1. Στον Οργανισμό συνιστώνται ογδόντα έξι (86) οργανικές θέσεις Προϊσταμένων Κτηματολογικών Γραφείων και Υποκαταστημάτων τους, κατηγορίας ΠΕ, με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου. Οι θέσεις κατανέμονται ανά μία σε κάθε Κτηματολογικό Γραφείο και Υποκατάστημα Κτηματολογικού Γραφείου, όπως αυτά προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 15, και εντάσσονται σε ειδικό κλάδο Προϊσταμένων Κτηματολογικών Γραφείων και Υποκαταστημάτων Κτηματολογικών Γραφείων που συστήνεται με τον παρόντα νόμο στον Οργανισμό.
2. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, οι θέσεις της προηγούμενης παραγράφου καλύπτονται με διορισμό, ύστερα από προκήρυξη και ειδικό διαγωνισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15, 16 και 17 του ν. 2190/1994 (Α΄28), όπως ισχύει.
3. Για την επιλογή και τοποθέτηση στις θέσεις ευθύνης της παραγράφου 1 απαιτούνται σωρευτικά τα ακόλουθα προσόντα:
α) Τίτλος σπουδών Τμήματος Νομικής
β) Καλή γνώση μίας τουλάχιστον εκ των γλωσσών αγγλικής, γαλλικής ή γερμανικής, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 28 του π.δ. 50/2001 (Α΄39).
4. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου, οι θέσεις της παραγράφου 1, καλύπτονται
α) από τους Προϊσταμένους και, όπου αυτοί ελλείπουν, από τους νόμιμους αναπληρωτές τους, των καταργούμενων εμμίσθων Υποθηκοφυλακείων, εφόσον δεν έχουν υποβάλει αίτηση μετάταξης κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 20, και
β) από τους ειδικούς άμισθους Υποθηκοφύλακες εφόσον υποβάλουν στον Οργανισμό σχετική αίτηση εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την πρόσκληση του επόμενου εδαφίου. Ο Οργανισμός αποστέλλει, εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος, προς τους υπηρετούντες άμισθους Υποθηκοφύλακες, πρόσκληση προς υποβολή αίτησης μεταφοράς και ένταξης στον Οργανισμό. Η ένταξη των ειδικών άμισθων Υποθηκοφυλάκων σε υπαλληλικό βαθμό διενεργείται με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 80 και 82 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, όπως ισχύει). Η υπηρεσία των ανωτέρω στις θέσεις αμίσθων Υποθηκοφυλάκων θεωρείται ως πραγματική δημόσια υπηρεσία για κάθε νόμιμη συνέπεια. Στις θέσεις της παρ. 1 τοποθετείται, με τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 7 του άρθρου 1, όποιο από τα πρόσωπα των περίπτ. α’ και β’ υπηρετούσε στο καταργούμενο, έμμισθο ή άμισθο, υποθηκοφυλακείο της έδρας του Κτηματολογικού Γραφείου ή του Υποκαταστήματος.
Όσοι από τα πρόσωπα των περίπτ. α’ και β’ της παρ. 4 δεν διοριστούν στις θέσεις της παρ. 1, εντάσσονται στις οργανικές θέσεις της υποπερίπτ. αα’ της περίπτ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 17 και τοποθετούνται σε βαθμό Αναπληρωτή Προϊσταμένου Κτηματολογικού Γραφείου ή Υποκαταστήματος. Με απόφαση του Δ.Σ του Οργανισμού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα ειδικότερα καθήκοντα που ασκούνται από τους αναπληρωτές Προϊσταμένους Κτηματολογικών Γραφείων ή Υποκαταστημάτων της παρούσας παραγράφου.
5. Αν καταργηθεί Υποκατάστημα Κτηματολογικού Γραφείου, ο Προϊστάμενός του τοποθετείται σε αντίστοιχη κενή θέση εντός του ίδιου νομού και η θέση που κατείχε καταργείται. Αν δεν υπάρχει κενή θέση εντός του ιδίου νομού, η θέση που κατείχε μετατρέπεται σε προσωποπαγή, κατανέμεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού σε Κτηματολογικό Γραφείο ή Υποκατάστημα Κτηματολογικού Γραφείου εντός του ίδιου νομού και αυτός που την κατέχει ασκεί καθήκοντα αναπληρωτή Προϊσταμένου στο Κτηματολογικό Γραφείο ή στο Υποκατάστημα που τοποθετείται. Ο ανωτέρω καταλαμβάνει την πρώτη θέση Προϊσταμένου Κτηματολογικού Γραφείου ή Υποκαταστήματος εντός του ίδιου νομού που θα κενωθεί.
