτη για τη λειτουργία των ΦΔ; Και γιατί για ένα τόσο ειδικό θέμα να αναφέρεται στο άρθρο 9 πως η αξιολόγηση επαφίεται αόριστα στο Υπουργείο Περιβάλλοντος. Με ποια κριτήρια; Με ποιους δείκτες παρακολούθησης;
Η ουσία του προτεινόμενου νομοσχεδίου είναι ότι καταργεί με το αρ. 12 (παρ.2) τις 30 οργανικές θέσεις προσωπικού που είχαν συσταθεί σε κάθε φορεα και κακώς δεν είχαν ενεργοποιηθεί ως τώρα. Έτσι δεν θα μπορέσουν οι φορείς να στελεχωθούν (καταρχήν με τους ήδη εργαζόμενους, μετά από αξιολόγηση και ευνοϊκή μοριοδότηση) και να λειτουργήσουν σωστά, με σαφείς και ισχυρές αρμοδιότητες που πρέπει να τους δοθούν.
Το νομοσχέδιο επομένως προετοιμάζει ουσιαστικά Φορείς χωρίς προσωπικό, αγνοώντας ότι ο σημαντικότερος παράγοντας διαχείρισης της φύσης είναι ο άνθρωπος.
Τα εθνικά πάρκα τα φτιάχνουμε για να καλύψουμε δικές μας ανάγκες: είτε για να λάβουμε τα πολλαπλά «οφέλη» που μας δίνουν τα οικοσυστήματα, είτε αναγνωρίζοντας την «αυταξία» της φύσης, είτε εφαρμόζοντας μια έμφυτη «αγάπη για τη φύση». Και στις 3 περιπτώσεις είναι ανθρώπινη ιδέα τα εθνικά πάρκα και οι φορείς τους, δεν μας το ζήτησε η φύση να τα φτιάξουμε.
Οπότε διαχείριση της φύσης χωρίς ανθρώπους δεν γίνεται. Ούτε γίνεται μόνο με μελέτες.
Οι λοιπές διατάξεις του νομοσχεδίου είναι περιττές, γιατί δεν βελτιώνουν σε κάτι το υφιστάμενο πλαίσιο αλλά απλώς το περιπλέκουν. Σημειώνω μόνο ότι αφαιρείται (με το άρθρο 4 παρ.1 του νομοσχεδίου) από τους Φορείς Διαχείρισης η αρμοδιότητα κατάρτισης του Σχεδίου Διαχείρισης της περιοχής τους, και δυστυχώς δεν είναι μόνο λογοπαίγνιο.
Προτείνω μετά από 20 χρόνια πειραματισμού και μελέτης, να στραφούμε στην αντιγραφή έτοιμου παραδείγματος από χώρες με πολύ πιο προχωρημένο «σύστημα διοίκησης προστατευόμενων περιοχών» και με πάνω από 1 εκατομμύριο επισκεπτες ετησίως στα πάρκα τους (π.χ. η Τανζανία).
Μπόκαρης Νικόλαος
Πρόεδρος ΔΣ ΠΕΔΔΥ
Μέλος ΔΣ ΓΕΩΤΕΕ
Το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου «Οργάνωση και λειτουργία φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών» του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι κατά την άποψη μας αποσπασματικό και ως προς τις προβλέψεις για τη λειτουργία των Ν.Π.Ι.Δ στο μέλλον, πρόχειρο.
Η διαβούλευση επί των διατάξεων του Σχεδίου Νόμου που προτείνεται δεν θα προσφέρει ουσιαστικά στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, διότι θα εμφανιστούν απόψεις από δύο πλευρές που θα ισχυρίζονται τα εντελώς αντίθετα.
Η άποψη των εκπροσώπων των δασικών Υπηρεσιών είναι ότι τα αντικείμενα διοίκησης, προστασίας, διαχείρισης και ανάπτυξης των δασικών προστατευόμενων περιοχών, νοουμένων σχεδόν στο σύνολο τους ως δασικών Οικοσυστημάτων, πρέπει να γίνεται από σύγχρονες και σωστά οργανωμένες Δασικές Υπηρεσίες.
