Άρθρο 28 – Μεταβατικές διατάξεις ΕΑΓΜΕ

1. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου, ο Πρόεδρος, ο Γενικός Διευθυντής, και τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του καταργούμενου ΙΓΜΕ, καταλαμβάνουν τις αντίστοιχες θέσεις του Δ.Σ. της ΕΑΓΜΕ μέχρι το διορισμό νέων, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 του παρόντος νόμου. Εξαιρείται από την διάταξη του προηγούμενου εδαφίου, ο εκπρόσωπος των εργαζομένων του ΙΓΜΕ ο οποίος δεν καταλαμβάνει αντίστοιχη θέση της ΕΑΓΜΕ, λόγω μη πρόβλεψης αντίστοιχης θέση στο Δ.Σ. της. Στην κενή θέση του μεταβατικού Δ.Σ. της ΕΑΓΜΕ, ορίζεται νέο μέλος με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μέχρι το διορισμό νέου, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 του παρόντος νόμου.
2. Ο βοηθός Γενικός Διευθυντής του ΙΓΜΕ καταλαμβάνει από δημοσίευσης του παρόντος νόμου την αντίστοιχη θέση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή Οικονομικών και Διοικητικών της ΕΑΓΜΕ, μέχρι το διορισμό νέου, σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος νόμου. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου ορίζεται Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής Έργων με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μέχρι το διορισμό νέου σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος νόμου.
3. Για τις αποζημιώσεις των μελών του μεταβατικού Δ.Σ. της παρ. 1 εφαρμόζεται η υπ’ αρίθμ. 2/78166/24.12.2015 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΟΔΔ’ 939).
4. Το υπαλληλικό προσωπικό του ΙΓΜΕ που υπηρετεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μεταφέρεται, με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αυτοδικαίως στην ΕΑΓΜΕ και καταλαμβάνει θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του αντίστοιχου κλάδου και ειδικότητας, εντασσόμενο στις αντίστοιχες οργανικές θέσεις που συνίστανται στην ΕΑΓΜΕ, εφόσον κατέχει τα τυπικά προσόντα πρόσληψης του κλάδου, της εκπαιδευτικής βαθμίδας και της ειδικότητας των θέσεων αυτών. Για την ένταξη του προσωπικού αυτού εκδίδεται διαπιστωτική απόφαση του Δ.Σ. της ΕΑΓΜΕ, με την οποία γίνεται και η κατάταξή του σε κλάδους, βαθμούς και μισθολογικά κλιμάκια, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 80 και 82 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και του ν. 4354/2015. Για την κατάταξη, αναγνωρίζεται και λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υπηρεσίας του προσωπικού, όπως είχε θεμελιωθεί στο ΙΓΜΕ μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου. Για το προσωπικό που μεταφέρεται στην Αρχή εφαρμόζονται μισθολογικά οι παρ. 4 και 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 με διατήρηση της προσωπικής διαφοράς που λάμβανε πριν την δημοσίευση του παρόντος. Για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 (Α’ 176) των αποδοχών των υπαλλήλων του Ι.Γ.Μ.Ε., λαμβάνονται υπόψιν οι αποδοχές που αυτοί θα δικαιούνταν στις 31.12.2015, υπολογιζόμενες σύμφωνα με το καθεστώς των υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. Οι υπάλληλοι του Ι.Γ.Μ.Ε. που έχουν συμπληρώσει το 61ο έτος της ηλικίας τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος και μεταφέρονται στην ΕΑΓΜΕ αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία εφόσον έχουν συμπληρώσει τα 67 έτη και σαράντα (40) έτη υπηρεσίας κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 40 του π.δ. 410/1988 και της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 3801/2009, η οποία δεν εφαρμόζεται για όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης κατά τη δημοσίευση του παρόντος. Ο υπηρετών Νομικός Σύμβουλος του ΙΓΜΕ μεταφέρεται στην ΕΑΓΜΕ και τοποθετείται στην θέση του Νομικού Συμβούλου.
5. Προσωπικό με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή έκτακτο προσωπικό του ΙΓΜΕ, μεταφέρεται αυτοδικαίως στην ΕΑΓΜΕ και συνεχίζει να εργάζεται στην ΕΑΓΜΕ μέχρι τη λήξη της σύμβασής του και με τους όρους αυτής, σε προσωποπαγείς θέσεις που συστήνονται στην ΕΑΓΜΕ.
6. Στην ΕΑΓΜΕ συστήνονται εντός προθεσμίας έξι μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, υπηρεσιακά και πειθαρχικά συμβούλια, σύμφωνα με τα άρθρα 146Β και 159 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26).
7. Η κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού, καθώς και η αναγνώριση, εκκαθάριση και εντολή πληρωμής των δαπανών της ΕΑΓΜΕ μετά την έναρξη λειτουργίας της γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Η εκκαθάριση της μισθοδοσίας του προσωπικού, καθώς και οι επιχορηγήσεις για την αντιμετώπιση λειτουργικών δαπανών γίνονται σε βάρος των Κωδικών Αριθμών Εξόδων του καταργημένου ΙΓΜΕ του προϋπολογισμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Ο κωδικός Αριθμός Εξόδων του ΙΓΜΕ μεταβιβάζεται στην ΕΑΓΜΕ και δημιουργείται νέος Αριθμός Εξόδων για το υπό εκκαθάριση ΙΓΜΕ.
8. Η ΕΑΓΜΕ υπεισέρχεται αυτοδικαίως στις υφιστάμενες και εν εξελίξει προκηρύξεις, συμβάσεις, προγράμματα, και δικαιοπραξίες του ΙΓΜΕ και καθίσταται δικαιούχος αυτών. Η ΕΑΓΜΕ καθίσταται δικαιούχος των προγραμμάτων και των δράσεων του ΙΓΜΕ που έχουν ήδη εκπονηθεί, καθώς και των πόρων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτά, πλην των έργων υπέρ τρίτων ιδιωτών.
9. Οι πάσης φύσεως νομικές και οικονομικές δεσμεύσεις που απορρέουν από Τεχνικά Δελτία συγχρηματοδοτούμενων έργων, στα οποία το καταργούμενο ΙΓΜΕ υπεισέρχεται ως τελικός δικαιούχος ή ενδιάμεσος φορέας διαχείρισης, καθώς και από τα έργα που θα προκύπτουν από αρμοδιότητα του ΙΓΜΕ, μεταφέρονται αυτοδικαίως και αναλαμβάνονται δίχως καμία άλλη διατύπωση από την ΕΑΓΜΕ.
10. Ταμειακά υπόλοιπα και υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών του καταργούμενου ΙΓΜΕ, καθώς και το τυχόν αδιάθετο ποσοστό της κρατικής επιχορήγησης μεταφέρονται στους λειτουργικούς πόρους της ΕΑΓΜΕ.
11. Μέχρι την πλήρη στελέχωση της Νομικής Υπηρεσίας της ΕΑΓΜΕ επιτρέπεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή η απευθείας ανάθεση νομικών και δικηγορικών υπηρεσιών, σε συνεργαζόμενους δικηγόρους, κατά παρέκκλιση άλλων διατάξεων.
12. Κάθε διάταξη που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου καταργείται.
13. Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.

  • 15 Οκτωβρίου 2018, 14:10 | Συνδικάτο εργαζομένων ΙΓΜΕ

    1. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος νόμου, ο Πρόεδρος, ο Γενικός Διευθυντής, και τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του καταργούμενου ΙΓΜΕ, καταλαμβάνουν τις αντίστοιχες θέσεις του Δ.Σ. του Ιδρύματος μέχρι το διορισμό νέων, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 του παρόντος νόμου.

    4.Το υπαλληλικό προσωπικό του ΙΓΜΕ που υπηρετεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μεταφέρεται, με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αυτοδικαίως στο Ίδρυμα και καταλαμβάνει θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του αντίστοιχου κλάδου και ειδικότητας, εντασσόμενο στις αντίστοιχες οργανικές θέσεις που συνίστανται στο Ίδρυμα, εφόσον κατέχει τα τυπικά προσόντα πρόσληψης του κλάδου, της εκπαιδευτικής βαθμίδας και της ειδικότητας των θέσεων αυτών. Για την ένταξη του προσωπικού αυτού εκδίδεται διαπιστωτική απόφαση του Δ.Σ. του Ιδρύματος, με την οποία γίνεται και η κατάταξή του σε κλάδους, βαθμούς και μισθολογικά κλιμάκια, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 80 και 82 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και του ν. 4354/2015. Για την κατάταξη, αναγνωρίζεται και λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υπηρεσίας του προσωπικού, όπως είχε θεμελιωθεί στο ΙΓΜΕ μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου.
    Για το προσωπικό που μεταφέρεται στο Ίδρυμα εφαρμόζονται μισθολογικά οι παρ. 4 και 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 με διατήρηση της προσωπικής διαφοράς που λάμβανε πριν την δημοσίευση του παρόντος. (Εδώ θεωρούμε ότι η παύση των παράνομων παρακρατήσεων θα γίνει πριν τη δημοσίευση του ΣΝ, όπως έχει προταθεί από την απόφαση του ΔΣ του ΙΓΜΕ 34/9/19-7-18: «Οι αποδοχές των εργαζομένων του ΙΓΜΕ, επανυπολογιζόμενες, αναπροσαρμόζονται εφεξής, ώστε οι μειώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των νόμων 4024/2011 και 4093/2012 να μην υπερβαίνουν, στο σύνολό τους , το ποσοστό του 25% επί των αποδοχών που αυτοί δικαιούνταν την 31.10.2011. Για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 λαμβάνονται υπ’ όψιν οι αποδοχές, που αυτοί δικαιούνταν κατά την 31.12.2015, όπως αυτές ως άνω αναπροσαρμόζονται, λαμβανομένων υπ’ όψιν και των διατάξεων του άρθρου 31 παρ. 1 του ν.4354/2015».
    Οι υπάλληλοι του Ι.Γ.Μ.Ε. που έχουν συμπληρώσει το 61ο έτος της ηλικίας τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος και μεταφέρονται στο Ίδρυμα αποχωρούν από την υπηρεσία εφόσον έχουν συμπληρώσει τα 67 έτη και σαράντα (40) έτη υπηρεσίας κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 40 Π.Δ. 410/1988 και της παρ.1 του άρθρου 20 του ν.3801/2009, η οποία δεν εφαρμόζεται για όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης κατά την δημοσίευση του παρόντος. Οι υπάλληλοι του ΙΓΜΕ, που μεταφέρονται στο Ίδρυμα, μετά το 67ο έτος της ηλικίας τους, μπορούν να παραμείνουν στην υπηρεσία για δύο επιπλέον έτη, μετά την πάροδο των οποίων αποχωρούν υποχρεωτικώς.
    Το προσωπικό του ΙΓΜΕ που μεταφέρεται στο Ίδρυμα διατηρεί το δικαίωμα απόληψης της αποζημίωσης του άρθρου 3 του Ν.2112/1920, με τους εκάστοτε προβλεπόμενους περιορισμούς καθ’ ύψος. Για τον υπολογισμό της αποζημιώσεως, αναγνωρίζεται και λαμβάνεται υπ’ όψιν ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του προσωπικού, όπως είχε θεμελιωθεί στο ΙΓΜΕ μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου.
    Ο υπηρετών Νομικός Σύμβουλος του ΙΓΜΕ μεταφέρεται στο Ίδρυμα και τοποθετείται στην θέση του Νομικού Συμβούλου.

  • 15 Οκτωβρίου 2018, 08:39 | ΣΕΠ ΙΓΜΕ

    H ειδική αναφορά στις μεταβατικές διατάξεις σε μια κατηγορία εργαζομένων (αυτών που έχουν συμπληρώσει τα 61 έτη), ότι αποχωρούν από την υπηρεσία όταν θα έχουν συμπληρώσει τα 67 έτη και 40 χρόνια υπηρεσίας και αυτό σε οριζόντιο μέτρο, δημιουργεί σύγχυση αλλά και καταστρατήγηση των θεσμοθετημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, έτσι όπως ορίζονται με την ισχύουσα νομοθεσία. Η πλέον των ισχυόντων ορίων ηλικίας παραμονή στην υπηρεσία δεν μπορεί να είναι οριζόντιο μέτρο, δεν μπορεί να στοχεύει σε μια κατηγορία εργαζομένων, αλλά πρέπει να είναι αυστηρά σε εθελοντική βάση, να τελεί της έγκρισης του Δ.Σ. και να αφορά δυνατότητα εθελοντικής επιλογής του συνόλου των εργαζομένων.

  • 15 Οκτωβρίου 2018, 01:59 | ΣΕΠ ΙΓΜΕ

    Απαιτείται αποσαφήνιση των ηλικιακών ορίων αποχώρησης καθώς η διατύπωση είναι ιδιαιτέρως προβληματική , προκειμένου να μη δημιουργείται σύγχυση, διακριτική αντιμετώπιση εργαζομένων και καταστρατήγηση των θεσμοθετημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων αυτών.

    Είναι αναγκαία η δίκαιη αντιμετώπιση του προσωπικού, όσον αφορά την μισθοδοσία, βάσει αντικειμενικού μισθολογίου και όχι με τη διατήρηση του υφιστάμενου, πολλών ταχυτήτων, καθώς στο σχέδιο νόμου υπάρχει σαφής αναφορά στο χρονικό όριο της 31/12/2015 για τη διατήρηση της προσωπικής διαφοράς. Αγνοείται το γεγονός ότι πολλοί εργαζόμενοι είχαν δικαιωθεί δικαστικά πριν από την εν λόγω ημερομηνία και λάμβαναν προσαυξημένο μισθό, ενώ για άλλους εκκρεμούν έως σήμερα δίκες.