6. Τα καθήκοντα της θέσης Προϊσταμένου Κτηματολογικού Γραφείου ή Υποκαταστήματος η οποία δεν καλύπτεται κατά την προηγούμενη παράγραφο ή κενώνεται για οποιονδήποτε λόγο, μπορεί να ασκούνται από τον Προϊστάμενο άλλου Κτηματολογικού Γραφείου ή Υποκαταστήματος, ο οποίος ορίζεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού.
7. Με απόφαση του Δ.Σ του Οργανισμού μπορεί να ανατίθενται τα καθήκοντα Προϊσταμένου του Υποκαταστήματος Ικαρίας του Κτηματολογικού Γραφείου Βορείου Αιγαίου σε Συμβολαιογράφο που έχει την έδρα του στο νησί, για χρονικό διάστημα από δύο (2) έως τέσσερα (4) έτη. Αν στο νησί έχουν την έδρα τους περισσότεροι του ενός Συμβολαιογράφοι, πριν την από την ανάθεση και την κατάρτιση της σύμβασης δημοσιεύεται πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και μεταξύ περισσοτέρων ενδιαφερομένων, επιλέγεται ο αρχαιότερος υποψήφιος. Με απόφαση του Δ.Σ του Οργανισμού που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζονται τα ειδικότερα καθήκοντα του Συμβολαιογράφου, η ενιαία βάση προσδιορισμού της αμοιβής ανάλογα με τον αριθμό των μεταγραφομένων πράξεων και των χορηγουμένων αντιγράφων, το ύψος της και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Συμπληρωματικά στο προηγούμενο σχόλιό μας:
Ενώ στο άρθρο 1 γίνεται αναφορά στις καταργούμενες οργανικές θέσεις του προσωπικού των εμμίσθων υποθηκοφυλακείων και του κτηματολογίου πουθενά δεν γίνεται λόγος για την κατάργηση του ελευθέριου επαγγέλματος του αμίσθου υποθηκοφύλακα. Ξεχνούν οι συντάκτες του σχεδίου ότι ο άμισθος υποθηκοφύλακας δεν είναι υπάλληλος που καταργείται η θέση του, αλλά αποτελεί κατά νόμο ελευθέριο επάγγελμα. Ούτε οργανική θέση έχει, ούτε το άμισθο υποθηκοφυλακείο διαθέτει υπόσταση υπό οργανική άποψη.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, δεν μιλάμε για «μεταφορά» του προσωπικού των αμίσθων υποθηκοφυλακείων στο συνιστώμενο Οργανισμό. Μιλάμε για κατάργηση του ελευθέριου επαγγέλματος του αμισθου υποθηκοφύλακα και, συνακόλουθα, για κατάργηση και του ιδιωτικού προσωπικού που απασχολούσε. Οι τελευταίοι αποκτούν τη δυνατότητα να εισέλθουν στο Δημόσιο, χωρίς καμία διαδικασία αξιολόγησης, οι δε πρώτοι, αξιολογημένοι νομικοί επαγγελματίες, τί δυνατότητα έχουν; Μα την ίδια ακριβώς με τους υπαλλήλους που κάποτε εκείνοι προσέλαβαν ως βοηθούς εκπληρώσεως των καθηκόντων τους.
Η μόνη εναλλακτική είναι είτε να γίνει ο καταργούμενος επαγγελματίας υπάλληλος του νέου οργανισμού είτε να μείνει άνεργος. Καμία πρόβλεψη περί της δυνατότητα διορισμού ως δικηγόρου η ως συμβολαιογράφου, όπως σήμερα προβλέπεται στο άρθρο 23 Ν. 2664/1998.
Τούτο δε ενώ πάντα οι άμισθοι υποθηκοφύλακες αναπληρώνονται από συμβολαιογράφους, ενώ στα μη ειδικά άμισθα υποθηκοφυλακεία χρέη υποθηκοφύλακα ασκεί ο συμβολαιογράφος.
Καταργείται, λοιπόν, ένα ελευθέριο νομικό επάγγελμα, στο οποίο οι άμισθοι υποθηκοφύλακες
εισέρχονται με διαγωνισμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, χωρίς να δίνεται η δυνατότητα άσκησης άλλου αντίστοιχου και συναφούς και έτσι αποκλείονται εξ ολοκλήρου από την άσκηση ελευθέριου νομικού επαγγέλματος.
Αν αυτό δεν είναι προσβολή του άρθρου 5 παρ. 1 του Σ., τί συνιστά ακριβώς τέτοια προσβολή;
Αρθρο 18. Σύσταση οργανικών θέσεων Προισταμένων Κτηματολογικών Γραφείων.