Αντιθέτως η άποψη των υπηρεσιών φυσικού περιβάλλοντος ή των διορισμένων προέδρων και μελών Διοικητικών Συμβουλίων, που συνέβαλαν στη διαμόρφωση των προτεινόμενων διατάξεων, ασφαλώς θα είναι αντίθετη με την άποψη των Δασικών Υπηρεσιών και σε εντελώς διαφορετική βάση. Ποιο είναι το κριτήριο για την τεχνική και οικονομική αξιολόγηση και τελικά την υιοθέτηση της μιας ή της άλλης άποψης ?
Αυτό ασφαλώς δεν περιμένουμε να απαντηθεί σε επίπεδο διαβούλευσης του σχεδίου Νόμου και δυστυχώς δεν δόθηκε η δυνατότητα συνδιαμόρφωσης των προτεινόμενων διατάξεων από τις καθ υλη αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΝ.
Θεωρούμε δεν βοήθησε σε αυτό ούτε η σύνθεση της επιτροπής σύνταξης των διατάξεων του Νομοσχεδίου, ούτε ο σύντομος χρόνος επεξεργασίας και η έλλειψη δυνατότητας στις καθ ύλη αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Δ/νσης να προτείνουν δομικές και ουσιαστικές αλλαγές που θα συνεισέφεραν στη βιώσιμη διοικητικά και νομικά πρότασης για τη λειτουργία των φορέων, ούτε και η επεξεργασία του Ν/Σ εγινε με κριτηριο τη γεφύρωση επ ωφελεία του δημοσίου συμφέροντος της λειτουργίας των δημοσίων δασικών Υπηρεσιών από τη μια και τους Φορείς Διαχείρισης ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου από την άλλη.
Οι συνδικαλιστικοί φορείς των Δασικών Υπαλλήλων (κυρίως η Π.Ε.Δ.Δ.Υ με αποφάσεις Γενικών Συνελεύσεων) αλλά και υπηρεσιακοί παράγοντες της Γενικής Δ/νσης Δασών του ΥΠΕΝ και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, έχουν εκφράσει αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα ύπαρξης των φορέων διαχείρισης και για την αδιέξοδη διοικητική τους σχέση με τις Δημόσιες Υπηρεσίες. Αυτή τους τη θέση την εξέφρασαν και τη στήριξαν επιχειρηματολογώντας πάνω στο πολύ περιορισμένο έργο που έχει παρασχεθεί από τους περισσότερους φορείς διαχείρισης και την εν γένει περιορισμένη παρουσία αυτών (Φορέων Διαχείρισης), από τη στιγμή που συστάθηκαν το οποίο έργο όπου υπάρχει αφορά κυρίως την ανάθεση μελετών.
Τις παραπάνω ενστάσεις έχουν διατυπώσει δημόσια σε συνεδριάσεις της μόνιμης επιτροπής περιβάλλοντος της Βουλής όταν εξεταζόταν το σύστημα διαχείρισης προστατευομένων περιοχών. Εκεί βεβαίως επικράτησε η άποψη της ενσωμάτωσης του προσωπικού των Φορέων Διαχείρισης στις Δασικές Υπηρεσίες ώστε να επιτευχθεί η αναγκαία διεπιστημονικότητα τους και να εξασφαλιστεί και η αποτελεσματικότητά τους σε επίπεδο εφαρμογής των σχετικών με τις προστατευόμενες περιοχές αρμοδιοτήτων τους.
Αυτή είναι και η άποψη της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ). Θεωρούμε ότι στην Ελλάδα αντί να διερευνάμε τη βιωσιμότητα νέων Υπηρεσιών ή Νομικών προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου που θα υποκαθιστούν σε θέματα άσκησης αρμοδιοτήτων τις Δημόσιες Υπηρεσίες θα έπρεπε να συμβάλουμε στην καλύτερη λειτουργία δημόσιων υπηρεσιακών δομών που υπάρχουν και ασκούν σύμφωνα με το Σύνταγμα, αρμοδιότητες διοίκησης, διαχείρισης προστασίας των δασικών οικοσυστημάτων .
