Αρχική Πρόγραμμα Εθελοντικής Αποκάλυψης Κεφαλαίων και Επενδύσεων και Φορολογικής ΣυμμόρφωσηςΠρόγραμμα Εθελοντικής Αποκάλυψης Κεφαλαίων και Επενδύσεων και Φορολογικής ΣυμμόρφωσηςΣχόλιο του χρήστη Κώστας Χρυσόγονος | 30 Μαΐου 2015, 21:52
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος που κατοχυρώνει την ισότητα στα δημόσια βάρη ορίζει ότι : «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους». Η συνταγματική αυτή διάταξη, στο πεδίο εφαρμογής της οποίας εμπίπτουν προεχόντως τα φορολογικά βάρη, επιβάλλει την ίση μεταχείριση των όμοιων και άνιση μεταχείριση των ανόμοιων περιπτώσεων, και κριτήριο γι’ αυτό αποτελεί η φοροδοτική ικανότητα, δηλαδή οι οικονομικές δυνατότητες του κάθε πολίτη. Άλλες διατάξεις του Συντάγματος, όπως επί παραδείγματι η προστασία της οικογένειας, των αναπήρων, των πασχόντων ή η προαγωγή της οικονομίας ορεινών και νησιωτικών περιοχών, θα μπορούσαν επίσης να δικαιολογήσουν τυχόν διαφοροποιημένη μεταχείριση. Πέραν αυτών όμως, άλλα κριτήρια δεν μπορούν να αποτελέσουν θεμιτό λόγο διαφορετικής μεταχείρισης, ενώ τυχόν θέσπιση τέτοιων αντίκειται στην ανωτέρω συνταγματική διάταξη (Χρυσόγονος, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα,2006, σ. 150). Στην προκείμενη περίπτωση προτείνεται η θέσπιση φόρου (δημόσιου βάρους) επί των μη δηλωθέντων ή παρανόμως μη φορολογηθέντων εισοδημάτων-ανεξαρτήτως του ύψους αυτών-, με το συντελεστή του φόρου να ανέρχεται σε 15% για τα κατατεθειμένα σε τραπεζικά ιδρύματα της αλλοδαπής, και αντίστοιχα 30% για τις «εγχώριες» καταθέσεις. Όμως, τέτοια άνιση φορολογική μεταχείριση με μοναδικό κριτήριο την αλλοδαπότητα του τηρούμενου λογαριασμού όπου βρίσκεται το προϊόν εικαζόμενης φοροδιαφυγής (και ανεξάρτητα από τη συνδρομή ελεγκτικών δυσχερειών ή μη), δεν είναι θεμιτή υπό το πρίσμα όσων ανωτέρω λέχθηκαν, και θα ήταν αντισυνταγματική. Πέραν αυτού όμως η αντίρρησή μου στην προτεινόμενη ρύθμιση εδράζεται και στις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου (άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος) και του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος). Έτσι, κατά τη χαρακτηριστική έκφραση του Συμβουλίου Επικρατείας στην υπ’ αρ. 3341/2013 απόφαση της Ολομέλειας για το, κατά μία έννοια, παρεμφερές ζήτημα της τακτοποίησης των αυθαίρετων κατασκευών, «θεμελιώδης επιδίωξη του Κράτους δικαίου είναι η πραγμάτωση του Δικαίου στην Πολιτεία, που πρωτίστως επιτυγχάνεται με τη διαφύλαξη του κύρους του νόμου. Η επιδίωξη αυτή επιτελείται, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση πάγιων διατάξεων που ρυθμίζουν την ατομική και κοινωνική δραστηριότητα των πολιτών [..]». Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να αναμένεται από μια ευνομούμενη πολιτεία να εξαιρεί κατηγορίες πολιτών από την έναντι όλων ισχύ του φορολογικού εν προκειμένω νόμου, «νομιμοποιώντας» ή «περαιώνοντας» αναδρομικά φορολογικές ατασθαλίες , έναντι ευτελούς τιμήματος (15 ή 30 τοις εκατό επί της αξίας των κεφαλαίων/επενδύσεων). Συνεπώς , η νομιμοποίηση των αδήλωτων εισοδημάτων θα έπρεπε να θεωρηθεί θεμιτή μόνο εφόσον καταβάλλεται φόρος, ο οποίος να είναι τουλάχιστον ίσος με το κεφάλαιο (έστω χωρίς προσαυξήσεις κα λοιπές επιβαρύνσεις) του φόρου ο οποίος δεν καταβλήθηκε από τον δικαιούχο της κατάθεσης. Στις περισσότερες περιπτώσεις , με δεδομένο ότι ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής στη χώρα μας υπερβαίνει το 40%, το ποσό αυτό είναι πολύ ανώτερο του 15% που προβλέπει η προτεινόμενη ρύθμιση, η οποία είναι και για τον λόγο αυτό αντισυνταγματική. Κώστας Χ. Χρυσόγονος Καθηγητής Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.