Ορθώς η διάταξη προβλέπει ότι οι προιστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων και υποκαταστημάτων θα πρέπει να είναι νομικοί, και προβλέπει ειδική διαδικασία τοποθέτησης των ήδη υπηρετούντων υποθηκοφυλάκων στα νέα γραφεία. Με την ίδια αυτή όμως διάταξη θα πρέπει να καταργηθεί πάραυτα η αντίθετη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 4164/2013 που τροποποίησε την 3 παρ. 1 του Ν. 2664/1998, με την οποία προβλέπεται ότι προιστάμενος των οριστικών κτηματολογικών γραφείων μπορεί να είναι πτυχιούχος οποιασδήποτε επιστημονικής ειδικότητας! Αυτό διότι τα προβλήματα που αναφύονται κατά τη λειτουργία των νέων κτηματολογικών γραφείων και χρήζουν επίλυσης είναι προεχόντως νομικά, και γι΄αυτό η διεύθυνση των γραφείων αυτών θα πρέπει να ασκείται από νομικούς επιστήμονες και όχι ασχέτων επαγγελματικών ειδικοτήτων, κάτι το οποίο περικλείει κινδύνους για τα ιδιοκτησιακά συμφέροντα των πολιτών καθώς και για τα προσωπικά δεδομένα των συναλλασσόμενων που τηρούνται στο κτηματολόγιο. Η ΠΟΜΙΔΑ επιμένει σταθερά στη θέση ότι η παραφυλακή των τίτλων της ιδιοκτησίας ήταν, είναι και πρέπει να παραμείνει έργο ανεξάρτητων νομικών, υπό την εποπτεία και την εγγύηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, όπως ορίζει και το Σύνταγμα.
Το νομοσχέδιο δεν διευκρινίζει ποια ακριβώς θα είναι συγκεκριμένως τα καθήκοντα των Προϊσταμένων Κτηματολογικών Γραφείων και Υποκαταστημάτων, πέρα από τη γενική αναφορά στο άρθρο 16 παρ. 6. Δεν γίνεται δε καμία αναφορά στα καθήκοντα των Προϊσταμένων των Υποκαταστημάτων.
Οι Προϊστάμενοι, έτσι όπως θεσπίζονται με το άρθρο 18, θα είναι κατεξοχήν δημόσιοι υπαλλήλοι χωρίς καμία εγγύησης λειτουργικής ανεξαρτησίας, αλλά αντιθέτως θα υπάγονται σε δημοσιοϋπαλληλική ιεραρχία και στην πειθαρχική εξουσία του ΔΣ και του Γενικού Διευθυντή.
Το γεγονός ότι στην παράγραφο 3 τίθεται ως προσόν το πτυχίο νομικής είναι προσχηματικό και ευκαιριακό, προφανέστατα γίνεται δε για να δοθεί η εντύπωση ότι δια του προϊσταμένου νομικού αποκαθιστούμε τάχα την αποκοπή του υπό ίδρυση οργανισμού από τις δομές της Δικαιοσύνης. Είναι μαθηματικά βέβαιο ότι η ισόβια ομάδα της Κτηματολόγιο Α.Ε./ΕΚΧΑ/προσεχώς «Ο.Ε.Κτ.» θα επιδιώξουν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα την τροποποίηση της εν λόγω διάταξης, έτσι ώστε καθήκοντα προϊσταμένου να μπορεί να ασκεί και μη νομικός, λ.χ. αγρονόμος-τοπογράφος.
Υπενθυμίζουμε σχετικώς ότι με τον ίδιο τρόπο τροποποιήθηκε και η σήμερα ισχύουσα διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 του Ν. 2664/1998 και επέτρεψε σε κατόχους πτυχίων ΠΕ «συναφούς» αντικειμένου, και όχι μόνο Νομικής, όπως ήταν η αρχική διάταξη, να προΐστανται των κτηματολογικών γραφείων.
Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου, τις 86 οργανικές θέσεις Προϊσταμένων καταλαμβάνουν, εφόσον επιθυμούν, οι Προϊστάμενοι των καταργούμενων εμμίσθων υποθηκοφυλακείων και οι ειδικοί άμισθοι υποθηκοφύλακες που τυγχάνει τα γραφεία τους να συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών που γίνονται κτηματολογικά γραφεία ή υποκαταστήματα. Σε όσους ειδικούς αμίσθους υποθηκοφύλακες προΐστανται σήμερα γραφείων που δεν περιλαμβάνονται στα ανωτέρω κτηματολογικά γραφεία ή υποκαταστήματα, το σχέδιο νόμου επιφυλάσσει σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, βαθμό αναπληρωτή Προϊσταμένου, με καθήκοντα που μένει να προσδιορισθούν με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού. Άραγε πώς δικαιολογείται, σύμφωνα με το Σύνταγμα, η διάκριση αυτή του καθεστώτος ΙΔΑΧ σε σχέση με τους πρώην συναδέλφους τους που γίνονται υπάλληλοι δημοσίου δικαίου;
Εφόσον αποδέχονται τις ως άνω θέσεις, οι άμισθοι υποθηκοφύλακες υποβάλουν σχετική αίτηση «μεταφοράς και ένταξής τους» σε αυτόν. Κατ΄ αρχάς ας εξηγήσει κάποιος τι σημαίνει ακριβώς μεταφορά και ένταξη. Στην κυριολεξία ομιλούμε για κατάργηση επαγγέλματος και για πρόσληψη στο δημόσιο. Καμία «μεταφορά» δεν λαμβάνει χώρα.
Η αίτηση ένταξης γίνεται κατόπιν πρόσκλησης που θα εκδώσει ο υπό ίδρυση φορέας εντός μηνός από την έναρξη ισχύος του νόμου. Η προθεσμία αυτή είναι απαράδεκτη τόσο ως προς τη διάρκειά της, όσο κυρίως ως προς το σημείο αφετηρίας της. Δεν είναι δυνατό να καλείται κανείς να κάνει αίτηση να αναλάβει θέση, πριν η θέση αυτή να έχει συσταθεί, χωρίς να είναι εκ των προτέρων σαφές πού θα τοποθετηθεί και τί καθήκοντα θα έχει. Τουλάχιστον, λοιπόν, η πρόσκληση αυτή θα έπρεπε να γίνεται ταυτόχρονα ή μετά την έκδοση της απόφασης κατάργησης του άρθρου 1 παρ. 7.
Η ειδική μεταχείριση της Ικαρίας πώς δικαιολογείται;
Βλέπουμε όμως δια της περίπτωσης της Ικαρίας, πόσο ωραία θα μπορούσαν να ανατίθενται καθήκοντα προϊσταμένου σε δημοσίους λειτουργούς ανεξάρτητους και ενταγμένους στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Και μάλιστα με αναλογική αμοιβή προσδιοριζόμενη με βάση τις μεταγραφόμενες πράξεις. Η μη κατάργηση και ένταξη των αμίσθων υποθηκοφυλάκων, υπαγομένων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, στο νέο φορέα (όπως άλλωστε και σήμερα δουλεύουν αυτοί το σύστημα του κτηματολογίου, όπου υπάρχει αυτό) σίγουρα θα είχε πολύ λιγότερα ζητήματα αντισυνταγματικότητας σε σχέση με το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου.
Αρμοδιοι του ΥΠΕΝ το κρατος σε συνθηκες ευνομούμενης πολιτειας πρέπει να διακατέχεται από τις αρχές της συνέπειας και της συνέχειας,απόρροια αυτών των αρχών αποτελεί και η νομολογιακά κατοχυρωμένη αρχή της εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη Διοίκηση.Όταν το κράτος νομοθετεί εξετάσεις διορισμού άμισθου Υποθηκοφύλακα διενεργούμενες από το Υπουργείο Δικαιοσύνης υπό την εποπτεία ανώτατων δικαστικών λειτουργών, σκοπεί στην επιλογή του κατά συνθήκη βέλτιστου νομικού που θα ανταποκριθεί ως Προιστάμενος Υποθηκοφυλακείου ή Κτηματολογικού Γραφείου στο κρίσιμο έργο της καταχώρισης των συνταγματικώς κατοχυρωμένων εμπραγμάτων δικαιωμάτων καθώς και της άσκησης της οιονεί δικαστικής λειτουργίας με τη μορφή των αποφάσεων επι προδήλων σφαλμάτων ή διόρθωσης γεωμετρικών στοιχείων.Ο άμισθος Υποθηκοφύλακας είναι δημόσιος λειτουργός, που απολαύει λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας υπαγόμενος σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ.13 του Ν.2521/1997 στο πειθαρχικό δίκαιο των Συμβολαιογράφων και όχι στο δημοσιουπαλληλικό κώδικα.
Εκ των ανωτέρω αναφερομένων λόγων συνάγεται ότι η σκοπούμενη μεταβολή της υπηρεσιακής κατάστασης των αμίσθων Υποθηκοφυλάκων είναι προδήλως αντισυνταγματική ως αντιβαίνουσα στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ελευθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας.Είναι αδύνατο μια συγκυριακή πολιτική η οικονομική επιλογή να υπερέχει της ανωτέρω συνταγματικής αρχής.
