Αρχική Διάλογος για ένα Δίκαιο και Aποτελεσματικό φορολογικό σύστημα2) Προτείνεται η ενίσχυση του μέτρου της έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδημα, καταναλωτικών δαπανών βάσει αποδείξεων.Σχόλιο του χρήστη Yiannis Kapa | 4 Ιανουαρίου 2010, 17:37
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Καλησπέρα και χρόνια πολλά σε όλους. Είναι χιλιάδες πια τα σχόλια, δε τα διάβασα όλα. Όσο αφορά την Ενίσχυση του μέτρου για το αφορολόγητο όριο από αποδείξεις : Αρχικά με βρίσκει σύμφωνο. Προσοχή όμως στην εφαρμογή διότι μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές αδικίες. Προτείνω. Να χωριστούν οι δαπάνες σε δύο μεγάλες κατηγορίες 1η : Δαπάνες διαβίωσης και 2η : Καταναλωτικές Δαπάνες. Στη πρώτη κατηγορία να εντάσσονται ΌΛΕΣ οι δαπάνες για την αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών και να εκπίπτουν από φόρο ανεξάρτητα του εισοδήματος. Σε αυτές να εντάσσονται δαπάνες για ενοίκιο, το σύνολο των δόσεων των στεγαστικών δανείων, οι δαπάνες για βρεφονηπιακούς σταθμούς, σχολεία, φροντιστήρια, super markets, λογαριασμοί ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, Τηλεπικοινωνίες (internet, σταθερά, κινητά). Επίσης σε αυτή να εντάσσονται οι δαπάνες για ιατρικές υπηρεσίες, ασφαλιστικά συμβόλαια σε ιδιωτικές εταιρίες και εισφορές σε ταμεία. Στις δαπάνες αυτές περιλαμβάνεται ΦΠΑ, άρα φόρος, γιατί λοιπόν να μην εκπίπτουν ; Το κράτος δε, εισπράττει τους φόρους σε κάθε περίπτωση. Στις περιπτώσεις δε που δεν προβλέπεται ΦΠΑ, να ενταχθεί, πχ στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών, στις σχολές χορού κτλ. Ο πολίτης μεν θα πληρώνει φόρο αλλά θα έχει συνολικό όφελος στο τέλος της χρονιάς με φοροαπαλλαγή και θα επιδιώκει την έκδοση απόδειξης. Με αυτό το τρόπο αναπτύσσεται μία φορολογική δικαιοσύνη στον εξής άξονα: ανεξάρτητα του εισοδήματος των πολιτών, οι ανάγκες διαβίωσης φορο-απαλλάσσονται ΣΤΟ ΣΎΝΟΛΟ ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΆ για όλους. super market πληρώνουν και οι συνταξιούχοι με 15.000 ευρώ το χρόνο εισόδημα και οι εύποροι με 90.000€. Με αυτό το τρόπο επίσης, ενισχύεται και η κίνηση της οικονομίας από τους έχοντες διότι θα έχουν κίνητρο αγορών, συναλλαγής του χρήματος. Στη 2η Κατηγορία, των Καταναλωτικών δαπανών, να ενταχθούν όλες οι δαπάνες πλην των ανωτέρω και να εκπίπτει αντίστροφα ανάλογα με το ύψος αυτών σε σχέση με το εισόδημα. Στους μισθωτούς και συνταξιούχους να εκπίπτει ένα ποσοστό αρκετά υψηλό πχ 50% του συνόλου των δαπανών ενώ στους εύπορους να μειώνεται το ποσοστό έως και 10%. Με αυτό το τρόπο, οι χαμηλών εισοδημάτων πολίτες με τις περιορισμένες οικονομικές ικανότητές τους, εκ των πραγμάτων περιορίζουν τις δαπάνες διασκέδασης ή τα γυμναστήρια ή τις δαπάνες ένδυσης και υπόδησης από ακριβά καταστήματα. Αν ψωνίζουν ρούχα από το supermarket και εντάσσονται στις αποδείξεις αυτών, να εμπίπτει στην 1η κατηγορία, διότι ντύνονται με φθηνά ρούχα. Η τσάντα των 1.000 € και άνω που μπορεί να αγοράσει μία εύπορη κυρία, ας έχει μικρότερη φοροαπαλλαγή διότι ούτως ή άλλως θα την αγοράσει και το κράτος ωφελείται του ΦΠΑ. Δε γνωρίζω αν έχει πρακτική εφαρμογή η σκέψη μου, δε γνωρίζω ούτε μπορώ να υπολογίσω τα χρήματα που κερδίζονται ή χάνονται. Εκτιμώ όμως ότι το όποιο μέτρο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τη πραγματική λειτουργία της οικονομίας και της κατάστασης των νοικοκυριών. Τέλος εκτιμώ ότι πρέπει να μπει επιτέλους τέλος στις εξαιρέσεις, στα παραθυράκια, στις υπεκφυγές για να καθιερωθεί και το αίσθημα αξιοπιστίας του κράτους απέναντι στους πολίτες. Σας ευχαριστώ για το δικαίωμα λόγου.