Αρχική Ενιαίος Φόρος ΑκινήτωνΆρθρο 01- Αντικείμενο του φόρουΣχόλιο του χρήστη ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ | 30 Οκτωβρίου 2013, 10:53
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Η Ξενοδοχειακή βιομηχανία και γενικά ο τουρισμός έχουν σημαντικές δυνατότητες αλλά και ιδιαιτερότητες, τις οποίες, παρά την οποιαδήποτε δημοσιονομική πίεση και σκοπιμότητα , δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Επιθυμούμε επομένως να τις θέσουμε υπόψη σας, στα πλαίσια της ανοικτής διαβούλευσης του Υπουργείου σας , ώστε να συνεκτιμηθούν στη λήψη των αποφάσεων της κυβέρνησης για τον Φόρο ακινήτων . Ειδικότερα : • Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις παρέχουν τις υπηρεσίες τους μέσω των εγκαταστάσεών τους, οι οποίες καθορίζονται από αυστηρές τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές που συνιστούν το ξενοδοχειακό προϊόν. Οι διαστάσεις και η επιφάνεια των υποδομών προσδιορίζονται με βάση τις προδιαγραφές που έχουν θεσπιστεί από το κράτος. Οι απαιτήσεις της διεθνούς αγοράς και του ανταγωνισμού προτρέπουν για ακόμη υψηλότερες προδιαγραφές, στις οποίες αρκετές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις έχουν ήδη υιοθετήσει. • Κάθε φόρος που επιβάλλεται επί των ξενοδοχειακών ακινήτων, που είναι το εργαλείο της ξενοδοχειακής επιχείρησης , επιβαρύνει στην ουσία το κόστος παραγωγής της και κατ’ επέκταση την ανταγωνιστικότητάς της. • Όλοι οι χώροι των ξενοδοχειακών ακινήτων προορίζονται, σύμφωνα με την ξενοδοχειακή νομοθεσία, αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των πελατών τους με σαφή και προσδιορισμένη χρήση, που εγκρίνεται, εκτός από την πολεοδομία και από τον Ε.Ο.Τ., από το οποίον και τελικά αδειοδοτείται, με συνέπεια να μην επιτρέπεται εκ του νόμου να χρησιμοποιηθούν οι χώροι αυτοί για άλλη δραστηριότητα πλην της ξενοδοχειακής. Αυτό σημαίνει ότι το ξενοδοχειακό ακίνητο είναι ορισμένου σκοπού και δραστηριότητας και δεν μπορεί ούτε να κατατμηθεί, ούτε να αυξομειώσει την επιφάνεια του και να την εκμεταλλευθεί στη βάση κάποιου άλλου εμπορικού σκοπού. • Η συνολική έκταση της επιφάνειας των ξενοδοχειακών κτιρίων και γηπέδων καθορίζεται με βάση την κατηγορία του ξενοδοχείου και τη δυναμικότητα, ώστε να περιλάβει όλη τη γκάμα των εγκαταστάσεων και υπηρεσιών που υποχρεούνται να παρέχουν στους πελάτες τους (π.χ. συνεδριακές αίθουσες, πισίνες, spa, γήπεδα βόλεϊ, τένις, γκολφ). Οι υπηρεσίες όμως αυτές και οι εγκαταστάσεις τους δεν παράγουν πρόσθετο εισόδημα για την ξενοδοχειακή επιχείρηση, απλώς εμπλουτίζουν το ξενοδοχειακό της προϊόν και την καθιστούν πιο ανταγωνιστική. Η τοποθεσία του ξενοδοχείου, σε σύγκριση με τη βιομηχανία και τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες, αποτελεί σημαντικό παράγοντα ελκυστικότητας του προϊόντος που παρέχει το ξενοδοχείο και γι’ αυτό το λόγο η πλειονότητα των ξενοδοχείων είναι εγκατεστημένη σε αξιόλογες τοποθεσίες ή στα κέντρα των πόλεων. Οι υψηλές όμως αντικειμενικές αξίες που ισχύουν σε αυτές τις περιοχές συνεπάγονται υψηλή φορολογική επιβάρυνση επί των ξενοδοχειακών ακινήτων και καταλήγουν να «τιμωρούν» την επιχείρηση γι’ αυτό που πρέπει από τη φύση της να παρέχει. • Το ξενοδοχειακό προϊόν ακολουθεί αυστηρά τους όρους λειτουργίας της παγκόσμιας τουριστικής αγοράς και οι τιμές του διαμορφώνονται με βάση τον ανταγωνισμό, οποίος ως γνωστόν, είναι εξαιρετικά έντονος, αφού πολλοί προορισμοί στη Μεσόγειο παρέχουν το αντίστοιχο προϊόν (ήλιος και θάλασσα) σε καλύτερες τιμές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι τιμές των ξενοδοχειακών υπηρεσιών, πιεζόμενες από τον ανταγωνισμό, να καθηλώνονται σε χαμηλά επίπεδα, ανεξάρτητα από το κόστος παραγωγής. Κάθε νέα φορολογική επιβάρυνση συνιστά επιπλέον κόστος που δεν επιδέχεται απορρόφησης και εν τέλει καταλήγει να είναι εμπόδιο στη διατήρηση της βιωσιμότητάς της επιχείρησης, αφού αυξάνει υπέρμετρα το μη λειτουργικό κόστος του ξενοδοχειακού προϊόντος. • Παράλληλα η αγοραία αξία κάθε ξενοδοχειακής μονάδας δεν εξαρτάται από την έκταση των γηπέδων της ή των εγκαταστάσεων της, αλλά συναρτάται άμεσα με τις οικονομικές επιδόσεις της και τα αποτελέσματα της. Τα τελευταία με τη σειρά τους εξαρτώνται από την ελκυστικότητα τόσο της μονάδας όσο και της περιοχής, αλλά και όλης της χώρας ως τουριστικού προορισμού στο δεδομένο ανταγωνιστικό περιβάλλον. • Οι τακτικές αναπροσαρμογές της αξίας των παγίων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων δεν αφήνουν πλέον περιθώρια για περαιτέρω αύξηση της φορολόγησης των ακινήτων. • Ο τουρισμός πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εξαγώγιμη δραστηριότητα και να εντάσσεται στο ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς των εξαγωγών. Έχει αποδειχθεί ότι η αύξηση της τουριστικής δραστηριότητας έχει πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο σύνολο της εθνικής οικονομίας και αποφέρει ως εκ τούτου πολύ μεγαλύτερα έσοδα στο κράτος από κάθε άλλο κλάδο. Θεωρούμε ότι στην προοπτική μιας σημαντικής κοινωνικής ανταποδοτικότητας , είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψη από το Υπουργείο Οικονομικών, όλες οι παραπάνω θέσεις μας που αφορούν την φορολόγηση των ξενοδοχειακών ακινήτων και οικοπέδων.