Επιπροσθέτως η διαφορετική νομική μεταχείριση όμοιων περιπτώσεων όπως οι Προιστάμενοι των κτηματολογικών Γραφείων,οι οποίοι διαχωρίζονται σε αναπληρωτές με καθεστώς Ι.Δ.Α.Χ και σε δημοσίους υπαλλήλους με οργανική θέση είναι προδήλως αντισυνταγματική ως αντιβαίνουσα στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας.
Η πρόβλεψη δυνατότητας διορισμού του άμισθου Υποθηκοφύλακα ως Συμβολαιογράφου σε προσωποπαγή θέση,όπως άλλωστε προβλεπόταν στο νομοσχέδιο του καθ’ύλην αρμόδιου Υπουργείου Δικαιοσύνης, είναι νομοθετικά επιβεβλημένη.
Επίσης η ρητή πρόβλεψη δυνατότητας επαναδιορισμού του άμισθου Υποθηκοφύλακα ως Δικηγόρου στο Πρωτοδικειο,όπου υπηρετούσε,ακόμη και αν προβλέπεται απο τον κώδικα Δικηγόρων είναι σκόπιμη.
το σχεδιο νόμου για την σύσταση του οργανισμου εθνικού κτηματολογίου θα βοηθήσει στην επίλυση των συσσωρευμένων προβλημάτων των άμμισθων υποθηκοφυλακείων και στην ολοκλήρωση του κτηματολογίου που καρκινοβατεί εδώ και πολλά χρόνια με προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού που απαιτεί το κτηματολόγιο.
Παρακαλούμε τον κ. Υπουργό, οι άμισθοι υποθηκοφύλακες, να τοποθετηθούν όλοι σε θέση Προισταμένου, με θέση ευθύνης, στον παραπάνω οργανισμό και να έχουν την δυνατότητα να τοποθετηθούν και σε υποκαταστήματα και εκτός νομού, διότι έτσι θα λειτουργήσει καλύτερα ο οργανισμός.Στην δε υποβολή αίτησης για ένταξη στον οργανισμό, οι άμισθοι υποθηκοφύλακες να αναφέρουν και τον νομό, που επιθυμούν να διοριστούν και ο οργανισμός να κρίνει , ανάλογα με τις ανάγκες του, εάν αυτό είναι εφικτό.
΄Οσοι δε, δεν επιθυμούν να ενταχθούν στον οργανισμό, να μπορούν να επαναδιορίζονται δικηγόροι, ή συμβολαιογράφοι,όσοι από αυτούς κατείχαν θέση Συμβολαιογράφου,πριν διοριστούν άμισθοι υποθηκοφύλακες.
Η Υποθηκοφύλακας Θερμοπυλών
Αγλαία Παππά
1.Οι Υποθηκοφύλακες (έμμισθοι και άμισθοι) κατέχουν ειδική θέση προβλεπόμενη ρητά στο άρθρο 3 του κανονιστικού διατάγματος της 19ης/23ης Ιουλίου 1941 «περί οργανισμού των Υποθηκοφυλακείων του Κράτους»: «Διακρίσεις των Υποθηκοφυλακείων και διεύθυνσις αυτών. 1. Τα Υποθηκοφυλακεία είναι άμισθα ή έμμισθα. 2. Ονομάζονται ειδικά Υποθηκοφυλακεία τα διευθυνόμενα υπό διοριζομένου ειδικού υποθηκοφύλακος. Τοιαύτα είναι πάντα τα έμμισθα και τα εν έδραις Ειρηνοδικείων συνεστώτα ή συνιστώμενα κατά τους όρους του παρόντος νόμου ειδικά άμισθα. …». «Ο φύλαξ των υποθηκών (έμμισθος και άμισθος) ασκεί μεν δημόσιον λειτούργημα, δεν αποτελεί όμως δημόσιον διοικητικόν υπάλληλον αλλά πρόσωπον του δικαστικού οργανισμού συγκαταλεγόμενον μεταξύ των βοηθητικών δικαστικών λειτουργών, ως εκ της ιδιαιτέρας σημασίας των καθηκόντων των δια τας σχέσεις του αστικού δικαίου, όπερ ασκεί διαγεγραμμένην εκ του νόμου δικαιοδοσίαν, ενεργούν κατά την ενάσκησιν αυτή, ουχί κατά τας διαταγάς των ιεραρχικώς προϊσταμένων του, αλλά, κατ΄ιδίαν κρίσιν, αυτοτελώς και άνευ εξαρτήσεως από της εκτελεστικής ή άλλης