Αρχική Τέλη εγγραφής πράξεων από τα υποθηκοφυλακεία.Άρθρο 01: Σκοπός – ΟρισμοίΣχόλιο του χρήστη ΕΝΩΣΗ ΑΜΙΣΘΩΝ ΥΠΟΘΗΚΟΦΥΛΑΚΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ | 1 Οκτωβρίου 2014, 12:46
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Σήμερα στα άμισθα υποθηκοφυλακεία καταβάλλονται τέλη και δικαιώματα υπέρ Δημοσίου και τρίτων φορέων του Δημοσίου (ΤΑΧΔΙΚ, ΕΚΧΑ Α.Ε.), καθώς και τα δικαιώματα των υποθηκοφυλάκων που συνιστούν την αμοιβή τους. Από την πρώτη στιγμή της σύστασης της σχετικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής η Ένωση Αμίσθων Υποθηκοφυλάκων Ελλάδος τάχθηκε υπέρ του να εισπράττει το Δημόσιο απευθείας από τους συναλλασσόμενους τα υπέρ αυτού (του Δημοσίου) τέλη (δηλ. χωρίς να μεσολαβεί ο υποθηκοφύλακας ως «εισπράκτορας» του Δημοσίου) με τρόπο, φυσικά, που δεν θα συνεπάγεται ταλαιπωρία των συναλλασσομένων και ούτε θα διαταράσσει τη θεμελιώδη για τη λειτουργία των υποθηκοφυλακείων αρχή της χρονικής προτεραιότητας της εγγραφής των πράξεων. Κάτι τέτοιο άλλωστε συνιστά και εκπλήρωση της μνημονιακής υποχρέωσης που έχει αναλάβει η Ελληνική Κυβέρνηση (MoU 5.1.2.9.v), εν όψει της οποίας συνεστήθη η σχετική νομοπαρασκευαστική επιτροπή (“Ensure that all transaction fees that are due to the State are transferred automatically to the account of the Ministry of Finance. Data on all other transaction fees should be fully accounted and audited by the ministry of Finance). Ωστόσο, από την πρώτη στιγμή, η Ένωσή μας διαχώρισε από την άνω διαδικασία την καταβολή της αμοιβής των αμίσθων υποθηκοφυλάκων, η οποία, ως αμοιβή ελεύθερου επαγγελματία δε νοείται να καταβάλλεται από τον συναλλασσόμενο σε άλλον (σύμφωνα με το προσχέδιο, στο Δημόσιο), και όχι σε αυτόν που παρέχει την υπηρεσία, δηλ. τον υποθηκοφύλακα, και σε χρόνο άλλον (μεταγενέστερο) από αυτόν της παροχής της υπηρεσίας. Μεταξύ των σκοπών του προσχεδίου νόμου περιλαμβάνεται ο καθορισμός της αμοιβής των αμίσθων υποθηκοφυλάκων. Ωστόσο, από τις διατάξεις που ακολουθούν, καθίσταται σαφές ότι δεν επανακαθορίζεται απλώς η αμοιβή των αμίσθων υποθηκοφυλάκων, αλλά αυτή ουσιαστικά καταργείται ως αμοιβή ελευθέρου επαγγελματία, καθώς ο συναλλασσόμενος καταβάλλει αποκλειστικά τέλη υπέρ του Δημοσίου. Εν συνεχεία, το Δημόσιο με μία πολυπλοκότατη διαδικασία υπολογισμού και εκκαθάρισης, που μόνο προς την κατεύθυνση του εξορθολογισμού και του εκσυγχρονισμού δε βαίνει, καταβάλλει την αμοιβή του υποθηκοφύλακα. Συνεπώς ο τελευταίος από ελεύθερος επαγγελματίας μετατρέπεται σε sui generis δημόσιο υπάλληλο, ο οποίος φέρει πλήρεις τις υποχρεώσεις του αμίσθου λειτουργού - ελεύθερου επαγγελματία - εργοδότη (αφού, όπως αναφέρει το προσχέδιο αιτιολογικής έκθεσης, σελ. 