    Να συμπεριληφθούν τα ακόλουθα:
    Ο διάδοχος εργοδότης οφείλει :
    1.να καταβάλλει τις ίδιες αποδοχές που κατέβαλλε ο αρχικός εργοδότης.
    2.να διατηρήσει τους ίδιους όρους καταβολής τους,
    3.να διατηρήσει εν ισχύ τους ήδη υφιστάμενους κανονισμούς εργασίας ή τυχόν οικειοθελείς παροχές του αρχικού εργοδότη,
    4.να αναγνωρίσει τη συνολική προϋπηρεσία που διανύθηκε στον αρχικό εργοδότη,
    5.να διατηρήσει τα λοιπά επιδόματα, παροχές κ.ά. (Συμβόλαιο υγείας, μεταφορά προσωπικού με λεωφορεία κλπ)

    Θα περιέλθουν στον διάδοχο όλες οι υποχρεώσεις και όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από τις συμβάσεις του παλαιού εργοδότη, δηλαδή οι εργαζόμενοι θα απολαμβάνουν όλων ανεξαιρέτως των προνομίων, βάσει των υφιστάμενων συμβάσεων εργασίας στον παλαιό εργοδότη (ΙΓΜΕ) και σε καμία περίπτωση, συνεπεία και εξ’ αφορμής της μεταβίβασης και της αλλαγής του φορέα, οι εργαζόμενοι δεν θα στερηθούν της προστασίας των νόμιμων εργασιακών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους.

  • 14 Οκτωβρίου 2018, 23:24 | Δρ Δημοσθένης Μάλλιαρης, Δ/ντής Ανάπτυξης ΙΓΜΕ

    Αρθρο …*
    Πρέπει να προστεθεί Αρθρο, που να προβλέπει την εκ των υστέρων ρύθμιση θεμάτων ή εφαρμοστικές διατάξεις, που για τον οποιονδήποτε λόγο δεν κατέστη δυνατόν να προβλεφτούν κατά την περίοδο σύστασης του νόμου της Αρχής και να ενταχθούν στον νόμο. Ως τέτοιο προτείνεται το εξής :
    «Λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος νόμου θα ρυθμίζονται με Αποφάσεις του εποπτεύοντος Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή με Κοινές Αποφάσεις του εν λόγω Υπουργού και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, οι οποίες θα δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης».
    Αρθρο …*
    Πρέπει να προστεθεί Αρθρο, που να διευθετεί την «αναγκαστική έρευνα» για μεταλλειοκτήτες που δεν διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα να τη διενεργήσουν μόνοι τους.

