Αρχική Κώδικας Κοινωφελών ΠεριουσιώνΆρθρο 59: Προϋπολογισμοί ιδρυμάτωνΣχόλιο του χρήστη ΦΩΤΕΙΝΗ Κ. ΛΑΔΑ | 14 Ιουνίου 2013, 10:59
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Η υποβολή των ετήσιων προϋπολογισμών και απολογισμών αποτελεί υποχρέωση και ευθύνη των διοικούντων ιδρύματα και περιουσίες. Κατά συνέπεια, η αντίστοιχη κύρωση προτείνεται όπως επιβάλλεται μόνο στους τελευταίους, χωρίς να «μετακυλίεται» η εν λόγω ευθύνη στα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς αφενός μεν αυτό κρίνεται ως υπέρμετρη δέσμευση, αφετέρου εμποδίζει την απρόσκοπτη επιτέλεση του κοινωνικού έργου των κοινωφελών ιδρυμάτων. Ως εκ τούτου προτείνεται η ακόλουθη τροποποίηση της παρ. 3: «3. Η οικονομική διαχείριση των ιδρυμάτων είναι ετήσια και συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος. Για ορισμένες κατηγορίες ιδρυμάτων μπορεί με απόφαση της αρμόδιας αρχής να ορίζεται διαφορετική διαχειριστική περίοδος, αν υπάρχουν ειδικοί λόγοι. Ο προϋπολογισμός των εσόδων και εξόδων υποβάλλεται τρεις (3) μήνες πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους, ο δε απολογισμός μαζί με τον ισολογισμό μέσα σε δύο (2) μήνες από τη λήξη του. Αν διαπιστώνεται αδικαιολόγητη καθυστέρηση ή άρνηση υποβολής των ετήσιων προϋπολογισμών και απολογισμών, οι διοικητές ιδρυμάτων ή περιουσιών ευθύνονται σύμφωνα με την παρ. 2 α’ του άρθρου 71 του παρόντος κώδικα.» Περαιτέρω, αναφορικά με την παρ. 4, η διατύπωση του σχεδίου κρίνεται υπέρμετρα αόριστη, χωρίς να θέτει συγκεκριμένα κριτήρια ούτε ως προς τον υπερβολικό χαρακτήρα των δαπανών ούτε ως προς το εύλογο μέτρο της περικοπής, παρέχοντας στην αρμόδια αρχή ανέλεγκτη εξουσία παρέμβασης σε διαχειριστικά ζητήματα [ουσιαστικά υποκαθιστώντας τη βούληση του διαθέτη ή δωρητή κατά παράβαση του άρθρου 109 παρ. 1 του Συντάγματος] και δεσμεύοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες και το κοινωνικό έργο των κοινωφελών ιδρυμάτων. Ως προς τη διατύπωση της διάταξης προτείνεται η εξής: «4. Οι προϋπολογισμοί και απολογισμοί εγκρίνονται με πράξη της αρμόδιας αρχής. Με την πράξη έγκρισης επιτρέπεται η τροποποίηση των ποσών των εσόδων και εξόδων που αναγράφονται στον προϋπολογισμό ή η εγγραφή νέων εσόδων και εξόδων για λόγους νομιμότητας ή ασυμφωνίας με τους ορισμούς ή το σκοπό της συστατικής πράξης. Μέχρι την έγκριση, η διοίκηση των εσόδων και εξόδων του ιδρύματος ενεργείται με βάση τον προϋπολογισμό, που εγκρίθηκε το προηγούμενο έτος.» Επιπροσθέτως, παρατηρείται ότι διά της εν σχεδίω διάταξης περί καθυστέρησης έγκρισης των προϋπολογισμών και απολογισμών, ουσιαστικά «μετακυλίεται» το βάρος της καθυστέρησης εκ μέρους της αρμόδιας αρχής προς έγκριση των υποβληθέντων προϋπολογισμών στους διοικούντες κοινωφελή ιδρύματα, οι οποίοι θα καλούνται αφενός μεν να ενεργούν μόνον αναγκαίες ή επείγουσες δαπάνες και αφετέρου να τις αιτιολογούν σχετικώς. Προτείνεται η απαλοιφή της εν λόγω διάταξης, δεδομένου ότι θα δημιουργήσει μετά βεβαιότητας σημαντικά προσκόμματα στο έργο των κοινωφελών ιδρυμάτων. Σε κάθε περίπτωση, προτείνεται όπως τεθεί στην αρμόδια αρχή ενδεικτική προθεσμία 4 μηνών, μετά την άπρακτη παρέλευση της οποίας ο προϋπολογισμός θα θεωρείται εγκριθείς. Τέλος, προτείνεται η προσθήκη παραγράφου υπ’αρ. 8, προς το σκοπό της εσωτερικής εναρμόνισης και με τις αντίστοιχες διατάξεις του αρθ. 53, παρ. 2 και 3 του παρόντος. «8. Στις περιπτώσεις των κοινωφελών ιδρυμάτων της παρ. 2 του άρθρου 53 του παρόντος κώδικα, ο έλεγχος των προϋπολογισμών και απολογισμών από την αρμόδια αρχή περιορίζεται στην εξέταση της τήρησης των διατάξεων της συστατικής πράξης και του Οργανισμού τους, οι οποίες, σε κάθε περίπτωση, υπερισχύουν των διατάξεων του παρόντος κώδικα.»