Αρχική Διάλογος για ένα Δίκαιο και Aποτελεσματικό φορολογικό σύστημα4) Προτείνεται η κατάργηση φοροαπαλλαγών ή αυτοτελούς φορολόγησης εισοδημάτων όταν δεν επιβάλλονται από λόγους κοινωνικής ευαισθησίας ή αντικειμενικά οικονομικά αίτια.Σχόλιο του χρήστη Ενωση Ασκουμένων και Νέων Δικηγόρων Αθηνών | 14 Ιανουαρίου 2010, 21:17
ΕΝΩΣΗ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΝΕΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΑΘΗΝΩΝ Ε.Α.Ν.Δ.Α Ακαδημίας 60, Αθήνα. Στην διαβούλευση που έχει ανοίξει στο πλαίσιο της τροποποίησης του φορολογικού νομικού πλαισίου διατυπώνεται η πρόταση να καταργηθεί ή να μειωθεί σημαντικά το αφορολόγητο όριο για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Η ανωτέρω πρόταση διατυπώνεται, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση που πλήττει την ελληνική οικονομία. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί την κοινωνική ευθύνη κάθε κοινωνικής ομάδας και την υποχρέωση όλων των φορολογουμένων να συμβάλουν στην αντιμετώπιση του κρίσιμου οικονομικού κλίματος. Και η συμβολή όμως αυτή θα πρέπει να γίνεται με όρους σύμφωνους με το Σύνταγμα, που επιβάλλει την συμβολή καθενός στα οικονομικά βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις του (άρθρο 4 §5 του Συντάγματος). Ως δικαιολογητικό λόγος των προτεινόμενων ρυθμίσεων προβάλλεται η πάταξη της φοροδιαφυγής. Με άλλα λόγια, το Υπουργείο επειδή δεν μπορεί με τους ελεγκτικούς του μηχανισμούς να συλλάβει την φορολογητέα ύλη, επιβάλλει σε όλους, φοροδιαφεύγοντες και μη, μια επιπλέον φορολογική υποχρέωση, για να ισοσταθμίσει τις απώλειες. Πέραν του ότι μια τέτοια λογική οδηγεί σε μια κραυγαλέα άδικη ρύθμιση, είναι για τον κάθε νοήμονα πολίτη αυτονόητο, ότι από μια τέτοια ρύθμιση θα έπρεπε να εξαιρούνται σε κάθε περίπτωση κατηγορίες φορολογουμένων που η ίδια η νομοθεσία – που δεν πρέπει να είναι αποσπασματική και τυχαία – αναγνωρίζει ως κατηγορίες που έχουν ανάγκη προστασίας, όπως είναι και οι νέοι Δικηγόροι, ήτοι οι Δικηγόροι μέχρι επτά χρόνια δικηγορίας. Η ανωτέρω προτεινόμενη ρύθμιση αντικατοπτρίζει την νοοτροπία της συλλήβδην αντιμετώπισης των νέων δικηγόρων, αλλά και των λοιπών κατηγοριών νέων ελεύθερων επαγγελματιών ως φοροφυγάδων, ενώ στην πραγματικότητα είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι από τους νέους δικηγόρους εργάζονται σε άλλα - όχι δικά τους- δικηγορικά γραφεία και αμείβονται με αμοιβές από 700 ευρώ μηνιαίως, ενώ και όσοι από αυτούς επιχειρούν να δικηγορήσουν ανοίγοντας δικό τους γραφείο είναι σαφές ότι βρίσκονται στο ξεκίνημα της σταδιοδρομίας τους, για αυτό και με πληθώρα διατάξεων της νομοθεσίας μας επιχειρείται η με διάφορους τρόπους ενίσχυσή τους. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι σύμφωνα με αδιάψευστα στατιστικά στοιχεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών για το έτος 2007, το 50% των εν ενεργεία δικηγόρων έχει παρασταθεί σε δικαστήριο έως 5 φορές και σε υπογραφή συμβολαίου έως 2 φορές. Επί παραδείγματι ένας νέος δικηγόρος με τέσσερα έτη δικηγορίας αμείβεται με 700 ευρώ μηνιαίως, λαμβάνει δηλαδή 8.400 ευρώ ετησίως (12χ700). Καταβάλλει προκειμένου να καλύψει τις ασφαλιστικές του εισφορές 1560 ευρώ και του απομένουν 6.840 ευρώ. Στην υποθετική περίπτωση κατάργησης του αφορολογήτου των 10.500 ευρώ, εάν φορολογηθεί με συντελεστή 10%, θα καταβάλλει επιπλέον στην εφορία 684 ευρώ. Οπότε θα του απομείνουν προκειμένου να καλύψει τις βασικές του ανάγκες 6.156 ευρώ, ήτοι 513 μηνιαίως!!!!!! Την ίδια στιγμή, που η πολιτεία θεσπίζει ειδικό διανεμητικό λογαριασμό για τους νέους Δικηγόρους με συγκεκριμένα κατώτατα όρια δυνάμει του άρθρου 33 του Ν. 2915/2001, ως ένα τρόπο ενίσχυσης του ετησίου οικονομικού τους εισοδήματος και συνδρομής της πολιτείας στην αντιμετώπιση του μεγάλου οικονομικού προβλήματος της πλειοψηφίας των νέων συναδέλφων μας, δεν μπορεί η ίδια ουσιαστικά να παίρνει πίσω όσα έδωσε, θεσπίζοντας κατάργηση ή δραματική μείωση των αφορολογήτων αυτών ορίων, αντιμετωπίζοντας τους νέους αυτούς επαγγελματίες ως προνομιούχους και φοροφυγάδες κατ’ επέκταση. Εξάλλου, δεν είναι συνεπές από την μια η Πολιτεία με διάφορα προγράμματα να επιδοτεί και χρηματοδοτεί νέους επαγγελματίες και από την άλλη να αυξάνει κατακόρυφα τις προς το κράτος υποχρεώσεις των ανθρώπων που νωρίτερα εκείνη έκρινε ότι έχουν ανάγκη ενίσχυσης. Η πρόβλεψη γενικευμένης ρύθμισης, ήτοι ρύθμισης που δεν εξαιρεί τους νέους ελεύθερους επαγγελματίες, είναι καταφανώς άδικη, καθώς εξομοιώνει και επιβάλλει ενιαία αντιμετώπιση σε περιπτώσεις που δεν είναι όμοιες. Δεν είναι δε όμοιες οι περιπτώσεις, καθώς οι σκέψεις που διατυπώνονται για την μεγάλη κατηγορία των ελεύθερων επαγγελματιών δεν μπορούν να ισχύουν για τα νεότερα μέλη της μεγάλης αυτής κατηγορίας, που βρίσκονται σε μειονεκτική κατάσταση, που επιβάλλει την οικονομική τους ενίσχυση και όχι την περαιτέρω επιβάρυνση με πρόσθετες υποχρεώσεις. Κατά συνέπεια, είναι ανάγκη όπως και για τις άλλες κατηγορίες νέων επαγγελματιών, έτσι και για τους νέους δικηγόρους να προβλεφθεί διατήρηση του ισχύοντος αφορολογήτου ορίου των 10.500 ευρώ. Πρέπει μάλιστα να επισημανθεί ότι ο δικηγορικός κλάδος, αποτελεί έναν από τους ελάχιστους κλάδους, που φορολογείται στην «πηγή», καθώς το ελληνικό δημόσιο παρακρατεί το 15% της νόμιμης αμοιβής μας, για κάθε παράσταση που πραγματοποιούμε ενώπιον των Δικαστηρίων και των λοιπών Αρχών. Σε κάθε περίπτωση, ήτοι ακόμη και αν η ανωτέρω προτεινόμενη ρύθμιση ισχύσουν και για τους νέους δικηγόρους, οι αδικίες που δημιουργούνται θα μπορούσαν εν μέρει τουλάχιστον να αμβλυνθούν με την συμπερίληψη στις αφαιρούμενες από τα ακαθάριστα έσοδα από την άσκηση του επαγγέλματος δαπάνες και κάποιων προσωπικών-καταναλωτικών δαπανών που σήμερα δεν ασκούν επιρροή στην έκταση της φορολογικής υποχρέωσης. Για το ΔΣ της Ε.Α.Ν.Δ.Α. Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ .......................... Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΤΚΙΑΣ ................ ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