Συνεπώς δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με ακόμα μια παραγκώνιση της δασικής υπηρεσίας με αφορμή το σύστημα των προστατευόμενων περιοχών. Οι δασικές υπηρεσίες είναι σήμερα ο μόνος δημόσιος φορέας που έχει εκτελεστικές αρμοδιότητες για την προστασία και διαχείριση των Περιοχών αυτών (Π.Π) στην πράξη, ιδίως όσον αφορά τα δασικά οικοσυστήματα αλλά και το αγροπεριβάλλον. Αυτές οι υπηρεσίες λειτουργούν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για τα δάση και της εθνικής δασικής πολιτικής που καθορίζεται σε επίπεδο υπουργείου. Παρόλα αυτά βλέπουμε ότι οι υπάρχουσες διοικητικές δομές της (Δ/νσεις Δασών, Δασαρχεία, Δασονομεία και Δασοφυλάκια) οι οποίες είναι αποκεντρωμένες μέχρι την τελευταία άκρη της Ελλάδας, επιλέγεται να μην αξιοποιούνται για τη λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Διοίκησης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών.
Η διατήρηση και επέκταση των Φ.Δ με τις διατάξεις του συζητούμενου νομοσχεδίου και η ανάθεση σε αυτούς της διοίκησης και διαχείρισης των Προστατευόμενων περιοχών αναδεικνύει και πρακτικά προβλήματα που συνδέονται με την ερμηνεία των όρων «διοίκηση και διαχείριση» καθώς και με το πώς ερμηνεύουν οι δημόσιες υπηρεσίες αυτή την αρμοδιότητα και τελικά η υπόθεση ποιος διοικεί και ποιος διαχειρίζεται φτάνει μέχρι την ίδια την κοινωνία και δεν είναι λίγα τα προβλήματα που προέκυψαν από αυτές τις ασυνέχειες. Η διαχείριση τεράστιου ποσοστού των χερσαίων οικοσυστημάτων που αποτελούν συγχρόνως αρμοδιότητα της δασικής υπηρεσίας διαχρονικά, επομένως χρήζει διευκρινήσεων επί λεπτομερειών που αφορούν τη διαχείριση των περιοχών αυτών. Ο καθορισμός διακριτών αρμοδιοτήτων των εμπλεκόμενων στην προστασία και διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος φορέων και υπηρεσιών είναι απαραίτητος προκειμένου να επιτευχθεί καλός συντονισμός και συνεργασία μεταξύ τους.
Σε διαφορετική περίπτωση οδηγούμαστε σε κατασπατάληση δημοσίου χρήματος και σε αμφίβολες πρακτικές και δράσεις που σίγουρα δεν ευνοούν το περιβάλλον ούτε όμως και το κοινωνικό σύνολο.
Συνεπώς η άποψη μας είναι ότι το νομοσχέδιο που βγήκε στη διαβούλευση έχει δομικές ατέλειες, χρήζει επεξεργασίας και έπρεπε να κινείται σε διαφορετική νομοτεχνική βάση. Κατά την άποψη μας επιβάλλεται να γίνουν καίριες δομικές και όχι μόνο λεκτικές τροποποιήσεις σε αυτό πριν κατατεθεί στη βουλή για συζήτηση στις επιτροπές .
Για το λόγο αυτό εκφράζουμε την πλήρη αντίθεση μας επί της αρχής και επί επιμέρους διατάξεων του νομοσχεδίου που όχι μόνο δεν λύνουν αλλά αντίθετα επιτείνουν τη σύγχυση αρμοδιοτήτων και συνεπώς προτείνουμε την πλήρη απόσυρσή του.
Η πρόταση μας για απόσυρση συνδέεται με την ένταξη του συνόλου των αρμοδιοτήτων και του προσωπικού των φορέων Διαχείρισης στις Δασικές Υπηρεσίες .
