Αρχική Διάλογος για ένα Δίκαιο και Aποτελεσματικό φορολογικό σύστημα19) Επισημαίνεται ότι το προαναφερθέν μέτρο για την επέκταση των εκπτώσεων από το φορολογητέο εισόδημα φυσικών προσώπων ποσών βάσει αποδείξεων αγορών, έχει επίσης ως στόχο τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.Σχόλιο του χρήστη "ΙΑΒΕΡΗΣ"-5 | 13 Ιανουαρίου 2010, 16:28
- ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΧΥΤΕΡΗ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΦΟΡΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΠΟΥ «ΛΙΜΝΑΖΟΥΝ». - ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΣΤΑ «ΠΑΡΑΘΥΡΑ» ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΜΗ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΜΕΓΑΛΟΑΠΑΤΕΩΝΕΣ ΦΟΡΟΦΥΓΑΔΕΣ. - ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΡΟΧΟΠΕΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΦΟΡΩΝ. Τα τελευταία χρόνια έχουν θεσπισθεί διάφορες Διατάξεις και διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, οι οποίες στην προσπάθεια του Κράτους να διασφαλίζεται καλύτερα η προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών από αυθαιρεσίες της Δημοσίας Διοίκησης, δημιουργούν ένα ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΕΙ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΣΕ ΜΕΓΑΛΟΑΠΑΤΕΩΝΕΣ ΦΟΡΟΦΥΓΑΔΕΣ, ΠΟΥ ΚΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΕΥΓΟΥΝ, ΝΑ ΑΝΑΣΤΕΛΛΟΥΝ ΓΙΑ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΦΟΡΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΠΙΠΟΝΕΣ ΕΛΕΓΚΤΙΚΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ, ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ «ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΥΠΟΣΤΟΥΝ ΑΝΕΠΑΝΟΡΘΩΤΗ ΒΛΑΒΗ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΤΟΥΣ», με αποτέλεσμα να καταβάλουν χρήματα για τις φορολογικές τους υποχρεώσεις μετά από πολλά χρόνια ή και να μην καταβάλουν καθόλου χρήματα. Τα Διοικητικά Δικαστήρια «παραβλέπουν παντελώς και περιέργως » τις διατάξεις που αναφέρουν σε κάθε περίπτωση ΟΤΙ ΔΕΝ ΙΣΧΥΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΤΟΥΣ ΟΤΑΝ ΘΙΓΕΤΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ, το οποίο υπερτερεί, σε κάθε περίπτωση, του ιδιωτικού συμφέροντος, ακόμη και αν η εκτέλεση οπουδήποτε μέτρου, προς το Δημόσιο Συμφέρον, προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη των ιδιωτικών συμφερόντων. Τονίζεται ότι οι κυρώσεις αποβλέπουσες στη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου σε περιπτώσεις σημαντικής φοροδιαφυγής δικαιολογούνται με βάση την αρχή της δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και των απαιτήσεων για την προστασία των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων. Εξάλλου σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγρ.1 και 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος, ορίζεται ότι "ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ ΕΙΝΑΙ ΙΣΟΙ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ" ΚΑΙ "ΣΥΝΕΙΣΦΕΡΟΥΝ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΣΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΒΑΡΗ, ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥΣ". Σύμφωνα επίσης με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 25 του Συντάγματος ορίζεται ότι “Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης." Αντίθετα με τα ανωτέρω, Η ΥΠΕΞΑΙΡΕΣΗ ΚΑΙ ΙΔΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ, σαφέστατα "δεν συμβάλλει στη συμμετοχή - συνεισφορά - χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη”, αλλά αντίθετα "προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και παραβιάζει τα χρηστά ήθη" (παρ. 1 άρθ.5 του Συντάγματος). Τέλος, με τις διατάξεις της παραγρ. 2 του άρθρου 106 του Συντάγματος, ορίζεται ότι : “Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Ν' ΑΝΑΠΤΥΣΣΕΤΑΙ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ Η ΠΡΟΣ ΒΛΑΒΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ”. Εξάλλου οι περιορισμοί που θέτει ο νομοθέτης, στην προσωπική ή οικονομική ελευθερία, είναι αναγκαίοι για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού, ο οποίος συνίσταται: α) στην συνεισφορά των πολιτών στα δημόσια βάρη, σύμφωνα με τη φοροδοτική ικανότητα εκάστου (κατά την έντονη προτροπή του συνταγματικού νομοθέτη) και β) στην ανάγκη περιστολής της φοροδιαφυγής σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Δηλαδή τα μέτρα που λαμβάνονται από την διοίκηση - προληπτικά ή κατασταλτικά - πρέπει να είναι κατάλληλα και αποτελεσματικά για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και τα επερχόμενα μειονεκτήματα να μην υπερσκελiζoυν τα πλεονεκτήματα (σχετική νομολογία ΣτΕ 1149/88, ΣτΕ 2112/94, ΣτΕ 4050/90, ΣτΕ 3112/90,ΣτΕ 2775/89). Σύμφωνα με τη θεωρία αλλά και την νομολογία του ΣτΕ, πρέπει να οδηγούμαστε κάθε φορά σε στάθμιση του ιδιωτικού και του Δημόσιου Συμφέροντος. Σε κάθε περίπτωση φοροδιαφυγής, πράξης νομικά και κοινωνικά κατακριτέας, είναι ολοφάνερη η υπεροχή του Δημοσίου συμφέροντος, που έγκειται στην αποτροπή της "υπεξαίρεσης" Δημοσίων εσόδων που έχει ως επακόλουθο την δυσχέρεια της εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού (ΣΤΕ 3078/97). Για την απεμπλοκή από τα διάφορα «νομικίστικα τερτίπια» και παρερμηνείες των ισχυουσών διατάξεων παραθέτουμε τις παρακάτω προτάσεις, οι οποίες πιστεύουμε ότι θα βοηθήσουν στην ταχύτερη είσπραξη των Δημοσίων εσόδων. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: I. ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘ. 6 ΤΟΥ Ν. 2690/1999 (ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ) Να συμπληρωθούν οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2717/99 όπως ισχύουν (ως εξής: « Το δικαίωμα της κλήσης προς ακρόαση των ενδιαφερομένων δεν ισχύει κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων αν πρόκειται για πράξη φορολογικού εν γένει περιεχομένου γιατί με την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της πράξης αυτής, η οποία επιβάλλεται για λόγους Δημοσίου Συμφέροντος και η οποία συνοδεύονται απαράκλητα από την σχετική έκθεση ελέγχου, σε συνδυασμό με την διαδικασία της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, που προσδιορίζεται με τις διατάξεις των φορολογικών νόμων, καλύπτεται πλήρως το συνταγματικό δικαίωμα του ενδιαφερόμενου, ήτοι το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης, που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του Συντάγματος. Η ανωτέρω διάταξη ισχύει και για φορολογικές υποθέσεις που εκκρεμούν στα Διοικητικά Δικαστήρια, και δεν έχουν συζητηθεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου (Νέου Φορολογικού Νομοσχεδίου).» ΣΧΟΛΙΟ Το ΣτΕ, στηριζόμενο στις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του Συντάγματος, για το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης, με την 2370/2007 Απόφαση του (Ολομέλεια) έκρινε ότι προκειμένου να επιβληθεί πρόστιμο σε βάρος επιτηδευματία για παράβαση των διατάξεων του ΚΒΣ, η επίδοση σε αυτόν σχετικού σημειώματος με κλήση για παροχή εξηγήσεων για την παράβαση που του αποδίδεται αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας και συνεπώς η παράλειψη της επίδοσης αυτού του σημειώματος συνεπάγεται ακυρότητα της σχετικής απόφασης επιβολής προστίμου. ΜΕ «ΣΗΜΑΙΑ» ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΑΝΔΟΝ ΚΑΙ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ ΑΚΥΡΩΝΟΥΝ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΠΕΜΠΟΥΝ ΤΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΥΤΕΣ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥΣ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΤΗΡΗΘΕΙ Ο ΟΥΣΙΩΔΗΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΑΚΡΟΑΣΗΣ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ «ΦΑΥΛΟΥ ΚΥΚΛΟΥ» ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΗ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΕΠ’ ΑΟΡΙΣΤΟΝ. II. ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΝ Ν. 2717/1999 (ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ) 1. Να συμπληρωθούν οι διατάξεις του άρθρου 66 του ν. 2717/99 όπως ισχύουν (με την τροποποίηση του ν. 3659/2008), ως εξής: « Κατ’ εξαίρεση η προσφυγή ασκείται σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών σε περίπτωση πράξης φορολογικού εν γένει περιεχομένου». ΣΧΟΛΙΟ Η προσφυγή σε περίπτωση πράξης φορολογικού εν γένει περιεχομένου δεν έχει κανένα νόημα να ασκείται σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών γιατί απλώς επιτείνεται έτσι η κωλυσιεργία στην διαδικασία είσπραξης των Δημοσίων Εσόδων την στιγμή που παρέχεται το δικαίωμα στον φορολογούμενο, με τις διατάξεις του άρθρου 131 του ν. 2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας), να προβάλλει και ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ, δεκαπέντε (15) ημέρες τουλάχιστον πριν από την πρώτη συζήτηση. 2. Να καταργηθούν οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 126 του ν. 2717/99 όπως ισχύουν που προστέθηκαν με την τροποποίηση του ν. 3659/2008 ΣΧΟΛΙΟ Η κατάθεση της προσφυγής στη ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ σε περιπτώσεις πράξεων φορολογικού εν γένει περιεχομένου δεν έχει κανένα νόημα αλλά απεναντίας δημιουργεί προβλήματα στην φορολογική διαδικασία όπως: να κατατίθενται σε αναρμόδια δικαστήρια και να ακολουθεί μία χρονοβόρος διαδικασία. να δημιουργείται σύγχυση στη βεβαίωση των φόρων «λόγω μη άσκησης προσφυγής», γιατί υπάρχει καθυστέρηση στην αποστολή της προσφυγής από την γραμματεία του δικαστηρίου στην αρμόδια Φορολογική αρχή (μετά την ημερομηνία της προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής και του συνυποβαλλομένου αιτήματος της Διοικητικής επίλυσης της διαφοράς). 