  • 14 Οκτωβρίου 2018, 23:27 | Δρ Δημοσθένης Μάλλιαρης, Δ/ντής Ανάπτυξης ΙΓΜΕ

    Αρθρο 28, §4
    α). Δεν παραπέμπει σε σωστό άρθρο η αναγραφή «κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 40 του π.δ. 410/1988».
    β). Θα πρέπει να υπάρξουν προσθήκες στην αναγραφή των εδαφίων της §4, ώστε να αποσαφηνιστούν οι διατάξεις.
    Ως τέτοιες προτείνονται (οι προσθήκες αναγράφονται υπογραμμισμένες) :
    β.1). «Το υπαλληλικό προσωπικό του ΙΓΜΕ που υπηρετεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μεταφέρεται, με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αυτοδικαίως στην ΕΑΓΜΕ και καταλαμβάνει θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του αντίστοιχου κλάδου και ειδικότητας, εντασσόμενο στις αντίστοιχες οργανικές θέσεις που συνίστανται στην ΕΑΓΜΕ, εφόσον κατέχει τα τυπικά προσόντα πρόσληψης του κλάδου, της εκπαιδευτικής βαθμίδας και της ειδικότητας των θέσεων αυτών. Η μεταφορά αυτή πραγματοποιείται υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του Αρθρου … (αναγράφεται το άρθρο περί εξωδικαστικής ρύθμισης…), έναντι των μεταφερομένων, των οποίων η σχέση με την οποία υπηρετούσαν στο ΙΓΜΕ θεωρείται ως μηδέποτε διακοπείσα, η ΕΑΓΜΕ αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του λυομένου και υπό εκκαθάριση τεθέντος ΙΓΜΕ (π.χ. διαφορές αποδοχών 25%, αποζημιώσεις λύσης εργασίας)».
    Με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται καταπατήσεις του εργατικού δικαίου και εργατικές αναταραχές που θεωρούνται βέβαιες ότι θα υπάρξουν από την πρώτη ημέρα έναρξης της ΕΑΓΜΕ από τις διεκδικήσεις κεκτημένων αλλά και δίνεται διέξοδος στην σχετικά ομαλή καταβολή των παρακρατηθέντων ποσών που αντιστοιχούν στη δεύτερη περικοπή του 25% μέχρι την 31-10-2018, οπότε με την ΕΑΓΜΕ αποκαθίσταται η μισθολογική βάση με το 25%. Επίσης, έτσι αποφεύγεται η κατάρρευση του εγκεκριμένου ετήσιου προϋπολογισμού, δεδομένου, ότι η ενδεχόμενη καταβολή των παλαιότερα παρακρατηθέντων 25% θα πραγματοποιείται σταδιακά και όχι εφάπαξ σε όλους τους υπαλλήλους, κατόπιν εκδόσεων δικαστικών αποφάσεων. Σημειώνεται, ότι το ποσό των οφειλομένων «αναδρομικών» αυτού του τύπου ανέρχεται στο ποσό των περίπου € 5.000.000.
    β.2). «Οι υπάλληλοι του Ι.Γ.Μ.Ε. που έχουν συμπληρώσει το 61ο έτος της ηλικίας τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος και μεταφέρονται στην ΕΑΓΜΕ αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία εφόσον έχουν συμπληρώσει τα 67 έτη και σαράντα (40) έτη υπηρεσίας κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 40 του π.δ. 410/1988 και της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 3801/2009, η οποία δεν εφαρμόζεται και για όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης ή έχουν εκδοθεί γιαυτούς πράξεις συνταξιοδότησης κατά τη δημοσίευση του παρόντος».
    Με την προσθήκη αυτή αποφεύγεται η υποχρεωτική συνταξιοδότηση τουλάχιστον 30 υπαλλήλων, που περιλαμβάνονται στην κατηγορία αυτή.
    Αλλά πρέπει να γίνει κατανοητό ότι με την αναγραφή του 61ου έτους της ηλικίας, υπάρχει ο κίνδυνος υπάλληλος που ενδεικτικά σήμερα είναι 60 ετών και έχει 39 χρόνια προϋπηρεσίας, σε 1 χρόνο να πρέπει να αποχωρήσει υποχρεωτικά. Κάτι τέτοιο είναι πολύ πιθανό να συμβεί στους μηχανικούς του ΙΓΜΕ, που η ασφάλιση «τρέχει» από κτήσεως διπλώματος και απόκτησης της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται περίπου 4-8 μηχανικοί (όχι μόνο Μηχανικοί Μεταλλείων).
    β.3). «Ο υπηρετών Νομικός Σύμβουλος του ΙΓΜΕ μεταφέρεται στην ΕΑΓΜΕ και τοποθετείται στην θέση του Νομικού Συμβούλου, εφαρμοζομένου και γιαυτόν των ανωτέρω διατάξεων περί λήψεως υπόψη του χρόνου προϋπηρεσίας του προσωπικού».
    Αρθρο 28, §8
    Πρέπει να συμπληρωθεί η παράγραφος ώστε να περιλαμβάνει και τα έργα (τα Προγράμματα είναι ευρύτερη και γενικότερη ενότητα, που περιλαμβάνει πολλά έργα, που παραχωρούνται σε πολλούς δικαιούχους). Προτείνεται το εξής :
    «8. Η ΕΑΓΜΕ υπεισέρχεται αυτοδικαίως στις υφιστάμενες και εν εξελίξει προκηρύξεις, συμβάσεις, έργα, προγράμματα, και δικαιοπραξίες του ΙΓΜΕ και καθίσταται δικαιούχος αυτών. Η ΕΑΓΜΕ καθίσταται δικαιούχος των έργων ή προγραμμάτων και των δράσεων του ΙΓΜΕ που έχουν ήδη εκπονηθεί, καθώς και των πόρων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτά, πλην των έργων υπέρ τρίτων ιδιωτών».
    Αρθρο 28, §13
    Από τεχνικής άποψης θα ήταν επιθυμητό το ΙΓΜΕ να διακόψει τη λειτουργία του στις 31-12-2018 και όχι από δημοσίευσης του νόμου, ώστε να δοθεί η χρονική δυνατότητα ολοκλήρωσης των πάσης φύσεως οικονομικών συναλλαγών και η καταχώρησή τους λογιστικά στο οικονομικό έτος 2018 αλλά και να μην υπάρχει η ανάγκη διπλών ισολογισμών και λοιπών οικονομικών καταστάσεων για το έτος 2018.
    Δεν γνωρίζω πως μπορεί να επιτευχθεί και να αναγραφεί σωστά ως διάταξη αυτό νομικά αλλά η πρακτική σημασία του είναι ουσιαστική. Για παράδειγμα αναφέρω παραλλαγμένη τη διάταξη, που είχα εισηγηθεί και αναγράφηκε στο ΦΕΚ περί ανασύστασης του ΙΓΜΕ το 2015 :
    «Το διαχειριστικό έτος της ΕΑΓΜΕ συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος. Το πρώτο διαχειριστικό έτος αρχίζει την ημέρα της δημοσίευσης του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του έτους αυτού. Το τελευταίο διαχειριστικό έτος του ΙΓΜΕ λήγει στις 31-12-2018».