7, εξακολουθεί να θεωρείται ελεύθερος επαγγελματίας), αλλά αποστερείται του θεμελιώδους δικαιώματός του απόληψης αμοιβής από τον δέκτη των υπηρεσιών του. Η «αμοιβή» αυτού του sui generis υπαλλήλου, αποτελεί, σύμφωνα με το προσχέδιο νόμου, ουσιαστικά μισθό, ο οποίος δεν είναι πάγιος, αλλά υπολογίζεται αναλογικά με τις μεταγραφόμενες πράξεις (τουλάχιστον προς το παρόν, διότι στο προσχέδιο αιτιολογικής έκθεσης, σελ. 8, αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι σε βραχύ χρονικό διάστημα θα «εκτιμηθεί» η αναλογικότητα της αμοιβής!) Με βάση τα παραπάνω, η αναφορά στο προσχέδιο αιτιολογικής (σελ. 7) ότι «δε θίγεται η θεσμική κατάσταση των αμίσθων υποθηκοφυλάκων», καθώς και ότι «η καταβολή της αμοιβής τους από το Δημόσιο δεν τους μετατρέπει σε εμμίσθους, αφού η αμοιβή τους συνεχίζει να προσδιορίζεται αναλογικά…» είναι παντελώς λανθασμένη. Βασικό εννοιολογικό στοιχείο του αμίσθου καθεστώτος, το οποίο κατοχυρώνεται και συνταγματικά (άρθρο 92 παρ. 4 Σ.), είναι η μη ύπαρξη «μισθού», αδιάφορα αν αυτός είναι πάγιος ή υπολογίζεται αναλογικά. Υπό την ίδια έννοια θεωρούνται άμισθοι δημόσιοι λειτουργοί οι συμβολαιογράφοι και οι δικηγόροι. Το παρόν προσχέδιο, λοιπόν, θίγει άμεσα και ευθέως τη θεσμική κατάσταση των αμίσθων υποθηκοφυλάκων, κατά τρόπο αντισυνταγματικό και μονόπλευρο, θίγοντας μόνο τη πλευρά του τρόπου πληρωμής, αλλά διατηρώντας ακέραιη αυτή της ευθύνης. Σε σχέση δε με τον τρόπο καταβολής των καθοριζομένων τελών, των αποδόσεων και της αμοιβής, που σύμφωνα με το άρθρο 1, αποτελεί σκοπό του νόμου και αποτελεί μείζονος σημασίας ζήτημα, τόσο για τους συναλλασσόμενους με τα υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία ανά τη χώρα, όσο και για τους λειτουργούντες αυτά άμισθους υποθηκοφύλακες, το προσχέδιο νόμου ουδεμία ουσιαστική ρύθμιση περιλαμβάνει. Αντίθετα, εξουσιοδοτεί γενικά και αόριστα, και άρα κατά παράβαση του Συντάγματος, τη Διοίκηση για έκδοση υπουργικών αποφάσεων, καθιστώντας έτσι την εκτελεστική εξουσία νομοθετική. Διαβάζοντας κανείς το προσχέδιο νόμου (υποθηκοφύλακας, δικηγόρος, συμβολαιογράφος, δικαστικός επιμελητής, απλός πολίτης που επιθυμεί να κάνει συναλλαγή), δεν έχει καμία ιδέα για το πώς θα γίνεται η καταβολή των τελών. Πώς θα διασφαλίζεται η αρχή της χρονικής προτεραιότητας των πράξεων (ότι δηλ. μία κατάσχεση δεν θα εγγραφεί πριν τη μεταβίβαση του ακινήτου ή αντίστροφα); Μέχρι σήμερα η καταβολή των τελών και δικαιωμάτων προβλέπεται να γίνεται ταυτόχρονα, οπότε δεν υπήρχε σχετικό ζήτημα. Με το προσχέδιο αποσυνδέονται οι δύο ενέργειες, αλλά δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τη χρονική προτεραιότητα. Τί θα γίνεται επίσης με τις επιστροφές των πράξεων, πώς και από ποιον θα διενεργείται ο αντιλογισμός, προκειμένου να πάρει ο συναλλασσόμενος πίσω τα χρήματα που κατέβαλε; Τι θα γίνεται, επίσης, όταν δεν είναι τεχνικά εφικτή η πληρωμή στην τράπεζα ή η χρήση της ψηφιακής πλατφόρμας και ταυτόχρονα λήγουν νόμιμες προθεσμίες επί ποινή ακυρότητας της πράξης (π.