3. Να συμπληρωθούν οι διατάξεις του άρθρου 202 του ν. 2717/99 όπως ισχύουν (με την τροποποίηση του ν. 3659/2008), ως εξής: « Η χορήγηση αναστολής εκτέλεσης αποκλείεται αν πρόκειται για πράξη φορολογικού εν γένει περιεχομένου γιατί προδήλως η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης (είσπραξη προβεβαίωσης) επιβάλλεται για λόγους Δημοσίου Συμφέροντος». ΣΧΟΛΙΟ Από τα Διοικητικά Πρωτοδικεία γίνεται αλόγιστη χρήση της χορήγησης αναστολής εκτέλεσης της Διοικητικής πράξης, που χορηγείται πλέον τελείως αβασάνιστα και σε όλες τις πράξεις φορολογικού εν γένει περιεχομένου, αγνοώντας εντελώς τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 202 του Ν. 2717/1999, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει (από 8-6-2008) με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Ν. 3659/2008 που αναφέρουν επί λέξει : «Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή όταν κρίνεται ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα προκαλέσει στον αιτούντα βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής. Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί, αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του Δημοσίου Συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος.» με αποτέλεσμα την μη είσπραξη των βεβαιωμένων φόρων (προβεβαίωση λόγω άσκησης προσφυγής), σε βάρος του Δημοσίου Συμφέροντος. 4. Να συμπληρωθούν οι διατάξεις του άρθρου 208 του ν. 2717/99 όπως ισχύουν (με την τροποποίηση του ν. 3659/2008), ως εξής: « Η χορήγηση αναστολής εκτέλεσης αποκλείεται αν πρόκειται για απόφαση που αφορά πράξη φορολογικού εν γένει περιεχομένου γιατί προδήλως η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης (είσπραξη βεβαιωμένων ποσών βάσει δικαστικής απόφασης) επιβάλλεται για λόγους Δημοσίου Συμφέροντος». ΣΧΟΛΙΟ Από τα Διοικητικά Εφετεία γίνεται αλόγιστη χρήση της χορήγησης αναστολής εκτέλεσης της απόφασης που αφορά Διοικητική πράξη, που χορηγείται πλέον τελείως αβασάνιστα και σε όλες τις πράξεις φορολογικού εν γένει περιεχομένου, αγνοώντας εντελώς τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 208 του Ν. 2717/1999, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει (από 8-6-2008) με τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν. 3659/2008 που αναφέρουν επί λέξει : «Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή όταν κρίνεται ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης θα προκαλέσει στον αιτούντα βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης του ενδίκου μέσου. Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί, αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του Δημοσίου Συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος.» με αποτέλεσμα την μη είσπραξη των βεβαιωμένων φόρων (βεβαίωση βάση ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ), σε βάρος του Δημοσίου Συμφέροντος. ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ Ν. 2238/94 (ΕΙΣΟΔΗΜΑ) 1. Να τροποποιηθεί η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 74 του ν. 2238/1994 και το ποσοστό προβεβαίωσης να επανέλθει στο ποσοστό 25% (που ήταν πριν τροποποιηθεί με την παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 3296/2004 σε 10%) του αμφισβητούμενου κύριου φόρου, πρόσθετου φόρου και λοιπών συμβεβαιουμένων με αυτόν φόρων και τελών. 2. Να καταργηθεί η διάταξη του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 74 του ν. 2238/1994 ως απαράδεκτη (είναι αδιανόητο να υπάρχει ο ισχυρισμός ότι το ιδιωτικό συμφέρον υπερέχει του Δημοσίου συμφέροντος, όπως αναφέραμε ανωτέρω). ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ Ν. 2859/2000 (ΦΠΑ) 1. Να τροποποιηθεί η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 2859/2000 και το ποσοστό προβεβαίωσης να επανέλθει στο ποσοστό 30% (που ήταν πριν τροποποιηθεί με την παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 3296/2004 σε 10%) του αμφισβητούμενου κύριου φόρου και του πρόσθετου φόρου. 2. Να καταργηθεί η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του ν. 2859/2000 ως απαράδεκτη (είναι αδιανόητο να υπάρχει ο ισχυρισμός ότι το ιδιωτικό συμφέρον υπερέχει του Δημοσίου συμφέροντος, όπως αναφέραμε ανωτέρω). Υ.Γ. Ευχαριστώ για την φιλοξενία και παρακαλώ «ακούστε και τη φωνή» ενός δημόσιου λειτουργού σε θέση υπαλλήλου ευθύνης με 28ετή ουσιαστική εμπειρία και γνώσεις σε φορολογικά θέματα, για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκεται.