Αρχική ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΕΚΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣΆρθρο 04 – Μη βεβαιωμένες οφειλές που υπάγονται στη ρύθμισηΣχόλιο του χρήστη ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ | 16 Μαρτίου 2015, 12:29
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Από το άρθρο 4 του υπό κατάθεση νομοσχεδίου, εμμέσως προκύπτει ότι συμπεριλαμβάνονται και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουν εκδοθεί φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού φόρου και πράξεις επιβολής προστίμου. Υφίστανται όμως ερωτηματικά κατά πόσον η απαλλαγή από τους τόκους και τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, αναφέρονται σε τόκους και προσαυξήσεις μετά την έκδοση της πράξης προσδιορισμού του φόρου ή και σε αυτές που επιβλήθηκαν κατά την έκδοση της πράξης. Για παράδειγμα, αν εκδόθηκε πράξη προσδιορισμού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων για την χρήση 1/1- 31/12/2008 από τακτικό φορολογικό έλεγχο ο οποίος πραγματοποιήθηκε το 2014 και η πράξη εκδόθηκε την 30/6/2014, τότε για το διάστημα 30/6/2009 (έστω η ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του νομικού προσώπου για τη χρήση 1/1-31/12/2008) έως και την 31/12/2013 επιβάλλονται προσαυξήσεις επί ης διαφοράς του φόρου, σύμφωνα με τον Ν. 2523/1997. Για το διάστημα από 1/1/2014 έως και 30/6/2014 (ημερομηνία έκδοσης της πράξης προσδιορισμού του φόρου), επιβάλλονται τόκοι σύμφωνα με τον Ν. 4174/2013. Αν η επιχείρηση προσέφυγε στην Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών με ενδικοφανή προσφυγή και μεταγενέστερα στα Διοικητικά Δικαστήρια (συνήθως λόγω σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής από την Διεύθυνση), τότε οι τόκοι εξακολουθούν να επιβάλλονται και μάλιστα χωρίς ανώτερο όριο όπως ίσχυε για τις προσαυξήσεις του Ν. 2523/1997 (120%). Περαιτέρω, με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής, γίνεται άμεσα απαιτητό ποσοστό 50% του βεβαιωμένου φόρου πλέον των τόκων και των προσαυξήσεων. Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα, θεωρούμε ότι δεν γίνεται ευκρινής η πρόθεση του νομοθέτη για την ολοσχερή η μερική εξαίρεση της καταβολής των τόκων και των προσαυξήσεων, αν δηλαδή η εξαίρεση αφορά το σύνολό τους από την στιγμή αφετηρίας τους (ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φορολογίας) και έως σήμερα, ή μόνο τις προσαυξήσεις και τόκους από τι στιγμή έκδοσης της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου έως και σήμερα (πχ. λόγω ενδικοφανούς προσφυγής ή προσφυγής στα Διοικητικά Δικαστήρια), με κίνδυνο να μην συμπεριλάβει περίπου 400.000 φορολογικές υποθέσεις που εκκρεμούν σήμερα, στα διοικητικά δικαστήρια. Κατά συνέπεια θα πρέπει να ξεκαθαρίσει ο νομοθέτης ότι αναφέρεται στο σύνολο των προσαυξήσεων, τόκων και τυχών προστίμων που ακολουθούν ένα βεβαιωμένο ποσό, ο δε φορολογούμενος θα κληθεί να καταβάλει είτε εφάπαξ το σύνολο του προσδιορισθέντος κατά τον έλεγχο φόρου χωρίς καμία επί πλέον επιβάρυνση τόκου ή προσαύξησης, είτε τμηματικά σύμφωνα με το νομοσχέδιο έχοντας μείωση αναλογική στο σύνολο των τόκων και προσαυξήσεων, οι οποίες επιβαρύνσεις σταματούν να υπολογίζονται από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση. Στις περιπτώσεις βεβαιωμένων φόρων που οι φορολογούμενοι τηρούν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους και έχουν καταβάλει ένα μέρος των καταλογισθέντων φόρων πλέον των προσαυξήσεων και τόκων, σε περίπτωση που θελήσουν να υπαχθούν στη ρύθμιση, για λόγους ισονομίας, θα πρέπει να προσδιορίζεται ο οφειλόμενος φόρο χωρίς τόκους και προσαυξήσεις, να αφαιρείται το μεικτό ποσό που έχει καταβάλει ο φορολογούμενος (κεφάλαιο, τόκοι και προσαυξήσεις) και να καταβάλει το υπόλοιπο. Σε περίπτωση που το υπόλοιπο είναι αρνητικό επειδή από τις καταβολές έχει ήδη καλυφθεί ο καταλογιστείς φόρος, το Δημόσιο δεν επιστρέφει την διαφορά. ΠΡΟΤΑΣΗ Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, θεωρούμε ότι το άρθρο 4 του προς διαβούλευση νομοσχεδίου θα πρέπει να συμπληρωθεί ως εξής: Άρθρο 04 – Μη βεβαιωμένες οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση Κατ’ εξαίρεση, 1.Δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση του άρθρου 1, οφειλές που θα βεβαιωθούν στη Φορολογική Διοίκηση μετά από παραίτηση από την άσκηση του δικαιώματος ή και του δικογράφου οποιουδήποτε ένδικου βοηθήματος ή μέσου ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου ή προσφυγής ενώπιον διοικητικής αρχής, και έως 26.5.2015, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας που οι οφειλές αυτές καθίστανται ληξιπρόθεσμες. Με την δήλωση παραίτησης και εφόσον καταβληθεί στο σύνολό του ο καταλογισθείς από την φορολογική αρχή φόρος, απαλείφονται στο σύνολό τους τόκοι, προσαυξήσεις και πρόστιμα που επιβαρύνουν τον καταλογισθέντα φόρο. Σε περίπτωση καταβολής ποσοστού επί του καταλογισθέντος φόρου, απαλείφονται αντίστοιχα ποσοστά των τόκων, προσαυξήσεων και προστίμων επί του φόρου. Εφόσον πρόκειται για υπαγόμενες υποθέσεις, που εκκρεμούν ενώπιον των αρμοδίων Δικαστηρίων, μαζί με την αίτηση και τη δήλωση παραίτησης προσκομίζεται και βεβαίωση από το αρμόδιο δικαστήριο ότι η υπόθεση δεν έχει ακόμα συζητηθεί, προκειμένου να βεβαιωθεί η οφειλή. 2. Στη ρύθμιση του άρθρου 1 δύνανται, επίσης, να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και θα αφορούν υποχρεώσεις φορολογικών ετών, περιόδων και υποθέσεων μέχρι και 31.12.2014.