  • 14 Οκτωβρίου 2018, 20:45 | Γιώργος Γρ.Γρηγορίου

    Αθήνα, 14/10/2018

    Στο κείμενο του νέου σχεδίου νόμου για τη λύση του ΙΓΜΕ και την σύσταση Γεωλογικής Αρχής, και όσον αφορά την διάρθρωση, οργάνωση και λειτουργία της Νομικής Υπηρεσίας προβλέπονται τα ακόλουθα:
    Στο άρθρο 14 παρ. 2 προβλέπεται «Τμήμα Δικαστικού, στο οποίο προϊσταται δικηγόρος για την διαχείριση των δικαστικών θεμάτων της Αρχής».
    Στο άρθρο 19 παρ. 3 οι θέσεις δικηγόρων με έμμισθη εντολή κατατάσσονται ως ακολούθως: «α) Νομικού Συμβούλου, θέση μία[1], β) Δικηγόρων, θέσεις τρεις [3], γ) Δικηγόρου, Προϊσταμένου Νομικής Υπηρεσίας, θέση μία [1].
    Στο άρθρο 22 παρ.2 « Η πρόσληψη Δικηγόρου σε θέση Προϊσταμένων Νομικής Υπηρεσίας και Τμήματος Δικαστικού γίνεται, σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων, με απόφαση του Δ.Σ. Με απόφαση του Δ.Σ. ορίζονται τα περαιτέρω προσόντα για κάθε θέση της Νομικής Υπηρεσίας»
    Στο άρθρο 6 παρ. 11 περ. δ΄, προβλέπεται, εμμέσως πλην σαφώς, και η πρόσληψη Δικηγόρου, Ειδικού Συμβούλου.
    Τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 4 του σχεδίου (Μεταβατικές Διατάξεις) « Ο υπηρετών Νομικός Σύμβουλος του ΙΓΜΕ μεταφέρεται στην ΕΑΓΜΕ και τοποθετείται στη θέση του Νομικού Συμβούλου»

    Από το πλέγμα των ανωτέρω προπαρατεθεισών διατάξεων προκύπτουν τα ακόλουθα:
    Δημιουργείται μία σύγχυση ως προς τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των δικηγόρων που θα στελεχώσουν την Νομική Υπηρεσία. Πιο συγκεκριμένα, δεν καθορίζονται οι διακριτές αρμοδιότητες και τα διακριτά καθήκοντα που θα έχουν ο Νομικός Σύμβουλος και ο Προϊστάμενος της Νομικής Υπηρεσίας. Σήμερα, κατά τις κείμενες διατάξεις, στο ΙΓΜΕ, ο Νομικός Σύμβουλος είναι Προϊστάμενος της Νομικής Υπηρεσίας, συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Δ.Σ., είναι δε δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω. Στο προτεινόμενο σχέδιο μεταφέρεται μεν στην Αρχή ο Νομικός Σύμβουλος, πλην χωρίς προσδιορισμό καθηκόντων και αρμοδιοτήτων.
    Όμως, ο Κώδικας Δικηγόρων, τόσο ο ισχύων, όσο και οι προγενέστεροι, χρησιμοποιούν τους όρους Νομικός Σύμβουλος και Προϊστάμενος Ν.Υ. αδιακρίτως, προβλέπουν δηλαδή μία και μόνο θέση του υπευθύνου της Ν.Υ., ο οποίος, κατά περίπτωσιν, και χωρίς κάποια δηλωτικότητα ξεχωριστών αρμοδιοτήτων , άλλοτε ονομάζεται Νομικός Σύμβουλος και άλλοτε Προϊστάμενος της Ν.Υ. ή Δικαστικού. (βλέπε άρθρο 43&2 Κώδικα Δικηγόρων, όπου γίνεται λόγος είτε για Προϊστάμενο Νομικής Υπηρεσίας είτε για Νομικό Σύμβουλο).
    Για την άρση των ανωτέρω συγχύσεων και την αποτροπή των δυσλειτουργιών που αναπόφευκτα θα προκληθούν απ’ αυτές, θα ήθελα με το σημείωμά μου αυτό να προτείνω κάποιες τροποποιήσεις στις επίμαχες διατάξεις του σχεδίου, οι οποίες είναι κατά τη γνώμη μου ορθές και λυσιτελείς.