Εφόσον δεν υπάρχει πρόθεση να ενταχθεί η λειτουργία και το προσωπικό των Φορέων Διαχείρισης στη λειτουργία των υφιστάμενων δασικών Υπηρεσιών , που θα ήταν η οικονομικότερη και η προσφορότερη λύση και για τους εργαζόμενους αλλά και για το αντικείμενο που ασκούν, προτείνουμε τις παρακάτω δομικές αλλαγές :
1. Για να σταματήσει η σύγχυση αρμοδιοτήτων με τις υφιστάμενες κρατικές δομές, οι φορείς διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών θα πρέπει να μετονομαστούν σε «Εποπτείες Φυσικού Περιβάλλοντος»
2. Η νομική τους μορφή πρέπει να συνεχίσει να είναι ¨Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου» και να έχουν τίτλο «εποπτεία φυσικού περιβάλλοντος ………………»(τίτλος περιφέρειας πχ. Πελοποννήσου )
3. Ο αριθμός τους πρέπει να καθοριστεί σε (13) δέκα τρεις (όσες και οι αντίστοιχες περιφέρειες του κράτους ). Επί αυτού του αριθμού μπορούν να προστεθούν και επιπλέον ορισμένοι φορείς όταν το επιβάλει το ιδιαίτερο αντικείμενο τους, (πχ υγρότοπος, μεγάλο λιμναίο η ειδικό θαλάσσιο οικοσύστημα) ή αποτελεί ξεχωριστή ενότητα από πλευράς περιβάλλοντος, βιοποικιλότητας η διαχειριστικών δεδομένων. Με τον τρόπο αυτό ο ελάχιστος αριθμός των φορέων διαχείρισης μπορεί να αυξηθεί τουλάχιστον κατά δυο (Ζάκυνθος, Σποραδες) αλλά μπορεί να φτάσει και μέχρι είκοσι (20) ώστε να μπουν κάποιες περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος σαν ξεχωριστοί Φορείς (σσ εποπτείες περιβάλλοντος) και το συνολικό ισοζύγιο από τους υπάρχοντες σήμερα Φ.Δ (29) να είναι μικρότερο καλύπτοντας το σύνολο των προστατευόμενων περιοχών της χώρας .
Σκεπτικό : Με τον προτεινόμενη χωρική διευθέτηση και τη μετονομασία των Φ.Δ , σταματά η σύγχυση αρμοδιοτήτων με τις δημόσιες αρχές που έχουν σαν αρμοδιότητα τη διαχείριση και προστασία των φυσικών χερσαίων οικοσυστημάτων. Ουσιαστικά περνάμε σε ένα σύστημα Εποπτείας και Μελέτης των φυσικών συνιστωσών που χαρακτηρίζουν τις προστατευόμενες περιοχές και συνδέουμε το σύστημα αυτό με την υπάρχουσα Περιφερική Διοίκηση.
4. Συντονισμός των Φορέων Διαχείρισης (σσ Εποπτειών Περιβάλλοντος ) Ο συντονισμός τους πρέπει ρητά να προβλέπεται ότι θα γίνεται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, από τις καθ ύλη αρμόδιες υπηρεσίες των Γενικών Δ/νσεων που ασκούν αρμοδιότητες στο Φυσικό Περιβάλλον και τα Δάση. Δηλαδή προτείνουμε για θέματα δασικών οικοσυστημάτων ο Συντονισμός, η παροχή οδηγιών και η υποστήριξη τους να γίνεται από τη Γενική Δ/νση Δασών του ΥΠΕΝ ώστε να υπάρχει συμφωνία σε διοικητικό επίπεδο με τις αρμοδιότητες των δασικών Υπηρεσιών που εποπτεύονται σε επίπεδο πολιτικής από τη Γενική Δ/νση Δασών . Για θέματα Βιοποικιλότητας, εποπτείας υγροτόπων, λιμναίων η θαλασσίων οικοσυστημάτων αντίστοιχα ο Συντονισμός, η παροχή οδηγιών και η υποστήριξη τους θα γίνεται από τη Γενική Δ/νση από τη Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος.
5. Χρηματοδότηση των Φορέων Διαχείρισης (σσ Εποπτειών Περιβάλλοντος). Η χρηματοδότηση τους πρέπει να γίνεται από Υπουργείο Περιβάλλοντος, από το Ν.Π.Ι.Δ «πράσινο ταμείο» και από ευρωπαϊκά προγράμματα του επιχειρησιακού προγράμματος του Υπ. Περιβαλλοντος και άλλων Υπουργείων εφόσον είναι δικαιούχοι. Επίσης θα πρέπει να τους δίνεται η δυνατότητα να αξιοποιήσουν δωρεές και επιχορηγήσεις τρίτων. Στον προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορούν να ανοίξουν Κωδικοί αριθμοί Εσόδων και Εξόδων αντίστοιχα για τα έσοδα που θα κατατίθενται από τρίτους υπέρ των Φορέων και 2. Στον προϋπολογισμό εξόδων μπορούν να ανοίξουν επίσης κωδικοί για τα προγράμματα που υλοποιούν οι φορείς και για τα λειτουργικά τους έξοδα ( παράδειγμα τα λειτουργούντα ΝΠΙΔ σε αλλα Υπουργεία.