εξουσίας» (Μπαλή, Εμπράγματο Δίκαιο παρ.302 σελ 607 επ, ΕφΠατρών 309/1972 ΝοΒ 21.386 και ΟλομΣτΕ 1495/1979 Αρμεν 1979.948, η οποία κατατάσσει τους υποθηκοφύλακες, έμμισθους και άμισθους, στους «εν ευρυτέρα εννοία» υπαλλήλους, αντιδιαστέλλοντάς τους ρητά από τους «εν στενή εννοία υπαλλήλους» του Δημοσίου, των Δήμων και Κοινοτήτων και των λοιπών ΝΠΔΔ). Οι υποθηκοφύλακες, έμμισθοι και άμισθοι, ήταν χαρακτηρισμένοι ως «δικαστικοί υπάλληλοι» ή πιο σωστά «βοηθητικά της δικαιοσύνης πρόσωπα» (μαζί με τους δικηγόρους, τους συμβολαιογράφους, τους δικαστικούς κλητήρες και τους ληξιάρχους, ίδετε Μ.Στασινόπουλου «Η αστική ευθύνη του Κράτους» έκδοση 1950, ανατύπωση 1968, σελ 134 επ), δεκαετίες πριν το Ν.2812/2000. Εξάλλου, η ειδική θέση του έμμισθου (όπως και του άμισθου) υποθηκοφύλακα ως «φύλακα υποθηκών και μεταγραφών» ήταν και είναι θεσμικά κατοχυρωμένη με το άρθρο 92 παρ 4 του Συντάγματος.
Το παρόν σχέδιο νόμου, χωρίς κάποια βάσιμη αιτιολογία, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το ειδικό καθεστώς των εμμίσθων και αμίσθων υποθηκοφυλάκων, τους οποίους υποβιβάζει σε διοικητικούς υπαλλήλους ενός ΝΠΔΔ. Πρέπει να τροποποιηθεί ολόκληρο το άρθρο ώστε ν α δ ι α τ η ρ η θ ε ί στο πρόσωπο του Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου η ιδιότητα του δημόσιου λειτουργού / «εν ευρεία εννοία» δικαστικού υπαλλήλου / προσώπου του δικαστικού οργανισμού συγκαταλεγόμενου μεταξύ των βοηθητικών δικαστικών λειτουργών, την οποία ιδιότητα έχοντας ως Υποθηκοφύλακας, δεν επιτρέπεται να χάσει ως Προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου, αφού πλέον ενεργεί υποχρεωτικά και τον κατ΄άρθρο 16 του Ν. 2664/1998 έλεγχο νομιμότητας.
2. Ως απαιτούμενο προσόν για την τοποθέτηση στη συγκεκριμένη θέση πρέπει να παραμείνει και η –τουλάχιστον πενταετής- δικηγορία, από την οποία, βέβαια, ο επιλεγείς μετά την επιτυχία του στο σχετικό διαγωνισμό και πριν την ανάληψη των καθηκόντων του, παραιτείται.
3. Λόγω της ειδικής θέσης του εμμίσθου και αμίσθου υποθηκοφύλακα και προκειμένου να μην πάει χαμένη η τεράστια εμπειρία και οι ειδικές γνώσεις του, προτείνεται (η ιδέα ανήκει σε αγαπητή συνάδελφο) να συσταθούν για πρώτη φορά στα Δικαστήρια πρώτου και δευτέρου βαθμού θέσεις «Βοηθού Κτηματολογικού Δικαστή», όπου θα μπορούν να μεταταχθούν όσοι από τους έμμισθους και άμισθους Υποθηκοφύλακες το επιθυμούν. Θα είναι μία πραγματικά χρήσιμη θέση και αντάξια της μέχρι τώρα πορείας τους.
Πρέπει να ξεκαθαρίσετε τι θα απογίνουν οι άμισθοι Υποθηκοφύλακες που λόγω της κατάργησης του Υποθηκοφυλακείου που υπηρετούν, θα αναγκαστούν να μεταβαίνουν καθημερινά σε Υποκατάστημα Κτηματολογικού Γραφείου στο οποίο θα μεταφερθεί το αρχείο τους, διανύοντας αποστάσεις άνω των 100 χιλιομέτρων. Πρέπει λοιπόν να προβλεφθεί η δυνατότητα μετάθεσης αυτών των άμισθων Υποθηκοφυλάκων σε Υποκατάστημα Κτηματολογικού Γραφείου που βρίσκεται κοντά στον τόπο κατοικίας τους.