    Συγκεκριμένα:
    Στις διατάξεις διαχρονικού δικαίου να μην προβλέπεται θέση άλλου προσώπου ως Νομικού Συμβούλου και άλλου ως Προϊσταμένου Νομικής Υπηρεσίας. Η θέση που θα επιλεγή να είναι μία και μόνο και να συνεπάγεται την άσκηση των καθηκόντων του Προϊσταμένου. Έτσι, το άρθρο 19 παρ.3, περ. (α) θα διαμορφωθή ως εξής: « [α) Νομικός Σύμβουλος, ο οποίος και θα προϊσταται της Ν.Υ., θέση μία (1)» Στην περίπτωση αυτή θα απαλειφθή η περ. (γ)

    Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω ότι η πρόσληψη Δικηγόρου-Προϊσταμένου Τμήματος Δικαστικών Υποθέσεων με απόφαση του Δ.Σ. έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων, καθ’ όσον σ’ αυτές (άρθρο 43 παρ. 2), με απλή απόφαση του αρμοδίου οργάνου του φορέα, μόνο η πρόσληψη Προϊσταμένων Νομικής ή Δικαστικής Υπηρεσίας – και όχι άλλων οργανωτικών μονάδων – επιτρέπεται.

    Είμαι πεπεισμένος ότι οι ως άνω παρατηρήσεις και προτάσεις μου είναι εύλογες, ορθές και αποτελεσματικές.

    Γιώργος Γρ. Γρηγορίου
    Νομικός Σύμβουλος, Προϊστάμενος Ν.Υ.

  • 11 Οκτωβρίου 2018, 12:41 | ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ

    Αρθρ. 28, παρ.1. Δεν έχει λογική η κατάργηση της θέσης του εκπροσώπου των εργαζομένων στο Δ.Σ. της Αρχής. Η θεσμοθέτηση της έγινε από το ‘αντιδραστικό΄’ ΠΑΣΟΚ και τώρα καταργείται από την προοδευτική αριστερά!!!