6. Σχέσεις των Φορέων Διαχείρισης με τις οικείες Περιφέρειες. Η σχέση εκτός από γεωγραφική (που έχει διαχειριστικό χαρακτήρα) μπορεί να είναι κυρίως οικονομική και να υπάρχει αξιοποίηση της δυνατότητας ένταξης στο επιχειρησιακό πρόγραμμα κάθε περιφέρειας περιβαλλοντικών δράσεων που συνδέονται με τους στόχους της περιφερειακής πολιτικής για το περιβάλλον . Στη βάση αυτή θα μπορεί να συνάπτεται προγραμματική σύμβαση στα πλαίσια του άρθρου 100 του ν.3852/2010 (α΄ 87) μεταξύ του Υπουργείου Περιβάλλοντος με τις δέκα τρεις περιφέρειες του κράτους ( ή του υπουργού με την Ένωση Περιφερειών Ελλάδας) . Η προγραμματική σύμβαση θα προβλέπει την ένταξη στα περιφερειακά προγράμματα, δράσεων που υλοποιούν οι Φορείς Διαχείρισης και αφορούν στη μελέτη κρισίμων συντελεστών του περιβάλλοντος ή τη μελέτη ειδικών δράσεων και έργων που μπορεί στη συνέχεια να υλοποιηθούν στοχευμένα από τις δασικές υπηρεσίες η τις υπηρεσίες περιβάλλοντος, προάγοντας τη συνεργασία των φορέων Διαχείρισης με τις δημόσιες Αρχές.
Μπόκαρης Νικόλαος
Πρόεδρος ΔΣ ΠΕΔΔΥ
Μέλος ΔΣ ΓΕΩΤΕΕ
Το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου «Οργάνωση και λειτουργία φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών» του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι κατά την άποψη μας αποσπασματικό και ως προς τις προβλέψεις για τη λειτουργία των Ν.Π.Ι.Δ στο μέλλον, πρόχειρο.
Η διαβούλευση επί των διατάξεων του Σχεδίου Νόμου που προτείνεται δεν θα προσφέρει ουσιαστικά στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, διότι θα εμφανιστούν απόψεις από δύο πλευρές που θα ισχυρίζονται τα εντελώς αντίθετα.
Η άποψη των εκπροσώπων των Δασικών Υπηρεσιών είναι ότι τα αντικείμενα διοίκησης, προστασίας, διαχείρισης και ανάπτυξης των δασικών προστατευόμενων περιοχών, νοουμένων σχεδόν στο σύνολο τους ως δασικών Οικοσυστημάτων, πρέπει να γίνεται από σύγχρονες και σωστά οργανωμένες Δασικές Υπηρεσίες.
Αντιθέτως η άποψη των υπηρεσιών φυσικού περιβάλλοντος ή των διορισμένων προέδρων και μελών Διοικητικών Συμβουλίων, που συνέβαλαν στη διαμόρφωση των προτεινόμενων διατάξεων, ασφαλώς θα είναι αντίθετη με την άποψη των Δασικών Υπηρεσιών και σε εντελώς διαφορετική βάση. Ποιο είναι το κριτήριο για την τεχνική και οικονομική αξιολόγηση και τελικά την υιοθέτηση της μιας ή της άλλης άποψης ?
Αυτό ασφαλώς δεν περιμένουμε να απαντηθεί σε επίπεδο διαβούλευσης του σχεδίου Νόμου και δυστυχώς δεν δόθηκε η δυνατότητα συνδιαμόρφωσης των προτεινόμενων διατάξεων από τις καθ υλη αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΝ.
Θεωρούμε ότι η σύνθεση της επιτροπής σύνταξης των διατάξεων του Νομοσχεδίου, ο σύντομος χρόνος επεξεργασίας και η έλλειψη δυνατότητας στις καθ ύλη αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Δ/νσης να προτείνουν δομικές και ουσιαστικές αλλαγές που να συνεισφέρουν στη βιώσιμη διοικητικά και νομικά λύσης, που θα γεφύρωνε επ ωφελεία του δημοσίου συμφέροντος τις Δημόσιες Δασικές Υπηρεσίες από τη μια και τους Φορείς Διαχείρισης ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου από την άλλη.
