• Σχόλιο του χρήστη 'Κώστας Μπελιμπασάκης' | 24 Ιανουαρίου 2011, 22:17

    Σχόλια Επί του Νομοσχεδίου. 1. Την ίδια ακριβώς περίοδο όπου η Ελληνική Κυβέρνηση θεωρεί «ανάγκη αποκαθάρσεως» την ισχύουσα νομοθεσία : A. Tο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο νομολογεί με ευθύτητα υπέρ της διατήρησης περιορισμών από τα κράτη Μέλη σε περιπτώσεις που η άσκηση του επαγγέλματος σχετίζεται με το Δημόσιο συμφέρον , την δημόσια ασφάλεια , την υγεία , την δικαιοσύνη. B. Κοινοτικές οδηγίες (2004/18) διατηρούν τα θεσμικά πλαίσια κρατών μελών σχετικά με τις ελάχιστες αμοιβές στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων στο χώρο της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας προβάλλοντας αιτιολογία για την ανάγκη των σχετικών περιορισμών. Γ. Η Ελληνική νομολογία και νομοθεσία εδώ και 50 ! χρόνια , συνεχώς, αναδεικνύει τη σημασία ύπαρξης των σχετικών περιορισμών (ελάχιστων αμοιβών κτλ) ως κανόνες δημοσίας τάξεως. Συνεπώς θεωρούμε ότι η επιλογή τροποποίησης του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου δεν βασίζεται σε ειδική και εμπεριστατωμένη έρευνα, δεν απηχεί την Ευρωπαϊκή προσέγγιση για την αντιμετώπιση του ζητήματος και δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα και τις ανάγκες της Ελληνικής πραγματικότητας άσκησης του επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα. 2. Το Συμβούλιο των Αρχιτεκτόνων της Ευρώπης (Σ.Α.Ε) εδώ και μια πενταετία περίπου αξιολογεί το σύστημα αμοιβών των Αρχιτεκτόνων στο Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι με ειδικές έρευνες ποιότητας. Η εμπειρία με τις έρευνες ποιότητας αποδεικνύει ότι η δίκαιη και όχι κάτω του κόστους αμοιβή του αρχιτέκτονα έχει σαν αποτέλεσμα την καλή ποιότητα, την οποία αναμένει ο καταναλωτής. 3. Ειδικώς το Αρχιτεκτονικό Επάγγελμα έχει πηγαία αναφορά στη σύλληψη και στο σχεδιασμό του Δομημένου Περιβάλλοντος μέσα στο οποίο οι Ευρωπαίοι πολίτες ζουν, εργάζονται, αναπαύονται και διασκεδάζουν. Έχει επανειλημμένως αποδειχτεί ότι η ποιότητα του Δομημένου Περιβάλλοντος έχει αντίκτυπο στην παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την ευημερία. Επιπλέον, αρκετοί από τους παράγοντες δημόσιας υγείας και ασφάλειας που έχουν αντίκτυπο στην κοινωνία πηγάζουν από τον τρόπο σύλληψης του Δομημένου Περιβάλλοντος. Συνεπώς, οι Αρχιτεκτονικές υπηρεσίες μπορούν να θεωρηθούν ως υψίστης σπουδαιότητας για το δημόσιο συμφέρον και για την κοινωνία γενικότερα, καθώς μέσω των βιώσιμων προσεγγίσεων στην αρχιτεκτονική και την πολεοδομία επιτυγχάνεται σημαντική κοινωνική συνοχή. Η έννοια της αρχιτεκτονικής από την άποψη του δημόσιου συμφέροντος, συναντάται σε αρκετά σημεία της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναφέρεται συγκεκριμένα στην Έκθεση 27 της δημοσιευμένης οριζόντιας Οδηγίας για την Αναγνώριση των Επαγγελματικών Προσόντων (2005/36/EC). Στην έκθεση αυτή διατυπώνεται: “Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, η ποιότητα των κτιρίων, η αρμονική ενσωμάτωσή