Αρχική Οριοθέτηση αιγιαλού και παραλίαςΆρθρο 01:ΟρισμοίΣχόλιο του χρήστη Ανδρέας Κομνηνός | 11 Μαΐου 2014, 10:35
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αντιγράφω από το άρθρο της κας. Καλαντζοπούλου Πιο συγκεκριμένα λοιπόν και με βάση τις προβλέψεις του ν/σ για τον αιγιαλό, τις παράκτιες και παρόχθιες ζώνες: - Οση έκταση θέλει κανείς την εκμεταλλεύεται, χωρίς όρια, ούτε καν αυτά τα λιγοστά που ήταν θεσμοθετημένα (500 τ.μ. παραχώρηση αιγιαλού το πολύ ορίζει ο ακόμα ισχύων για τον αιγιαλό ν. 2971/2001, που είναι ήδη «οριακός» ως προς το κατά πόσο προστατεύει τις ακτές) - Οση και όποια έκταση θέλει κανείς την αποκόπτει απ’ την κοινή χρήση, τέρμα πια και με το ταμπού του προστατευτέου αιγιαλού και της ελεύθερης και ακώλυτης πρόσβασης στις ακτές (ν. 2971, άρ. 2, παρ. 3 και Σύνταγμα άρ. 5, 24 και ίσως και 25 θα’ λεγα εγώ) - Όπου μάλιστα δεν περισσεύει ικανή έκταση παράκτια ή παρόχθια προς εκμετάλλευση, επιτρέπεται το μπάζωμα της θάλασσας ώστε να μεγαλώσει όσο χρειάζεται και το μπάζωμα μετριέται με τα κρεβάτια. (Αυτό ισχύει κατά πως φαίνεται ακόμα και για ταβέρνες. Αναρωτιέμαι αν θα χρειαστεί να βάλουν κι οι ταβέρνες κρεβάτια προκειμένου να υπολογίσουν το «δικαίωμα» επιχωμάτωσης… Όχι ε; Υπερβολή;) - Ο καθορισμός παραλίας δεν είναι υποχρεωτικός, δεν γίνεται αυτεπάγγελτα, ούτε έχει κάποιες ελάχιστες διαστάσεις (π.χ. τα 50 μ. που ισχύουν μέχρι σήμερα). Και προς Θεού, σε καμμιά περίπτωση δεν υπερβαίνει «την διαμορφωμένη γραμμή δόμησης» νόμιμη ή μη, αδιάφορον. Τούτου δοθέντος και προς αποφυγή παρεξηγήσεων μας δίνεται ρητά πως η παραλία μπορεί να είναι ακόμα και 10 μ. πλάτους, η λεγόμενη και «τεκμαρτή παραλία» (άρ. 6 παρ. 2 του ν/σ) κι αν δεν περισσεύουν ούτε αυτά από πουθενά και υπάρχει ήδη παραλιακή οδός, τότε η οδός αυτή μπορεί να είναι η παραλία (άρ. 8, παρ. 3 του ν/σ). - Η παραλία δεν είναι υποχρεωτική εφόσον εξηγείται πως μπορεί να μην είναι αναγκαία για την επικοινωνία της ξηράς με τη θάλασσα. Τέρμα και μ’ αυτό το βάσανο. Στην χειρότερη περίπτωση, όπου τελικά ορίζεται παραλία, το οικόπεδο παραλία θεωρείται κοινόχρηστο πράγμα που ανήκει στο Δημόσιο, το οποίο θα το διαχειριστεί όπως ξέρει να διαχειρίζεται όλα του τα κοινόχρηστα πράγματα. Αν λ.χ. τα οικόπεδα-παραλίες μαζί με τον αιγιαλό αξίζουν κάτι παραπάνω, τα αναλαμβάνει το ΤΑΙΠΕΔ και τα ντηλάρει αυτεξούσια, αμιγώς ως οικόπεδα. - Οποιοδήποτε τετελεσμένο στον χώρο από πλευράς δόμησης, όχι απλώς νομιμοποιείται δυνάμει, αλλά αναγνωρίζεται και ως όριο που κατισχύει της (όχι τυχαία εκκρεμούσας) οριοθέτησης του αιγιαλού (η έως τώρα κύρωση γραμμής αιγιαλού στην ελληνική ακτογραμμή των 15.000 χλμ ανέρχεται στο ιλιγγιώδες ποσοστό του 8%…). Η γραμμή διαμορφωμένης δόμησης είναι πλέον το απαράβατο όριο κι ας πρόκειται για παράνομη δόμηση (καταλλήλως απομακρύνθηκε το επίθετο «νόμιμη» απ’ την συγκεκριμένη διάταξη). Εξάλλου ο,τιδήποτε είναι «διαμορφωμένο» νόμιμα ή μη, μπορεί να νομιμοποιηθεί (η σχετική ατολμία που επέδειξαν οι κυβερνητικοί νομοθέτες τον περασμένο Αύγουστο, στον κατά τα άλλα εξόχως αντισυνταγματικό νόμο 4178 για τα αυθαίρετα, προφανώς «ξεπεράστηκε» στο μεταξύ) και μάλιστα με το πάσο του γιατί και αν δεν προβεί ο ενδιαφερόμενος στις αναγκαίες ενέργειες και καταβολές, για καμμιά πενταετία, δεν τον «κουνάει» πρακτικά κανείς (άρ. 15). - Οποιαδήποτε χρήση («ενδεικτικά» μας λέει ο νομοθέτης!) επιτρέπεται για οποιαδήποτε διάρκεια (βλ. άρ. 11 του ν/σ) και με οποιουσδήποτε (πρακτικά) όρους (π.