Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Η κατάργηση των φοροαπαλλαγών δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θίγει τα πραγματικά μεσαία εισοδήματα δηλαδή μισθωτούς με ετήσιες αποδοχές 30.000-40.000 €, αλλά να εξυπηρετεί ένα διπλό στόχο: 1. Αύξηση της φορολογητέας ύλης μέσω του εντοπισμού εισοδημάτων που συστηματικά υποκρύπτονται. 2. Αποφυγή αρνητικών επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία Σε αυτήν τη λογική η αποτελεσματικότητα του φορολογικού νομοσχεδίου μπορεί να μεγιστοποιηθεί όχι με την κατάργηση κοινωνικά δίκαιων φοροαπαλλαγών (που ωστόσο εξυπηρετεί επικοινωνιακές ανάγκες ζημιώνοντας τελικά τους ειλικρινείς φορολογούμενους) αλλά με την κατάλληλη τροποποίηση τους. Έτσι προτείνω τα εξής: Ιατρικές δαπάνες: Έκπτωση του συνόλου τους ( η ενός σημαντικού ποσοστού) από το φορολογητέο εισόδημα (αντί 20% από φόρο). Κατά αυτόν τον τρόπο τα μεσαία εισοδήματα έχουν μεγαλύτερο κίνητρο από ότι ισχύει σήμερα να ζητούν τις σχετικές αποδείξεις. Προκειμένου να ευνοηθούν και τα πολύ χαμηλά εισοδήματα το ποσοστό έκπτωσης της σχετικής δαπάνης από το εισόδημα θα πρέπει να κλιμακώνεται αντιστρόφως προς το δηλωθέν εισόδημα. Έτσι για πολύ χαμηλά εισοδήματα (π.χ. έως 18.000) μπορεί να φθάνει το 100% μειούμενο προοδευτικά έως και το 40% για εισοδήματα άνω των 50.000€. Για να αποφευχθούν ακραίες καταστάσεις τίθεται ανώτατο όριο δαπάνης τα 50.000€. Δίδακτρα Προτείνεται η Έκπτωση της σχετικής δαπάνης να γίνεται από το εισόδημα και όχι από το φόρο ώστε τα μεσαία εισοδήματα έχουν μεγαλύτερο κίνητρο από ότι ισχύει σήμερα να ζητούν τις σχετικές αποδείξεις . Και εδώ (όπως και στην πρόταση για τις Ιατρικές δαπάνες) προκειμένου να ευνοηθούν τα χαμηλά εισοδήματα το ποσοστό έκπτωσης της σχετικής δαπάνης από το εισόδημα θα πρέπει να κλιμακώνεται αντιστρόφως προς το δηλωθέν εισόδημα. Ανώτατο όριο εκπίπτουσας δαπάνης (μετά τη στάθμιση με συντελεστή αναλόγως του εισοδήματος) 2.000€ Ενοίκιο 1ης κατοικίας: Με το ισχύον σύστημα ο ενοικιαστής δεν έχει κανένα κίνητρο να δηλώσει το πραγματικό μίσθωμα πέραν των 100€ μηνιαίως άρα υπάρχουν σημαντικά περιθώρια φοροδιαφυγής των (μεγάλο)ιδιοκτητών. Προτείνεται να εκπίπτει από το εισόδημα ένα ποσοστό (προοδευτικά φθίνον) του μηναίου μισθώματος. Π.χ.: Για το τμήμα μηνιαίου ενοικίου έως 300€ το 40% για 301-400€ το 20% και 401-500 10%. Άνω των 500€ χωρίς έκπτωση. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα η μέγιστη έκπτωση φθάνει τα 150€ αντί 100€ σήμερα ενώ το μέγιστο μίσθωμα το οποίο έχει κίνητρο να δηλώσει ο ενοικιαστής πενταπλασιάζεται (από 100€ σε 500 €) Εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία / ασφαλιστήρια ζωής Αν και είναι νομίζω αυτονόητο, θα το επισημάνω και εγώ. Οποιαδήποτε σκέψη για περιορισμό της ισχύουσας έκπτωσης σε αυτές τις περιπτώσεις ισοδυναμεί με θανατική καταδίκη του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης στην Ελλάδα διότι, δεδομένου του προαιρετικού χαρακτήρα της, το βασικότερο (ίσως και το μοναδικό) κίνητρο συμμετοχής σε αυτά τα ταμεία είναι η κατά 100% έκπτωση της εισφοράς από το φορολογητέο εισόδημα. Δεδομένου του πολύ μικρού αριθμού επαγγελματικών ταμείων και των ασφαλισμένων σε αυτά (μερικές χιλιάδες φορολογούμενοι) το όποιο εισπρακτικό όφελος είναι αμελητέο σε σχέση με το μέγεθος των προβλημάτων που θα δημιουργούσε ο περιορισμός της συγκεκριμένης φοροαπαλλαγής. Αναπηρία 67%. Κατοχύρωση του ισχύοντος αφορολογήτου ορίου (12.000) χωρίς την υποχρέωση συλλογής αποδείξεων δαπανών. Διατήρηση και τιμαριθμική αναπροσαρμογή του εκπίπτοντος λόγω αναπηρίας εισοδήματος Διατήρηση επί τριετία μετοχικών αξιών. Για πρώτη φορά στην Ιστορία του το ΧΑΑ κατέγραψε πτώση (και μάλιστα σημαντική) σε επίπεδο δεκαετίας (2000-2009). Προτείνεται η έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα ποσοστού (προοδευτικά φθίνοντος) του ποσού που δαπανήθηκε για την αγορά μετοχών και οι οποίες δε μετεβιβασθήκαν με την πάροδο τριετίας (Αντίστοιχη ρύθμιση ίσχυε και για μεράδια μετοχικών αμοιβαίων κεφαλαίων). Η διαφοροποίηση έγκειται στο ότι το ποσοστό έκπτωσης δεν πρέπει να είναι σταθερό (25%) αλλά να ξεκινά από υψηλότερο ποσοστό π.χ. 50% για εισοδήματα έως 25.000 και το οποίο θα φθίνει όσο μειώνεται το εισόδημα : π.χ 40% για εισόδημα έως 50.000 20% έως 75.000 καμιά απαλλαγή στη συνεχεία. Ανώτατο όριο έκπτωσης 5.000 €. Κατά αυτόν τον τρόπο ωθούνται τα μεσαία (αλλά όχι και τα υψηλά) εισοδήματα στο να αγοράσουν και να διατηρήσουν μετοχές (παρά τη φορολόγηση των μερισμάτων στην κλίμακα) συμβάλλοντας έτσι στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος Αποδείξεις δαπανών Πέραν της κατοχύρωσης του αφορολογήτου ορίου με τη συγκέντρωση ενός συγκεκριμένου ποσού αποδείξεων θα πρέπει να υπάρχει κίνητρο στο φορολογούμενο να συγκεντρώνει επιπλέον αποδείξεις. Προτείνεται η έκπτωση από το εισόδημα ενός ποσοστού της συνολικής δαπάνης των αποδείξεων το οποίο θα εξαρτάται από το συνολικό ύψος των δαπανών. Για τμήμα αποδείξεων έως 10.000€ εκπίπτει το 25 % Μέγιστη Έκπτωση 2.500 για 10.001-15.000 20% Μέγιστη Έκπτωση 1.000 για 15.001 -20.000 10% . Μέγιστη Έκπτωση 500 Καμιά Έκπτωση για το τμήμα άνω των 20.000€ Με το ισχύον σύστημα εκπίπτουν έως 8.000 σύνολο. Με το προτεινόμενο έως 4.000 ανά σύζυγο