τους στο περιβάλλον τους, ο σεβασμός των φυσικών και αστικών τοπίων και της δημόσιας και ιδιωτικής κληρονομιάς αποτελούν ζήτημα δημοσίου συμφέροντος». Συνεπώς, η Ελληνική Κυβέρνηση θα έπρεπε να λάβει υπόψη της με μεγαλύτερη συνέπεια τη βασική αυτή πλευρά των αρχιτεκτονικών υπηρεσιών στην νομοθετική της πρόθεση για τον ανταγωνισμό στις επαγγελματικές υπηρεσίες. Μάλιστα η σχετική αναφορά στην εισηγητική έκθεση ‘’ρυθμίσεις, από τις οποίες συχνά δεν προκύπτει ο σκοπός δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκεται με την τιθέμενη ρύθμιση’’ καταδεικνύει την προχειρότητα με την οποία προτείνονται οι σχετικές ρυθμίσεις από τον νομοθέτη”. Άλλωστε, για την έννοια του γενικού συμφέροντος οι «ουσιαστικές απαιτήσεις» που το καθορίζουν έχουν αποτυπωθεί τα τελευταία χρόνια από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ή από ψηφίσματα, συστάσεις ή πράξεις του κοινοτικού νομοθετικού σώματος : Η προστασία του περιβάλλοντος, η βιωσιμότητα, η πολιτιστική πολυμορφία, η εμπιστοσύνη στις εμπορικές συναλλαγές, η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η προστασία της ανεξαρτησίας στην επαγγελματική δραστηριότητα, οι ρυθμίσεις που εμποδίζουν την σύγκρουση συμφερόντων, η προστασία των ουσιωδών δικαιωμάτων προέλευσης, ο έλεγχος της υπευθυνότητας, η εμπιστευτικότητα και η δεοντολογία… 4. Oι κανόνες περί ελάχιστων αμοιβών Μηχανικών έχουν τεθεί ως κανόνες δημοσίας τάξεως που στηρίζουν θεμελιώδεις πολιτικές και κοινωνικές ή ηθικές αντιλήψεις της ελληνικής έννομης τάξης. Σε ένα κράτος δικαίου που θέλει να θεωρεί αδιαπραγμάτευτη την ποιότητα των κατασκευών για λόγους δημοσίου συμφέροντος και θέτει προς τούτο αιώνια αστική και ποινική ευθύνη προς τον Μηχανικό εν γένει , πρέπει ταυτόχρονα να διασφαλίζεται ότι ο Επιστήμονας παράγει επιστημονικό έργο προς όφελος της Κοινωνίας . Το αστικό περιβάλλον, ως πεδίο άσκησης του επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα και αξία ζωής θεμελιακά πρέπει να προστατεύεται . Πέραν των άλλων, τα Ανώτατα Ελληνικά Δικαστήρια έχουν καταγράψει στο παρελθόν την έννοια της μελέτης , ως επιστημονικό δημιούργημα , ως άϋλο αγαθό που εκφεύγει της λογικής του προϊόντος , του εμπορεύματος . Μάλιστα, τα Αρχιτεκτονικά έργα νοούνται πρότυπα, πνευματικά δημιουργήματα επιστήμης, προστατεύονται ευθέως από τις διατάξεις της πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως προβλέπεται στο εθνικό Δίκαιο (αρθρ.2 παρ.1 Ν. 2121/1993) και σε Διεθνείς Συμβάσεις [αρθρ. 2 παρ. 1 της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης (Παρισιού). Προφανώς όμως, οι παραπάνω αναφορές ουδόλως απασχόλησαν κατά την γραφή του σχεδίου νόμου σε σχέση με την διασφάλιση της ελάχιστης αμοιβής και τη σύνδεση αυτής με την προστασία της παροχής του Αρχιτέκτονα. 5. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις κατάργησης των ελαχίστων αμοιβών σε περίπτωση έγγραφης συμφωνίας επανερχόμαστε σε σχέση με το Ελληνικό Εσωτερικό δίκαιο στις διατάξεις του ΒΔ 19/21-2-38 . Ας σημειωθεί ωστόσο ιστορικά ότι οι αντίστοιχες ρυθμίσεις οδήγησαν το 1953 στην θέσπιση υποχρεωτικών ελαχίστων αμοιβών ανεξαρτήτως συμφωνίας και μάλιστα με μεγάλη πεποίθηση ότι η κατάργηση της ελάχιστης αμοιβής με έγγραφη συμφωνία ήταν λάθος επιλογή. Αξίζει δε να διαβάσει κανείς απόσπασμα της εισηγητικής έκθεσης εκείνης της εποχής προκειμένου να επιφυλαχτεί για το μέλλον… (Κατά την εισηγητική έκθεση του ΝΔ 2728/1953) «Το άρθρον 59 παράγρ. 1 του από 17.7.-16.8.1923 Ν.Δ/τος ορίζει ότι τα ελάχιστα όρια αμοιβών των Μηχανικών κανονίζονται δια Β. Διαταγμάτων, εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Δημοσίων Έργων, μετά γνώμην του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων... Το αυτό άρθρον 59, καθορίζον ως άνω τα ελάχιστα όρια αμοιβών, δια της παραγράφου 2 αυτού, επέτρεπεν απόκλισιν από τούτων, εις περίπτωσιν ιδιαιτέρας συμφωνίας. Εις την πραγματικότητα και από τους εν καλή πίστει συναλλασσομένους, εφηρμόζοντο πάντοτε τα κατά την παράγραφο 1 καθοριζόμενα όρια ελάχιστα όρια, διότι τα υπό των σχετικών Β. Διαταγμάτων οριζόμενα τοιαύτα, είναι πράγματι τα ελάχιστα απαιτούμενα δι’ αμοιβήν αρτίας μελέτης και επιβλέψεως των έργων. Η απόκλισις όμως της παραγράφου 2 επέτρεπε καταστρατήγησιν των ελαχίστων τούτων ορίων εκ μέρους τινών εργοδοτών, ως και αθέμιτον συναγωνισμόν εις βλάβην της επαγγελματικής στάθμης του Μηχανικού και της ποιότητας των μελετών και των έργων. Δέον όθεν ο όρος «ελάχιστα όρια αμοιβών» να καθορισθή ως κατωτέρα διατίμησις υποχρεωτική δι’ αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη. Τέλος η καταβολή της νομίμου αμοιβής των μελετών δέον να κατοχυρωθεί δια καταθέσεως αυτής εις το Τεχνικόν Επιμελητήριον της Ελλάδος, διότι παρετηρήθη συχνή επίσης καταστρατήγησις …..με σκοπόν επίσης αθέμιτον συναγωνισμόν και με αποτέλεσμα αφ’ ενός ηθικήν και υλικήν πτώσιν του επαγγέλματος του Μηχανικού, αφ’ ετέρου, πτώσιν της ποιότητος των τεχνικών μελετών, τας οποίας δεν επαρκεί πάντοτε η δημοσία Αρχή να ελέγχει πλήρως. Είναι γνωστόν άλλωστε, ότι μια κακώς αμειβομένη και κακή μελέτη επιφέρει σπατάλην εις την εκτέλεσιν ενός έργου, ενώ μία καλή καλώς αμειβομένη μελέτη φέρει πολλαπλασίαν οικονομίαν εις τα έργα[…]» 6. Λαμβάνοντας υπόψη το ανωτέρω σκεπτικό της εισηγητικής έκθεσης , έστω και παροχημένων χρόνων αλλά και την παρούσα εισηγητική έκθεση αναπτύσσεται ο εξής προβληματισμός: Είναι έτοιμο το Ελληνικό κράτος να αντικαταστήσει τους κανόνες που καταργεί με άλλα νομικά εργαλεία περιοριστικά και προστατευτικά για λόγους ασφάλειας των κατασκευών και προστασίας του δομημένου περιβάλλοντος ? 