Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Δεν είναι προς όφελος των δημόσιων οικονομικών η συνεχιζόμενη επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας με φόρους, ιδίως αν αυτή δεν αποδίδει εισόδημα, για μια σειρά από λόγους, προφανείς σε οποιονδήποτε συμμετέχει στην παραγωγική διαδικασία: 1) Συντελεί στην καθίζηση της οικοδομικής δραστηριότητας και της αγοροπωλησίας ακινήτων συμπαρασύροντας ολόκληρο το σχετικό επαγγελματικό κύκλωμα. Ανεξάρτητα με τις προσδοκίες για ανάκαμψη μέσω "πράσινης" ανάπτυξης κλπ., είναι δεδομένο ότι ακόμη και σε πολύ περισσότερο τεχνολογικά προηγμένες κοινωνίες από τη δική μας (π.χ. ΗΠΑ, Γερμανία) η οικοδομική δραστηριότητα αποτελεί ακόμη τον κύριο μοχλό ανάπτυξης. Η απώλεια εσόδων (φορολογικών και ασφαλιστικών) από τον περιορισμό της οικοδομικής δραστηριότητας και τις σχετιζόμενες εμπορικές συναλλαγές μπορεί εύκολα να ξεπεράσει το όφελος από την άμεση φορολόγηση των κατόχων ακίνητης περιουσίας. 2)Δημιουργεί αίσθημα αδικίας στον κάτοχο ακινήτου, ο οποίος επένδυσε στη γη (στην απλούστερη περίπτωση) ή σε κατοικία (προσφέροντας εργασία κατά την κατασκευή, και έχει πολλαπλώς φορολογηθεί), και βλέπει η επένδυσή του να φορολογείται ενώ ενδεχομένως η αξία της μειώνεται (όπως πρόσφατα) ή δεν αποδίδει (π.χ. οικόπεδο). Ταυτόχρονα, ισόποση επένδυση σε καταθετικό λογαριασμό ή ομόλογο (μια κατά τεκμήριο σαφώς λιγότερο παραγωγική επένδυση) αποδίδει τόκο που μόνον αυτός φορολογείται με μικρό συντελεστή, ενώ το κεφάλαιο παραμένει ανέπαφο. Η αδυναμία περαιτέρω φορολόγησης των καταθέσεων, ομολόγων και λοιπών τραπεζικών προϊόντων (λόγω της "κινητής" τους ιδιότητας) δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για την ολοένα αυξανόμενη φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων. 3) Μακροπρόθεσμα, η συνεχής επιβάρυνση με φόρους των ακινήτων θα οδηγήσει στην απομείωση της αξία τους. Ηδη σε πολλές περιοχές της χώρας η αντικειμενική αξία υπερβαίνει την πραγματική (δηλ. την αξία που καθορίζει η αγορά) ενώ το γνωστό (αλλά ανενεργό) ελάχιστο αποδεκτό ενοίκιο ως ποσοστό της αντικειμενικής αξίας (6%) αποτελεί μόνον λόγο ιλαρότητας. Η πρόσφατη κρίση που πυροδοτήθηκε από τη μείωση της αξίας ακινήτων δείχνει τις επιπτώσεις μια ενδεχόμενης απαξίωσης της ακίνητης περιουσίας. 4) Η κατοχή, η αγοροπωλησία ακινήτων και η εκμετάλλευσή τους σχετίζονται ήδη με πολύ υψηλές φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις αλλά και δαπάνες για τρίτους (Ταμείο Νομικών, συμβολαιογράφους κ.α.) που δεν είναι διαπραγματεύσιμες. Στον κάτοχο ακινήτου, όλες οι επιπλέον δαπάνες έχουν τη μορφή "φόρου" με την ευρεία έννοια, ανεξάρτητα αν κάποιες από τις δαπάνες αυτές καταλήγουν στο δημόσιο ταμείο. 5) Το κόστος από την αυξημένη φορολόγηση των ακινήτων θα μεταφερθεί, κατά το δυνατόν, σε ενοικιαστές επιβαρύνοντας τις οικονομικές συνθήκες φυσικών προσώπων και επαγγελματιών. Στην χειρότερη περίπτωση, ευνοεί την σύμπραξη μισθωτή-εκμισθωτή για την αποφυγή φορολόγησης με τη δήλωση μικρότερου ενοικίου από το πραγματικό. Σε γενικές γραμμές, οποιοσδήποτε φόρος στο ακίνητο που δεν σχετίζεται με την υπεραξία που αυτό αποδίδει, με εξαίρεση ίσως τους φόρους που σχετίζονται άμεσα με την εξυπηρέτηση του ακινήτου (π.χ. περιβαλλοντικοί φόροι, φόροι για οργάνωση της γης στην περιοχή του ακινήτου κλπ) δεν έχουν λόγο ύπαρξης και βρίσκονται σε προφανή δισαρμονία σε άλλες μορφές επένδυσης, πολύ λιγότερο παραγωγικές.