Αρχική Διάλογος για ένα Δίκαιο και Aποτελεσματικό φορολογικό σύστημα12) Ποιες από τις ισχύουσες φοροαπαλλαγές προς επιχειρήσεις πρέπει να καταργηθούν;Σχόλιο του χρήστη Ζαφείρης Χατζηλαζάρου | 7 Ιανουαρίου 2010, 09:31
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Έπρεπε να πέσει ο ουρανός, για να συνειδητοποιήσουμε και να ασχοληθούμε με τους μισθούς των κάθε λογής στελεχών, της μικρής μας χώρας. Έστω ας είναι, «κάλλιο αργά παρά ποτέ». Το στοίχημα βέβαια είναι, αν η Πολιτεία θα πάρει ουσιαστικά μέτρα και όχι αποσπασματικά και προσωρινά. Την εποχή που όλοι μιλούν για τη γενιά των 700€, αν μη τι άλλο, είναι κοινωνικά ανάλγητο, να έχουμε μισθούς, πολλές δεκάδες φορές μεγαλύτερους. Βέβαια, μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί, «μα καλά πως μπορεί το κράτος να βάλει πλαφόν», και ως άλλοι Αμερικανοί γερουσιαστές, να αναφωνήσει, εμείς δεν είμαστε μπολσεβίκοι. Πράγματι, ευτυχώς ζούμε σ’ έναν κόσμο ελεύθερο. Ελεύθερο ναι, αλλά αυτό δεν πρέπει να σημαίνει και ασύδοτο. Μπορεί το δημόσιο μέσα από νομοθετικές ρυθμίσεις φορολογικού χαρακτήρα, να βάλει μια τάξη. Τάξη σε καταστάσεις οι οποίες πολλές φορές προκαλούνε στρεβλώσεις στην αγορά. Τι εννοώ. Στον τομέα των διαφημιστικών δαπανών, όπου ο κάθε επιχειρηματίας, υποκινούμενος από διάφορους λόγους, όχι πάντοτε αποκλειστικά οικονομικού χαρακτήρα, αλλά και προσωπικής του προβολής, με ότι αυτό συνεπάγεται στη δυνατότητα επηρεασμού της κοινής γνώμης, ρίχνει πακτωλό χρημάτων, προκειμένου να διαφημίσει το προϊόν του. Χρήματα τα οποία, επιβαρύνουν το κόστος και τελικώς την τσέπη του καταναλωτή. Κάτι που επίσης μπορεί να λειτουργήσει και ως «θερμοκήπιο» φαινομένων ολιγοπολιακών καταστάσεων, μιας και οι «μεγάλοι», μπορούν να ρίχνουν τεράστια ποσά και οι μικροί μη μπορώντας να ακολουθήσουν, γίνονται ολοένα και μικρότεροι. Θα μπορούσε λοιπόν το υπουργείο Οικονομικών (το δικό μας ή και όλα τα των κρατών της ΕΕ), να καθορίσει ένα ποσοστό ως πλαφόν επί τζίρου, που θα γίνεται φορολογικά αλλά και κοστολογικά αποδεκτό. Έτσι λοιπόν ας πληρώνεται η όποια έξη προς υπέρμετρη διαφήμιση από την τσέπη του εκάστοτε «επιχειρηματία-μετόχου». Το αποτέλεσμα θα είναι να έχουμε, χαμηλότερο κόστος και συνεπώς, ελπίζω φθηνότερα προϊόντα, για τον δοκιμαζόμενο Έλληνα καταναλωτή. Θα έχουμε επιπρόσθετα ένα πιο υγιές και πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον, για την ανάπτυξη και άλλων περαιτέρω μικρότερων επιχειρήσεων, με μικρότερα ταμειακά διαθέσιμα. Τέλος-τέλος, ίσως αυτό αποτελέσει αφορμή να μετριασθούνε κάπως οι ατελείωτες τηλεοπτικές διαφημίσεις και μας επιτραπεί έτσι να απολαύσουμε με λιγότερες διακοπές, την αγαπημένη μας εκπομπή. Ας είναι κριτήριο της επιλογής μας, η ποιότητα και όχι το πόσες φορές έχει καταγραφεί στο υποσυνείδητο μας από τις ατελείωτες ώρες διαφήμισης. Αντιστοίχως στο θέμα των αποδοχών, να υπάρξει ένα όριο, και όχι «sky is the limit», διότι κάποτε-κάποτε, ο ουρανός πέφτει και μας πλακώνει. Κάποιος βέβαια θα μπορούσε να προτάξει το ερώτημα, -μα γιατί τότε τα στελέχη να υπεραποδόσουν ?, η απάντηση βρίσκεται στην σημερινή θύελλα που έχει βρει την παγκόσμια οικονομία. Υπάρχουν και άλλοι τρόποι υλικοί και μη, που μπορούν να χρησιμοποιηθούνε ως δέλεαρ για μεγαλύτερη απόδοση των στελεχών. Σε κάθε περίπτωση τα όποια επί πλέον χρήματα δίνονται (bonus), θα πρέπει να είναι άρρηκτα δεμένα με την πορεία των κερδών και να τελούν υπό έλεγχο οι τρόποι σύνδεσης, για να μη παρουσιασθούνε εκφυλιστικά φαινόμενα. Και τέλος-τέλος αν κάποιος επιχειρηματίας θέλει να πληρώνει από τα δικά του προσωπικά χρήματα και όχι από τα χρήματα των φορολογουμένων «με ‘γειά του με χαρά του» όπως πολύ σοφά λέει και ο λαός.