7. Το κράτος για λόγους δημοσίου συμφέροντος έχει τον αποκλειστικό προληπτικό (μελέτη) και κατασταλτικό (επίβλεψη) έλεγχο των κατασκευών δια των υπηρεσιών Μηχανικών και Αρχιτεκτόνων οι οποίοι εν προκειμένω λειτουργούν ως κρατικοί αρωγοί. Είναι πιστοποιημένοι ως προς την άσκηση του επαγγέλματος και τα ειδικά επαγγελματικά δικαιώματα τους από την διοίκηση. Αναλαμβάνουν την εκπόνηση μελετών και την επίβλεψη έργων και παραδίδουν το ΄΄έργο΄΄ όχι στον εντολέα τους αλλά στο κράτος από το οποίο και ελέγχεται. Βεβαίως, η αμοιβής τους δεν καταβάλλεται από το κράτος αλλά από τους από τους κυρίους των έργων. Ωστόσο όπως και στην περίπτωση κρατικών λειτουργών η αμοιβή είναι εκ τους νόμου καθορισμένη και βέβαιη ως διατίμηση. Στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας προς χάριν του δημοσίου συμφέροντος οι ποινικές και αστικές ευθύνες που αποδίδονται στους Μηχανικούς τους καθιστούν αποκλειστικά υπευθύνους για το έργο που αναλαμβάνουν και μάλιστα εις αει . Συνεπώς, εξετάζοντας το ανωτέρω θεσμικό πλαίσιο καθίσταται σχεδόν βέβαιο ότι η απαλοιφή της κατοχυρωμένης ελάχιστης αμοιβής θα επιφέρει μια ισχυρή διατάραξη σε όλο αυτό το σύστημα κρατικής εποπτείας και ελέγχου. Περαιτέρω , δημιουργούνται ευλόγως ερωτήματα τα οποία προφανώς δεν σχετίζονται με τα στοιχεία ποιότητας εν γένει των υπηρεσιών των Μηχανικών αλλά με τις ευθύνες που αναλαμβάνουν. Και μάλιστα το ερώτημα «πως σε ένα προστατευτικό νομοθετικό πλαίσιο που επέλεξε ο νομοθέτης για την κρατική εποπτεία θα καταργήσουμε το προνόμιο της κατώτατης νόμιμης αμοιβής αλλά θα διατηρήσουμε παράλληλα το νομοθετικό πεδίο ποινικών και αστικών ευθυνών» 8. Είναι βέβαιο ότι δεν μπορούμε να διαταράξουμε κάποιες εκ των παραμέτρων του νομοθέτη χωρίς να έχουμε προετοιμαστεί για την αντικατάσταση σημαντικών κανόνων δικαίου. Πιστεύουμε δε ότι η προσπάθεια της Κυβέρνησης για την αντικατάσταση του κανονιστικού συστήματος θα έπρεπε να ήταν εξαντλητική και συνεχής πριν να αποφανθεί τελικώς για την κατάργηση της υποχρεωτικής ελάχιστης αμοιβής, γεγονός που αμφισβητείται. Είναι απαραίτητο να ξέρουμε αν κάποια άλλα συστήματα πληροφόρησης για το περιεχόμενο και τις τιμές των επαγγελματικών υπηρεσιών μπορούν να αντικαταστήσουν τις κλίμακες αμοιβών επιτυγχάνοντας τους ίδιους στόχους, με μικρότερο αντίκτυπο στον ανταγωνισμό της αγοράς για τις επαγγελματικές υπηρεσίες. Συνεπώς, τα πιθανά συστήματα αντικατάστασης πρέπει να κρίνονται σε σχέση με τον καθένα από αυτούς τους στόχους γενικού συμφέροντος : Έλεγχος μελετών, έλεγχος επαγγελματικών δικαιωμάτων, έλεγχος κατασκευών, βελτίωση εκπαίδευσης, μητρώα συντελεστών έργων. Καθώς ο σημερινός νομοθέτης δεν καθορίζει τους αντίστοιχους κανόνες που θα καλύπτουν όλα αυτά τα θέματα και θα αντικαταστήσουν την υπάρχουσα γενική διάταξη θεωρούμε ότι ο στόχος του νομοσχεδίου δεν μπορεί να επιτευχθεί με παράλληλη διαφύλαξη υψηλής ποιότητας παροχής Υπηρεσιών. Οι αρχιτεκτονικές υπηρεσίες αποτελούν ένα ουσιαστικό μέρος των επαγγελματικών υπηρεσιών που απαιτούνται από τον τομέα της κατασκευής στην Ευρώπη . Η υλοποίηση του δομημένου περιβάλλοντος γεννάται από Αρχιτέκτονες. Είναι επομένως ουσιαστικό να εξασφαλιστεί ότι η ποιότητα του δομημένου περιβάλλοντος παρέχει το καλύτερο δυνατό επίπεδο στο οποίο μπορούμε όλοι να ζήσουμε παραγωγικά. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι της ποιότητας και της προστασίας των καταναλωτών, πρέπει να εξασφαλιστούν άριστοι όροι για την παροχή υψηλής ποιότητας αρχιτεκτονικών υπηρεσιών…. Ο αρχιτέκτονας είναι συνήθως το πρώτο πρόσωπο που θα έρθει σε επαφή ο ενδιαφερόμενος μόλις ληφθεί η απόφαση για την κατασκευή ενός κτηρίου και ο πρώτος στόχος του αρχιτέκτονα είναι συχνά να συμβουλεύσει σχετικά με τη δυνατότητα πραγματοποίησης του έργου. Ακολουθεί η Αρχιτεκτονική λύση, η πρόταση, το σχέδιο, η σύνθεση, η τελική παράδοση του έργου . Η έκβαση τέτοιων έργων αποτελεί το δομημένο περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργεί η κοινωνία. Αυτά τα έργα μεταφέρουν τις ελπίδες και τις φιλοδοξίες της κοινωνίας και δημιουργούν την κύρια φυσική κληρονομιά που θα περάσει στις επόμενες γενεές. Αυτό το γεγονός θέτει ιδιαίτερο βάρος ευθύνης στους υπεύθυνους για την σύλληψη και τη διαχείριση του δομημένου περιβάλλοντος και είναι επομένως προς όφελος της κοινωνίας να εξασφαλιστεί ότι αυτά τα πρόσωπα έχουν ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισης πριν αναλάβουν αυτά τα έργα. Η Ελληνική Πολιτεία λοιπόν θα πρέπει να επιβεβαιώσει ότι οι Αρχιτέκτονες και μόνο αυτοί θα ασκούν Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Διαφορετικά σε ένα πλαίσιο εγγράφων συμφωνιών αμοιβών χωρίς το ελληνικό κράτος να έχει προφυλάξει το γνωστικό πεδίο άσκησης του Αρχιτέκτονα , η Πολιτεία θα έχει επιτύχει τελικώς νόθευση στον ανταγωνισμό και όχι βελτίωση δημιουργώντας παρανόμως συγκριτικά πλεονεκτήματα σε μια ομάδα επιχειρήσεων εις βάρος του καταναλωτή και της ποιότητας των έργων. Συγκεκριμένα, η Ελληνική Πολιτεία θα πρέπει να ρυθμίσει ότι οι έλεγχοι όλων των αρμοδίων υπηρεσιών σε σχέση με την εκπόνηση Αρχιτεκτονικών μελετών θα εναρμονιστούν με το από 25/05/2010 π.δ 38/2010 (Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ) και ότι οι υπηρεσίες θα προβαίνουν σε έλεγχο των επαγγελματικών προσόντων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46 της σχετ.οδηγίας. 2. Σήμερα θα ήταν επιτακτική μια συζήτηση όχι για την άρση περιορισμών όπως οι ελάχιστες αμοιβές αλλά για την θεσμοθέτηση διαδικασιών που θα κατοχυρώσουν την επιστημονική δράση του Αρχιτέκτονα με κύριο γνώμονα όχι το εμπόριο , την τιμή και το κέρδος, αλλά την προστασία και την ποιότητα της ζωής μας. Κατ΄αυτή την προσέγγιση το κράτος θα πρέπει να προσδιορίσει διαδικασίες πιστοποίησης και ελέγχου όλων των εμπλεκομένων στην παραγωγή έργων καθώς και διαδικασίες πιστοποίησης όλων των υλικών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή έργων. Επίσης , στην ανάθεση Αρχιτεκτονικών Υπηρεσιών θα πρέπει να εστιάσει στην ποιότητα της υπηρεσίας και της τεχνικής προσφοράς και όχι στην τιμή της υπηρεσίας. Και τέλος θα πρέπει να εξασφαλίσει την ποιότητα μέσω διενέργειας. Αρχιτεκτονικών διαγωνισμών. Κώστας Μπελιμπασάκης Αρχιτέκτων Μηχανικός Μέλος ΔΣ ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ και Ε.Γ. ACE Απόσπασμα εισήγησης που υπερψηφίσθηκε από την Αντιπροσωπεία του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ στις 23/1/2011 στην Αθήνα