Αρχική Λογιστικά πρότυπαΆρθρο 01: Πεδίο εφαρμογήςΣχόλιο του χρήστη Πάνος Ζαφειρόπουλος | 27 Οκτωβρίου 2014, 12:02
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Παρακάτω παραθέτω κάποια αρχικά σχόλιά μου, τα οποία αφορούν κυρίως θέματα με τα οποία έχω σχετική εμπειρία. Η σύνταξη του σχεδίου έχει βασιστεί κυρίως ή σχεδόν αποκλειστικά στην μεταφορά αντίστοιχων άρθρων από τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες, κυρίως τις 2013/34/EE και 2010/045ΕΕ (2006/112/ΕΕ). Τα άρθρα που αφορούν τον την έκδοση στοιχείων και την διασφάλιση της καταγραφής σε λογαριασμούς και σχετίζονται με τον «παλιό και κλασσικό» Κώδικα Βιβλίων & Στοιχείων (ΚΒΣ) είναι κυρίως τα άρθρα από το 5 έως το 15. Είναι σημαντικές θετικές εξελίξεις αυτές που θεσπίζονται με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, Ειδικότερα αναφέρω: 1. την παροχή δυνατότητας “έκδοσης” άυλων – ηλεκτρονικών αποδείξεων καθώς και 2. την δυνατότητα χρήσης τρίτων έμπιστων παρόχων για τη διασφάλιση των καταγραφομένων συναλλαγών συμπεριλαμβανομένων και των στοιχείων λιανικής (παρ. 10 του άρθρου 12) Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν επίσης και σημαντικές ασάφειες οι οποίες χρήζουν αντιμετώπισης. Ενδεικτικά αναφέρω τα εξής : 1. Οι αναφορές για εφαρμογή διατάξεων του ν. 1809/88 ο οποίος όμως με την παρ. 2 του άρθρου38 (Καταργούμενες) καταργείται, «καθώς και κάθε διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή οδηγία έχει εκδοθεί δυνάμει εκείνου του νόμου». Για το θέμα αυτό επίσης υπάρχει μάλλον αντίφαση με το ότι στο άρθρο 40 (Μεταβατικές) οι Αποφάσεις ΠΟΛ 1220 και 1221 (Τεχνικές προδιαγραφές) εξακολουθούν να ισχύουν, ενώ είναι γνωστό ότι (πέρα από την ουσία που είναι ότι δεν υφίσταται υποχρέωση αποστολής δεδομένων ‘on-line’ σε κεντρικές υπηρεσίες, άρα δεν υφίσταται και λόγος αναβάθμισης, προσαρμογής ή αλλαγής των μηχανών από τους επιτηδευματίες), αυτές οι Αποφάσεις εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότησης των διατάξεων του 1809/88. Οπότε άσχετα με το πότε θα εκδοθεί νέος νόμος που θα αντικαθιστά το 1809/88 και νέες τεχνικές προδιαγραφές (διατάξεις οι οποίες ‘ετοιμάζονται’), θα πρέπει οι σχετικές αναφορές να διευκρινιστούν ή να επαναδιατυπωθούν. 2. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ή αποσαφηνιστεί η σημασία του «μπορεί» στην παρ. 1 του άρθρου 12 για την έκδοση στοιχείων λιανικής. 3. το «διασφαλίσει την έκδοση παραστατικού από τρίτο πρόσωπο εξ’ ονόματος και για λογαριασμό της» στην παρ. 7 του άρθρου 12 για τα στοιχεία λιανικής δεν θα πρέπει να συγχέεται με τη διασφάλιση της ίδιας της συναλλαγής. Αφορά την ανάθεση έκδοσης στοιχείων λιανικής σε τρίτους (κατ’ αντιστοιχία με την τιμολόγηση). 