χ. χωρίς καν τις αναγκαίες αποστάσεις μεταξύ των διαδοχικών εκμεταλλεύσεων, άρα οραματιζόμαστε ήδη μια αδιάκοπη συνέχεια από ομπρελοξαπλώστρες απ’ άκρου σ’ άκρο), αρκεί μόνο να τα βρούν μεταξύ τους οι γείτονες ιδιοκτήτες στον αιγιαλό και να καταβληθεί στην ώρα του το ορισμένο οικονομικό αντάλλαγμα. - Το οικονομικό αντάλλαγμα θα προσδιοριστεί εν ευθέτω χρόνω, καλούνται ωστόσο οι βουλευτές να νομοθετήσουν την μέθοδο προσδιορισμού του κι ας μην ξέρουν τους όρους της «εξίσωσης». Συγκεκριμένα πρόκειται για έναν πολύ απλό αναλογικό τύπο και κριτήρια-μεταβλητές: μια άγνωστη τιμή βάσης ανά «περιοχή» (;), την έκταση και την διάρκεια μίσθωσης (τα μόνα λογικά και σαφή) και εν συνεχεία μια ποικιλία χρήσεων που σε ό,τι αφορά εξειδικεύσεις της παραθαλάσσιας αναψυχής είναι «κέντημα», σε ό,τι αφορά οποιαδήποτε άλλη χρήση είναι σωρός, μια κατάταξη γεωγραφικών περιοχών κυρίως ως προς το τουριστικό τους προϊόν (με άγνωστα κριτήρια κατάταξης), μια διαβάθμιση περιβαλλοντικής επίπτωσης (με άγνωστα κριτήρια προσδιορισμού και μέτρησης) και μια λίστα χρήσεων (στις οποίες ξεχωρίζει η θεσμικά πρωτοφανής «δραστηριότητα με υψηλή προστιθέμενη αξία»). Για όλα αυτά τα εντελώς αόριστα και άγνωστα θεσμοθετείται δια της ψήφισης του ν/σ, λευκή επιταγή στον εκάστοτε υπουργό Οικονομικών όχι μόνο να τα προσδιορίσει, αλλά να τους δώσει και τιμή βαρύτητας. Στο μέτρο δε που ο προσδιορισμός θα είναι μια Υπουργική Απόφαση, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο εύκολα μπορούν να μεταβάλλονται και τα κριτήρια και οι «τιμές βαρύτητας» από τον εκάστοτε υπουργό, αν και εφόσον χρειαστεί. - Από τα μυριάδες αυθαίρετα ψαρόσπιτα, «σύρματα», ακόμα και μικροαυθαίρετα της ανάγκης που βρίσκονται σε «ανεκμετάλλευτους» όρμους από τον τουρισμό «υψηλής προστιθέμενης αξίας», την γλιτώνουν μόνο όσα προστατεύονται ως κτίσματα ή σύνολα από το Υπουργείο Πολιτισμού. Απ’ τα υπόλοιπα, σώζονται μόνο όσα έχουν να πληρώσουν για την νομιμοποίησή τους. Και οπωσδήποτε εφόσον δεν στέκουν στη μέση του «οικοπέδου» που έχει βάλει στο μάτι κάποιος ενδιαφερόμενος μεγαλοεπενδυτής. Και χίλια άλλα μπορεί κανείς να απαριθμήσει ανάμεσα στις αδιανόητα ανορθολογικές και καταστροφικές όψεις αυτού του νομοσχεδίου. - Οι εκθέσεις ειδικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων σε ό,τι αφορά την οικολογική κρισιμότητα των παράκτιων και παρόχθιων ζωνών είναι όλες ομόφωνες και διατυπώνουν ένα εξοργισμένο όχι στο ν/σ που κατατέθηκε. Πολλώ μάλλον που η σημασία της υπεράσπισης και προστασίας αυτών των ζωνών εντείνεται και στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής. - Ξεχωρίζει επίσης το ασύστατο του καταλόγου λιμνών και ποταμών του άρ. 2, παρ. 2 που χωρίς κριτήρια ορίζει αυτές και μόνο τις υδάτινες επιφάνειες ως εμπίπτουσες στις διατάξεις του ν/σ, εξαιρώντας παράλληλα καταλλήλως ορισμένες άλλες, όπως λ.χ. την περιζήτητη Λίμνη Καϊάφα ή μικρούς νησιωτικούς βιότοπους κ.