χ. εγγραφή κατάσχεσης, αγωγής κλπ.). Μία σειρά ζητημάτων παραμένουν χωρίς απάντηση με τον κίνδυνο η υιοθέτηση του προσχεδίου να προκαλέσει τεράστια προβλήματα στις συναλλαγές επί ακινήτων σε όλη τη χώρα. Σε κάθε περίπτωση, η Ένωσή μας τάσσεται υπέρ της δημιουργίας ψηφιακής πλατφόρμας υπολογισμού των δικαιωμάτων και τελών που οφείλονται για την εγγραφή των πράξεων και την έκδοση πιστοποιητικών, που θα εφαρμόζεται απαρέγκλιτα σε όλα τα υποθηκοφυλακεία της χώρας, έμμισθα και άμισθα. Μέχρι σήμερα, ωστόσο, δεν συμμετείχαμε σε καμία σχετική επιτροπή, ούτε άλλωστε και στη συγκεκριμένη νομοπαρασκευαστική επιτροπή, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουμε τα θέματα που προκύπτουν καλύτερα από κάθε άλλο φορέα. Οι σκοποί που αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση περί εκσυγχρονισμού και εξορθολογισμού του νομοθετικού πλαισίου, περί της ενιαίας εφαρμογής και του ευχερούς ελέγχου είναι απολύτως θεμιτοί και επιδιώξιμοι και από την Ένωσή μας. Η χρήση της πλατφόρμας θα μπορούσε να εκπληρώσει τους παραπάνω στόχους, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι θα ληφθεί η μεγαλύτερη δυνατή μέριμνα, σε νομοθετικό επίπεδο, για τους συναλλασσομένους και την αποφυγή της ταλαιπωρίας τους. Θα μπορούσε, έτσι, να προβλεφθεί νομοθετικά διαδικασία, μέσω της οποίας θα εκκαθαρίζεται κάθε δικαίωμα και τέλος πού καταβάλλεται από τον συναλλασσόμενο άμεσα με την καταχώρηση κάθε πράξης και κατά τρόπο άμεσα ορατό από κάθε δικαιούχο των ποσών πού καταβάλλονται (υποθηκοφύλακα - Δημόσιο - ΕΚΧΑ - ΤΑΧΔΙΚ) και με τον επιμερισμό που αυτόματα θα γίνεται θα μεταφέρονται αυθημερόν τα αντίστοιχα ποσά στους αντίστοιχους λογαριασμούς. Με τον τρόπο αυτό, καθιερώνεται ενιαίος τρόπος υπολογισμού, το Δημόσιο και οι λοιποί φορείς του Δημοσίου εισπράττουν άμεσα τα χρήματά τους, προκύπτει δε σαφώς ποια είναι η αμοιβή του υποθηκοφύλακα και ο έλεγχος καθίσταται ευχερέστατος. Ωστόσο, η κατάργηση της νόμιμης αμοιβής μας ως ελευθέρων επαγγελματιών, κανέναν από τους άνω στόχους δεν εξυπηρετεί, ούτε άλλωστε αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση! Σε καμία περίπτωση δε μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι για τις εγγραφές που ενεργούμε και τα πιστοποιητικά που εκδίδουμε ως άμισθοι δημόσιοι λειτουργοί, αναλαμβάνοντας πλήρη ευθύνη με υπέγγυα την προσωπική μας περιουσία, δεν θα εισπράττουμε αμοιβή από τους λήπτες των υπηρεσιών μας.