Αρχική Ρύθμιση της Αγοράς ΠαιγνίωνΆρθρο 11 – Διαδικτυακό ΣτοίχημαΣχόλιο του χρήστη Betfair | 9 Σεπτεμβρίου 2010, 12:40
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Εισαγωγή 1. Το παρόν κείμενο συνοψίζει την ανταπόκριση της Betfair στις προτάσεις που καταγράφονται στη διαβούλευση της ελληνικής κυβέρνησης αναφορικά με τη ρύθμιση της αγοράς παιγνίων. Παράλληλα με την ανταπόκριση αυτή, η Betfair θα υποβάλλει λεπτομερέστερη έκθεση στον Υπουργό Οικονομικών και στους σχετικούς κοινωνικούς εταίρους. Παρουσίαση της Betfair 2. Η Betfair, που ιδρύθηκε το 2000, είναι η μεγαλύτερη εταιρία διαδικτυακού αθλητικού στοιχηματισμού στον κόσμο. Ο όμιλος Betfair διαθέτει τρία εκατομμύρια εγγεγραμμένους χρήστες σε όλο τον κόσμο, και διεκπεραιώνει πάνω από έξι εκατομμύρια συναλλαγές την ημέρα, υπερδιπλάσιες δηλαδή των συναλλαγών που εκτελούν όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αθροιστικά. Η Betfair απασχολεί πάνω από 2.300 υπαλλήλους σε όλο τον κόσμο. 3. Η Betfair διαθέτει άδειες λειτουργίας προϊόντων στοιχηματισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, την Ιταλία, τη Μάλτα και την Αυστραλία. Επιδιώκει να διατηρεί άδειες, να επενδύει και να καταβάλει φόρους οπουδήποτε δραστηριοποιείται. Συνεργάζεται ενεργά με κυβερνήσεις και αθλητικές ομοσπονδίες, προκειμένου να δημιουργεί ελεγχόμενα και ασφαλή περιβάλλοντα διαδικτυακού στοιχηματισμού για τους καταναλωτές. Η Betfair θα ήθελε να αποκτήσει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα και να συνεργαστεί εποικοδομητικά με το Ελληνικό Κράτος προς αυτή την κατεύθυνση. 4. Η Betfair είναι μία από τις 25 κορυφαίες διαδικτυακές εταιρίες στον κόσμο. Έχει συλλέξει πολυάριθμα βραβεία, μεταξύ των οποίων και δύο Βραβεία Επιχειρηματικότητας από τη Βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου το 2003 (Καινοτομία) και το 2008 (Διεθνές Εμπόριο). Έχει ανακηρυχθεί δύο φορές «Εταιρία της Χρονιάς» από τη Συνομοσπονδία Βρετανικής Βιομηχανίας (CBI), το 2004 και το 2005, και είναι η μόνη εταιρία που έχει κερδίσει αυτή την αναγνώριση. Ανταπόκριση στο Άρθρο 11 (Διαδικτυακό στοίχημα) 5. Η Betfair πιστεύει ότι το μόνο επιτυχημένο μοντέλο για την αδειοδότηση του διαδικτυακου στοιχήματος θα πρέπει να είναι η εναλλακτική λύση Α (απεριόριστος αριθμός αδειών). Οι λόγοι για αυτή την πεποίθηση απαριθμούνται παρακάτω στις παραγράφους 6 έως 10. Αυτό είναι το μοντέλο που έχει υιοθετηθεί από όλα τα κράτη που έχουν αδειοδοτήσει το διαδικτυακό στοίχημα τα τελευταία χρόνια (π.χ. Ιταλία και Γαλλία). 6. Το κλειδί για την επιτυχημένη ρύθμιση οποιουδήποτε προϊόντος ή υπηρεσίας στο διαδίκτυο θα πρέπει να είναι μια ισορροπία ανάμεσα στους θεωρητικούς στόχους του ελέγχου και του περιορισμού, και την πραγματικότητα της διαδικτυακής αγοράς. Το διαδίκτυο είναι ένας τόπος χωρίς σύνορα, που πολύ δύσκολα ελέγχεται, και δίνει στους πελάτες τη δύναμη να αναζητήσουν το προϊόν που επιθυμούν, ανεξάρτητα από το εάν η κυβέρνησή τους το εγκρίνει ή όχι. Το μπλοκάρισμα των ISP (Internet Service Provider) και άλλες μορφές περιορισμών, όπως το μπλοκάρισμα των οικονομικών συναλλαγών, δύσκολα επιβάλλονται και συχνά αποδεικνύεται ανεπιτυχείς. 