Οι συνδικαλιστικοί φορείς των Δασικών Υπαλλήλων (κυρίως η Π.Ε.Δ.Δ.Υ με αποφάσεις Γενικών Συνελεύσεων) αλλά και υπηρεσιακοί παράγοντες της Γενικής Δ/νσης Δασών του ΥΠΕΝ και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, έχουν εκφράσει αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα ύπαρξης των φορέων διαχείρισης και για την αδιέξοδη διοικητική τους σχέση με τις Δημόσιες Υπηρεσίες. Αυτή τους τη θέση την εξέφρασαν και τη στήριξαν επιχειρηματολογώντας πάνω στο πολύ περιορισμένο έργο που έχει παρασχεθεί από τους περισσότερους φορείς διαχείρισης και την εν γένει περιορισμένη παρουσία αυτών (Φορέων Διαχείρισης), από τη στιγμή που συστάθηκαν το οποίο έργο όπου υπάρχει αφορά κυρίως την ανάθεση μελετών.
Τις παραπάνω ενστάσεις έχουν διατυπώσει δημόσια σε συνεδριάσεις της μόνιμης επιτροπής περιβάλλοντος της Βουλής όταν εξεταζόταν το σύστημα διαχείρισης προστατευομένων περιοχών. Εκεί βεβαίως επικράτησε η άποψη της ενσωμάτωσης του προσωπικού των Φορέων Διαχείρισης στις Δασικές Υπηρεσίες ώστε να επιτευχθεί η αναγκαία διεπιστημονικότητα τους και να εξασφαλιστεί και η αποτελεσματικότητά τους σε επίπεδο εφαρμογής των σχετικών με τις προστατευόμενες περιοχές αρμοδιοτήτων τους.
Αυτή είναι και η άποψη της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ). Θεωρούμε ότι στην Ελλάδα αντί να διερευνάμε τη βιωσιμότητα νέων Υπηρεσιών ή Νομικών προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου που θα υποκαθιστούν σε θέματα άσκησης αρμοδιοτήτων τις Δημόσιες Υπηρεσίες θα έπρεπε να συμβάλουμε στην καλύτερη λειτουργία δημόσιων υπηρεσιακών δομών που υπάρχουν και ασκούν σύμφωνα με το Σύνταγμα, αρμοδιότητες διοίκησης, διαχείρισης προστασίας των δασικών οικοσυστημάτων .
Συνεπώς δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με ακόμα μια παραγκώνιση της δασικής υπηρεσίας με αφορμή το σύστημα των προστατευόμενων περιοχών. Οι δασικές υπηρεσίες είναι σήμερα ο μόνος δημόσιος φορέας που έχει εκτελεστικές αρμοδιότητες για την προστασία και διαχείριση των Περιοχών αυτών (Π.Π) στην πράξη, ιδίως όσον αφορά τα δασικά οικοσυστήματα αλλά και το αγροπεριβάλλον. Αυτές οι υπηρεσίες λειτουργούν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για τα δάση και της εθνικής δασικής πολιτικής που καθορίζεται σε επίπεδο υπουργείου. Παρόλα αυτά βλέπουμε ότι οι υπάρχουσες διοικητικές δομές της (Δ/νσεις Δασών, Δασαρχεία, Δασονομεία και Δασοφυλάκια) οι οποίες είναι αποκεντρωμένες μέχρι την τελευταία άκρη της Ελλάδας, επιλέγεται να μην αξιοποιούνται για τη λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Διοίκησης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών.
Η διατήρηση και επέκταση των Φ.Δ με τις διατάξεις του συζητούμενου νομοσχεδίου και η ανάθεση σε αυτούς της διοίκησης και διαχείρισης των Προστατευόμενων περιοχών αναδεικνύει και πρακτικά προβλήματα που συνδέονται με την ερμηνεία των όρων «διοίκηση και διαχείριση» καθώς και με το πώς ερμηνεύουν οι δημόσιες υπηρεσίες αυτή την αρμοδιότητα και τελικά η υπόθεση ποιος διοικεί και ποιος διαχειρίζεται φτάνει μέχρι την ίδια την κοινωνία και δεν είναι λίγα τα προβλήματα που προέκυψαν από αυτές τις ασυνέχειες. Η διαχείριση τεράστιου ποσοστού των χερσαίων οικοσυστημάτων που αποτελούν συγχρόνως αρμοδιότητα της δασικής υπηρεσίας διαχρονικά, επομένως χρήζει διευκρινήσεων επί λεπτομερειών που αφορούν τη διαχείριση των περιοχών αυτών. Ο καθορισμός διακριτών αρμοδιοτήτων των εμπλεκόμενων στην προστασία και διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος φορέων και υπηρεσιών είναι απαραίτητος προκειμένου να επιτευχθεί καλός συντονισμός και συνεργασία μεταξύ τους.
