1. α) Για τη στέγαση των Κτηματολογικών Γραφείων και των Υποκαταστημάτων τους, που συστήνονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, ο Οργανισμός, με την επιφύλαξη της περίπτ. β’, υπεισέρχεται αυτοδικαίως, ως μισθωτής, στις, ισχύουσες κατά την ημερομηνία κατάργησης των Κτηματολογικών Γραφείων και Υποθηκοφυλακείων σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 1, μισθώσεις ακινήτων, που έχουν συναφθεί από το Ελληνικό Δημόσιο ή από τους άμισθους Υποθηκοφύλακες, για τη στέγαση των εμμίσθων ή αμίσθων Υποθηκοφυλακείων ή Κτηματολογικών Γραφείων, αντίστοιχα. Ο Οργανισμός δικαιούται, μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, να καταγγείλει αζημίως τις μισθώσεις της παρούσας παραγράφου.
β) Σε περίπτωση κατά την οποία, οι υπηρετούντες κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, άμισθοι υποθηκοφύλακες επιθυμούν τη συνέχιση της μισθωτικής σχέσης στο πρόσωπο τους για άλλη χρήση, οφείλουν να το δηλώσουν στον Οργανισμό ταυτόχρονα με την αποδοχή ή μη της πρόσκλησης του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 18.
2. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες άμισθο Υποθηκοφυλακείο που καταργείται με τις διατάξεις της παραγράφου 5 άρθρου 1, στεγάζεται, κατά την ημερομηνία κατάργησής του σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 1, σε ακίνητο για το οποίο δεν έχει συναφθεί σύμβαση μίσθωσης, ο Οργανισμός παραμένει αυτοδικαίως στη χρήση του ακινήτου, για χρονικό διάστημα μέχρι έξι μήνες από την ημερομηνία κατάργησης του Υποθηκοφυλακείου. Για τη, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, χρήση, καταβάλλεται από τον Οργανισμό στον κύριο ή επικαρπωτή του ακινήτου εύλογη αποζημίωση, το ύψος της οποίας συμφωνείται με διαπραγμάτευση μεταξύ των συμβαλλομένων.
3. Τα έπιπλα, σκεύη, μηχανήματα και όλος εν γένει ο εξοπλισμός των καταργουμένων αμίσθων Υποθηκοφυλακείων περιέρχονται στην κυριότητα του Οργανισμού, εκτός αν αποδεικνύεται αποκλειστικά με έγγραφα ότι αυτά αποκτήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της διατάξεως της παραγράφου 5 του άρθρου 20 του ν. 2145/1993 (Α΄ 88, 28.5.1993 ).
Η διάταξη του άρθρου 20 παρ. 5 ν. 2145/1993 προβλέπει ρητά ότι ο εξοπλισμός αποκτάται με δαπάνη του υποθηκοφύλακα, άρα προφανώς ανήκει και στην κυριότητά του. Σε διαφορετική περίπτωση, ο νόμος θα διατύπωνε ότι ο εξοπλισμός αποκτάται με δαπάνη του ελληνικού Δημοσίου.
Και εν προκειμένω συνεπώς τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικής δήμευσης της περιουσίας των ιδιωτών ελευθέρων επαγγελματιών αμίσθων υποθηκοφυλάκων. Ο εξοπλισμός δεν ανήκει στα «υποθηκοφυλακεία», που δεν υπάρχουν ως τέτοια, αλλά στον υποθηκοφύλακα.
Στο α.39 χρειάζεται σαφέστερη διατύπωση η παρ.1 β).
Συμπερασματικά ,είναι φανερό πως το παρόν νομοσχέδιο δεν λαμβάνει υπ΄όψιν του την τρέχουσα συναλλακτική ζωή.
Αγνοεί καθώς δεν προηγήθηκε καμμία σοβαρή μελέτη τα θέματα που ανέκυψαν στο στάδιο της κτηματογράφησης, τόσο για την αποτύπωση των δημοσίων εκτάσεων είτε της δημόσιας είτε της ιδιωτικής περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου πανελλαδικά,όσο και σε θέματα ορθής αποτύπωσης και κατοχύρωσης των ιδιωτικών δικαιωμάτων.
Στην Κρήτη ,δεν έχει κτηματογραφηθεί το πλέον δύσκολο νομικά και γεωφυσικά τμήμα της .Στις ήδη κτηματογραφημένες περιοχές είναι ήδη πλημμελής η κατοχύρωση των δικαιωμάτων του Δημοσίου.Επίσης πολυπληθή και σε μεγάλο ποσοστό είναι τα λάθη στην αποτύπωση των γεωτεμαχίων.
Δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε τις αιτίες.
Δυστυχώς όμως οι νέες κτηματογραφήσεις δεν ξεκινούν με τις καλύτερες προϋποθέσεις.
Θα πρέπει να αποφευχθεί η λειτουργία τέτοιων δομών με το βαθμό του συγκεντρωτισμού που τις διακρίνει και τη δυσκαμψία στην λειτουργία τους ,για όσο διάστημα εξακολουθεί να εκκρεμεί η οριστικοποίηση των αρχικών εγγραφών.
Δηλαδή όσο είναι αβέβαιη η κατοχύρωση των εμπραγμάτων δικαιωμάτων και η ορθή αποτύπωσή τους.
Επιπρόσθετα προκύπτει δημοσιονομική ζημία ,η οποία επαυξάνεται από τη δυσχέρεια που θα προκληθεί στην προσέλκυση επενδύσεων.
H τοπική οικονομία των περιοχών , όπου τα άμισθα υποθηκοφυλακεία εδράζονται, θα περιέλθει σε ύφεση ,καθώς γύρω από το ακίνητο και την εκμετάλλευση του σωρεία επαγγελματιών επωφελούνται και για τους οποίους κομβικός είναι ο ρόλος του λειτουργούντος στην περιοχή υποθηκοφυλακείου.
Επιβάλλεται η ολική αναθεώρησή του με την διατήρηση και μετεξέλιξη των υφισταμένων δομών – υποθηκοφυλακείων -μετά την οριστικοποίηση των αρχικών εγγραφών – σε κτηματολογικά γραφεία με διατήρηση του καθεστώτος λειτουργίας τους και σύμφωνα με το σκεπτικό που αναφέρθηκε ανωτέρω.