7. Κατά τη γνώμη της Betfair, για την επιτυχημένη διαχείριση και τον έλεγχο της αγοράς διαδικτυακού στοιχηματισμού, θα πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στο να προσφέρονται στους πελάτες τα προϊόντα που θέλουν, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητας λαμβάνει χώρα σε ένα ελεγχόμενο και αδειοδοτημένο περιβάλλον. Με τον ίδιο τρόπο, η βιομηχανία μουσικής αρχικά προσπάθησε να καταπολεμήσει το «κατέβασμα» μουσικής ποινικοποιώντας τη δραστηριότητα αυτή, προσπαθώντας να μπλοκάρει την πρόσβαση μέσω ISP και απαιτώντας οι καταναλωτές να αγοράζουν μουσική σε απτή μορφή (CD κτλ.). Ωστόσο, η ζήτηση των καταναλωτών για το κατέβασμα μουσικής συνεχίστηκε, και οδήγησε στη δημιουργία μιας τεράστιας μαύρης αγοράς. Μόνο πρόσφατα πλέον η βιομηχανία μουσικής, μέσω εταιριών όπως η iTunes, αποδέχθηκε το διαδίκτυο και άρχισε να κερδίζει online καταναλωτές σε μια νόμιμη δομή αγοράς. 8. Το μονοπώλιο νέων αδειών (εναλλακτική λύση Γ) θα οδηγήσει τους καταναλωτές στο να αναζητήσουν προϊόντα αλλού στο διαδίκτυο, με προϊόντα που λειτουργούν στη μαύρη αγορά. Ένας μονοπωλιακός πάροχος δεν θα προσφέρει στους καταναλωτές τα προϊόντα που θέλουν, καθώς ο μοναδικός αδειούχος δε θα έχει κίνητρο να προσφέρει καινοτομίες και ανταγωνιστικές αποδόσεις στους καταναλωτές. Όπου υπάρχει μονοπώλιο, οι τιμές είναι πάντοτε χειρότερες από ό,τι σε ένα ανταγωνιστικό αγοραίο περιβάλλον με πολλαπλές άδειες. Για παράδειγμα, μια πρόσφατη μελέτη της Right2Bet αποκάλυψε ότι οι ευρωπαϊκοί μονοπωλιακοί πάροχοι προσέφεραν στους πελάτες τους 32% χειρότερες πιθανότητες από τους αδειούχους ιδιώτες παρόχους στη διάρκεια του πρόσφατου Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου: http://www.right2bet.net/docs/Right2bet%20World%20Cup%20Report.pdf. Δεδομένης της έλλειψης συνόρων στο διαδίκτυο, εάν οι πελάτες δε λαμβάνουν τα προϊόντα που επιθυμούν σε ανταγωνιστικές αποδόσεις, όπως θα γίνεται στην περίπτωση του μονοπωλίου, απλά θα στραφούν στη μαύρη αγορά. Όλο και περισσότεροι καταναλωτές θα στοιχηματίζουν σε μη ρυθμιζόμενες αγορές, οι οποίες τελικά θα υπονομεύσουν την επιτυχία ενός νέου ρυθμιστικού καθεστώτος. 9. Η Betfair πιστεύει ότι η αγορά ανταλλακτηρίων μπορεί να ρυθμιστεί καλύτερα μέσω μιας δομής πολλαπλών αδειών και ότι η Ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εξετάσει τις διαθέσιμες επιλογές γύρω από το πώς αυτό μπορεί να επιτευχθεί. 10. Με τον ίδιο τρόπο που μια μονοπωλιακή δομή αδειοδότησης δεν θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καταναλωτών, το ίδιο θα γίνεται και με έναν περιορισμένο αριθμό αδειούχων (εναλλακτική Β), καθώς οι αποδόσεις θα μπορούν να οριστούν σε τεχνητά χαμηλά επίπεδα και δεν θα υπάρχουν κίνητρα για καινοτομία, οδηγώντας τους καταναλωτές στο να χρησιμοποιούν άλλους παρόχους εκτός συνόρων. 