Είναι ανεπίτρεπτη η καθολική μετάθεση της αρμοδιότητας των Κτηματολογικών Γραφείων από το Υπουργείο Δικαιοσύνης στο Υπουργείο Ενέργειας. Στο νέο φορέα θα πρέπει να παραμείνει και να διατηρηθεί ως συντρέχουσα η αρμοδιότητα του Υπουργείου Δικαιοσύνης , να εξασφαλιστεί η επιστημονική αυτοτέλεια, επαγγελματική και υπηρεσιακή ανεξαρτησία των Προϊσταμένων των Κ.Γ. , νυν Υποθηκοφυλάκων, χωρίς την υπηρεσιακή τους εξάρτηση από όργανα ή φορείς του ΥπΕΝ, ούτε να βρεθούν στην δυσάρεστη θέση να εποπτεύονται μελλοντικά από Αγρονόμους Τοπογράφους.
Ο θεσμός της μεταγραφής/καταχώρισης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου/κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου είναι θεσμός ύψιστης σημασίας στο εμπράγματο δίκαιο, διότι η κτήση κυριότητας επί ακινήτων επέρχεται από και διά της μεταγραφής. Ίδιας αξίας, βαρύτητας και σημασίας είναι η καταχώριση κάθε περαιτέρω πράξης που αφορά, εκτός από την σύσταση, στην μεταβολή, αλλοίωση, επιβάρυνση ή κατάργηση της κυριότητας και των λοιπών εμπραγμάτων δικαιωμάτων. Αδιαμφισβήτητος θεματοφύλακας αυτού του συστήματος των μεταγραφών και καταχωρήσεων, του ελέγχου της τυπικής νομιμότητας, ο οποίος, επί του μεταβατικού κτηματολογικού γραφείου, επεκτάθηκε και στην ουσιαστική νομιμότητα, αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί με την νομική του επιστημονική κατάρτιση ο Υποθηκοφύλακας. Ως άμισθος εξωδικαστικός λειτουργός υπηρετεί έναν βαρυσήμαντο κλάδο της Δικαιοσύνης που αφορά στην δημοσιότητα των εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων των φυσικών/νομικών προσώπων και του Δημοσίου. Είναι ανεπίτρεπτη η οποιαδήποτε προσπάθεια μετατροπής του Υποθηκοφύλακα σε δημόσιο υπάλληλο, με εκτελεστικό απλά έργο. Ομοίως είναι κατάφωρα άδικη η επιχειρούμενη υποβάθμιση της έμπρακτης και ουσιαστικής συμβολής του Υποθηκοφύλακα στην διασφάλιση της αρχής της χρονικής προτεραιότητας και της δημοσιότητας των δικαιοπραξιών και πράξεων των ιδιωτών και της ευρύτερης Δημόσιας διοίκησης που αφορούν στα εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων και να προβάλλεται στο δελτίο τύπου του ΥπΕΝ η ανάγκη διαχείρισης και εκμετάλλευσης αυτών με διαφανή τρόπο, αφήνοντας έτσι αιχμές και υπονοούμενα ότι με το ισχύον καθεστώς επικρατεί κάτι διαφορετικό. Ο Υποθηκοφύλακας είναι αυτός που υπηρέτησε μακραίωνα -από συστάσεως του νεοελληνικού Κράτους- το προσωποκεντρικό σύστημα των μεταγραφών και εγγραφών στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου, και τώρα υπηρετεί το κτηματοκεντρικό σύστημα του Κτηματολογίου, είναι αυτός που σήκωσε το βάρος της Κτηματογράφησης και της καταχώρισης των πράξεων του παγωμένου διαστήματος σε ασφυκτικά περιορισμένες προθεσμίες. Είναι αυτός που εφαρμόζει καθημερινά στην πράξη τον τεχνοκρατικά σχεδιασμένο Νόμο 2664/98, αυτός που είναι υπηρεσιακά υπεύθυνος για την λειτουργία των μεταβατικών Κτηματολογικών Γραφείων, των οποίων επωμίστηκε να εξασφαλίσει τον μηχανολογικό εξοπλισμό, την οργάνωση και την υλική υποδομή τους. Ο Υποθηκοφύλακας, νυν Προϊστάμενος των κατά τόπο Μεταβατικών Κτηματολογικών Γραφείων είναι ο άμεσος αποδέκτης των παραπόνων και της δυσανασχέτησης των πολιτών για τα λάθη και τις παραλείψεις των αρχικών εγγραφών, τα οποία παραδόθηκαν σ αυτόν με την ηλεκτρονική μορφή των αρχικών εγγραφών από τον ιδιώτη ανάδοχο, τα οποία καλείται να διορθώσει ατελώς, αφιερώνοντας εργατοώρες, παρέχοντας αμισθί τις γνώσεις του στους πολίτες, οι οποίοι δεδομένης της οικονομικής κρίσης αποφεύγουν να συμβουλεύονται προηγουμένως δικηγόρο και καταφεύγουν στα γραφεία μας για άμεση νομική καθοδήγηση και εξεύρεση λύσης. Η λειτουργία των Κτηματολογικών Γραφείων είναι πρωτίστως και άμεσα συνδεδεμένη με τα εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων και η οποιαδήποτε γεωμετρική μεταβολή επ αυτών δεν επέρχεται παρά μόνο στα πλαίσια προηγούμενης καταχώρισης πράξης επί της οποίας διενεργείται ο έλεγχος ουσιαστικής και τυπικής νομιμότητας από τον Προϊστάμενο του Κ.Γ. Υποθηκοφύλακα. Επομένως, στον θεσμό του Κτηματολογίου είναι εντελώς επιδερμική και επιπόλαια η ανάδειξη μόνο της σημασίας της τεχνικής πληροφορίας του ακινήτου, με την γεωμετρική του αποτύπωση στον χάρτη, όταν πρωτίστως και εξόχως προέχει, πριν από την τυχόν οποιαδήποτε γεωμετρική μεταβολή του, η καταχώριση πράξης τον νομικό έλεγχο της οποίας διενεργεί ο Προϊστάμενος Υποθηκοφύλακας, ο οποίος μόνο ως απόφοιτος της Νομικής μπορεί να ανταποκριθεί και κανενός άλλου συναφούς αντικειμένου. Ακόμα και μετά την οριστικοποίηση των αρχικών εγγραφών δεν θα πάψουν τα νομικά στα Κ.Γ., σε αντίθεση με τις κορώνες των αρμοδίων του ΥπΕΝ. Είναι ανεπίτρεπτο να υποβαθμίζεται η νομική πληροφορία των κτηματολογικών φύλλων, για να εστιάζεται σκοπίμως η τεχνική πληροφορία και τοπογραφική διάσταση των ακινήτων. Για την αποτελεσματική λειτουργία των Κ.Γ. ακόμα κι όταν αυτά γίνουν οριστικά δεν θα πάψει να έχει προεξέχουσα σημασία ο νομικός έλεγχος των πάσης φύσεως προς καταχώριση πράξεων. Για τον λόγο αυτό είναι άκρως απογοητευτική και με τραγικά για το μέλλον αποτελέσματα η άνευ όρων παράδοση της αρμοδιότητας της νομικής λειτουργίας των Κ.Γ. από το Υπουργείο Δικαιοσύνης στο ΥπΕΝ .
Οι άμισθοι Υποθηκοφύλακες, Νομικοί στην ολότητά τους, αποτελούν μακραίωνα και εξαιρετικά επιτυχημένο θεσμό του Ελληνικού κράτους. Συνιστούν Δημοσίους Λειτουργούς υψηλού κύρους, βαρύτητας και μεγάλης προσωπικής ευθύνης και όχι κλασσικούς Δημοσίους υπαλλήλους. Οι νεώτεροι εξ’αυτών έχουν προσληφθεί δια ανοικτών διαγωνισμών, κατόπιν αυστηροτάτων και ιδιαιτέρως απαιτητικών γραπτών εξετάσεων, πλήρως πανομοιότυπων σε προϋποθέσεις συμμετοχής και δυσκολία επιτυχίας με τις εξετάσεις πρόσληψης των Δικαστών. Στις προκηρύξεις των διαγωνισμών και στα διοριστήρια έγγραφα ουδόλως υφίσταντο αιρέσεις ως προς την χρονική διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων τους, ει μη μόνον για την αποχώρησή των ως υπερηλίκων. Η αντιμετώπισή τους από το νομοσχέδιο αυτό είναι κατάφωρα μειωτική, υποβιβαστική, προσβλητική και συνιστά τον ορισμό της βλαπτικής μεταβολής της θέσης και των όρων εργασίας τους. Η αναγκαιότητα της συνέχισης της ουσίας των εργασιών τους στο Ελληνικό κράτος συνεχίζει να υφίσταται και μάλιστα στο έπακρο. Συνεπώς η αντιμετώπισή τους από το νομοσχέδιο προσκρούει στο Σύνταγμα, στην έννομη τάξη, στο κράτος Δικαίου και σε κάθε έννοια ηθικής συμπεριφοράς του κράτους. Δια του νομοσχεδίου αυτού δεν καταργείται η ουσία, ούτε καν ο ουσιώδης τύπος των εργασιών και των υπηρεσιών που αυτοί προσέφεραν αλλά άνευ ουδεμίας καν αιτιολόγησης υφαρπάζονται οι εξουσίες, οι αρμοδιότητες και οι δικαιοδοσίες τους και ανατίθενται σε τρίτα πρόσωπα.