Σε διαφορετική περίπτωση οδηγούμαστε σε κατασπατάληση δημοσίου χρήματος και σε αμφίβολες πρακτικές και δράσεις που σίγουρα δεν ευνοούν το περιβάλλον ούτε όμως και το κοινωνικό σύνολο.
Συνεπώς η άποψη μας είναι ότι το νομοσχέδιο που βγήκε στη διαβούλευση έχει δομικές ατέλειες, χρήζει επεξεργασίας και έπρεπε να κινείται σε διαφορετική νομοτεχνική βάση. Κατά την άποψη μας επιβάλλεται να γίνουν καίριες δομικές και όχι μόνο λεκτικές τροποποιήσεις σε αυτό πριν κατατεθεί στη βουλή για συζήτηση στις επιτροπές .
Για το λόγο αυτό εκφράζουμε την πλήρη αντίθεση μας επί της αρχής και επί επιμέρους διατάξεων του νομοσχεδίου που όχι μόνο δεν λύνουν αλλά αντίθετα επιτείνουν τη σύγχυση αρμοδιοτήτων και συνεπώς προτείνουμε την πλήρη απόσυρσή του.
Η πρόταση μας για απόσυρση συνδέεται με την ένταξη του συνόλου των αρμοδιοτήτων και του προσωπικού των φορέων Διαχείρισης στις Δασικές Υπηρεσίες .
Εφόσον δεν υπάρχει πρόθεση να ενταχθεί η λειτουργία και το προσωπικό των Φορέων Διαχείρισης στη λειτουργία των υφιστάμενων δασικών Υπηρεσιών , που θα ήταν η οικονομικότερη και η προσφορότερη λύση και για τους εργαζόμενους αλλά και για το αντικείμενο που ασκούν, προτείνουμε τις παρακάτω δομικές αλλαγές :
1. Για να σταματήσει η σύγχυση αρμοδιοτήτων με τις υφιστάμενες κρατικές δομές, οι φορείς διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών θα πρέπει να μετονομαστούν σε «Εποπτείες Φυσικού Περιβάλλοντος»
2. Η νομική τους μορφή πρέπει να συνεχίσει να είναι ¨Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου» και να έχουν τίτλο «εποπτεία φυσικού περιβάλλοντος ………………»(τίτλος περιφέρειας πχ. Πελοποννήσου )
3. Ο αριθμός τους πρέπει να καθοριστεί σε (13) δέκα τρεις (όσες και οι αντίστοιχες περιφέρειες του κράτους ). Επί αυτού του αριθμού μπορούν να προστεθούν και επιπλέον ορισμένοι φορείς όταν το επιβάλει το ιδιαίτερο αντικείμενο τους, (πχ υγρότοπος, μεγάλο λιμναίο η ειδικό θαλάσσιο οικοσύστημα) ή αποτελεί ξεχωριστή ενότητα από πλευράς περιβάλλοντος, βιοποικιλότητας η διαχειριστικών δεδομένων. Με τον τρόπο αυτό ο ελάχιστος αριθμός των φορέων διαχείρισης μπορεί να αυξηθεί τουλάχιστον κατά δυο (Ζάκυνθος, Σποραδες) αλλά μπορεί να φτάσει και μέχρι είκοσι (20) ώστε να μπουν κάποιες περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος σαν ξεχωριστοί Φορείς (σσ εποπτείες περιβάλλοντος) και το συνολικό ισοζύγιο από τους υπάρχοντες σήμερα Φ.Δ (29) να είναι μικρότερο καλύπτοντας το σύνολο των προστατευόμενων περιοχών της χώρας .