11. Αντίθετα, ένα ανοικτό σύστημα αδειοδότησης (εναλλακτική Α) θα διασφαλίσει μια ανταγωνιστική δομή αγοράς, που θα παρέχει κίνητρα στους παρόχους για την απόκτηση άδειας. Αυτό θα έχει δύο σημαντικά πλεονεκτήματα για την ελληνική κυβέρνηση: Έλεγχος της αγοράς: Καθιερώνοντας ένα σύστημα ρύθμισης όπου οι χειριστές πρέπει να συμμορφώνονται με ορισμένα λειτουργικά και κοινωνικά υπεύθυνα πρότυπα πριν αποκτήσουν άδεια λειτουργίας, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορεί να διασφαλίσει ότι οι πολίτες της στοιχηματίζουν σε μια αγορά όπου υπάρχουν κανόνες και δικλείδες ασφαλείας. Αυτό θα μειώσει την πιθανότητα εξαπάτησης των καταναλωτών και τη χρήση του διαδικτυακού στοιχήματος ως μέσου για οποιαδήποτε μορφή εγκλήματος, και θα παρέχει προστασία από τον ανήλικο και προβληματικό τζόγο. Αύξηση φορολογικών εσόδων: Η ελληνική κυβέρνηση θα έχει την ευκαιρία να εισπράττει φορολογικά έσοδα από μια δραστηριότητα που έως τώρα ήταν αφορολόγητη. 12. Η Betfair σημειώνει ότι στη διαβούλευση περιλαμβάνονται μόνο λίγες πληροφορίες σχετικά με τη φορολόγηση του διαδικτυακού τζόγου. Τόσο η δομή όσο και το ποσοστό του φόρου που θα επιβληθεί στον κλάδο είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες εάν η ελληνική κυβέρνηση θέλει να διασφαλίσει ότι όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό του στοιχηματισμού των Ελλήνων πολιτών θα διεξάγεται μέσω αδειούχων παρόχων. Όπως και με κάθε άλλο επαχθή περιορισμό που επιβάλλεται σε αδειούχους παρόχους διαδικτυακού στοιχηματισμού (όπως οι πολύ υψηλές αμοιβές αδειών, οι περιορισμοί στον τύπο προϊόντων που προσφέρονται, ή τα τεχνητά όρια στα ποσά των στοιχημάτων), εάν δημιουργηθεί μια φορολογική δομή που θεωρείται άδικη ή και εφαρμοστεί ένα φορολογικό ποσοστό που είναι πολύ υψηλό, πολλοί πάροχοι θα αποφασίσουν ότι είναι εμπορικά ασύμφορο να αποκτήσουν άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα. Σε ένα διαδικτυακό περιβάλλον όπου είναι αδύνατος ο αποτελεσματικός έλεγχος της καταναλωτικής συμπεριφοράς, αυτό θα σημαίνει ότι περισσότερες εταιρίες θα παραμείνουν στη μη αδειοδοτημένη αγορά, οδηγώντας σε μειωμένη προστασία για τους Έλληνες καταναλωτές και μειωμένα φορολογικά έσοδα για την κυβέρνηση. 13. Ένα φόρος επί των μεικτών κερδών (φόρος επί των κερδών που καταβάλλει ο πάροχος) θα επιτρέψει στις εταιρίες διαδικτυακού στοιχηματισμού που παρέχουν διαφορετικά προϊόντα στοιχηματισμού (με υψηλά και χαμηλά περιθώρια) να ανταγωνίζονται η μία την άλλη και να λειτουργούν σε ένα καθεστώς αδειοδότησης, ενθαρρύνοντας έτσι τους παρόχους να αποκτούν άδειες και να καταβάλλουν φόρους. Αντίθετα, ένας φόρος επί των ετήσιων μεικτών εσόδων, όπως προτείνεται στη διαβούλευση, (συνήθως αναφέρεται ως φόρος επί του κύκλου εργασιών της εταιρίας) είναι φόρος σε κάθε στοίχημα που βάζει ένας πελάτης και κάτι που θα οδηγήσει σε μια μη ανταγωνιστική δομή της αγοράς, που δε θα ανταποκρίνεται στη ζήτηση των καταναλωτών. Συμπέρασμα 14. Το διαδίκτυο δεν μπορεί αγνοηθεί από τις κυβερνήσεις, καθώς είναι ένα περιβάλλον χωρίς σύνορα όπου οι πελάτες έχουν τη δυνατότητα να αναζητήσουν το στοιχηματικό προϊόν που επιθυμούν. 15. Ο διαδικτυακός στοιχηματισμός απαιτεί μια ρεαλιστική μορφή ρύθμισης η οποία, εάν υλοποιηθεί, επιφέρει οφέλη για τους καταναλωτές, τις κυβερνήσεις και τους υπεύθυνους παρόχους. 16. Η Betfair έχει δεσμευτεί για μια αυστηρή βιώσιμη πολιτική στοιχηματισμού, προφυλάσσοντας τον στοιχηματισμό ανηλίκων ή τον προβληματικό τζόγο, την απάτη και την αθλητική ή άλλη διαφθορά, και από αυτή την άποψη ηγείται τον κλάδο των τυχερών παιχνιδιών.