  • 9 Οκτωβρίου 2018, 21:23 | Συνδικάτο εργαζομένων ΙΓΜΕ

    Ορίζεται στην παράγραφο 4 ότι το προσωπικό του ΙΓΜΕ μεταφέρεται στη νέα αρχή ως ΙΔΑΧ, και «καταλαμβάνει θέσεις του αντίστοιχου κλάδου και ειδικότητας εντασσόμενο στις αντίστοιχες οργανικές θέσεις που συνίστανται στην ΕΑΓΜΕ». Τέτοιες όμως θέσεις δεν έχουν συσταθεί, όπως τονίστηκε και παραπάνω.
    Στην ίδια παράγραφο ορίζεται ότι «Για το προσωπικό που μεταφέρεται στην Αρχή εφαρμόζονται μισθολογικά οι παρ. 4 &1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2007 με διατήρηση της προσωπικής διαφοράς που λάμβανε πριν τη δημοσίευση του παρόντος». Αυτό δημιουργεί ένα τεράστιο πρόβλημα στο προσωπικό, καθώς με παράτυπη ερμηνεία ερμηνευτικής εγκυκλίου του ΓΛΚ, έχουν εφαρμοστεί από 1/7/2013 παράνομες (σύμφωνα με τα δικαστήρια αλλά και τη διοίκηση και το ΥΠΕΝ) περικοπές στους μισθούς του προσωπικού του ΙΓΜΕ, ύψους 100.000€ ανά μήνα. Στη συνέχεια, με βάση τις δικαστικές αποφάσεις από τις προσφυγές των εργαζομένων, έχει διαμορφωθεί ένα απαράδεκτο καθεστώς όπου 130 υπάλληλοι υφίστανται τις παράνομες παρακρατήσεις από 1/7/2013 αν και έχουν δικαιωθεί πρωτόδικα (απλά οι δικαστικές αποφάσεις δεν χαρακτηρίστηκαν άμεσα εκτελεστές), 20 έχουν αποκατασταθεί πλήρως με λήψη και των αναδρομικών απαιτήσεών τους, ενώ 40 έχουν λάβει έως σήμερα μέρος των απαιτήσεων.
    Με την παραπάνω αναφορά της παρ. 4, ουσιαστικά παγιώνεται αυτή η απαράδεκτη κατάσταση, και συνδυαζόμενη με τον ορισμό εκκαθαριστή, κατοχυρώνει για τους 130 υπαλλήλους ολικά και τους 40 μερικά, διαφορετική μισθολογική αντιμετώπιση από αυτούς (20) που έχουν τελεσιδικήσει σήμερα οι αποφάσεις των δικαστηρίων. Καθώς είναι προφανές ότι θα συνεχίσουν οι αγωγές των εργαζομένων στον νέο φορέα, με προφανές το ότι είναι καθολικός διάδοχος του ΙΓΜΕ, αυτό θα σωρεύσει εκ νέου στο νέο φορέα χρέη τα οποία δημιουργούν αντίστοιχες απαιτήσεις από αυτές του Συμβολαίου της Εθνικής, πρόβλημα για την αντιμετώπιση του οποίου υποτίθεται ότι καταργείται το ΙΓΜΕ και ιδρύεται η νέα αρχή.
    Για το λόγο αυτό απαιτείται μια διάταξη που θα αναγνωρίζει το χρέος των αναδρομικών απαιτήσεων των εργαζομένων από τις παράνομες παρακρατήσεις σε 64 μισθούς, από 1/7/13 έως σήμερα, και θα ρυθμίζει ένα εξωδικαστικό μηχανισμό καταβολής τους, ώστε να μη συσσωρεύονται επί πλέον χρέη στο δημόσιο από τις απαιτήσεις υπερημερίας.
    Παρακάτω, στην ίδια παράγραφο, αναφέρεται ότι «Για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 (Α’176) των αποδοχών των υπαλλήλων του ΙΓΜΕ, λαμβάνονται υπόψιν οι αποδοχές που αυτοί θα δικαιούνταν στις 31.12.2015, υπολογιζόμενες σύμφωνα με το καθεστώς των υπαλλήλων ΝΠΔΔ».
    Η αναφορά αυτή προφανώς δεν άρει από τους μισθούς των εργαζομένων την παράνομη παρακράτηση που έχει επιβληθεί από 1/7/2013.
    Αναφέρουμε εδώ ότι η απόφαση 34/7/19-7-2018 του ΔΣ του ΙΓΜΕ, που λήφθηκε για την άρση των παράνομων παρακρατήσεων και στάλθηκε στο ΥΠΕΝ, είχε συνταχθεί ως εξής: «Οι αποδοχές των εργαζομένων του ΙΓΜΕ, επανυπολογιζόμενες, αναπροσαρμόζονται εφεξής, ώστε οι μειώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των νόμων 4024/2011 και 4093/2012 να μην υπερβαίνουν, στο σύνολό τους , το ποσοστό του 25% επί των αποδοχών που αυτοί δικαιούνταν την 31.10.2011. Για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 λαμβάνονται υπ’ όψιν οι αποδοχές, που αυτοί δικαιούνταν κατά την 31.12.2015, όπως αυτές ως άνω αναπροσαρμόζονται, λαμβανομένων υπ’ όψιν και των διατάξεων του άρθρου 31 παρ. 1 του ν.4354/2015».
    Μια τέτοια αναφορά θα κάλυπτε τουλάχιστον την άμεση παύση των περικοπών στους μισθούς των υπαλλήλων.
    Παρακάτω, στην ίδια παράγραφο, αναφέρεται ότι «Οι υπάλληλοι του ΙΓΜΕ που έχουν συμπληρώσει το 61ο έτος της ηλικίας τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος και μεταφέρονται στην ΕΑΓΜΕ αποχωρούν από την υπηρεσία εφόσον έχουν συμπληρώσει τα 67 έτη και 40 έτη υπηρεσίας».
    Το εδάφιο αυτό είναι αδύνατο να ερμηνευτεί μονοσήμαντα εάν ερμηνευτεί συνδυαστικά (61ο , 67 + 40 έτη) και προκαλεί σύγχυση για το τι προτείνεται να ισχύει. Αν ερμηνευτεί ότι προτίθεται να κατοχυρώσει τη δυνατότητα των υπαλλήλων να μην αποχωρούν μετά το 61ο έτος όταν συμπληρώσουν τα 40 έτη προϋπηρεσίας, αλλά μπορούν να παραμείνουν έως τα 67, η εφαρμογή της σήμερα στο ΙΓΜΕ συνεπάγεται την άμεση αποχώρηση μετά την ψήφιση του ΣΝ τουλάχιστον 25 υπαλλήλων που υπηρετούν σήμερα και έχουν υπερβεί το 67ο έτος της ηλικίας τους. Μειώνει δηλαδή αυθημερόν το ήδη αποδεκατισμένο προσωπικό του ΙΓΜΕ κατά 13%.