ά.. - Η καταγγελία για τα δημόσια έσοδα που «χαρίζονται» ουσιαστικά με την άμεση νομιμοποίηση των εγκατεστημένων αυθαίρετων στον αιγιαλό έχει ήδη περιγραφεί αναλυτικά στον τύπο (γράφεται πως μόνο σε Στερεά Ελλάδα και Πελοπόννησο οι Περιφέρειες έχουν ήδη διαβιβάσει πάνω από 17.000 περιπτώσεις κτισμάτων που κρίθηκαν τελεσίδικα κατεδαφιστέα) - Απουσιάζει σχεδόν παντελώς η συναρμοδιότητα του ΥΠΕΚΑ ή των υπηρεσιών του, η υποχρέωση συμμόρφωσης με κάποιου είδους σχεδιασμό, καθώς επίσης και η γνωμοδότηση των αιρετών της Περιφέρειας ή των Δήμων. Αντίθετα, λάμπουν δια της υπερεξουσιοδότησής τους, και σε όλη την έκταση του ν/σ, οι διορισμένοι Γενικοί Γραμματείς της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με ό,τι σημαίνει αυτό για την αυτοδιαχείριση και διοίκηση στο τοπικό επίπεδο. - Τέλος, σε ό,τι αφορά το μοντέλο ανάπτυξης που εγγράφεται στις ρυθμίσεις του, το ν/σ αυτό είναι σαφές ότι μας τοποθετεί τελευταίους και καταϊδρωμένους στην ουρά πιθηκισμού ενός χρεωκοπημένου τουριστικού μοντέλου υπερανάπτυξης που ήδη κατέστρεψε (κι ελεεινολογείται από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα γι’ αυτό) τις ακτές της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Τουρκίας, της Αιγύπτου κ.ά. Το οξύμωρο δε είναι ότι, ακριβώς αυτό το μοντέλο βρίσκεται και στον πυρήνα της χρηματοπιστωτικής φούσκας ιδιαίτερα για χώρες που μας «συνδέει» ως κοινή μοίρα η κρίση, όπως λ.χ. την Ισπανία. Ακόμα πιο εξωφρενικό γίνεται επίσης απ’ το γεγονός ότι μετά από τόσες και τόσες αναλύσεις για το «συγκριτικό πλεονέκτημα» του ελληνικού τοπίου, των ελληνικών ακτών και θαλασσών, της ελληνικής φύσης, των μνημείων κλπ για την «βαρειά βιομηχανία του τουρισμού», έρχεται ένα ν/σ που αποδέχεται κάθε αυθαιρεσία στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και δίνει έτσι βορά αυτό το «συγκριτικό πλεονέκτημα» σε μια εκμετάλλευση άνευ όρων και περιορισμών, που ισοδυναμεί με μια γενικευμένη και ανεπίστρεπτη καταστροφή. Με το νομοσχέδιο αυτό αναρτημένο στη ηλεκτρονική δημόσια διαβούλευση (που θα έληγε στις 2/5 αλλά εξαιτίας των αντιδράσεων παρατάθηκε μέχρι τις 13/5), αξίζει να επισημάνουμε ότι, «απ’ την πίσω πόρτα», ένα πρώτο βήμα για την υπονόμευση του κοινόχρηστου χαρακτήρα των δημόσιων κτημάτων, νομοθετικά, έγινε ήδη. Στις 2/5, ψηφίστηκε ως τροπολογία της τελευταίας στιγμής και αριθμήθηκε ως άρθρο 172 σε ένα νομοσχέδιο του ΥΠΟΙΚ για τα πιστωτικά ιδρύματα, μια τροποποίηση του ν. 2971/2001 που λέει τα εξής: Ενώ μέχρι σήμερα προνόμιο παραχώρησης του αιγιαλού για απλή χρήση χωρίς δημοπρασία είχαν μόνο οι «όμοροι» ιδιοκτήτες και με βάση ένα «αντάλλαγμα» που υπολογιζόταν με μέτρο το ½ της «μέσης τιμής απλού δίκλινου δωματίου μετά λουτρού», από την έναρξη ισχύος της νέας αυτής τροποποίησης, δηλαδή από τώρα, όσοι σπεύσουν να εκδηλώσουν ενδιαφέρον, μπορούν να θεωρηθούν «όμοροι» με τα ανάλογα προνόμια ακόμα κι αν μεταξύ της ιδιοκτησίας τους και του αιγιαλού μεσολαβεί δημόσιο –κι επομένως κοινόχρηστο- κτήμα και μάλιστα με μέτρο υπολογισμού της τιμής ανταλλάγματος το ¼ της μέσης τιμής του απλού δίκλινου μετά λουτρού! Οποιος προλάβει δηλαδή, μην χαθεί η σαιζόν, και μάλιστα με εκπτώσεις 50%! Με τον τρόπο αυτό διευρύνεται αυτομάτως το πλήθος των δυνάμει παραχωρησιούχων του αιγιαλού, ήδη από φέτος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την «εκμετάλλευση» των ακτών όπως την ξέρουμε.