Σκεπτικό : Με τον προτεινόμενη χωρική διευθέτηση και τη μετονομασία των Φ.Δ , σταματά η σύγχυση αρμοδιοτήτων με τις δημόσιες αρχές που έχουν σαν αρμοδιότητα τη διαχείριση και προστασία των φυσικών χερσαίων οικοσυστημάτων. Ουσιαστικά περνάμε σε ένα σύστημα Εποπτείας και Μελέτης των φυσικών συνιστωσών που χαρακτηρίζουν τις προστατευόμενες περιοχές και συνδέουμε το σύστημα αυτό με την υπάρχουσα Περιφερική Διοίκηση.
4. Συντονισμός των Φορέων Διαχείρισης (σσ Εποπτειών Περιβάλλοντος ) Ο συντονισμός τους πρέπει ρητά να προβλέπεται ότι θα γίνεται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, από τις καθ ύλη αρμόδιες υπηρεσίες των Γενικών Δ/νσεων που ασκούν αρμοδιότητες στο Φυσικό Περιβάλλον και τα Δάση. Δηλαδή προτείνουμε για θέματα δασικών οικοσυστημάτων ο Συντονισμός, η παροχή οδηγιών και η υποστήριξη τους να γίνεται από τη Γενική Δ/νση Δασών του ΥΠΕΝ ώστε να υπάρχει συμφωνία σε διοικητικό επίπεδο με τις αρμοδιότητες των δασικών Υπηρεσιών που εποπτεύονται σε επίπεδο πολιτικής από τη Γενική Δ/νση Δασών . Για θέματα Βιοποικιλότητας, εποπτείας υγροτόπων, λιμναίων η θαλασσίων οικοσυστημάτων αντίστοιχα ο Συντονισμός, η παροχή οδηγιών και η υποστήριξη τους θα γίνεται από τη Γενική Δ/νση από τη Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος.
5. Χρηματοδότηση των Φορέων Διαχείρισης (σσ Εποπτειών Περιβάλλοντος). Η χρηματοδότηση τους πρέπει να γίνεται από Υπουργείο Περιβάλλοντος, από το Ν.Π.Ι.Δ «πράσινο ταμείο» και από ευρωπαϊκά προγράμματα του επιχειρησιακού προγράμματος του Υπ. Περιβαλλοντος και άλλων Υπουργείων εφόσον είναι δικαιούχοι. Επίσης θα πρέπει να τους δίνεται η δυνατότητα να αξιοποιήσουν δωρεές και επιχορηγήσεις τρίτων. Στον προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορούν να ανοίξουν Κωδικοί αριθμοί Εσόδων και Εξόδων αντίστοιχα για τα έσοδα που θα κατατίθενται από τρίτους υπέρ των Φορέων και 2. Στον προϋπολογισμό εξόδων μπορούν να ανοίξουν επίσης κωδικοί για τα προγράμματα που υλοποιούν οι φορείς και για τα λειτουργικά τους έξοδα ( παράδειγμα τα λειτουργούντα ΝΠΙΔ σε αλλα Υπουργεία.
6. Σχέσεις των Φορέων Διαχείρισης με τις οικείες Περιφέρειες. Η σχέση εκτός από γεωγραφική (που έχει διαχειριστικό χαρακτήρα) μπορεί να είναι κυρίως οικονομική και να υπάρχει αξιοποίηση της δυνατότητας ένταξης στο επιχειρησιακό πρόγραμμα κάθε περιφέρειας περιβαλλοντικών δράσεων που συνδέονται με τους στόχους της περιφερειακής πολιτικής για το περιβάλλον . Στη βάση αυτή θα μπορεί να συνάπτεται προγραμματική σύμβαση στα πλαίσια του άρθρου 100 του ν.3852/2010 (α΄ 87) μεταξύ του Υπουργείου Περιβάλλοντος με τις δέκα τρεις περιφέρειες του κράτους ( ή του υπουργού με την Ένωση Περιφερειών Ελλάδας) . Η προγραμματική σύμβαση θα προβλέπει την ένταξη στα περιφερειακά προγράμματα, δράσεων που υλοποιούν οι Φορείς Διαχείρισης και αφορούν στη μελέτη κρισίμων συντελεστών του περιβάλλοντος ή τη μελέτη ειδικών δράσεων και έργων που μπορεί στη συνέχεια να υλοποιηθούν στοχευμένα από τις δασικές υπηρεσίες η τις υπηρεσίες περιβάλλοντος, προάγοντας τη συνεργασία των φορέων Διαχείρισης με τις δημόσιες Αρχές.