4. Θεωρώ ότι υπάρχει θέμα με μόνο την απλή – ‘χαλαρή’ υποχρέωση κοινοποίησης προς την αρμόδια υπηρεσία, των στοιχείων των παρόχων διασφάλισης των συναλλαγών λιανικής (δεδομένης και της έλλειψης υποδομών και κατάλληλου προσωπικού). Η αντιμετώπιση αυτή δεν είναι σε αντιστοιχία με τις υποχρεώσεις εποπτείας των κατασκευαστών – εισαγωγέων των μηχανών έκδοσης στοιχείων λιανικής και επιπλέον μάλλον ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί με προχειρότητα που θα αυξήσει τη δυσχέρεια ελέγχων (συχνές ενάρξεις-παύσεις, αλλαγές παρόχων, πως θα ελέγχονται οι πάροχοι και η αξιοπιστία τους, ποιες επιπτώσεις θα έχουν σε περίπτωση πλημμελούς λειτουργίας, κλπ). 5. Υπάρχει θέμα με τις ηλεκτρονικές αποδείξεις λιανικής, οι οποίες φαίνεται να μπορούν να αντιμετωπισθούν είτε ως Αποδείξεις Λιανικής είτε ως ηλεκτρονικά τιμολόγια (παρ. 2 του άρθρου 14 : “2. Ηλεκτρονικό τιμολόγιο, συμπεριλαμβανομένου του στοιχείου λιανικής πώλησης,…”). Αν θεωρούνται ηλεκτρονικά τιμολόγια, τότε τίθεται το ερώτημα για κάποιον επιτηδευματία να επιλέξει τη διασφάλιση του περιεχομένου τους είτε σύμφωνα με τις διατάξεις τους άρθρου 12 είτε με τις διατάξεις του άρθρου 15. Θα πρέπει να διευκρινιστεί περισσότερο ποιες είναι οι διαθέσιμες επιλογές των υπόχρεων (όλες; μία από αυτές; Υπάρχει δυνατότητα εναλλαγής μεθόδων;, κλπ) 6. Η προσθήκη γ) «Η εκκαθάριση συναλλαγών πωλήσεων μέσω ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που βρίσκεται υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με τον νόμο 3862/2010» στην παρ. 2 του άρθρου 15, με την οποία υποτίθεται ότι θα ότι διασφαλίζεται η αυθεντικότητα της προέλευσης και η ακεραιότητα του περιεχομένου ενός ηλεκτρονικού τιμολογίου, δεν συνάδει με τις απαιτήσεις διασφάλισης της ακεραιότητας και αυθεντικότητας των ηλεκτρονικών τιμολογίων, σύμφωνα με τις παρόμοιες τεχνικές που εφαρμόζονται από τους υπόλοιπους 3 ενδεικτικούς τρόπους. Παρόμοια προσέγγιση με την προσθήκη αυτή (η οποία σημειώνω ότι εξ’ όσων γνωρίζω, είχε αρχικά προταθεί αλλά δεν είχε υιοθετηθεί και τώρα προστέθηκε πάλι), δεν υφίσταται ούτε στη σχετική Οδηγία 2010/045ΕΕ (2006/112/ΕΕ), αλλά ούτε και στις μετέπειτα οδηγίες εφαρμογής της που εκδόθηκαν από την αρμόδια υπηρεσία της ΕΕ. Επιπλέον, ενδεχομένως να τίθεται και θέμα νομικής ασυμβατότητας με τον ίδιο το νόμο 3862/2010 (ΦΕΚ Α’ 113/13-7-2010), και συγκεκριμένα με το άρθρο 3 (Εξαιρέσεις), δεδομένου ότι εκεί ορίζεται ότι : «Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται: …… ι) στις υπηρεσίες παρόχων τεχνικών υπηρεσιών, οι οποίοι υποστηρίζουν την παροχή υπηρεσιών πληρωμών χωρίς ποτέ να περιέρχονται στην κατοχή τους τα υπό μεταφορά χρηματικά ποσά στις υπηρεσίες αυτές περιλαμβάνονται η επεξεργασία και αποθήκευση δεδομένων, οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης και προστασίας της ιδιωτικής ζωής, η ταυτοποίηση δεδομένων και οντοτήτων, η παροχή τεχνολογίας πληροφορικής (ΙΤ) και δικτύου επικοινωνιών, καθώς και η παροχή και συντήρηση τερματικών και συσκευών που χρησιμοποιούνται για τις υπηρεσίες πληρωμών. …..».